Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

«Σε ειρήνη με τον Θεό, με τον εαυτό του και με όλους»

Στη μνήμη του Μητροπολίτη Ιωνά (Καρπούχιν)

Σήμερα είναι τα εννιάμερα[1] του Μητροπολίτη Ιωνά (Καρπούχιν), ο οποίος διαχειρίστηκε το Επαρχείο[2] του Αστραχάν για σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα. Τον ιεράρχη ενθυμούνται φίλοι, μεταξύ των φίλων του, δε, συγκαταλλέγονταν όλοι, ακόμη κι εκείνοι που κάποτε ήταν, λόγω παρανόησης, εχθροί του.

Ο Αρχιερέας σε γιορτή

Μητροπολίτης Ιωνάς (Καρπούχιν) Μητροπολίτης Ιωνάς (Καρπούχιν)

Αρχιεπίσκοπος Γκεόργκιι Γλαζούνοφ, ηγούμενος της εκκλησίας του Αγίου Σεργίου του Ράντονεζ, στο χωριό Εμαννουίλοβκα, της Μητρόπολης Ριάζαν:

– Με τον Επίσκοπο Ιωνά μάς συνδέει φιλία ήδη από τη νεότητά μας, σπουδάσαμε μαζί. Αργότερα, ερχόταν σ’ εμάς συχνά, όταν ήταν ήδη επίσκοπος. Το καλοκαίρι προσπαθούσε να βρει χρόνο για διακοπές. Ήταν άνθρωπος πολύ ομιλητικός και με πολλή ζωντάνια. Πάμε κάπου μαζί και λέμε ο ένας στον άλλον:

– Ω, Βλαντίκα (ΣτΜ: Αρχιερέας/μητροπολίτης/δεσπότης, στη ρωσική), έρχονται άσχημοι καιροί...

– Τίποτα, μα τίποτα σου λέω... Εσύ κι εγώ θα τα βγάλουμε πέρα, όλα ήταν πάντα εντάξει γι’ αυτόν.

Και λίγο αργότερα:

– Ω! Κοίτα μια εκκλησία! Ας κάνουμε τρεις μικρές γονυκλισίες.

Και να ΄μας, καταμεσής στον δρόμο, να κάνουμε τρεις γονυκλισίες.

Προσευχόμουν γι’ αυτόν συνεχώς. Και τότε ξαφνικά έρχονται και μου λένε: "Ο Βλαντίκα πέθανε". Ω, αγαπημένε μου φίλε! Φυσικά, θλίβομαι. Γεννημένοι και οι δύο το ίδιο έτος, μας χώριζαν μόλις δύο μήνες.

Σ’ εμάς ήρθε και ο Αρχιμανδρίτης Άβελ (Μακεντόνοφ). Και να ΄τους που πάνε μαζί στη λιμνούλα και κάθονται στη γέφυρα. Ο ένας βάζει τα πόδια του στο νερό, καθήμενος στη μία μεριά της γέφυρας, και ο άλλος στην άλλη. Κι έτσι, πλάτη με πλάτη, κάθονται σιωπηλοί και σκέφτονται. Είχαμε κι ένα σκυλί, ένα τσοπανόσκυλο εκπαιδευμένο, μας το είχε δώσει ένας επίσκοπος, του άρεσε πολύ να κουβαλάει το ραβδί. Κάπως έτσι και παρεισέφρησα... Και αυτοί μιλούσαν ήσυχα... Πετάω το ραβδί προς τα εμπρός, πάνω από τη γέφυρα, στο νερό. Και ο Άντσαρ μας (ΣτΜ: Ο σκύλος) πηδά με μιας με τόση ταχύτητα ανάμεσα από τις πλάτες τους κι εγώ κοιτάζω και τι να δω: Η γέφυρα είναι άδεια... Δεν υπήρχε κανένας πάνω σε αυτήν, εξαφανίστηκαν. Ήταν τόσο φοβισμένοι, που είχαν βουτήξει, αλλά δεν βιάζονταν να βγουν – ήταν μέσα στο νερό, τους έβλεπες, λες και ήταν χρυσόψαρα. Μετά από αυτό δεν μου μίλησαν όλη την ημέρα. Τόσο φοβισμένοι ήταν. Μετά, όμως, θυμόντουσαν τη σκηνή και τους έπιαναν πάντα τα γέλια.

Μια άλλη φορά, μου λέει ο Βλαντίκα:

– Δώσε μου μια φουφάικα[*], θα πάω να ξαπλώσω εκεί.

([*] ΣτM: Εσωτερική πλεκτή φανέλα)

Πάει στην αριστερή βεράντα. Τον πιάνει ο ύπνος. Εκεί είναι δροσερά, καθ’ ότι βόρεια πλευρά. Τότε πάω κι εγώ και αυτός πετάγεται:

– Γιούουροτσκα! (ΣτM: Χαϊδευτικό του Γιούρι) Κι εγώ ήμουν ξαπλωμένος τόσην ώρα και κανείς δεν μου έδωσε τίποτε...

Aστειευόνταν, βέβαια.

Πρωθιερέας Γκεόργκιι Γκλαζούνοφ Πρωθιερέας Γκεόργκιι Γκλαζούνοφ «Άντε, πάμε», του λέω. «Θα σου δώσω κάτι να φας».

