Ο πατήρ Ιωάννης Ντόουνι (John Lincoln Downie) γεννήθηκε το 1971 στην πόλη Μπίβερ Φόλς της Πενσιλβανίας των ΗΠΑ. Το 1992 τελείωσε εκεί τη Σχολή Βιολογίας και Φιλοσοφίας του Χριστιανικού Κολεγίου της Γενεύης. Επί δύο χρόνια έζησε στη Μονή Κουτλουμουσίου στο Άγιον Όρος (1999 – 2001), όπου βαφτίστηκε ορθόδοξος. Κατόπιν φοίτησε στη Σχολή Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου (2001 – 2006). Η μεταπτυχιακή διατριβή του ήταν πάνω στο θέμα «Νόημα κτιστών πραγμάτων κατά τον π. Ντουμίτρου Στανιλόαε». Στη συνέχεια πήρε το master του στη Θεολογία της Βίβλου. Τώρα είναι ορθόδοξος ιερέας στη Ρουμανία. Η συνέντευξη μαζί του έλαβε χώρα πριν να χειροτονηθεί ιερέας.
– Κύριε Ντόουνι, τι μπορείτε να πείτε για τα παιδικά σας χρόνια και τη θρησκεία, στο πλαίσιο της οποίας μεγαλώσατε;
– Τα παιδικά μου χρόνια τα πέρασα σε μια μικρή πόλη της Πενσιλβανίας. Γεννήθηκα σε οικογένεια που άνηκε στη Μεταρρυθμισμένη Πρεσβυτεριανή Εκκλησία. Έτσι πήγαινα σε προτεσταντικό σχολείο. Τα παιδικά χρόνια μου ήταν σχεδόν ειδυλλιακά. Ήμασταν πέντε αδέλφια κι εγώ ήμουν ο πιο μικρός. Είχαμε πάρα πολύ καλές σχέσεις μεταξύ μας, ενώ είχαμε διαφορετικούς χαρακτήρες. Η οικογένειά μας ήταν μια απλή, ήσυχη, προτεσταντική οικογένεια.
Όταν ήμουν φοιτητής στο Κολέγιο, «επαναστάτησα». Και η «επανάστασή» μου δεν είχε κάτι το άσχημο. «Επαναστατούσα» εναντίον λεγόμενης «επιτυχίας», εναντίον του υλισμού, που διαπερνούσε ολόκληρη την Αμερική.
– Και πώς γνωρίσατε την Ορθοδοξία;
– Κάποιες φορές νιώθω ότι μπορώ να μιλάω για το πώς ανακάλυψα την Ορθοδοξία επί μία εβδομάδα, όμως θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος. Ο πατέρας μου, που ήταν άνθρωπος καλά ενημερωμένος και γενικώς με ευρύ πνεύμα, κατάλαβε πως ταλαντεύομαι, ως προς την επιλογή του δρόμου της ζωής μου. Έτσι, παρατήρησε ότι δείχνω ενδιαφέρον για τα έργα των Αγίων πατέρων της Εκκλησίας (του Αγίου Αθανασίου του Μεγάλου, του Αγίου Ιγνατίου της Αντιοχείας) και για την «Ιστορία της Εκκλησίας» του Ευσεβίου Καισαρείας – βιβλία, τα οποία ο πατέρας, τυχαία, έφερε στο σπίτι.
Επίσης, μου έδωσε ένα βιβλίο για την Ορθόδοξη Εκκλησία, που γράφτηκε από έναν προτεστάντη. Το βιβλίο είχε τίτλο «Ανατολική Ορθοδοξία – δυτική προοπτική»[1], το οποίο μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον και ακριβές. Στο βιβλίο, μάλιστα, υπήρχαν μερικά λάθη στην ερμηνεία της Ορθοδοξίας, όμως, παρ’ όλα αυτά, μου προκάλεσε το ενδιαφέρον για ένα ορθόδοξο μοναστήρι, που είχαμε κοντά μας. Το μοναστήρι αυτό ιδρύθηκε από τον Ρουμάνο ιερέα Ρωμανό (Μπράγκα) [2] και την πριγκίπισσα Ιλεάνα της Ρουμανίας (μητέρα του Αλεξάνδρου) [3].
