Στις 22 Οκτωβρίου του 2019 συμπληρώθηκε 1 έτος από την κοίμηση εν Κυρίω του γέροντα Γρηγορίου (Ζουμή), του καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου του Αγίου Όρους.
Είναι εκείνος που μπορούσε να πει αυτό που εσύ ποτέ και από πουθενά δε θα άκουγες. Πως, για παράδειγμα, να διεισδύσεις στην ουσία του άλλου ανθρώπου; Αλλά κυρίως, πόσο θα σου στοιχίσει κάτι τέτοιο; Τον γέροντα τον θυμούνται και αυτοί που ακόμα σπάνε το κεφάλι τους για να καταλάβουν τα λόγια και τα έργα του...
Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος (Ζουμής)
Επίκαιρη συζήτηση
Ο πρωθιερέας Βαλεριάν Κρέτσετοβ, εφημέριος του Ιερού Ναού της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Ιερού Ναού των Νεομαρτύρων και Ομολογητών της Ρωσικής Εκκλησίας στο Ακούλοβο:
– Ο γέροντας Γρηγόριος είναι πολύ συγκινητικός γέροντας. Είχε τέτοια αγάπη για τους ανθρώπους! Κάποια στιγμή πήγαμε στην Μονή Δοχειαρίου. Ήταν κάποια ειδική μέρα τότε. Εμείς νομίζαμε ότι ο ίδιος θα μας πει κάτι, αλλά αυτός άρχισε να ζητάει από εμένα να το κάνω. Και έτσι μίλησα εκεί στην αδελφότητα.
Πρωθιερέας Βαλεριάν Κρέτσετοβ και ο δούλος του Θεού Ραφαήλ
Αυτός ήταν, παρεμπιπτόντως, που είπε αυτά τα επίκαιρα τώρα λόγια:
– Ο Διάβολος πρώτα αναπτερώνει την εθνική συνείδηση, και μετά καταπιάνεται με τη θρησκευτική, που τη στρέφει σε θέματα όπως πόσο ιδιαίτεροι που είμαστε, και τι ξεχωριστοί... Και έτσι απομακρύνει τον ένα από τον άλλον. Και μετά τους καταστρέφει όλους, έναν – έναν!
Και σε έναν ιερέα που είχε προβλήματα με τα μεγάλα του παιδιά, όταν ρώτησε τι να κάνει, ο γέροντας του απάντησε: “Μην ανακατεύεσαι, όλη σου τη ζωή μετά θα φταις!”
Πως έναν μποέμ ροκ μουσικό μπορεί να μεταμορφώσει ο μοναχισμός
Ο δούλος του Θεού Ραφαήλ:
– Στη Μονή Δοχειαρίου γίνονταν πολύ ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Ο πατήρ Γρηγόριος ήταν ένας πυριτόλιθος πίστης! Ο γέροντας ήταν τόσο ταπεινός! Όταν πήγαμε πρώτη φορά, μπήκαμε στην αυλή της Μονής, και εκεί κυκλοφορούσε ένας άνθρωπος ντυμένος με κάτι κουρέλια, και γύρω – γύρω από αυτόν, περιφερόταν κάπου 100 γατιά. Η ουρά σε όλα ήταν σηκωμένη! Εκτός από γατιά γυρόφερναν και μικρά σκυλάκια. Εμείς στραφήκαμε προς αυτόν και αυτός μας λέει: “Τώρα θα έρθουν μοναχοί και όλα θα γίνουν... ”, και τον εαυτό του κάπως σαν να μην τον υπολόγιζε.
Ήρθαν οι μοναχοί. Ανάμεσα σε αυτούς αμέσως εντοπίσαμε έναν νεαρό από τη Ρωσία. Αυτός μας τα εξήγησε όλα. Μετά μάθαμε ότι ο αδελφός αυτός ήταν παλιά μουσικός, έπαιζε σκληρό ροκ. Ο γέροντας Γρηγόριος όμως έβλεπε την καρδιά, την ψυχή του ανθρώπου. Δεν τον ένοιαζε τι έκανε και πως ζούσε μέχρι τότε ο άνθρωπος. Μπορούσε έτσι απλά να πει σε έναν προσκυνητή:
– Μείνε!
