Τη δεύτερη Κυριακή μετά την Πεντηκοστή, η Εκκλησία τιμά τη μνήμη των Αγίων Πάντων της Ρωσίας και των Αγίων Πάντων του Αγίου Όρους. Αυτή την ημέρα προτείνουμε στους αναγνώστες της ιστοσελίδας μας να νιώσουν την ανεπανάληπτη ατμόσφαιρα του Αγίου Όρους. Για αυτό το λόγο δημοσιεύουμε το πρώτο μέρος συνομιλίας μας με τον πνευματικό και κτήτορα της Ιεράς Μονής Ολσάνσκιϊ, τον Αρχιεπίσκοπο κ.Ιωνά. Το θέμα της συζήτησης είναι ποια θέση έχει το Άγιον Όρος στη ζωή του.
– Σεβασμιώτατε, νομίζω πως θα συμφωνήσετε ότι ένας άνθρωπος πάντα ενδιαφέρεται για την εμπειρία του άλλου. Πείτε μας, πώς έγινε η πρώτη σας συνάντηση με το Άγιο Όρος Άθω; Πόσων χρονών ήσασταν, όταν έγινε αυτό, και πώς το Άγιο Όρος σας έχει μείνει στη μνήμη σας από τότε;
– Μάλλον, πρέπει να ξεκινήσω με το ότι οι πρώτες μου συναντήσεις με το Άγιο Όρος ήταν μέσω από εικόνες. Και αυτό επειδή είχα πληροφορηθεί για το Άγιο Όρος στις αρχές των 1990, σε μια εποχή που για να βρεθώ εκεί ήταν για μένα ένα τελείως άπιαστο όνειρο.
Ο πρώτος από τους γνωστούς μου που είχαν πάει στο Άγιο Όρος, ήταν ο τότε ταμίας της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος (τώρα καθηγούμενος μονής στο Κνιάζιτσι). Ο παππούλης είπε πάρει στα πολύ σοβαρά το ταξίδι του, έφερε από κει σταυρουδάκια, θυμίαμα, εικονίτσες που απλόχερα έδινε σε όλους όσοι μπορούσαν μόνο να ονειρεύονται το Άγιο Όρος. Αργότερα, είχε κάνει ολόκληρη σειρά με «αγιορείτικα» κηρύγματα, στα οποία μοιραζόταν τις εντυπώσεις του από το ταξίδι του στο Άγιον Όρος. Όποιος ξέρει τον πατέρα Σωφρόνιο μπορεί να φανταστεί πώς, με το χαρακτηριστικό για αυτόν ιδιαίτερο τρόπο, τη συγκινητική απλότητα και πόσο παραστατικά διηγούταν για το Άγιο Όρος.
Αλλά κάποιες πληροφορίες έτσι κι αλλιώς είχα. Αν και τότε δεν υπήρχε ακόμα διαδίκτυο, ούτε είχαν εκδοθεί εικονογραφημένα βιβλία για το Άγιο Όρος, όμως κάπου-κάπου φωτογραφίες του Αγίου Όρους εμφανίζονταν, για παράδειγμα, στο «Περιοδικό του Πατριαρχείου Μόσχας» ή σε άλλα εκκλησιαστικά έντυπα. Αλλά, πάλι, λίγοι ήξεραν τι είναι το Άγιον Όρος στην πληρότητά του. Απλά το Άγιο Όρος ήταν τόπος άσκησης για πολλές γενεές μοναχών.
Και μόνο στις αρχές της δεκαετίας του 2000 εμφανίστηκε η ευκαιρία για μένα να πάω εκεί. Δεν έχω ιδιαίτερα έντονες εντυπώσεις από την πρώτη επίσκεψη, απλώς θυμάμαι ότι με εξέπληξαν κυριολεκτικά τα πάντα.
