Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Ο ιερέας Γεώργιος Μαξίμοφ για τον μοντερνισμό, την «αλλοτρίωση του ποιμένα» και την εποχή μας

Μιλήσαμε με τον ιερέα Γεώργιο Μαξίμοφ για ποικίλα θέματα: από την κρίση της πίστεως μεταξύ των νέων, μέχρι την κριτική στην Εκκλησία από τους «έμπειρους θεολόγους» και την «αλλοτρίωση» των ιερέων. Με τον χαρακτηριστικό του τρόπο, επικαλούμενος την αγιοπατερική διδασκαλία ο πατήρ Γεώργιος ήρεμα και κατανοητά απάντησε στο καίριο ερώτημα της εποχής: τι είναι τελικά ο εκκλησιαστικός μοντερνισμός; Έχουν άραγε δίκιο εκείνοι που δεν συμβιβάζονται μ᾽ αυτό το φαινόμενο και κατά πόσον υπάρχει δυνατότητα ένας μοντερνιστής να συμφιλιωθεί με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, επιτρέποντας την άσκηση κριτικής σε κάποια σημεία της εκκλησιαστικής διδασκαλίας; Όμως κεντρικό μοτίβο της συζητήσεώς μας αποτέλεσε, κατά τη γνώμη μου, η πεποίθηση ότι ουδέποτε στο παρελθόν δεν υπήρχαν τόσες ευνοϊκές δυνατότητες να πρεσβεύουμε την ορθόδοξη πίστη μας, καθ᾽ όλη τη ζωή ενός ορθοδόξου χριστιανού. Αξιωθήκαμε αυτήν την εποχή διά των πρεσβειών των νεομαρτύρων, όπως θεωρεί όχι μόνο ο πατήρ Γεώργιος, γι᾽ αυτό και είναι λίαν σημαντικό να τη ζήσουμε με τη χάρη και με ευγνωμοσύνη στον Θεό.

Η καλύτερη εποχή

Ο ιερέας Γεώργιος Μαξίμοφ Ο ιερέας Γεώργιος Μαξίμοφ – Τώρα και η ίδια η Εκκλησία και οι άνθρωποί της έχουν κάθε δυνατότητα για δυναμικό κήρυγμα και ιεραποστολική δραστηριότητα. Αλλά αυτή η δραστηριότητα προκαλεί ενίοτε ενόχληση στους κοσμικούς ανθρώπους. Ο κόσμος, που μας περιβάλλει, όπως και πριν δεν κατανοεί και δεν αποδέχεται την έννοια της σωτηρίας. Τα τριάντα χρόνια ελευθερίας της Εκκλησίας δεν εξημέρωσαν μολοντούτο τα ήθη των συμπατριωτών μας, επομένως ακούμε συχνά ότι «έχει δοθεί υπερβολικά μεγάλη ελευθερία στην Εκκλησία», «οι ιερείς έχουν αποθρασυνθεί και τολμούν να μας διδάσκουν…». Φαινομενικά, ζούμε στην ίδια κοινωνία: τι έχουμε να μοιράσουμε; Γιατί να μην επιστρέψουμε στις ρίζες μας, να σκεφθούμε την ψυχή μας, τη γνήσια πνευματικότητα, κάτι μεγαλύτερο τελικά από τις συνήθεις καθημερινές υποθέσεις και φροντίδες μας;

– Ναι, συμφωνώ, ότι διαφέρουν οι αντιδράσεις των συγχρόνων μας στην είδηση του Χριστού. Όμως έτσι ήταν πάντοτε. Ο ιερός Αυγουστίνος ήδη στο έργο του «Η Πολιτεία του Θεού» αναφερόταν σε αυτά τα θέματα. Διατυπώνοντας το δόγμα των «δύο πόλεων» έγραφε ότι πάντα θα υπάρχει «η πόλη του Θεού», η οποία αποτελείται από ανθρώπους, που αναζητούν τον Κύριο, και «η επίγεια πόλη», από εκείνους, οι οποίοι δεν αναζητούν τον Κύριο, αλλά κάτι εντελώς διαφορετικό. Βεβαίως, και σήμερα διαφαίνονται όλα αυτά. Ωστόσο, συμφωνώ μαζί σας: τώρα βιώνουμε την πλέον ευνοϊκή εποχή για τη χριστιανική ζωή.

Κρίνοντας από ορισμένες παραμέτρους, ίσως είναι η καλύτερη σε όλη την ιστορία του λαού μας. Ουδέποτε ήταν τόσο προσιτή η χριστιανική διδασκαλία, ουδέποτε ήταν τόσο εύκολο, ουδέποτε ήσαν τόσο άφθονα τα χριστιανικά βιβλία… Παλαιότερα και η έκδοση των βιβλίων ήταν δυσχερέστερη υπόθεση, και τα ίδια ήσαν αρκούντως ακριβά, και επίσης δεν γνώριζαν όλοι να διαβάζουν. Ενώ εάν στραφούμε στο ακόμη απώτερο παρελθόν, τα βιβλία ήσαν ακόμη ακριβότερα (για να μην αναφέρω τα χειρόγραφα βιβλία, τα οποία κόστιζαν συχνά όσο ένα ολόκληρο χωριό). Εκείνες τις παλαιές εποχές χρειαζόταν να καταβληθούν τεράστιες προσπάθειες, ώστε να μαθητεύσει κανείς στην πίστη. Ενώ τώρα, παρακαλώ: θέλεις να την σπουδάσεις, σπούδασε. Θέλεις να πιστεύεις, πίστευε. Κατέβασε δωρεάν υλικό από το διαδίκτυο και διάβασε. Εάν δεν θέλεις να διαβάζεις, άκου, βλέπε. Ό,τι επιθυμείς, υπάρχει! Θέλεις να προσευχηθείς, προσευχήσου! Να εκκλησιαστείς στο ναό; Παρακαλώ, πήγαινε στη θεία λειτουργία!

Πώς εξασφαλίσαμε μια τέτοια εποχή; Για να είμαι ειλικρινής, δεν νομίζω ότι αυτό συμβαίνει επειδή είμαστε τόσο καλοί, ότι η γενιά μας είναι καλύτερη από τις προγενέστερες.

