Για κάποιο χρονικό διάστημα, στη ρωσική Ιερά Μονή Γκόρνενσκιϊ, στα Ιεροσόλυμα, διακονούσε η αδελφή Νόννα (έχουμε αλλάξει το όνομα – Συντ.). Μου είχε διηγηθεί την εκπληκτική ιστορία της μεταστροφής της από το Ισλάμ στην Ορθοδοξία. Η Φατιμά – έτσι τη λέγανε πριν το Βάπτισμα – γεννήθηκε στην Τουρκία, σε ένα μικρό, χαμένο μέσα στα βουνά, χωριό, όπου όλοι οι κάτοικοι ήταν μουσουλμάνοι. Όταν το κορίτσι συμπλήρωσε 12 χρόνια, αρρώστησε βαριά η μάνα της. Η γυναίκα με μεγάλη υπομονή και πραότητα υπέμενε την ασθένειά της. Όμως, δεν υπήρχαν ελπίδες για την ανάρρωσή της.
Κάποια στιγμή, στη μεγάλη τους οικογένεια ήρθε και η θλιβερή ημέρα. Οι δικοί της άνθρωποι μαζεύτηκαν δίπλα στο κρεβάτι της άρρωστης. Η ετοιμοθάνατη, αποχαιρετώντας τον άνδρα της και τα παιδιά της, προς τεράστια έκπληξή τους, ανακοίνωσε:
– Μη με κηδέψετε σύμφωνα με μουσουλμανική τελετή. Είμαι χριστιανή ελληνικής πίστης. Το βαπτιστικό μου όνομα είναι Γαλήνη.
Σύντομα, μετά από αυτά τα λόγια, η γυναίκα πέθανε. Οι δικοί της άνθρωποι, αν και είχαν μείνει έκπληκτοι, εκπλήρωσαν την τελευταία επιθυμία της θανούσης.
Αργότερα, μετά το θάνατο της μητέρας, ο μεγαλύτερος αδελφός της Φατιμά την πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη. Όταν τελείωσε το σχολείο μέσης εκπαίδευσης στην πρωτεύουσα, η κοπέλα, με την υποστήριξη του στοργικού αδελφού της, μετακόμισε στη Ρωσία για να σπουδάσει τη ρωσική γλώσσα, με την ελπίδα ότι θα δούλευε στο μέλλον ως μεταφράστρια. Η Φατιμά σπούδαζε χωρίς δυσκολίες, και μετά από λίγα χρόνια μπορούσε να διαβάζει και να μιλάει άπταιστα ρωσικά.
Μια φορά, καθώς βάδιζε στην πόλη που σπούδαζε, η Φατιμά στην υπαίθρια αγορά βιβλίων είδε ένα παλαιό φθαρμένο Ευαγγέλιο που κάποιος είχε βγάλει για πώληση. Τότε, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, στα βιβλιοπωλεία δεν μπορούσες να αγοράσεις ένα τέτοιο βιβλίο. Η Φατιμά ήξερε ότι το Ευαγγέλιο για τους χριστιανούς είναι το ίδιο ιερό όπως και το Κοράνι για τους μουσουλμάνους. Ενδιαφέρθηκε πολύ έντονα να μάθει τι γράφουν εκεί, τι δίδασκε ο Ισά, αφού η εκλιπούσα μητέρα της ήταν χριστιανή. Η Φατιμά, χωρίς δεύτερη σκέψη, αποφάσισε να αποκτήσει το βιβλίο.
Από τότε κάθε μέρα, μετά τα μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, έτρεχε στην εστία για να αρχίσει, όσο το δυνατόν γρηγορότερα, να διαβάζει το Ευαγγέλιο. Κατά τα λεγόμενά της, την ώρα του διαβάσματος, ο κόσμος και ό, τι συνέβαινε γύρω της, λες και σταματούσε να υφίσταται, γίνονταν ασήμαντα. Πραγματικά έβρισκε μόνο αυτά τα οποία εξελίσσονταν στην αφήγηση του βιβλίου. Το Ευαγγέλιο της προκάλεσε κατάπληξη και τη συγκλόνισε, κατέλαβε ολοκληρωτικά το νου και την καρδιά, γέμισε την ψυχή με ανείπωτη χαρά.
