Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Τι ξέρουμε για τη συνάντηση του Ευαγγελιστή Λουκά με την Υπεραγία Θεοτόκο;

Μια προσπάθεια ιστορικής αναβίωσης

Στα Ιεροσόλυμα για τη γιορτή

Η υπόθεση ξετυλίγεται γύρω στα 60, δηλαδή περίπου 30 χρόνια μετά την Σταύρωση και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού και 10 χρόνια πριν την καταστροφή του Ναού της Ιερουσαλήμ, στη γιορτή της Πεντηκοστής, όταν όλοι Εβραίοι άντρες, κατά το νόμο του Μωυσή, έπρεπε να φέρνουν τις θυσίες τους στα Ιεροσόλυμα…

Όπως μας ενημερώνει το Βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, ο Παύλος αποφάσισε πάση θυσία να πάει στην Αγία Πόλη για τη γιορτή. Να σημειώσουμε ότι, λίγα χρόνια πριν, είχε υπάρξει ζηλωτής ιουδαίος και διώκτης των χριστιανών, στη συνέχεια είχε ασπαστεί την χριστιανική πίστη και έγινε ευαγγελιστής των ειδωλολατρών. Οι χριστιανοί αδελφοί του προσπάθησαν να τον αποτρέψουν. Η ατμόσφαιρα στην Ιερουσαλήμ εκείνη την εποχή δεν προσφερόταν καθόλου για προσκύνημα. Οι χριστιανοί ζούσαν σαν σε βαρέλι με εκρηκτικά υλικά. Δεν τους συμπαθούσαν, αν και τους ανέχονταν μέχρι ενός σημείου. Τον Παύλο τον θυμούνταν πολλοί, και, βεβαίως, τον θεωρούσαν προδότη. Ιδιαίτερα επικίνδυνη, στις μεγάλες γιορτές, γινόταν η Ιερουσαλήμ, όταν από όλη την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έφταναν στην πόλη Εβραίοι προσκυνητές. Ανάμεσά τους, μπορούσαν να είναι και διώκτες του Παύλου από πόλεις της Μικράς Ασίας που προσπαθούσαν ακόμα και να τον σκοτώσουν. Αλλά ο Παύλος ήταν αποφασιστικός: ήθελε εκείνη τη χρονιά να υποδεχτεί τη γιορτή της Πεντηκοστής στα Ιεροσόλυμα.

Και τώρα ας μεταφερθούμε στο κείμενο της Αγίας Γραφής:

«Όλοι τότε ξέσπασαν σ’ένα μεγάλο κλάμα, έπεφταν στην αγκαλιά του και τον καταφιλούσαν. Αυτό κυρίως που τους προξενούσε οδύνη ήταν ο λόγος που τους είχε πει ότι δεν θα τον ξαναδούν. Κατόπιν τον ξεπροβόδισαν ως το πλοίο» (Πραξ.20,37-38).

«Με δυσκολία κατορθώσαμε ν’αποσπαστούμε απ’αυτούς, και το πλοίο ξεκίνησε. Πήγαμε κατευθείαν στην Κω, την άλλη μέρα στη Ρόδο κι από κει στα Πάταρα. Εκεί βρήκαμε πλοίο που πήγαινε απέναντι στη Φοινίκη. Επιβιβαστήκαμε και ξεκινήσαμε (Πραξ.21,1-2)…

…Ύστερα από τις μέρες αυτές ετοιμάσαμε τα πράγματά μας και ξεκινήσαμε για τα Ιεροσόλυμα (Πραξ.21,15).

…Όταν φτάσαμε στα Ιεροσόλυμα, μας υποδέχτηκαν με χαρά οι αδελφοί» (Πραξ.21,17)

Είναι προφανές ότι ο συγγραφέας του Βιβλίου των Πράξεων εννοεί τον Απόστολο Παύλο και τον εαυτό του

Αν προσέξετε, η διήγηση εδώ γίνεται σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο. Ποιοι είναι οι «εμείς» («κατορθώσαμε») και ποιους «εμάς» («υποδέχτηκαν»); Μέχρι το 16ο κεφάλαιο, το Βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων μιλάει για τον Παύλο σε τρίτο πρόσωπο: αυτός (ο Παύλος) πήγε στο τάδε μέρος, αυτός κήρυττε στο τάδε μέρος, και μετά εμφανίζεται η αντωνυμία εμείς… Είναι προφανές ότι ο συγγραφέας του Βιβλίου των Πράξεων εννοεί τον Απόστολο Παύλο και τον εαυτό του. Και ποιος ήταν ο συγγραφέας του Βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων;

Ο συγγραφέας ήταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς.

Τι ξέρουμε για τον Ευαγγελιστή Λουκά;

Ο ίδιος ο Λουκάς δεν μας λέει τίποτα για τον εαυτό του. Αλλά εμείς, οι σύγχρονοι χριστιανοί, που προσπαθούμε να το ερευνήσουμε, έχουμε τρείς ολόκληρες πηγές πληροφοριών:

  1. Τη Βίβλο (κάτι σημαντικό μας λέει, εν τέλει, για τον Άγιο Λουκά!)
  2. Την Ιερά Παράδοση την οποία έσωσε η Ορθόδοξη Εκκλησία
  3. Τη σύγχρονη επιστήμη.

Σύμφωνα με τη Βίβλο, ο Άγιος Λουκάς ήταν, πρώτον, συνοδοιπόρος του Αποστόλου Παύλου, και δεύτερον, γιατρός.

Ο Παύλος, όταν στις επιστολές του απαριθμεί τους συνοδοιπόρους και τους συνεργάτες του, κάμποσες φορές αναφέρει το Λουκά, σε ένα μέρος μάλιστα λέει: «ο Λουκάς, ο γιατρός ο αγαπητός» (Κολ.4,14). Στην επιστολή προς Κορινθίους, ο Παύλος ομολογεί ότι πάσχει βαριά εξαιτίας κάποιας αρρώστιας (τι αρρώστια ήταν αυτή, ο Παύλος δε μας λέει, την ονοματίζει: «σκόλοψ τη σαρκί» («αγκάθι στο σώμα μου»)):

«Για να μην υπερηφανεύομαι όμως, ο Θεός μου έδωσε ένα αγκάθι στο σώμα μου, έναν υπηρέτη του σατανά να με ταλαιπωρεί, ώστε να μην υπερηφανεύομαι. Γι’αυτό το αγκάθι τρείς φορές παρακάλεσα τον Κύριο να το διώξει από πάνω μου. Η απάντησή Του ήταν: “Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα σ’αυτή την αδυναμία σου”» (Β’Κορ.12,7-9).

