Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Θεολογία και ποιμαντική στην πνευματική κληρονομιά του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτη

Ο Όσιος γέροντας Παΐσιος o Αγιορείτης είναι ένας από τους πιο σεβαστούς και ευρέως τιμώμενους αγίους του 20ου αιώνα. Είναι γνωστός όχι μόνο για την άγια ζωή του αλλά και για τα έργα του, στα οποία θίγει διάφορες πτυχές της πνευματικής ζωής. Ο Πρωθιερέας Τιμόθεος Φετίσοβ, πρύτανης της Εκκλησιαστικής Σχολής της περιοχής Ντον, ως θέμα για το άρθρο του διάλεξε τη θεολογία και την ποιμαντική στην κληρονομιά του γέροντος. Χρησιμοποιώντας αναφορές στα βιβλία του αγιορείτη ασκητή, ο συγγραφέας μιλάει για το πως πρέπει να καθοδηγηθεί κανείς όταν επιλέγει το δρόμο της ιεροσύνης, πως πρέπει να είναι ο σύγχρονος ιερέας για να λέγεται επάξια ποιμένας.

Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ένας άνθρωπος που θέλει να ετοιμαστεί για χειροτονία σε βαθμό ιεροσύνης, πηγαίνει σε Εκκλησιαστική Σχολή, όπου του προτείνεται να λάβει την απαραίτητη εκπαίδευση σε Σχολή ή σε Τμήμα που συνήθως λέγεται θεολογική - ποιμαντική. Ωστόσο, καταλαβαίνουμε εμείς πραγματικά τι σημαίνει αυτό τόσο για τους διδάσκοντες όσο και για τους διδασκόμενους; Προφανώς, κατ'αρχήν χρειάζεται να ορίσουμε το νόημα που αποδίδουμε στην έννοιες “θεολόγος” και “ποιμένας”. Γι' αυτό, δε χρειάζεται να εξηγήσουμε ότι σε θέματα ορισμού κριτηρίων της αληθινής θεολογίας και ποιμαντικού ιδεατού πρέπει να δίνουμε μεγάλη σημασία. Και το πιο σωστό, το πιο λογικό θα ήταν να απευθυνόμαστε για αυτό το σκοπό στην πνευματική κληρονομιά των αγίων όπου βρίσκουμε ξεκάθαρες, βασισμένες στην προσωπική εμπειρία της θεοκοινωνίας, περιγραφές και για το ένα και για το άλλο. Σχετικά με αυτό, η επιστολική κληρονομιά ενός από τους πιο τιμώμενους αγίους του σύγχρονου κόσμου, που πρόσφατα αγιοκατατάχθηκε από την οικουμενική Εκκλησία, του μοναχού Παϊσίου του Αγιορείτη, συνιστά ατέλειωτη πηγή πρακτικής θεολογίας και ποιμαντικής σοφίας. Αλλά, το πιο πειστικό είναι ότι ο ίδιος άγιος γέροντας αποτελεί μορφή μεγάλου θεολόγου και ποιμένα. Αποτελεί ζωντανή πιστοποίηση της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία και της ισχύος που έχουν οι υποσχέσεις, η εκπλήρωση των οποίων σχετίζεται με χαρακτηριστικά ουσίας σε μια πραγματική υλοποίηση της Καινής Διαθήκης.