Όμως, τη δεύτερη ή την τρίτη φορά, εμείς με έναν ενορίτη μας τελείως τυχαία είχαμε βρεθεί σε πανηγύρι στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου. Ήταν ημέρα μνήμης του Οσίου Ευδοκίμου του Βατοπεδινού. Εμείς δεν ξέραμε ούτε ότι υπάρχει τέτοια γιορτή ούτε για τον άγιο. Είχαμε προγραμματίσει να πάμε στο Βατοπέδι αλλά δεν προλάβαμε το λεωφορείο από τις Καρυές (πρωτεύουσα του Αγίου Όρους) και αναγκαστήκαμε να περιμένουμε το επόμενο. Αυτή η αναμονή ήταν πολύ σημαντική. Όταν όλες οι μετακινήσεις σου είναι αυστηρά οργανωμένες – βγαίνεις από το αυτοκίνητο, προσκυνάς τα κειμήλια, κάθεσαι στο αυτοκίνητο, πηγαίνεις παραπέρα – είναι αδύνατον να αισθανθείς την ιδιαίτερη ροή του χρόνου στο Άγιο Όρος.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιωνάς. Το Άγιον Όρος Άθως
Έτσι σχεδόν δύο ώρες περάσαμε στις Καρυές. Φανταστείτε, όταν το λεωφορείο αναχώρησε, η πρωτεύουσα του Αγίου Όρους ερημώθηκε. Μείναμε στην πλατεία μόνοι μας, γύρω μας δεν υπήρχε ψυχή. Και ακριβώς τότε αισθανθήκαμε πόσο αργόσυρτα κυλάει ο χρόνος στο Άγιο Όρος, πόσο παγώνει εκεί, πόσο διαφέρει από τη ροή που έχουμε συνηθίσει.
Πώς κυλάει η μέρα σε οποιονδήποτε από μας; Ξυπνάς, τσιμπάς κάτι, κάνεις δύο πράγματα και ήδη είναι 12 η ώρα το μεσημέρι. Έφαγες, κάποιον πήρες τηλέφωνο, με κάποιον συναντήθηκες και ήδη έχει πέσει σκοτάδι. Δηλαδή ο χρόνος περνάει αστραπιαία. Στο Άγιο Όρος – όποιος έχει πάει, μπορεί να το επιβεβαιώσει – ο χρόνος κυλάει τελείως διαφορετικά. Μπορείς να ξυπνήσεις το πρωί, να παρακολουθήσεις την ιερή ακολουθία, μετά την ακολουθία να κάνεις βόλτα στα περίχωρα του μοναστηριού, να μιλήσεις με κάποιον, με τον καθηγούμενο, για παράδειγμα, να διαβάσεις ένα βιβλίο – και βλέπεις, ακόμα είναι δέκα το πρωί η ώρα. Μετά μετακινείσαι σε άλλο μοναστήρι, τα είδες όλα εκεί, κοιτάς το ρολόι – είναι μία η ώρα το μεσημέρι. Δηλαδή σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα χωράει ένας τεράστιος αριθμός γεγονότων και εντυπώσεων.
Δεν ξέρω από τι εξαρτάται αυτό, αλλά μοιάζει με το πώς ο χρόνος κυλούσε όταν ήμασταν μικρά. Μάλλον, ο καθένας μας θα θυμάται ότι μία ώρα μάς φαινόταν αιωνιότητα και η μέρα ατέλειωτη. Τώρα τα χρόνια τρέχουν τόσο που σχεδόν δεν τα παρατηρείς. Στο Άγιο Όρος όμως επιστρέφεις στην αίσθηση του χρόνου που είχαμε στην παιδική ηλικία.
Έτσι και εκείνη τη φορά περιμέναμε μέχρι που έφτασε το λεωφορείο και πήγαμε στο Βατοπέδι. Όπως έχω πει, αυτό ήταν για μας το πρώτο πανηγύρι. Για πρώτη φορά είδα τη λαμπρότητα της αγιορείτικης ιερής ακολουθίας. Στο Βατοπέδι ψέλνουν δύο από τους καλύτερους χορούς του Αγίου Όρους. Εκεί ξέρουν καλύτερα από όλους να οργανώνουν γιορτές και το κάθε πανηγύρι είναι γεγονός οικουμενικού μεγέθους, πραγματική λαμπρή γιορτή. Και οι ξενώνες στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου εκπλήσσουν με το πόσο καθαροί, επιμελώς περιποιημένοι και τακτοποιημένοι είναι. Εκπλήσσει και η φιλοξενία προς τους προσκυνητές. Βεβαίως, όλο αυτό μαζί με είχε εκπλήξει τότε πολύ.