Προφανώς, η προσευχή του Παύλου για την ανακούφιση από την αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε δεν έμεινε τελείως αναπάντητη: Λίγο πριν από το ταξίδι του στην Ελλάδα εμφανίζεται γιατρός, με καταγωγή από την Αντιόχεια, ο Λουκάς, ο οποίος μπορούσε να προσφέρει ιατρική βοήθεια και στον ίδιον και στους φίλους του. Από αυτή τη στιγμή η αντωνυμία «αυτός» στα χειρόγραφα του Λουκά αλλάζει προς το «εμείς», αφού από δω και πέρα ο Λουκάς και ο Παύλος ταξιδεύουν μαζί!

Και τώρα ας αφήσουμε, προσωρινά, την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας για να αναφερθούμε στη σύγχρονη επιστήμη…

Το Βιβλίο των Πράξεων, όταν μιλάει για τα ιεραποστολικά ταξίδια του Παύλου (και όχι μόνο για αυτά), αλάνθαστα αναφέρει 32 χώρες, 54 πόλεις και 9 νησιά. Ο Λουκάς με μεγάλη ακρίβεια αναφέρεται στους τίτλους των εκάστοτε αρχόντων. Δεν είναι τυχαίο που ο Βρετανός αρχαιολόγος Ουίλιαμ Μίτσελ Ράμζι, ένας από τους σημαντικότερους ειδικούς της βιβλικής αρχαιολογίας του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, έγραφε με θαυμασμό:

«Ο Λουκάς είναι κορυφαίος ιστορικός. Δεν εννοούμε απλώς ότι όλες οι γεγονοτολογικές διαπιστώσεις του είναι αξιόπιστες, αλλά ότι αυτός κατέχει την αληθινή αίσθηση της ιστορίας… Εν συντομία, αυτός ο συγγραφέας αξίζει να ανήκει στη σειρά των μεγαλύτερων ιστορικών της ανθρωπότητας» [1].

Και από όσο ισχυρίζονται οι σύγχρονοι γλωσσολόγοι, η ελληνική γλώσσα των δύο βιβλίων που είχε γράψει ο Λουκάς, διαφέρουν από τα υπόλοιπα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Δεν είναι απλώς σωστή, πλούσια, εικονιστική γλώσσα, είναι η γλώσσα ανθρώπου που είχε διαβάσει τους έλληνες ιστορικούς, για παράδειγμα, τον Θουκυδίδη. Ο Λουκάς συνειδητά μιμείται στο ύφος έλληνες ιστορικούς[2].

Η ελληνική γλώσσα των βιβλίων που είχε γράψει ο Λουκάς, διαφέρουν από τα υπόλοιπα βιβλία της Καινής Διαθήκης

Δηλαδή, το έργο διάδοσης του ευαγγελίου το αναλαμβάνει όχι κάποιος από τους ολιγογράμματους Εβραίους ψαράδες από τη Θάλασσα της Γαλιλαίας, αλλά ένας διανοούμενος που κατέχει άπταιστα την ελληνική γλώσσα και που έχει διαβάσει τους Έλληνες ιστορικούς. Ως προς την καταγωγή, ο Λουκάς ήταν ή Έλληνας ή, ίσως, Σύρος (δηλαδή σημίτης). Όμως, το πιο σημαντικό εδώ δεν είναι το αίμα αλλά η διείσδυση στον ελληνικό πολιτισμό.

Εδώ κάποιος από τους αναγνώστες μας μπορεί να αρχίσει να αμφιβάλλει. Η Αγία Γραφή λέει ότι ο Λουκάς ήταν γιατρός, η επιστήμη ότι σχεδόν ήταν επαγγελματίας ιστορικός… Το θέμα είναι ότι στα αρχαία χρόνια η ιατρική θεωρούνταν επιστήμη ανθρωπιστική, επιστήμη περί ανθρώπου, γι’ αυτό ο μελλοντικός γιατρός σπούδαζε και ιστορία και φιλολογία. Μπορούσε να σπουδάζει ακόμα και ζωγραφική και άλλες καλές τέχνες. Και τώρα, έχοντας υπόψη τα παραπάνω, μπορούμε άφοβα να επιστρέψουμε στην Ιερά Παράδοση που έχει διατηρηθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Σύμφωνα με την Παράδοση της Εκκλησίας, ο Ευαγγελιστής Λουκάς ήταν ο πρώτος αγιογράφος που είχε αγιογραφήσει τις τρείς πρώτες εικόνες της Υπεραγίας Θεοτόκου.  

Αλλά σε αυτό θα επιστρέψουμε παρακάτω.

Στα Ιεροσόλυμα είναι ανήσυχα…

Λοιπόν, την άνοιξη του 60 (περίπου) ο Παύλος και ο Λουκάς φτάνουν στα Ιεροσόλυμα και τους υποδέχονται οι ντόπιοι χριστιανοί. Τι ήταν τότε η Εκκλησία των Ιεροσολύμων;

Ως επί το πλείστον, ήταν Εβραίοι στην καταγωγή που συνέχισαν να τηρούν αυστηρά τον νόμο του Μωυσή: την περιτομή, το Σάββατο, τους κανόνες της κασσέρ διατροφής κτλ. Επικεφαλής της κοινότητας ήταν ο Ιακώβ, ο αδελφός του Κυρίου, άνθρωπος ασκητικής ζωής τον οποίον σέβονταν ακόμα και πολλοί Ιουδαίοι που δεν είχαν πιστέψει. Ο Ιακώβ ήταν γιος του δίκαιου Ιωσήφ του Μνήστορα από τον πρώτο γάμο. Για πολύ καιρό, δεν πίστευε στην θεότητα του ετεροθαλούς Αδελφού του, του Ιησού. Όμως, σύντομα μετά την Ανάστασή Του εκ νεκρών, ο Κύριος ο Ίδιος εμφανίστηκε στον Ιακώβ και τον τοποθέτησε επικεφαλής της κοινότητας των Ιεροσολύμων.

Η Εκκλησία της Ιερουσαλήμ ζούσε με πολύ αυστηρές αρχές, μπορούμε να τις ονομάσουμε «κομμουνιστικές», αλλά πιο σωστά ήταν μοναχικές. Δεν υπήρχε καθόλου η ιδιωτική περιουσία. Όταν ο άνθρωπος γινόταν χριστιανός, έπρεπε να πουλήσει ό,τι είχε και τα χρήματα που εισέπραττε να τα δίνει στο «κοινό ταμείο». Για μας, τους σύγχρονους χριστιανούς της Αγίας πόλης, που μας χωρίζουν προσωπικά ενδιαφέροντα και εγωισμοί, είναι δύσκολο ακόμα και να φανταστούμε εκείνη την ατμόσφαιρα αδελφοσύνης η οποία επικρατούσε εκείνο τον καιρό ανάμεσα στους ακόλουθους του Μεσσία από τη Ναζαρέτ…

