Και ποιος δεν την ερμήνευσε; Μελετώντας αυτήν την προσευχή, μπορείτε να ξεκινήσετε τη σπουδή του Χριστιανισμού. Με αυτήν την προσευχή μπορείτε ακόμη και να περατώσετε τη σπουδή. Είναι γνωστή σχεδόν σε όλους, κατά τα φαινόμενα. Και η προσευχή αυτή συνιστά πραγματικά ένα "συνοπτικό ευαγγέλιο".
Αν υπάρχει πονηρός
Μιλώντας γι’ αυτήν την προσευχή, θα ξεκινήσω από το τέλος της. Από εκεί από όπου μιλά περί "πονηρού". Είναι όντως "πονηρός", δηλαδή "πανούργος", "διφορούμενος", "ικανός να εξαπατήσει". Στις μέρες μας είναι δυνατός. Η δύναμή του, που εμπλέκεται στον ανοιχτό σατανισμό κάποιων, στα ναρκωτικά και στην εξαθλίωση, στις αθεϊστικές θεωρίες, στη δίψα για εξουσία και σε άλλα πολλά, επιτρέπει στον Διάβολο να εμφανίζεται ως ισχυρό πλάσμα. Στη σύγχρονη συνείδηση, είναι ισχυρός και δεν κρύβεται πλέον. Στον φαινομενικά ευημερούντα 19ο αιώνα, ο Gogol είδε κάτι που το διατύπωσε με μια σύντομη φράση: Ο Διάβολος μπήκε στον κόσμο χωρίς μάσκα. Και σήμερα καλεί τους υπηρέτες του στην τελευταία μάχη και είναι τόσο εκθαμβωτικός στις ορατές επιτυχίες του, που μπορεί να ταρακουνήσει ακόμη και τις αγνές ψυχές. Σε ποιον δεν είναι αυτό φανερό; Ποιος δεν το παρατήρησε αυτό; Αυτός που δεν προσεύχεται!
Αρχικά, είναι πανούργος. Είναι ένα φίδι, που είναι "πιο πανούργο απ’ όλα τα ζώα του αγρού". Η εξουσία του πηγάζει από την εξαπάτηση. Και αυτό μπορούμε εύκολα να το κατανοήσουμε, αν δούμε την αναλογία με ορισμένους πλούσιους ανθρώπους, των οποίων η εξουσία δομήθηκε αρχικά μέσα από απάτες και μηχανορραφίες και μετά ήρθαν οι βίλες, τα γιοτ, η προσωπική προστασία και η πολιτική επιρροή. Στην αρχή, όμως, όλα ήταν απλά μια απάτη.
Ο σύγχρονος άνθρωπος ξέρει περισσότερα περί του Πονηρού παρά περί του Κυρίου
Ο σύγχρονος άνθρωπος γνωρίζει περισσότερα περί του Πονηρού απ' ό,τι περί του Κυρίου. Ο τρόπος απόκτησης αυτής της γνώσης είναι μη προσδιορίσιμος. Απλώς απορροφάται από το αίμα με το μητρικό γάλα και με τις ειδήσεις στην τηλεόραση. Οποιοσδήποτε αγριάνθρωπος προηγούμενων εποχών θα είχε εκπλαγεί από την καθημερινότητά μας και από την έκταση της αθεΐας. Γεννημένοι στους πιο θηριώδεις καιρούς, δεν αισθανόμαστε καν το πόση θηριωδία κρύβουν μέσα τους και θεωρούμε εσφαλμένα ότι είμαστε τυχεροί με το σκεπτικό ότι έχουμε ένα κινητό τηλέφωνο και υποθέτουμε ότι ο Σωκράτης δεν είχε. Αλλά ζήτημα είναι πόσοι ακόμη ξέρουν στην εποχή των κινητών τηλεφώνων το όνομα του Σωκράτη.
Είναι πολλοί αυτοί που δεν θα είχαν κάνει ποτέ έκκληση στον Επουράνιο Πατέρα για παροχή βοήθειας και μεσολάβηση, αν δεν είχαν νιώσει στον σβέρκο τους την καυτή ανάσα κάποιου πονηρού, που θέλει να σύρει τον άνθρωπο σε μια φωτιά, που δεν θα μπορέσει ποτέ να σβήσει. Αυτός είναι ο λόγος που με κάνει να πιστεύω ότι η γνωριμία με την προσευχή "Πάτερ ημών" (μια ζωντανή, και όχι μόνο θεωρητική, γνωριμία) διευκολύνεται με τη διαπίστωση της φανερής και πολλαπλασιαστικής παρουσίας του Διαβόλου στον κόσμο. Και αν πραγματικά υπάρχει αυτός ο πονηρός, την απαλλαγή μας από τον οποίο ζητάμε στην προσευχή, τότε υπάρχει και ο αντίποδας. Αν αυτός ο εξαπατητής είναι πραγματικός και είναι ικανός να καταστρέψει τον άνθρωπο, κάτι που το επιθυμεί διακαώς, τότε υπάρχει κι ένας Πατέρας στα Ουράνια και η Βασιλεία Του και όλα αυτά. Έτσι, ξεκινώντας από το «αντίθετο», δηλαδή από την κατάσταση όπου το άτομο έχει μέσα του τον Διάβολο, αλλά το ίδιο άτομο δεν έχει χάσει την εικόνα του Θεού, μπορεί αυτό το άτομο να προσέλθει στην προσευχή. Η σκέψη είναι απλή: "Υπάρχει o Πονηρός. Βλέπω τα ίχνη του. Μπορώ να μυρίσω την αναπνοή του σχεδόν παντού. Μα αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει κι ένας Πατέρας, ικανός να προστατεύσει και ν’ απαλλάξει. Πάτερ ημών [...] αγιασθήτω το όνομά σου ..."