Όπως έγραφε ο Βλαντίμιρ Λόσκι: “η θεολογική αναζήτηση προϋποθέτει ότι προηγείται ο ερχομός του Αναζητούμενου”[1]. Σε αυτό το πλαίσιο, η θεολογία του μοναχού Παϊσίου είναι προσωπική αντίδραση του εκλεκτού του Θεού, η ανθρώπινη απάντηση πίστης και αγάπης του στον Λόγο του Θεού που του απευθύνεται. Να γιατί η θεογνωσία του Οσίου Παϊσίου δεν ήταν νοητική και λογική. Την απαρχή της θεογνωσίας αυτής πρέπει να την αναζητούμε στην μυστικιστική εμπειρία των συναντήσεών του με το Θεό, τις οποίες περιέγραφε ως εμφανίσεις του Ίδιου του Χριστού. Η πρόθεση της θεολογικής γνώσης, την οποία ακολουθεί ο Όσιος Παΐσιος, εδράζεται στα μυστικά λόγια του Αποστόλου Ιωάννη: “Εσείς όμως έχετε λάβει από τον Χριστό το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος, και μένετε όλοι σταθεροί στην αληθινή γνώση... Βέβαια, μέσα στις δικές σας καρδιές μένει το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος που λάβατε από τον Χριστό, και δεν έχετε ανάγκη από δάσκαλο. Καθώς, λοιπόν, το χρίσμα το δικό του σάς τα μαθαίνει όλα...” (Α'Ιω.2,20˙ 27). Το χρίσμα εδώ σημαίνει παρουσία του Αγίου Πνεύματος στο απροσπέλαστο στη γνώση πεδίο, το οποίο στη χριστιανική γνωσιολογία παραδοσιακά ονομάζεται καρδιά. Παρ'όλο που ο πρωθιερέας Βασίλιϊ Ζενκόβσκιϊ θεωρούσε ότι η ανατολική θεολογία δεν ανέπτυξε μέχρι τώρα την χριστιανική θεωρία της γνώσεως[2], εμείς βλέπουμε ότι η βιβλική παράδοση επιτρέπει να κρίνουμε την ύπαρξη ειδικής μυστικιστικής πρακτικής προσευχής, στην οποία η καρδιά ως συνώνυμο του πνευματικού πυρήνα της ανθρώπινης προσωπικότητας αποτελεί το βασικό όργανο γνωστικής πράξης. Ο μηχανισμός και η μέθοδος αυτής της γνώσης κρύβεται στην ίδια την έννοια του αρχαίου εβραϊκού ρήματος (“ξέρω”), το οποίο στη γλώσσα της Βίβλου σημαίνει ότι αυτός που γνωρίζει είναι ένα με το αντικείμενο της γνώσης, το υποκείμενο είναι ένα με το αντικείμενο. Η απόκτηση γνώσης στη βιβλική γλώσσα είναι “πραγματική και υπεύθυνη ένταξη του εαυτού στη ζωή η οποία προκαλεί βαθιές επιπτώσεις”[3]. Ακριβώς αυτό λέει ο Όσιος Παΐσιος: “ο άνθρωπος γίνεται θεολόγος, ζώντας βαθιά μέσα του τα θεία μυστήρια, διότι δεν τα προσεγγίζει με το μυαλό, αλλά τα ζει στην πραγματικότητα. Η πίστη του συνέχεια μεγαλώνει, γιατί κινείται σε άλλο χώρο, με θεία γεγονότα”. Όμως τέτοια ένωση δεν μπορεί να γίνει ούτε με λογικό τρόπο ούτε μόνο με τη βούληση του ανθρώπου.

Ο Όσιος Παΐσιος μιλάει για αυτό με τις εξής περιγραφικές εκφράσεις: “Το Άγιο Πνεύμα κατεβαίνει μόνο Του, όταν βρη τις πνευματικές προϋποθέσεις στον άνθρωπο. Πνευματική προϋπόθεση είναι να ξεσκουριάση ο άνθρωπος τα πνευματικά του καλώδια, να γίνη καλός αγωγός, για να δεχθή το πνευματικό ρεύμα του θείου φωτισμού, και έτσι γίνεται πνευματικός επιστήμων, θεολόγος”[4]. «Ο λόγος του μυαλού <…> είναι σάρκα», - έλεγε ο Όσιος Παΐσιος, - “Γι’ αυτό η Θεολογία δεν έχει καμμιά δουλειά με το στείρο επιστημονικό πνεύμα”[5]. Ως μονοφωνία ηχεί η σκέψη του Μητροπολίτη Ιλαρίωνα (Αλφέγιεβ): “Η θεολογία δεν είναι ούτε επιστήμη ούτε τέχνη ούτε επάγγελμα: δεν είναι τίποτα άλλο παρά μυστική ανάβαση προς το Θεό”[6]. Ο Όσιος Παΐσιος ενεργά εκφράζεται ενάντια στην υποκατάσταση νοημάτων και την εκφθορά του όρου “θεολογία”, επιλέγοντας να κατονομάζει τα πράγματα με το όνομά τους: “Μεγάλο κακό είναι όταν θεολογούμε ξερά με το μυαλό μας και το μυαλό μας το παρουσιάζουμε για Άγιο Πνεύμα. Αυτό λέγεται εγκεφαλολογία, η οποία γεννάει Βαβυλωνία”[7].