Οι χριστιανοί της Ιερουσαλήμ υποδέχονται τον Παύλο και τους συνοδοιπόρους του με πολλή χαρά, αλλά αμέσως προειδοποιούν ότι η ατμόσφαιρα στην πόλη είναι ανήσυχη και τον Παύλο τον βλέπουν με πραγματική εχθρότητα. Όταν ο Παύλος, παρόλες τις προειδοποιήσεις, τελικά πηγαίνει στον ναό, τον αναγνωρίζουν αμέσως. Οι Ιουδαίοι ρίχνονται πάνω του και προσπαθούν να τον λιντσάρουν. Αλλά τότε μπαίνουν στη μέση ρωμαίοι στρατιώτες οι οποίοι με την ευκαιρία του εορτασμού (όπως ήδη έχουμε γράψει, στις μεγάλες γιορτές των Εβραίων εκατοντάδες χιλιάδες συσσώρευαν στην πόλη από όλο τον κόσμο) ήταν σε πλήρη ετοιμότητα. Οι στρατιώτες μετά από αγώνα αρπάζουν τον Παύλο από τον εξαγριωμένο όχλο και στη συνέχεια οι ρωμαϊκές Αρχές, για να αποφύγουν αναταραχές στην πόλη, με αυξημένη φρουρά στέλνουν τον Παύλο στην Καισάρεια. Εκεί ο Παύλος θα μείνει δύο χρόνια και από κει θα τον στείλουν στη Ρώμη. Στη Ρώμη ο Παύλος, μετά από μερικά χρόνια, θα πεθάνει: στην κορύφωση των διωγμών του Νέρωνα θα τον αποκεφαλίσουν πίσω από τους τοίχους της πόλης.

Όμως εμείς, αναγνώστη, θα μείνουμε νοερά στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ευαγγελιστή Λουκά…

«Άλλοι δεν υπάρχουν πια, κι εκείνοι που υπάρχουν είναι μακριά»

Με τι ασχολούταν εκείνο τον καιρό στα Ιεροσόλυμα ο Λουκάς;

Προβλήματα με τη διατροφή, μάλλον, δεν είχε. Ο Λουκάς ήταν γιατρός, επάγγελμα πάντα χρήσιμο και περιζήτητο. Έτσι κι αλλιώς, οι ντόπιοι χριστιανοί δε θα άφηναν τον αδελφό τους να στερείται.

Μήπως, ο Λουκάς αξιοποίησε την επίσκεψή του σε αυτή την πόλη και για κάποιο άλλο λόγο; Την απάντηση σε αυτή την ερώτηση θα την βρούμε, αν ανοίξουμε το Ευαγγέλιο του Λουκά, βιβλίο που είδε το φως, όπως υποθέτουν οι ιστορικοί, στη Ρώμη, μερικά χρόνια μετά την επίσκεψή του στην Ιερουσαλήμ.  

Να πώς ξεκινάει το Ευαγγέλιο του Λουκά:

«Ἐπειδήπερ πολλοὶ ἐπεχείρησαν ἀνατάξασθαι διήγησιν περὶ τῶν πεπληροφορημένων ἐν ἡμῖν πραγμάτων, καθὼς παρέδοσαν ἡμῖν οἱ ἀπ᾿ ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ Λόγου, ἔδοξε κἀμοί, παρηκολουθηκότι ἄνωθεν πᾶσιν ἀκριβῶς, καθεξῆς σοι γράψαι, κράτιστε Θεόφιλε, ἵνα ἐπιγνῷς περὶ ὧν κατηχήθης λόγων τὴν ἀσφάλειαν» (Λκ 1,1-4).

Περί τίνος πρόκειται, άραγε;

Όπως ήδη έχουμε πει, από τον καιρό της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Κυρίου πέρασαν γύρω στα 30 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι εκείνοι που ήταν συνομήλικοι του Χριστού, τώρα διένυαν την έβδομη δεκαετία της ηλικίας τους. Εκείνοι που ήταν στις μέρες της Σταύρωσης του Κυρίου 20 χρονών, τώρα ήταν πάνω από 50. Το μέσο προσδόκιμο ζωής, εκείνα τα χρόνια, δεν ήταν υψηλό, λόγω του χαμηλού επιπέδου της ιατρικής. Πολλοί πέθαιναν χωρίς να φτάνουν στα 60 τους χρόνια. Η γενιά των ανθρώπων που «ἀπ᾿ ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ Λόγου» (δηλαδή αυτόπτες μάρτυρες του Χριστού) άρχισε να φεύγει από τη ζωή. Έτσι, υπήρχε ο κίνδυνος ότι οι μαρτυρίες για την επίγεια ζωή, για τα θαύματα και το κήρυγμα του Σωτήρα θα ξεχνιόντουσαν ή θα διαστρεβλώνονταν. Οπότε προέκυψε η ανάγκη ώστε κάποιος να καταγράψει αυτές τις μαρτυρίες.

Έτσι, υπήρχε ο κίνδυνος ότι οι μαρτυρίες για την επίγεια ζωή του Σωτήρα θα ξεχνιόντουσαν ή θα διαστρεβλώνονταν

Θα μου πείτε, γιατί έπρεπε να περιμένουν τόσο καιρό; Γιατί δεν μπορούσαν να τα γράψουν τα Ευαγγέλια αμέσως; Εδώ η υπόθεση έχει ως εξής.

Στην εποχή μας, όταν συμβαίνει κάτι σημαντικό, κάτι που θα θέλαμε να μοιραστούμε με τους φίλους μας, μπορούμε αμέσως να δημοσιεύσουμε τα σχόλιά μας με τις φωτογραφίες, όπως για παράδειγμα, στα κοινωνικά δίκτυα. Όμως στην αρχαιότητα δεν ήταν έτσι.

Τα βιβλία (ακριβέστερα, τα ειλητάρια) τα έγραφαν εκείνες τις εποχές σε φύλλα παπύρου. Κολλούσαν με κολλητικές ταινίες μεταξύ τους ορθογώνια φύλλα, και όλη αυτή την μακριά ταινία την τύλιγαν σε ρολό. Μερικές φορές, η άκρη στερεωνόταν σε ξύλινη βάση. Για καλύτερη φύλαξη τα ειλητάρια καμιά φορά τα έβαζαν σε δερμάτινες θήκες. Η αξία ενός τέτοιου ειληταρίου που περιελάμβανε και τη δαπάνη των υπηρεσιών επαγγελματία γραμματέα-ταχυγράφου, ανερχόταν, με σημερινά νομίσματα, γύρω στα 5000 δολάρια (αυτό το ποσό αναφέρει στις διαλέξεις του ο π.Στίβεν Ντε Γιανγκ). Δηλαδή, ποσό όχι αστρονομικό, αλλά όχι και μικρό. Πολύ περισσότερο, αν υπολογίσουμε ότι 5000 δολάρια κόστιζε ένα μόνο αντίτυπο, και οι πιστοί χριστιανοί που ζούσαν σε όλη την αυτοκρατορία, χρειάζονταν πάρα πολλά αντίτυπα ειληταρίων.