Όταν ασχολούμην με τους βίους των νεομαρτύρων μας, οι οποίοι υπέφεραν τον 20ό αι. από την άθεη εξουσία, όταν τους μελετούσα, διαπίστωσα σε πολλούς από εκείνους σταθερή πίστη κι ελπίδα ότι θα τερματισθούν οι διωγμοί και θα αναγεννηθεί η Εκκλησία. Και κατέστη προφανές, ότι ο Κύριος μάς έδωσε αυτή την εποχή όχι χάρη σ᾽ εμάς, όχι επειδή είμαστε «άξιοι», αλλά χάρη σ᾽ εκείνους τους νεομάρτυρες! Για χάρη της ελπίδας και της πίστεώς τους, προκειμένου να μην τους καταισχύνουμε, εκπλήρωσε ο Θεός τις προσδοκίες τους!

– Άρα πρέπει να φοβόμαστε ακόμη περισσότερο ότι θα είμαστε στην Φοβερά Κρίση ακόμη πιο αναπολόγητοι, επειδή δεν επωφεληθήκαμε από αυτήν την ευνοϊκή στιγμή!

– Μάλιστα. Στο βιβλίο των Παροιμιών, στο κεφ. 14, αναφέρεται: «δικαιοσύνη ὑψοῖ ἔθνος, ἐλασσονοῦσι δὲ φυλὰς ἁμαρτίαι» (πρβλ.: Παροιμ. 14: 34). Ελάχιστοι από εμάς βλέπουν το μεγαλείο του λαού μας υπό αυτήν την οπτική γωνιά. Συνήθως κάνουν λόγο για την οικονομική τους επάρκεια, για τη δύναμη του στρατού, για κάποια εξωτερικά πολιτικά ζητήματα, για την οικονομία, για την αυξάνουσα ευημερία των ανθρώπων… Κανείς, όμως, δεν σκέπτεται ότι το μεγαλείο ενός λαού συνίσταται στη δικαιοσύνη του, άλλωστε έτσι ακριβώς αντιμετωπίζει τα πράγματα ο Κύριος!

Και ανάμεσα στους συγχρόνους μας, αλίμονο, ελάχιστοι επιλέγουν την οδό της δικαιοσύνης. Είναι προφανές ότι οι άνθρωποι αυτοί ολοφάνερα δεν συνιστούν την πλειονότητα. Πολλοί, δυστυχώς, επιλέγουν την οδό της παρανομίας, και μιλώ για την παρανομία ειδικά από την άποψη του Θείου Νόμου. Και βεβαίως, σύμφωνα με τον λόγο του Θεού, αυτό επιφέρει συμφορές στον λαό!

Και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Άραγε δεν βλέπει ο Θεός ότι επιλέγουμε αυτή την οδό; Δεν αναφέρομαι τώρα μόνον στους έξωθεν, αλλά και σε όσους θεωρούν τον εαυτό τους «ανθρώπους της Εκκλησίας». Άραγε θα πει, βλέποντας όλα αυτά, ο Κύριος: «Αξίζουν το καλύτερο και πρέπει να τους δώσω ακόμη καλύτερες συνθήκες»; Για να είμαι ειλικρινής, φοβούμαι, ότι ο Κύριος θα καταλήξει σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα!

Γι᾽ αυτό χρειάζεται να είμαστε ευγνώμονες για την εποχή, που υπάρχει σήμερα. Χρειάζεται να ευχαριστούμε τον Θεό για εκείνες τις δυνατότητες της χριστιανικής ζωής, που έχουμε τώρα. Και να τις χρησιμοποιούμε, όσο είναι ακόμη δυνατόν.

Για το μίσος κατά του Χριστού και τον χριστιανισμό της «διαμαρτυρίας»

– Ορίστε, ένα απλό παράδειγμα: σε ένα μικρό ναό τελείται αγρυπνία της Κυριακής, ενώ δίπλα του ηχεί παντού μουσική, ακούγονται φωνές, καπνίζουν ναργιλέδες… Και σκέπτομαι συχνά: αυτοί οι νέοι ακούν την ψαλμωδία που ηχεί από τον ναό, τους ήχους των ιερών ακολουθιών, τις κωδωνοκρουσίες. Άλλωστε δεν είναι βλάκες (ούτε και τόσο αδιάφοροι, όπως φαίνεται), αντιλαμβάνονται ότι δίπλα τους τελείται ακολουθία, μολαταύτα εκείνο, στο οποίο είναι βυθισμένοι τώρα, ουδόλως συνδέεται με αυτήν! Ενώ εάν θυμηθούμε την εποχή των νεομαρτύρων; Άραγε κανείς από αυτούς τους νεαρούς δεν θα αναλογιστεί, γιατί τότε δίωκαν και μόνον εξαιτίας της πίστεως, συνελάμβαναν και μόνον για τον εκκλησιασμό και μόνο γιατί φορούσες τον σταυρό; Για ποιο λόγο κάποιος σήμερα να αντιπαραθέτει τον εαυτό του τόσο επιδεικτικά με την Εκκλησία; Εξάλλου εάν δεν πιστεύεις, δεν είναι υποχρεωτικό να προβάλλεις τη μη πίστη σου τόσο επιδεικτικά και σε αντίθεση με την Εκκλησία και την πίστη… Έχουμε ενώπιόν μας μια επιδεικτική αποστροφή προς την ιερότητα! Και με τη μία ή την άλλη μορφή απαντάται κάτι παρόμοιο σήμερα αρκετά συχνά. Συμφωνείτε μαζί μου;

– Βεβαίως! Αλλά οι αιτίες, που συμβαίνουν αυτά, διαφέρουν. Πρώτον, κατά της Εκκλησίας (και του χριστιανισμού εν συνόλω) διεξάγεται δυσφημιστική εκστρατεία στα ΜΜΕ και το Διαδίκτυο. Και μάλιστα διαρκεί ήδη μερικά χρόνια. Τούτο, αδιαμφισβήτητα, έχει την επίδρασή του. Μιλήσατε για τη Ρωσία, αλλά πού να δείτε τι γίνεται, λ.χ. στην Ελλάδα! Στην Ελλάδα, πιστέψτε με, η κοσμική κοινωνία ήταν πάντοτε σε μεγαλύτερο βαθμό προσηλωμένη στην Εκκλησία απ᾽ ό,τι συμβαίνει σ᾽ εμάς. Η Εκκλησία εκ των πραγμάτων διέσωσε το ελληνικό έθνος κατά την τουρκοκρατία και το κύρος της Εκκλησίας ήταν εκεί πολύ υψηλό, περίπου μέχρι τη δεκαετία του ᾽90 του περασμένου αιώνα. Και κατόπιν συγκρατημένα (φυσικά δεν ειπώθηκαν όλα αυτά ευθέως) άρχισε η κριτική και ο εξευτελισμός και η δυσφήμηση, και στη συνέχεια ολοένα και εντονότερα. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα οι σημερινοί Έλληνες να αντιμετωπίζουν την Εκκλησία με μεγαλύτερη ψυχρότητα, συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής νεολαίας. Και αυτό είναι κατανοητό! Για φαντασθείτε ότι επί είκοσι πέντε συναπτά έτη σάς διηγούνται μόνον κακά για κάποιον! Ακόμη κι αν είστε αντίθετοι, ακόμη κι αν δεν συμφωνείτε μ᾽ αυτό, κάποια πικρία παρ᾽ όλ᾽ αυτά θα μείνει μέσα σας. Και πολλοί δεν προβάλλουν αντίρρηση, θέλουν να πιστεύουν παρόμοια πράγματα!

