Οι Σέρβοι μοιράζονται τη χριστουγεννιάτικη χαρά τους, όχι μόνο με γαστρονομικές συνταγές και τοπικά ήθη και έθιμα, αλλά και με την αξιωσύνη να κρατούν το φως των Χριστουγέννων στις καρδιές τους.
– Το πιο βασικό πράγμα στο αλεύρι, είναι η απαλότητα. Έτσι, σε αυτό προσθέτουμε νερό και αλάτι. Η ζύμη πρέπει να είναι μαλακή, λεία και βολική στο πλάσιμο. Και αν το αλεύρι είναι κακής ποιότητας και σκληρό, τότε η κρούστα (σ.τ.μ. το φύλλο) θα σπάσει, θα αποκολληθεί, κι αυτό δεν το επιθυμούμε.
Τα τρυφερά μητρικά χέρια ζυμώνουν τη ζύμη, όπως φτερουγίζουν πάνω από την κούνια του μωρού με την ίδια ακριβώς τρυφερότητα και στην υπόλοιπη ζωή ενός ατόμου…
– Κάθε κρούστα πρέπει να απλωθεί, να πάρει ομαλό σχήμα και να ψηθεί στη φωτιά. Και βέβαια δεν μπορείς να ψήσεις τέτοια πίτα στις σημερινές σόμπες – απαιτείται μια καλή παλιά σόμπα, με πραγματικά καυσόξυλα και ζωντανή φωτιά. Όταν το ψήσιμο της πίτας ολοκληρωθεί, μπορεί να συντηρηθεί για μια ολόκληρη εβδομάδα. Γέμιση; Σε όποιον του αρέσει κάτι, τότε προσθέτει και γέμιση.
Στο σπίτι τους, λέει η Ζόριτσα Άλεξιτς, προτιμούν να βάζουν λάχανο στην πίτα, όχι φρέσκο, αλλά ξινό, κομμένο με ειδικό τρόπο, τηγανισμένο σε λάδι: μερικές κουταλιές από αυτή τη νοστιμιά τοποθετούνται ανάμεσα στις κρούστες και στη συνέχεια το ταψί με την πίτα και τη γέμισή της τοποθετούνται στο φούρνο «για το αποτελείωμα».
Η Ζόριτσα γεννήθηκε και παντρεύτηκε στο Μακρέσε, ένα από τα παλαιότερα σερβικά χωριά της Παραμοράβιας περιοχής του Κοσσυφοπεδίου, που δεν απέχει πολύ από το παλιό μοναστήρι Ντράγκανατς. Το αγρόκτημα της οικογένειας ήταν πλούσιο – περιτριγυρισμένο από δάσος, απέχοντας πολύ από το δρόμο, ενώ από εδώ μπορεί κάποιος να απολαύσει μια όμορφη θέα προς τη σερβική μεσαιωνική «χρυσή πόλη» Νόβο Μπρντο. Κάτω, συγκεκριμένα από το λόφο, πάνω στον οποίο βρίσκεται το σπίτι, υπάρχει ένα μακρύ δασικό μονοπάτι που περιτριγυρίζεται από ψηλές νεαρές βελανιδιές. Και πάνω από το κεφάλι σου φαντάζει ο ουρανός. Καθαρός και διάφανος, ώστε τη νύχτα αισθάνεσαι, ότι μπορείς εύκολα να φτάσεις ίσαμε οποιοδήποτε αστέρι – φαίνονται τόσο πολύ κοντά απ’ εδώ, αυτά τα λαμπερά αστέρια.
– Έτσι, θα σου πω, κοριτσάκι: εμείς κρατάμε αυτά που μας έδωσαν οι πρεσβύτεροι. Έμαθα τα πάντα από την πεθερά μου και τη μητέρα μου και δεν θέλω να αλλάξω με τίποτα αυτά τα έθιμα. Γιατί όμως; Στο ρεβεγιόν (σ.τ.μ. της παραμονής των Χριστουγέννων), σίγουρα θα έχουμε νηστήσιμη στριφτή πίτα (σ.τ.μ. χωρίς γέμιση τυριού ή μυζήθρας), ψάρι, φασόλια, πάπρικα, φρούτα και ξηρούς καρπούς. Άνδρες, ηλικιωμένοι και νέοι, πηγαίνουν στο δάσος όχι για το χριστουγεννιάτικο δέντρο, αλλά για το «μπάντνιακ», το κούτσουρο μιας νεαρής βελανιδιάς, και μόνο όταν το φέρνουν στο σπίτι, καθόμαστε για το βραδινό γεύμα. Σίγουρα θα φέρουν και άχυρο, επειδή ο Νεογέννητος Χριστός πλάγιασε σε μια φάτνη πάνω στο άχυρο.