Όπως καταλαβαίνουμε, το γραπτό κήρυγμα εκείνη την εποχή ήταν πολύ ακριβή υπόθεση. Και ταυτόχρονα καθόλου αποτελεσματική, καθώς στην ευαγγελική εποχή πολλοί, μα πάρα πολλοί, δεν ήξεραν ούτε να διαβάζουν ούτε να γράφουν.

Άλλο πράγμα είναι το προφορικό κήρυγμα. Εκείνα τα χρόνια, οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας για την προφορική τους επικοινωνία χρησιμοποιούσαν όχι μια, αλλά, κατά κανόνα, κάμποσες γλώσσες. Για παράδειγμα, στην Παλαιστίνη όλοι ήξεραν τουλάχιστον ελληνικά και αραμαϊκά. Στις πόλεις πολλοί ήξεραν και λατινικά. Στα Ιεροσόλυμα δε, όπως υποθέτουν μερικοί ερευνητές, ακόμα διατηρούνταν ως ομιλούμενη η εβραϊκή.

Να γιατί οι απόστολοι (κάποιοι από αυτούς, για παράδειγμα, ο Πέτρος και ο Ιωάννης, δεν ήταν οι ίδιοι λόγιοι άνθρωποι) χρησιμοποιούσαν το προφορικό κήρυγμα. Διηγούνταν απλά στους ανθρώπους αυτά που είδαν με τα μάτια τους και αυτά που άκουσαν με τα αυτιά τους: για τη ζωή, τον θάνατο και την Ανάσταση του Κυρίου.

Όμως, όταν, με την πάροδο του χρόνου, «αὐτόπται καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ Λόγου» άρχισαν να φεύγουν από τη ζωή, προέκυψε η ανάγκη να καταγραφούν οι μαρτυρίες τους.

Γύρω στα 60, ήταν ήδη γραμμένα δυο Ευαγγέλια. Το πρώτο το έγραψε ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, ένας από τους 70 αποστόλους. Ο Ματθαίος ήταν τελώνης (μάζευε φόρους), άρα, άνθρωπος εγγράμματος, που είχε συνηθίσει να συντάσσει εκθέσεις. Το Ευαγγέλιο του Ματθαίου γράφτηκε στα εβραϊκά (ή στα αραμαϊκά?) και προοριζόταν, πρώτα και κύρια, για Εβραίους.

Το δεύτερο Ευαγγέλιο το έγραψε ο Μάρκος. Ο Μάρκος, που γνώριζε το επάγγελμα του ταχυγράφου, κατέγραψε αυτά που είχε ακούσει από τις προφορικές διηγήσεις του Πρωτοκορυφαίου Αποστόλου Πέτρου. Το Ευαγγέλιο του Μάρκου είναι το πιο σύντομο από τα τέσσερα. Ένας από τους πρώτους πατέρες της Εκκλησίας, που γνώριζε προσωπικά κάποιους από τους αποστόλους, επιβεβαίωνε ότι ο Μάρκος, όταν κατέγραφε τα γεγονότα του Ευαγγελίου, δεν έδινε πολύ μεγάλη σημασία στη χρονολογική ακρίβεια, καθώς για αυτόν ήταν πιο σημαντικό το πνευματικό περιεχόμενο.

Εκτός από αυτά τα δύο πρώτα Ευαγγέλια, πρέπει να εμφανίστηκαν, εκείνο τον καιρό, και τα πρώτα απόκρυφα, δηλαδή απομνημονεύματα για τον Χριστό, στα οποία η Θεία αλήθεια ήταν μπερδεμένη με ανθρώπινες επινοήσεις. Δεν είναι τυχαίο που ο Λουκάς γράφει ότι «πολλοί προσπάθησαν να συντάξουν μια διήγηση για τα γεγονότα, που είναι βεβαιωμένο ότι συνέβησαν ανάμεσά μας». Η λέξη «πολλοί» σημαίνει ότι ο Ματθαίος και ο Μάρκος δεν ήταν οι μόνοι που δημοσίευσαν τις διηγήσεις τους, αλλά και κάποιοι άλλοι μάρτυρες, και ίσως, ψευδομάρτυρες…

Όντας σε αυτή την κατάσταση ο Λουκάς, άνθρωπος πολύπλευρα μορφωμένος, εξοικειωμένος με τα έργα των κλασικών ελλήνων ιστορικών, νιώθει ότι έφτασε η ώρα του, νιώθει την αποστολή του. Πρέπει να γράψει το δικό του Ευαγγέλιο, το τρίτο, με σκοπό αφενός να συμπληρώσει και να διευκρινίσει τα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Μάρκου, αφετέρου, να επιβεβαιώσει με το δικό του Ευαγγέλιο τα πρώτα δύο και να απομονώσει εκείνα τα ψέματα τα οποία, μερικές φορές μπερδεμένα με την αλήθεια, είχαν αρχίσει να δημοσιεύονται στα απόκρυφα.

Υπενθυμίζουμε ακόμα μια φορά. Από τον καιρό του Σωτήρα είχαν περάσει ήδη τρείς δεκαετίες. Η γενιά του Χριστού σιγά-σιγά έφευγε από τη ζωή. Και ο Λουκάς έπρεπε να βρει τους αυτόπτες μάρτυρες του Λόγου, εκείνους που ήταν με τον Κύριο στην αρχή της πορείας Του, εκείνους που θα μπορούσαν να του διηγηθούν αυτά που ο ίδιος δεν ήξερε.

Οι Απόστολοι δε βρίσκονταν εκείνον τον καιρό στους Αγίους Τόπους. Είχαν διασκορπιστεί σε όλη την οικουμένη κηρύσσοντας τον Αναστάντα Κύριο… Αν και, ένας από τους 12 μάλλον πρέπει να βρισκόταν εκείνον τον καιρό στην Ιερουσαλήμ. Ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού, ο μικρότερος από τους Αποστόλους, ο Ιωάννης ο Θεολόγος, μάλλον ζούσε τότε στην Άνω πόλη. Είχε αφήσει για λίγο καιρό την Μικρά Ασία και επέστρεψε εδώ, στους Αγίους Τόπους. Και στο σπίτι του Αποστόλου Ιωάννου, που είχε αγοραστεί σε προνομιούχα περιοχή της Άνω πόλης της Ιερουσαλήμ, ζούσε η Ίδια η Πάναγνη Παρθένος Μαρία…

Μπορούσε η Παρθένος Μαρία να ζει στην Άνω πόλη (συχνά αυτό το μέρος της πόλης ονομάζουν και Σιών), σε περιοχή πλουσίων; Και γενικώς, τι σήμαινε για τους χριστιανούς εκείνης της εποχής η Παρθένος Μαρία;

Εδώ θα πρέπει να προστρέξουμε στην Παλαιά Διαθήκη.

Ήταν δυνατόν οι πρώτοι χριστιανοί να τιμούν την Θεοτόκο;

Στο Ιουδαϊκό βασίλειο, όπου βασίλευαν οι βασιλείς από το γένος του Δαβίδ, η μητέρα του βασιλέα περιβαλλόταν πάντοτε με ιδιαίτερη τιμή, σύμφωνα με μαρτυρίες της Βίβλου.