Ήρθαν μια φορά σ’ εμάς μαζί με τον Επίσκοπο Αλέξι (Φρόλοφ). Ήταν και οι δύο τους βαθιά πιστοί. Αγαπούσαν την εκκλησία. Ο Κύριος δεν θα τους αφήσει ποτέ αβοήθητους. Ήταν τόσο αφοσιωμένοι στην Εκκλησία! Πραγματικοί Χριστιανοί. Αγαπούσαν τόσο τον ναό του Θεού. Τελούσαν συχνά Λειτουργία.

Αλλά ήταν «μανούλες» και στην ξεκούραση. Ανεβαίνουν στα ποδήλατά τους και πάνε, πρώτα στον Βίσα και μετά στον Τσνα (ποτάμια – Σημείωση O.O. ). Μία θα πάνε μαζί, μια θα χωριστούν – ο ένας προς τη μία κατεύθυνση, ο άλλος στην άλλη. Μετά θα ξαναβρεθούν, θα μοιραστούν τις εντυπώσεις τους: "Είδα, που λες, αυτό" – "Κι εγώ είδα αυτό!"

Χρυσές εποχές τότε. Και τώρα όλοι καθόμαστε κλειδωμένοι μέσα... Κύριε, βοήθα!

Αλλά και πότε ήταν τα πράγματα εύκολα; Ο Βλαντίκα Ιωνάς πάντα μου έλεγε:

– Γιούουροτσκα!! Γιούουροτσκα!! Προσευχήσου και ο Κύριος δεν θα μας αφήσει! Ήταν και αυτού το βαπτιστικό Γιούρι, όνομα αναφερόμενο στον Άγιο Γεώργιο τον Τροπαιοφόρο.

Είχε πάντα καλή διάθεση. Είχε σταθερή ελπίδα. Όλα θα ξεπεραστούν. Ο Κύριος δεν θα μας αφήσει έτσι.

"Καλά, τι σας είμαι, νταντά ή τι, δηλαδή;"

Ο μητροπολίτης Ιωνάς ευλογεί τους πιστούς Ο μητροπολίτης Ιωνάς ευλογεί τους πιστούς

Μητερούλα Λύδια Γκλαζούνοβα:

– Ο Βλαντίκα Ιωνάς ήταν ένα πολύ πρόσχαρο άτομο. Ερχόταν συχνά σ’ εμάς. Πέρναγε τις διακοπές του εδώ στην Εμμανουίλοβκα. Θυμάμαι μια φόρα, ήθελα να πάω να μαζέψω αγγουράκια και μου λέει:

– Δώσε μου ένα μαξιλάρι, να ξαπλώσω στη βεράντα – αυτό ήταν ένα από τα αγαπημένα του αστεία.

Αυτός ξαπλωμένος εκεί. Και όταν γυρίζω από τον κήπο, μου κάνει:

– Λύ – υ – ντοτσκα! Δώσε τουλάχιστον ένα αγγουράκι στον φτωχούλη αρχιερέα. Κανείς δεν του δίνει τίποτα.

Η συντροφιά του ήταν πάντα, κατά κάποιον τρόπο, διασκεδαστική. Έπαιρνε συχνά τους γιους μας για μια βόλτα. Ο Βλαντίκα Αλέξι καβάλαγε συχνά το ποδήλατο, ενώ στον Βλαντίκα Ιωνά άρεσε να περπατάει γύρω από τη γειτονιά με τα πόδια.

Έχουμε μικρά παιδιά – τέσσερα από τα έξι γεννήθηκαν σχεδόν ένα κάθε χρόνο. Όταν γεννήθηκε η Ανιούτκα, έρχεται σ’ εμένα και μου λέει:

– Λύ – υ – ντοτσκα! – Κοιτάει, με βλέπει πάλι μ’ ένα μικρό παιδί και σαστίζει... «Γιατί δεν μου είπατε τίποτε γι’ αυτό; Καλά, τι είμαι για σας, νταντά ή τι, δήλαδή; Θα έρχομαι εδώ κάθε χρόνο να νταντεύω μωρά;», έλεγε γελώντας.

Και πραγματικά φρόντιζε τα νεογέννητά μου. Εγώ μαγείρευα και αυτός στεκόταν και κούναγε το καροτσάκι.

Τα παιδιά μεγάλωσαν βέβαια τώρα, το ένα είναι οκτώ, το άλλο πέντε...

«Έλα, Ανιούτκα, πιάσε αυτό το καρότο», έλεγε, όταν άρχισε να τα βάζει σε κάποιο «ρυθμό».

Και αυτή:

– Θα ρωτήσω την μαμά.

– Α, έτσι το ‘χουμε! Όταν της κούναγα το καροτσάκι, όλα μέλι – γάλα. Και τώρα που της ζητώ να φέρει ένα καρότο στον φτωχούλη τον αρχιερέα, μου λέει... "θα ρωτήσω τη μαμά μου"!;!

Ήταν πολύ αστείος. Και όταν τον μετέφεραν στο ασθενοφόρο, αυτός γέλαγε κι αστειευόταν. Κι εκεί, στις δύο ή τρεις η ώρα, πέθανε.

