Η Ορθόδοξη Εκκλησία αποχαιρέτησε τον Προκαθήμενο της Τοπικής Σερβικής Εκκλησίας, τον Αγιώτατο Πατριάρχη Ειρηναίο. Έναν πρωθιεράρχη για τον οποίο όλοι ενώπιον του Κυρίου είναι ίσοι, όλοι είναι τέκνα του Θεού, όλοι εργάζονται για το καλό της Εκκλησίας.
Τον Πατριάρχη Ειρηναίο και την επικοινωνία που είχε μαζί του θυμάται η συγγραφέας, μεταφράστρια, Σβετλάνα Λουγκάνσκαγια.
Ο μακαριστός Πατριάρχης Ειρηναίος και η Σβετλάνα Λουγκάνσκαγια
Βαθιά πίστη, σεμνότητα και απλότητα
Ο Μητροπολίτης Ζάγκρεμπσκ και Λιουμπλιάνας κ. Πορφύριος (Πέριτς) στον αποχαιρετιστήριο λόγο του, έγραψε: «Διακονούσε με ζήλο, με αγάπη προς τον Θεό και την Εκκλησία Του. Με την ίδια αγάπη, θυσία και με μεγάλη σεμνότητα διακονούσε και τον λαό του. Στις δύσκολες περιστάσεις, με τη σοφία της Παράδοσης και με μεγάλη ταπείνωση, παρέμενε πιστός στις πολύτιμες αξίες που διασώζει η σέρβικη ιστορία. Τις αποφάσεις που έπαιρνε ως Πατριάρχης της Σερβίας, ήταν πάντα ζυγισμένες, πάντα σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας και το λαϊκό ήθος. Με μεγάλη θλίψη θυμάμαι τις πολλές συναντήσεις μαζί του, που έμειναν πλέον στο παρελθόν, τη ζωή του, που διακρινόταν από την πολύ βαθιά πίστη, τη σεμνότητα και την απλότητα. Αυτά ήταν τα χαρακτηριστικά που τον προσδιόριζαν στις σχέσεις του με τους ανθρώπους, ανεξάρτητα με ποιον είχε να κάνει, πατριάρχες, επισκόπους, κρατικούς λειτουργούς και απλούς ανθρώπους. Αυτά ήταν που τον έκαναν να είναι πολύ της έγνοιας και να εμβαθύνει στα προβλήματα του πλησίον. Αυτή η έγνοια του επέτρεπε να λύνει τα διάφορα ζητήματα πολύ πιο εύκολα από οποιονδήποτε άλλον στο περίγυρό του. Τα τελευταία χρόνια, με πολύ θερμή αγάπη αντιμετώπιζε υποθέσεις που σχετίζονταν με την ολοκλήρωση του Ναού του Αγίου Σάββα. Η εικόνα αυτού του σχεδόν ολοκληρωμένου ιερού ναού μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτυπώνει τη διακονία του στον θρόνο των Σέρβων Πατριαρχών».
Εμείς όλοι ελπίζαμε ότι και η δεύτερη είδηση για την κοίμηση του Σέρβου Πατριάρχη Ειρηναίου θα αποδειχθεί αναληθής, ώσπου η επίσημη δήλωση της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας επιβεβαίωσε αυτό το θλιβερό γεγονός.
Το Πατριαρχείο της Σερβικής Εκκλησίας, με τον Καθεδρικό του Ναό του Αγίου Αρχάγγελου Μιχαήλ, βρίσκεται στο κέντρο του Βελιγραδίου, και πολύ συχνά μπορούσαμε να βλέπουμε την Αγιώτητά Του να πηγαίνει στο ναό για τον εσπερινό, να τον πλησιάζουν οι άνθρωποι, να του ζητούν ευλογία, να τον ρωτούν, να διηγούνται κάτι. Ο Αρχιποιμένας έβρισκε έναν καλό λόγο για τον καθένα…
Ο Αρχιποιμένας έβρισκε έναν καλό λόγο για τον καθένα
Είχα συναντηθεί με τον Πατριάρχη Ειρηναίο πολλές φορές και σε διάφορες περιστάσεις, και στις γνωστές εμποροπανηγύρεις βιβλίων του Βελιγραδίου, τις οποίες επισκέπτονταν αδιάλειπτα, και στις εκδηλώσεις και στις γιορτές, μετά τις ακολουθίες, σε διάφορα μέρη της χώρας. Ωστόσο, η πιο έντονη ανάμνηση μου έμεινε μετά από προσωπική συνάντηση μαζί του, τότε που του είχα πάρει συνέντευξη για το βιβλίο «Άνθρωποι της Σερβικής Εκκλησίας». Είχαμε ορίσει τη συνάντηση με την Αγιώτητά Του μέρες πριν και μου είχε ζητήσει να του στείλω τις ερωτήσεις εκ των προτέρων, επειδή επρόκειτο για εξαντλητική διήγηση της πορείας της ζωής του και της ιστορίας της Σερβικής Εκκλησίας, στα δύσκολα χρόνια της κομμουνιστικής εξουσίας. Με πολύ άγχος πήγα νωρίς το πρωί στη συνάντηση με τον Πατριάρχη. Με υποδέχτηκε γραμματέας, που με οδήγησε στο δεύτερο όροφο του Πατριαρχείου, εκεί, όπου βρίσκονται τα πολύ σεμνά γραφεία του Πατριάρχη. Μπήκε μέσα, συγκεντρωμένος, καλοπροαίρετος και ξεκίνησε η συζήτηση, την οποία θα ήθελα να παραθέσω εδώ, επειδή δεν είναι πολύ γνωστά τα στοιχεία που συγκροτούν την προσωπικότητα του Πατριάρχη Ειρηναίου και την πορεία της ζωής του.