Λίγα λόγια περί Πατρός και περί ορφανού από πατέρα
Την προσευχή παρεμποδίζουν τα πιο ασυνήθιστα πράγματα. Τα πιο οικεία και απροσδόκητα. Για παράδειγμα, το να έχει μείνει κανείς ορφανός από πατέρα (χωρίς πατέρα, ο οποίος γνώριζε μεν πώς ν’ αφήσει κάποιαν έγκυο, αλλά δεν παρέμεινε στην οικογένεια, για ν’ αναθρέψει τα παιδιά. Ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων μεγάλωσαν και εξακολουθούν να μεγαλώνουν με τέτοιες εμπειρίες). Ή ένα βαθύ τραύμα στην ψυχή, από το γεγονός ότι ο πατέρας συμπεριφέροταν αυταρχικά στο σπίτι. Μία γυναίκα ρώτησε κάποτε τον Μητροπολίτη Αντώνιο: «Τι είναι αυτό που καλούμε Θεό;» Της απάντησε: «Είναι πολύ απλό. Είναι ο Πατέρας μας!" Με το που άκουσε την απάντηση αυτή, η γυναίκα αναφώνησε: "Μόνο όχι αυτό! Ακριβώς όχι αυτό!". Ο Μητροπολίτης χτυπήθηκε σαν από κεραυνό από αυτήν την αντίδραση και θέλησε να κατανοήσει τι την προξένησε. Αποδείχθηκε ότι ο πατέρας της συγκεκριμένης κυρίας ήταν πραγματικά φρικτός. Ας αφήσουμε στην άκρη τις λεπτομέρειες, για το αν κτύπησε τη μητέρα, αν την απάτησε, αν την ώθησε να αποβάλει ή να κρατήσει τα πανικοβλημένα παιδιά. Δεν είναι αυτό το σημαντικό στη συζήτησή μας. Το σημαντικό είναι:
Ο ίδιος ο Μητροπολίτης Αντώνιος είχε την ακριβώς αντίθετη εμπειρία. Ο πατέρας του ήταν σοφός, άνθρωπος που έδειχνε φροντίδα και που άφησε βαθύτατα ίχνη στην ψυχή του γιου του. Δεν υπήρχε τοιουτοτρόπως το παραμικρό πρόβλημα για τον Μητροπολίτη Αντώνιο, να μετατρέψει την εικόνα του γήινου πατέρα σε σκέψη ενός Επουράνιου Πατέρα. Αλλά έτσι τα φέρνει η ζωή, που αυτή την ευτυχία δεν την έχουν όλοι.
Έτσι, λοιπόν, μπορούμε με ευκολία να μιλάμε για πράγματα που είναι προφανή σε εμάς και να θρέφουμε την εντύπωση ότι αυτά τα πράγματα είναι γενικά προφανή σε όλους τους ανθρώπους. Και ξαφνικά, με μεγάλη έκπληξη, ανακαλύπτουμε πως ό,τι είναι προφανές για εμάς, δεν είναι προφανές για τους άλλους. Μπορεί, δε, να θεωρηθεί και απαράδεκτο από τους άλλους. Μπορεί, επίσης, να αφορά στην προσευχή. Πόσο μεγάλη είναι εδώ η ευθύνη του πατέρα! Εάν είναι αχρείος ή ένας τιποτένιος, τότε πώς να προσευχηθεί ποτέ το παιδί του; Πώς να πιστεύσει αυτό το παιδί ότι στον ουρανό υπάρχει ένας αιώνιος Πατέρα, αν δεν μπορεί να κοιτάξει στα μάτια ούτε τον «προσωρινό» πατέρα του στη γη;
Τι τραγουδούν στα Ουράνια