Αυτή είναι μία διάσταση, ενώ μια άλλη, ασφαλώς, είναι η πνευματική. Όταν ο άνθρωπος επιλέγει την αμαρτία, αισθάνεται μέσα του μια αποστροφή προς το ιερό και το όσιο. Ακριβώς αυτό και προκαλεί εκείνη την αντίδραση, για την οποία κάνετε λόγο. Και συχνά οι άνθρωποι οι ίδιοι δεν αντιλαμβάνονται κάτι τέτοιο.

Δείτε τους άθεους: με τι μίσος ορισμένοι εξ αυτών ομιλούν για τον Χριστό και την Εκκλησία! Δεν εξηγούνται αυτά απλώς με την απιστία.

Εγώ, λόγου χάριν, να, δεν πιστεύω στον Βούδα, αλλά ουδέποτε είχα την επιθυμία να εξευτελίζω διαρκώς τον Βούδα και τους οπαδούς του, να αφιερώσω σε αυτό τόσο χρόνο, όσο ορισμένοι άθεοι αφιερώνουν στον αγώνα κατά του χριστιανισμού. Βέβαια, κι αυτό είναι ενδιαφέρον, δεν τηρούν παρόμοια στάση έναντι του Βούδα! Ούτε έναντι του Μωάμεθ. Εδώ, ας υποθέσουμε, οι άθεοι απλώς φοβούνται να εκφράσουν τη θέση τους έναντι του Μωάμεθ. Αλλά ο Κομφούκιος, ο Λάο Τσε, άλλα δόγματα… το ίδιο, δεν θα βρείτε σε αυτούς τόση αδιάλλακτη δαιμονοπάθεια, όπως έναντι του Χριστού!

– Γιατί;

– Διότι ο Χριστός είναι, που τους «θίγει». Βλέπεις κάποτε το μίσος τους και σκέφτεσαι: μα, ποιο συγκεκριμένο τόσο μεγάλο κακό σου έκανε ο Χριστός; Μπορώ ας πούμε να καταλάβω ότι μισείς τους παπάδες, και, ας υποθέσουμε, μισείς εμένα προσωπικά, αυτό το καταλαβαίνω. Αλλά ο Χριστός τι σου έκανε; Μισούν ακριβώς τον Χριστό, διότι αισθάνονται την ιερότητά Του. Η συνείδηση συχνά τους ελέγχει και προκειμένου να καταπνίξουν τη φωνή της συνειδήσεως, θέτουν σε λειτουργία αυτόν τον πνευματικό μηχανισμό, στον οποίο αναφερθήκατε.

Δεν είναι αποκοιμισμένα εδώ ούτε τα πνεύματα του σκότους: εάν ο άνθρωπος ακόμη αμφιταλαντεύεται, δεν γνωρίζει πώς να τα αντιμετωπίζει ορθώς, τον ωθούν προς δεδομένη κατεύθυνση. Του «σερβίρουν» συγκεκριμένες πληροφορίες.

Βεβαίως, λυπούμαι ως άνθρωπος, που πολλοί εμπλέκονται σε αυτό το περιβάλλον. Αλλά σε όλα, όσα μας επιφυλάσσει ο Θεός, υπάρχει όφελος. Και που ο χριστιανισμός παύει να είναι της μόδας (ιδίως στο νεανικό περιβάλλον), μου φαίνεται ότι και εδώ υπάρχει ορισμένο όφελος. Το αποτέλεσμα είναι ότι στην Εκκλησία θα έρχονται, και έρχονται ήδη, άνθρωποι, οι οποίοι κινούνται όχι λόγω της μόδας, ούτε λόγω παράδοσης, αλλά πράγματι πιστεύουν στον Θεό και πράγματι είναι πεπεισμένοι ότι όλα αυτά χρειάζονται για τη ζωή και τη σωτηρία τους.

Ενδεχομένως να προκύψουν και κάποιοι άλλοι καρποί από όλα αυτά. Για τούτο μπορούμε ακόμη να σκεφθούμε, εν τούτοις όσα μας επιτρέπει ο Κύριος, μας τα επιτρέπει με συγκεκριμένο σκοπό, μεταξύ άλλων και της υπάρχουσας καταστάσεως.

– Το επόμενο ερώτημα αφορά την ανθρώπινη υπεροψία. Μπορεί να απατώμαι, αλλά μου φαίνεται ότι το σημερινό κράτος αντιμετωπίζει την Εκκλησία ως κάτι ένδοξο, μέγιστο, θριαμβευτικό, ως ιδεολογικό στήριγμά του, ενδεχομένως. Τον τελευταίο καιρό έχουμε την αίσθηση ότι η Εκκλησία λες και καλείται να υποστηρίξει τον θεσμό του κράτους: μεγαλοπρεπείς ναοί, πανηγυρικές ιερές ακολουθίες, στις οποίες κάποτε είναι παρόντες κορυφαίοι πολιτικοί και ο αρχηγός του κράτους… Τέτοια Εκκλησία χρειαζόμαστε και το σημαντικότερο, είναι κατανοητή. Εάν όμως εξετάσουμε τη διδασκαλία της Εκκλησίας, την εσωτερική ζωή της, την πειθαρχία, αυτά κατά τον Σωτήρα είναι «μωρία για τον κόσμο». Και οι νέοι σίγουρα δεν θέλουν να είναι μωροί και σαλοί σε αυτόν τον κόσμο. Ούτε πολύ περισσότερο να είναι ταπεινοί, σεμνοί και ευλαβείς. Έτσι, δεν είναι;

– Η θεματολογία της διαμαρτυρίας εν γένει είναι εξ ορισμού προσφιλής στη νεολαία και θα της άρεσε η ιδέα της διαμαρτυρίας κατά της αμαρτίας, εναντίον της οδού εκείνης, την οποία ακολουθεί ολόκληρος ο κόσμος. Αυτή είναι η διαμαρτυρία της Εκκλησίας, εάν βέβαια η Εκκλησία δεν πρότεινε την ταπείνωση. Η ταπείνωση είναι πολύ δύσκολη. Ορισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί επιδίδονται τόσο πολύ στη στηλίτευση: αναζητούν εχθρούς, τους νουθετούν, τους καταδικάζουν, ώστε τούτο καταλήγει βεβαίως σε πλάνη.