Σκασιαρχείο σε μοναστήρι, απαγορευτικό να επισκέπτεται εκκλησία και ο μοναχισμός ως προϋπόθεση
Ο μελλοντικός Πατριάρχης Ειρηναίος νέος – …Γεννήθηκα σε χριστιανική οικογένεια, παραδοσιακά θρησκευτική. Εκείνη την εποχή, εποχή της παιδικής μου ηλικίας, ήμασταν συνηθισμένοι να τηρούμε τις νηστείες, εκκλησιαζόμουν, κοινωνούσα, γιορτάζαμε την παραδοσιακή Σλάβα (Παραδοσιακή σέρβικη γιορτή του Αγίου της οικογένειας – σημ.μεταφρ.).
Τον πατέρα μου δεν τον θυμάμαι πολύ καλά. Ήμουν μικρό παιδί όταν πέθανε. Η μαμά ήταν πολύ πιστή γυναίκα, ανήκε σε κίνημα προσευχητών, στο οποίο ηγούνταν ο Άγιος Ιεράρχης Νικόλαος (Βελιμίροβιτς). Πήγαινε σε συνόδους που διοργανώνονταν στο μοναστήρι Ζίτσα και σε άλλα μοναστήρια. Αυτή ήταν η ατμόσφαιρα της παιδικής μου ηλικίας και με επηρέασε πολύ. Επίσης, μεγάλη σημασία είχε και το ότι το χωριό μου βρίσκεται κοντά στο συγκρότημα Οβτσάρσκ και Καμπλάρσκ, που αποτελείται από δέκα μοναστήρια. Εμείς πηγαίναμε τακτικά στην εκκλησία, πηγαίναμε στη μονή Γιοβάνε, ένα μοναστήρι που αναστηλώθηκε πρόσφατα. Αυτή ήταν και η πρώτη μου γνωριμία με τη μοναχική ζωή, με το νόημα της μοναχικής ζωής, και τότε ήταν, από μικρό παιδί, που μου γεννήθηκε η σκέψη να γίνω μοναχός, κάτι που με συνόδευε στην εφηβεία.
Από πολύ νωρίς αγάπησα το μοναστήρι. Στη μονή Γιοβάνε ζούσε ένας άγιος άνθρωπος, ο πατήρ Μακάριος, στον οποίο εξομολογούμουν όσο ήμουν μικρός. Με μάγευε αυτή η ζωή, και μια φορά, παρά το θέλημα της μητέρας μου, εγκατέλειψα το σχολείο και πήγα για να ζήσω στο μοναστήρι όπου και έμενα για ένα χρόνο. Μετά, αργότερα, και ο ίδιος καταλάβαινα, αλλά και ένας πολύ μορφωμένος μοναχός, που συνάντησα εκεί, με συμβούλεψε να συνεχίσω τη φοίτησή μου στο γυμνάσιο, πράγμα το οποίο και έπραξα μετά από την ετήσια παραμονή μου στο μοναστήρι.
Ο μελλοντικός Πατριάρχης Σερβίας Ειρηναίος με τη μαμά του
Ήμουν νομοταγής, αλλά διατηρούσα το χριστιανικό τρόπο ζωής και ακολουθούσα χριστιανική πορεία
Έτσι, η απόφαση να φοιτήσω στην Ιερατική Σχολή ήταν κάτι φυσικό για μένα. Τελείωσα το γυμνάσιο, μπήκα στην Ιερατική Σχολή, μετά στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου και μπορώ να πω ότι δεν είχα κάποια ιδιαίτερα προβλήματα σε σχέση με την απόφαση μου.