Ήταν πάντα ευχαριστημένος με τα πάντα

Πρωθιερέας Μαξίμ Κάργκιν Πρωθιερέας Μαξίμ Κάργκιν

Πρωθιερέας Μαξίμ Κάργκιν, εφημέριος του Ναού της Επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος στο Κοιμητήριο της πόλης Αστραχάν, στην οδό Ροζντέστβενσκαγια (ΣτΜ: Της θείας Γέννησης):

– Ήμουν ακόμη μικρός, όταν πήγα για πρώτη φορά στην Εκκλησία. Κάποιος καθόταν πάντα εκεί στο σκαμνάκι, αν δεν ετελείτο Λειτουργία. Εκείνην την εποχή, για μένα, όποιος είχε γενειάδα ήταν σίγουρα ιερέας. Και αυτός μίλαγε, θυμάμαι, ζωντανά με τους ανθρώπους για κάτι ουσιώδες. Και τώρα που έχω μεγαλώσει, ο Βλαντίκα καθόταν ακόμα στη θέση του ως εφημερεύων και καλωσόριζε τους πάντες. Με φώναξε και με ρώτησε πού δουλεύω, με τι ασχολούμαι τώρα. Κατόπιν, προσφέρθηκα να εργαστώ στην εκκλησία. Λίγο αργότερα με κάλεσε να βοηθήσω και στο Ιερό. Θυμάμαι ότι φοβόμουν ακόμη: Τέτοια ήταν η συγκίνηση. Τότε άρχισα να υπηρετώ ως υποδιάκονος, όταν τελούσε τη θεία Λειτουργία ο Βλαντίκα, αλλά και ως βοηθός στο κελλί του.

Κάποτε, ο Βλαντίκα λειτούργησε στο Μπασκουντσάκ (ΣτΜ: Περιοχή με αλμυρή λίμνη στη επαρχία Αχτιουμπίνσκ του Αστραχάν) και μετά πήγε στο Αχτιουμπίνσκ, όπου θα είχε ολονυχτία, και ξαφνικά διαπιστώσαμε ότι είχαμε ξεχάσει τη Μήτρα στο Μπασκουντσάκ. Στην πραγματικότητα, δεν ήμουν εγώ ο υπεύθυνος γι’ αυτήν, αλλά παρ’ όλα αυτά είπα ότι ήταν δικιά μου παράλειψη – έπαιζα τον ήρωα. Πήγα να φέρω τη Μήτρα. Όταν επέστρεψα, είχε ήδη περάσει η μισή Λειτουργία. Παρέδωσα τη Μήτρα στον Βλαντίκα, ζητώντας ταυτόχρονα συγχώρεση. Και αυτός με κοίταζει έντονα και μου λέει:

«Για ποιο πράγμα ζητάς συγχώρεση;»

«Επειδή ξέχασα τη Μήτρα», επιμένω.

Τη φόρεσε στο κεφάλι του και δεν είπε τίποτα περισσότερο. Και ήμουν σίγουρος ότι με περιμένει κατσάδιασμα. Κι εγώ παραλείψεις άλλων κάλυπτα, τίποτε πιο πολύ. Αλλά κανένα κατσάδιασμα δεν άκουσα!! Οι άλλοι το ήξεραν, βέβαια, ότι έτσι και θα ήταν το πραγάμα (ΣτΜ: Καθ’ ότι ξέραν πολύ καλύτερα τον Βλαντίκα και την καλοσύνη του), ενώ για εμένα ήταν η πρώτη μου φορά σ’ ένα τόσο μακρινό ταξίδι με τον Βλαντίκα.

Όλες οι Λειτουργίες που τελούσε, καθώς και η αλληλεπίδραση του Βλαντίκα με τους ανθρώπους, ήταν πάντα γεμάτα με μυστηριώδη σιωπή, με αγάπη. Εννοώ εδώ την εσωτερική σιωπή, που συνοδεύει την ηρεμία και την ειρήνη. Ζούσε με την προσευχή. Ίσως όχι στα χείλη, αλλά στην ψυχή του, την αισθανόσουν πάντα μέσα του. Αυτό το βάθος, τον πλούτο, τα βρίσκεις μόνο σ’ ένα εν Θεώ άτομο. Προσέρχεσαι σε αυτόν «τσακισμένος» και φεύγεις εντελώς διαφορετικός άνθρωπος. Χαρωπός, «επανασυναρμολογημένος», «ολόκληρος» – σαν να έχεις ξαναγεννηθεί. Μα τι θα μπορούσε να είναι αυτό; Η προσευχή, βέβαια! Και αυτήν την εν Θεώ ανανέωση, ο αρχιερέας τη μοιραζόταν με όλους μας.

Τα κηρύγματα του Βλαντίκα ήταν πάντα υπέροχα: Σύντομα, αλλά ενημερωτικά. Με νόημα. Σε μερικά σημεία μιλούσε πολύ αυστηρά, σε άλλα πιο ήπια, αλλά αυτά του τα λόγια διαποτίζονταν πάντα με αγάπη. Είχες την αίσθηση ότι κοίταζε μέσα στην κάθε ψυχή όταν απευθύνονταν στους ανθρώπους και ότι ήξερε τι να πει σε ποιον. Απευθυνόταν στον καθένα προσωπικά από τον άμβωνα.

