Πορτρέτο του ναύαρχου Αλεξέι Σαμουίλοβιτς Γκρέιγκ. Ζωγράφος: Β.Ι. Μπριόσκι Η διαιώνιση της μνήμης του γεγονότος του Βαπτίσματος του Αγίου Πρίγκιπα Βλαδίμηρου στη Χερσόνησο ανάγεται στην ιδέα του Γενικού Αρχηγού του στόλου και των λιμένων της Μαύρης Θάλασσας, του στρατιωτικού κυβερνήτη του Νικολάεφ και της Σεβαστούπολης Αλεξέι Σαμουίλοβιτς Γκρέιγκ. Μετά την παραλαβή της βασιλικής έγκρισης αυτής της ιδέας, άνοιξε μια συνδρομή για εθελοντικές δωρεές για την υλοποίηση αυτής της πρωτοβουλίας. Το Μοναστήρι του Αγίου Βλαδίμηρου ιδρύθηκε ανάμεσα στα ερείπια της αρχαίας Χερσονήσου και σε σύγκριση με πολλά άλλα ρωσικά μοναστήρια και λάβρες, θεωρήθηκε σχετικά νέο. Του επιτράπηκε να ευημερήσει για λίγο περισσότερο από 70 χρόνια, διάστημα που στο μέτρο των ανθρώπινων δυνατοτήτων δεν ήταν αρκετό.
Ωστόσο, η ίδρυση της μονής, θεμελιώθηκε στα χώματα που δοξάστηκε το αρχαίο ρωσικό χρονικό του Κορσούν, όπου το 988 ο πρίγκιπας Βλαδίμηρος του Κιέβου μετέλαβε το Άγιο Βάπτισμα. Το μελλοντικό μοναστήρι κλήθηκε να εκπληρώσει την αποστολή της δημιουργίας ενός ζωντανού μνημείου με αυτό το γεγονός, το οποίο καθόρισε και τον πνευματικό φορέα ανάπτυξης του ρωσικού λαού και του κράτους. Η αρχαιότητα των ιστορικών ερειπίων επισκίασε το νεόδμητο μοναστήρι, σε πλήρη συμφωνία με το σχέδιο του αρχιεπισκόπου της Χερσώνας και Ταυρίδας, Ιννοκέντιου, ο οποίος κατανόησε την ιερότητα της γης της Ταυρίδας. Χάρη στις προσπάθειες του ιεράρχη, η Ιερά Σύνοδος ενέκρινε την "αποκατάσταση ένεκα μνήμης από τους εκκλησιαστικούς θεσμούς, αρχαίων ιερών τόπων στη χερσόνησο της Ταυρίδας". Ταυτόχρονα, το μοναστήρι του Αγίου Βλαδίμηρου κατέστη ο διάδοχος εκείνων των μοναστηριών, που κάποτε υπήρχαν σε αυτό το μέρος, στη Χερσόνησο Κορσούν.
Λόγω της απόστασης του οικισμού της Χερσονήσου από την αστικό ιστό δόμησης, στη δεκαετία του 1840 αποφασίστηκε να χτιστεί ένας άλλος ναός προς τιμήν του Αγίου και Ισαποστόλου πρίγκιπα Βλαδίμηρου, στο κέντρο της Σεβαστούπολης, στο Λόφο της Πόλης (Καθεδρικός Ναός του πρίγκιπα Βλαδίμηρου – Κοιμητήριο των Ναυάρχων). Η απόφαση αυτή επηρέασε την πορεία της δόμησης στην ίδια τη Χερσόνησο. Η έλλειψη υλικών και εργαζομένων, προκάλεσε διακοπή λειτουργίας, ενώ και η έλλειψη κεφαλαίων επέφερε τη σύγχυση στα έργα και τις μελέτες, που επηρεάστηκαν σοβαρά. Η κατασκευή του καθεδρικού ναού στη Χερσόνησο διήρκεσε επί τρεις δεκαετίες και το χτίσιμο της μονής, επίσης, ήταν αργό. Το 1853, ο ηγούμενος της Μονής Αγίας Κοίμησης του Μπαχτσισαράι, αφιέρωσε μια μικρή εκκλησία στο χώρο του βαπτίσματος στον πρίγκιπα Βλαδίμηρο. Κάποιοι ερευνητές πιστεύουν, ότι ήταν αφιερωμένη στο όνομα της Αγίας, Ισαποστόλου και Μεγάλης Δούκισσας, Όλγας, ενώ άλλοι μιλούν για την αφιέρωσή της προς τιμήν του Αγίου πρίγκιπα Βλαδίμηρου. Εκείνη την εποχή, χτίστηκαν αρκετά μικρά κτίρια στο Κοινόβιο.