Πρώτη φορά μπήκα σε ορθόδοξο ναό και αμέσως ένιωσα απόλυτη γαλήνη
Πρώτη φορά μπήκα σε ορθόδοξο ναό και αμέσως ένιωσα την απόλυτη γαλήνη και την έλξη, που ενυπήρχαν εκεί. Από τότε άρχισα να σέβομαι την Ορθόδοξη Εκκλησία σε μεγάλο βαθμό και είδα, αν και όχι ξεκάθαρα από τότε, τη διαφορά, που υπήρχε μεταξύ της Ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας.
Σιγά – σιγά, στη διάρκεια περίπου 2 – 3 ετών, είχα αγαπήσει τις ορθόδοξες ακολουθίες και ένιωσα μεγάλη επιθυμία να δοκιμάσω να ζήσω, έστω και για λίγο, τη μοναχική ζωή. Γιατί ήθελα απλώς να δοκιμάσω; Από τη μία πλευρά, εκείνην τη στιγμή δεν ήμουν ακόμα ώριμος να γίνω μοναχός και, από την άλλη, όλοι οι συγγενείς μου ήταν προτεστάντες και καθολικοί, ενώ εγώ μέσα στην ψυχή μου αισθανόμουν τον εαυτό μου ορθόδοξο.
Ελκυόμενος από τον μοναχικό βίο, πήγα στο Άγιον Όρος, με την ελπίδα να εμβαθύνω στην πνευματική ζωή. Εκεί βρήκα υποστήριξη από τους αγιορείτες μοναχούς, οι οποίοι με είχαν εμπνεύσει να βαφτιστώ ορθόδοξος. Στην εφηβεία μου είχα βαφτιστεί ως προτεστάντης και όταν έγινα ορθόδοξος στην Αμερική, μου είπαν ότι κατ’ οικονομίαν μπορώ να λάβω μόνο το Χρίσμα. Αυτό ήταν πολύ βασικό στοιχείο για μένα και τελικά αποφάσισα να βαφτιστώ ξανά.
Έμενα στη μονή Κουτλουμουσίου, όπου ήμουν δόκιμος. Οι πατέρες με βάφτισαν αμέσως στη θάλασσα, στο σημείο που ονομάζεται Καλιάγρα, που σημαίνει «καλό μέρος για ψάρεμα».
Τι να πω; Οι μοναχοί είναι όντως άγιοι άνθρωποι. Αισθανόμουν μεγάλη θλίψη στον αποχαιρετισμό μαζί τους, αλλά δεν ήμουν έτοιμος τότε να γίνω μοναχός αγιορείτης. Τώρα προσεύχομαι με ελπίδα, ώστε, πριν έρθει η ώρα ν’ αφήσω αυτόν τον κόσμο, ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα να με ελεήσουν και να μου επιτρέψουν να γευθώ ξανά εκείνην τη Χάρη και τη γαλήνη.
Σας ομολογώ ότι μετά τη βάφτισή μου στο Άγιον Όρος, για μια ολόκληρη εβδομάδα, είχα την αίσθηση ότι βρίσκομαι στον Ουρανό. Παρακαλώ να εύχεστε για μένα, επειδή τώρα είμαι πολύ μακριά από την αίσθηση εκείνης της Χάριτος.
Μετά τη βάφτισή μου στο Άγιον Όρος, για μια ολόκληρη εβδομάδα, είχα την αίσθηση ότι βρίσκομαι στον Ουρανό
– Τι μπορείτε να πείτε για τη μεταστροφή σας;
– Πιστεύω στη συνεχή μεταβολή, που διαρκεί ολόκληρη τη ζωή. Είναι η διαδικασία μετάβασης από τον θάνατο στη ζωή. Αισθάνομαι ότι θα μπορούσα ν’ ακολουθώ αυτόν τον δρόμο επ’ άπειρον. Επειδή έχω κάνει τόσα πολλά, μάλιστα σε συνεργασία με τη Χάρη του Θεού, ώστε ο Θεός να με οδηγήσει στην απόφαση να γίνω ορθόδοξος!