Κάποτε με ενδιέφερε το ερώτημα: Θα διαβάζουμε, άραγε, και θα ψάλλουμε την προσευχή "Πάτερ Ημών" στα Ουράνια (υποτιθεμένου, βέβαια, ότι ο Κύριος θα μας επιτρέψει να πάμε εκεί); Άρχισα να σκέφτομαι. Και σύντομα συνειδητοποίησα ότι σχεδόν όλες οι παρακλήσεις αυτής της προσευχής είναι για τη ζωή επί γης και μόνο γι’ αυτήν. Δεν υπάρχει χώρος για τέτοιες παρακλήσεις και λόγια στα Ουράνια. Σκεφθείτε το λίγο: Τι νόημα έχει να λέμε "Ελθέτω η Βασιλεία Σου" εκεί και πότε, αν είστε ήδη στο Βασίλειο; Με τον ίδιο τρόπο, δεν θα χρειάζεται πλέον να ζητούμε να εκπληρωθεί το θέλημα του Θεού τόσο στον Ουρανό όσο και στη Γη, γιατί "ᾖ ὁ Θεὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσιν" (ΣτΜ: Προς Κορινθίους Α΄ 15:28). Σε ποιου είδους "οφειλέτες" θα μπορούσαμε ν’ αναφερθούμε στο Βασίλειο των Ουρανών; Ποιοι θα είναι αυτοί και τι θα πρέπει θα πρέπει να συγχωρέσουμε; Από τι πειρασμούς θα πρέπει να ζητήσουμε να μας φυλάξει; Με μια λέξη, ανατρέχοντας ολόκληρο το κείμενο της προσευχής, συνειδητοποίησα ότι μόνο μία παράκληση θα διατηρηθεί σίγουρα. Συγκεκριμένα, η: "ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου!". Όλη η προσευχή θα συρρικνωθεί σε μια και μάλιστα την πρώτη παράκληση:"Πάτερ ἡμῶν, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου!". Και αμέσως μετά -"Αμήν!"
Η Αποκάλυψη του Ιωάννη του Θεολόγου αναπαριστά την Ουράνια Ζωή ως τη Βασιλεία της Προσευχής
Αυτό μόνο μπορεί και πρέπει να ειπωθεί σε όλους αυτούς που θα σωθούν. Τα υπόλοιπα θα καταστούν περιττά, καθ’ ότι θα έχουν εκπληρωθεί. Όπως ο ομφάλιος λώρος, ο οποίος είναι απολύτως απαραίτητος στη μήτρα, αφαιρείται από το νεογέννητο, καθ’ ότι επιτέλεσε τον ρόλο του, με παρόμοιο τρόπο, η προσευχή "Πάτερ ημών" θα έχει επιτελέσει την επίγεια διακονία της και θα «φύγει απο τη μέση», συρρικνώνοντας τον εαυτό της σε μία μόνο παράκληση: "ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου!"
Η Αποκάλυψη του Ιωάννη του Θεολόγου αναπαριστά την Ουράνια Ζωή ακριβώς ως βασίλειο της προσευχής. Εκεί όπου τελούν τη Λειτουργία: Ψάλλουν, κάνουν γονυκλισίες, κάνουν χρήση θυμιάματος και ούτω καθ’ εξής. Εκεί υπάρχει το Άγιο Βήμα με τις ψυχές των δολοφονημένων μαρτύρων κάτω από αυτό. Δηλαδή, υπάρχει ομοίωμα ουράνιου ιερού και Λειτουργίας σε αυτό. Αλλά κανείς εκεί δεν διαβάζει το "Πάτερ ημών". Εκεί ψάλλουν το άσμα του Μωυσή -του ανθρώπου του Θεού. Εκεί ψάλλουν (παρεμπιπτόντως, ψάλλουν συνεχώς και δεν διαβάζουν τίποτα) κάτι πολύ παρόμοιο με τους λειτουργικούς μας ύμνους: «ἄξιος εἶ λαβεῖν τὸ βιβλίον καὶ ἀνοῖξαι τὰς σφραγῖδας αὐτοῦ!» (ΣτΜ: Αποκάλυψη 5:9) -«τῷ καθημένῳ ἐπὶ τοῦ θρόνου καὶ τῷ ἀρνίῳ ἡ εὐλογία καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα...» (ΣτΜ: Αποκάλυψη 5:13). Και ούτω καθ’ εξής. Δηλαδή, όταν στις εκκλησίες μας ψάλλουμε για τη Μητέρα του Χριστού το "Άξιον εστίν", είναι ακριβώς στο πνεύμα της Αποκάλυψης, στο πνεύμα της Αγίας Γραφής. Και όταν ψάλλουμε στη Λειτουργία το «Άξιον εστίν» ή τον ευχαριστιακό κανόνα, είναι κι αυτό στο πνεύμα της Αποκάλυψης, που είδε ο Ιωάννης.