Η Φατιμά είχε ένα κατοικίδιο – χάμστερ, που ζούσε στο δωμάτιό της. Μια φορά, ένα βράδυ, καθώς διάβαζε το Ευαγγέλιο, η Φατιμά ανησύχησε, όταν παρατήρησε ότι το κατοικίδιο δεν κάνει κανέναν ήχο, όμως δεν μπορούσε να σταματήσει να διαβάζει. Μετά από κάποια ώρα, ξανά σκέφτηκε ότι κάτι συμβαίνει με το χάμστερ, αφού στο δωμάτιο επικρατεί πλήρης ησυχία. Αλλά, και αυτή τη φορά δεν μπόρεσε να διακόψει το διάβασμα. Όταν θυμήθηκε, για τρίτη φορά, το αγαπημένο κατοικίδιο, σηκώθηκε, πλησίασε στο παράθυρο και διαπίστωσε ότι το αγαπημένο της χάμστερ είχε πεθάνει. Λύπη και θλίψη πλημμύρισαν την ψυχή της.
Αυτές τις δύσκολες στιγμές, ξαφνικά θυμήθηκε τον Χριστό. Αφού έκανε τόσα μεγάλα θαύματα! Τον Λάζαρο, που «ἤδη ὄζει», τον ανέστησε την τέταρτη ημέρα. Τι Του κοστίζει να αναστήσει το μικρό χάμστερ; Και, εμπνευσμένη από αυτή την σκέψη, μη έχοντας συνειδητοποιήσει ότι ήδη άρχισε να προσεύχεται στον Κύριο, η Φατιμά άρχισε με δάκρυα να ικετεύει τον Σωτήρα να ζωντανέψει το ζωάκι.
Μη έχοντας συνειδητοποιήσει ότι ήδη άρχισε να προσεύχεται στον Κύριο, η Φατιμά άρχισε με δάκρυα να ικετεύει τον Σωτήρα να ζωντανέψει το αγαπημένο ζωάκι
Όπως αναθυμάται η μέλλουσα μοναχή, εκείνη τη στιγμή όλο το δωμάτιο γέμισε με ένα επουράνιο φως. Το φως γινόταν όλο και πιο έντονο, διείσδυε στο κορμί της και γέμιζε την καρδιά της με ανεξήγητη χαρά. Κάποια στιγμή είδε ότι αποκόπηκε από τη γη και βρίσκεται στον αέρα, και το χάμστερ… ξαφνικά ζωντάνεψε και άρχισε να τρέχει, όπως παλιά, στο κλουβί του.
Την επόμενη μέρα, η Φατιμά δεν πήγε στο Πανεπιστήμιο. Νωρίς το πρωί, βγήκε από την εστία σε αναζήτηση πλησιέστερης εκκλησίας για να λάβει, όσο το δυνατόν συντομότερα, τον άγιο Μυστήριο του Βαπτίσματος. Η Φατιμά προσπαθούσε να μάθει από όλους τους περαστικούς, πού βρίσκεται εκκλησία, αλλά για κάποιο λόγο κανένας δεν ήξερε. Ένας άνδρας της έδωσε την καλή συμβουλή να ρωτάει γιαγιάδες, γιατί μόνο αυτές ξέρουν την απάντηση σε αυτή την ερώτηση. Έτσι και έγινε: βρήκε στο δρόμο μια γιαγιά η οποία της έδειξε το δρόμο προς την εκκλησία.
Με την Πρόνοια του Θεού, η Φατιμά μπήκε στην εκκλησία τη στιγμή που ο ιερέας άρχιζε να βαπτίζει μια ομάδα ανθρώπων, περίπου 10 άτομα. Όταν έμαθε ότι αρχίζει το Μυστήριο του Βαπτίσματος, πλησίασε και μπήκε στη σειρά με τους υπόλοιπους. Στις ερωτήσεις του ιερέα, που είχε προσέξει ότι εμφανίστηκε ένα νέο πρόσωπο, ανάμεσα στους κατηχούμενους, η Φατιμά αποφασιστικά απάντησε ότι επιθυμεί να βαπτιστεί.
Εκείνα τα χρόνια, στο τέλος της Σοβιετικής εποχής, μερικοί ιερείς έδιναν ευλογία στον καθένα από τους νεοβαπτισθέντες να κοινωνάνε των Αγίων Αχράντων Μυστηρίων κάθε μέρα, για 40 συνεχόμενες μέρες. Έτσι και η Φατιμά, που έλαβε στη βάπτιση νέο όνομα, κάθε μέρα, νωρίς το πρωί, πήγαινε στην εκκλησία για ακολουθία. Μέσα σε αυτό το διάστημα έγινε σιγά-σιγά άνθρωπος της Εκκλησίας, και ο ιερέας, προς μεγάλη του έκπληξη, έμαθε ότι είχε βαπτίσει μια μουσουλμάνα…
Μετά ήρθε και άλλη μια χαρούμενη μέρα, όταν στον ίδιο ναό, όπου είχε βαπτιστεί η Φατιμά, τελέστηκε η νεκρώσιμη ακολουθία της μαμάς της - της κρυπτοχριστιανής Γαλήνης - που είχε πεθάνει πριν καιρό.