Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Ο Μακαριστός Πατριάρχης Σερβίας Παύλος

Πρώην Επίσκοπος Ερζεγοβίνης & Ζαχουμίου Αθανάσιος Γιέφτιτς

Μακαριστός Πατριάρχης Σερβίας Παύλος. Φωτό: ΦΟΝΕΤ Μακαριστός Πατριάρχης Σερβίας Παύλος. Φωτό: ΦΟΝΕΤ Ο Μακαριστός Πατριάρχης Σερβίας Παύλος (Στόιτσεβιτς) γεννήθηκε την ημέρα Αποτομής της τίμιας κεφαλής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, την 11η Σεπτεμβρίου του 1914, στο χωριό Κούτσαντσι της Σλαβονίας (σήμερα ανήκει στην Κροατία). Κατά τη βάφτιση στον τοπικό σερβικό ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου (το 1991 καταστράφηκε από τις ένοπλες δυνάμεις της Κροατίας) ονομάσθηκε Γκόικο. Ο Γκόικο μαζί με τον αδελφό του έμειναν ορφανοί σε μικρή ηλικία. Τους μεγάλωσε η θεία τους, Σένκα, προς την οποία ήταν ευγνώμων όλη του τη ζωή. Τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου ο Γκόικο Στόιτσεβιτς τις ολοκλήρωσε στην Τούζλα και κατά την περίοδο 1930-1936 σπούδασε στο Σεμινάριο του Σαράγεβο. Πριν την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου σπούδασε στη Θεολογική Σχολή στο Βελιγράδι (1936-1941) και παράλληλα στο Πανεπιστήμιο Ιατρικής (μόνο για δύο χρόνια, λόγω της έναρξης του πολέμου). Στην αρχή του πολέμου, την 6η Απριλίου του 1941, ο Γκόικο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το χωριό του στην Κροατία, το οποίο είχε καταληφθεί από τους Γερμανούς και τους Κροάτες Ούστασι, που σκότωσαν τον αδελφό του, τον Ντούσαν. Ο Γκόικο μετέβη στο Βελιγράδι μαζί με πολλούς άλλους Σέρβους-πρόσφυγες, οι οποίοι όλοι υπέφεραν από τις τρομοκρατικές πρακτικές των Ούστασι.

Στην αρχή του πολέμου, για να στηρίξει τον εαυτό του, ο μέλλων Πατριάρχης Σερβίας εργαζόταν στις οικοδομές του Βελιγραδίου. Το 1942 βρέθηκε στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος, στο Φαράγγι Οβτσάρσκο-Καμπλάρσκοε της Κεντρικής Σερβίας. Στα χρόνια της Κατοχής, ο ίδιος ο Θεός τον είχε σώσει από βέβαιο θάνατο, στα χέρια του γερμανικού στρατού κατοχής.

Το 1944 δίδασκε Θρησκευτικά στην πόλη Μπάνια Κοβιλιάτσα και μεριμνούσε για τα προσφυγόπουλα από τη Βοσνία. Διασώζοντας ένα αγοράκι, το οποίο κινδύνευε με πνιγμό στον ποταμό Ντρίνα, ο οποίος είχε υπερχειλίσει, κρυολόγησε και κατόπιν προσεβλήθη από φυματίωση. Αργότερα, όμως, ευρισκόμενος στο μοναστήρι Βουγιάν, θεραπεύτηκε με θαυμαστό τρόπο και, για να ευχαριστήσει τον Θεό, σκάλισε έναν ξύλινο σταυρό. Τότε αποφάσισε να δεχτεί τη μοναχική κουρά και ν’ αφιερώσει τη ζωή του στον Κύριο.

Από νεαρή ηλικία ο Πατριάρχης ζούσε πολύ σεμνά και ασκητικά, έτρωγε απλά και κοιμόταν λίγο, όμως προσευχόταν πολύ. Αυτός ο μικρός και αδύνατος άνθρωπος, νήστευε, ήταν εγκρατής και αγνός, μέχρι το τέλος της ζωής του. Πάντοτε ήταν συγκρατημένος ως προς την τροφή και την ενδυμασία, μη έχοντας καθόλου περιουσία, εκτός από λίγα βιβλία, όπως και ο Μέγας Βασίλειος.