Όσιος Παΐσιος Αγιορείτης Όσιος Παΐσιος Αγιορείτης Ο Λόγος για τον οποίον ο Όσιος Παΐσιος μιλάει τόσο πολύ και με τόση λεπτομέρεια για τα προβλήματα της θεολογίας, βρίσκεται στον πόνο και την αγάπη του στο σύγχρονο άνθρωπο ο οποίος υποφέρει, εκτός των άλλων, και για το λόγο ότι δεν παίρνει το κατάλληλο πνευματικό φάρμακο, αφού αυτό που του απευθύνεται ως κηρυγματικός “λόγος του μυαλού αλλοίωση δεν κάνει στις ψυχές”[8]. Ένας άλλος λόγος βρίσκεται στο ότι στην πραγματικότητα στον πατέρα Παΐσιο απευθύνονταν για συμβουλές πολλοί Έλληνες θεολόγοι. Μόνο εκεί, στο μοναχικό κελί, στα πόδια του γέροντα, συνειδητοποιούσαν ότι η θεολογική έρευνα δεν πρέπει να γίνεται αυτοσκοπός. Ο προσδιορισμός της θεολογικής επιστήμης, έτσι και αλλιώς, πρέπει να έχει σωτηριολογικό χαρακτήρα. Ο μοναχός Παΐσιος έλεγε: “Τα φτιαχτά λόγια δεν μπορούν να μιλήσουν στην ψυχή του ανθρώπου, όπως δεν μπορεί να μιλήσει ένα όμορφο άγαλμα”[9]. Δεν πρέπει να ανταγωνιζόμαστε σε πρωτοτυπία και να επιδιώκουμε τεχνητό επιστημονισμό, επειδή αυτό επιβεβαιώνει μόνο εσωτερική κενότητα και πνευματική αφερεγγυότητα του θεολόγου. “Αντιθέτως,– συνεχίζει ο Άγιος – όταν προηγηθή η καθαρότητα στον άνθρωπο, και έλθη η απλότητα με την θερμή της πίστη και την ευλάβεια, τότε πια φιλοξενείται μέσα μας η Αγία Τριάδα, και με τον θείο εκείνο φωτισμό εύκολα βρίσκει κανείς τα κλειδιά των θείων νοημάτων, για να ερμηνεύση το Πνεύμα του Θεού με πολύ απλό και φυσιολογικό τρόπο, χωρίς διανοητικό πονοκέφαλο.”[10]. “Όποιος νομίζει ότι μπορεί να γνωρίση τα μυστήρια του Θεού με την εξωτερική επιστημονική θεωρία, μοιάζει με ανόητο που θέλει να ηδή τον Παράδεισο με το τηλεσκόπιο”[11], - σε άλλο μέρος λέει ο Άγιος.

Συνεχίζοντας τη γνωστή ασκητική παράδοση του συμπατριώτη του, του Ευάγριου Ποντικού, ο γέροντας Παΐσιος εντοπίζει μια επιστημολογική αντινομία του νου και της καρδιάς, των μεθόδων της λογικής απόκτησης γνώσης και παρατηρητικής κατανόησης. Πράγματι, από τη μία πλευρά, δε μπορούμε να αρνούμαστε ότι η θεολογία ενεργεί στο δικό μας ιστορικό, μη μεταμορφωμένο ακόμα, κόσμο και αναγκάζεται να χρησιμοποιεί την αποδεχτή επιστημονική εργαλειοθήκη και μεθοδολογία για να είναι κατανοητή και να χρησιμοποιεί τη γλώσσα της επιστήμης. Από την άλλη, καταφεύγοντας στην επιστήμη, η θεολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε αυτό, αλλά να πηγαίνει τον άνθρωπο πιο πέρα, σε εκείνη τη μεταφυσική περιοχή όπου η ίδια η σκέψη σταματάει. Δεν είναι τυχαίο που ο Βλαντίμιρ Λόσκι έγραφε: “Η θεολογική μάθηση έχει κάπως μια δύσκολη ενδιάμεση θέση ανάμεσα στη γνώση, ως χάρισμα και ησυχία, την παρατηρητική και βιωματική απόκτηση γνώσης και επιστήμη, και την κρίση. Αλλά, - συμπεραίνει ο Λόσκι, - παρα ταύτα δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάει την παρατήρηση”[12]. Λοιπόν, αν και η λεκτική αναπαράσταση της θεολογικής σκέψης οφείλεται στις διανοητικές ικανότητες και την πολιτιστική και μορφωτική εμπειρία ενός προσώπου, παρά ταύτα η ίδια η θεία αποκάλυψη βρίσκεται και πάλι στην καρδιά [13].

Η προσωπική ζωή του αληθινού θεολόγου δεν πρέπει να απέχει από τα λόγια του, ούτε αυτή να περιορίζεται σε άνετη πολυθρόνα. Το καλύτερο κήρυγμα είναι πάντα η προσωπική εμπειρία. Δεν μπορεί να μιλάει κανείς περί ελέους και να έχει σκληρή καρδιά. Δεν μπορεί να καταφέρεται κατά της υπερηφάνειας χωρίς να στοχεύει στην ταπείνωση. Ο Όσιος Παΐσιος θυμόταν: “Μια φορά ένας θεολόγος είχε κάνει μια ομιλία και είχε πει να πάνε να δώσουν αίμα, γιατί υπήρχε ανάγκη. Και πράγματι πολλοί παρακινήθηκαν και έδωσαν πολύ αίμα. Εκείνος όμως δεν έδωσε ούτε μια σταγόνα, αν και είχε... μπόλικο. Οι άλλοι τότε σκανδαλίσθηκαν. «Εγώ, τους είπε εκείνος, με την ομιλία που έκανα και παρεκίνησα τον κόσμο να δώση αίμα, είναι σαν να έδωσα το περισσότερο αίμα»! Έτσι ανέπαυε τον λογισμό του. Καλύτερα ήταν να μην έκανε την ομιλία και αθόρυβα να πήγαινε να δώση λίγο αίμα!” [14].