Κατά την ηρωική άμυνα της Σεβαστούπολης (1854-1855), οι θέσεις των γαλλικών στρατευμάτων βρίσκονταν στο έδαφος της Χερσονήσου και έτσι κατά τη διάρκεια των μαχών καταστράφηκε ένας μικρός αριθμός των κτιρίων του Κοινοβίου.
Το 1858, ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος Β' ενέκρινε διάταγμα για την κατασκευή καθεδρικού ναού στη Χερσόνησο. Τρία (3) χρόνια αργότερα, ο αυτοκράτορας έθεσε τον θεμέλιο λίθο του μεγαλοπρεπούς καθεδρικού ναού του Αγίου Βλαδίμηρου. Σύντομα, με την αυτοκρατορική απόφαση και το προσδιοριστήριο της Ιεράς Συνόδου, το κοινόβιο της Χερσονήσου έλαβε το καθεστώς της "μονής πρώτης κατηγορίας, σύμφωνα με το τυπικό (σημ. τ. μεταφρ. μηνολόγιο) των δυτικών επισκοπών".
Στις αρχές του 20ού αιώνα, το μοναστήρι αναπτύχθηκε και εφοδιάστηκε με όλα τα αναγκαία για τη λειτουργία του. Οι οικονομικές σχέσεις του δεν περιορίστηκαν στη Σεβαστούπολη και την Κριμαία. Διάφορα ξύλινα αντικείμενα προήλθαν από το Σεργκίεφ Ποσάντ, ασημένιες εικόνες από την επαρχία του Βορονέζ και της Κοστρομά, γυάλινοι, κεχριμπαρένιοι και οστέϊνοι σταυροί στάλθηκαν στο μοναστήρι από τη Βαρσοβία, ενώ ιερατικά άμφια ήρθαν εκεί από τη Μόσχα. Στο Γιαροσλάβλ, αγιογραφήθηκαν ωραίες εικόνες και στην επαρχία Τσερνιγκόφ κατασκευάστηκαν ξύλινα κουτάλια για το μοναστηριακό κατάστημα καθώς και πολλά προϊόντα αγοράστηκαν επίσης από την επαρχία του Νίζνι Νόβγκοροντ.
Τη δεκαετία του 1870 ή του 1880
Ένα σημαντικό μέρος των μοναχών και των υποτακτικών αποτελούνταν από άτομα με αρκετά υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης – αξιωματικούς, διανοούμενους, παιδιά εμπόρων, ιερείς και κληρικούς. Αυτό επιβεβαιώνεται από τα αρχεία αγοράς βιβλίων, καθώς και από τις ετήσιες συνδρομές των έντυπων εκδόσεων του μοναστηριού. Έγγραφα σχετικά με τη μισθοδοσία που καταβάλετο μηνιαίως στους μισθωτούς εργάτες του μοναστηριού έχουν διατηρηθεί μόνο για το έτος 1900: ένας αμαξάς και ο βοηθός του, ένας μάγειρας, ένας ξυλουργός, μια πλύστρα, ένας βοσκός, ένας κηπουρός, ένας δάσκαλος, οι οποίοι έλαβαν επαρκείς μισθούς, ενώ μισθωτοί εργάτες εργάζονταν και στους αμπελώνες, στον ανθόκηπο και στον λαχανόκηπο του μοναστηριού.
Το μοναστήρι επισκέφθηκε επανειλημμένα ο αυτοκράτορας Νικόλαος Β', Μεγάλοι Δούκες, οι οποίοι προσευχήθηκαν και επιθεώρησαν τις ανασκαφές της Χερσονήσου στον καθεδρικό ναό του Αγίου Βλαδίμηρου.