Στην εορτή του Ευαγγελισμού το 1948 εκάρη μοναχός, στη Μονή του Ευαγγελισμού στο Φαράγγι Οβτσάρσκο-Καμπλάρσκοε, από τον πνευματικό πατέρα του Μακάριο, αγίας ζωής άνθρωπο, και ονομάσθηκε με το αποστολικό όνομα Παύλος. Από το 1949 έως το 1955 άνηκε στην αδελφότητα της Μονής Ράτσα επί του ποταμού Ντρίνα, όπου τότε ασκήτευαν ο πατήρ Ιουλιανός (Κνέζεβιτς) και ο πατήρ Αντώνιος (Ντζουρτζεβιτς), ο οποίος, κατά τη διάρκεια του πολέμου, ήταν φυλακισμένος στο γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου. Στη συνέχεια, ο π. Αντώνιος, με την Πρόνοια του Θεού, την 1η Δεκεμβρίου του 1990, στην ιερά Σύνοδο της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας, από τους τρεις υποψηφίους τράβηξε τον κλήρο με το όνομα του μέλλοντα Πατριάρχη – αυτό του Παύλου.

Από τη Μονή Ράτσα ο Παύλος εστάλη να κάνει το διδακτορικό του στην Αθήνα, όπου παρέμεινε από το 1955 έως το 1957. Από ’κεί έκανε ένα προσκυνηματικό ταξίδι στον Άγιο Τάφο του Κυρίου και στους Αγίους Τόπους. Ευρισκόμενος στην Αθήνα, έμαθε ότι την 29η Μαΐου του 1957 η Αρχιερατική Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας τον εξέλεξε επίσκοπο Ράσκας και Πρίζρεν για ν’ αναλάβει μέριμνα για το Κοσσυφοπεδίο και τα Μετόχια. Η χειροτονία του τελέσθηκε την 24η Σεπτεμβρίου του 1957. Μέχρι σήμερα πολύς κόσμος στην Ελλάδα ανακαλεί στη μνήμη του τον σεμνό μοναχικό βίο του μοναχού Παύλου, την πραότητα, τη σοφία και τη μεγάλη πνευματική εμπειρία του. Αργότερα, όταν ήταν ήδη επίσκοπος, επισκεπτόταν συχνά το Άγιον Όρος μαζί με άλλους ιερείς, μοναχούς και πιστούς από την επαρχία του.

Έζησε 34 δύσκολα χρόνια στο πολύπαθο Κοσσσυφοπεδίο και τα Μετόχια, σ’ αυτούς τους παλιούς σερβικούς ορθοδόξους τόπους, που υπέφεραν από τον μακροχρόνιο τουρκικό ζυγό, μετά από τους Αλβανούς φασίστες κατά τον πόλεμο 1941-1945 και μετά τον πόλεμο από τους άθεους κομμουνιστές. Όμως ο ταπεινός Δεσπότης Παύλος με πραότητα κουβαλούσε τον αρχιερατικό σταυρό του και, ανάλογα με τις δυνάμεις του, ως απόστολος, αναγεννούσε την πίστη στον λαό, καθώς και τους ιερούς ναούς και τα μοναστήρια σ’ αυτήν την παλιά επαρχία (όπου και σήμερα, παρ’ όλα τα βάσανα και τις καταστροφές, παραμένουν πάνω από χίλιοι ιεροί ναοί και μοναστήρια, που χτίστηκαν από τον 12ο αιώνα έως τον 20ο). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έγραψε τη μονογραφία για το μοναστήρι Ντέβιτς και στη συνέχεια έλαβε μέρος στη δημοσίευση του μνημειακού βιβλίου «Ζαντουζμπίνι[1] Κοσσυφοπεδίου – μνημεία και σύμβολα του σερβικού λαού» (Задужбине Косова – споменици и знамења Српског народа Призрен. Београд, 1987), το οποίο -με πολλαπλά αποδεικτικά στοιχεία- επιβεβαιώνει τον σερβικό χαρακτήρα του Κοσσυφοπεδίου και των Μετοχίων.