– Και αργότερα;
– Δόξα τω Θεώ, και αργότερα δεν είχα μεγάλα προβλήματα, δεν έκανα κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει τις Αρχές. Ήμουν νομοταγής, αλλά διατηρούσα το χριστιανικό τρόπο ζωής και ακολουθούσα χριστιανική πορεία.
– Έχετε υπηρετήσει τη θητεία σας στο στρατό;
– Στο στρατό με αντιμετώπιζαν αρκετά καλά, με σεβασμό. Βεβαίως, στο στρατό κυριαρχούσε αθεϊστική ιδεολογία, και η πρώτη διαταγή που είχα λάβει ήταν η απαγόρευση να επισκέπτομαι εκκλησίες. Ήταν κατανοητό. Όμως, με σέβονταν και οι φαντάροι και οι αξιωματικοί, συχνά μου ζητούσαν να τους μιλήσω. Όχι με σκοπό να με προκαλέσουν, αλλά απλά για να μάθουν αυτά που δεν ήξεραν, και προφανώς, κατάγονταν από χριστιανικές οικογένειες. Οπότε, ούτε από αυτή την πλευρά είχα προβλήματα στο στρατό.
Μετά το στρατό, πήγα στο Βελιγράδι για να κάνω και σπουδές στη Νομική Σχολή. Άρχισα και να δουλεύω. Όμως, επειδή είχε πεθάνει ένας καθηγητής της Ιερατικής Σχολής στο Πρίζρεν, με συμβούλεψαν να υποβάλω υποψηφιότητά για τη θέση. Εγώ, περισσότερο για τυπικούς λόγους, έλαβα μέρος στον διαγωνισμό, και με προσέλαβαν ως καθηγητή σε χαμηλή βαθμίδα. Όμως, ξέρετε, μου έβαλαν έναν όρο: έπρεπε να χειροτονηθώ. Για μένα αυτό ήταν κάτι το απροσδόκητο. Είχα σκεφτεί να καρώ μοναχός, όμως, μερικές φορές σκεφτόμουν ότι, αν κάποτε παντρευόμουνα, δε θα γινόμουνα ιερέας. Όμως, και τις σκέψεις για να γίνω μοναχός τις είχα πάντοτε, οπότε εκάρην μοναχός και πήγα στο Πρίζρεν ήδη ως μοναχός.
Η φιλία με τον μακαριστό Πατριάρχη Παύλο
– Πώς δεχτήκατε την είδηση της χειροτονίας σας σε επίσκοπο;
– Δεν το περίμενα. Εκείνη την εποχή ήμουν πολύ απασχολημένος με τη σύσταση της Ιερατικής Σχολής, αναστηλώναμε τα κτίρια, τα έκανα όλα με αγάπη, χαιρόμουν τη δουλειά μου, τη διακονία μου, και η εκλογή μου σε επίσκοπο ήταν κάτι το ξαφνικό, όμως το δέχτηκα με ευγνωμοσύνη. Για ένα χρόνο ήμουν βικάριος του Αγιώτατου και μετά έγινα επίσκοπος Νίς.
– Σε ποια κατάσταση βρήκατε την επαρχία σας;
– Εκεί βρίσκονταν ο Σεβασμιώτατος Ιωάννης. Ήταν πολλά χρόνια, σχεδόν 40, στην επαρχία. Πολύ εργατικός, πολύ τίμιος άνθρωπος. Έγινε επίσκοπος Νις κάπου το 1933. Έκανε ό,τι μπορούσε. Όμως έφτασε ο πόλεμος, τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα, ήταν και πολύ μεγάλης ηλικίας και έτσι τον αντικαθιστούσε ο επίσκοπος Ζιτσα Βασίλειος, τον αντικαθιστούσε για τρία χρόνια και επανέφερε στην επαρχία την τάξη, που είχε βάλει κάποτε ο Σεβασμιώτατος Ιωάννης. Έτσι, βρέθηκα σε μια αρκετά καλά οργανωμένη επαρχία.
