Στην επικράτεια του Πριμόριε η μοναστική διαδοχή είχε διακοπεί. Και όταν ο επίσκοπος Βενιαμίν(Πουσκάρ) ήταν επικεφαλής της Επαρχίας του Βλαντιβοστόκ το 1992, εδώ υπήρχαν μόνο οχτώ ενορίες και κανένα μοναστήρι. Όταν στα τέλη του 2018 ο Σεβασμιώτατος παρέδωσε τη διοίκηση της Μητρόπολης στο νέο επικεφαλής Επίσκοπο, τότε σε αυτή τη Μητρόπολη υπολογίζονταν ήδη περισσότερες από εκατό ενορίες και πέντε μοναστήρια. Επιπλέον, αν στις κοντινές περιοχές – Χαμπάροφσκ, Σαχαλίνη, Μαγκαντάν, Καμτσάτκα – εμφανίστηκαν εδώ ένα και εκεί δύο μοναστήρια, στο Πριμόριε υπάρχουν πέντε, τρία γυναικεία και δύο ανδρικά. Με τη δουλειά και τη μέριμνα του Αιδεσιμότατου Βενιαμίν, δυνάμωσαν πνευματικά και στάθηκαν στα πόδια τους. Για το ανδρικό μοναστήρι του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ συζητήσαμε στην συνέντευξη «Το Ρώσικο νησί στη θάλασσα της Ιαπωνίας, Μοναστήρι στην άκρη της γης». Και παραμονές αυτής της όχι επετειακής αλλά πολύ σημαντικής για τους αδελφούς μοναχούς ημερομηνίας, σας παραθέτουμε τη συνέχεια αυτής της συνομιλίας με τον ηγούμενο της Μονής, τον Κλίμεντ (Κριβονόσοφ). Πρόκειται για την εξής ημερομηνία: 11 Οκτωβρίου 2001 με το Διάταγμα της Ιεράς Συνόδου, η ενορία του ναού του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ μετατράπηκε σε ανδρικό μοναστήρι.
Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης αυτό το ονόμαζε φιλότιμο
Λοιπόν, πάτερ, η ηλικία του μοναστηριού όλο και μεγαλώνει: το μοναστήρι υφίσταται και λειτουργεί ήδη τρεις δεκαετίες έπειτα από αυτή την αξέχαστη – για πολλούς κατοίκους του νησιού – στιγμή της δημιουργίας του. Υπήρχε στο νησί ένας ερειπωμένος ναός από την εποχή των τσάρων, ο οποίος μπορούσε να φιλοξενήσει μέχρι και 800 άτομα. Αυτή τη στιγμή τι χτίζουν οι αδερφοί μοναχοί;
Εκείνη την περίοδο που ήρθαμε εμείς εδώ, πράγματι υπήρχε μόνο ένα παμπάλαιο κτήριο ναού – το 80% της οροφής έλειπε. Η σκεπή κάλυπτε μόνο ένα μικρό μέρος του και ακριβώς εκεί εγκαταστήσαμε τον πρώτο μας προσωρινό ναό, στον οποίο τελέσαμε τα πρώτα Χριστούγεννα και το πρώτο Πάσχα. Τώρα εδώ βρίσκεται μαγαζάκι με εικόνες και βιβλία. Και τότε καταφέραμε κάπως να τοποθετήσουμε ένα βωμό, μία χορωδία, ένα μαγαζάκι και ένα χώρο διαμονής για τους ενορίτες σε ένα δωμάτιο έξι επί έξι μέτρα. Το 2002 φτιάξαμε τη στέγη, και έπειτα οι Λειτουργίες πραγματοποιούνταν ήδη στον κύριο ναό και με την πάροδο του χρόνου άρχισαν να εμφανίζονται καινούργια κτήρια στο μοναστήρι: το κτήριο για τους αδελφούς μοναχούς, το λεβητοστάσιο, μια φάρμα, ένα κτήριο τραπεζαρίας(Τράπεζα), ξενοδοχείο, καμπαναριό, ένα αρχονταρίκι για καφέ για τους προσκυνητές και ούτω καθεξής. Όλα αυτά απαιτούσαν μεγάλη δύναμη και οικονομικά μέσα. Φτιάχναμε εμείς σιγά – σιγά χρόνο με τον χρόνο χωρίς να προσεγγίζουμε επαγγελματικές κατασκευαστικές εταιρίες. Από μισθωτούς ειδικούς είχαμε έναν μηχανικό – τεχνικό ή έναν εργοδηγό και αρκετούς εργάτες. Ξεκινήσαμε την κατασκευή αυτού του σχεδίου όταν βρήκαμε το κεφάλαιο. Για παράδειγμα, αρχίσαμε με την ανέγερση του καμπαναριού το 2015, κάθε χρόνο και έναν όροφο.
