Τον Αύγουστο του 2023 η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας συμπεριέλαβε στο αγιολόγιό της, τα ονόματα των Αγίων που αγιοκατατάχτηκαν και δοξάστηκαν τον Μάιο του 2023 από την Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία, συγκεκριμένα της σερβικής μονής Ζιτομίσλιτς (Επισκοπή Ζαχουμίου-Ερζεγοβίνης) Κωνσταντίνου (Βουτσούρεβιτς, 1908-1941), των εγκαταβιούντων στην Ιερά Μονή ιερομόναχων Δοσιθέου (Βουκίτσεβιτς, 1915-1941) και Μακαρίου (Πεγιάκ, 1915-1941), υποτακτικού Μλάντεν Σάρεν (1922-1941), του γραμματέως του επισκοπικού δικαστηρίου, Πρωτοδιακόνου Βλαδίμηρου Τσέγιοβιτς (1904-1941) και των απόφοιτων του Σεμιναρίου Μάρκο Προντάνοβιτς († 1941) και Μπράνκο Μπιλάνοβιτς (1920-1941). Η ιστορία του ομολογητηρίου τους είναι μια από τις σημαντικότερες σελίδες του πολύτομου μαρτυρολογίου του αδελφικού ορθόδοξου σερβικού λαού.
Εικόνα των Μαρτύρων του Ζιτομίσλιτς
Μετά τη δημιουργία του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας, το 1941, μια μαζική γενοκτονία των Ορθοδόξων Σέρβων, που αποτελούσαν περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας, ξεκίνησε στα κατεχόμενα εδάφη. Οι νέες αρχές εξουσίας υιοθέτησαν ορισμένους νόμους που έκαναν διακρίσεις εις βάρος εκπροσώπων άλλων εθνοτήτων. Στις 17 Απριλίου θεσπίστηκε ο νόμος «για την προστασία του λαού και του κράτους», στις 25 Απριλίου – «για την απαγόρευση του κυριλλικού αλφαβήτου», στις 30 Απριλίου – «για την προστασία του αριανού αίματος και της τιμής του κροατικού λαού», «Σχετικώς με το φυλετικό» κ.λπ. Οι Σέρβοι διατάχθηκαν να φορούν περιβραχιόνια με το γράμμα «Ο», που σήμαινε «Ορθόδοξος».
Την ημέρα της επίθεσης της ναζιστικής Γερμανίας στην ΕΣΣΔ, στις 22 Ιουνίου 1941, στο Γκόσπιτς, ο Υπουργός Θρησκευτικών Υποθέσεων και Παιδείας του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας, Μίλε Μπούντακ, έκανε μια ομιλία όπου κατέστησε πολύ σαφές, τι περίμενε τους Ορθόδοξους Σέρβους στο νεοσύστατο κράτος. Είπε:
«Ένα μέρος των Σέρβων θα το εξολοθρεύσουμε, το άλλο θα το εκδιώξουμε και το υπόλοιπο θα το μετατρέψουμε σε Κροάτες»
«Θα εξολοθρεύσουμε ένα μέρος των Σέρβων, θα εκδιώξουμε το άλλο, ενώ θα προσηλυτίσουμε τους υπόλοιπους στην Καθολική πίστη και θα τους μετατρέψουμε σε Κροάτες. Έτσι, τα ίχνη τους, σύντομα θα χαθούν και αυτό που απομείνει, θα είναι μόνο μια κακή ανάμνηση από αυτούς».
Στη συνέχεια πρόσθεσε:
«Έχουμε τρία εκατομμύρια σφαίρες για Σέρβους, Εβραίους και Τσιγγάνους».
Στις 26 Ιουνίου, μέρος της ομιλίας του δημοσιεύθηκε από την εφημερίδα «Χορβάτσκι Λιστ». Άρχισε η μαζική μεταστροφή των Σέρβων στον Καθολικισμό. Ιερείς, συνοδευόμενοι από οπλισμένα αποσπάσματα Ουστάσι, περιόδευαν σε πόλεις και χωριά της Κράϊνας, της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και μυούσαν τους Σέρβους στην πίστη τους. Ο Άγγλος ιστορικός, Richard West, σε ένα από τα βιβλία του αναφέρεται στο κείμενο μιας Βοσνιακής εφημερίδας, η οποία περιέγραψε για τη μεταστροφή στον Καθολικισμό 70 χιλιάδων Σέρβων στη μητρόπολη της Μπάνια Λούκα.