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι ο Όσιος Παΐσιος διευρύνει τη συνηθισμένη για μας έννοια της λογοκλοπής και εισάγει σε αυτό νέα πνευματική διάσταση: “Ούτε πάλι είναι σωστό να θεολογή κανείς με ξένες θεολογίες, διότι αυτό μοιάζει με στείρο άνθρωπο που υιοθετεί ξένα παιδιά και τα παρουσιάζει μετά για δικά του και παριστάνει τον πολύτεκνο πατέρα.”[15]. Αν εμείς συνηθίσαμε να θεωρούμε λογοκλοπή στην επιστήμη το δανεισμό ξένων σκέψεων χωρίς να αναφέρουμε την πηγή, στην αντίληψη του πατρός Παϊσίου όμως, τέτοια “πνευματική λογοκλοπή” γίνεται κάθε φορά όταν ένας θεολόγος ελεύθερα, λες και από τη δική του μόρφωση, χρησιμοποιεί τις υπερβατικές έννοιες χωρίς την ευλαβή και ταπεινή επίγνωση ότι αυτές οι έννοιες γεννήθηκαν από τη μυστικιστική εμπειρία των αγίων, η οποία στο δικό του οντολογικό βάθος δεν είναι προσβάσιμη.

Όταν μιλάει για κίνητρα θεολογικής μόρφωσης, ο Όσιος Παΐσιος απορρίπτει ως ακατάλληλα δύο ειδών κίνητρα: “Δεν ζητάει όμως να αποκτήση γνώσεις[16]:

  1. για να βοηθήση
  2. για να λέη εξυπνάδες”

Αν η ακαταλληλότητα του δεύτερου κίνητρου είναι προφανής ως προς την κενοδοξία του και την έλλειψη αγάπης, το πρώτο κίνητρο (“για να βοηθήση”) εκ πρώτης όψεως αποπνέει εμπιστοσύνη και συμπαράσταση. Άραγε, σε αυτό αναφέρονται οι περισσότεροι εισαχθέντες στις θεολογικές σχολές, όταν απαντούν στην ερώτηση για την επιλογή τους να σπουδάσουν θεολογία; Όμως, ο Όσιος Παΐσιος λες και βλέπει τα πράγματα από το μέλλον, προβλέπει το ατελέσφορο τέτοιων προθέσεων όταν δεν γίνεται κατανοητή η ανάγκη αυτού για το οποίο έγραφε ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος: «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι· σοφισθῆναι, καὶ οὕτω σοφίσαι· γενέσθαι φῶς, καὶ φωτίσαι· ἐγγίσαι Θεῷ, καὶ προσαγαγεῖν ἄλλους· ἁγιασθῆναι, καὶ ἁγιάσαι»[17]. Ακριβώς, γι' αυτό στις θεολογικές σπουδές είναι πιο έτοιμος ο μαθητής που καταλαβαίνει αυτό για το οποίο ο Όσιος Παΐσιος υποστηρίζει: “Ζητάει ... να αποκτήση γνώσεις [σε τομέα θεολογίας], για να βοηθηθή”[18]. «Αν μερικοί [που μιλούν πολύ] γνώριζαν τον εαυτό τους, θα έβλεπαν τα χάλια τους και δε θα μιλούσαν καθόλου», συμπεραίνει ο γέροντας [19]. Και μόνο μετά από τη συγκεκριμένη εμπειρία του πνευματικού αγώνα εναντίον, όπως το διατυπώνει ο πατήρ Παΐσιος “του κακού και της φωτιάς των πειρασμών”, μπορείς να βγάζεις “από την καρδιά σου το Θείο λόγο για να βοηθήσεις τις επόμενες γενιές”.

Χωρίς τους παραπάνω όρους, η θεολογική μόρφωση μπορεί να γίνει και καταστροφική ακόμα, προειδοποιεί ο πατήρ Παΐσιος. Πολλές σύγχρονες στενοχώριες της Εκκλησίας, όπως υποστηρίζει ο Όσιος, έχουν σχέση με το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς που έχουν αποκτήσει θεολογική μόρφωση “δέχθηκαν το δόγμα με το νου, και όχι με το πνεύμα των αγίων πατέρων”[20]. Ο γέροντας θρηνεί ότι “από όλους αυτούς η Εκκλησία έχει περισσότερη ζημιά παρά από τους εχθρούς της Ορθοδοξίας”[21]. Την αλήθεια των λόγων αυτών του γέροντα επιβεβαιώνουν ευρέως τα σύγχρονα προβλήματα του χώρου των μέσων επικοινωνίας, όπου εμείς πολλές φορές συναντάμε ανθρώπους που έχουν αποκτήσει μεν άριστη νοητική μόρφωση, που τελείωσαν θεολογικές ακαδημίες, χωρίς να εμβολιαστούν, ωστόσο, στο αμπέλι της Θείας Χάριτος της Εκκλησίας.

