Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης. Ζωγράφος Π.Β.Ριζένκο
Σχεδόν κανένας δε γνωρίζει αυτήν την επιστολή του μεγάλου Ρώσου Αγίου. Η επιστολή είχε παραληφθεί το Μάιο του 1937. Και μετά από ενάμιση χρόνο, στις 24 Σεπτεμβρίου του 1938, ο γέροντας Σιλουανός ο Αθωνίτης κοιμήθηκε. Η επιστολή είχε παραλήπτη τη Βέρα Αλεξέϊ Λαβρόβα. Είχε ζητήσει από τον πατέρα Σιλουανό να προσεύχεται για την ίδια και για τη Βέρα Βασίλιϊ Κιπαρίσοβα. Ο γέροντας της απάντησε ταχυδρομικώς. Το χειρόγραφο αντίγραφο αυτής της επιστολής βρέθηκε κάποια στιγμή στα χέρια του Αρχιμανδρίτη Σεργίου (Σέβιτς)[1], ο οποίος ευλαβούνταν πολύ τον γέροντα Σιλουανό. Το πλήρες κείμενο του αντιγράφου το παραθέτουμε εδώ σε πλάγια γραφή.
Ο γέροντας Σιλουανός αρχίζει την επιστολή με τον πασχαλινό χαιρετισμό και την προσευχή προς τον Θεό για τη Βέρα Λαβρόβα και τη Βέρα Κιπαρίσοβα.
«Χριστός ανέστη! Βέρα και Βέρα!
Είθε ο Θεός να σας δώσει εν Πνεύματι Αγίω να γνωρίσετε ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι νύμφη του Χριστού και ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της. Αν όλο αυτό το έχετε γνωρίσει εν Πνεύματι Αγίω, τότε οι ψυχές σας <τόσο πολύ>[2] θα αγαπήσουν τον Χριστό ώστε μέρα και νύχτα θα σκέφτεστε την αγάπη και τη γλυκύτητα του Πνεύματος του Χριστού και ποτέ δε θα σας απασχολούν κοσμικά πράγματα, παρόλο που είναι απαραίτητα: τι να αγοράσω ή τι να πουλήσω. Η ψυχή αιχμαλωτίζεται τόσο πολύ από τον Νυμφίο που μέρα και νύχτα Τον σκέφτεται».
Να διακόψουμε προς το παρόν την ανάγνωση της επιστολής. Απλός και άτεχνος ο λόγος του γέροντα Σιλουανό. Τόσο γνώριμος… Θαυμαστός συνδυασμός απλότητας και σοφίας.
Η ανοιξιάτικη επιστολή από το Άγιο Όρος, από τον γέροντα Σιλουανό, αρχίζει με τη νικητήρια καινοδιαθηκική είδηση: Χριστός ανέστη! Το Πάσχα το 1937 ήταν στις 2 Μαΐου με το νέο ημερολόγιο. Τι χαρά ήταν για τη Βέρα Λαβρόβα να λάβει επιστολή από τον γέροντα, τις φωτεινές ημέρες του Πάσχα.
Ο γέροντας απευθύνεται προς τη Βέρα Λαβρόβα και τη Βέρα Κιπαρίσοβα, απευθυνόμενος σε αυτές με το ονόματά τους και αμέσως προσευχητικά βοά προς τον Θεό: «Είθε ο Θεός να σας δώσει να γνωρίσετε ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι νύμφη του Χριστού». Η Βέρα Λαβρόβα είχε ζητήσει προσευχές από τον γέροντα και εκείνος με πολλή διάθεση ανταποκρίνεται – προσεύχεται στο κελλί και στο ναό. Ακόμα και την επιστολή του την αρχίζει με προσευχητικό αίτημα προς τον Θεό.
Ο γέροντας ζητάει από τον Θεό για τις δύο γυναίκες πολύ σημαντικό πράγμα, δηλαδή, την χαρισματική γνώση ότι ο Χριστός είναι δικός μας άνθρωπος. Όχι απλώς να το καταλάβουν με το νου, αλλά να γνωρίσουν εν Πνεύματι Αγίω ότι ο Χριστός είναι τόσο κοντινός, όσο κοντινοί μπορεί να είναι μόνο οι πολύ κοντινοί συγγενείς. Η κάθε ψυχή του χριστιανού είναι νύμφη του Χριστού. Όλη η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι νύμφη του Χριστού (παραβ. Β΄ Κορ. 11, 2).
