Ο προορισμός των χριστιανών είναι να συνδέουν τη ζωή τους με το καλό. Πρέπει να είμαστε πιστοί και στα λόγια και στις πράξεις και στους λογισμούς. Έτσι διαμορφώνεται ο εσωτερικός μας κόσμος, διαμορφώνονται οι αρετές. Το Ευαγγέλιο αυτό το ονομάζει εσωτερικό θησαυρό, ο οποίος για πάντα θα μένει μαζί μας. Ό, τι αποταμιεύσαμε στην καρδιά μας, αυτό θα μας συνοδεύει και στη χαρά και στη θλίψη.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο ισχυρό από το παράδειγμα. Το παράδειγμα των αγίων είναι συνταγή έμπνευσης για ενάρετη ζωή. Από τις σελίδες του βίου των νεομαρτύρων γίνεται αντιληπτή μια νομοτέλεια: για να ξεπεράσεις τη δοκιμασία έπρεπε και πριν από τους διωγμούς να ζεις ενάρετα. Τον Χριστό έπρεπε να Τον ακολουθείς πριν από τα βάσανα, έτσι ώστε στα βάσανα να βρεις στήριξη και παρηγοριά σε Αυτόν (Μτ. 7:24–27).
Ακόμα και πριν παρουσιαστούν στο γραφείο του ανακριτή, οι νεομάρτυρες έκαναν πλούσια ελεημοσύνη, ασχολούνταν με ιεραποστολικό και κηρυγματικό έργο, δεν κατέφευγαν σε συμβιβασμούς συνείδησης. Ασκούνταν στο να αγαπούν τον Θεό με όλη τους την καρδιά ακόμα και πριν φυλακιστούν ή πριν εκτελεστούν.
Η Μάρτυρας Τατιάνα Γκρίμπλιντ, από τα 15 της χρόνια, είχε δώσει υπόσχεση αφοσίωσης στον Θεό και μετά από λίγα χρόνια έγινε η πρώτη σύλληψη για τις καλές της πράξεις. Έστελνε δέματα και χρήματα στους φυλακισμένους και στους εξόριστους, που τους συμπαραστεκόταν με λόγια, με επιστολές και ποιήματα. Στις παροτρύνσεις που της έκαναν να μην τα στέλνει σε δυστυχείς αλλά να ντύνεται και να τρώει καλύτερα η ίδια, τους απαντούσε: «εσείς μπορείτε να ξοδεύετε τα χρήματα σας για όμορφα ρούχα και για καλό φαΐ, αλλά εγώ προτιμώ να ντύνομαι πιο σεμνά, να τρώω πιο απλά και τα λεφτά που μου μένουν να τα στέλνω σε αυτούς που έχουν ανάγκη». Είχε φυλακιστεί για πράξεις ελεημοσύνης το 1923, το 1925, το 1927 και το 1931.
Η ζωή, σύμφωνα με τον Άγιο Μάρτυρα Ανατόλιο Ζουρκόβσκι, βρίσκεται στα μικρά πράγματα: τα λόγια, τα χαμόγελα, τα βλέμματα. Αυτή είναι η ζωή μας. Η ζωή είναι η διακονία στον Θεό. Ο Μάρτυρας έγραφε από την εξορία: «Ήθελα όλη τη ζωή μου να την μετατρέψω σε ιερή ακολουθία». Τέτοιες πεποιθήσεις, τέτοιο «αλάτι ζωής» δεν μπορούσε να μη «βγάζει μάτι». Οι ίδιοι οι εκτελεστές αναγνώριζαν στους νεομάρτυρες τη διαφορετικότητά τους και την άγνωστη σε αυτούς παιδεία.
Όταν είχε γίνει η δεύτερη σύλληψη του Αγίου Μάρτυρα Μιχαήλ Οκολόβιτς, το 1925, μετά από έρευνα στο διαμέρισμά του, ο αρμόδιος της Ενιαίας Κρατικής Πολιτικής Διεύθυνσης (Ο.ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΥ) είχε γράψει στην έκθεσή του: «Ο Οκολόβιτς, αν κρίνουμε από την ομιλία του και τα βιβλία που έχει, δεν είναι απλός παπάς αλλά ένας σύγχρονος, μορφωμένος… Βρέθηκαν λεφτά στον Οκολόβιτς που είχαν συγκεντρωθεί από την επιτροπή της ενορίας της εκκλησίας της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού (είναι γραμματέας της επιτροπής)… Τα χρήματα ήταν σε ξεχωριστά σακουλάκια: έτσι, υπάρχουν λεφτά για φτωχούς, για φυλακισμένους κρατητηρίων, για αρρώστους κρατητηρίων».