Ο γέροντας Γρηγόριος και τα γατιά
Αυτόν τον αδελφό τον είδα δύο χρόνια μετά. Ήταν αγνώριστος! Ο μοναχισμός τον είχε καθαρίσει, τον είχε μεταμορφώσει.
Τότε όμως, θυμάμαι, πήγαμε στην τράπεζα. Και βλέπουμε, στην κεντρική θέση του τραπεζιού κάθεται εκείνος ο μοναχός... Μόνο που είχε άλλο ράσο, όχι αυτό της δουλειάς. Αυτός τελικά ήταν ο ηγούμενος. Ο γέροντας Γρηγόριος. Άρχισε να μιλάει και εμείς έχουμε μείνει με ανοιχτό το στόμα. Τέτοια πράγματα μας διηγούνταν! Δε διάβασα ποτέ κάτι παρόμοιο σε κανένα βιβλίο. Είναι τόσο πνευματικός άνθρωπος! Η Ελλάδα με τις δικές του μόνο προσευχές έχει προστατευτεί από πολλά δεινά. Και πόσο αγαπούσε τη Ρωσία!
Στο πανηγύρι της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου έρχονταν πολλοί προσκυνητές. Και από την Ελλάδα, και από τη Ρωσία. Ακόμα και παιδιά έπαιρναν μαζί τους. Τόσο πολύ ζητούσαν την ευλογία του γέροντα.
Τι ήταν αυτό;
Ο Ηλίας Αβραμένκο, σεναριογράφος
– Ο γέροντας Γρηγόριος, και το ξέρουν όλοι όσοι έχουν επισκεφθεί τη Μονή Δοχειαρίου, συνήθιζε να δίνει την ευλογία του με κάνα χαστουκάκι. Και θεωρούνταν, ότι όσο πιο δυνατό ήταν τόσο το καλύτερο. Ο γέροντας είχε πολύ βαρύ χέρι. Εγώ τουλάχιστον έχω αυτήν την εντύπωση. Εγώ τώρα που το θυμάμαι, νιώθω το μάγουλό μου να αρχίζει να καίει. Σε ξεχωριστές περιπτώσεις μπορούσε να “ευλογήσει” και με το μπαστουνάκι, αν, για παράδειγμα, κάποιος καθόταν σταυροπόδι μπροστά του (γιατί παλιά έτσι κάθονταν οι πόρνες).
Εγώ ο ίδιος, για πολλά χρόνια είχα μακριά μαλλιά. Μου φαινόταν ότι αυτό αντιστοιχεί πλήρως στην εικόνα του κομψού και μποέμ κυρίου που είχα επινοήσει εγώ ο ίδιος για τον εαυτό μου. Και όταν πήγα πρώτη φορά στη Μονή Δοχειαρίου, ο αρχοντάρης μου πρότεινε:
– Εσύ πρέπει να κουρευτείς! Έλα να σε κουρέψω τώρα. – Τι πράγματα είναι αυτά, – πείσμωσα εγώ, – ούτε που το διανοούμαι. Έτσι μου αρέσει. – Τότε, – ο αρχοντάρης ήταν συγκεκριμένος, – να προσκυνήσεις στην “Γοργοϋπήκοο” και να φύγεις. Στο μοναστήρι δε θα σε αφήσουμε να μείνεις. Ο γέροντας ευλόγησε να μην αφήνουμε τους μακρυμάλληδες.
Και έφυγα. Χωρίς να δω τον γέροντα.
Μετά από μερικά χρόνια, την τελευταία μέρα του προσκυνήματός μας στο Άγιο Όρος, πήγα στη Μονή Δοχειαρίου μαζί με τον γιό μου τον Ιωάννη, τον οποίο στην οικογένεια τον λέμε Γιαννάκη. Τότε δεν ήταν ούτε 16.
Τελείωσε η τράπεζα, και ο γέροντας με την αδελφότητα βγήκε στη γαλαρία. Δίπλα στον γέροντα τρέχανε μικρά σκυλάκια, και φαινόταν πόσο τον λατρεύουν. Ένα σκυλάκι ήθελε τόσο πολύ να είναι δίπλα στον γέροντα που πήδηξε ακριβώς στη θέση που θα καθόταν ο γέροντας τη στιγμή ακριβώς που πήγε να καθίσει. Και ο γέροντας, εννοείται, κάθισε ακριβώς πάνω σε αυτό. Αλλά το σκυλάκι δεν έβγαλε ούτε κιχ. Ξεγλίστρησε κάτω από το γέροντα, τινάχτηκε, για να ξαναπάρει τη φυσιολογική του μορφή, και με εντελώς χαρούμενη διάθεση ακούμπησε δίπλα του.