Από την άλλη, ο Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής θεωρεί ότι στην προσευχή "Πάτερ ημών" δοξάζεται ολόκληρη η Τριάδα και όχι μόνο ένας Πατέρας. Το όνομά Του είναι ο Υιός Του. Όπερ εστί μεθερμηνευόμενον, το "ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου! " θα πρέπει να κατανοηθεί ως "Δόξα στον Υιό Σου". Η δόξα του Πατρός είναι ο Υιός. Και αντίστροφα: Η δόξα του Υιού είναι ο Πατέρας. Λέγεται για το Πνεύμα: "Ελθέτω η Βασιλεία Σου", επειδή η βασιλεία Του είναι ο θρίαμβος του Πνεύματος. Εάν είναι όντως έτσι (και το να αμφισβητήσουμε τα λόγια του Οσίου Μαξίμου θα συνιστούσε αμαρτία), τότε η προσευχή δοξάζει τον Ένα στην Αγία Τριάδα Θεό και ως εκ τούτου παίρνει μια θέση στην αιωνιότητα. Αλλά αυτό μόνο επιβεβαιώνει το βάθος του Ευαγγελίου. Και αυτός ο Άγγελος της Αποκάλυψης, που πετάει στον ουρανό κρατώντας το «αιώνιο ευαγγέλιο», θα επιβεβαιώσει αυτά τα λόγια. Πράγματι, η προσευχή μάς δίνεται από το Ευαγγέλιο. Και εάν είναι αιώνια, τότε το "Πάτερ ημών" στο Ευαγγέλιο είναι επίσης γραμμένο σε αυτό για πάντα. Και έχουμε πάντοτε έναν λόγο, για να υποταχθούμε στο βάθος του Λόγου που αρθρώθηκε κάποτε.
Άρτος
Όσον αφορά στο "άρτος", η λέξη αυτή πρέπει να ερμηνευτεί στο πνεύμα του "καθημερινό φαγητό". Ωστόσο, το "Πάτερ ημών" είναι η τελευταία συλλογική προσευχή πριν από τη Θεία Κοινωνία. Όλοι αυτοί που ετοιμάζονται να λάβουν τον Ουράνιο Άρτο ψάλλουν "Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον". Αυτό δεν είναι διόλου σύμπτωση. Έχουμε ψωμί (να φάμε), άρα πρέπει να υπάρχει μια Ευχαριστία. Κατά κανόνα (η ιστορία αποτελεί απόδειξη αυτού και μαρτυρία), εκεί όπου τελειώνει η Ευχαριστία αρχίζει να υπάρχει έλλειψη υλικής τροφής. Ο "ἄρτος ο ἐπιούσιος" είναι ψωμί που αναλογεί στην υπόσταση. Και η υπόστασή μας είναι διττή. Και απλά μόνο με ψωμί, όπως λέει ο Χριστός μπροστά στον πειρασμό στην έρημο, δεν μπορούμε να ζήσουμε. Χρειαζόμαστε τόσο το συνηθισμένο ψωμί όσο και τον Λόγο του Θεού. Απαιτούνται ουσιαστικά και οι δύο τύποι τροφής. Η ένωση και των δύο αυτών μας προσφέρεται στην Ευχαριστία.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί μόνο να προσευχηθεί -χωρίς φαγητό. Αλλά δεν έχει δικαίωμα και να τρώει χωρίς να προσεύχεται
Ευχαριστία χωρίς το συνηθισμένο σιταρένιο ψωμί θα ήταν αδιανόητη. Στην αρχή είναι ένας απλός καρπός της γης, που κερδίζεται από τον άνθρωπο με τη βοήθεια της σοφίας που του δόθηκε από τον Θεό. Αλλά ο Λόγος του Θεού και η προσευχή της Εκκλησίας, η ανάσα του Πνεύματος και η ευχαριστία μεταμορφώνουν τότε το Επίγειο σε Ουράνιο. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος που κάποιος πρέπει να τρώει. Δεν μπορεί μόνο να προσεύχεται -χωρίς φαγητό. Αλλά δεν έχει το δικαίωμα να τρώει χωρίς να προσεύχεται. Και οι δύο όψεις της ύπαρξης είναι ενωμένες και συμφιλιωμένες στην Ευχαριστία, στο Μοίρασμα του άρτου. Ο άρτος της Ευχαριστίας γίνεται πραγματικά "ἐπιούσιος", δηλαδή ενεργεί και στις δύο πλευρές της ύπαρξής μας. Διαφορετικά, "το απλό ψωμί" "μόνο τρέφει" τη γήινη πλευρά μας, αλλά όχι την κύρια.
