* Τα «κοζούλι» είναι παραδοσιακά μπισκότα (πριάνικ) της περιοχής Αρχάγγελσκ, διακοσμημένα με ζάχαρη.
Κάποιοι γνωστοί Γερμανοί ήρθαν στον Ρωσικό Βορρά με καλό σκοπό: Να δουν τη Ρωσία με τα δικά τους μάτια, να τη γνωρίσουν από καρδιάς. Όταν το αποφάσισαν, απευθύνθηκαν σ’ εμένα, λέγοντας: «Γνώρισέ μας με τους ανθρώπους, που μένουν εκεί. Θέλουμε να μάθουμε πώς είναι η ζωή τους στην πραγματικότητα. Δεν πιστεύουμε στα ΜΜΕ μας».
Λοιπόν, ο σκοπός είναι καλός. Η στάση προς τα ΜΜΕ είναι ίδια παντού. Κι εγώ ο ίδιος είχα το ενδιαφέρον μου, γιατί ξέρω εμπειρικά ότι, όταν ταξιδεύεις στη Ρωσία για κάποια δουλειά, αυτή πάντα θα σε βοηθήσει. Και όσον αφορά στον Βορρά ακόμη περισσότερο. Θα γνωρίσεις τέτοιους ωραίους ανθρώπους, θα μάθεις τόσες ιστορίες, που το μόνο που θα σου μείνει είναι να ευχαριστήσεις τον Θεό για εκείνο τον καιρό, που δεν ξόδεψες άσκοπα, αλλά έζησες με νόημα.
Το ίδιο και αυτήν τη φορά. Οι φίλοι μου στο Αρχάγγελσκ με ξενάγησαν στην πόλη και μου παρείχαν πολλές ενδιαφέρουσες και χρήσιμες πληροφορίες. Ύστερα μ’ έφεραν σ’ επαφή μ’ έναν κύριο Ρομάν, αρκετά περίεργο άνθρωπο, κατά τη γνώμη τους. «Να μιλήσετε μαζί του και θα μάθετε πολλά πράγματα, καθώς και για τη Ρωσία».
Λοιπόν, ο Ρομάν Ιβανόβ, είναι ένας άνδρας 33 χρονών, ο οποίος ξεπέρασε («με τη βοήθεια του Χριστού», όπως ο ίδιος τόνισε) τη μεμψίμοιρη απόγνωση και τη λύπηση για τον εαυτό του, συνδεδεμένη με την κατάκριση των άλλων, και ίδρυσε τον φιλανθρωπικό σύλλογο «Χαρά μου». Ο στόχος του συλλόγου είναι η βοήθεια στους φτωχούς και άστεγους, στους πολύτεκνους και μοναχικούς ηλικιωμένους ανθρώπους, στους ανθρώπους εξαρτημένους από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά κ.λπ. Πριν από μερικά χρόνια, ο σύλλογος αποτελείτο από μια μικρή ομάδα ομοϊδεατών και σήμερα αποτελεί ένα ολόκληρο κίνημα. Χάρη στον σύλλογο, πολλοί κάτοικοι του Αρχάγγελσκ βιώσαν την ελπίδα και τη βεβαιότητα ότι ο Θεός δεν θα τους εγκαταλείψει και ότι υπάρχουν σ’ αυτόν τον κόσμο άνθρωποι ικανοί να βοηθήσουν, που δεν αδιαφορούν. Ο καθένας απ’ αυτούς τους ταλαιπωρημένους ξέρει ότι θα βρει υποστήριξη στον σύλλογο και ότι σε περίπτωση ανάγκης θα του φέρουν και φαγητό και φάρμακα και θα επισκευάσουν το σπίτι του, για να έχει πιο ευνοϊκές συνθήκες διαμονής.
«Όλα άρχισαν από ντροπή» – μας είπε ο Ρομάν. «Πραγματικά, ένιωσα μεγάλη ντροπή, που όλο παραπονιόμουν για τη ζωή, κατηγορούσα τον Θεό και τους ανθρώπους για όλα. Έλεγα: “Γιατί Αυτός ο Χριστός έκανε έτσι τα πράγματα, που είμαι ανάπηρος από τα παιδικά μου χρόνια, που οι δυνατότητές μου είναι λιγότερες σε σχέση με τους υγιείς ανθρώπους κι επιπλέον αυτοί οι υγιείς με κοιτάζουν στραβά;” Πρόκειται για κλασική αντίδραση: Μεμψιμοιρία και απόγνωση. Ξαφνικά μου ήρθε η σκέψη ότι μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι που βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από ’μένα».