Όταν μιλάμε για τον πατέρα Παΐσιο ως άγιο θεολόγο, είμαστε αναγκασμένοι να συμφωνήσουμε με έναν από τους ερευνητές της προσωπικότητάς του, τον αρχιμανδρίτη Ιάκωβο Κανάκη. Αυτός ο Έλληνας θεολόγος σημείωσε με ειλικρίνεια: «Θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το πρόσωπο του αγίου Παϊσίου. Είναι όμως δύσκολο εγχείρημα αυτό και τολμηρό. Γιατί δύσκολο και τολμηρό; Γιατί απλά μόνο ο άγιος καταλαβαίνει τον άγιο»[22]. Πράγματι, αν δεν μπορούμε να πλησιάσουμε την ουσία ενός συνηθισμένου ανθρώπου στο οντολογικό της βάθος, καθώς ο πυρήνας της είναι η εικόνα του Θεού που δεν είναι προσπελάσιμη στη γνώση, τότε πολύ περισσότερο αυτό συμβαίνει, όταν έχουμε να κάνουμε με άγιο που συνέδεσε πολύ στενά την εικόνα του με τον Θεό, σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνει καθ ομοίωση Του, σύμφωνα με τον όρο του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, μικροθεός, που καθώς είναι ακατάληπτος “εμφανίζει αποτύπωμα της δύσβατης φύσης”. Το πως ακριβώς ο Όσιος Παΐσιος αν και είχε μόρφωση μόνο λίγες τάξεις δημοτικού, έγινε μεγάλος θεολόγος της Εκκλησίας, και όντας μοναχός, χωρίς να έχει κάποια μορφή ιεροσύνης, έγινε μέντορας των ποιμένων και των αρχιποιμένων, θα παραμείνει καλά κρυμμένο στην ουσία του από την εμπειρική γνώση και θα είναι το μυστικό του Θεόπτου. Γι'αυτό ο μοναδικός προσβάσιμος για μας τρόπος της μετάδοσης της αγιοπατερικής εμπειρίας του Οσίου είναι οι μαρτυρίες των ανθρώπων που είχαν εμπειρία της προσωπικής συναναστροφής με αυτόν, όπως για παράδειγμα ο μητροπολίτης κ. Ιερόθεος Βλάχος και ο μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος, καθώς επίσης και η μελέτη της καθ' αυτής γραπτής κληρονομιάς του γέροντα Παϊσίου.

Όπως αντιλαμβανόμαστε, η παγκόσμια σημασία του μοναχού Παϊσίου ως θεολόγου βασίζεται στην βαθιά του γνώση όχι μόνο του Θεού αλλά και της ανθρώπινης φύσης και προσωπικότητας. Και αυτή η εμπειρία του υπήρξε εξαιρετικά χρήσιμη στην σύγχρονη Εκκλησία που ζει σε συνθήκες κοσμικής εποχής και όπως ισχυρίζεται ο σύγχρονος θεολόγος Σέργιος Χορούζιϊ, φτάσαμε εδώ εν πολλοίς επειδή “δεν διαβάσαμε, δεν αποθησαυρίσαμε και δεν συγκροτήσαμε τη χριστιανική ανθρωπολογία”[23]. Ο Αρχιμαδρίτης Σοφρώνιος (Σάχαροβ) ισχυριζόταν: «Τώρα που ο άνθρωπος τόσο υποβιβάζεται παντού, το θέμα του μυστηρίου της προελεύσεώς του και του υψηλού προορισμού του στον κόσμο είναι ιδιαίτερα σπουδαίο»[24]. Σήμερα έχει κατανοηθεί ευρύτερα η ανάγκη ώστε “στην εποχή μας η θεολογία να γίνει ανθρωπολογία”. Ο Μητροπολίτης Κάλλιστος Γουέαρ δηλώνει ότι ο κεντρικός στόχος των θεολογικών ερευνών στον 21 αιώνα θα επικεντρωθεί στην ανθρωπολογία και ότι αυτό έχει γίνει: «Το σημαντικότερο ερώτημα θα είναι: “Τι είναι η ανθρώπινη προσωπικότητα”[25]. Αλλά η απάντηση πάντα θα βρίσκεται στο χώρο της χριστολογίας που περιγράφει τον τέλειο άνθρωπο. Γι' αυτό, η επικαιρότητα των απλών, αλλά όχι λιγότερο σημαντικών, χριστοκεντρικών σκέψεων του γέροντα Παϊσίου για τον άνθρωπο θα παραμένει και θα ενισχύεται και στο μέλλον, και θα αποτελεί ωραία απεικόνιση τέτοιων φαινομένων ηθικής συνείδησης τα οποία απαιτούν σύγχρονη αγιοπατερική κατανόηση σε ένα ανθρωπολογικό πρόγραμμα θεολογικών ερευνών.