H τραπεζαρία των αδελφών μοναχών, φωτεινή, ζεστή και άνετη
Και πόσοι όροφοι δημιουργήθηκαν;
Ύστερα από πέντε χρόνια, έχει χτιστεί ένα πενταώροφο καμπαναριό. Και έπειτα από ακόμη ενάμισι – δύο χρόνια αρχίσαμε το χτίσιμο της στέγης. Τώρα φτιάχνεται η εσωτερική διακόσμηση. Δεν προχωράμε με γρήγορους ρυθμούς (με σκοπό να λογοδοτήσουμε σε κάποιον), αλλά προχωράμε σύμφωνα με τις πραγματικές μας δυνατότητες, έχοντας πίστη στη βοήθεια του Θεού. Αλλά τώρα, μερικές ιδέες που είχαμε το πρώτο διάστημα, τις θυμόμαστε και γελάμε. Σχηματίζεται μια ειρωνεία στο πρόσωπό μας… Μα όταν σκεφτόμασταν: να, εδώ θα χτίσουμε αυτό, θα χτίσουμε εκείνο, θα φτιάξουμε πλακόστρωτο, θα τοποθετήσουμε εικονοστάσι, θα κάνουμε περίπτερο, θα αγιογραφήσουμε εικόνες και θα σταματήσουμε τα πήγαινέλα. Επειδή τότε είναι που θα αρχίσει να ανθίζει για εμάς η πνευματική ζωή! Θα τελούμε τη Θεία Λειτουργία κάθε μέρα και θα προσευχόμαστε αδιάκοπα. Και η προσευχή μας θα είναι μέσα από τον νου και την καρδιά μας, επειδή τίποτα δε θα μας αποσπά την προσοχή πια. Όχι αμέσως, μέσα από πολλά λάθη και στρεβλώσεις, καταλάβαμε ότι, ας πούμε, έπειτα από ένα χρονικό διάστημα, θα απαιτούνται επιπρόσθετες επισκευές και επιδιορθώσεις, και όλο αυτό δε θα έχει τελειωμό… Όμως αν το δούμε στο σύνολό του, τότε σε αυτό το ατελείωτο ρεύμα εργασιών και μέριμνας, είναι αισθητή η Πρόνοια του Θεού, την οποία δεν μπορούμε να την κατανοήσουμε στην ολότητά της, η οποία όμως γίνεται εν μέρει κατανοητή με την πάροδο του χρόνου. Και ακριβώς υπό αυτές τις συνθήκες, που χαρακτηρίζονται, θα λέγαμε, από καθημερινή αναστάτωση, συντελείται η σωτηρία μας. Η σωτηρία μας πρέπει να πραγματοποιείται εδώ και τώρα και όχι σε ένα ιδεατό μέλλον. Ο Κύριος μας θέτει ακριβώς τα θέματα που πρέπει να επιλυθούν, προκειμένου να αναπτυχθούμε πνευματικά, να αποκτήσουμε μια εμπειρία και βήμα βήμα να φτάσουμε στο μέτρο ενός τέλειου ανθρώπου, το μέτρο της πλήρους εποχής του Χριστού(Εφες.4,13). Και προσπαθούμε να σηκωθούμε, αν και μερικές φορές λόγω της ανθρώπινης αδηναμίας, χωλαίνουμε και από τα δύο πόδια…
Και θυμούνται άραγε οι αδερφοί μοναχοί τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του μοναστηριού που ασφαλώς ήταν γεμάτα με κάθε είδους καθημερινές δυσκολίες; Και εκτιμούν άραγε τη δυνατότητα να εργαστούν σε συνθήκες λιγότερο – περισσότερο βολικές;
Μάλλον δεν φέρνουμε στο μυαλό μας το παρελθόν μας τόσο συχνά, ωστόσο θυμόμαστε κάποιες στιγμές. Ορίστε μία από αυτές. Στο μιλένιουμ, στις αρχές του 2000, είχαμε ένα τέτοιο σπιτάκι κάπου δυόμισι μέτρα με τρία, μέσα στο οποίο βρισκόταν μια χαραμάδα και μία αντλία. Εκεί πέρα, λοιπόν, ζούσαν δύο άνθρωποι. Και οι δύο ήταν ήδη εξήντα χρονών. Ήρθαν στο μοναστήρι και στη συνέχεια έγιναν μοναχοί. Αρκετά χρόνια αργότερα, οι μοναχοί έζησαν σε αυτό το μικροσκοπικό χώρο όπου βούιζε («βούιζε» επειδή η αντλία ήταν συνεχώς ενεργοποιημένη). Το μέρος εκεί ήταν αρκετό για δύο κρεβάτια, ένα χώρισμα παραβάν, δύο σκαμπό μπροστά από κάθε κρεβάτι, για να γονατίζουν στο έδαφος. Μα τώρα δεν ξέρω, αν έρθουν νέοι επισκέπτες, θα αντέξουν αυτές τις συνθήκες, άραγε; Αλλά μάλλον τότε, όλοι όσοι ήρθαν στο μοναστήρι, ήταν έτοιμοι για τέτοιου είδους περιορισμούς, έκαναν θυσίες.
Ο Σεβάσμιος Παΐσιος ο Αγιορείτης αυτό το ονόμαζε «φιλότιμο». Μεταφέρω τα λόγια του: «Φιλότιμο είναι η ουσία της καλοσύνης, η αγάπη για μεγάλη ευγνωμοσύνη, όλη η καλοσύνη και η ταπεινότητα. Είναι η γνήσια αγάπη του ταπεινού ανθρώπου, ο οποίος δεν περιμένει ανταπόδοση γι’ αυτό που κάνει. Η καρδιά του είναι γεμάτη με πνευματική λεπτότητα, δεκτικότητα και ευγνωμοσύνη στον Θεό και στην εικόνα του Θεού, τον άνθρωπο…»
Ο μοναχός Ιωνάς(Πριχόντκο) πραγματοποιεί καθημερινά περιφορά της εικόνας του αγίου Σεραφείμ γύρω από το μοναστήρι, ακόμη και όταν χιονίζει
Συνεχίζεται...