Εν τούτοις, ακόμη και μια τέτοια θέση «διαμαρτυρίας» δεν προσελκύει πολλούς, διότι δεν μπορείς έτσι απλά να αρχίσεις να στηλιτεύεις τις αμαρτίες, όταν εσύ ο ίδιος είσαι βυθισμένος σε αυτές. Οφείλεις πρώτα εσύ να τις αποποιηθείς, όμως ελάχιστοι μπορούν αυτό να το κάνουν.

Για τον λόγο αυτό, παρά τη ροπή προς τη διαμαρτυρία μερίδας των νέων, τούτο δεν μπορεί να αποτελέσει γι᾽ αυτούς λόγο ελκυστικότητας του χριστιανισμού. Άλλωστε ο χριστιανισμός πρέπει να είναι ελκυστικός μόνον και μόνον εξαιτίας του Κυρίου Ιησού Χριστού! Όπως και η διδασκαλία Του, η Εκκλησία Του, ως η οδός της σωτηρίας και της ενώσεως με Αυτόν!  

Σημαντικό είναι να μην χάνουμε την προσευχή!

– Μου φαίνεται ότι τον τελευταίο καιρό λησμονούμε ότι η κύρια απασχόλησή μας ως χριστιανών πρέπει να είναι η προσευχή. Όταν όμως μιλάμε για προσευχή, στην πραγματικότητα πολύ ασαφώς φανταζόμαστε τι είναι η προσευχητική πράξη, πώς δύναται κανείς να ζει με την προσευχή, πώς να κάνει και να αφοσιώνεται στην προσευχή, στον κανόνα της προσευχής… Να διαβάσει κανείς την προσευχή, είναι κατανοητό. Διαβάζοντας, όμως, για τον αρχαίο μοναχισμό, λ.χ. για τον Όσιο Σέργιο, μπορούμε μάλλον μετά βίας να φαντασθούμε τον τρόπο ζωής των μοναχών εκείνης της εποχής, πώς τελούνταν οι ιερές ακολουθίες. Έχουμε συνηθίσει να «παρευρισκόμαστε» στην ακολουθία, αλλά πώς στην πραγματικότητα να βιώνουμε την ακολουθία, να έχουμε ενατένιση κατά την προσευχή, να προσευχόμαστε στον Θεό, τούτο ίσως σήμερα δεν είναι εύκολο να το καταλάβουν όλοι;

– Δεν μπορώ να μιλήσω για τον εαυτό μου, διότι ο ίδιος είμαι ειλικρινά άνθρωπος ιδιαίτερης αφοσίωσης στην προσευχή. Αλλά ακόμη και βάσει της δικής μου μόνο – κάτι περισσότερο από ισχνής – εμπειρίας, μπορώ να πω ότι είναι πολύ σημαντικό να μην παραλείπουμε την προσευχή. Άλλωστε ο διάβολος προσπαθεί πρωτίστως να «κλέψει» από τους σύγχρονους χριστιανούς ειδικά την τακτική προσευχή.

Επειδή όταν οι σύγχρονοι χριστιανοί χάνουν την τακτική προσευχή, όλα τα υπόλοιπα μπορούν να τα πάθουν πολύ ευκολότερα (λ.χ. να τους εμπλέξει κανείς σε κάποιες αμαρτίες). Και γι᾽ αυτό, είναι φυσικά πολύ σημαντικό να μην χάνουμε την προσευχή: η ημέρα πρέπει οπωσδήποτε να αρχίζει με την προσευχή και να ολοκληρώνεται με την προσευχή. Η Εκκλησία καθιέρωσε τον κανόνα προσευχής ακριβώς για το όφελός μας, για να μαθαίνουμε να προσευχόμαστε, εκείνο, δηλαδή, το οποίο λέμε στον Θεό, πώς να το λέμε και για ποιο πράγμα να προσευχόμαστε. Για να μαθαίνουμε την τακτική προσευχή.

Επιπλέον, ο κανόνας, κατά τη γνώμη μου, είναι σημαντικός και για να μην ξεχνά ο άνθρωπος να προσθέτει και κάτι προσωπικό όταν απευθύνεται στον Κύριο. Γι᾽ αυτό θα απαιτηθούν μερικά δευτερόλεπτα, λ.χ. στο τέλος της ημέρας. Εάν κατά τη διάρκεια της ημέρας συνέβη κάτι καλό, να ευχαριστήσουμε τον Θεό με δικά μας λόγια. Εάν προέκυψε κάποια συμφορά ή δυσκολίες, να ζητήσουμε από τον Θεό να μας βοηθήσει. Εάν αμάρτησες, να μετανοήσεις. Κατανοητό ότι αργότερα θα χρειασθεί ακόμη να πας στην εξομολόγηση, αλλά εκείνη την ημέρα είναι σημαντικό να δείξεις στον Κύριο, ότι δεν θεωρείς κανονικό το ότι έπραξες κάτι λανθασμένο. Εάν αγωνιάς για κάποιον, να προσευχηθείς για εκείνον… Θα χρειαστούν μερικά δευτερόλεπτα, αλλά μια τέτοια προσωπική επίκληση του Θεού, κατά τη γνώμη μου, θα βοηθήσει να μην χάσουμε την αίσθηση της ζωντανής επικοινωνίας με τον Κύριο.