II

Για να πάμε τώρα στο θέμα της αληθινής ποιμαντικής, κατ'άρχάς, θα ήθελα να σημειώσω ότι, όπως και στην περίπτωση του θέματος της θεολογίας, στη διήγηση του γέροντος Παϊσίου συναντάμε την περιγραφή δύο αντιμέτωπους τύπους: τον ιδανικό και τον αρνητικό. Στον πρώτο τόμο των λόγων του υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο κεφάλαιο “Κλήρος και Εκκλησία”, το οποίο είναι ολοκληρωτικά αφιερωμένο σε αυτόν τον προβληματισμό και χωρίς υπερβολή αποτελεί πραγματικό εγχειρίδιο της ποιμαντικής θεολογίας και ποιμαντικής ηθικής. Γενικώς, όπως και οι άλλοι άγιοι πατέρες και δάσκαλοι, ο Όσιος Παΐσιος ανεβάζει αρκετά ψηλά την ποιμαντική διακονία, βάζοντάς την στο επίπεδο πάνω από των αγγέλων. Αλλά στην ερώτηση τι θέλει από τον ιερέα ο Θεός, ο γέροντας απαντάει πολύ απλά: “Το τί θέλει ο Θεός είναι πολύ μεγάλο∙ άφησε τό»[26]. Αντί αυτού προτιμάει να μιλάει για το τι θέλουν από αυτόν οι άνθρωποι: “Σήμερα, οι άνθρωποι θέλουν δύο πράγματα από τον ιερέα∙ να είναι αφιλοχρήματος και να έχη αγάπη. Όταν οι άνθρωποι βρουν αυτά σε έναν ιερέα, τον θεωρούν άγιο και τρέχουν στην Εκκλησία∙ και αφού τρέχουν στην Εκκλησία, σώζονται.”[27]. Ωστόσο ο πατήρ Παΐσιος διευκρινίζει: “Αν όμως έχη και πνευματική κατάσταση, τότε είναι σωστός ιερεύς και βοηθάει περισσότερο.”[28].  

Ο κύριος σκοπός του ποιμένα είναι να φέρει τους ανθρώπους στο Χριστό για να σωθούν. Ο Όσιος Παΐσιος θεωρεί ότι ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια στην επίτευξη του σκοπού αυτού και το πιο σημαντικό πρόβλημα των σύγχρονων ποιμένων είναι η εκκοσμίκευση: “Όταν είχε πάει ο Πατριάρχης Δημήτριος στην Αμερική, στη Σχολή του Τιμίου Σταυρού, πήγαν μερικοί ευλαβείς φοιτητές Αμερικάνοι και του είπαν: «Παναγιώτατε, στην εποχή μας πρέπει ο κλήρος να εκσυγχρονισθή». Και ο Πατριάρχης απάντησε: «Ο Άγιος Κοσμάς λέει: «όταν οι κληρικοί γίνουν λαϊκοί, οι λαϊκοί θα γίνουν δαίμονες!»... Ο κληρικός, όταν κοσμικοποιηθή, γίνεται υποψήφιος διάβολος»[29]. Ο πατήρ Παΐσιος έβρισκε τυπικό χαρακτηριστικό της εκκοσμίκευσης τη συζήτηση που γινόταν τότε στην Ελλάδα για το εάν θα φοράνε ή όχι οι ιερείς ράσα: “Εκείνον τον καιρό συζητούσαν πολύ το θέμα να μη φορούν ράσα οι ιερείς και έρχονταν μερικοί εκεί, για να πάρουν από μένα… ευλογία!”. Κάποιοι αμφισβητούσαν: «Μήπως το ράσο κάνει τον παπά;». Σε αυτό, ο γέροντας με χαρακτηριστικό για αυτόν αστείο και περιγραφικό τρόπο απαντούσε: «Παπάς αράσοτος, άρα άσωτος»[30]. Έτσι, ο πατήρ Παΐσιος μιλάει όχι μόνο για την εσωτερική κατάσταση του ιερέα αλλά και για την εξωτερική εμφάνισή του, θεωρώντας ότι έχουν σχέση μεταξύ τους: “Δηλαδή εκείνη η πνευματική κατάσταση που έχει, του δίνει και εξωτερικά μια λάμψη. Αυτή είναι η ομορφιά η πνευματική, η χάρις, η θεία Χάρις. Και άλλοι ιερωμένοι που έχουν ομορφιά εξωτερική, αλλά έχουν κοσμικό πνεύμα και κινούνται με έναν κοσμικό αέρα, πόσο αποκρουστικό είναι! Βλέπεις έναν άνθρωπο τελείως κοσμικό. Δηλαδή εκτός από την ιερωσύνη, να μη βλέπης τίποτε άλλο πνευματικό”[31].  