– Αγιώτατε, μιλήστε μας, σας παρακαλώ, για τη φιλία σας με τον μακαριστό Πατριάρχη Παύλο. Μήπως, είχατε κάποιες στιγμές που θυμάστε ιδιαίτερα;
– Γνώρισα τον Πατριάρχη Παύλο, όταν ήταν ακόμη λαϊκός, τη χρονιά που βρισκόμουν στη μονή Μεταμόρφωσης. Η μονή, από πνευματική άποψη, ήταν πολύ καλά οργανωμένη. Εκεί υπήρχαν δύο γνωστοί πνευματικοί, ο πατήρ Βασσιανός και ο πατήρ Ευστράτιος ο Αγιορείτης. Ο πατήρ Βασσιανός ανήκε στο κίνημα προσευχητών και ήταν ιεραπόστολος και κήρυκας. Το μοναστήρι πάντα ήταν γεμάτο ευλαβείς προσκυνητές από όλες τις άκρες της Σερβίας. Αυτό μου έδινε το αίσθημα της δύναμης της πίστης, της δύναμης της Εκκλησίας και συνειδητοποιούσα τη σημασία τους στη ζωή μας. Ο Πατριάρχης Παύλος, που τότε ακόμα ήταν ο Γκόϊκο Στόϊτσεβιτς, βρισκόταν σε γειτονικό μοναστήρι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό, οπότε είχαμε γνωριστεί από τότε. Όταν έφτασε καιρός να πάω στην Ιερατική Σχολή και έπρεπε να υποβάλω αίτηση στον επίσκοπο, πήγα στον Γκόϊκο για να με βοηθήσει να την συντάξω.
Σύντομα, ήδη ως διάκονος, αυτός είχε διοριστεί καθηγητής της Ιερατικής Σχολής και εκεί η επικοινωνία μας συνεχίστηκε. Όταν εγώ διορίστηκα καθηγητής, αυτός ήταν ήδη επίσκοπος Πρίζρεν, οπότε για πολλά χρόνια ήμασταν κοντά. Ήταν ευγενής άνθρωπος, άνθρωπος του λόγου, άνθρωπος της σταθερής στάσης, ο λόγος του ήταν στέρεος, η στάση που έπαιρνε πάντα ήταν σωστή και δεν αποχωρούσε από αυτήν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Σε μας, τους νέους, αυτό προκαλούσε τεράστιο σεβασμό προς την προσωπικότητά του. Με όλους είχε καλές σχέσεις, σε μας, τους μαθητές, απευθυνόταν στον πληθυντικό, πράγμα που τον ξεχώριζε από τους άλλους καθηγητές, και αυτό κάπως τον ανέβαζε στα μάτια μας, μας ενίσχυε. Εμείς είχαμε, μπορώ να πω, αρκετά κοντινή σχέση και η ζωή μάς έφερε κοντά. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η βοήθειά του, όταν εκτελούσα χρέη πρύτανη. Μέσα από όλα αυτά σφυρηλατήθηκε η αληθινή φιλία μας η οποία συνεχίστηκε και αργότερα, όταν έγινα επίσκοπος. Αυτή η φιλία ήταν για μένα πολύ πολύτιμη, πάντα συμφωνούσα με την στάση του Πατριάρχη Παύλου.
Ο κλήρος του Πατριάρχη
– Αγιώτατε, ποια ήταν η πρώτη σας σκέψη, συναίσθημα, όταν μάθατε ότι έχετε εκλεγεί Πατριάρχης; Θα μπορούσατε να μιλήσετε λίγο για αυτό;
– Να αξιοποιήσω την ευκαιρία για να πω ότι ποτέ δεν είχα σκέψη, επιθυμία να γίνω Πατριάρχης. Καταλάβαινα ότι είναι πολύ υψηλή θέση στην Εκκλησία, μεγάλη ευθύνη, τίτλος που απαιτεί μεγάλη θυσία, είναι διακόνημα και αποστολή, όταν ο άνθρωπος δεν ανήκει στον εαυτό του και δε ζει τη δική του ζωή, αλλά ζει τη ζωή και τα προβλήματα του κλήρου, του λαού, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, και η σκέψη να γίνω Πατριάρχης ποτέ δεν είχε περάσει από το μυαλό μου. Όταν άρχισαν οι συζητήσεις για αυτό το θέμα, δεν έδινα σημασία.
Δεν είχα ποτέ επιθυμία να γίνω Πατριάρχης, προσευχόμουν ο Κύριος να με προφυλάξει από αυτό
Μετά το θάνατο του Πατριάρχη Παύλου, άρχισαν οι εκλογές, και βρέθηκα να είμαι στον τελικό κύκλο, όπου ήμασταν τρείς επίσκοποι: ο Μητροπολίτης Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας Αμφιλόχιος, ο επίσκοπος Μπατς Ειρηναίος και εγώ… Ήθελα να ευχαριστήσω και να αποσύρω την υποψηφιότητά μου, όμως κάποιοι επίσκοποι με έπεισαν να μην το κάνω, αλλά να περιμένω τα αποτελέσματα των εκλογών με κλήρο, επειδή αυτές οι τρείς προσωπικότητες είχαν εκλεγεί από τη Σύνοδο, και μετά έπρεπε να γίνει η επιλογή του ενός με κλήρο. Προσευχόμουν στον Κύριο, το είπα και στη Σύνοδο, για να περάσει από μένα το ποτήριον τούτο, και εναπόθεσα τον εαυτό μου στο θέλημα του Θεού. Προσευχόμουν ο Κύριος να με προφυλάξει από αυτό. Ωστόσο, τελικά έγινε αυτό που έγινε.