Όμως, αν έγινα αληθινός ορθόδοξος; Κοιτάζοντας τη ζωή μου, δεν νομίζω ότι μπορώ ν’ αποκαλέσω τον εαυτό μου ορθόδοξο. Πιστεύω σε όλα, όμως μόνο με το μυαλό. Η καρδιά μου είναι πολύ μακριά από τον Θεό. Είναι, άραγε, ορθόδοξος εκείνος, η καρδιά του οποίου είναι κρύα και στερημένη από το φως της Χάριτος; Προσεύχομαι, ώστε να «μεταμορφωθώ» πλήρως πριν τον θάνατό μου.
Πιο συγκεκριμένα, όταν άρχισα να καταλαβαίνω την προσευχή και να προσεύχομαι περισσότερο, συνειδητοποίησα ότι η ορθόδοξη παράδοση έχει διατηρήσει την πιο βαθιά εμπειρία προσευχής. Αυτή η μοναδική παράδοση, σε σύγκριση με άλλες Εκκλησίες, διακηρύττει ότι ο Θεός έγινε Άνθρωπος, ώστε ο άνθρωπος να μπορέσει να γίνει Θεός. Αυτή μόνη ομολογεί ότι ο άνθρωπος, που διαδίδει το λόγο του Θεού, είναι εκείνος που αληθώς προσεύχεται στον Θεό. Αυτή μόνη διδάσκει ότι πρέπει ν’ απελευθερωθούμε από τις προκαταλήψεις μας, όσον αφορά στον Θεό, για να έρθουμε πιο κοντά Του. Μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει ότι ο νους έχει ανάγκη να ενωθεί με την καρδιά.
Μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει ότι ο νους έχει ανάγκη να ενωθεί με την καρδιά
Όλα αυτά βασίζονται στέρεα πάνω στην Αγία Γραφή. Επίσης, από την ιστορικής άποψης, μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία τα διατηρεί χωρίς παραμορφώσεις.
– Η επίσκεψή σας στο μοναστήρι της Γερόντισσας Αλεξάνδρας σας ώθησε να μάθετε περισσότερα για την Ορθοδοξία στη Ρουμανία; Και πως βρεθήκατε εκεί;
– Είναι μια ακόμη δύσκολη ερώτηση και θα χρειαζόμουν πολλή ώρα ν’ απαντήσω, όμως θα είμαι σύντομος. Όταν ήμουν στην Ελλάδα, εκεί συνάντησα μερικούς Ρουμάνους και αισθάνθηκα την ανάγκη να επισκεφτώ τη Ρουμανία ή να μετακομίσω κιόλας εκεί, για να μελετήσω Θεολογία. Εξεπλάγην με τα προηγούμενα γεγονότα και το τι είχε υποφέρει η Εκκλησία εκεί κατά τον κομμουνισμό και ήθελα να είμαι πιο κοντά στους αληθινούς Αγίους. Είχα ακούσει για τον πατέρα Κλεόπα και τον πατέρα Σοφιανό, καθώς και τον μοναχό Νικόλαο Στάινχαρντ[4] – αληθινούς χριστιανούς.
– Πώς βλέπετε την κατάσταση των πραγμάτων σήμερα στη Ρουμανία;
– Στη Σχολή Θεολογίας με υποδέχτηκαν πολύ καλά. Την πρώτη χρονιά έμενα στη φοιτητική εστία. Δεν έχω συναντήσει ποτέ τέτοιους Ρουμάνους, με τους οποίους θα έχω φάει τόσες τηγανιτές πατάτες... Οι άνθρωποι εκεί με βοηθούσαν πολύ και με ενέπνεαν με το παράδειγμά τους. Δεν μπορώ να περιγράψω τα συναισθήματά μου, όταν συνειδητοποίησα πως οι καθηγητές και οι πνευματικοί πατέρες μου ήταν άνθρωποι, που ήταν φυλακισμένοι για την αγάπη τους προς τον Χριστό. Ήμουν ενθουσιασμένος.