Οι συνομιλητές του τον ρώτησαν: «Μόνος σας το σκεφτήκατε ή κάποιος άλλος σας έδωσε αυτήν την ιδέα; Γιατί ένα πράγμα είναι όταν ο άνθρωπος μόνος του καταλήγει σε κάποια σκέψη και άλλο όταν οι άλλοι σε διδάσκουν πώς να ζεις, χωρίς να ξέρουν τον πόνο σου. Πώς ήταν στη δική σας περίπτωση;»
– Μόνος μου το κατάλαβα. Γιατί εάν κάποιος άρχιζε να λέει, κοιτώντας με συγκαταβατικά: «Κοίτα γύρω! Είναι ωραία η ζωή! Υπάρχουν άνθρωποι που βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση!», τότε απλώς θα τον έδιωχνα. Εάν δεν έχεις αισθανθεί με τη δική σου καρδιά τον πόνο του άλλου ανθρώπου, όλα αυτά τα λόγια παραμένουν μια θεωρία. Αργά ή γρήγορα θα το βαρεθείς αυτό και θα είσαι απλώς ένας νομοδιδάσκαλος. Κι έτσι, δεν θα προχωρήσεις πουθενά, κατά τη γνώμη μου.
– Από τι ξεκίνησαν όλα, λοιπόν;
– Ξέρετε, από ένα κομμάτι ψωμί. Μια φορά ήμουν σπίτι και σκέφτηκα τον γείτονά μου, που ήταν πάρα πολύ φτωχός. Λέω: «Δεν μου κοστίζει τίποτα να πάω και να του αγοράσω ψωμί. Επίδομα έχω. Τι μ’ εμποδίζει να τον βοηθήσω, έστω και λίγο;» Πήγα στο μαγαζί, πήρα ένα ψωμί και το έφερα στον γείτονα. Εκείνος χάρηκε, μ’ ευχαριστούσε, κι εγώ αισθάνθηκα μια ανάταση.
Αργότερα, όταν γνώρισα τον ιερέα, που με υποστήριξε, το έργο αυτό απέκτησε σοβαρή διάσταση. Ο παπάς μού είπε: «Να κάνουμε το εξής: Εσύ θα έρχεσαι στην εκκλησία μας, θα γνωρίσεις τους ενορίτες και ύστερα, όταν ενταχθείς στη ζωή μας και μελετήσεις κάποια βιβλία, θα μπορέσεις να εργάζεσαι στο εκθετήριο και να πουλάς κεριά και βιβλία. Έτσι θα έχεις και μερικά επιπλέον χρήματα. Και μην ξεχνάς να βοηθάς τους άλλους. Έχουμε πολλούς καλούς ανθρώπους. Όμως, ξέρεις, κάποιες φορές χρειάζεται να τους τραβήξεις λίγο. Ο Θεός βοηθός».