Ο Δεσπότης Παύλος έμενε σ’ ένα σεμνό κτήριο, στην τσαρική πόλη Πρίζρεν (παλιά ήταν τούρκικο ξενοδοχείο και τον 19ο αιώνα αγοράστηκε από τον Ρώσο Πρόξενο στο Πρίζρεν Ι. Σ. Γιάστρεμποβ για τον Σέρβο Επίσκοπο). Πρόσφατα αυτό το κτήριο κάηκε και καταστράφηκε από τους Αλβανούς μουσουλμάνους, οι οποίοι είναι γεμάτοι μίσος προς τους Σέρβους και την Ορθόδοξη Εκκλησία και δυστυχώς υποστηρίζονται από τις ευρωαμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις, στις εγκληματικές πράξεις κατοχής και καταστροφής κάθε τι σερβικού και χριστιανικού. Υποστήριξη σε όλα τα παραπάνω παρέχει και η Δ. Ευρώπη.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της επισκοπικής υπηρεσίας του, ο Δεσπότης Παύλος μεριμνούσε και για το Θεολογικό Σεμινάριο στο Πρίζρεν. Το επιτηρούσε όχι μόνο πνευματικά, αλλά πραγματοποιούσε και θεολογικές, λειτουργικές και ποιμαντικές διαλέξεις.

Αυτό το έργο θεολογικής, πνευματικής και ιδιαίτερα λειτουργικής και ποιμαντικής διδασκαλίας, καθώς και της ανάπτυξης του ποιμνίου του, το συνέχισε στο Βελιγράδι, ήδη ως Πατριάρχης. Δημοσιεύτηκαν περίπου δέκα βιβλία του, αφιερωμένα στα παραπάνω θέματα, καθώς και συλλογές με κηρύγματα, διδαχές και αρχιερατικές επιστολές. Ως πρόεδρος της Επιτροπής Ιεράς Συνόδου, έλαβε μέρος στη νέα μετάφραση της Καινής Διαθήκης και του Λειτουργικού στη σύγχρονη σερβική γλώσσα, οι οποίες δημοσιεύτηκαν ως επίσημες εκδόσεις Ιεράς Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας. Επίσης, ο Πατριάρχης Παύλος έγινε συντάκτης της καινούργιας έκδοσης του «Σερμπλιάκ» (μια συλλογή ακολουθιών, αφιερωμένων στους καινούργιους Αγίους) και άλλων λειτουργικών βιβλίων. Επί των ημερών του, πολλοί καινούργιοι Σέρβοι Ιερομάρτυρες και Νεομάρτυρες κατατάχθηκαν στα Δίπτυχα των Αγίων της Εκκλησίας.

Το 1988 η Θεολογική Σχολή στο Βελιγράδι απένειμε στον Δεσπότη Παύλο τον τίτλο του Επίτιμου Διδάκτορα Θεολογίας και λίγο αργότερα ο ίδιος τίτλος τού απονεμήθηκε και από τη Θεολογική Ακαδημία του Αγίου Βλαδίμηρου στη Νέα Υόρκη. Το 1990, την 24η Απριλίου, συμμετείχε σ’ ένα Συνέδριο στις ΗΠΑ, όπου επιμαρτυρούσε την αλήθεια για τον ορθόδοξο χαρακτήρα των παλιών τόπων του Κοσσυφοπεδίου και των Μετοχίων. Όταν εξελέγη Πατριάρχης, συνέχισε να το επιμαρτυρεί, κατά τη διάρκεια της περιόδου που οι ευρωαμερικάνικες στρατιωτικές μονάδες του NATO βομβάρδισαν ανηλεώς τη Σερβία και το Κοσσυφοπέδιο και στη συνέχεια εισέβαλαν βίαια στις περιοχές του Κοσσυφοπεδίου και των Μετοχίων. Κατόπιν παρέδωσαν αυτούς τους τόπους στους μουσουλμάνους Αλβανούς, οι οποίοι και πριν εξεδίωκαν βιαίως τους Σέρβους από την πατρίδα τους και τότε ξεκίνησαν και πάλι αυτόν τον διωγμό με περισσότερη ένταση, αποκόπτοντας τους Σέρβους από τους ιερούς ναούς τους, που συνεχίζουν να βεβηλώνονται και να καταστρέφονται, έως και σήμερα.

Την 1η Δεκεμβρίου του 1990, ο Δεσπότης Παύλος εξελέγη ο 44ος Πατριάρχης της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας, κατά τη διάρκεια της Αρχιερατικής Συνόδου στο Βελιγράδι. Την επόμενη μέρα έλαβε χώρα η ενθρόνισή του στο Βελιγράδι και ύστερα στο Πατριαρχείο Πεκίου, όπου βρισκόταν και βρίσκεται, εδώ και πολλούς αιώνες, η έδρα των Αρχιεπισκόπων Πεκίου και των Πατριαρχών Σερβίας.