- Ευγενής ο τρόπος υποδοχής των προσκυνητών…
– Ναι, πολύ ανθρώπινος, καλοπροαίρετος και πολύ θερμός. Εκεί, στο Βατοπέδι, γνώρισα τον Ρώσο μοναχό Σεραφείμ, τότε ένοικο της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου, ο οποίος τώρα είναι αρχιμανδρίτης και βοηθός του Μητροπολίτη Ταμασσού κ.Ισαΐα στην Κύπρο. Μας έκανε ξενάγηση στο μοναστήρι, μας έδειξε, μας εξήγησε κάποια πράγματα τα οποία εμείς, οι «αγροίκοι», δεν τα καταλαβαίναμε.
Στο πανηγύρι με εντυπωσίασε μια στιγμή όπου, μετά την λιτή, όλοι σηκώθηκαν από τα στασίδια και βγήκαν από το Ναό. Αυτό με εξέπληξε: η ιερή ακολουθία συνεχιζόταν αλλά οι άνθρωποι κάπου πήγαιναν, περπατούσαν στους διαδρόμους και στα σκαλιά και έμπαιναν σε μια αίθουσα. Εκεί τους έφεραν καφέ και κέρασμα. Θυμάμαι κάτι τεράστια κεράσματα – πρώτη φορά έτρωγα ελληνικά γλυκά. Συγκλονίστηκα όταν έμαθα ότι υπάρχει αυτό το κενό στην ιερή ακολουθία, το οποίο εμφανώς προσθέτει δυνάμεις, επειδή χωρίς ένα τέτοιο διάλειμμα θα ήταν δύσκολο να αντέξεις τις μακρόσυρτες ιερές ακολουθίες.
Επίσης, με εξέπληξε που περιστρέφουν τον κεντρικό πολυέλαιο και που θυμιατίζουν στο ρυθμό των ψαλμωδιών. Όλα αυτά γίνονται πραγματικά με πολλή ευπρέπεια και λαμπρότητα, αβίαστα και με ευλάβεια.
Εκτός των άλλων, έχει χαραχτεί στη μνήμη μας μια επίσκεψη που κάναμε με τη δική μας αδελφότητα της Ιεράς Μονής του Αγίου Ιωνά και πήγαμε στο Άγιο Όρος για δέκα, αν δεν κάνω λάθος, μέρες με σκοπό να επισκεφτούμε όλα τα μοναστήρια, και τα είκοσι – είχαμε τέτοια λαχτάρα. Πράγματι, επισκεφτήκαμε εκείνη τη φορά όλα τα μοναστήρια, και στο τέλος πήγαμε στην Ιερά Μονή Κωνσταμονίτου. Όσοι έχουν πάει στο Άγιο Όρος, ξέρουν ότι πρόκειται για ένα πολύ ασκητικό μοναστήρι που βρίσκεται ψηλά στα βουνά. Αυτό έγινε στη γιορτή του Ευαγγελισμού. Δεδομένου ότι το μοναστήρι βρίσκεται σε υψίπεδα, ο καιρός δεν ήταν ακόμα ανοιξιάτικος, σχεδόν αγιορείτικος χειμώνας. Πολύ παγωμένα κελλιά που θερμαίνονταν με σόμπες, και που αναγκαζόμασταν να ξυπνάμε κάμποσες φορές τη νύχτα για να τροφοδοτήσουμε τις σόμπες. Αν και η αδελφότητα μας είχε δώσει καινούργια παπλώματα, αυτό δε μας έσωζε καθόλου: κυριολεκτικά μέσα σε 2-3 ώρες, το ζεστό κελλί ξανά μεταμορφωνόταν σε ψυγείο, και ξυπνάγαμε από το κρύο. Αυτή είναι μια εντύπωση που μου έχει μείνει έντονα χαραγμένη στη μνήμη.