Στο βίο του πρώτου Νεομάρτυρα Μητροπολίτη Κιέβου Βλαδίμηρου (Μπογκοιαβλένσκι) εκπλήσσει η έκταση της διακονίας του αρχιερέα. Σε όποια έδρα και να βρισκόταν, δημιουργούσε πτωχοκομεία και δομές απεξάρτησης από το ποτό. Όσο διαρκούσε η επιδημία της χολέρας, επισκεπτόταν προσωπικά στρατώνες για αρρώστους, συμμετείχε στη μόρφωση του λαού: δημοσίευε στις εφημερίδες πώς από ιατρικής άποψης μπορούσε κανείς να προστατευτεί από την αρρώστια. Το έργο της ενημέρωσης και της ευαισθητοποίησης το θεωρούσε ζήτημα προτεραιότητας. Το πρώτο πράγμα που έκανε, όταν έφτανε στη νέα του έδρα, ήταν να εκδώσει εγκύκλιο που αφορούσε στις υποχρεωτικές ομιλίες με τους πιστούς, κάθε Κυριακή απόγευμα. Ο ίδιος βοήθησε στην ίδρυση της Ιεράς Μονής Αγίων Μάρθας και Μαρίας που είναι πολύ γνωστή για τα φιλανθρωπικά της έργα.
Γενικώς, η φιλοπτωχία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του χριστιανού. Ο Θεός έδωσε εντολή στους Αποστόλους ώστε, από τα χρήματα που προσέφεραν σε Αυτόν και στους μαθητές Του, να κρατάνε χρήματα για τους φτωχούς. Το Πάναγνο Στόμα Του έχει πει: «μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν.» (Πραξ. 20:35).
Ο Άγιος Μάρτυρας Ανδρόνικος, Αρχιεπίσκοπος Περμ, έδινε όλα τα χρήματά του στους φτωχούς, ντυνόταν πολύ απλά και ποτέ δε φορούσε μεταξωτά ράσα. Η ζωή του ήταν υπόδειγμα της παλαιάς ευσέβειας. Τις μέρες της νηστείας έτρωγε μόνο λαχανικά, τις άλλες μέρες έτρωγε πολύ λίγο και τις τελευταίες μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας είχε για τροφή μόνο πρόσφορο και τσάι. Παραμονή της ημέρας, που έπρεπε να τελεί τη Θεία Λειτουργία, ο Σεβασμιώτατος σχεδόν δεν κοιμόταν, προσευχόμενος όλη τη νύχτα.
Έπρεπε να έχεις μεγάλη ανδρεία για να διακονείς τον Θεό εκείνη τη τρομερή εποχή. Οι αληθινοί μαχητές της πίστης, ακολουθούσαν με αυταπάρνηση τον Χριστό. Θυσίαζαν τον εαυτό τους για να πάνε στη συνέχεια να μαρτυρήσουν με υπομονή.
Ο Άγιος Μάρτυρας Αρκάδιος, επίσκοπος Λούμπεν, βικάριος της Πολτάβας, είχε οργανώσει μια Ορθόδοξη Αδελφότητα, η οποία βοηθούσε πρακτικά τους φτωχούς και τους αρρώστους. Σε αυτήν δίδασκαν τα παιδιά, κήδευαν τους κεκοιμημένους, έκαναν φιλανθρωπικά έργα. Σε όλη την ιερατική του ζωή προέτρεπε για φιλοπτωχία και πνεύμα θυσίας. Μια φορά βγήκε από την πόλη Ζιτόμιρ με μπότες και επέστρεψε στο Κίεβο με παπούτσια από καλάμι. Άλλη μια φορά, ο πατήρ Αρκάδιος είχε δώσει σε κάποιον φτωχό το παντελόνι του και έμεινε με τα εσώρουχα, και για να μην φαίνεται, έραψε μπροστά το ζωστικό του για να μην ανοίγει.
Θέρμη και αγάπη αναδύει η επιστολή-παράκληση του ποιμνίου για τον ποιμένα τους, τον Άγιο Μάρτυρα Νικόλαο Λέμπεντεβ. Τον παππούλη τον είχαν συλλάβει. Οι πιστοί έγραφαν: «Σε όλη τη ζωή του στην ενορία μας, προσέφερε όλο τον εαυτό του στο λαό, δίνοντας τη μάχη ενάντια στην τραχύτητα, την άγνοια, το σκοτάδι, τον αλκοολισμό και το χουλιγκανισμό… σώζοντας τους ανθρώπους από την καταστροφή και τον εκφυλισμό. Τα χρήματα τα διέθετε στο ίδρυμα για παιδιά που είχε ιδρύσει ο ίδιος». Ήταν τιτάνας καλοσύνης. Ιδού, μερικά από τα ιδρύματά του: ίδρυμα για αλκοολικούς με εργαστήρια, ίδρυμα και σχολείο για άστεγα παιδιά, επαρχιακή εταιρεία κατά του αλκοολισμού, πιστωτικός συνεταιρισμός, με 33 χωριά, που έδινε σπόρους μέχρι τη συγκομιδή, περιοδικό ευαισθητοποίησης κτλ. Από την πρώτη ημέρα της ιεροσύνης του, κυριολεκτικά πρόσφερε την καρδιά του στους ανθρώπους.