Η συνάντηση των Σέρβων ιεραρχών – συνάντησε ο αδελφός τον αδελφό
Ναι, είναι υψηλός ο τίτλος που έχει τεράστια ευθύνη, ευθύνη ενώπιον του Θεού, του λαού, του ανθρώπου. Εναπέθετα την ελπίδα στον Θεό και στα αδέλφια αρχιερείς, επειδή ο Πατριάρχης είναι μόνο ένας από τα μέλη της Συνόδου, ο πρώτος μεταξύ ίσων και όλοι εμείς απαρτίζουμε την Εκκλησία, όλοι εργαζόμαστε για να κάνουμε τα πάντα για το καλό της Εκκλησίας και του λαού μας.
Όλοι εμείς είμαστε Εκκλησία
– Αγιώτατε, στη Σερβία υπάρχουν θερμές κοντινές σχέσεις του κλήρου με τον λαό, και είναι παράδειγμα για πολλούς, θα θέλαμε να ρωτήσουμε, πώς εσείς βλέπετε αυτές τις σχέσεις; Τι σας χαροποιεί, τι σας ανησυχεί, υπάρχουν κάποιοι πειρασμοί;
– Ξέρετε, είναι φυσιολογικό. Η Εκκλησία δεν είναι μόνο επίσκοποι και ιερείς. Η Εκκλησία είναι και ο λαός, μόνο σε επικοινωνία με το λαό είμαστε Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι ένα σώμα, πνευματικό σώμα, το σώμα της Εκκλησίας. Είναι φυσικό οι σχέσεις να είναι πνευματικές, αληθινές, κοντινές, γονεϊκές, αδελφικές. Εμείς οι ίδιοι ενώπιον του Θεού πρέπει να είμαστε έτσι και ο λαός πρέπει να ξέρει και να νιώθει ότι στην Εκκλησία κυριαρχεί η ατμόσφαιρα της πνευματικής συμφωνίας, των πνευματικών σχέσεων. Δεν είναι για να ρωτάμε «ποιος από μας είναι ανώτερος;», «ποιος είναι πιο σημαντικός;», αλλά ποιος μπορεί να κάνει περισσότερα για την εξέλιξη της Εκκλησίας με την προσωπική του εξέλιξη στην πνευματική ζωή και αυτό είναι το φυσιολογικό. Ο κλήρος και ο λαός είναι οι συνεργάτες μας. Οι ιερείς έρχονται σε πιο άμεσες σχέσεις με το λαό, και ο λαός είναι το πνευματικό χωράφι, η πνευματική γη, πάνω στην οποία σπέρνεται το σπέρμα, δηλαδή ο λόγος του Θεού, και εδώ πρέπει να υπάρχει αρμονία.
– Αγιώτατε, μιλήστε μας για τις σημαντικές για σας συναντήσεις με τους ανθρώπους, οι οποίες σας έκαναν κάποια ιδιαίτερη εντύπωση, ίσως, σας επηρέασαν ως προσωπικότητα.
– Κάθε συνάντηση, κάθε επαφή με τους ανθρώπους φέρνει κάτι καινούργιο, κάτι ιδιαίτερο. Όμως, μου φαίνεται ότι οι πιο έντονες αναμνήσεις μου έμειναν από τις συναντήσεις με απλούς ανθρώπους, ανθρώπους γεμάτους πίστη και Άγιο Πνεύμα. Από αυτούς τους απλούς ανθρώπους μπορείτε να ακούσετε αυτό που δε θα ακούσετε από τους μορφωμένους, τους διαβασμένους ανθρώπους, και αυτό είναι η ενέργεια της χάριτος του Θεού, του Πνεύματος, το Οποίο μιλάει μέσω αυτών και του στόματός τους. Όσο για τους μορφωμένους… τους διακρίνει το στιλ και ο τρόπος σκέψης, ο τρόπος έκφρασης των απόψεών τους. Βεβαίως, η κάθε προσωπικότητα είναι ανεπανάληπτη, έχει δικαίωμα στη μοναδικότητα, είναι προφανές, κατανοητό και φυσιολογικό. Όμως, υπογραμμίζω ότι τις συναντήσεις με τους απλούς, τους συνηθισμένους ανθρώπους δεν μπορείς να τις ξεχάσεις, αφού η σοφία του Θεού εκφράζεται και αποκαλύπτεται για μένα διά μέσου αυτών.