Στην τελετή ενθρόνισης ο Πατριάρχης Παύλος τόνισε ότι το μοναδικό «πρόγραμμα» των δραστηριοτήτων του είναι το Ευαγγέλιο του Χριστού, το οποίο πάντοτε με συνέπεια ακολουθούσε. Σχεδόν κάθε μέρα τελούσε τη Θεία Λειτουργία, ιδιαίτερα την περίοδο του ολέθριου τελευταίου πολέμου, που ξέσπασε κατά την κατάρρευση του γιουγκοσλαβικού κράτους, την περίοδο 1991-1995, και στη συνέχεια κατά τη διάρκεια της αλβανικής εξέγερσης και του επακόλουθου στυγερού βομβαρδισμού του NATO στην αθώα Σερβία, στο ίδιο το Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια. Ο βομβαρδισμός διήρκεσε 78 μέρες: Από τις 24 Μαρτίου έως τις 10 Ιουνίου του 1999.

Ως Πατριάρχης, επισκεπτόταν ακούραστα τον πολύπαθο ορθόδοξο λαό του, που βρισκόταν στην εξορία, στα νοσοκομεία, στους καταυλισμούς προσφύγων και για όλους ήταν μια μεγάλη παρηγοριά στην πίστη και την ελπίδα. Επιμαρτυρούσε για τον Χριστό και κήρυττε τη φιλανθρωπία, την ειρήνη και την αγάπη. Στις πιο δύσκολες μέρες του πολέμου κήρυττε υπέρ της ειρήνης και της αλήθειας, κατακρίνοντας κάθε κακουργία και έγκλημα, ιδιαίτερα την καταστροφή και βεβήλωση των ιερών ναών. Πάντα έλεγε σε όλους και επισήμαινε: «Να είμαστε άνθρωποι!». Ως αποτέλεσμα, αυτή η έκφρασή του, τελικά, ταυτίστηκε με τον ίδιο και συχνά τα παιδιά τον αποκαλούσαν: «Πατριάρχη Παύλε - Να είμαστε άνθρωποι!». (Μερικές μέρες μετά την ταφή του, επανεκδόθηκε το βιβλίο του δημοσιογράφου Γ. Γιάνιτς «Να είμαστε άνθρωποι: Η ζωή και ο λόγος του Πατριάρχη Παύλου». Το βιβλίο αυτό δημοσιεύτηκε, επίσης, και στα Γαλλικά: «Soyons des homes: Vie et paroles du patriarche Serbe Paul», 2008).

Ο Μακαριστός Πατριάρχης Παύλος, τόσο ως ιερομόναχος όσο και ως Ιεράρχης, τελούσε πάντα τις ακολουθίες με ταπείνωση και με βαθιά προσευχή. Ήταν εξαιρετικά μουσικός και έψαλλε με συγκινητική φωνή, όχι μόνο τελώντας τη Λειτουργία, αλλά κάποιες φορές και στη χορωδία. Απολάμβανε βαθύ και ειλικρινή σεβασμό απ’ όλον τον ορθόδοξο κόσμο: Τους Πατριάρχες, τους Ιεράρχες, τους ιερείς, τους μοναχούς, τον λαό, τους θεολόγους και επιστήμονες, τους καλλιτέχνες, ποιητές και ζωγράφους.

Ο Πατριάρχης Παύλος επισκέφτηκε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες στον κόσμο και υποδέχτηκε όλους τους Ορθοδόξους Πατριάρχες και προκαθημένους των Εκκλησιών, καθώς και τους Ιεράρχες άλλων θρησκειών και δογμάτων. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, προσπαθώντας να σταματήσει τις πολεμικές επιχειρήσεις κι επιδιώκοντας την επικράτηση της ειρήνης, ο Πατριάρχης συναντήθηκε με πολλούς θρησκευτικούς και πολιτικούς ηγέτες γειτονικών λαών και κρατών.

Ο σερβικός λαός εξέφρασε ειλικρινή και βαθύ σεβασμό στον αγαπημένο του Πατριάρχη, ειδικά τις πρώτες πέντε μέρες μετά την κοίμησή του, όταν το ήρεμο πρόσωπό του εξέπεμπε φως, σαν τα πρόσωπα των Αγίων του Θεού. Και είμαστε σίγουροι ότι ο Θεός έχει κατατάξει στους Αγίους και αυτόν τον πιστό του Αρχιερέα.