Ήδη, για τον διάδοχο του Βασιλιά Δαβίδ, τον Σολομώντα το Σοφό, λέγεται ότι η μητέρα του, η Βηρσαβεέ (Μπερ Σεβά), παρουσιαζόταν σε αυτόν ως προστάτιδα των υπηκόων της. Η Βηρσαβεέ, η χήρα του Δαβίδ, την οποία κάποτε είχε αρπάξει, με εγκληματικό τρόπο, από τον πιστό στρατιώτη του τον Ουρία, βεβαίως, δε συγκρίνονταν με την Υπεραγία Εγγυήτρια των αμαρτωλών, δηλαδή την Θεοτόκο. Εδώ, όμως, είναι σημαντικά όχι τα προσωπικά χαρακτηριστικά της βασιλεύουσας μητέρας όσο είναι ο ρόλος που παίζει εδώ και η τιμή που της αποδίδει ο μονάρχης των Ιουδαίων:

«Ο βασιλιάς σηκώθηκε να την προϋπαντήσει, υποκλίθηκε μπροστά της και κάθισε στο θρόνο του· έβαλαν κι ένα θρόνο για τη μητέρα του στα δεξιά του, κι εκείνη κάθισε» (Γ’Βας.2,19).

Στη Βίβλο το να κάθεται κανείς στα δεξιά του βασιλιά είναι ένδειξη ιδιαίτερου στάτους, ιδιαίτερης εγγύτητας, και ο Ίδιος ο Χριστός, μετά την Ανάληψή Του στους ουρανούς, θα καθίσει εν δεξιά του Θεού-Πατρός (Ιω 16,19; Α’Πε 3,22)…

Το ιδιαίτερο στάτους της βασίλισσας-μητέρας, πιθανόν, να το εδραίωσε ο ίδιος ο Δαβίδ. Και ο Δαβίδ, πολύ πιθανόν, να το είχε λάβει από πάνω. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο που οι βιβλικοί συγγραφείς, όταν απαριθμούν όλους τους βασιλείς από τον οίκο του Δαβίδ, αμέσως μετά το όνομα του Βασιλιά πάντα παραθέτουν και το όνομα της μητέρας του! (παραβ. Γ’Βας. 14,21·15,2·15,10·22,42· Δ’Βας. 8,26· 12,1· 14,2· 15,2· 15,13· 15,30· 15,33· 18,2· 21,1· 21,19· 22,1· 23,31· 23,36· 24,8· 24,18 και τα παράλληλα μέρη στο Α’ και Β’ Παρ.). Τίποτα παρόμοιο δεν παρατηρούμε στη γενεαλογία των Βασιλέων του Βόρειου Ισραηλινού Βασιλείου, όπου βασίλευαν βασιλείς όχι από τον οίκο του Δαβίδ. Γενικώς, παρόμοια απόδοση τιμών σε μητέρα Βασιλέως, αν δεν ήταν μοναδική, ήταν εξαιρετικά σπάνια στην αρχαία ιστορία…

Απόδοση τιμών σε μητέρα Βασιλέως, αν δεν ήταν μοναδική, ήταν εξαιρετικά σπάνια στην αρχαία ιστορία

Αξιοποιώντας τη θέση της ως βασίλισσας μητέρας, η κακούργα Γοθολία (Αταλία), μετά το θάνατο του γιου της, Οχοζία, προσπάθησε να συγκεντρώσει στα χέρια της όλη την εξουσία στην Ιουδαία, δίνοντας εντολή να σκοτώσουν τους ίδιους τους εγγονούς τους, τους πρίγκιπες από το γένος του Δαβίδ, και, έτσι, παραλίγο να καταστρέψει όλη τη δυναστεία (Δ’Βας. 8,26· 11,1-20)…

Οι πρώτοι χριστιανοί, όντας Εβραίοι στην καταγωγή, και τιμώντας τον Κύριο ως Βασιλιά από τον οίκο του Δαβίδ, βεβαίως, ήξεραν την αρχαία παράδοση. Δεν εκπλήσσει, επομένως, εκείνη η απόδοση τιμών με τις οποίες είχαν περιβάλει και την Πάναγνη Μητέρα του δικού τους Μεσσία-Βασιλιά. Όταν μετά ο Ιησούς Χριστός, ο Βασιλεύς των Ιουδαίων, σταυρώθηκε στον Σταυρό, αναστήθηκε εκ νεκρών και τη σαρακοστή ημέρα ανελήφθη από το Όρος των Ελαιών στους ουρανούς, για τους αποστόλους και όλους τους χριστιανούς εδώ, στη γη, στην επίγεια Ιερουσαλήμ εξακολουθούσε να παραμένει η Βασίλισσα-Μητέρα. Πράα, σιωπηλή, λιτή, που προτιμά πάντα να παραμένει στη σκιά, αλλά, πάντως, Βασίλισσα…

Γι’ αυτό, η Παράδοση της Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με την οποία το σπίτι του Ιωάννη στη Σιών, που ήταν εκείνα τα χρόνια προνομιούχα περιοχή, μας φαίνεται σε ύψιστο βαθμό αληθοφανής.

Ο Ζεβεδαίος, ο πατέρας του Ιακώβ και του Ιωάννη του Θεολόγου, όχι μόνο ψάρευε ο ίδιος, αξιοποιούσε και την εργασία μισθωτών (Μκ 1,19-20), άρα ήταν άνθρωπος που είχε οικονομική ευμάρεια. Προφανώς, προμήθευε με ψάρια τους «σοβαρούς ανθρώπους» των Ιεροσολύμων, γι’ αυτό ο Ιωάννης, σε αντίθεση με τον Πέτρο, ήταν οικείος στο σπίτι του Πρωθιεράρχη και τον οποίο ήξερε προσωπικά (Ιω 18,15). Αυτό μπορεί να μας εξηγήσει το γεγονός ότι ο Ιωάννης ο Θεολόγος είχε δικό του σπίτι στη Σιών.

Αλλά υπάρχει και άλλη εκδοχή. Το σπίτι στην Άνω πόλη θα μπορούσε να το είχε προσφέρει για την χριστιανική κοινότητα κάποιος από τους πλούσιους Ιεροσολυμίτες, και ύστερα η κοινότητα να το έθεσε στη διάθεση της Μητέρας του Βασιλιά-Μεσσία και τον θετό γιό Της.

Συνάντηση

Άραγε, είχε συναντήσει στην Ιερουσαλήμ ο Λουκάς την Μητέρα του Θεού; Είμαστε πεπεισμένοι ότι είχαν συναντηθεί. Άραγε, έχουμε για αυτό αποδείξεις; Είμαστε πεπεισμένοι ότι έχουμε. Η απόδειξη, κατά τη γνώμη μας, είναι τα δύο πρώτα κεφάλαια από το Ευαγγέλιο του Λουκά στα οποία εξιστορούνται 5 γεγονότα τα οποία περιέχονται μόνο σε αυτό το Ευαγγέλιο! Να αυτές οι ιστορίες.