Κατά τα λεγόμενα του αρχιμανδρίτη Γεωργίου (Καψάνη): “Η Εκκλησία είναι η βάση της ορθόδοξης ποιμαντικής δραστηριότητας. Η ορθόδοξη ποιμαντική διακονία δεν μπορεί να γίνει εκτός ή γύρω από την Εκκλησία” [32]. Γι 'άυτό το κύριο κριτήριο της αληθινής ποιμαντικής είναι η ουσιαστική θέση της Εκκλησίας στη ζωή. Σε κάποιες ορισμένες πρόσφατες, κατά κανόνα, προτεσταντικές θεολογικές συζητήσεις είχε γίνει κοινώς αποδεκτό να αντιπαραθέτουμε την προφητεία στην ιεροσύνη, ιδιαίτερα στην εποχή των πρωτοχριστιανικών χρόνων. Λένε, ότι στους ίδιους αυτούς θεσμούς είναι θεμελιωμένη η αντιπαράθεση και σύγκρουση της επίσημης Εκκλησίας με τα χαρισματικά πρόσωπα. Αλλά αυτή η τάση του πατέρα Παϊσίου να επιπλήττει ποτέ δεν ξεπερνούσε τα όρια, πέρα από τα οποία θα διακόπτονταν η σχέση του με την Εκκλησία και τα οποία ο ίδιος όρισε ως εξής: «Να προσέχουμε να μη δημιουργούμε θέματα στην Εκκλησία ούτε να μεγαλοποιούμε τις μικρές ανθρώπινες αταξίες που γίνονται, για να μη δημιουργούμε μεγαλύτερο κακό και χαίρεται ο πονηρός»[33]. Είναι γνωστό ότι ο γέροντας έτρεφε ευλάβεια και σεβασμό στους επισκόπους, δείχνοντας βαθιά ταπείνωση, και εσωτερικά και εξωτερικά, κλίνοντας τα γόνατα μπροστά στους ιεράρχες της Εκκλησίας που απευθύνονταν προς αυτόν για πνευματικές συμβουλές.

Τότε που ο πατήρ Παΐσιος συνέτασσε τις διδαχές του για τους ποιμένες, ακόμα δεν υπήρχε ο κόσμος των ιστολογίων. Γι'αυτό εμείς μπορούμε μόνο ευλαβικά να εκπλησσόμαστε πόσο προφητικά επίκαιρα και εξαιρετικά περιζήτητα είναι σήμερα τα ακόλουθα λόγια του: «Στα εκκλησιαστικά θέματα, όλες οι καταστάσεις δεν είναι να πάρης θέση... Εκείνοι που ελέγχουν με αδιακρισία έχουν πνευματική σκότιση … Αν δούν καμμιά φορά κάπου λίγη ακαθαρσία που δεν καθαρίζεται, την σκεπάζουν με καμμιά πλάκα, για να μην αηδιάση και ο άλλος που θα την δή. Ενώ εκείνοι που ξεσκαλίζουν σκουπίδια μοιάζουν με τις κότες… Το «ειπέ τη Εκκλησία»[34] δεν έχει την έννοια ότι πρέπει όλα να γίνωνται γνωστά, γιατί σήμερα δεν είναι όλοι Εκκλησία. Εκκλησία είναι οι πιστοί που ζουν όπως θέλει ο Χριστός και όχι οι άλλοι που πολεμούν την Εκκλησία. Γιατί, όταν δημοσιοποιούμε ένα ηθικό λ.χ. παράπτωμα, το κοινοποιούμε στους πολεμίους της Εκκλησίας και τους δίνουμε αφορμή να αρχίσουν τον πόλεμο εναντίον της, οπότε κλονίζεται η πίστη των αδυνάτων ψυχών.» [35]

Άραγε, υπάρχει σήμερα αποτελεσματική συνταγή για το πως μπορεί κανείς να γίνει πραγματικός θεολόγος και ποιμένας; Δεν νομίζω ότι μπορούμε να βρούμε πιο απλή απάντηση σ αυτό το ερώτημα, από τα λόγια του ίδιου του Αγίου Παϊσίου: «Στην εποχή μας λείπουν τα παραδείγματα … Τώρα πλήθυναν τα λόγια και τα βιβλία και λιγόστεψαν τα βιώματα. Θαυμάζουμε μόνον τους Αγίους Αθλητές της Εκκλησίας μας, χωρίς να καταλαβαίνουμε το πόσο κοπίασαν, γιατί δεν κοπιάσαμε, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε τον κόπο τους, για να τους αγαπήσουμε και να αγωνισθούμε από φιλότιμο να τους μιμηθούμε»[36].