Κατά τη διάρκεια της διετούς ασθένειάς του, ο Μακαριστός Πατριάρχης Παύλος κοινωνούσε καθημερινά. Με την ίδια συνείδηση και προσευχή στα χείλη έλαβε τη Θεία Κοινωνία το τελευταίο πρωί του σ’ αυτήν τη γη, την Κυριακή της 2ας (15 με το νέο ημερολόγιο) Νοεμβρίου του 2009, και ειρηνικά απεδήμησε εις Κύριον στις 10:45 π.μ.

Το σώμα του μεταφέρθηκε στον καθεδρικό ναό στο Βελιγράδι, όπου βρισκόταν για πέντε μέρες. Την Πέμπτη, την 19η Νοεμβρίου, έλαβε χώρα η πανορθόδοξη κηδεία του στον ναό του Αγίου Σάββα, στην περιοχή Vračar, με την παρουσία του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου, των απεσταλμένων της Ρωσικής και άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, όλων των Ιεραρχών της Σερβικής Εκκλησίας, ιερέων, μοναχών και ενός εκατομμυρίου πιστού λαού. Ο Πατριάρχης τάφηκε σύμφωνα με την παρακαταθήκη του, στο μοναστήρι Ρακοβίτσα, πλησίον του Βελιγραδίου, δίπλα στον τάφο του Πατριάρχη Δημητρίου.

Κάθε μέρα, στη διάρκεια των πέντε ημερών, όταν όλος ο πιστός λαός προσκυνούσε τον κεκοιμημένο Πατριάρχη του, στις πόλεις και τα χωριά της Σερβικής Εκκλησίας χτυπούσαν οι καμπάνες και τελούνταν Θείες Λειτουργίες.

Στη Θεία Λειτουργία τη Δευτέρα 16 Νοεμβρίου, στον καθεδρικό ναό του Βελιγραδίου, εκφωνήθηκε αυτός ο λόγος, αφιερωμένος στην ευλογημένη μνήμη του Πατριάρχη Παύλου:

«Το Ευαγγέλιο είναι ο λόγος αιώνιας ζωής. Ο Απόστολος Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού και παρθένος, στην αποκάλυψη στην Πάτμο είδε τον άγγελο, «έχοντα ευαγγέλιον αιώνιον» (Αποκ. 14, 6). Αυτό το αιώνιο ευαγγέλιο είναι ο Ίδιος ο Υιός του Θεού, ο Χριστός ο Θεάνθρωπος, ο Οποίος ενσαρκώθηκε κι έγινε άνθρωπος για όλη την αιωνιότητα. Αυτό το αιώνιο ευαγγέλιο της Αγίας Τριάδος, που αποκτά υπόσταση στο πρόσωπο του Μονογενούς Υιού Ενσαρκωμένου Χριστού, δόθηκε σ’ εμάς, τους ανθρώπους, για να ζούμε αιώνια. Κάθε άνθρωπος, σαν ζωντανή εικόνα του Χριστού, αποτελεί Ευαγγέλιο, καθώς κάθε άνθρωπος είναι δημιουργημένος για τον Παράδεισο και την αιώνια ζωή.

Ο Αρχιερεύς και Μακαριστός Πατριάρχης Παύλος, μαθητής του Χριστού, ήταν ένα ζωντανό ενσαρκωμένο Ευαγγέλιο ανάμεσά σ’ εμάς, τους αναξίους. Όπου πήγαινε, παντού έφερνε το Ευαγγέλιο, το πραγματοποιούσε, το κήρυττε και τ’ ομολογούσε. Από τη γέννησή του το κρατούσε μέσα του και με όλη του την καρδιά ακολουθούσε τον Κύριο, τον Ευαγγελιοφόρο κι Ευαγγελιοδότη. Και ύστερα έλαβε το όνομα του Παύλου, πέμπτου Ευαγγελιστή του Χριστού. «Παύλος» σημαίνει μικρός, μικρού ύψους, όμως και αυτός ο Παύλος, όπως κι εκείνος, ξεπέρασε και τον τρίτο ουρανό.