  1. Ο Ευαγγελισμός. Ο Λουκάς μας διηγείται πώς, σε μια υποβαθμισμένη πόλη της Γαλιλαίας, τη Ναζαρέτ, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ εμφανίστηκε στην Παρθένο Μαρία και της ανήγγελλε ότι Αυτή θα γεννήσει τον Υιό ο Οποίος θα καθίσει στο θρόνο του Δαβίδ. Η αφήγηση αυτή περιέχεται μόνο στο Ευαγγέλιο του Λουκά στον οποίο μπορούσε να τη διηγηθεί μόνο η Ίδια η Παρθένος Μαρία.  
  2. Η Γέννηση του Ιωάννου του Προδρόμου. Οι Δίκαιοι Ζαχαρίας και Ελισάβετ, οι οποίοι ζούσαν «στην ορεινή πόλη του Ιούδα» (πιθανόν, κάτω από το Όρος Ωρ, στην πλαγιά του οποίου βρίσκεται τώρα το Ρωσικό Μοναστήρι Γκόρνενσκιϊ (Ορεινό)), για πολύ καιρό δεν είχαν παιδιά. Η Ελισάβετ ήταν συγγενής της Παρθένου Μαρίας και ο Ζαχαρίας ήταν ιερέας στον Ναό της Ιερουσαλήμ. Στο ναό ο Άγγελος ανήγγειλε στο Ζαχαρία ότι θα γεννήσει παιδί. Η Παρθένος Μαρία πηγαίνει από τη Ναζαρέτ για να συγχαρεί την συγγενή Της για αυτή τη χαρά… Η αφήγηση αυτή περιέχεται μόνο στο Ευαγγέλιο του Λουκά στον οποίο μπορούσε να τη διηγηθεί μόνο η Ίδια η Παρθένος Μαρία.
  3. Οι βοσκοί της Βηθλεέμ. Τη νύχτα της Γέννησης του Χριστού, οι άγγελοι αναγγέλλουν στους βοσκούς της Βηθλεέμ, οι οποίοι έβοσκαν τα προβατάκια τους στα χωράφια έξω από την πόλη, ότι σήμερα στη Βηθλεέμ, στην πόλη του Βασιλιά Δαβίδ, γεννήθηκε ο Σωτήρας του κόσμου. Οι βοσκοί τρέχουν στη Βηθλεέμ, βρίσκουν την Παρθένο Μαρία και το Θείο Βρέφος και διηγούνται την εμφάνιση των αγγέλων. Ο Λουκάς γράφει ότι τα λόγια των βοσκών η Μαρία τα «συνετήρει εν τη καρδία αυτής» (Λκ 2,19), δηλαδή μέχρι εκείνο τον καιρό δεν τα έλεγε σε κανέναν. Η αφήγηση αυτή περιέχεται μόνο στο Ευαγγέλιο του Λουκά στον οποίο μπορούσε να τη διηγηθεί μόνο η Ίδια η Παρθένος Μαρία.
  4. Η Υπαπαντή. Την σαρακοστή ημέρα μετά τη Γέννηση του Χριστού, η Μαρία μαζί με τον Ιωσήφ πήγαν από τη Βηθλεέμ στην Ιερουσαλήμ για να φέρουν το σαράντα ημερών βρέφος Ιησού στον Ναό. Εκεί τους προϋπάντησε ο Δίκαιος Συμεών και δέχτηκε το Θείο Βρέφος στα χέρια του… Η αφήγηση αυτή περιέχεται μόνο στο Ευαγγέλιο του Λουκά στον οποίο μπορούσε να τη διηγηθεί μόνο η Ίδια η Παρθένος Μαρία.
  1. Ο Έφηβος Ιησούς στο Ναό της Ιερουσαλήμ. Όταν ο Ιησούς ήταν 12 ετών, ο Ιωσήφ και η Παρθένος Μαρία τον πήραν μαζί τους στην Ιερουσαλήμ. Στο δρόμο της επιστροφής ανακάλυψαν ότι ο Έφηβος εξαφανίστηκε. Μετά από τρείς μέρες αναζήτησης ο Ιωσήφ και η Μαρία βρήκαν τον Ιησού στο Ναό της Ιερουσαλήμ… Η αφήγηση αυτή περιέχεται μόνο στο Ευαγγέλιο του Λουκά στον οποίο μπορούσε να τη διηγηθεί μόνο η Ίδια η Παρθένος Μαρία.

Έτσι, εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί δε θα πείραζε να θυμόμαστε ότι οι δύο δικές μας γιορτές από το δωδεκάορτο, ο Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου και η Υπαπαντή, ανάγονται στα γεγονότα τα οποία έσωσε για μας ο Ευαγγελιστής Λουκάς.

Οι δύο δικές μας γιορτές από το δωδεκάορτο, ο Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου και η Υπαπαντή, ανάγονται στα γεγονότα τα οποία έσωσε για μας ο Ευαγγελιστής Λουκάς

Αλλά εμείς πρέπει να ευγνωμονούμε το Λουκά όχι μόνο για αυτό…

  1. Πρόσωπα

Όταν εμείς, αναγνώστη, βρισκόμαστε σε ορθόδοξο ναό, από παντού μας περιβάλλουν πρόσωπα: του Θεού και των αγίων Του. Και πού αλλού με τόση συχνότητα συναντιόμαστε με πρόσωπα; Μάλλον, η απάντηση για πολλούς θα είναι απροσδόκητη. Τα πρόσωπα μάς περιβάλλουν στις σελίδες της Αγίας Γραφής!

Η λέξη «πρόσωπο» στην Παλαιά Διαθήκη χρησιμοποιείται συχνά για να δείξει προσωπική παρουσία κάποιου, προσωπική σχέση με κάποιον. Και η έκφραση «το πρόσωπο του Θεού» υπογραμμίζει την προσωπική παρουσία του Θεού.

Από τη μία, ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης είναι υπερβατικός, δηλαδή είναι πέρα από τον κόσμο μας. Αλλά η αγάπη του Θεού προς τους ανθρώπους «διασπά» αυτή την υπερβατικότητα. Στο Βιβλίο Έξοδος διαβάζουμε: «καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν ἐνώπιος ἐνωπίῳ, ὡς εἴ τις λαλήσει πρὸς τὸν ἑαυτοῦ φίλον» (Εξ.33,11). Εδώ λέει ότι ο Θεός τελικά μπορεί να είναι οικείος σε μας, ότι τελικά οι καλύτεροι από τους ανθρώπους της Παλαιάς Διαθήκης μπορούσαν να έλθουν σε προσωπική σχέση μαζί Του (η λέξη «προσωπικότητα» προέρχεται από τη λέξη «πρόσωπο»).