O Βλαντίκα απολάμβανε πάντα τη ζωή, αγαπούσε τη ζωή. Βολευόταν σε όλες τις καταστάσεις. Όλα ήταν καλά γι’ αυτόν. Έκανε ζέστη, είχε ηλιοφάνεια και ο Βλαντίκα χαμογελούσε: «Ω! Ήλιος σήμερα! Τι καλά! Τι ζεστά". Άνοιξη και φθινόπωρο με υγρό καιρό θα έλεγε: «Τι κα – λάάά και δροσερά!". Αυτά τα μικροπράγματα είναι που κάνουν τη ζωή ωραία. Ποτέ δεν μουρμούρισε για τίποτα. Τα πάντα τού άρεσαν, με τα πάντα ήταν ευχαριστημένος. Απλά ευχαριστούσε τον Θεό που ζει. Κυριολεκτικά για την κάθε μέρα που ζει.

Μας λείπει ο Βλαντίκα. Πήγαινες σε αυτόν για συμβουλή, όταν είχες μπροστά σου μια περίπλοκη κατάσταση, που ήταν «να χάνεις τα μυαλά σου», και αυτός σου έδινε 100% πειστικές συμβουλές. Έμπαινε βαθιά στην ουσία του προβλήματος και σε απελευθέρωνε απ’ οποιοδήποτε άγχος. Κι έφευγες από αυτόν χαρούμενος, καθησυχασμένος.

Του Βλαντίκα του άρεσε να λειτουργεί στην Εκκλησία της Επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος στο νεκροταφείο. Μας επισκεπτόταν σχεδόν κάθε μήνα. Κουβαλούσε πάνω του ένα πολύ υγιές πνεύμα κι εμφυσούσε στις ενορίες μια απλή και γνήσια ζωή. Χωρίς να πιέζει ποτέ κανέναν, ήταν, παρ’ όλα αυτά, ικανός ν’ αναζωογονήσει τα πάντα. Ταυτόχρονα, γι’ αυτόν, ο καθένας έπρεπε να είναι ο εαυτός του και ο Βλαντίκα καλλιεργούσε αυτήν την ιδιαιτερότητα στον καθέναν και βοηθούσε τον καθέναν ν’ ανοίξει την καρδιά του στη Λειτουργία. Του άρεσε πολύ, όταν ο καθένας ήταν εκεί που «έπρεπε να είναι». Αξιολογούσε με βάση την υπηρεσία που προσέφερε ο καθένας. Γενικά, αναβίωσε ως κοινωνικό στρώμα τον κλήρο στη γη του Αστραχάν. Πριν από αυτόν οι ιερείς εδώ ήταν «τρεις κι ο κούκος» τον αριθμό: Περίπου 15. Κι έφτασαν να είναι πάνω από 10 φορές περισσότεροι! Έδωσε ελευθερία δράσης, ώστε ο καθένας να μπορεί να εκδηλώνεται. Εάν, φυσικά, κάτι δεν πήγαινε καλά, τότε σε καλούσε κοντά του και κουβέντιαζε το πράγμα. Ήταν πάντοτε πολύ προσεκτικός με τους πρόσφατα χειροτονημένους ιερείς. Όταν πέρναγε το σαρανταλείτουργο:

– Γιόκα μου, έτσι κι έτσι πρέπει να κάνεις.

Ο Μητροπολίτης Ιωνάς λειτουργεί Ο Μητροπολίτης Ιωνάς λειτουργεί

Και βέβαια η νεολαία, συνήθως, προσπαθεί να φέρει κάτι το καινούργιο, κάτι από τους ίδιους. Και ο Βλαντίκα όλα αυτά τ’ αγκάλιαζε με αγάπη και υπομονή. Τα τακτοποιούσε όλα με ηρεμία. Ο ίδιος ήταν ειδήμων της Λειτουργικής. Τη δίδαξε, άλλωστε, στη Θεολογική Ακαδημία της Μόσχας και δίδαξε υποψήφιους ιερείς εκεί, τι και πώς να το κάνουν. Παρ’ όλα αυτά, σεβόταν πολύ τον ανεξάρτητο τρόπο εργασίας: Να ερευνάς τα πράγματα μόνος σου, να δεις τα πάντα, να επιφέρεις διορθώσεις εκεί που χρειάζεται, να ενεργοποιείς τον εαυτό σου, να κάνεις τα πάντα με την αφοσίωση του υιού προς τον Θεό και όχι επειδή οι διαχειριστές της εκκλησίας έτσι θέλουν. Ο Βλαντίκα, ενδιαφερόταν, φυσικά, για όλους και ρώταγε: «Πώς πάει με τη Λειτουργία; Πώς πάει με το χτίσιμο του ναού;». Μετά, «χάνεσαι από προσώπου γης», λόγω διαφόρων ασχολιών, δεν εμφανίζεσαι για μεγάλο χρονικό διάστημα κι έρχεται και σου λέει:

– Ποιο είναι το όνομά σου, υιέ μου; Κάπως σαν να μη σε θυμάμαι... Αστειευόταν, βέβαια, υπό τύπον επίπληξης, για την απουσία σου.

Τους αγαπούσε όλους, δεν κατέκρινε κανέναν, προσπαθούσε να τους καταλάβει όλους κι έτσι τα όποια προβλήματα λύνονταν ήσυχα, ήρεμα. Όταν κάποιος άρχιζε να κατακρίνει κάποιον, ο Βλαντίκα προσποιούταν ότι δεν ακούει. Αυτός ο ίδιος που κατακρίνει, θα κατανοήσει γρήγορα ότι θα μετανιώσει γι’ αυτό που κάνει. Θα μεταστρέψει πάντα το θέμα της συνομιλίας, έτσι ώστε να μοιραστεί καλύτερα την εμπειρία του: Πώς να προσευχηθείς κατ’ ιδίαν και εν ώρα Λειτουργίας. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας θα δώσει μερικές συμβουλές αναφορικά με την τέλεσή της.