Το 1888, η Μονή Χερσονήσου, φιλοξένησε την πανρωσική εοορτή με την ευκαιρία της 900ής επετείου του Βαπτίσματος της Ρωσίας. Το μοναστήρι επισκέφθηκε επανειλημμένα ο αυτοκράτορας Νικόλαος Β', Μεγάλοι Δούκες, ενώ κληρονόμοι και εκπρόσωποι ευρωπαϊκών χωρών προσευχήθηκαν και επιθεώρησαν τις ανασκαφές της Χερσονήσου στον καθεδρικό ναό του Αγίου Βλαδίμηρου. Κατασκευάστηκαν μια νέα τραπεζαρία με τραπέζια για τους εργάτες (αργότερα αποτέλεσε την Αίθουσα Εκθέσεων της Αρχαίας Ιστορίας της Χερσονήσου), μια κουζίνα, ένα αρτοποιείο και κελλιά. Μέχρι το 1919, το προσωπικό της Μονής αποτελούνταν από τον πρωθιερέα στο βαθμό του αρχιμανδρίτη, τον εφημέριο, τον ηγούμενο, οκτώ ιερομόναχους, τέσσερις ιεροδιάκονους, τον πρωτοδιάκονο, τρεις μοναχούς, εννέα υποτακτικούς, τον επίσκοπο Ιννοκέντιο (Σολόδτσιν), ο οποίος ήταν σε συνταξιοδότηση, συνολικά πάνω από 40 άτομα.
Χάρτης του ακρωτηρίου της Χερσονήσου του 1875
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου παγκοσμίου πολέμου, πραγματοποιήθηκαν προσευχές στην εκκλησία του καθεδρικού ναού για το ευχαριστήριο δώρο της νίκης κατά των εχθρών. Το φθινόπωρο του 1920, μια από τις τελευταίες πράξεις του Εμφυλίου πολέμου έλαβε χώρα στη Σεβαστούπολη. Η επιθετική επιχείρηση των στρατευμάτων του Νότιου μετώπου του Κόκκινου στρατού εναντίον των Ενόπλων δυνάμεων της Νότιας Ρωσίας (στρατός του στρατηγού Π.Ν. Βράνγκελ) κατέληξε με την διάσπαση των οχυρώσεων στον Ισθμό του Περεκόπ. Στις 15 Νοεμβρίου, μονάδες του Κόκκινου στρατού εισήλθαν στη Σεβαστούπολη και στη Θεοδοσία. Περισσότεροι από 146 χιλιάδες άνθρωποι πάνω σε 126 πολεμικά και εμπορικά πλοία στάλθηκαν στην εξορία από τη Σεβαστούπολη και τις πόλεις της Κριμαίας (η εκκένωση στο Κερτς έληξε στις 17 Νοεμβρίου). Αυτά τα γεγονότα ονομάστηκαν "Εκκένωση της Κριμαίας" ή "Ρωσική έξοδος".
Στις αρχές του 1921, ένα προσωρινό στρατόπεδο συγκέντρωσης της ΕΚΠΔ (σημ. τ. μεταφρ. Ενωμένη Κρατική Πολιτική Διοίκηση) ιδρύθηκε στο χώρο του μοναστηριού, το οποίο διατηρήθηκε εκεί για περίπου 7 μήνες. Όλος ο γεωργικός εξοπλισμός του μοναστηριού, συμπεριλαμβανομένων και των βοοειδών, κατασχέθηκε. Ένα ίδρυμα για άτομα με ειδικές ανάγκες, ένα φτωχοκομείο της πόλης και ένα σύνταγμα τυφεκιοφόρων συστάθηκαν εδώ. Ο κήπος αποψιλώθηκε, τα κιόσκια και το λουτρό κάηκαν, τα κτίρια του μοναστηριού γκρεμίστηκαν. Όλες οι κατοικίες καταλήφθηκαν από υπηρεσίες κοινωνικής ασφάλισης και στρατιωτική μονάδα. Επιτάχθηκαν εργαστήρια και έπιπλα. Η επιτροπή Σεβαστούπολης στα πλαίσια της κατάσχεσης εκκλησιαστικών τιμαλφών, κατάσχεσε περίπου "90 εξαιρετικά πολύτιμα θρησκευτικά αντικείμενα".