Γιατί οι ιερείς εγκαταλείπουν την Εκκλησία

– Θα ήθελα να μιλήσουμε και για κάτι άλλο. Ενίοτε, συμβαίνει δυστυχώς με κάποιον άνθρωπο να εγκαταλείψει την Εκκλησία, να αποσχηματιστεί ή να αφήσει την ποιμαντική… Τον τελευταίο καιρό τούτο συμβαίνει δημοσίως: πολύ γνωστές προσωπικότητες μάς δηλώνουν ότι δήθεν κάτι κατανόησαν και τώρα αλλάζουν τη ζωή τους, κάτι επανεξέτασαν, ενώ ορισμένοι απογοητευθήκαν από τη διδασκαλία της Εκκλησίας. Είναι αρκετά βαρύ ακόμη και να συζητά κανείς τέτοια θέματα. Όπως φαίνεται, τέτοια γεγονότα αποδεικνύουν κάποιο καθολικό φαινόμενο στη σύγχρονη ζωή μας.

– Παραδείγματα του πώς οι ιερείς αποσχηματίζονταν εκουσίως ήταν γνωστά και στο παρελθόν. Από τον 5ο αι. είναι σίγουρα γνωστά: υπάρχουν αποφάσεις των Συνόδων της Εκκλησίας σχετικά με αυτές τις περιπτώσεις. Προεπαναστατικά στη Ρωσία υπήρχαν ορισμένα προβλεπόμενα μέτρα για το πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται εκείνος, ο οποίος δεν επιθυμεί πλέον να είναι ιερέας. Επομένως δεν είναι εντελώς καινοφανές πρόβλημα, αλλά σήμερα μάλλον έχει προσλάβει ευρύτερες διαστάσεις από ό,τι παλαιότερα. Κατά την άποψή μου, είναι συνέπεια εκείνης της ατελούς πρακτικής χειροτονιών, η οποία εφαρμοζόταν σε μας ιδίως τη δεκαετία του 1990 για ευνόητους λόγους. Όμως, για να είμαστε δίκαιοι, τούτο δεν αφορά μόνον στη δεκαετία του 1990, αλλά κάπου συνεχίζεται και σήμερα. Όταν άκουσα τις συνεντεύξεις τέως ιερέων, οι οποίοι αυτοαποσχηματίσθηκαν, είδα ότι εκείνοι, για να μιλήσουμε αυστηρά, δεν θα έπρεπε να έχουν χειροτονηθεί.

Λ.χ. ένας από αυτούς δήλωσε ότι ως έφηβος ακόμη έπαυσε να πιστεύει στον Θεό, όπως υπαγορεύει η Εκκλησία στη λεγόμενη «σχολική θεολογία». Παρεμπιπτόντως οι σύγχρονοι μοντερνιστές επικρίνουν και περιφρονούν αυτόν τον όρο, αλλά αυτή είναι η πραγματική θεολογία, έτσι, όπως υφίσταται. Και βλέπεις, ότι ο άνθρωπος από την αρχή της εκκλησιαστικής του ζωής επέλεγε: πιστεύω σε αυτό, ενώ στο άλλο δεν πιστεύω. Προφανώς ένας άνθρωπος με παρόμοια διάθεση δεν είναι έτοιμος για την ιεροσύνη!

Και δεν προκαλεί έκπληξη ότι όντως ένας τέτοιος άνθρωπος κατέληξε στο συμπέρασμα: εάν, λοιπόν, δεν πίστευα σε αυτό προηγουμένως, δεν πίστευα σε κάποια από τα λόγια του Χριστού, γιατί να μην πάψω να πιστεύω και στα υπόλοιπα λόγια του Χριστού; Είναι απλώς η λογική συνέχεια εκείνης της εσφαλμένης κατευθύνσεως, την οποία ακολουθούσε η ψυχή αυτού του ανθρώπου ακόμη πριν χειροτονηθεί! Και όσο κοιτούσα, παντού τα έβλεπα αυτά.

Ο μοντερνισμός, φυσικά, φθείρει σαν τη σκουριά την πίστη. Και σε όλες τις περιπτώσεις, όπου το παρατήρησα, ο λόγος ήταν αυτός ακριβώς. Συζητούμε τώρα για περιπτώσεις όπου ο ιερέας αποσχηματιζεται ο ίδιος. Όμως, υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις, όπου σημειώνεται λ.χ. μια πτώση. Αυτό μπορεί να συμβεί όχι απαραίτητα με έναν μοντερνιστή: με πτώση κινδυνεύει ο καθένας μας και γνωρίζω τέτοια παραδείγματα.

Ο άνθρωπος, όμως, ο οποίος, ας υποθέσουμε, διέπραξε όντας ιερέας το αμάρτημα της πορνείας και έπαυσε να υπηρετεί εξαιτίας αυτού, δεν καυχάται γι᾽ αυτό. Δεν προκαλεί θέαμα από τον αποσχηματισμό του. Κι εάν συζητήσουμε τον επιδεικτικό αυτοαποσχηματισμό, όσο κι αν μελέτησα το ζήτημα αυτό, διαπίστωσα ένα πράγμα: έτσι πράττουν πάντοτε οι μοντερνιστές. Δηλαδή οι άνθρωποι αυτοί είτε είχαν υποστεί κάποια φθορά στην πίστη τους και απλώς δεν θα έπρεπε να χειροτονηθούν. Εάν, δε, αυτό το πλήγμα στην πίστη τους αποκτήθηκε κατά την ιερατική διακονία τους, έπρεπε να δοθεί σε αυτό προσοχή και είτε να διεξαχθεί μαζί τους κάποια διευκρινιστική συζήτηση, είτε με κάποιον τρόπο να απομακρυνθούν από την ιερατική υπηρεσία. Όχι να αποσχηματισθούν, αλλά να τους δοθεί η δυνατότητα να σκεφθούν. Εάν βιώνεις κάποια πνευματική κρίση, τότε σταμάτησε, μελέτα, σκέψου, συμβουλεύσου έμπειρους ανθρώπους, αλλά υπ᾽ αυτήν την κατάσταση δεν είναι σωστό να καθοδηγείς εσφαλμένα τις ψυχές των πιστών!