– Σεβασμιώτατε, όπως έχετε πει, στο Άγιο Όρος ο χρόνος γίνεται αργόσυρτος και ότι μπορείς όχι μόνο να επισκεφτείς τα γύρω μοναστήρια και κελλιά, αλλά και να προλάβεις να μιλήσεις με τους αγιορείτες. Στο Άγιο Όρος υπάρχουν πολλοί γνωστοί γέροντες, όπως ο πατήρ Εφραίμ, καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου, ο πατήρ Αλέξιος, καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Ξενοφώντος, ο πατήρ Ιερεμίας και ο πατήρ Μακάριος από την Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονα. Αλλά όλοι ξέρουν την ιδιαίτερη αγάπη σας προς τον γέροντα Γρηγόριο τον Δοχειαρίτη. Πώς έγινε αυτή η συνάντηση και τι σας προσέλκυσε σε αυτόν τον άνθρωπο; Στην πραγματικότητα, έχοντας μιλήσει με αυτόν κάμποσες φορές, είδα ότι ήταν αρκετά κατηγορηματικός, που φτάνει μέχρι και σε ακρότητες. Είχε και μια ιδιαίτερη μοναχική γοητεία που προσέλκυε την αδελφότητα. Οι μοναχοί της αδελφότητας ήταν έτοιμοι να πέσουν μαζί του και στη φωτιά. Επίσης, παρατήρησα ότι όπου ήταν η αδελφότητα εκεί ήταν και ο πατήρ Γρηγόριος, και όπου ήταν ο πατήρ Γρηγόριος εκεί ήταν και η αδελφότητα. Τι ακριβώς σας άρεσε σε αυτόν τον άνθρωπο;
– Είναι ενδιαφέρον ότι η γνωριμία μου με το γέροντα έχει κάτι από αυτό που λέγεται «Δεν με διαλέξατε εσείς, αλλά εγώ σας διάλεξα» (Ιω 15,16). Πώς έγινε αυτό; Μια φορά, η αδελφότητα της Μονής μας, του Αγίου Ιωνά, κάναμε προσκύνημα στο Άγιο Όρος και, περνώντας δίπλα από τη Μονή Δοχειαρίου, σταματήσαμε να ξεκουραστούμε. Μας πλησίασε ο γέροντας Γρηγόριος και μέσω του διερμηνέα ξεκίνησε την κουβέντα: «Ποιοι είστε, από πού;». Ο γέροντας ήταν πολύ κοινωνικός και πάντα όταν έβλεπε προσκυνητές, τους πλησίαζε και άρχιζε να ρωτάει. Όπως ξέρουμε, δεν καθόταν κάπου σε γραφείο και δεν κρυβόταν από τους επισκέπτες. Το αντίθετο, προσπαθούσε να επικοινωνεί με τους ανθρώπους, και αν χρειάζονταν, να τους βοηθάει.
Και εμείς απαντάμε: «Είμαστε από το Κίεβο, από το τάδε μοναστήρι». Μας λέει, μετά από αυτό: «Ελάτε να μείνετε, όσο θέλετε». Για μας ήταν αρκετά ασυνήθιστο. Ήταν το 2007 ή το 2008 και ίσχυε το καθεστώς με βίζες. Βίζες έδιναν για μια βδομάδα ή για δέκα μέρες, πολύ σπάνια για ένα μήνα. Και εδώ μας προσκαλούσαν να μείνουμε ακόμα και ένα χρόνο.
Η αδελφότητα της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου επισκέπτεται την αδελφότητα της Ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Ιωνά στο Κίεβο
Παρόλα αυτά, η Μονή Δοχειαρίου οργάνωσε προσκλήσεις και δύο αδέρφια μας – ο ιεροδιάκονος Σιλουανός και ο πρωτοδιάκονος Αλέξανδρος – πήγαν στο Άγιο Όρος, όπου έμειναν από το φθινόπωρο ως την άνοιξη. Από τότε άρχισε η φιλία μας. Εμείς ενσωματωθήκαμε, σχεδόν πλήρως, στην αδελφότητα της Μονής Δοχειαρίου, και όταν πηγαίνουμε στη Μονή, μας υποδέχονται ως δικούς τους ανθρώπους. Με το έλεος της Υπεραγίας Θεοτόκου στερεώθηκε μια τόσο συγκινητική σχέση.