Από την αρχαιότητα, ήταν συνηθισμένο για τους Σέρβους, να τρώνε την παραμονή των Χριστουγέννων, καθισμένοι πάνω σε άχυρο στο πάτωμα. Μερικοί άνθρωποι μέχρι σήμερα εξακολουθούν να τηρούν αυτό το έθιμο. Μετά την αγρυπνία, η οικογένεια μαζεύεται, τραγουδάμε το τροπάριο της Γεννήσεως του Χριστού, διαβάζουμε προσευχές και καθόμαστε για το φαγητό: έτσι τελειώνει η Χριστουγεννιάτικη νηστεία μας. Και το επόμενο πρωί, μετά τη λειτουργία, ο «πόλζανικ» – ο πρώτος επίσημος καλεσμένος των Χριστουγέννων – θα πρέπει να κοιτάξει μέσα στο σπίτι και να τους συγχαρεί όλους για τις γιορτές. Τις περισσότερες φορές είναι κάποιος από τους στενούς συγγενείς ή τους καλούς γείτονες. Αλλά, βλέπετε, σήμερα έχουμε μόνο λίγα σπίτια στο Μακρέσε, όπου ζουν Χριστιανοί. Εκεί, όπου τον γεννηθέντα Χριστό χαιρετίζουν με χαρά και εύχονται και προσεύχονται για την Γέννησή Του στα Σερβικά.
Από την αρχαιότητα, ήταν συνηθισμένο για τους Σέρβους να τρώνε την παραμονή των Χριστουγέννων, καθισμένοι πάνω σε άχυρο στο πάτωμα
Τις περισσότερες φορές, ο «πόλζανικ» δεν έρχεται στους Άλεξιτς. Μολαταύτα, για την Άλεξιτς υπάρχουν οι Άλεξιτς και ευχαριστώ τον Θεό γι' αυτό.
– Κοριτσάκι, κατάλαβέ το: το θέμα είναι να προστατεύσεις ό,τι είναι αιώνιο, ό,τι κάνει τον άνθρωπο ανθρώπινο: τη λειτουργία, την οικογένεια, το σπίτι, το ψωμί. Η οικογένειά μου με δίδαξε να πηγαίνω στην εκκλησία – μα, πού να πορευτείς χωρίς αυτήν, πού χωρίς τον Θεό; Και όλα τα άλλα που είναι τόσο δημοφιλή σήμερα, όλες αυτές οι γιρλάντες, ο θόρυβος, η φασαρία, το τρέξιμο για τα ψώνια – για μένα τίποτα περισσότερο δεν είναι από «παγανισμό» και ειδωλολατρεία. Ποιο είναι το νόημα του εορτασμού της Γεννήσεως του Χριστού, εάν ο Χριστός δεν συμμετέχει σε αυτόν; Επομένως, δεν μου χρειάζονται κάθε είδους επίσημες διαδηλώσεις, συναυλίες, και πυροτεχνήματα, που προσπαθούν να συνδεθούν με τις γιορτές – χρειάζομαι έναν ναό, μια οικογένεια, ένα χωριό: αυτά που φέρνουν πραγματικά την ευτυχία.
Η Γιοβάνα, η κόρη της Ζόριτσα, μιλάει απαλά, διακριτικά, μετρώντας προσεκτικά τα λόγια της, αλλά ακούγοντάς τα αισθάνεσαι κάποιο είδος φωτεινή δύναμη – αυτή τη δύναμη που διαλύει τη βραδινή ομίχλη πάνω από τους λόφους του Κοσσυφοπεδίου και των Μετοχίων. Όταν η ψυχή χαίρεται κάτω από τα Χριστουγεννιάτικα αστέρια του ουρανού μας, δεν θα παρασυρθεί ποτέ από την ψευδαίσθηση του κοσμικού φωτισμού. Ναι, τα σερβικά χωριά εδώ στην Παραμοράβια είναι ήσυχα, δεν γίνονται αμέσως αντιληπτά στο σκοτάδι – αλλά οι κάτοικοί τους, μου φαίνεται, ότι εκπέμπουν οι ίδιοι το φως.
Δεν μου χρειάζονται κάθε είδους επίσημες διαδηλώσεις, συναυλίες, και πυροτεχνήματα που προσπαθούν να συνδεθούν με τις γιορτές – χρειάζομαι έναν ναό, μια οικογένεια, ένα χωριό: αυτά φέρνουν πραγματικά την ευτυχία
– Δυστυχώς, σπάνια καταφέρνω να πάω στην εκκλησία: ξυπνάω με το πρώτο φως, φροντίζοντας τα ζωντανά (σ.τ.μ. τα βοοειδή). Στη συνέχεια, υπάρχουν οι δουλειές του σπιτιού: πρέπει να προλάβω να τα κάνω όλα πριν ξυπνήσουν όλοι. Δεν τρώνε πριν από την λειτουργία, πράγμα που σημαίνει, ότι πρέπει να προετοιμαστεί το μεσημεριανό γεύμα μέχρι να επιστρέψουν όλοι από την εκκλησία. Έτσι είμαι απασχολημένη με το ζέσταμα του φαγητού και το στρώσιμο του τραπεζιού. Θα υπάρχει ψητή χήνα, ψημένο κρέας και, φυσικά, μπάνιτσα (σ.τ.μ. στριφτή τυρόπιτα) και πολλά άλλα, κι αφήστε τους οικοδεσπότες και τους επισκέπτες να χαίρονται!
Όχι, δεν πηγαίνω πουθενά στις γιορτές αυτές – ούτε για περίπατο. Η πρώτη μέρα των Χριστουγέννων είναι για την οικογένεια και οι επόμενες για τους καλεσμένους.
Η Ζόριτσα τους περιμένει, ζυμώνει τη ζύμη, ψήνει, φροντίζει για όλα. Ακούραστη. Οι μανάδες μας είναι ευτυχείς να είναι απασχολημένες. Νομίζω ότι οι «μπάνιτσές» τους είναι οι καλύτερες προσευχές προς τον Κύριο.