[1] Λόσκι Β.Ν. Η θέα του Θεού / Πίστη και θεολογία, Μίνσκ, 2007 Σελ.275 (ελλ.εκδ.ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ).

[2] Зеньковский В.В. Основы христианской философии. – М.: Канон+, 1997. С. 75.

[3] Цит. по Православная энциклопедия. Православная энциклопедия. Под редакцией Патриарха Московского и всея Руси Алексия II. Том V. Церковно-научный центр «Православная энциклопедия». М., 2002. С. 476.

[4] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, 2008, Σελ. 236 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[5] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, 2008 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»)

[6] Митрополит Иларион (Алфеев). Жизнь и учение святителя Григория Богослова. – М.: Издательство Московской Патриархии РПЦ: Вече, 2013. С. 267.

[7] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, 2008, Σελ.236 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»)

[8] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, 2008 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»)

[9] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Επιστολές, Άγιον Όρος, (ελλ.εκδ.ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»), Σελ. 124.

[10] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Επιστολές, Άγιον Όρος, (ελλ.εκδ.ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»), Σελ. 126.

[11] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Επιστολές, Άγιον Όρος, (ελλ.εκδ.ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»), Σελ. 125.

[12] Λόσκι Β.Ν. Η θέα του Θεού / Πίστη και θεολογία (ελλ.εκδ.ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ), Μίνσκ, 2007 Σελ. 273.

[13] Ιώβ 8, 10; Μτ. 12, 34.

[14] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Πνευματική αφύπνιση. Άγιον Όρος, σελ. 52 (ελλ.εκδ.ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[15] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Επιστολές, Άγιον Όρος, σελ. 125 (ελλ.εκδ.ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[16] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, σελ. 238 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[17] Цит. по Митрополит Иларион (Алфеев). Жизнь и учение святителя Григория Богослова. – М.: Издательство Московской Патриархии РПЦ: Вече, 2013. С. 201.

[18] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, σελ. 238 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[19] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Слова. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, σελ. 231 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[20] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Επιστολές, Άγιον Όρος, σελ. 131 (ελλ.εκδ.ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[21] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Επιστολές, Άγιον Όρος, (ελλ.εκδ.ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»)

[22] http://gpaisioskappadokis.blogspot.ru/2015/05/blog-post_733.html (Ημερομηνία πρόσβασης: 22.04.2017).

[23] С. Хоружий. Православно-аскетическая антропология и кризис современного человека // Православное учение о человеке. Богословская конференция Русской Православной Церкви. Москва, 5-8 ноября 2001 г. Материалы. Москва: Синодальная богословская комиссия, 2004. С. 161.

[24] Σοφρώνιος (Σάχαροβ), Αρχιμανδρίτης. Το μηστήριο της χριστιανικής ζωής. Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου, Έσσεξ, Λαύρα της Αγίας Τρίαδας και του Αγίου Σεργίου, 2009. Σελ.185.

[25] Мetropolitan Kallistos Ware. Orthodox theology in the twenty-first century. WCC publication. Geneva, 2012. Р. 25.

[26] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Слова. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, σελ. 347 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[27] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Слова. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, σελ. 347 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[28] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Слова. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, σελ. 348 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[29] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Слова. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, σελ. 353 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[30] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Слова. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, Σελ. 252 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[31] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Πνευματική αφύπνιση. Άγιον Όρος, Σελ. 339, (ελλ.εκδ.ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[32] Αρχιμανδρίτης Γεώργιος (Καψάνης). Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς κανόνες. Εκδοτικός Οίκος “Άγιον Όρος”, Μόσχα, 2006, Σελ.43 (ελλ.εκδ.ΑΘΩΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ)

[33] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, 2008, Σελ. 360 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[34] Мф. 18, 17.

[35] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, 2008, Σελ. 361 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

[36] Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης. Λόγοι. Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Т.I, Άγιον Όρος, 2008, Σελ. 30-31 (ελλ.εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»).

Σχόλια
Μπορείτε να αφήσετε το σχόλιό σας παρακάτω (μέχρι 700 σύμβολα). Όλα τα σχόλια θα διαβαστούν από τους συντάκτες του Ορθοδοξία. Συνδεθείτε μέσω (κοινωνικών δικτύων) ή πληκτρολογήστε τα στοιχεία σας.
Enter through FaceBook
Το όνομα σας:
Το e-mail σας:
Πληκτρολογήστε τον αριθμό στην εικόνα:

Characters remaining: 4000

×