Δεν μπορώ να πω ότι είχα κάποια άλυτα προβλήματα που με ανάγκασαν να απευθυνθώ στο γέροντα ή ότι χρειαζόμουν κάποιες ειδικές συμβουλές. Πιο πολύ, προσπαθούσα να επιστρέφω στην Μονή Δοχειαρίου, ξανά και ξανά, επειδή έβλεπα στο γέροντα Γρηγόριο το κάλλος της αγιότητας και ότι είναι πραγματικά «ένας από τους παλαιούς» πατέρες.
Είναι ενδιαφέρον ότι οι Έλληνες, που έχουν διαβάσει το βίο του ιδρυτή της Μονής μας, του Οσίου Ιωνά του Κιέβου (έχει μεταφραστεί στα ελληνικά και έχει εκδοθεί από την Ιερά Μονή του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου στην Αττική και σημείωσε ήδη τρείς επανεκδόσεις), λένε ότι ο γέροντας Γρηγόριος έμοιαζε πάρα πολύ στον Όσιο Ιωνά. Ήταν το ίδιο ασυμβίβαστος, ανιδιοτελής, απαιτητικός από τον εαυτό του και από τους άλλους. Σαν να έχουμε τη «μετενσάρκωση» του γέροντα Ιωνά…
Όπως ξέρουμε, οι δάσκαλοι του γέροντα ήταν δύο γνωστοί ασκητές, φιλοκαλλικοί, ο Αμφιλόχιος της Πάτμου και ο Φιλόθεος (Ζερβάκος). Ο πρώτος έχει ήδη αγιοκαταταχτεί από την Εκκλησία, και η αγιοκατάταξη του δεύτερου, νομίζω, είναι υπόθεση του άμεσου μέλλοντος. Ως πραγματικός μαθητής των γερόντων του, ο πατήρ Γρηγόριος μπόρεσε με περισσή πληρότητα να εσωτερικεύσει τα μαθήματα που είχε δεχτεί, γεμάτα ασκητισμό και ανιδιοτέλεια, και μετά αυτή τη διδασκαλία να την πολλαπλασιάσει και να τη μεταδώσει, στη συνέχεια, στην αδελφότητα.
Η αδελφότητα της Μονής Δοχειαρίου όντως, όπως το έχετε παρατηρήσει, αγαπούσε πολύ τον καθηγούμενό της. Αφού στο Άγιο Όρος οι άνθρωποι πηγαίνουν όχι σε κάποιο μοναστήρι, αλλά σε κάποιο γέροντα, σε συγκεκριμένο πνευματικό. Και η αδελφότητα πήγαινε αποκλειστικά για το γέροντα Γρηγόριο. Ήταν ο ίδιος εργατικός και η αδελφότητα γύρω του διαμορφώθηκε ανάλογα: δουλεύουν πολύ σκληρά, δουλεύουν ακόμα και στις γιορτές και τις αργίες. Κάποιοι τόσο πολύ είχαν συνηθίσει να δουλεύουν που μετά την βραδινή ιερή ακολουθία έβλεπες ότι η λάμπα ήταν αναμμένη και αυτοί σουφάτιζαν τον τοίχο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιωνάς με τον γέροντα Γρηγόριο. Η Ιερά Μονή Δοχειαρίου, Άγιον Όρος Άθως
Νομίζω, αυτό το ύψος της αγιότητας ήταν που έσπρωχνε προς τον γέροντα Γρηγόριο. Ένας γνωστός μου κάποτε μου έχει πει για έναν δίκαιο: «Κοιτάζεις αυτόν τον άνθρωπο και σώζεσαι». Ήταν αρκετό να αντικρίζεις τον γέροντα και χόρταινες την αγιότητά του, συνειδητοποιώντας την αδυναμία σου και την αναξιότητά σου.