Το καλοκαίρι του 1941, οι Ουστάσι άρχισαν μια πλήρη εφαρμογή ενός σχεδίου για τη συστηματική εξόντωση του σερβικού λαού. Ολόκληρα χωριά σφαγιάστηκαν και από τους Κροάτες Ναζί δεν γλίτωσε κανένας. Άνθρωποι πυροβολήθηκαν, κάηκαν, ρίχτηκαν από γκρεμούς και βράχους και θάφτηκαν ζωντανοί. Ένας τεράστιος αριθμός πτωμάτων ρίχτηκαν στα νερά των ποταμών Ντρίνα, Ντράβα και Σάβα για να φτάσουν μέχρι τη Σερβία. Μερικοί είχαν πάνω τους πινακίδες με επιγραφές όπως «διαβατήριο για το Βελιγράδι», «σεβούμενος για τη Σερβία», «στο Βελιγράδι, στον βασιλιά Πέτρο». Σε μόλις 6 εβδομάδες του έτους 1941, οι Ούστασι σκότωσαν τρεις Ορθόδοξους επισκόπους και 180.000 Σέρβους. Σύμφωνα με επίσημες στατιστικές, περίπου ίδιος αριθμός ανθρώπων κατέφυγε στη Σερβία. Ήταν οι Σέρβοι εκείνοι, που αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων του καθεστώτος των Ουστάσι.
Σε μόλις 6 εβδομάδες του έτους 1941, οι Ουστάσι σκότωσαν τρεις Ορθόδοξους επισκόπους και 180.000 Σέρβους
Στρατόπεδα συγκέντρωσης άρχισαν να δημιουργούνται σε ολόκληρο το ανεξάρτητο κράτος της Κροατίας με την ονομασία «συγκέντρωσης και εργασίας», ενώ επί συνόλω συστήθηκαν 22 τέτοια στρατόπεδα. Το πιο διάσημο «στρατόπεδο θανάτου» του Ανεξάρτητου Κροατικού κράτους ήταν το Γιασένοβατς, που ιδρύθηκε τον Μάιο του 1941. Ήταν ένα ολόκληρο συγκρότημα αποτελούμενο από διάφορες πτέρυγες: για Σέρβους, Εβραίους, Κροάτες – αντιπάλους των Ουστάσι και τσιγγάνους. Άνθρωποι σκοτώνονταν σε αυτό το στρατόπεδο καθημερινά. Από τον Ιανουάριο μέχρι και το Φεβρουάριο του 1942, οικοδομήθηκαν δύο φούρνοι αποτέφρωσης στο Γιασένοβατς, σχεδιασμένοι από τον συνταγματάρχη των Ουστάσι, Χίνκο Πιτσίλι. Στους 3 μήνες της λειτουργίας τους, 15.000 πτώματα αποτεφρώθηκαν. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 1941, όλα τα παιδιά έμεναν μαζί με τις οικογένειές τους, στη συνέχεια 400 από αυτά τοποθετήθηκαν σε ξεχωριστό στρατώνα και μετά θανατώθηκαν.
Περιοδικά, υπήρχαν «διαγωνισμοί» δεξιοτήτων μεταξύ των εκτελεστών στο στρατόπεδο. Νικητής αυτών των διαγωνισμών, ήταν ο Πέταρ Μπίρζιτσα, φοιτητής στο Φραγκισκανικό κολλέγιο στο Σιρόκι Μπριέγκ και μέλος της αδελφότητας των Σταυροφόρων. Τη νύχτα της 29ης Αυγούστου του 1942, σκότωσε 1.300 ανθρώπους. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1944-1945, ο ρυθμός των εκτελέσεων επιταχύνθηκε. Τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, 15.000 νέοι κρατούμενοι θανατώθηκαν αμέσως μετά την άφιξή τους στο Γιασένοβατς. Στο τέλος του μήνα, το στρατόπεδο εκκαθαρίστηκε. Ο ακριβής αριθμός των ανθρώπων που σκοτώθηκαν σε αυτό είναι ακόμα άγνωστος. Συνολικά, εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά σκοτώθηκαν και βασανίστηκαν στα στρατόπεδα θανάτου.
Περιοδικά, υπήρχαν «διαγωνισμοί» δεξιοτήτων μεταξύ των εκτελεστών στο στρατόπεδο
Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων της γενοκτονίας των Ορθοδόξων Σέρβων από τους Ουστάσι είναι ακόμα άγνωστος. Ο Γερμανός διπλωμάτης Χέρμαν Νιουμπάχερ, αυτόπτης μάρτυρας της μαζικής καταστολής των Σέρβων στο Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας, έγραψε:
«Όταν οι ανώτεροι αξιωματούχοι των Ουστάσι ισχυρίζονται ότι σκότωσαν ένα εκατομμύριο Ορθόδοξους Σέρβους (συμπεριλαμβανομένων βρεφών, παιδιών, γυναικών και ηλικιωμένων), κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι υπερβολή. Με βάση τα έγγραφα που έλαβα, υπολογίζω ότι σκοτώθηκαν 750.000 ανυπεράσπιστοι άνθρωποι».