Το Βιβλίο Γένεσις, στο 32ο κεφάλαιο, αναφέρει ότι ο εγγονός του Αβραάμ, ο Ιακώβ, τη νύχτα πάλευε με τον Θεό και τελικά έλαβε την ευλογία του Θεού. Ο Ιακώβ αποθανάτισε αυτό το γεγονός ονομάζοντας τον τόπο της νυχτερινής συνάντησης με τον Θεό Φανουήλ (το πρόσωπο του Θεού), λέγοντας: «εἶδον γὰρ Θεὸν πρόσωπον πρὸς πρόσωπον, καὶ ἐσώθη μου ἡ ψυχή» (Γεν.32,30).

Η Βιβλική λέξη פנים (panim, όψη, πρόσωπο) μπορεί να σημαίνει όχι μόνο την προσωπική παρουσία του Θεού αλλά και την ευλογία Του. Στο Βιβλίο Αριθμοί αναφέρεται η ευλογία του Ααρόν, όπου επίσης δύο φορές αναφέρεται το πρόσωπο του Θεού:

«Εὐλογήσαι σε Κύριος καὶ φυλάξαι σε· ἐπιφάναι Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ σὲ καὶ ἐλεήσαι σε· ἐπάραι Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ σὲ καὶ δώῃ σοι εἰρήνην» (Αριθ.6,24-26)

Τι σημαίνει η έκφραση «ἐπιφάναι Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ»;

Ο σύγχρονος ορθόδοξος συγγραφέας Ρόμπερτ Αρακάκι γράφει:

«Το πρόσωπο του Θεού σε αυτή την ευλογία αναφέρεται δύο φορές. Και οι δύο εκφράσεις είναι πολύ παραστατικές, ζωντανές και συναισθηματικές. Η φράση «ἐπιφάναι Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ σὲ» μπορεί να σημαίνει ότι ο Θεός σε κοιτάει με ένα πλατύ χαμόγελο στο πρόσωπό Του. Έχετε παρατηρήσει ποτέ πώς ένα χαμόγελο κάνει το πρόσωπο κάποιου να φωτίζεται ολόκληρο; Ή πώς το χαμόγελο της μητέρας ή του πατέρα προκαλεί το παιδί κυριολεκτικά να λάμπει από χαρά; Το χαμόγελο του Θεού που απευθύνεται σε εμάς μάς λέει ότι μας αγαπάει, ότι είναι ευμενής προς εμας… Η άλλη φράση από την ευλογία του Ααρόν «ἐπάραι Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ σὲ» σημαίνει το εξής: Όταν ο Θεός μας ευλογεί, στρέφει προς εμάς το πρόσωπό Του, δηλαδή μας δέχεται, μπαίνει σε προσωπική σχέση μαζί μας. Και το αντίθετο, όταν ο Θεός στη Βίβλο αποστρέφει το πρόσωπό Του, αυτό σημαίνει ότι μας απορρίπτει, ότι οι σχέσεις μας μαζί Του τελείωσαν…»[3].

Όμως, στη Βίβλο υπάρχουν πολλά παραδείγματα, όπου δεν είναι μόνο ο Θεός που στρέφει προς εμάς (ή, αντίθετα, αποστρέφει από μας) το Πρόσωπό Του. Στη Βίβλο, για παράδειγμα, προφήτης συνήθως, δε στέκεται απλά μπροστά στο βασιλιά, στέκεται μπροστά στο πρόσωπο του βασιλιά. Και ο βασιλιάς, με τη σειρά του, κάθεται στο θρόνο μπροστά στο πρόσωπο του προφήτη. Έτσι έχει διαμορφωθεί η εβραϊκή γλώσσα, ώστε αυτή η λέξη συχνά να χρησιμοποιείται ακριβώς ως έκφραση προσωπικής σχέσης. Οπότε, στις σελίδες της Γραφής, μπροστά μας παρελαύνουν πρόσωπα προφητών του Θεού, πρόσωπα φίλων και δούλων του Θεού, πρόσωπα βασιλέων και βασιλισσών…

Όλα αυτά τα ήξερε πολύ καλά ο Λουκάς, ο οποίος, αν και δεν ήταν Εβραίος στην καταγωγή, δέχτηκε την πίστη του Ισραήλ και με πολλή επιμέλεια, μελέτησε την Αγία Γραφή σε ελληνική μετάφραση. Με βάση τη γλώσσα του, τον πολιτισμό του (και, πολύ πιθανόν, και το αίμα του) ο Λουκάς ήταν Έλληνας. Αν οι Εβραίοι, οι απόγονοι του Σημ, αντιλαμβάνονταν τον κόσμο μέσα από τα κείμενα, στους Έλληνες, τους απογόνους του Ιάφεθ (το ίδιο το όνομα Ιάφεθ προέρχεται από τη λέξη יפה, γιαφε, δηλαδή «όμορφος», «ωραίος») δόθηκε από τον Θεό το ιδιαίτερο χάρισμα να βλέπουν τον κόσμο μέσα από την ομορφιά, μέσα από την παραστατική εικόνα…

Πόσες φορές, ίσως, στη διάρκεια των ταξιδιών του ο Λουκάς ανά τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, δεν άκουγε από τους νεοασπασθέντες πιστούς τη λύπη που δεν έχουν τη δυνατότητα να φτάσουν ως την Ιερουσαλήμ και να δούνε με τα μάτια τους Εκείνη μέσω της Οποίας ήρθε στον κόσμο ο Σωτήρας. Και τώρα, που «Ο Λόγος σαρξ εγένετο» (Ιω 1,14), όταν ο Ίδιος ο Θεός έγινε άνθρωπος, όταν ο κάποτε αόρατος Θεός έγινε ορατός, άρα μπορούσε πλέον να αναπαρασταθεί, τότε πολύ περισσότερο μπορούσε και έπρεπε να αναπαραστήσει τη Μαρία. Την Ίδια την Πάναγνη Παρθένο, η Οποία ακόμα ζούσε στην Ιερουσαλήμ, αλλά η Οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα έπρεπε να εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο… Και να που ο Λουκάς αποφάσισε να αγιογραφήσει τις τρείς εικόνες Της.

Η πολύ ωραία ουκρανική ταινία «Η Πλατυτέρα των Ουρανών» (αυτή την ταινία πολύ εύκολα μπορεί κανείς να τη βρει στο Youtube) αυτό δείχνει. Στην Ιερουσαλήμ, στη Σιών, στο σπίτι του Αποστόλου Ιωάννη, ο Λουκάς κάθεται μπροστά από την Μητέρα του Θεού και αγιογραφεί με κέρινες μπογιές σε ξύλο την εικόνα Της. Αν και η Μαρία δεν είναι νέα, στο ξύλο Την αγιογραφεί νεαρή Παρθένο, που κρατά στα πάναγνα χέρια Της το Θείο Βρέφος. Ο Λουκάς αγιογραφεί τις πρώτες εικόνες στην ιστορία του χριστιανισμού. Αγιογραφεί για τους φίλους του χριστιανούς, αγιογραφεί για τις μελλοντικές γενιές, αγιογραφεί για μας. Και η Παρθένος Μαρία (αυτό, βέβαια, δεν υπάρχει στην ταινία) μιλάει στο Λουκά για τον Εαυτό Της και για τον Υιό Της. Μιλάει για όλους τους χριστιανούς, μιλάει για μελλοντικές γενιές, μιλάει για όλους εμάς.