Το Κόσοβο, τα Ιεροσόλυμα της Σερβίας
– Αγιώτατε, πώς βλέπετε το πρόβλημα του Κοσόβου και των Μετοχίων; Είναι ζήτημα της συλλογικής μας ευθύνης, τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να σώσουμε τα ιερά και τον λαό και να διευκολύνουμε τη ζωή των ανθρώπων;
– Δυστυχώς, το ζήτημα και το πρόβλημα του Κοσόβου και των Μετοχίων είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα για τη Σερβία και για τον Σέρβικο λαό. Ό,τι είναι τα Ιεροσόλυμα για τον εβραϊκό λαό και για όλους τους χριστιανούς, το ίδιο για μας είναι το Κόσοβο και τα Μετόχια, όπου βρίσκονται 1500 μοναστήρια και εκκλησίες. Τα πιο σημαντικά μοναστήρια μας με τεράστιο ιστορικό ρόλο, βρίσκονται στο Κόσοβο και στα Μετόχια.
Για να μη μιλήσω για αυτά που ο σέρβικος λαός, μετά το Κοσσυφοπέδιο, τη μάχη του Κοσόβου, το 1389, έδωσε και έκανε για το Κόσοβο. Πόσο αίμα έχυσε, πόσος κόσμος χάθηκε προστατεύοντας το Κόσοβο και τα Μετόχια, ειδικά στα χρόνια των τούρκικων επιδρομών. Πόσους διωγμούς, όχι μόνο το 1699 και το 1897. Αυτοί ήταν μεγάλοι διωγμοί. Ήταν τέσσερις ή πέντε οι διωγμοί, και τα δεινά εκεί συνεχίζονται αιώνες, και ο λαός πάλευε με όλες τις κακουχίες. Η αλβανική προπαγάνδα το 1878; Όταν οι αλβανοί οι οποίοι κάποτε ονομάζονταν αρναούτες, σχεδίαζαν να ενώσουν το Κόσοβο με την Αλβανία, και από τότε εξακολουθούν να έχουν αυτό το σχέδιο, αυτό το πρόγραμμα. Από τότε, οι Σέρβοι όλο και περισσότερο δεινοπαθούν, διώκονται από το Κόσοβο και τα Μετόχια, μέχρι και τις μέρες μας. Πριν το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν πάλι είχαμε το μεγάλο διωγμό, διώχθηκαν από το Κόσοβο 200 000 Σέρβοι. Δυστυχώς, οι κομμουνιστές, όταν, ας πούμε απελευθέρωσαν την Γιουγκοσλαβία, τη Σερβία, υπό την επήρεια της Κομμουνιστικής Διεθνούς απαγόρευσαν στον λαό να επιστρέψει. Οπότε εκεί σώθηκε μόνο ένα πολύ μικρό υπόλοιπο του λαού, που παλεύει για τη ζωή σε πολύ βαριές συνθήκες, μην έχοντας αυτά που είναι σημαντικότατα για τον άνθρωπο – την ελευθερία, το δικαίωμα στη ζωή. Η κατάσταση είναι πολύ βαριά, η Σερβία τώρα προσπαθεί να κάνει κάτι. Ίσως, υπήρχαν και υπάρχουν, και παλιότερα και τώρα, λάθη στην πολιτική των Αρχών και της Σερβίας και της Γιουγκοσλαβίας. Μετά τον πόλεμο, άνοιξαν τα σύνορα με την Αλβανία και πάρα πολλοί Αλβανοί έφυγαν από την χώρα τους, με το πρόσχημα ότι είναι πρόσφυγες από την Αλβανία.