«Βασιλειακή» νοοτροπία
Στον κόσμο μας παρατηρείται η τάση να εστιάζουν τον Χριστιανισμό στην Ηθική και μόνο, καθώς και η τάση να στερήσουν εντελώς από τον Χριστιανισμό τη μυστικιστική πλευρά του. Ο μυστικισμός πάντα τρομάζει και προκαλεί ανησυχία. Αρκεί να εμφανιστεί μόνο κάπου και είναι πάντα έτοιμος να σύρει ολόκληρο τον άνθρωπο ή τουλάχιστον ένα μέρος του, σε ανεξερεύνητες σφαίρες, σφαίρες μυστηρίου και τρόμου. Είναι πολύ πιο εύκολο και ασφαλές να κηρύττουμε μια Θρησκεία της Ηθικής -για τη γη και από τη γη. Ακόμη και μια λέξη όπως το "Βασίλειο" μπορεί εύκολα να ξεριζωθεί από την ψυχή του σύγχρονου ανθρώπου. Εξάλλου, σήμερα είμαστε «δημοκράτες» μέχρι «το κόκκαλο», κάτι για το οποίο και είμαστε τρομερά περήφανοι. Αλλά η παρουσία του Βασιλιά και η παράκληση περί ελεύσεως της Βασιλείας αντικατοπτρίζει μια πολύ ιδιαίτερη νοοτροπία, η οποία προϋποθέτει την προθυμία για παροχή υπηρεσίας και για περιχώρηση. Στο βιβλίο του, «Διαλεκτική του Μύθου», ο Α.Φ. Λόσεφ γράφει ότι η ιδέα της μοναρχίας απορρέει αναπόφευκτα από το Ορθόδοξο δόγμα. Δηλαδή, η συνείδηση ενός χριστιανού είναι εξ ορισμού μοναρχική, καθ’ ότι γιος του Βασιλείου. Με ποιες σκέψεις στο μυαλό του λέει την προσευχή "Πάτερ ημών" κάποιος που δεν θέλει να υπηρετήσει κανέναν άλλον, αλλά θέλει αντίθετα να τον υπηρετήσουν όλοι οι άλλοι; Η γιαγιούλα από το παραμύθι "Περί ψαρά και ψαριών" δεν είναι άραγε ένα παράδειγμα ενός φαινομενικά ασήμαντου ανθρώπου, αλλά ανθρώπου που κρύβει στην ψυχή του μια σατανική υπερηφάνεια, έτοιμη να βγει στην επιφάνεια με την πρώτη ευκαιρία; Μπορεί ποτέ ένας τέτοιος άνθρωπος να προσευχηθεί για την έλευση της Βασιλείας του Θεού; Ένας άνθρωπος που, στα μυστηριώδη βάθη της καρδιάς του, θέλει να είναι ο ίδιος βασιλιάς; Και αν, από συνήθεια, προσεύχεται και εκφωνεί τα καθιερωμένα λόγια, τότε ποια η αξία τους;
Η συγχώρεση είναι το μυστήριο του Σταυρού
Στον τομέα της Ηθικής, η προσευχή του Κυρίου είναι πλούσια σε μια μόνο παράκληση, στην οποία είναι κρυμμένο ένα κέλευσμα. Η προσευχή συνδέει τη συγχώρεση των αμαρτιών μας (που είναι οφειλές) με τη συγχώρεση των οφειλών και των αμαρτιών μας απέναντι στον πλησίον μας. Εάν δεν συγχωρείτε, δεν θα συγχωρεθείτε. Ταυτόχρονα, είναι αυτονόητο ότι, καθώς έχετε οφειλέτες, έτσι έχετε και οφειλές. Η ατέλεια του πεπτωκότος κόσμου είναι χωρίς αμφιβολία καταγεγραμμένη εδώ, με λίγα μόνο λόγια. Θα έχουμε πάντα οφειλέτες. Εμείς οι ίδιοι πάντα (στο πλαίσιο της γήινης πραγματικότητας) θα οφείλουμε τόσο στούς ανθρώπους όσο και στον Θεό. Και πρέπει να μάθουμε να συγχωρούμε και να ξεχνάμε. Αν αποτύχουμε να το κάνουμε αυτό, αν δεν μάθουμε να το κάνουμε, τότε η μακάρια αιωνιότητα θα πετάξει μακριά από εμάς σαν όνειρο.
Θα έχουμε πάντα οφειλέτες. Εμείς οι ίδιοι θα οφείλουμε πάντα στους ανθρώπους και στον Θεό
Αντιμέτωποι με αυτήν την καθαρά ηθικού χαρακτήρα προβληματική, κατά πώς φαίνεται, ο μυστικισμός μάς συναντά και πάλι επίμονα. Ποιος δεν ξέρει πόσο δύσκολο και μερικές φορές αδύνατο είναι το να συγχωρήσεις κάποιον; Έτσι «απροετοίμαστοι» είναι ίσως απλά αδύνατο να συγχωρήσουμε κάποιον. Χρειάζεται η παρουσία κάτι του ιδιαίτερου στην ψυχή και τις σκέψεις μας, για να μπορούμε να ξεχνάμε, να συγχωρούμε και με κάθε τρόπο να «σπρώξουμε έξω» από τη συνείδησή μας τις όποιες αρνητικές αντιδράσεις στις πράξεις των άλλων. Και τι είναι αυτό το κάτι το ιδιαίτερο; Τίποτε άλλο από το μυστήριο του Σταυρού του Κυρίου!