– Όντως, έχετε πολλούς καλούς ανθρώπους, το αισθανθήκαμε κι εμείς. Και τι αντανάκλαση είχε η ιδέα σας να δημιουργήσετε τον φιλανθρωπικό σύλλογο;
– Προκάλεσε ενδιαφέρον και αρκετά γρήγορα. Ιδιαίτερα οι νέοι ήθελαν να συμμετάσχουν και όχι μόνο από τη δική μας ενορία, αλλά απ’ όλη την πόλη. Δεν ρωτούσαμε από ποια ενορία είναι ο άνθρωπος ή αν είναι βαφτισμένος. Εάν κανείς θέλει να βοηθήσει, τον ευχαριστούμε ό,τι και να είναι. Ποιο είναι το πιο μεγάλο πρόβλημα ανάμεσα στους σύγχρονους νέους; Είναι η επιδίωξη επιτυχίας και πλούτου. Κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης: «Η αληθινή ζωή δεν είναι ούτε αστείο ούτε το παιχνίδι. Οι άνθρωποι παίζουν απερίσκεπτα με τον χρόνο, ο οποίος μας δόθηκε για να προετοιμαστούμε για την αιώνια ζωή». Ο άνθρωπος αισθάνεται ότι «όλα αυτά» είναι τίποτα, είναι ψέμα, αλλά είναι ανίκανος ν’ απελευθερωθεί από τα δίχτυα τους. Κι εδώ, χάρη στον σύλλογό μας, τα παιδιά είδαν ότι οι άνθρωποι τους εκτιμούν όχι για τ’ ακριβά κοστούμια τους ή τ’ αυτοκίνητα, αλλά για τη συμμετοχή τους στα προβλήματα των άλλων. Είναι μεγάλη χαρά, όταν ξέρεις ότι σ’ έχουν ανάγκη οι άλλοι. Νομίζω ότι ακριβώς αυτή η χαρά βοηθά τον σύλλογό μας να συνεχίζει τις δραστηριότητές του. Οι άνθρωποι μαθαίνουν για εμάς, έρχονται στον σύλλογο, προσφέρουν τη βοήθειά τους. Κάποιος βοηθά με τρόφιμα, άλλος με λεφτά. Πρόσφατα άρχισαν να βοηθάνε με επισκευές στο σπίτι, με παιχνίδια για παιδιά, κρεβατάκια για μωρά κ.τ.λ. Στο Αρχάγγελσκ έχουμε αρκετές πολύτεκνες οικογένειες, συνεπώς οικογένειες που έχουν ανάγκη από οικονομική υποστήριξη.
Ο σύλλογος «Χαρά μου» υποστηρίζει, επίσης, και τους φυλακισμένους. Στέλνει στις φυλακές βιβλία, παρέχοντας έναν καλό λόγο να βοηθήσει τον άνθρωπο στην ατυχία του, να ζωντανέψει την καρδιά του. Όπως μας είχε πει ο Ρομάν: «Τα τρόφιμα δεν χρειάζονται και πολύ στις φυλακές. Όσον αφορά στην υλική πλευρά της ζωής τους η κατάσταση δεν είναι ιδιαίτερα προβληματική, όμως η ανάγκη για έναν καλό λόγο, για ένα αληθινό χριστιανικό βιβλίο, υπήρχε και παραμένει μεγάλη. Και είναι κατανοητό: Όταν έχει δίψα η καρδιά, κανένα χορτάτο στομάχι δεν μπορεί να βοηθήσει. Και όχι μόνο στη φυλακή, αλλά στη ζωή γενικώς».
– Πόσους υπαλλήλους, συγκεκριμένα, έχει ο σύλλογος «Χαρά μου»; Και πόσους προστατευόμενους;
Ο Ρομάν χαμογελά:
– Αυτοί οι Γερμανοί! Εάν δούμε μια σκέτη στατιστική απεικόνιση, τότε στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσής μας, επισήμως, έχουμε 2.152 μέλη, δηλαδή εκείνους που υποστηρίζουν το κίνημά μας. Στην πραγματικότητα, όμως, είμαστε πολύ περισσότεροι, γιατί κάποιοι βοηθάνε χωρίς να είναι πολύ δραστήριοι στο διαδικτυακό περιβάλλον. Αφορά στους προστατευόμενούς μας... Με ποιο κριτήριο θα μετράμε τους πολύτεκνους; Μία οικογένεια είναι μία μονάδα ή θα μετράμε όλα τα μέλη; Δηλαδή 8 παιδιά συν 2 γονείς. Ή π.χ. στις συναυλίες, που διοργανώνουμε για τους ανάπηρους και ηλικιωμένους, έρχονται όσοι θέλουν. Οι άνθρωποι ακούνε τη φυσαρμόνικα, το πιάνο ή την κιθάρα και μαζεύονται ν’ ακούσουν τη μουσική. Κι εμείς τι να κάνουμε; Να τους πούμε: «Περιμένετε λίγο, θα σας μετρήσουμε! Το χρειαζόμαστε για απολογισμό. Έτσι;»
– Όχι, φαίνεται άσχημο.