Οι νεομάρτυρες μας δίνουν τη δυνατότητα να καταλάβουμε τον αληθινό προορισμό των υλικών αγαθών. Να τα αξιοποιείς στο έργο της διακονίας και με αυτά να προσφέρεις αγάπη! Κάθε Πάσχα, ο Άγιος Μιχαήλ (Νακαριακόβ) περνούσε από τα σπίτια των φτωχών και τους έδινε χρήματα, λέγοντας καμιά φορά πως «είναι για παπούτσια» ή πως «είναι για δώρα των παιδιών».
«Τα πάντα είναι από τον Θεό!» - ιδού το μυστικό της καρδιάς, απελευθερωμένης από την προσκόλληση στα υλικά αγαθά. Πρόκειται για την εκτέλεση της πρώτης εντολής των μακαρισμών: «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών» (Μτ. 5:3). Την πνευματική ευτυχία την κατακτά ο άνθρωπος που ξέρει το μέτρο του, ότι, δηλαδή, στη γη είμαστε φιλοξενούμενοι του Θεού και Αυτός μας τα προσφέρει όλα. Ως Οικοδεσπότης ευχαριστιέται, όταν αυτά τα μοιραζόμαστε με χαρά.
Ο Μάρτυρας Ανδρέας Γκνέβισεβ ήταν στρατιώτης πολέμου, έμπορος, κάποτε είχε νοικιάσει ένα μαγαζί, αλλά μετά την Επανάσταση υπέστη πολλές πολιτικές διώξεις και κατασχέσεις των όποιων υπαρχόντων του. Ήταν βαθιά πιστός άνθρωπος και επίτροπος στην εκκλησία. Ο Μάρτυρας ποτέ δεν λυπήθηκε που έχασε τα υπάρχοντά του: «Ο Θεός έδωσε, ο Θεός πήρε».
Τεράστια επιρροή στην ανατροφή του Μάρτυρα της Χερσώνα Στεφάνου (Ναλιβάϊκο) είχε η μητέρα του, Ευφροσύνη Ρομάνοβνα. Σε αυτή χρωστάει το που έμαθε πολύ καλά την Αγία Γραφή και που αγάπησε να διαβάζει πνευματικά βιβλία. Με το που εκδηλώθηκαν οι διωγμοί, η μαμά του άρχισε να πηγαίνει σε γειτονικά χωριά για κηρύγματα. Οι αρχές την είχαν προειδοποιήσει: «Γριά, σταμάτα να κηρύττεις, αλλιώς θα σε βάλουμε φυλακή». Δεν σταμάτησε τη διακονία της και συνελήφθη. Οι μάρτυρες της πίστης, στην ασταμάτητη προσπάθειά τους να διακονούν τον Θεό και τον πλησίον «μέχρις αίματος», δόξαζαν τον Θεό και προσέφεραν σταγόνα-σταγόνα τη ζωή τους για την Αλήθεια. Διακρίνονταν για τη συνειδητή διακονία. Μετά τις συλλήψεις και τις εξορίες, πολλές φορές, στις ανακρίσεις, μιλούσαν, όπως ο Μάρτυρας Στέφανος: «Δεν έχω αλλάξει τις απόψεις μου» και συνέχιζαν τη στενή οδό.
Ο συγγραφέας πνευματικών βιβλίων, κήρυκας του Κιέβου, Άγιος Ανατόλιος Ζουρακόβσκι, έγραφε: «Δε θα πάμε στα τυφλά, με δεμένα μάτια στους στενούς και τεθλιμμένους δρόμους του κόσμου, αλλά με πλατύ ανοιχτό βλέμμα, κοιτώντας γύρω, βλέποντας όλες τις λακκούβες και τους γκρεμούς, αλλά και όλα τα λουλούδια…»
Πόσο πολλή δύναμη πνεύματος, ελπίδα και αγάπη έπρεπε να έχουν για να αντιστέκονται στην απιστία, στα άθεα μετεπαναστατικά χρόνια, και να βαδίζουν τον τρομερό δρόμο των ατελείωτων εξοριών και των φυλακίσεων, τη δική τους Οδό του Μαρτυρίου. Η ευαγγελική χάρη ενέπνεε τους αγίους για καλές πράξεις. Η διακονία στον Θεό δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς τη διακονία στους πλησίον.
Πώς να αντλούμε έμπνευση για καλές πράξεις; Να κοιτάμε τους Αγίους μας. Μέσα σε ανυπόφορες συνθήκες, παρόλο που είχαν πάρα πολλά εμπόδια, τα χέρια τους υπηρετούσαν τους πλησίον. Παρόλο που το κάθε τους βήμα μπορούσε να τους οδηγήσει στη φυλακή και στα μαρτύρια, τα πόδια τους εμπέδωναν το καλό. Παρόλο που πονούσαν και που γύρω τους κυριαρχούσε σκοτάδι, αυτοί δεν πρόδιδαν τον Χριστό. Και Αυτός τους χάριζε φως και νου, δύναμη και αντοχή.