Και ο γέροντας εκείνη την ώρα, ανάμεσα σε πολυπληθείς προσκυνητές, μας είδε, και ξαφνικά λέει στον Γιαννάκη:
– Και εσύ μείνε μαζί μας! Τώρα θα σου φέρουμε το ζωστικό... Θα μένεις μαζί μας, θα σε κάνω μοναχό!
Εγώ πάγωσα. Όταν ήταν να πάμε στο Άγιο Όρος, η γυναίκα μού είχε πει:
– Κοίταξε μόνο, μη μου αφήσεις εκεί το παιδί!
Η μητρική καρδιά είναι ευαίσθητη, ίσως, κάτι ένιωθε...
Τον Γιαννάκη, που είχε πάει τότε πρώτη φορά στο Άγιον Όρος, γενικώς τον δέχονταν κάπως διαφορετικά: Στη Μονή Κουτλουμουσίου ο αρχοντάρης αδελφός Ιωσήφ, μόλις που τον είδε, έβγαλε τον σκούφο του και του το φόρεσε...
Και τώρα είχαμε τέτοια πρόταση από τον γέροντα.
Ο Γιαννάκης σωπαίνει. Σκέφτεται. Αποφασίζει.
Εγώ στέκομαι, η καρδιά μου χτυπάει. Προσεύχομαι και σκέφτομαι: “Αν τώρα συμφωνήσει, τότε και εγώ θα μείνω με αυτόν, τουλάχιστον για κάποιο καιρό... Δεν μπορώ να τον αφήσω εδώ μόνο του”
Φοβάμαι.
Ο Γαννάκης ακόμα σωπαίνει. Εγώ σκέφτομαι: “Εδώ τέλειωσε. Συγχώρεσέ με, αγαπημένη μου, δεν μπόρεσα να κάνω αυτό που μου ζήτησες”.
Και ξαφνικά ακούω πως ο γιός μου προφέρει:
– Με συγχωρείτε, είμαι ακόμα μικρός.
Και ο γέροντας τον κοιτάει προσεκτικά και ρωτάει:
– Και πόσο χρονών είσαι; – Σύντομα θα κλείσω 16. – Και εγώ, όταν ήρθα εδώ, ήμουν 12, – είπε ο γέροντας και αμέσως, υποθέτω για να μη βάζει κανένα σε δύσκολη θέση, άλλαξε το θέμα της συζήτησης.
Εκείνος ο Γιαννάκης, τον οποίο ο γέροντας ήθελε να κρατήσει στη Μονή Δοχειαρίου, μάλλον, προβλέποντας ότι αυτός θα είναι υπηρέτης του Χριστού. Σε λίγο το βλέμμα του ηγουμένου σταμάτησε στα μακριά μαλλιά μου:
– Άκου, – απευθύνθηκε σε μένα ο γέροντας, – τα μαλλιά σου είναι κάπως μακριά... Έλα να σου τα κουρέψουμε. – Όχι – όχι, – του λέω, – ευχαριστώ, δε χρειάζεται. Εμείς τώρα θα προσκυνήσουμε και θα φύγουμε...
Μια και εγώ θυμόμουν τη γνώμη που έχουν για τους μακρυμάλληδες...
– Όχι, κάτσε, – δεν με αφήνει ο γέροντας. – Εσύ γιατί έχεις τα μαλλιά σου μακριά; – Και εσύ γιατί; – απότομα και με θράσος ρώτησα και εγώ. – Εμείς οι μοναχοί, – λέει αυτός ήρεμα, – έχουμε τα μαλλιά μας μακριά για λόγους ταπείνωσης. Και εσύ γιατί;
Και με αυτή την απλή απάντηση αυτός τα έβαλε όλα στη θέση τους. Τι μπορούσα να του πω; Αφού εγώ τα δικά μου μαλλιά τα κρατούσα μακριά για τελείως διαφορετικούς λόγους, για επίδειξη.