Δεν είναι μυστικό αν πούμε ότι όταν βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου δεν έχουμε να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με κάποιον ή όταν τον συγκρίνουμε με ανθρώπους που ζουν στις ίδιες συνθήκες και την ίδια ζωή, έχουμε ελάχιστες ευκαιρίες για πνευματική άνοδο. Έτσι, αν ένας ορειβάτης θέλει να προκόψει, τότε πρέπει να βάζει στόχο όχι την κορυφή Γκοβέρλα, αλλά το Έβερεστ. Το Έβερεστ μπορεί και μα μην το κατακτήσει, αλλά θα ανέβει, π.χ. στο Ελμπρούς. Ο αθλητής στο άλμα επί κοντώ πρέπει να έχει μπροστά του τον Σεργκέϊ Μπούμπκα και μόνο τότε μπορεί να καταφέρει κάτι. Και αν μένεις στο Κίεβο και βλέπεις ότι γενικώς τα πράγματα δεν είναι και τόσο άσχημα: κάπου κατάφερες να προσευχηθείς, κάπου να ολοκληρώσεις ένα πρότζεκτ, να κάνεις κάτι καλό, αρχίζεις και καθησυχάζεις τον εαυτό σου: «Δεν είμαι και τόσο άσχημα… Σε σύγκριση με τους άλλους – ουουου…». Και όταν βλέπεις έναν άνθρωπο που ζει όπως ζούσαν οι πατέρες της Αιγύπτου, και η αδελφότητα δίπλα το ίδιο, τότε σε ξυπνάει αυτό, σε προτρέπει να μην ανεβάζεις τη μύτη σου ψηλά, αλλά να χαμηλώνεις τα μάτια και να λες: «Κύριε, δώσε μου τη χάρη Σου, ώστε τουλάχιστον στο ελάχιστο να πλησιάσω αυτούς τους ανθρώπους…».
– Ο πατήρ Γρηγόριος ήταν κοινωνικός άνθρωπος. Πώς είναι, κατά τη γνώμη σας, ο νέος καθηγούμενος, ο πατήρ Αμφιλόχιος; Έχω ακούσει ότι οι Έλληνες τον ονομάζουν «ησυχαστή». Και εσείς τον ξέρετε πολλά χρόνια. Τι νομίζετε, τι το ιδιαίτερο έχει αυτός ο άνθρωπος έτσι που η αδελφότητα να τον εκλέξει καθηγούμενο;
– Πρώτα-πρώτα, ο ίδιος ο γέροντας Γρηγόριος ήθελε τον πατέρα Αμφιλόχιο για διάδοχό του, και η αδελφότητα το ήξερε.
Και ύστερα, από όσο ξέρω, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο γέροντας περνούσε πολύ χρόνο σε νοσοκομεία, έξω από τους τοίχους της Μονής. Ή ακόμα και όταν βρισκόταν στη Μονή, δεν είχε τη φυσική δυνατότητα να εξομολογεί και να επικοινωνεί με την αδελφότητα, γι’ αυτό πολλοί συμβουλεύονταν και τρέφονταν πνευματικά από τον πατέρα Αμφιλόχιο.
Αυτός ο άνθρωπος πράγματι έχει πολύ μεγάλο κύρος, μια και σε όλα τα διακονήματα είναι πρώτος: Είναι και ο βασικός χτίστης, το βασικό του διακόνημα είναι να χτίζει τοίχους. Ακόμα και τώρα ασχολείται με αυτό. Επίσης, είναι ο πρωτοψάλτης του δεξιού χορού. Τώρα αυτό το διακόνημα δεν το έχει, επειδή ψέλνει μόνο αυτά που προβλέπεται να ψέλνει ο καθηγούμενος στις ιερές ακολουθίες. Ούτως ή άλλως, παραμένει σημείο αναφοράς και ένας από τους καλύτερους ψάλτες στο Άγιο Όρος, όπως παραδέχονται πολλοί ειδικοί.
Στον πατέρα Αμφιλόχιο νιώθεις την πραγματική ησυχία. Είναι σιωπηλός, ήσυχος, αλλά όχι απόμακρος και ξένος, ήσυχος με πολλή αγάπη. Ήσυχος αλλά σταθερός, ακόμα και στιβαρός. Πολύ συγκεντρωμένος, και όχι ένας άβουλος. Ένας σταθερός άνθρωπος που με το σταθερό του χέρι καθοδηγεί το μοναστήρι, και νομίζω πως θα είναι πολύ καλός καθηγούμενος.