Ποιος, όμως, να ασχοληθεί με αυτά σε μας; Κανείς δεν ασχολείται. Κανείς δεν αποδίδει ούτε ιδιαίτερη σημασία σε αυτά. Θα μπορούσαμε να τα αποδώσουμε όλα στις περιστάσεις της δεκαετίας του 1990, όμως έκτοτε έχουν μεσολαβήσει σχεδόν τριάντα χρόνια! Φρονώ ότι εάν δεν δοθεί σημασία σε παρόμοιες καταστάσεις και εφεξής, το πρόβλημα θα χρονίσει. Οι άνθρωποι, που έχουν χειροτονηθεί με αυτές τις απόψεις, με την πάροδο του χρόνου θα εγκαταλείψουν την ιεροσύνη.

Η σκουριά του μοντερνισμού

– Ο μοντερνισμός είναι πνευματικά επικίνδυνος. Εν τούτοις, πολλοί θεωρούν ότι «υπερβάλλουμε» με τους μοντερνιστές, ενώ είναι απλώς μια άλλη, εναλλακτική άποψη για την Ορθοδοξία. Ενώ σ᾽ εμάς δήθεν τους «οπισθοδρομικούς ορθόδοξους και συντηρητικούς», δεν αρέσει και αυτό είναι όλο!..

– Κι εγώ ακούω συχνά και μάλιστα από οικείους ανθρώπους: «Είναι απλό! Οι Απόστολοι ήσαν άνθρωποι και έσφαλλαν επίσης! Και οι επιστολές των Αποστόλων δεν είναι η έσχατη αλήθεια. Έσφαλλαν και οι ευαγγελιστές! Γι᾽ αυτό και δεν διαθέτουμε το λεγόμενο “κανονικό Ευαγγέλιο”»… Και εάν όντως συλλογιστούμε έτσι, τότε μπορούμε να αμφισβητήσουμε τα πάντα!

– Όταν ο χριστιανός αρχίζει έτσι να μιλά, όταν αρχίζει να αμφισβητεί τη δική μας Γραφή και Παράδοση (πολύ περισσότερο εάν είναι ιερέας), τούτο σημαίνει ότι ήδη ακολουθεί την οδό του μοντερνισμού.

Ως προς τα ερωτήματα, που έχετε διατυπώσει… Σε παρόμοια ερωτήματα απαντώ ως εξής: «Εσύ δεν μπορείς να σφάλλεις;» Κι αν έστω για τους Αποστόλους σπάνια μιλούν κατ᾽ αυτόν τον τρόπο, για τους Αγίους Πατέρες λέγουν συχνά: «Οι Άγιοι επίσης έσφαλλαν». Συνήθως έτσι μιλούν όσοι κάτι δεν συμπαθούν στα λεγόμενα των Αγίων Πατέρων. Κι εγώ τους ερωτώ: «Εάν έσφαλλαν οι Άγιοι, εσύ δεν μπορείς να σφάλλεις; Και πώς νομίζεις, ποιος έχει περισσότερες πιθανότητες να σφάλλει, εσύ ή ο Άγιος; Ποιος έχει περισσότερες πιθανότητες να κάνει λάθος: εσύ ή ολόκληρη χορεία Αγίων;» Ακόμη κι αν δεν εξετάσουμε συγκεκριμένα χωρία, καθίσταται απολύτως προφανές ότι μάλλον εσύ σφάλλεις και όχι οι Άγιοι!

Συνεχίζοντας το θέμα του μοντερνισμού, θα ήθελα να πω γιατί ελλοχεύει εδώ ο κίνδυνος. Διότι μια ακρωτηριασμένη, παραμορφωμένη ορθόδοξη πίστη, κάποιο υποκατάστατο ή απόκομμα της ορθοδόξου πίστεως, το οποίο προτείνουν οι μοντερνιστές τροποποιώντας την για να προσαρμοστεί στις ανάγκες τους, στερείται της ευλογημένης ισχύος. Παύει να πληροί τον άνθρωπο με χάρη, πνευματική χαρά και δυνάμεις από τον Κύριο. Ο άνθρωπος παύει να τα δέχεται όλα αυτά.

Δεν σημαίνει αυτό ότι αμέσως θα αισθανθεί πως ακόμη χθες είχε τα πάντα σε πληρότητα, ενώ τώρα αιφνιδίως υπάρχει κενό, διότι υπάρχει η έννοια του ενθουσιασμού. Κάποιος μπορεί να είναι ενθουσιασμένος από τον χριστιανισμό ως άνθρωπος. Όπως μπορεί λ.χ. να ενθουσιασθεί παίζοντας το γιουκαλίλι. Σας άρεσαν αυτά, σας γοητεύουν και με ενθουσιασμό θα μάθετε να παίζετε ακατάπαυστα ημέρες ολόκληρες. Ή, ας υποθέσουμε, σας γοητεύει κάποιο ιστορικό θέμα. Ενδιαφερθήκατε για παράδειγμα για το ναυάγιο του «Τιτανικού» και ημέρες ολόκληρες είσαστε βυθισμένοι στο θέμα, διότι σας προκαλεί τόσο μεγάλο ενδιαφέρον! Δεν φείδεσθε χρόνου, ούτε δυνάμεων, διότι έχετε ενδιαφέρον και κάποιο διάστημα σας απασχολεί αυτό.

Ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο ο μοντερνιστής μπορεί να ενδιαφέρεται για την Ορθοδοξία για κάποιο διάστημα κινούμενος από αγνό ενθουσιασμό. Σε αντίθεση όμως με τη χάρη, ο ενθουσιασμός οπωσδήποτε εκλείπει. Ορισμένοι μοντερνιστές το αποκαλούν αυτό «επαγγελματική αλλοτρίωση του ιερέα». Δεν πρόκειται όμως για «αλλοτρίωση του ιερέα», «αλλοτριώθηκε» ο μοντερνισμός σας! Η Θεία Χάρη δεν εκλείπει. Μπορεί να εκλείψει μόνον ο ανθρώπινος ενθουσιασμός, ο αμιγώς ψυχολογικός.