Αγαπούσε μάλιστα να πολυλογεί, όπως ο ίδιος το διατύπωνε, και για κοσμικά πράματα. Θυμόταν και τη μάνα του συχνά. Πώς επέζησαν του πολέμου, τι έτρωγαν, πώς βοηθούσαν ο ένας τον άλλον.

Ο Βλαντίκα ήταν πολύ προσιτός. Τους φώναζε όλους «παιδάκι μου», «γιόκα μου», τους ευλογούσε, τους χάιδευε το κεφάλι. Και οι ηλικιωμένες γυναίκες τον αγαπούσαν και τον περιμέναν μετά τη Λειτουργία. Ακόμα και πονοκέφαλο να είχε, θα σιγοστεκόταν και θα ευλογούσε όλους και καθ’ έναν ξεχωριστά.

Θυμάμαι που τελούσαμε Λειτουργία στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Ο κόσμος συγκεντρώθηκε, περιμένοντας τον επίσκοπο μετά τη Λειτουργία. Μεταξύ αυτών και μια γυναίκα με δύο δίδυμες κόρες. Ο Βλαντίκα πέρασε από δίπλα τους κι εναπόθεσε το χέρι του στο κεφάλι ενός εκ των δύο κοριτσιών:

– Αυτό το κάνω για να μη σε πονέσει ποτέ το κεφαλάκι σου, της λέει. Την ευλογεί, τη χαϊδεύει και συνεχίζει.

Και βλέπεις τη μητέρα που έχει μείνει έκπληκτη:

– Μα καλά, πώς ξέρει ότι αυτή η κόρη έχει πολύ συχνά πονοκέφαλο;

Βλέπεις κάποια άλλη στιγμή τον αρχιερέα να κάθεται στο περίπτερο (ΣτΜ: Της Εκκλησίας) κι εκεί που κάθεται βλέπει κάποιον στην εξώπορτα και αμέσως φωνάζει:

– Ποιος είναι εκεί; Ποιος είναι εκεί; Μην ντρέπεσαι, έλα!

Ο καθένας μπορούσε να τον επισκεφτεί. Δεν έδιωχνε κανέναν. Βοηθούσε και οικονομικά. Κανένας δεν έφευγε από αυτόν χωρίς να έχει λάβει εφησυχασμό.

Ο Βλαντίκα έλεγε ότι η γενιά του υπέστη κάθε είδους δεινά, πολέμους και καταπίεση από τους κομμουνιστές και ότι «είχαμε πολλά ακόμη να υπομείνουμε». Και προειδοποιούσε: "Να σταθείτε δυνατοί!". Υπενθύμιζε πάντα, σε σχέση με τις Λειτουργίες και την προσευχή. «Πρώτα τα του Θεού και μετά τα του ανθρώπου» – αυτή ήταν η παραίνεσή του. Δούλεψε πρώτα για τον Θεό και μετά ο ίδιος ο Κύριος θα τα τακτοποιήσει όλα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Αυτή ήταν η αρχή της ζωής του. Και δεχόταν τα πάντα από το χέρι του Θεού. Κι έτσι έζησε ειρηνικά με τον Θεό, με τον εαυτό του και με όλους.

"Ο Vladychenka μας"

Μοναχός Ραφαήλ (Ποπόφ) Μοναχός Ραφαήλ (Ποπόφ) Μοναχός Ραφαήλ (Ποπόφ), Mονή των Σπηλαίων του Πσκοφ:

– Όλοι όσοι γνώριζαν τον Βλαντίκα, τον φώναζαν φιλικά «Βλαντίτσενκα μας». Μια τέτοια ονομασία ξεπήδηξε ως απάντηση στην καλοσύνη, στην ειλικρίνεια και στην αγάπη, την οποία ο Βλαντίκα έτρεφε για όλους όσοι έρχονταν σε αυτόν.

Πάνω απ’ οτιδήποτε άλλο, ο Βλαντίκα αγαπούσε τη Θεία Λειτουργία, δεν μπορούσε να φανταστεί τη ζωή του χωρίς αυτήν. Ακόμα και όταν ένιωθε άρρωστος, ξεπερνούσε την αδυναμία του και πήγαινε να τελέσει τη Λειτουργία. Στην Εκκλησία μεταμορφωνόταν, όλες οι ασθένειες υποχωρούσαν. Το να παρευρεθείς στις Λειτουργίες του ήταν ασυνήθιστα εύκολο και αποτελούσε πηγή έμπνευσης. Κυριαρχούσε μια τέτοια ατμόσφαιρα γαλήνης και χαράς.

Ο Βλαντίκα, ως πραγματικός μοναχός που ήταν, θυμόταν πάντα τον θάνατο. Κάποτε έλεγε ότι, όταν ήταν πρωτεφημέριος στην εκκλησία της Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας, ήταν συνεχώς νευρικός και αγανακτισμένος για κάποιον λόγο. Κι εξ αιτίας αυτής της συνεχούς ανησυχίας, του ανέβηκε πολύ η αρτηριακή πίεση, σε σημείο που χρειαζόταν επείγουσα ιατρική βοήθεια. Τότε, για πρώτη φορά, ένιωσε βαθιά μέσα του πόσο ξαφνικά θα μπορούσε να τελειώσει η ζωή του. Μετά από αυτό το περιστατικό, άλλαξε αισθητά, ηρέμησε, άρχισε να βλέπει πολλά πράγματα με πιο «απλουστευτικό» μάτι, καθώς και να εμπιστεύεται τη Θεία Πρόνοια.