Σήμερα, που ο Σωτήρας έχει ήδη πεθάνει στον Σταυρό και έχει αναστηθεί, η προσευχή "Πάτερ ημών" διαβάζεται εύκολα, αλλά θα ήταν δύσκολο και ακατανόητο να τη διαβάζει κανείς τότε, όταν ο Χριστός δεν είχε ακόμη υποφέρει και δεν είχε αναστηθεί. Αλλά τώρα, που η Λύτρωση έχει ολοκληρωθεί, ξέρουμε τι «κόστος» είχε αυτό. Η συκοφαντία, η εκδίκηση και κάθε πανουργία στις καθημερινές υποθέσεις μαρτυρούν ένα και το αυτό: Ότι ο άνθρωπος δεν γνωρίζει τον Χριστό. Δεν συγχωρείται, αφού ο ίδιος δεν συγχωρεί κανέναν. Και τανάπαλιν: Δεν συγχωρεί, γιατί ο ίδιος δεν βίωσε τη μετάνοια και δεν αισθάνθηκε την ανάγκη για συγχώρεση. Η καρδιά του δεν έχει αλλάξει, η ψυχή δεν έχει καθαρθεί. Είναι ακόμα «πολίτης» αυτού του κόσμου.
Αυτός που έλαβε συγχώρεση, αυτός συνήθως και ξέρει πώς να συγχωρέσει. Η καθημερινή πρακτική σε αυτό το σημείο συνδέεται με τον μυστικισμό και η προσωπική θρησκευτική εμπειρία είτε οδηγεί σε αλλοιωμένη ηθική συμπεριφορά είτε αποκαλύπτει την απουσία της. Η προσευχή του Κυρίου είναι η προσευχή ενός ατόμου που αισθάνεται ένοχος, γνωρίζει τον Λυτρωτή του και έχει το βλέμμα του στραμμένο σε Αυτόν.
Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν
Ένα από τα χαρακτηριστικά του νου είναι να γνωρίζει τα όρια των δυνατοτήτων του. Ο περήφανος είναι α-νόητος, γιατί δεν γνωρίζει όρια. Tο διάστημα γενικά είναι όμορφο μόνο επειδή έχει αναλογίες στα όριά του. Το χάος είναι τρομερό και άσχημο, γιατί είναι άμορφο. Οι Έλληνες το ήξεραν αυτό καλύτερα απ’ όλους. Χάος σημαίνει υπερηφάνεια (ΣτΜ: Ετυμολογικά προέρχεται πιθανόν από το χαός [ανώτερος]). O νους και το κάλλος είναι σοφοί περιορισμοί. Εκεί κοντά βρίσκεται και η ταπεινοφροσύνη. Η ταπεινότητα γνωρίζει την αλήθεια για τον εαυτό της και δεν ονειρεύεται τον εαυτό της. Είναι όμορφη. Η ταπείνωση απωθεί, η ταπεινοφροσύνη έλκει.
Είναι με το μυαλό και την ομορφιά του νου και όχι με τη δεινοπάθηση και την ταπείνωση, που συνδέεται η ταπεινότητα. Η σοβαρότητα της θανάσιμης αμαρτίας βρίσκεται σε αυτούς που έχουν συνδέσει την ταπεινότητα νοητικά με την απλή ταπείνωση και δεν έχουν αντιληφθεί τη διασύνδεση της ταπεινότητας με τον αυτοπεριορισμό του νου. Από τον νου και από την πίστη (γιατί δεν υπάρχει πίστη χωρίς νου), γεννιέται η παράκληση: "Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν". Σε αυτά τα λόγια ακούγεται η φωνή της επίγνωσης των αδυναμιών του ατόμου, η φωνή της ταπεινής αναγνώρισης της τρωτότητας και της στενότητας του νου. Συγκρίνετε αυτά τα λόγια με το: "Δεν φοβάμαι κανέναν", "Μπορώ να κάνω τα πάντα", "Δεν θ’ αλλάξω ποτέ τις αρχές και τους κανόνες μου" και θα καταλάβετε πόσο μακριά είναι η περήφανη αυτοπεποίθηση από το Πνεύμα του Θεού. Το Πνεύμα του Θεού γεννά το μέτρο. Αυτό το μέτρο είναι ταπεινοφροσύνη.
Το Πνεύμα του Θεού γεννά το μέτρο. Το μέτρο είναι ταπεινοφρόσυνη
Εν τω μεταξύ, την προσευχή του Κυρίου διάβαζε σαν ένας η πρώτη Εκκλησία, η Εκκλησία των Μαρτύρων. Ο ακατανίκητος απέναντι στα βάσανα Άγιος Γεώργιος, οι γεμάτες θάρρος και υπομονή Αγίες Βαρβάρα και Αικατερίνη, εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι βασανισμένοι απήγγελλαν τα λόγια από την καρδιά τους: "Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν". Αναγνωρίζοντας την αδυναμία τους, έδιναν θέση στη δύναμη του Θεού. «Ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι», λέει ο Απόστολος Παύλος (ΣτΜ: Προς Κορινθίους Β΄ 12:10), εκφράζοντας την πνευματική εμπειρία της Εκκλησίας του Χριστού. Οι αδύναμοι αλλά πιστοί είναι πραγματικά ισχυροί και ικανοί για το αδύνατο, καθ’ ότι ο Κύριος είναι μαζί τους. Οι ριψοκίνδυνοι φουσκώνουν σαν φούσκα και θυμώνουν αναπόφευκτα, κάτι για το οποίο μπορούμε να βρούμε μαρτυρίες τόσο στις προσωπικές ιστορίες διαφόρων όσο και στην ιστορία μεμονωμένων πολιτισμών.