Ο μικρός Παύλος (Στόιτσεβιτς), που είναι από το Κούτσαντσι της Σλαβονίας, από το Πρίζρεν και από το Κοσσυφοπεδίο, από το Βελιγράδι και από τη Σερβία, πάνω στα όρη των Βαλκανίων, χτες έφτασε τον τρίτο ουρανό. Μεγάλη χαρά στους ουρανούς και μεγάλος θρήνος στους τόπους της Σερβίας, από τον Δούναβη μέχρι τη θάλασσα. Αλλά εδώ έχουμε κλάμα, διαποτισμένο από χαρά, όπως παλιά, όταν οι πρώτοι χριστιανοί με κλάμα και με χαρά αποχαιρετούσαν τον πρωτομάρτυρα Στέφανο.

Είναι ένας υπέροχος συνδυασμός, ασύλληπτος. Καμία επιστήμη, ούτε η ψυχολογία, δεν μπορούν να κατανοήσουν το μυστήριο της χαρμολύπης, της αλήθειας του Ευαγγελίου, της σταυρικής και της αναστάσιμης ζωής του Ευαγγελίου. «Πρέπει να κουβαλάμε τον σταυρό μας» - είπε ο Σέρβος Δεσπότης στο Τσέτινιε. Όμως ο σταυρός οδηγεί στην ανάσταση και παρέχει την ανάσταση. Και χωρίς σταυρό δεν υπάρχει ανάσταση.

Όπως ο Απόστολος Παύλος βασανιζόταν από τα παιδικά του χρόνια, το ίδιο και ο νέος Παύλος, ο Πανσέρβικος και Πανορθόδοξος. Βασανιζόταν και στον προηγούμενο και σ’ αυτόν τον πόλεμο. Κάθε φορά ήταν ένα βήμα πριν τον θάνατο. Διακονούσε για τον Κύριο, ακόμη και όταν το σώμα του ήταν ήδη αδύνατο, αλλά φωτεινό και άγιο, όπως τον βλέπουμε τώρα μπροστά μας. Όταν πριν από δύο χρόνια ο Μακαριστός αδυνάτισε ξαφνικά, ρώτησε έναν Δεσπότη: «Θα πας στην κηδεία μου;» Εκείνος του απάντησε: «Δεν θα είναι κηδεία, αλλά μετακομιδή λειψάνων!».

Αδελφοί και αδελφές, αγαπητά παιδιά, σήμερα είμαστε μάρτυρες του γεγονότος ότι μπροστά μας είναι το ενσαρκωμένο Ευαγγέλιο, το οποίο ταλαιπωρείτο παιδιόθεν. Ο Παύλος υπέφερε ιδιαίτερα στο Κοσσυφοπέδιο, επί 33 και μισό χρόνια. Τον εξεδίωκαν, τον κυνηγούσαν, τον χτυπούσαν, τον έβριζαν, τον έφτυναν και τον εξευτέλιζαν. Ποτέ δεν παραπονιόταν και ποτέ δεν απαντούσε με μίσος, αλλά μιλούσε για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, που είναι πλασμένος κατ’ εικόνα του Θεού, μιλούσε για την αξιοπρέπεια του λαού και ότι μόνο αυτοί που μοιάζουν με τον Χριστό θα εισέλθουν στην Ουράνια Βασιλεία.

Τότε μερικοί έλεγαν, ίσως και τώρα υπάρχουν τέτοιοι, ότι ο Παύλος ήταν «πολεμοχάρης», δηλαδή ήθελε τον πόλεμο. Εκείνος, όμως, τους απαντούσε το εξής: «Υπάρχει πόλεμος κατά του Κακού, όμως σ’ αυτόν τον πόλεμο δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το Κακό. Να είμαστε άνθρωποι ανάμεσα στους μη ανθρώπους! Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ διεξήγαγε πόλεμο στον Ουρανό εναντίον του Διαβόλου (βλ. Αποκ. 12, 7-10) ακριβώς λόγω του Κακού και έναντι του Κακού. Για να σταθεί μεταξύ των αγγέλων και του Διαβόλου, όμως, δεν χρησιμοποιούσε το Κακό εναντίον του Κακού». Ο μικρός Παύλος στάθηκε όρθιος για να προστατέψει τον λαό του και στο Κοσσυφοπέδιο και στα Μετόχια και στους τόπους της Σερβίας. Κι εγώ πιστεύω ότι από τώρα θα προστατεύει ακόμη περισσότερο εμάς και τον ορθόδοξο λαό μας εκεί στον Ουρανό, προσφέροντας στον Κύριο τις προσευχές του και τα βάσανα, που υπέφερε κατά τη ζωή, ιδιαίτερα σ’ εκείνα τα χρόνια που ήταν Πατριάρχης Πεκίου, Βελιγραδίου και όλων των Σέρβων. Θα προσεύχεται για όλους τους ανθρώπους και όλο τον κόσμο.