Ο Βλαντίκα ήταν ένα λογικό, υπομονετικό και φιλειρηνικό άτομο. Αγαπούσε τους ανθρώπους πάρα πολύ, αλλά δεν προσπαθούσε να πιέσει ή να δεσμεύσει κανέναν, κυρίως γιατί εκτιμούσε την ελευθερία του κάθε ατόμου. Κάποτε τον ρωτήσαν πώς είναι δυνατό, από τη μία, επειδή αγαπάς κάποιον, να του δίνεις πλήρη ελευθερία, ξέροντας ότι αυτό μπορεί να προκαλέσει πολύ πόνο μέσα σου, και από την άλλη να θέλεις να είσαι με αυτούς που σου αρέσουν και που θα ήθελες να σε προσέχουν και να σε φροντίζουν. Απάντησε ότι ο πόνος είναι απαραίτητος σύντροφος της ζωής ενός ατόμου, που θέλει να βρει ελευθερία εν Θεώ, και ότι όλες οι προσκολλήσεις – σε ανθρώπους, πράγματα ή περιστάσεις – μας χωρίζουν από Αυτόν, μας οδηγούν μακριά. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με συνεχή πόνο στην καρδιά, πόνο τον οποίον μόνο ο Χριστός μπορεί να θεραπεύσει. Και, Δόξα τω Θεώ που υπάρχει αυτός ο πόνος, γιατί χάρη σε αυτόν Τον θυμόμαστε πάντα και πασχίζουμε να Τον φτάσουμε.

Αγαπητέ μας Vladychenka, σας ευχαριστώ για τις παραινέσεις, την υπομονή και την αγάπη σας.

Μνήσθητι, Κύριε, τον δούλον σου εν τη βασιλεία σου!

Νόμιζα ότι ο Επίσκοπος είναι ένας βασιλιάς.
Αποδείχθηκε, όμως, ένας φίλος

Ιβάν Οντιντσόφ Ιβάν Οντιντσόφ Ιβάν Οντιντσόφ: Ενορίτης του καθεδρικού ναού της Αγίας Σκέπης στο Αστραχάν και της Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Αλτούφεφ της Μόσχας:

– Γνώριζα τον Βλαντίκα Ιωνά μόνο από τον καιρό που διορίστηκε στο Επαρχείο του Αστραχάν, το 1992. Θυμάμαι να λένε ότι είχαμε νέο Επίσκοπο. Ήμουν ακόμα μαθητής τότε, ούτε καν είχα βαπτιστεί. Τι είναι "επίσκοπος", ούτε που καταλάβαινα. Έτσι έβαζα με το μυαλό μου ότι θα πρέπει να πρόκειται για κάποιον πολύ, πολύ μακριά από τους απλούς ανθρώπους, κάποιον σαν τον βασιλιά κι επιπλέον ένα πνευματικό άτομο, δηλαδή κάποιον εντελώς διαφορετικόν από εμάς...

Ένιωσα τότε πραγματικά τεράστια ευλάβεια. Και ήταν, προς κατάπληξή μου, ένα ευχάριστο συναίσθημα! Συχνά, οι άπιστοι μας επιρρίπτουν πράματα όπως «α, εσείς όλοι είστε "δούλοι του Θεού"» και, ως εκ τούτου, «στην Εκκλησία υφίσταται κάποιο είδος δουλείας...». Και όμως, αυτό οφείλεται σε παρεξήγηση. Θυμάμαι που αργότερα βρέθηκα να κάθομαι στο τραπέζι δίπλα στον Βλαντίκα, κατά τη διάρκεια ενός γεύματος, και τότε είδα με τα μάτια μου πόσο απλός, ενδιαφέρων, ταπεινός είναι ο δικός μας Βλαντίκα. Και δεν έδειχνε να έχει κανένα από τα πάθη, τα τόσο χαρακτηριστικά κυρίως των κοσμικών ανθρώπων και ούτε προσποιούταν τον σημαντικό, στο παραμικρό μάλιστα – τίποτε από αυτά δεν έβλεπες στον Επίσκοπό μας! Επρόκειτο για κάποιον με βάθος ψυχής κι εύρος αγάπης.

Ομοίως και όλοι όσοι ήταν κοντά του, δεν παραπονέθηκαν ποτέ για τη συμπεριφορά του. Ακόμα και αν ο Βλαντίκα είχε λόγους να θυμώσει μ’ εμάς, δεν πρόφτανε να «βγει από τα ρούχα του» και αμέσως έστρεφε την προσοχή σε κάτι άλλο, κάτι το αγαθό και με νόημα. Κι εκεί που μίλαγε για το άλλο θέμα, θα «πέταγε» στα γρήγορα και κάτι το διδακτικό, σε σχέση με αυτό που συνέβη, και μετά θα το «ξέχναγε» και θα γελούσε! Αυτή η διαπαιδαγώγηση ήταν και η πιο αποτελεσματική.