Το 1922, η εκτελεστική επιτροπή της Σεβαστούπολης, υπέγραψε συμφωνία με εκπροσώπους της μοναστικής κοινότητας για την "παράδοση των εκκλησιών στους πιστούς" καθώς και για ορισμένες εγκαταστάσεις του μοναστηριού, αλλά η συμφωνία τερματίστηκε ένα μήνα αργότερα. Οι περισσότεροι μοναχοί και κληρικοί εκδιώχθηκαν από το μοναστήρι, ο τελευταίος ηγούμενος του μοναστηριού της Χερσονήσου ήταν ο αρχιμανδρίτης Διονύσιος (Τσουντνοβέτς), ο οποίος το διοίκησε μέχρι τον Ιούλιο του 1923. Στις αρχές του 1924, με απόφαση της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής (ΚΕΕ) της Κριμαίας, το μοναστήρι καταργήθηκε. Με ένα διάταγμα της ΚΕΕ Κριμαίας, ο καθεδρικός ναός του Αγίου Βλαδίμηρου, ο ναός των Επτά Αγίων Μαρτύρων της Χερσονήσου και η οικιακή (σημ. τ. μεταφρ. ιδιωτική ή του κοινωφελούς ιδρύματος) εκκλησία της Θεομήτορος του Κορσούν, έπρεπε να εκκαθαριστούν. Τον Αύγουστο του 1925, οι ναοί και οι αποθηκευτικοί χώροι με την υπόλοιπη περιουσία μεταφέρθηκαν στη "Διεύθυνση ανασκαφών της Χερσονήσου".
Οι πιστοί της ορθόδοξης κοινότητας, υπέβαλαν αίτηση στην τοπική εκτελεστική επιτροπή με αίτημα να μεταβιβασθεί η εκκλησία των Επτά Αγίων Μαρτύρων της Χερσονήσου σε αυτούς, αλλά απορρίφθηκε. Ο ηγούμενος και δύο ιερομόναχοι παρέμειναν στον καθεδρικό ναό του Αγίου Βλαδίμηρου, ενώ το ενοριακό συμβούλιο του καθεδρικού ναού του Αγίου Βλαδίμηρου, στεγάστηκε σε μια αίθουσα στο κτίριο φιλοξενίας των προσκυνητών στο χώρο του πρώην μοναστηριού.
Στις 28 Ιουλίου 1925 πραγματοποιήθηκε η τελευταία Θεία λειτουργία. Η εκκλησία στο όνομα των Επτά Αγίων Μαρτύρων μετατράπηκε σε μουσειακό εκθετήριο. Μετά το κλείσιμο του καθεδρικού ναού του Αγίου Βλαδίμηρου, η κατάσταση του κτιρίου άρχισε να επιδεινώνεται και τελικά να καταρρέει, ενώ συλήθηκε επανειλημμένως.
Μετά το κλείσιμο του καθεδρικού ναού του Αγίου Βλαδίμηρου, η κατάσταση του κτιρίου άρχισε να επιδεινώνεται και τελικά να καταρρέει, ενώ συλήθηκε επανειλημμένως.
Κατά τη διάρκεια της ηρωικής άμυνας της Σεβαστούπολης το 1941-1942, ο καθεδρικός ναός δέχτηκε σχεδόν καθημερινά επιδρομές από εχθρικά αεροσκάφη. Φασιστικές μαγνητo-ακουστικές νάρκες που έπεσαν από αεροπλάνα προκάλεσαν επίσης ζημιές. Έτσι, τον Ιούνιο του 1941, μια από αυτές τις νάρκες κατέστρεψε σε μεγάλο βαθμό το κτίριο. Το 1942, ο θόλος του ναού διαλύθηκε από ένα εχθρικό βλήμα μεγάλου διαμετρήματος. Αργότερα, το τύμπανο με τον θόλο κατέρρευσε, η επικάλυψη μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου εξώστη, κατέρρευσε, οι τοίχοι έσπασαν και οι τοιχογραφίες καταστράφηκαν σχεδόν ολοσχερώς.
Χερσόνησος, 1970-1980. Φωτογράφηση: Αλεξάντρ Στεπάνοφ
Για πολύ καιρό το κτίριο ήταν κατεστραμμένο. Το 1994, ο καθεδρικός ναός του Αγίου Βλαδίμηρου μεταφέρθηκε στην εκκλησία και πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες ιερές ακολουθίες. Μετά από 5 χρόνια, οι αρχές αποφάσισαν να το αποκαταστήσουν και άρχισαν οι κατασκευαστικές εργασίες. Τα σκίτσα των αγιογραφιών του εσωτερικού με βάση το ιστορικό υλικό αγιογραφήθηκαν από καλλιτέχνες της Ακαδημίας Τεχνών της Αγίας Πετρούπολης.