Στην πραγματικότητα, ήταν σχέδιο αρπαγής του Κοσόβου. Όσο περισσότεροι Αλβανοί έρχονταν και καταλάμβαναν την περιοχή, τόσο περισσότεροι Σέρβοι ήταν αναγκασμένοι να την εγκαταλείπουν, επειδή τους πίεζαν. Η κατάσταση εκεί είναι πολύ βαριά. Τώρα παλεύουμε για την επιβίωση, για να μπορούν οι άνθρωποι να επιβιώσουν στο Κόσοβο και στα Μετόχια. Εκεί οι άνθρωποι ζουν σε ανυπόφορες συνθήκες. Το πώς θα τελειώσει όλο αυτό, θα το δούμε. Μας εξέπληξαν οι φίλοι μας, οι πρόσφατοι φίλοι μας, η Ευρώπη και η Αμερική, οι οποίοι, χωρίς να εμβαθύνουν στο πρόβλημα του Κοσόβου και των Μετοχίων, πήραν το μέρος των Αλβανών, των σκιπιτάρ, και επίμονα εργάζονται για το συμφέρον τους. Αυτό είναι δύσκολο να το εξηγήσουμε. Ελπίζουμε πολύ στη Ρωσία και στα κράτη, τα οποία μας είναι φιλικά, όπως η Κίνα, η Ινδία και τα λοιπά. Δυστυχώς, η Ευρώπη είναι από την άλλη πλευρά. Το ίδιο και η Αμερική. Δε θέλουν να δουν την πραγματικότητα: τις κακουχίες, την έλλειψη ελευθερίας, τις στοιχειώδεις συνθήκες που μας λείπουν για να έχουμε μια απλή συνηθισμένη ζωή, με αξιοπρέπεια.
Τι έδωσε ο Θεός στη Ρωσία;
– Αγιώτατε, έχετε πρόσφατα επισκεφτεί τη Ρωσία, θέλετε να μοιραστείτε τις εντυπώσεις σας;
– Την πρώτη φορά που είχα πάει στη Ρωσία ήταν στην κηδεία του Πατριάρχη Ποιμένα, πάνω από 20 χρόνια τώρα.
Η Ρωσία του τότε και η Ρωσία του σήμερα είναι δύο διαφορετικές χώρες, που δε μοιάζουν καθόλου μεταξύ τους. Αυτή τη φορά βρέθηκα στη Ρωσία για περισσότερο χρόνο, περίπου 15 μέρες, και είχα τη δυνατότητα να δω πολλά. Θαυμάζω αυτά που έκανε η Ρωσία στα τελευταία 20 χρόνια. Ο Κύριος έδωσε στη Ρωσία πολλά υλικά αγαθά, έδωσε στη Ρωσία τη ρωσική ψυχή! Πόσο με συγκίνησε η ομορφιά των ρωσικών αναστηλωμένων μοναστηριών και εκκλησιών, των χρυσών τρούλων! Πόσο με εμψύχωσε ο λαός, ο οποίος φέρει μέσα του, στη ψυχή του, τον Θεό. Αυτός ο λαός μπορεί με τις ώρες να περιμένει στην ουρά για να προσκυνήσει τον σταυρό του Αγίου Αποστόλου Ανδρέα και άλλα κειμήλια. Αυτός ο λαός γεμίζει τις εκκλησίες.
Ο Πατριάρχης Σερβίας Ειρηναίος και ο Πατριάρχης Κύριλλος
Στη Ρωσία ο Θεός έδωσε δύο εξέχουσες προσωπικότητες, τον Πατριάρχη και τον Πρόεδρο. Δουλεύουν μαζί προς όφελος του λαού τους, της Εκκλησίας τους. Ιδιαίτερα με ενέπνευσαν τα λόγια του προέδρου Πούτιν, όταν είπε: «Δεν ξέρω πολλά για την πίστη, όμως δάσκαλός μου και σύμβουλός μου είναι ο Πατριάρχης, αυτός με μαθαίνει». Η συμφωνία της Εκκλησίας και του κράτους είναι απαραίτητη σε κάθε λαό, και μου φαίνεται ότι στη Ρωσία σε μεγάλο βαθμό αυτή η συμφωνία έχει επιτευχθεί. Βεβαίως, υπάρχουν και πολλά προβλήματα, όμως αυτά λύνονται με τον καλύτερο τρόπο.
Οι ευχές του Πατριάρχη
– Αγιώτατε, πώς είναι μια συνηθισμένη εργάσιμη μέρα του Πατριάρχη της Σερβίας;
– Έτσι, όπως ακριβώς ξεκινήσαμε σήμερα. Αρχίσαμε στις οκτώμισι. Σχεδόν κάθε μέρα δέχομαι κόσμο. Πρώτα από όλα, τις ιερές ακολουθίες στο Πατριαρχείο, τις ιερές ακολουθίες στην αρχιεπισκοπή. Έχω δύο σταυροπηγιακές μονές – το Πατριαρχείο Πετς στο Κόσοβο και τα Μετόχια και του Αγίου Σάββα στην Αμερική, στο Σικάγο. Έχω πολλή δουλειά. Επίσης, έρχονται διπλωμάτες, πολιτικοί και τα λοιπά. Προσπαθούμε να μην κάνουμε καμία ζημιά στην Εκκλησία. Αυτό είναι το σημαντικότερο, όσο περνάει στο χέρι μας. Προσπαθούμε όλα τα προβλήματα να τα λύνουμε στο πνεύμα της παράδοσης, βεβαίως, σε συνεργασία με τους επισκόπους και τον κλήρο. Μόνο με κοινή προσπάθεια μπορούμε να περιμένουμε κάποιο αποτέλεσμα.