Ακολουθούσε πάντα το Ευαγγέλιο. Και ήταν ζωντανή ενσάρκωση του Ευαγγελίου. Ο π. Ιουστίνος (Πόποβιτς) είπε: «Κάθε άνθρωπος είναι πλασμένος για το Ευαγγέλιο. Και κάθε άνθρωπος το φέρει, το επιμαρτυρεί, το κηρύττει και γράφει το Ευαγγέλιο, συνεχίζει να το γράφει». Είναι αυτό, συμπληρώνει ο π. Ιουστίνος, που ο ευαγγελιστής Ιωάννης, προς το τέλος του Ευαγγελίου του, λέει: «Έστι δε και άλλα πολλά όσα εποίησεν ο Ιησούς, άτινα εάν γράφηται καθ’ εν, ούδε αυτόν οίμαι τον κόσμον χωρήσαι τα γραφόμενα βιβλία» (Ιω. 21,25). Τι είναι αυτό; Υπερβολή; Όχι, αλλά μέσα σε κάθε άνθρωπο γράφεται και συνεχίζει το αθάνατο Ευαγγέλιο του Χριστού. Κάθε άνθρωπος, επιτρέψτε μου να το θέσω έτσι, με τη ζωή του ξαναγράφει και συμπληρώνει το Ευαγγέλιο. Ή κάποιες φορές, δυστυχώς, το καθιστά σκοτεινότερο μέσα του. Το Ευαγγέλιο είναι μοναδικό, αλλά οι ακτίνες του φωτός και της χάρητος είναι διαφορετικές, επειδή το Ευαγγέλιο είναι πολύφωνη συμφωνία, δηλαδή οι ακτίνες του φωτός του Ευαγγελίου είναι πολύφωνες και ταυτόχρονα συμφωνικές. Ο Παύλος έλαμπε με το Ευαγγέλιο όσο λίγοι στον κόσμο μας, στον χώρο και τον χρόνο μας.

Θα πω επίσης: Ο Πατριάρχης Παύλος ήταν μάρτυρας και φορέας αγάπης προς κάθε πλάσμα του Θεού, προς κάθε τέκνο του Θεού. Δεν ήταν ούτε εγωιστής ούτε λαίμαργος ούτε λάτρευε το σώμα, αλλά και δεν περιφρονούσε το σώμα. Και σ’ εμάς κατέλειπε ως διαθήκη ότι πρέπει να εκτιμάμε κάθε πλάσμα του Θεού, ακόμη και το ίδιο το σώμα, αλλά να προσέχουμε να μην είμαστε υπηρέτες του σώματος, όπως, δυστυχώς, συμβαίνει συχνά. Οι άνθρωποι έγιναν δούλοι του σώματος, επειδή το πνεύμα τους είναι ήδη υποδουλωμένο. Ο Μακαριστός Παύλος είχε ελεύθερο το πνεύμα του, γι’ αυτό είχε τη δυνατότητα ν’ απελευθερώσει και το σώμα. Φρόντιζε, επίσης, και για το σώμα του, επειδή κι εκείνο είναι πλασμένο από τον Θεό. Είναι ψέμα ο ισχυρισμός ότι οι ορθόδοξοι μισούν τον κόσμο και το σώμα. Αυτοί, απλώς, συνειδητοποιούν ότι η αμαρτία και το κακό είναι δυνατά τόσο στον κόσμο όσο και στο σώμα (βλ. 1 Ιω 5,19, 5,15). Και η αμαρτία και το κακό είναι η μεγαλύτερη ζημιά και καταστροφή για τον άνθρωπο, επειδή κάθε αμαρτία, κάθε πάθος, ειδικά ο εγωισμός, η απληστία, η βία και το μίσος στους ανθρώπους, όλα αυτά σκοτώνουν τον άνθρωπο.