Ο καθεδρικός ναός Αγίου Βλαδίμηρου της Χερσονήσου το 1970
Λίγα χρόνια αργότερα, οι ιερές ακολουθίες επέστρεψαν και στην εκκλησία στο όνομα των Επτά αγίων μαρτύρων της Χερσονήσου. Ένας σταυρός επίσης τοποθετήθηκε πάνω στον τρούλο του καθεδρικού ναού του Αγίου Βλαδίμηρου.
Ο καθεδρικός ναός του Αγίου Βλαδίμηρου της Χερσονήσου το 1980
Στις 2 Αυγούστου 2009, την Ημέρα μνήμης του Αγίου Προφήτη του Θεού, Ηλία, ο Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας και Πάσης Ρωσίας, Κύριλλος, τέλεσε τη Θεία λειτουργία στην αρχαία Ταυρική Χερσόνησο κοντά στα τείχη του καθεδρικού ναού του Αγίου και Ισαποστόλου, Πρίγκιπα Βλαδίμηρου. Τον Παναγιώτατο συνόδευσε ο Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου και Πάσης Ουκρανίας, Βλαδίμηρος και περισσότεροι από εκατό αρχιερείς από την Ουκρανία, τη Ρωσία, τη Λευκορωσία, τη Μολδαβία και άλλες χώρες, καθώς και πλήθος κληρικών. Σύντομα, με τις προσπάθειες των ευεργετών, έλαβε χώρα και πλήρης αποκατάσταση του ναού στο όνομα των Επτά Αγίων Μαρτύρων της Χερσονήσου.
Θεία λειτουργία στον καθεδρικό ναό του Αγίου Βλαδίμηρου της Χερσονήσου στις 2 Αυγούστου 2009. Φωτογραφία: patriarchia.ru
Στη Χερσόνησο διαμορφώθηκε μια πνευματική παράδοση για την τέλεση ιερών ακολουθιών στη θέση των αρχαίων χριστιανικών ναών
Το 2014, η Σεβαστούπολη επέστρεψε στην ιστορική Πατρίδα της. Από τότε, έχει διαμορφωθεί μια πνευματική παράδοση στη Χερσόνησο για την τέλεση ιερών ακολουθιών στη θέση των αρχαίων χριστιανικών ναών. Την άνοιξη του 2016, με την ευλογία του Αγιωτάτου Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσιών, Κυρίλλου, ο επίσκοπος Γεγκοριέφσκι Τίχων (Σεβκουνόφ), πρόεδρος του Πατριαρχικού συμβουλίου πολιτισμού, τέλεσε τη Θεία λειτουργία στη βασιλική του Αποστόλου Πέτρου, που ονομάζεται επίσης "Ουβαρόφσκαγια". Σε αυτήν, σύμφωνα με μια από τις ιστορικές εκδοχές, βαφτίστηκε ο Άγιος και Ισαπόστολος Πρίγκιπας Βλαδίμηρος.
Ακριβώς 100 χρόνια μετά το κλείσιμο του μοναστηριού, λήφθηκε μια ιστορική απόφαση για την αναβίωση της Μονής του Αγίου Βλαδίμηρου. Για τη Ρωσία, η Χερσόνησος κατέστη μια ιερή πηγή, μια κολυμβήθρα μέσα από την οποία γεννήθηκε μια νέα ζωή, όπου το φως του Χριστού έλαμψε γι' αυτήν. Για άλλη μια φορά, τα περιγράμματα των Χριστιανικών Εκκλησιών εμφανίζονται κάτω από τα παλιά στρώματα, μαρτυρώντας τη συνέχεια της λειτουργικής ζωής του αρχαίου Κορσούν.
Ο μητροπολίτης Τίχων (Σεβκουνόφ) στη Χερσόνησο
Έφτασε η χαρούμενη εποχή της αναγέννησης, της δημιουργίας και της προσευχητικής ζωής της Αγίας Μονής!