Στην Ιερουσαλήμ νυχτώνει…

  1. Αποχαιρετισμός

Στη Σιών βράδιαζε. Το φως από το σούρουπο που έρεε στο άνοιγμα του παραθύρου, πύκνωσε, έγινε μπλέ, μετά σκούρο λιλά. Στο υπερώο που φωτίζονταν με λίγα φωτάκια, μύριζε λιωμένο κερί και φρεσκοψημένο ψωμί…

Στο υπερώο μπήκε ο Ιωάννης. Ο μικρότερος από τους Αποστόλους, δεν ήταν καθόλου νέος, ήταν σχεδόν 50 χρονών. Ο Λουκάς, βεβαίως, δεν ήξερε ακόμα ότι η Παρθένος Μαρία θα κοιμόταν στην Ιερουσαλήμ, μετά από μερικά χρόνια. Μετά την Κοίμησή Της θα πεθάνουν σχεδόν όλοι οι 12 απόστολοι. Θα πεθάνουν και πολλοί άλλοι χριστιανοί. Θα πεθάνει και ο ίδιος ο Λουκάς. Από τους Δώδεκα μόνο αυτός, ο Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, θα αποφύγει το μαρτυρικό θάνατο. Ο Ιωάννης θα φτάσει στα βαθιά γεράματα και πριν από το θάνατο θα προλάβει να γράψει το δικό του, τέταρτο στη σειρά, Ευαγγέλιο…

– Καλό βράδυ, ίμμι[4],

Ανακατεύοντας εβραϊκά και αραμαϊκά, όπως συνηθιζόταν τότε στα Ιεροσόλυμα, ο Ιωάννης χαιρέτησε την Παρθένο Μαρία. Από τη φωνή του έβγαιναν οικογενειακή, υιική απλότητα και ταυτόχρονα πηγαίος σεβασμός.

– Συγγνώμη, αλλά είναι ώρα να ξεκουραστείς.

Γύρισε στον Λουκά.

– Κάθισε να δειπνήσεις, αγαπητέ. Για δουλειά έλα αύριο. Σήμερα πρέπει όλοι να ξεκουραστούμε. Έξω είναι ήδη σκοτάδι!

- Όχι, αύριο δε θα έρθω, η δουλειά μου έχει τελειώσει.

Απάντησε με χαμόγελο ο Λουκάς.

– Ήδη έχω καθυστερήσει πολύ. Αύριο το πρωί ξεκινάω για Καισαρεία. Από κει ελπίζω να φτάσουμε με τον Παύλο δια θαλάσσης μέχρι τη Ρώμη. Ας αγκαλιαστούμε, αδελφέ, ποιος ξέρει αν μας αξιώσει ο Θεός να συναντηθούμε ξανά…

… Καθώς βρισκόταν στην έξοδο, ο Λουκάς ακόμα μια φορά γύρισε προς τα πίσω το κεφάλι. Η Μαρία στεκόταν κι ακουμπούσε στο κάσωμα της πόρτας, τυλιγμένη με ένα πλατύ μακρύ ωμοφόριο. Στεκόταν, λες και ήταν βυθισμένη στο σκοτάδι, καθώς τα πυκνά και μακριά κλαδιά του δέντρου της αυλής Την έκρυβαν από το φως του φεγγαριού. Αυτό που έβλεπε τώρα ο Λουκάς, φάνταζε απλώς ως ένα παραπλανητικό περίγραμμα με φόντο πέτρινους τοίχους με επίπεδο στέγαστρο, πέτρινο φράχτη και το ψηλό μαύρο δέντρο… Αλλά ήταν Αυτή, η Πάναγνη Παρθένος, και ο Λουκάς καταλάβαινε ότι χαιρετήθηκαν για πάντα, ως τη συνάντηση στους Ουρανούς…

- Εις το επανειδήν, ιμμενού[5],

Είπε ο Λουκάς.

– Πρέσβευε υπέρ ημών…

… Πάνω από τα Ιεροσόλυμα, η νύχτα έπαιζε με τις κραυγές του κόκορα και σιγά-σιγά λέπταινε. Η γη ανέπνεε δροσιά. Πάνω από την κορυφή του Όρους των Ελαιών κρεμόταν, πηδώντας στα σύννεφα, το πρωινό αστέρι. Η Ιερουσαλήμ φαινόταν τεράστιος ανάγλυφος χάρτης, που βυθιζόταν στην κοιλάδα των Κέδρων. Πολύ μακριά, ανάμεσα σε επικλινή βουνά, ξετυλίγονταν η κλωστή του δρόμου που έφευγε προς το νότο και πάνω του, ταλαντεύοντας απαλά, σαν σε κυματιστή αργόσυρτη γραμμή προχωρούσαν καμήλες. Τρία άγνωστα πουλιά σαν να κολυμπούσαν πάνω από το καραβάνι, θυμίζοντας τους μάγους που κάποτε πήγαιναν προς τη Βηθλεέμ από αυτό το δρόμο που περνούσε δίπλα από τον τάφο της Ραχήλ…

Ευγένιος Αμπντουλλάεβ
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα

Pravoslavie.ru

11/12/2020

[1] William Mitchell Ramsey. St. Paul the Traveler and the Roman Citizen.

[2] Τις πληροφορίες για τα στοιχεία της γλωσσολογίας πήραμε από τις διαλέξεις του αμερικανού ορθόδοξου βιβλιστή π.Στίβεν Ντε Γιανγκ. Το ιστολόγιο του π.Στίβεν Ντε Γιανγκ The Whole Counsel Blog. The Scriptures in the Orthodox Church. https://blogs.ancientfaith.com/wholecounsel/

[3] Robert Arakaki. The Biblical Basis for Icons. https://blogs.ancientfaith.com/orthodoxbridge/is-there-a-biblical-basis-for-icons/

[4] Ίμμι – μητέρα μου (εβρ.)

[5] Ιμμενού – μητέρα μας (εβρ.)

Σχόλια
Μπορείτε να αφήσετε το σχόλιό σας παρακάτω (μέχρι 700 σύμβολα). Όλα τα σχόλια θα διαβαστούν από τους συντάκτες του Ορθοδοξία. Συνδεθείτε μέσω (κοινωνικών δικτύων) ή πληκτρολογήστε τα στοιχεία σας.
Enter through FaceBook
Το όνομα σας:
Το e-mail σας:
Πληκτρολογήστε τον αριθμό στην εικόνα:

Characters remaining: 4000

×