O Βλαντίκα υπήρξε η πυξίδα μου σε όλα, τόσο στην πνευματική ζωή όσο και στο να ξέρω να είμαι απλά ένας άνθρωπος και πώς να επικοινωνώ με τους άλλους. Το χιούμορ του ήταν πάντα λεπτό, απλό και στην ουσία του θέματος. Παρά το σατιρικό ταλέντο που διέθετε, δεν ήταν διόλου κακοήθης. Έτσι και μας διαπαιδαγώγησε: Μίλαγε με τόση λεπτότητα και προσεκτικά, «περνώντας» το μήνυμα που ήθελε να περάσει, αλλά ταυτόχρονα με τέτοιο κωμικό τρόπο, που ήταν αδύνατον να μη βάλεις τα γέλια. Προσβολή δεν υπήρχε, αλλά καταλάβαινες ότι πλέον δεν πρέπει να συμπεριφερθείς έτσι στο μέλλον.

Με τον Βλαντίκα γίναμε φίλοι παρά την ηλικιακή και «πνευματική» μας διαφορά. Πίναμε τσάι μαζί συχνά. Ό,τι και αν είχες στην ψυχή σου, μπορούσες πάντα να στραφείς στον αρχιερέα και αυτός θα σε καλοδεχόταν με χαρά. Και όχι ως υποδεέστερο, αλλά με φιλικό τρόπο. Θα σε αγκαλιάσει και θα σε φιλήσει με την πρώτη. Και αμέσως ξεκινά να σου μιλά, έτσι απλά κι ωραία. Θυμάμαι μια φορά, χτυπά το τηλέφωνο. Βλπέπω ότι είναι αυτός που μου τηλεφωνεί. Αμάναμάν, κοτζάμ αρχιερέας τηλεφωνεί, άρα θα είναι για κάτι σπουδαίο... Και ξέρετε τι ήταν το «σπουδαίο»;

– Ε, λοιπόν, είδες σήμερα, του Ευαγγελισμού, το παιχνίδισμα του ήλιου; Το είδες;!

Όλοι ένιωθαν πάντα καλά μαζί του. Μπορεί και να μην ήξερες καν τι να του πεις και να κάθεσαι δίπλα του σιωπηλός. Ε, και αυτό ακόμη έφερνε πάντα χαρά και γαλήνη. Δεν σε πίεζε ούτε σ’ εξανάγκαζε, ποτέ και για τίποτε. Απλά τον ρωτούσα κάτι και περίμενα ταπεινά την απάντηση.

Εντυπωσίαζε η καταπληκτική του ικανότητα ν’ αγαπάει όλους και τον καθένα ξεχωριστά. Συχνά έβλεπα με τα μάτια μου εκεί, στη γη του Αστραχάν, την επικοινωνία του με εκπροσώπους άλλων θρησκειών και ακόμη και μ’ εκείνους που δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους πιστό: Βλέπεις κάποιος να περνά διπλά από την εκκλησία και στη θέα του Βλαντίκα σταματά επί τόπου. Και ο Βλαντίκα, από τη μεριά του, είχε πάντα κάτι να πει σε αυτούς τους ανθρώπους. Γενικά αγαπήθηκε απ’ ολόκληρο τον πληθυσμό της περιοχής μας. Όπου και αν πήγαινε, ο κόσμος έτρεχε να τον δει: Πιστοί, άπιστοι, Ρώσοι, Τατάροι, Κοζάκοι... Όλοι του φέρονταν με σεβασμό που συγκινούσε.

Προσευχόταν για όλους, χαιρόταν από αγάπη για όλους. Ακόμη και άνθρωποι με επιρροή έρχονταν σε αυτόν, απλά για την ανθρώπινη επικοινωνία. Και πώς αγαπούσε τις απλές γιαγιούλες! Τον θυμάμαι που μίλαγε με κάποια και αυτή του είπε κάποιο μυστικό, φαίνεται. Και όταν εκείνη έφυγε, ήταν σε τέτοια κατάσταση σοκ, που επανέλαβε πολλές φορές:

«Είναι μια αγία. Υπάρχουν άγιοι τριγύρω μας. Είναι αγία» – και μετά τη θυμόταν για μια βδομάδα.

Μητροπολίτης Ιωνάς. Φιλώντας τον Σταυρό Μητροπολίτης Ιωνάς. Φιλώντας τον Σταυρό

Ο ίδιος ο Βλαντίκα Ιωνάς διέθετε το χάρισμα να μετατρέπει, με ευγένεια και ταπεινότητα, τους εχθρούς του σε φίλους. Όταν ήρθε για πρώτη φορά στο Επαρχείο του Αστραχάν, είχαμε τέτοιες εντολές, που είχες την εντύπωση ότι οι τοπικοί θαμώνες των, τότε ακόμη, λιγοστών εκκλησιών θεωρούσαν εαυτούς σχεδόν σαν «βασιλιάδες», ως επί γης αναπληρωτές του Θεού. Και τότε μας ήρθε κάτι σαν Αρχηγός της Εκκλησίας της Μόσχας[3]: Και τι καταλαβαίνει αυτός από τον τόπο μας! Υπήρξαν μερικοί που δεν άφησαν τον Βλαντίκα να μπει στον καθεδρικό ναό, έτσι ώστε να μην «πάει και το παίξει καμπόσος», οπότε έκλεισαν αμέσως την πόρτα και μπλόκαραν τον δρόμο... Μπορείτε να το φανταστείτε; Αλλά αυτός είχε πάντα τόση πολλή κατανόηση για τα πάντα, δεν είχε ή δεν κράταγε κακία για κανέναν και ούτε θα «έσειε» ποτέ «το σπαθί του»... Έτσι και τότε, απλώς περπάταγε ήσυχα και πέρασε από την πλαϊνή πόρτα. Αλλά οι Λειτουργίες που τελούσε ήταν τέτοιες, που όλοι ξέχναγαν αμέσως τα πάντα επί γης... Και κάπως έτσι, λοιπόν, μετέτρεψε και τους σφοδρούς εχθρούς του (ΣτΜ: Όπως αυτούς της μικρής ιστορίας πιο πάνω) σε φίλους του.