Ο Πατριάρχης Παύλος αγαπούσε όλους τους ανθρώπους και ιδιαίτερα τα παιδιά. Ο ίδιος ήταν ένα αληθινό παιδί του Θεού. Ο Κύριος στο Ευαγγέλιο επαινεί ιδιαίτερα τα παιδιά, λέγοντας ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να είναι σαν τα παιδιά (βλ. Ματθ. 18, 2-5). Σήμερα ο Παύλος είναι παιδί δίπλα στον Κύριό του, μαζί με όλα τα δικά του παιδιά, που ταλαιπωρήθηκαν, πληγώθηκαν, σκορπίστηκαν παντού, αλλά εξακολούθησαν να είναι παρόμοιοι με τον Χριστό. Και σήμερα βρίσκεται στους Ουρανούς, ανάμεσα στα πνεύματα δικαίων τετελειωμένων (βλ. Εβρ. 12,23).

«Μακαρία η οδός, ή πορεύει σήμερον, ότι ητοιμάσθη σοι τόπος αναπαύσεως». Να του δώσει ο Κύριος τόπο αιώνιας αναπαύσεως. Και η αιώνια ανάπαυση δεν σημαίνει ότι θα κοιμάται κάπου, προστατευόμενος από τους Αγγέλους, αλλά είναι η αιώνια κίνηση, η ανάπτυξη και η δράση στην αιώνια πηγή της ζωής του Θεού, είναι η ζεστασιά και η χαρά μέσα στην αιώνια φλόγα της αγάπης της Αγίας Τριάδος. Κατά τον Άγιο Μάξιμο Ομολογιτή, είναι "το αιωνίως κινούμενο «ίστασθαι» και το αιωνίως ιστάμενο «κινήσθαι»". Είναι η αιώνια ζωή εν Χριστώ, ο Οποίος είναι η Γη των ζώντων. Αυτά είναι ρεύματα αιώνιας ζωής, που παρατηρούνται και γίνονται αισθητά απ’ όλους, που έχουν ζωντανή πίστη στον Χριστό, που έχουν ήδη αναστηθεί εδώ και ιδιαίτερα στην Ουράνια Βασιλεία. Είναι κελάρισμα εκείνου του ζωντανού νερού, που ένιωθε μέσα του ο άγιος γέροντας επίσκοπος Ιγνάτιος Θεοφόρος, όταν τον οδηγούσαν στο Ρωμαϊκό Κολοσσαίο, για να μαρτυρήσει για τον Χριστό.

Μακαριστέ Δέσποτα, να προσεύχεσαι στον Κύριο Φιλάνθρωπο για όλα τα παιδιά σου, για το Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια, για τη Σερβία, τη Σλαβονία, το Γιάντοβνο, το Πετς, το Ντέτσανι και τη Γκρατσάνιτσα. Για όλη την Οικουμένη και όλον τον κόσμο. Να μη μας ξεχνάς μέσα τις ευάρεστες στον Θεό προσευχές, όπως δεν μας ξεχνούσες κατ’ αυτήν τη ζωή σου. Να προσεύχεσαι για όλους μας, ιδιαίτερα γι’ αυτόν τον λαό, ο οποίος έμεινε πιστός σ’ εσένα, στο Ευαγγέλιο, στον Χριστό, τον Θεό και Σωτήρα μας. Δόξα Σοι, Κύριε, εις τους αιώνας των αιώνων.

Και σ’ εσένα, Μακαριστέ, αιωνία η μνήμη του Κυρίου και όλων ημών, που είμαστε Εκκλησία του Ζώντος Θεού».

Πρώην Επίσκοπος Ερζεγοβίνης & Ζαχουμίου Αθανάσιος Γιέφτιτς
Μετάφραση από τα Ρωσικά της Κατερίνα Πολονέιτσικ

Pravoslavie.ru

9/25/2020

[1] Ζαντουζμπίνα: Κτήριο στη μεσαιωνική Σερβία (συνήθως ναός ή μοναστήρι), που χτίστηκε από τον ηγεμώνα της χώρας για τη σωτηρία της ψυχής του.
Σχόλια
Μπορείτε να αφήσετε το σχόλιό σας παρακάτω (μέχρι 700 σύμβολα). Όλα τα σχόλια θα διαβαστούν από τους συντάκτες του Ορθοδοξία. Συνδεθείτε μέσω (κοινωνικών δικτύων) ή πληκτρολογήστε τα στοιχεία σας.
Enter through FaceBook
Το όνομα σας:
Το e-mail σας:
Πληκτρολογήστε τον αριθμό στην εικόνα:

Characters remaining: 4000

×