Ο πατέρας είναι δικός μας, κοινός
Και ακόμη δεν αναφέραμε τίποτα για το γεγονός ότι η προσευχή δεν δόθηκε σ’ ένα μεμονωμένο άτομο, αλλά σε ολόκληρη την κοινότητα. Το "Πάτερ ημών" δεν είναι καθόλου το ίδιο με τον "Πάτερ εμού". Ο Χριστός είχε το δικαίωμα να το πει στη Γεθσημανή, και νωρίτερα ακόμη, και όποτε ήθελε. Γιατί είναι ο Μονογενής Υιός του Πατρός. Δεν υπάρχουν άλλοι Υιοί, που να γεννήθηκαν από την Υπόσταση του Πατρός. Αλλά δεν πρέπει να προσευχηθούμε έτσι. Αν δεν ήμασταν υιοθετημένοι και λυτρωμένοι από την Εκκλησία, θα προσευχόμασταν, στην καλύτερη περίπτωση, λέγοντας "Δημιουργέ ημών". Ο Θεός δεν θα ήταν Πατέρας μας, αλλά στην καλύτερη περίπτωση ο Δημιουργός, τον οποίο και αναγνωρίζουμε ως τέτοιον. Αυτή καθ’ αυτή η επίκληση του «Πατρός» είναι ήδη δώρο σε όσους πιστεύουν στον Μονογενή Υιό. Και αυτή η πίστη δεν έχει δωθεί στον καθένα ξεχωριστά. Πιο σωστό είναι να πούμε ότι αποκτούμενη από τον καθένα, η πίστη τότε μας καλεί να ενωθούμε.
Η Αποκάλυψη δεν δόθηκε σε μεμονωμένα άτομα, αλλά στο Σώμα της Εκκλησίας
Είμαστε κοινότητα και Εκκλησία. Η αποκάλυψη δεν δόθηκε σε μεμονωμένα άτομα, αλλά στο σώμα της Εκκλησίας. Πρέπει να προσευχόμαστε μαζί. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο ο Χριστός μάς λέει: "Προσευχηθείτε έτσι ..." Και αργότερα -"Πάτερ ημών" (και όχι "εμού"). Ακόμα και στην έρημο, στην οποία, για παράδειγμα, ο Ονούφριος ο Μέγας πέρασε 63 χρόνια, πρέπει κανείς να προσευχηθεί με το "Πάτερ ημών" και όχι με "Πάτερ εμού", γιατί ένα πράγμα είναι η προσευχή του Χριστού και ένα άλλο πράγμα είναι η προσευχή του απλού ανθρώπου.
Ένα πράγμα είναι ο Πάτερ ημών και άλλος είναι ο Πατήρ του Χριστού. Είναι ένας και ο ίδιος, αλλά η σχέση μας με τον Χριστό είναι διαφορετική. Γι’ αυτό και μετά την Ανάσταση ο Κύριος είπε: «Αναβαίνω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν, καὶ Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν» (ΣτΜ: κατά Ιωάννη 20:17). Για τον Χριστό, ο Θεός είναι Πατέρας εκ φύσεως, για Εμάς από υιοθεσία.
Η προσευχή δόθηκε στην Εκκλησία, στη σύναξη. Αν πρωτύτερα είπαμε ότι μπορούμε να προσευχηθούμε προσωπικά την προσευχή του Κυρίου -όταν είμαστε σε μέσο μεταφοράς, στην παραλία ή έξω από το γραφείο του γιατρού, σ’ αυτό το σημείο είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχτούμε ότι η καλύτερη απαγγελία γίνεται στη σύναξη/ομήγυρη. Η λέξη «εμείς» μας ωθεί να παραδεχτούμε ότι είμαστε υποχρεωμένοι να βρισκόμαστε μαζί και να προσευχόμαστε με μια καρδιά και μ’ ένα στόμα. Και, κατά τα φαινόμενα, είναι πιο βολικό να προσεύχεται κανείς στον Ιησού πάντα και παντού μόνος, με τον νου ή ψιθυρίζοντας. Και η προσευχή του Κυρίου θα πρέπει ν’ αναγνωστεί στην εκκλησία. Ας αναγνωστεί από έναν και οι άλλοι ν’ ακούνε και να λένε στο τέλος: «Αμήν!» Αυτό αναφέρεται και στο βιβλίο της Αποκάλυψης του Ιωάννη: «Μακάριος ὁ ἀναγινώσκων καὶ οἱ ἀκούοντες τοὺς λόγους τῆς προφητείας» (ΣτΜ: Αποκάλ. 1:3). Ο "ἀναγινώσκων" είναι ένας, αλλά οι "ἀκούοντες" πολλοί.
"Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα"
Η προσοχή μας σπάνια προσελκύεται από τα τελευταία λόγια της προσευχής: "Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα". Στη Λειτουργία στην Εκκλησία, ο ιερέας απαγγέλλει αυτά τα λόγια και προσθέτει σε αυτά τα εγκώμια στην Τριάδα, τα ονόματα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Με βάση αυτήν την πρακτική, που τηρείται για αιώνες τώρα, οι λαϊκοί φοβούνται ακόμη και ν’ απαγγέλλουν τις λέξεις "Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία". Φοβούνται να κάνουν αυτό που θεωρούν ότι ανήκει δικαιωματικά μόνο στους ιερείς. Αλλά η ανάγνωση της προσευχής του Κυρίου κατ’ ιδίαν προϋποθέτει, τουλάχιστον, τη δυνατότητα να απαγγέλλουμε τις λέξεις όπως αυτές αναφέρονται στο Ευαγγέλιο. Με αυτά τα λόγια, ο άνθρωπος ομολογεί ότι ο Θεός είναι σε θέση να εκπληρώσει την παράκληση, ότι η Δόξα (αντί της σημερινής ανθρώπινης ταπείνωσης) και η Βασιλεία (αντί της σημερινής στασιαστικής πολυδιοίκησης) είναι μαζί Του. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στους αγίους. Αυτοί, και αυτό είναι προφανές σε όλους, ανήκουν σ’ έναν άλλο κόσμο και στη Βασιλεία του Θεού. Μέσω αυτών, έρχεται η δύναμη και οι οιωνοί, θεραπείες και υποστήριξη. Και όπου ο θάνατος ταπεινώνει τον άνθρωπο και μοιάζει σαν να τον μετατρέπει σ’ ένα τίποτα, οι άγιοι εξακολουθούν να συμμετέχουν στο ιστορικό γίγνεσθαι, να ζουν μετά τον θάνατο και να φανερώνουν τη δόξα του Θεού. Όλη η ζωή της εκκλησίας, και ειδικότερα η προσευχή, ζωντανεύει με το παράδειγμα των αγίων από τη μία και από την άλλη παγώνει, μετατρέπεται σε βαριά, ακατανόητα άμφια της ιεροσύνης, για τους απλούς ανθρώπους που δεν έχουν φτάσει και δεν επιδιώκουν την αγιότητα.
Αντί επιλόγου
Η προσευχή του Κυρίου έχει μεταφραστεί σε όλες τις γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων των λιγότερο διαδεδομένων και αυτών που απειλούνται με εξάλειψη. Να περάσεις από δίπλα της είναι αδύνατο και άμα τη βρεις, είναι αδύνατο να μην την απαγγέλλεις/διαβάζεις συχνά σε διαφορετικές καταστάσεις: Πρωί και βράδυ, πριν το φαγητό ή το ταξίδι, στην εκκλησία στη διάρκεια της Λειτουργίας ή κρυφά, με τον νου, στον δρόμο για τη δουλειά. Είναι μια ανεξάντλητη θεολογική τροφή για το μυαλό και την καρδιά του ανθρώπου. Μια απλή τροφή, όπως το ψωμί, αλλά εξίσου απαραίτητη.
Είναι μια ανεξάντλητη θεολογική τροφή για το μυαλό και την καρδιά του ανθρώπου. Απλή τροφή, όπως το ψωμί, αλλά εξίσου απαραίτητη
Είναι πιθανό να ήταν η Μητέρα του Θεού που απήγγειλλε αυτήν την προσευχή. Την απήγγειλλαν αναμφίβολα στις ευχαριστιακές συνάξεις ο Πέτρος, ο Ανδρέας, ο Ιωάννης, ο Ιάκωβος. Αυτό, ως απαραίτητο και αναγκαίο μέρος της Παράδοσης, μεταβιβάστηκε σε μαθητές και ακροατές απ’ όλους όσοι ευαγγελίστηκαν την οικουμενική ανθρώπινη λύτρωση σε όλο τον κόσμο. Με αυτήν την προσευχή μπορεί άνετα να ξεκινήσει κανείς τη μέρα του και να μελετήσει τα μυστικά και τη σοφία της Εκκλησιαστικής θεολογίας. Παρά το γεγονός ότι η προσευχή αυτή είναι σύντομη, η πυκνότητα των εννοιών που εμπεριέχει είναι τέτοια, ώστε ανεξαιρέτως κάθε ιερέας ή επίσκοπος, να μπορεί να πει κάτι γι’ αυτήν, κάτι που έχει προσωπικά αισθανθεί, προσωπικά κατανοήσει με την καρδιά του, στον δρόμο της κοινωνίας με τον Θεό Πατέρα και τον Υιό Του Ιησού Χριστό στο Άγιο Πνεύμα.