Όχι μόνο να τη διαφυλάττουμε, όχι απλώς να μιλάμε για αυτήν, αλλά να ζούμε σύμφωνα με την πίστη
– Αγιώτατε, τι θα θέλατε να ευχηθείτε στους πιστούς της Ρωσίας και της Σερβίας;
– Τι μπορώ να ευχηθώ ως Πατριάρχης; Πρώτα από όλα, να διαφυλάττουμε την πίστη. Όχι μόνο να τη διαφυλάττουμε, όχι απλώς να μιλάμε για αυτήν, αλλά να ζούμε σύμφωνα με την πίστη, επειδή μόνο έτσι μπορούμε να αναδείξουμε την αξία και την ουσία της πίστης: με τη ζωή. Και αυτό που μας χρειάζεται τώρα είναι η ενότητα των ορθοδόξων. Δυστυχώς, τα προβλήματα που υπάρχουν στον κόσμο, βρήκαν κι εμάς. Και στην δική μας Εκκλησία υπάρχουν σχίσματα, εδώ στη Σερβία. Ως ένα βαθμό και στη Ρωσία και σε άλλες χώρες. Οπότε, μας είναι πολύ αναγκαία η ενότητα. Η απουσία ενότητας είναι και αυτή μια από τις επιπτώσεις που έχει η χαλάρωση της πίστης. Ως εκ τούτου, το πιο αναγκαίο στις μέρες μας είναι η ενότητα.
Σύντομο βιογραφικό σημείωμα
Ο Αγιώτατος Πατριάρχης Σερβίας, Αρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου και Καρλόβατς Ειρηναίος γεννήθηκε στις 28 Αυγούστου του 1930 στο χωριό Βίντοβα, δίπλα στην πόλη Τσάτσακ. Τελείωσε το δημοτικό στο χωριό του, και ακολούθως τελείωσε το γυμνάσιο στην πόλη Τσάτσακ, στη συνέχεια, μετά το γυμνάσιο, φοίτησε στην Ιερατική Σχολή στο Πρίζρεν και, τέλος, στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου.
Ο νέος ιερομόναχος Ειρηναίος (δεξιά) στην ενθρόνιση του Πατριάρχη Γερμανού στο Πατριαρχείο Πεκίου
Μετά τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο, υπηρέτησε τη θητεία του στο στρατό, στη συνέχεια διορίστηκε καθηγητής της Ιερατικής Σχολής στο Πρίζρεν. Πριν αναλάβει τα καθήκοντά του, τον Οκτώβριο του 1959, ο Αγιώτατος Πατριάρχης Σερβίας Γερμανός τον είχε κείρει μοναχός στη Μονή Ρακόβιτσα και του δόθηκε το όνομα Ειρηναίος. Την ημέρα της Οσίας Παρασκευής της Σερβίας, στις 27 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, χειροτονήθηκε ιερομόναχος στο ναό Ρούζιτσα στο Καλεμεγκντάν.
Συνέχισε τις σπουδές του στο Μεταπτυχιακό Τμήμα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1969, τοποθετήθηκε προϊστάμενος της Σχολής Μοναχών στη Μονή Οστρόγκ και, ακολούθως, Σχολάρχης της Ιερατικής Σχολής στο Πρίζρεν.
Το 1974, εκλέχτηκε επίσκοπος Μοράβιτσι και βικάριος του Αγιώτατου Πατριάρχη Σερβίας. Στον επισκοπικό θρόνο κάθισε από τις 14 Ιουλίου του 1974. Από 1975 χρημάτισε επίσκοπος Νις.
Ο Πατριάρχης Ειρηναίος. Φωτογραφία της Σβετλάνας Λουγκάνσκαγια
Στις 22 Ιανουαρίου του 2010, στη συνεδρίαση της Αρχιερατικής Συνόδου στο Βελιγράδι, εκλέχτηκε στον Πατριαρχικό θρόνο της Σερβίας, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από το Καταστατικό της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Στις 23 Ιανουαρίου του 2010, στον Καθεδρικό Ναό των Αγίων Αρχαγγέλων στο Βελιγράδι, τελέστηκε η πρώτη ενθρόνιση του 45ου Πατριάρχη Σερβίας Ειρηναίου.
Η τελετή της επίσημης ενθρόνισης πραγματοποιήθηκε στις 3 Οκτωβρίου του 2010 στο Πατριαρχείο Πεκίου (Κόσοβο).