– Τι γνώριζες γι’ αυτά τα μέρη, ενώ πήγαινες εκεί;
– Πάντα προετοιμάζομαι από πριν, συλλέγω τουλάχιστον κάποιες ελάχιστες πληροφορίες, για τους ανθρώπους ή για τα μέρη, αυτό βοηθά τόσο στην ίδια τη φωτογράφιση όσο και στην επικοινωνία. Διάβασα όλα όσα μπορούσα να βρω στο Διαδίκτυο, ενώ, όταν έφτασα στη Μονή Μάρθας και Μαρίας, θυμήθηκα ότι κάποτε είχα διαβάσει για την τραγική τύχη της ιδρύτριας της σ’ ένα περιοδικό, έτσι και αυτή η ιστορία ήρθε στη μνήμη μου. Με εξέπληξαν και τα δύο μέρη, είχα την αίσθηση ότι όλα όσα συμβαίνουν εδώ είναι απολύτως ορθά. Ήρεμα, καλά κορίτσια, εκπαιδευτικοί που επικοινωνούν με σεβασμό με τις μαθήτριες, κάτι παράξενο ακόμη και στη σύγχρονη εποχή.
– Δεν σου φάνηκε ότι είναι λίγο διαφορετικές, όχι σαν τις κοπέλες που συνηθίσαμε να βλέπουμε στους δρόμους;
– Πράγματι, είναι πολύ διαφορετικές. Αρχικά μου φάνηκε ότι κρατούσαν τέτοια στάση λόγω των δασκάλων τους, αλλά όταν οι ενήλικες απομακρύνθηκαν, η συμπεριφορά των παιδιών δεν άλλαξε, παρέμειναν οι ίδιες. Κατά τη διάρκεια της φωτογράφισης ρωτούσα τα κορίτσια κάποιες πολύ απλές ερωτήσεις, όπως «με τι θέλετε ν’ ασχοληθείτε στο μέλλον;» και άλλες. Όπως όλοι οι έφηβοι, είναι πολύ χαρωπές, αυθόρμητες και ζωντανές. Αλλά έχουν βασικές αξίες, ξέρουν τι είναι καλό και τι κακό. Αυτό είναι ένα πολύ ασυνήθιστο πράγμα σήμερα, ειδικά για τους έφηβους. Το έχουν στο κεφάλι τους και αυτό είναι πολύ σημαντικό.