Και εγώ ταπεινώθηκα.
– Εντάξει, – του λέω, – κουρέψτε με.
Όλοι χάρηκαν, και ο γέροντας, φαίνεται, πιο πολύ από όλους.
Ο σβέλτος πατήρ Ιακώβ, ο δικός μας Ρώσος μοναχός, έτρεξε να πάρει το ψαλίδι.
– Που είναι ο Ιακώβ; Που είναι το ψαλίδι;! – ανησυχούσαν όλοι, μέχρι που αυτός επέστρεψε, μάλλον, φοβόντουσαν μη και αλλάξω γνώμη.
Αλλά ο πατήρ Ιακώβ επέστρεψε πολύ γρήγορα. Ο πατήρ Γαβριήλ (Γιουβρής) πήρε το ψαλίδι, μάζεψε τη μαλλούρα μου σε κότσο και ήρεμα τα έκοψε.
Όλοι γέλασαν, φώναξαν “Άξιος!”
Και εγώ σκέφτηκα: “Και γιατί ο γέροντας ο ίδιος δε με κουρεύει; Αυτός δεν ήταν που επέμενε; Ας με κουρέψει ο ίδιος”.
Και λέγοντας:
– Γέροντα, εσύ το ήθελες, εσύ να με κουρέψεις! – και του έδωσα το ψαλίδι.
Όλοι έμειναν άναυδοι.
Ο πατήρ Ιακώβ το μετέφρασε στο γέροντα στα ελληνικά.
Ακολούθησε σιωπή...
Αργότερα έμαθα ότι ο γέροντας ποτέ δεν είχε κουρέψει έτσι άλλον.
Και τότε ξαφνικά πήρε το ψαλίδι και κάπως πολύ τρυφερά μου έκοψε πρώτα ένα μεγάλο κομμάτι, μετά κοίταξε και έκοψε ακόμα ένα, σα να το ίσιωσε. Και μετά σήκωσε το χέρι με τα κομμένα μου μαλλιά, γέλασε και φώναξε πολύ δυνατά, σε όλο το μοναστήρι:
– Άξιος!
Οι υπόλοιποι συνέχισαν:
– Άξιος! Άξιος!
Ο γέροντας Γρηγόριος και ο Ηλίας Αβραμένκο. Μετά την “κουρά”
Και ο γέροντας είπε:
– Και το όνομά σου, πλέον, Μιχαήλ...
Και όλο αυτό έγινε την ημέρα των γενεθλίων μου.
Τέτοιο απρόσμενο, ουράνιο δώρο!
Τι ήταν αυτό; Ορισμένοι είναι σίγουροι ότι ήταν ένα μυστικιστικό έργο, το νόημα του οποίου θα μάθουμε αργότερα. Κάποιοι άλλοι διαφωνούν, θεωρούν ότι ο γέροντας απλώς αστειεύτηκε λίγο, συμβαίνει... Τέλος, κάποιοι ισχυρίζονται: Στο Άγιο Όρος είσαι ο μοναχός Μιχαήλ, αλλά στον κόσμο, παραμένεις έτσι όπως ήσουν, ο Ηλίας – οικογενειάρχης· δεν έδωσες υποσχέσεις.
Ο ίδιος ο γέροντας μετά την “κουρά” αυτή μου είπε:
– η Μονή από εδώ και πέρα είναι το πατρικό σου σπίτι. Να έρχεσαι, να μένεις μαζί μας, όσο θέλεις.
Είχα έρθει στη Μονή Δοχειαρίου τον Οκτώβριο του 2018. Ο γέροντας απουσίαζε. Μου εξήγησαν ότι είναι πολύ άρρωστος και δεν είναι στη Μονή.
Τα σκυλάκια του κυκλοφορούσαν σα χαμένα.
Δεν ήταν ούτε ο πατήρ Γαβριήλ.
Έφυγα από τη Μονή Δοχειαρίου, και μετά από δυο μέρες ο γέροντας Γρηγόριος αποδήμησε εν Κυρίω.
Αλλά έχω την αίσθηση ότι δε μας εγκατέλειψε. Είναι δίπλα μας.
Ανάπαυσον, Κύριε, τον αρχιμανδρίτη Γρηγόριο, τον μεγαλόσχημο, εν τη Βασιλεία Σου!