***
…Οι συλληφθέντες εγκαταβιούντες μοναχοί της Μονής Ζιτομίσλιτς, μεταφέρθηκαν στο τοπικό γραφείο του διοικητή. Οι φασίστες Ουστάσι ζήτησαν μόνο ένα πράγμα από τους μοναχούς, να απαρνηθούν την ορθόδοξη πίστη τους. Στις 26 Ιουνίου 1941, μετά από κακοποιήσεις και βασανιστήρια και βλέποντας την ακαμψία τους, οι εκτελεστές μετέφεραν τους μάρτυρες στον εγκρεμνό Βιντόνια, ο οποίος βρίσκεται πάνω από την πεδιάδα Μπίλετιτς, όπου τους έσπρωξαν σε αυτόν, ρίχνοντάς τους πάνω στα βράχια. Την εποχή του μαρτυρίου του, ο ηγούμενος του μοναστηριού, ο πατήρ Κωνσταντίνος, ήταν 33 ετών. Ο υποτακτικός που συνελήφθη μαζί του ήταν μόλις 18 ετών. Στον πρωτοδιάκονο Βλαδίμηρο Τσέγιοβιτς, ο οποίος δεν ήταν κάτοικος του μοναστηριού, αλλά προερχόταν από το εμπόλεμο Μαυροβούνιο, πρότειναν να φύγει, αλλά αυτός αρνήθηκε να εγκαταλείψει τους αδελφούς του μοναχούς.
Ο ηγούμενος της Μονής Ζιτομίσλιτς, ηγούμενος Ντανίλο (Πάβλοβιτς), ανέφερε για τους μάρτυρες:
«Ήταν τόσο νέοι, δεν αποτελούσαν απειλή για κανέναν, ζούσαν ειρηνικά με τους γείτονές τους. Ωστόσο, τερμάτισαν τη ζωή τους, όπως οι περισσότεροι από τους ανθρώπους μας από την κοιλάδα Νερέτβα και άλλα μέρη, στην επικράτεια του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας, όπου ζούσαν Ορθόδοξοι Σέρβοι».
Το τέμπλο της Εκκλησίας της Μονής. Στα αριστερά βρίσκονται τα λείψανα των Αγίων Μαρτύρων του Ζιτομίσλιτς
Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου, ο μητροπολίτης Βλαντισλάβ προσπάθησε να ενταφιάσει τους μάρτυρες με αξιοπρέπεια τη δεκαετία του 1960, αλλά οι κομμουνιστικές αρχές δεν του το επέτρεψαν. Μόνο το 1991, τα σώματα των μαρτύρων σηκώθηκαν από το λάκκο και θάφτηκαν σε τάφο πάνω από την εκκλησία του μοναστηριού. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη το 1992, το μοναστήρι καταστράφηκε, ενώ νέοι βασανιστές έριξαν εκρηκτικά στον τάφο. Σήμερα έχει διατηρηθεί μόνο ένα μέρος των ιερών λειψάνων, τα οποία τοποθετούνται στην κιβωτό και αποθηκεύονται στο ναό μπροστά από το ιερό.
Το 2005, ανακηρύχθηκαν μάρτυρες για το γεγονός, ότι τα άγια σώματά τους θανατώθηκαν δύο φορές, από τότε οι αδελφοί τους τιμούσαν, προσεύχονταν σε αυτούς και τους μνημόνευαν σε κάθε θεία λειτουργία. Σύμφωνα με τον ηγούμενο, στο διάβα των αιώνων, το μοναστήρι Ζιτομίσλιτς και οι αδελφοί του μοιράζονταν πάντα τη μοίρα του λαού τους. Υπάρχουν αρχεία από την οθωμανική εποχή που δείχνουν, ότι ήταν δύσκολο για τη μοναστική αδελφότητα να υπομείνει την τουρκική καταπίεση, αλλά οι περιηγητές-συγγραφείς, οι επισκέπτες του μοναστηριού, ήταν πάντα έκπληκτοι για το πώς συνυπήρχε εν μέσω των χαλεπών εκείνων καιρών και πώς οι μοναχοί προσπάθησαν και κράτησαν αλώβητο το μοναστήρι τους. Ήταν ένα σχολείο αλφαβητισμού για παιδιά της Σερβίας και διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με το Άγιον Όρος και με τη Ρωσία.
Η κιβωτός με τα άγια λείψανα των μαρτύρων της μονής Ζιτομίσλιτς
«Το μοναστήρι Ζιτομίσλιτς ήταν πάντα ένας φάρος για τον λαό μας και μοιράστηκε τη μοίρα του λαού. Λεηλατήθηκε εντελώς και εγκαταλείφθηκε κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων πολέμων, αλλά ανασυγκροτήθηκε πάντα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και διατηρήθηκε για να καταστεί μάρτυρας στους λαούς, που ζούσαν σε γειτονικές του περιοχές, για την αληθινή ορθόδοξη πίστη, την πίστη της εμπιστοσύνης, τη χριστιανική και ευαγγελική πίστη», δήλωσε ο ηγούμενος Ντανίλο.
Όταν διαβάζεις την ιστορία των μαρτύρων του Ζιτομίσλιτς, έρχονται στο μυαλό σου τα λόγια του Σέρβου Πατριάρχη Παύλου:
«Δεν επιλέξαμε, ούτε τη χώρα που γεννηθήκαμε, ούτε το λαό μέσα στον οποίο γεννηθήκαμε, ούτε τον χρόνο στον οποίο γεννηθήκαμε, αλλά επιλέξαμε μόνο ένα πράγμα: να είμαστε άνθρωποι ή απάνθρωποι».