– Όποιος θέλει, έρχεται για βοήθεια. Εμείς κάνουμε ό,τι μπορούμε. Και δημιουργείται το ερώτημα ποιος και ποιον βοηθά.
– Τι εννοείτε;
– Πότε μιλήσατε με ηλικιωμένους ανθρώπους τελευταία φορά; Μ’ εκείνους, που σας κοιτάζουν με σοφά μάτια, που σας αποκαλούν εγγονό ή εγγονή, που σας δίνουν συμβουλές, που λένε ιστορίες από τη ζωή τους;
Εδώ οι συνομιλητές μας σιώπησαν. Όπως μας ομολόγησαν αργότερα, εκείνην τη στιγμή ο καθένας θυμήθηκε εκείνους τους παππούδες, με τους οποίους είχε μιλήσει. Τους συγγενείς ή άπλως γνωστούς. Πώς αυτοί διηγούνταν για τη ζωή τους, στην οποία άναβαν σόμπα με ξύλα για να φτιάξουν καφέ ή να ψήσουν μπισκότα, διάβαζαν παραμύθια, πήγαιναν στο δάσος. Πού είναι τώρα εκείνα τα χρόνια;
Ο Ρομάν συνεχίζει:
– Επίσης, στο Αρχάγγελσκ έχουμε τρία Άσυλα Ανιάτων. Προς το παρόν συνεργαζόμαστε μόνο με ένα, αλλά θα θέλαμε να επεκτείνουμε τη συνεργασία μας και με τ’ άλλα. Αν θέλει ο Θεός, θα τα καταφέρουμε. Ή, για παράδειγμα, χρειάζεται βοήθεια η Ιερά Μονή του Αγίου Αλεξάνδρου Οσεβένσκι, της περιοχής Κάργκοπολ. Εκεί έχουν ανάγκη απ’ όλα: Από τρόφιμα μέχρι οικοδομικά υλικά, μαζί και με εργατικό δυναμικό. Βεβαίως, πιο πολύ εκεί έχουν ανάγκη από προσευχητές. Έτσι προσπαθούμε να βοηθάμε ο ένας τον άλλον. Και για ποια στατιστική να πούμε εδώ;
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι άνθρωποι βλέπουν το έργο που κάνεις και σιγά – σιγά αρχίζουν και αυτοί να συμμετέχουν. Πριν από τρία χρόνια ξεκινούσαμε εγώ και οι φίλοι μου. Τώρα το κίνημά μας συσπειρώνει πάνω από δέκα χιλιάδες άτομα. Και η αιτία της επιτυχίας μας δεν συνίσταται στο ότι είμαστε πολύ καλοί, αλλά στο ότι τα κάνουμε όλα κατά τη συνείδησή μας. Εάν μπορείς να βοηθήσεις τον άλλον σε κάτι, κάν’ το. Αλλιώς θ’ ακολουθήσεις άλλον δρόμο, μη χριστιανικό. Υπήρχε ένας άνθρωπος, δίκαιος, τον οποίο όλοι τον αποκαλούσαν «άγιο γιατρό», που έλεγε το εξής: «Βιαστείτε να κάνετε καλά έργα». Το επίθετό του ήταν πολύ περίεργο – Γκαάζ.
Οι Γερμανοί, μόλις το άκουσαν, χάρηκαν και φώναξαν: «Τον ξέρουμε! Friedrich Joseph Haas! Δικός μας είναι, στο Γκέτινγκεν είχε σπουδάσει. Άγιος γιατρός».
– Ωραία, που μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον. «Βιαστείτε να κάνετε καλά έργα» είναι μια φράση, που είναι κατανοητή σε κάθε γλώσσα.
Ο κόσμος, μέσα στον οποίο ζούμε, είναι άρρωστος. Όμως συμβαίνουν και χαρούμενα γεγονότα, σαν αμυδρή λάμψη του Ουρανού. Μια γνωστή μου δουλεύει στον φούρνο και ψήνει ψωμιά. Κάποτε αυτή μου τηλεφώνησε και λέει: «Ρομάν, μήπως κάποιος από τους εθελοντές σας μπορεί να περάσει από τον φούρνο και να πάρει μερικά ψωμιά, που έχουν περισσέψει; Να τα πάρετε και να τα μοιραστείτε σε όσους έχουν ανάγκη. Ας χαρούν οι άνθρωποι». Και ξέρετε πόσο ευχαριστούν οι άνθρωποι, όταν κρατάνε στα χέρια τους ζεστό ψωμί!