Παρουσιάστηκε για παράδειγμα ένας τέτοιος νεαρός στην ιερατική σχολή. Έχει μοντερνιστικές απόψεις, έχει «κουρκουτιάνει» το μυαλό του ως προς τη θεολογία και αντλεί αντιλήψεις περί Θεού από διάφορες πηγές. Αποφοίτησε, λοιπόν, από την ιερατική σχολή, χειροτονήθηκε. Στην αρχή του αρέσουν τα πάντα: όλα είναι νέα, όλα τον εμπνέουν, αλλά στη συνέχεια τα συνηθίζει. Και το βασικότερο, εκλείπει ο ενθουσιασμός του! Αρχίζει να αναρωτιέται: τι τα θέλω όλα αυτά; Αρχίζει να προσπαθεί να βρει κάποιες άλλες λύσεις για τον ίδιο. Πολλοί ιερείς επιδίδονται στη ψυχολογία και είναι κατανοητό, διότι ο άνθρωπος προσπαθεί με κάτι να αναπληρώσει, να βρει κάτι καινούργιο. Φρονώ ότι και αυτό κατά κανόνα θα παρέλθει. Έχω συναναστραφεί επαγγελματίες πιστοποιημένους ψυχολόγους, οι οποίοι είχαν σπουδάσει εξειδικευμένη ψυχολογία και η γνώμη τους σχετικά με τις μάταιες προσπάθειες πρώην ιερέων στο πεδίο της ψυχολογίας ήταν εξαιρετικά αρνητική. Και αυτή η ιστορία θα επαναληφθεί, όχι οπωσδήποτε με την ψυχολογία, αλλά ενδεχομένως με κάτι άλλο. Η ουσία όμως είναι ότι αυτή η σκουριά του μοντερνισμού στέρησε την πίστη του ανθρώπου από αυτή την ευλογημένη τροφοδότηση από τον Κύριο.

– Και τι σημαίνει να είσαι μοντερνιστής;

– Μοντερνιστής είναι εκείνος, που λέγει: «Ο Κύριος είπε αυτά, εγώ όμως έχω άλλη εκτίμηση!». Λ.χ. ο Κύριος λέγει: «Ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ιω. 3. 5), ενώ ο μοντερνιστής απαντά: «Έχω άλλη θεώρηση: θα εισέλθουν, οφείλουν να εισέλθουν». Πόσο υπερόπτης πρέπει να είναι κανείς, ώστε ενσυνείδητα να αντιφάσκει με τον ίδιο τον Χριστό! Γνωρίζουμε από την Αγία Γραφή ότι ο Θεός τοῖς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δε δίδωσι χάριν!

Επομένως το ζήτημα του μοντερνισμού δεν είναι απλώς ένα ζήτημα διανοητικών απόψεων, είναι και ζήτημα πνευματικών προβλημάτων, πνευματικής ήττας του ανθρώπου.

– Είναι περίεργο, που πολλοί από εμάς, ακόμη και χαρισματικοί άνθρωποι, καταξιωμένοι και πεφωτισμένοι, δεν αντιλαμβάνονται τέτοια απλά πράγματα…

– Οι αιτίες γι᾽ αυτό είναι πολλές. Μία από αυτές συνίσταται στο ότι σήμερα κυκλοφορούν πολλά βιβλία με απόψεις μοντερνιστών. Και όχι μόνον αυτό. Γιατί είναι δημοφιλής ο μοντερνισμός; Διότι εδώ υπάρχει απόπειρα μεταποιήσεως του Ευαγγελίου για να συμμορφώνεται με τον κόσμο τούτο, για να του αρέσει. Και γι᾽ αυτό βεβαίως πάντοτε θα βρεθούν ανάμεσα στους χριστιανούς εκείνοι, οι οποίοι θα επιθυμούν να είναι φίλοι και με τον Θεό και με τον κόσμο. Ωστόσο γνωρίζουμε: ο Κύριος λέγει ότι αυτό είναι αδύνατο: «Ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστιν», όπως αναφέρει ο Απόστολος Ιάκωβος (πρβλ.: Ιάκ. 4.4). Όμως αυτή ακριβώς είναι η επιθυμία που υπάρχει.

Μια ακόμη αιτία: ο άνθρωπος που ήλθε από τον κόσμο, δυσκολεύεται πολύ να ταπεινωθεί. Όλοι δυσκολευόμαστε να ταπεινωθούμε, όχι μόνον οι μοντερνιστές, αλλά αυτό ακριβώς μας καλεί να κάνουμε ο Κύριος. Πρέπει να ερχόμαστε στην Εκκλησία ακριβώς ως μαθητές και όχι ως διδάσκαλοι.

Υπάρχουν και εκείνοι, οι οποίοι στην αρχή δήθεν μαθητεύουν, αλλά σε ό,τι τους αφορά εκτιμούν: «Εντάξει, αυτό θα το δεχθώ, αλλά εδώ μάλλον σφάλλουν και με αυτό δεν συμφωνώ». Και αργότερα βλέπεις, ότι ήδη άρχισε να διδάσκει τους άλλους, άρχισε να διδάσκει την Εκκλησία! Ο ίδιος υποτίθεται ότι μόλις ήλθε, μέσα στις αμαρτίες, στα αδιέξοδα του βίου, στα οποία ο ίδιος οδηγήθηκε με αυτές τις αμαρτίες του, ήλθε παρακαλώντας για βοήθεια από τον Θεό. Ο Θεός τον βοήθησε, τον έφερε στο φως, και ξαφνικά παίρνουν αέρα τα μυαλά του κι αρχίζει να διδάσκει την Εκκλησία! Πώς πρέπει να είναι, πώς πρέπει να είναι η διδασκαλία της, πώς πρέπει να είναι η λατρεία της και η προσευχή της. Μήπως είναι απλούστερο να αναρωτηθεί ο ίδιος: ποιος είσαι εσύ για να γίνεις δικαστής; Ακόμη κι εάν προς το παρόν δεν άρχισες να διδάσκεις δημόσια, δεν έγραψες και δεν μίλησες σε κανένα, παρά μόνον στο μυαλό σου όρισες τον εαυτό σου κριτή της Εκκλησίας, αυτό είναι ήδη αφορμή για σκέψεις: «Τι μου συμβαίνει τέλος πάντων;».

Και ένας επιπρόσθετος λόγος γιατί αυτά συμβαίνουν σήμερα. Ο σύγχρονος πολιτισμός ωθεί τους ανθρώπους στην έπαρση και την υπεροψία. Μολυνόμαστε παιδιόθεν από την έπαρση άπαντες. Και γι᾽ αυτό δυσκολευόμαστε όλοι μας πολύ να ταπεινωθούμε. Η υπεροψία ήταν πάντοτε χαρακτηριστική στο ανθρώπινο γένος μετά την Πτώση. Και στις παλαιότερες γενιές υπήρχε αυτή, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό όπως τώρα. Οι αρχαίοι συχνά είχαν εντονότερη τάση προς την ταπείνωση και την εμπιστοσύνη. Ενώ εμάς όλος ο περιβάλλων πολιτισμός μάς πείθει ότι εσύ είσαι ο ομφαλός της γης, το κέντρο της οικουμένης, το μέτρο όλων των πραγμάτων, όπως εσύ νομίζεις, έτσι ισχύει και στην πραγματικότητα.