Κάποια στιγμή και αυτό το τρομερό συνέβη: Με κάποιον τρόπο κατέβασαν τον πολυέλαιο, έτσι ώστε να μπορούν να τον καθαρίσουν μέχρι το Πάσχα. Και κάποιοι που στέκονται ακριβώς δίπλα στο ναό – και η ακουστική βέβαια είναι καλή! – κουβεντιάζουνε:

– Ήρθε ο Μοσχοβίτης (ΣτΜ: Ο Βλαντίκα Ιωνάς) να πουλήσει τον πολυέλαιο!

– Κι εμείς θα κρεμάσουμε κάτι το φτηνό!

Και μόνο αργότερα (ΣτΜ: Όταν είδαν στην πράξη ποιος είναι ο Βλαντίκα) αυτοί οι άσπλαχνοι ενορίτες αγάπησαν τόσο πολύ τον Βλαντίκα μας! Και οι ίδιοι έγιναν τέτοιοι, που δεν τους αναγνώριζες πλέον! Και αυτός τους αντιμετώπιζε αργότερα με ιδιαίτερο τρόπο πάντα. Όπως λέει και ο Απόστολος: τῷ ὑστεροῦντι περισσοτέραν δοὺς τιμήν (βλ. 1 Κορ. 12: 12 – 24 [4]). Τους καλούσε όλους με το όνομά τους. Κι έτσι οι άνθρωποι «ξεπάγωναν» κάπως. Δεν ξέρεις ποτέ από τι πέρασε ο καθένας στη ζωή του, ούτε τι παιδική ηλικία είχε... Ο Βλαντίκα ήξερε να φτιάχνει καλή διάθεση στον καθένα. Είχε έναν εξαιρετικό χαρακτήρα, απαλό και διακριτικό. Και μιλάμε για αρχιερέα τώρα. Θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την εξουσία του. Αλλά όχι. Δεν διέλυσε, αλλά μεταμόρφωσε το ποίμνιο.

Τώρα, λοιπόν, καταλαβαίνεις ότι όλη αυτή η αγάπη που μας δίδαξε μέσα από το παράδειγμα ο Βλαντίκα είναι ένας ολόκληρος κόσμος. Ήταν και θα είναι. Διότι πάνω από κάθε τι το παροδικό, υπάρχει η αγάπη του Χριστού.

Επιμελήθηκε από την Όλγα Ορλόβα
Μετάφραση για το gr.pravoslavie.ru: Γρηγόριος Μάμαλης

Pravoslavie.ru

6/8/2020

[1] ΣτΜ: Ο Μητροπολίτης Ιωνάς απεβίωσε λίγες ώρες μετά τα μεσάνυχτα της Κυριακής προς Δευτέρα (4η Μαΐου ), στο 50ο Νοσοκομείο Μόσχας, από πνευμονία, η οποία προξενήθηκε από τον κορονοϊό.

[2] ΣτΜ: Όλες οι ενορίες της Ρωσικής Εκκλησίας ανήκουν σε επαρχεία (επαρχίες) ισοδύναμα με τις Επισκοπές, κεφαλή των οποίων είναι οι Αρχιερείς ή Επίσκοποι

[3] ΣτΜ: Οι πλαγιογραφήσεις είναι του μεταφραστή

[4]ΣτΜ (πηγή imgap):

Α Κορ. 12,24 τὰ δὲ εὐσχήμονα ἡμῶν οὐ χρείαν ἔχει, ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς συνεκέρασε τὸ σῶμα, τῷ ὑστεροῦντι περισσοτέραν δοὺς τιμήν,

Α Κορ. 12,24 Τα δε μέλη μας, που φαίνονται ωραία, δεν έχουν ανάγκην από τέτοιαν περιποίησιν. Αλλά ο Θεός ανέμειξε εις μίαν αρμονικήν ενότητα τα μέλη, ώστε ν’ αποτελήται το εν σώμα, δώσας περισσοτέραν τιμήν στο μέλος που φαίνεται ότι υστερεί, εν συγκρίσει προς τα άλλα μέλη.

Σχόλια
Μπορείτε να αφήσετε το σχόλιό σας παρακάτω (μέχρι 700 σύμβολα). Όλα τα σχόλια θα διαβαστούν από τους συντάκτες του Ορθοδοξία. Συνδεθείτε μέσω (κοινωνικών δικτύων) ή πληκτρολογήστε τα στοιχεία σας.
Enter through FaceBook
Το όνομα σας:
Το e-mail σας:
Πληκτρολογήστε τον αριθμό στην εικόνα:

Characters remaining: 4000

×