Ένας από τους ακροατές αναστέναξε και ρώτησε με πολύ σοβαρό ύφος:
– Ο κόσμος είναι άρρωστος. Το μόνο πράγμα που δεν μπορώ να καταλάβω και δεν θέλω να δεχτώ, είναι τα βάσανα των παιδιών. Εσείς, Ρομάν, μιλάτε για Άσυλα Ανιάτων, για φτωχές πολύτεκνες οικογένειες, γι’ ανάπηρα παιδιά... Και ο Θεός... τι; Γιατί επιτρέπει να ταλαιπωρούνται τα αθώα;
– Εγώ, ανάπηρος, τι μπορώ ν’ απαντήσω; Θα σας πω μόνο για τις δικές μου παρατηρήσεις, με βάση τη δική μου εμπειρία. Θεωρώ ότι όλα τα γεγονότα στη ζωή μας είναι δίκαια. Εάν ο άνθρωπος είναι φτωχός, εάν έχει δυσκολίες, σημαίνει ότι έτσι πρέπει να είναι, για τη σωτηρία της ψυχής του.
– Αλλά γιατί ένα αθώο παιδί χρειάζεται την αρρώστια για να σώσει την ψυχή του;!
– Το παιδί έχει τους γονείς του, οι οποίοι, έχοντας σωστή προσέγγιση (εννοώ χριστιανική) του προβλήματος, αρχίζουν μια διαφορετική ζωή. Παρατηρώ τους δικούς μου γονείς. Θα μπορούσαν να πέσουν σε απόγνωση, να με αφήσουν στο ορφανοτροφείο, να παραπονιούνται όλη τους τη ζωή για την αδικία. Αλλά εκείνοι διάλεξαν την αγάπη και να περιποιούνται εμένα τον αμαρτωλό. Και είμαι σίγουρος ότι αυτή η αγάπη σώζει τόσο αυτούς όσο κι εμένα. Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός νομίζει ότι για μένα είναι καλύτερο να είμαι ανάπηρος, παρά να έκανα διάφορες αμαρτίες, εάν ήμουν σε καλή σωματική κατάσταση. Είναι προσωπική μου γνώμη και δεν το επιβάλλω σε κανέναν. Θεωρώ ότι χρειάζομαι την αρρώστια μου για να καταλάβω καλύτερα τον άλλον και να τον βοηθήσω να ξεπεράσει το δικό του πόνο.
Ο Ρομάν κοίταξε το ρολόι και θυμήθηκε ξαφνικά: «Αγαπητοί μου, συγγνώμη, αλλά πρέπει να φύγω! Σήμερα ήταν πολύ γεμάτη μέρα και αύριο το ίδιο και πρέπει να ξυπνήσω νωρίς. Α, ξέχασα κάτι. Θέλω να σας κάνω ένα δώρο – την εικόνα του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόβ. “Χαρά μου” ήταν τα πιο αγαπημένα του λόγια». Οι Γερμανοί έμειναν άναυδοι: «Σ’ εμάς; Την εικόνα;». «Ναι», τους απάντησε ο Ρομάν, «και σας παρακαλώ να θυμάστε ότι η αληθινή Ρωσία δεν παρουσιάζεται ούτε στην τηλεόραση ούτε στις εφημερίδες ούτε στο Διαδίκτυο. Πάρτε και τα «κοζούλι» του Αρχάγγελσκ. Αυτά τα νόστιμα πριάνικ είναι φτιαγμένα με αγάπη.
Μετά από μερικές μέρες κάποιος, όταν δοκίμασε τα «κοζούλι», που τους χάρισε ο Ρομάν, θυμήθηκε τον Ρίλκε, ο οποίος έλεγε ότι: «Η Ρωσία συνορεύει με τον Θεό». Φαίνεται ότι ο Ρωσικός Βορράς μάς βοήθησε να καταλάβουμε τη σκέψη του ποιητή.