Είδα τον πατέρα Σοφιανό και είχα μιλήσει λίγο με τον Γέροντα Ιουστίνο (Πίρβου). Έχω καθηγητές, οι πνευματικοί πατέρες των οποίων ήταν ο πατήρ Στανιλόαε και ο πατήρ Σοφιανός. Μερικές φορές στεναχωριέμαι και δεν μπορώ να καταλάβω πώς οι άλλοι δεν συνειδητοποιούν πόσο μεγάλη τιμή είναι γι’ αυτούς να βρίσκονται δίπλα σε τέτοιες προσωπικότητες! Ο π. Γκαλερίου, ο π. Στανιλόαε, ο π. Σοφιανός, ο π. Κλεόπας, ο π. Ιλιέ Λεκετούσου[5], ο π. Αρσένιος (Μπόκα). Όλοι αυτοί δεν πέθαναν, αλλά είναι μαζί με τον Θεό! Χαίρομαι όχι για το ότι είναι Ρουμάνοι, αλλά για το ότι είναι Άγιοι.
– Μπορείτε να κάνετε σύγκριση μεταξύ της χριστιανικής κοινωνίας της Αμερικής και του ρουμάνικου ορθόδοξου κόσμου;
– Δεν θέλω να τονίσω τις διαφορές, γιατί οι άνθρωποι είναι παντού άνθρωποι. Όμως δεν είναι δύσκολο να παρατηρήσει κανείς ότι από πνευματικής άποψης η Ρουμανία είναι πλούσια χώρα, ενώ η Αμερική φτωχή. Ο υλισμός εκεί βρίσκεται σε ακμή. Σε δημόσια σχόλια απαγορεύεται τα παιδιά ν’ ακούνε για τον Ιησού Χριστό. Εάν κάποιος στην Αμερική θελήσει να συναντήσει τον Ιησού Χριστό, θα κινδυνεύσει να παραπλανηθεί και να βρεθεί σε λάθος δρόμο.
Εάν κάποιος στην Αμερική θελήσει να συναντήσει τον Ιησού Χριστό, θα κινδυνεύσει να παραπλανηθεί και να βρεθεί σε λάθος δρόμο
Η οικονομική επιτυχία είναι πολύ ελκυστικό πράγμα, όμως όλος αυτός ο κόσμος των επιχειρήσεων στην Αμερική είναι άπιστος. Μοιάζει με κάποια ειρωνεία. Εκεί κυριαρχεί ένας κακός τρόπος σκέψης, που μπορεί και να είναι χειρότερος από τον κομμουνισμό. Κατά τον αθεϊστικό κομμουνισμό, έλεγαν: «Ο Θεός δεν υπάρχει, δεν πρέπει να πιστεύετε σε Αυτόν». Ενώ στην Αμερική σήμερα λένε: «Δεν υπάρχει πρόβλημα, αν υπάρχει ο Θεός ή όχι. Όλες οι θρησκείες είναι ίδιες, μόνο η αγάπη μετράει. Εάν νομίζετε ότι η δική σας θρησκεία είναι αληθινή, πιο πιθανόν είναι να είστε φανατικός».
Οι κομμουνιστές τους χριστιανούς τους κυνηγούσαν σκληρά, γεγονός το οποίο μας λέει ότι όλοι οι ηγέτες των κομμουνιστικών χωρών συνειδητοποιούσαν τη δύναμη της θρησκείας. Στην Αμερικής απαγορεύεται να κάνει κανείς διακρίσεις ανάμεσα στις θρησκείες. Η Κυβέρνηση της χώρας λέει ότι είναι θρησκευτικά ουδέτερη.
Σήμερα η Ρουμανία επιστρέφει στον Θεό, γιατί δεν έχει τίποτα άλλο. Όμως δεν είναι έτσι, γιατί έχει το πιο σημαντικό! Η πραγματική δοκιμασία για τη Ρουμανία θα είναι μετά την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν θα μπορέσει να διατηρήσει την ορθόδοξη πίστη της [6].