Ερχόμενος στον Θεό ο άνθρωπος πρέπει να τα συλλέξει όλα αυτά και να τα πετάξει στα σκουπίδια, όλες δηλαδή τις πεποιθήσεις και αντιλήψεις του ότι ο ίδιος είναι η κύρια αξία και το μέτρο πάντων των πραγμάτων. Οφείλει να καθίσει στα πόδια του Χριστού και να σπουδάσει! Να μάθει να σιωπά, να ακούει και να αλλάζει τις αντιλήψεις του: «Λοιπόν, ο Κύριος έλεγε αυτά, ενώ εγώ νόμιζα αλλιώς. Αυτό σημαίνει ότι σκεφτόμουν λάθος!» Χρειάζεται να αντιμετωπίζουμε όσα λέγει ο Κύριος με την εμπιστοσύνη ενός παιδιού. Και αυτό είναι πολύ ευλογημένη υπόθεση! Αν ήξεραν οι πάντες πόσο ευλογημένη υπόθεση! Διότι κάθε φορά, που ταπεινωνόμαστε έτσι, καθαρίζουμε το μυαλό και την καρδιά μας. Προσφέρουμε θυσία στον Κύριο, όταν θυσιάζουμε τις απόψεις και τις αντιλήψεις μας. Και ο Κύριος δέχεται τη θυσία μας αυτή και μας αντιπροσφέρει τη χάρη Του! Παρόλο που είμαστε το ίδιο αδύναμοι και ανάξιοι, όπως και οι μοντερνιστές. Από πνευματική άποψη δεν είμαστε σε τίποτε καλύτεροί τους, σε καμία περίπτωση! Το θέμα είναι πώς αντιμετωπίζουμε τη διδασκαλία του Κυρίου και τον ίδιο τον Κύριο!

Γνωρίζω προσωπικά και γνώρισα πάρα πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι βίωσαν την κρίση και αγωνιώ γι᾽ αυτούς. Είδα πώς ήταν ο άνθρωπος, όταν μόλις μαθήτευε και πώς έγινε όταν αυτοανακηρύχθηκε διδάσκαλος και κριτής της Εκκλησίας! Είναι μια τρομακτική εικόνα! Είναι πολύ λυπηρό για τον άνθρωπο, πολύ λυπηρό, που δεν παρέμεινε τόσο φλογερός και φωτεινός, όπως ήταν στην αρχή! Όσο κι αν μοιάζει παράξενο, ο ίδιος ο άνθρωπος, από τη στιγμή, που μπήκε σε αυτή την καταστροφική οδό διαφθοράς της πίστεως, μπορεί αυτό να μην το αντιλαμβάνεται! Μπορεί να μην προσέχει τις εσωτερικές του αλλαγές. Αλλά ακόμη και προσέχοντάς τις συχνά δεν συνδέει αυτές τις αλλαγές με την πνευματική του βλάβη. Τουναντίον: αρχίζει τότε να αναζητά γιατί η Εκκλησία είναι άσχημη. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να προσπαθούμε να μεταβιβάσουμε τα προσωπικά μας προβλήματα στην Εκκλησία!

Βλέπε επίσης
Ιεράρχης του Φαναρίου: οι Ορθόδοξοι δεν έχουν πρόβλημα να αναγνωρίσουν το πρωτείο της Ρώμης Ιεράρχης του Φαναρίου: οι Ορθόδοξοι δεν έχουν πρόβλημα να αναγνωρίσουν το πρωτείο της Ρώμης Ιεράρχης του Φαναρίου: οι Ορθόδοξοι δεν έχουν πρόβλημα να αναγνωρίσουν το πρωτείο της Ρώμης Ιεράρχης του Φαναρίου: οι Ορθόδοξοι δεν έχουν πρόβλημα να αναγνωρίσουν το πρωτείο της Ρώμης
Νωρίτερα ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος δήλωσε ότι η 1700η επέτειος της Α’ Οικουμενικής Συνόδου το 2025 είναι αφορμή για την ένωση των χριστιανών.
Απομεινάρι ενός άκρως οικουμενιστικού πρότζεκτ ή Γιατί χρειάστηκε η Κωνσταντινούπολη να εισαγάγει το νέο ημερολόγιο; Απομεινάρι ενός άκρως οικουμενιστικού πρότζεκτ ή Γιατί χρειάστηκε η Κωνσταντινούπολη να εισαγάγει το νέο ημερολόγιο; Απομεινάρι ενός άκρως οικουμενιστικού πρότζεκτ ή Γιατί χρειάστηκε η Κωνσταντινούπολη να εισαγάγει το νέο ημερολόγιο; Απομεινάρι ενός άκρως οικουμενιστικού πρότζεκτ ή Γιατί χρειάστηκε η Κωνσταντινούπολη να εισαγάγει το νέο ημερολόγιο;
Παύλος Κουζενκόβ
Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα όλο αυτό να έχει επινοηθεί ως πρόλογος ενός μεγάλου πολέμου.
Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία αρνήθηκε να συμμετάσχει στην οικουμενική προσευχή των Καθολικών στη Μόσχα Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία αρνήθηκε να συμμετάσχει στην οικουμενική προσευχή των Καθολικών στη Μόσχα Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία αρνήθηκε να συμμετάσχει στην οικουμενική προσευχή των Καθολικών στη Μόσχα Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία αρνήθηκε να συμμετάσχει στην οικουμενική προσευχή των Καθολικών στη Μόσχα
Στις 20 Ιανουαρίου στη Μόσχα πραγματοποιήθηκε η παραδοσιακή οικουμενική δοξολογία.
Σχόλια
Μπορείτε να αφήσετε το σχόλιό σας παρακάτω (μέχρι 700 σύμβολα). Όλα τα σχόλια θα διαβαστούν από τους συντάκτες του Ορθοδοξία. Συνδεθείτε μέσω (κοινωνικών δικτύων) ή πληκτρολογήστε τα στοιχεία σας.
Enter through FaceBook
Το όνομα σας:
Το e-mail σας:
Πληκτρολογήστε τον αριθμό στην εικόνα:

Characters remaining: 4000

×