Ακόμα μια ιδιαιτερότητα της επιστολής είναι ο μοναχικός λόγος του πατέρα Σιλουανού. Ο μοναχός έστειλε επιστολή στις μελλοντικές μοναχές – τις νύφες του Χριστού. Η Βέρα Λαβρόβα θα καρεί με το όνομα Γενοβέφα (Γενεβιέβη), στο Σαν-Ζενεβιέβ-ντε-Μπουά, από τον Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο, μαθητή του γέροντα Σιλουανού. Η Βέρα Κιπαρίσοβα θα καρεί με το όνομα Άννα, πιθανόν, από τον Αρχιμανδρίτη Σέργιο (Σέβιτς), τον οποίο είχε ευλογήσει για μοναχισμό ο γέροντας Σιλουανός. Αυτά είναι τα νήματα που τις συνέδεαν με τον γέροντα…
Το 1938, ο Όσιος Σιλουανός είχε διαβλέψει ότι για τη Βέρα Λαβρόβα και τη Βέρα Κιπαρίσοβα ανοίγεται ο μοναχικός δρόμος, μακριά από τις ατέλειωτες κοσμικές σκέψεις: «δε θα σκέφτεστε κοσμικά πράγματα, παρόλο που είναι απαραίτητα: τι να αγοράσω ή τι να πουλήσω, αλλά η ψυχή αιχμαλωτίζεται τόσο πολύ από τον Νυμφίο που μέρα και νύχτα Τον σκέφτεται». Πολλοί Ρώσοι, μετά την επανάσταση του 1917, έγιναν αναγκαστικά πρόσφυγες. Η εύπορη ζωή τους στην Πατρίδα είχε τελειώσει. Βυθίστηκαν στις μέριμνες. Μέρα και νύχτα σκέφτονταν τι άλλο θα μπορούσαν να πουλήσουν από τα διασωθέντα οικογενειακά τιμαλφή, προκειμένου να αγοράσουν τρόφιμα ή πού να βρουν δουλειά σε ξένη χώρα. Αυτές οι μέριμνες για τις βιοτικές ανάγκες είναι κατανοητές, αλλά αυτές δεν επιτρέπεται να επισκιάζουν τον Χριστό, να μας αποκόβουν από τον Χριστό.
Η Βέρα Λαβρόβα, το 1957 Όταν, με τη βοήθεια του Θεού, η ψυχή του χριστιανού ανεβαίνει από τη γνωστή σε όλους πίστη στον Θεό στο σκαλοπάτι της γνώσης του Θεού εν Πνεύματι Αγίω, αποκτά τη θεμελιώδη προσωπική θρησκευτική εμπειρία. Είναι το γερό θεμέλιο, πάνω στο οποίο μπορεί να κτίζεται όλη η μετέπειτα πνευματική ζωή, ακόμα και στις πιο αντίξοες εξωτερικές συνθήκες. Η ψυχή δεν ακούει απλώς τους πειστικούς λόγους για τον Θεό από κάποιον και ύστερα πιστεύει στον Θεό. Όχι. Κάνει προσωπική γνωριμία με τον Θεό, ξέρει η ίδια τον Θεό. Η ψυχή αγαπάει τον Θεό, νιώθει γλυκύτητα να σκέφτεται τον Θεό, της είναι εύκολο και ποθητό να προσεύχεται στον Χριστό. Αυτή η ψυχή δεν καταλαβαίνει από κούραση στην τάση της που έχει προς τον Χριστό. Έχει πειστεί ότι ο Χριστός την αγαπάει, παρά τις κοσμικές σκέψεις και αμαρτίες.
Φαίνεται ότι μια τέτοια εικόνα της πνευματικής ζωής παρουσιάζεται κάπως ιδεαλιστικά, με περίσσιο ρομαντισμό; Όχι, ο γέροντας Σιλουανός φαντάζεται καλά την πραγματική ζωή των χριστιανών. Την εμπειρία της προσωπικής γνωριμίας με τον Χριστό που είχε περιγράψει, την εμπειρία της χαρισματικής βοήθειας από Αυτόν και την εμπειρία της αδιάλειπτης πνευματικής ζωής και αγάπης, ο άνθρωπος τις αποκτά στο πρώτο στάδιο της πνευματικής του πορείας. Ύστερα, ακολουθεί το δεύτερο στάδιο, δηλαδή, η φάση πνευματικών δοκιμασιών. Ο πατήρ Σιλουανός δεν ξεχνάει και αυτό το στάδιο.
Ας συνεχίσουμε να διαβάζουμε την επιστολή:
«Να Τι είναι ο Κύριός μας. Θέλει να ζει στις ψυχές μας, αλλά μπορεί να Τον χάσει κανείς, λόγω της απειρίας. Όμως, η ψυχή θα Τον νοσταλγεί μέρα και νύχτα: ‟Πού Είσαι, Κύριέ μου, κρύφτηκες από την ψυχή μου! Εσύ βλέπεις, Κύριε, Σε νοσταλγεί η ψυχή μου. Πώς να μη Σε ζητώ; Το ιλαρό και πράο βλέμμα Σου έλκυσε την ψυχή μου και η καρδιά μου και η ψυχή μου Σε αγάπησε. Έχασα τη χάρη και την ψάχνω για 44 χρόνια και δεν την αποκτώ. Όμως, η ψυχή, ψάχνοντας μέρα και νύχτα, θέλει να την βρει”.
Θυμάστε τα λόγια του Κυρίου: ‟ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος”... Όποιος αγαπά τον Κύριο, αυτός προσεύχεται με διάθεση μέρα και νύχτα ακόρεστα, διότι η ψυχή θυμάται τον Κύριο, με Αυτόν θέλει να ζει. Ο Κύριος δε θα θυμηθεί τις αμαρτίες μας, αλλά, κατά την ευσπλαχνία και την αγάπη Του, θα τις συγχωρέσει. Αχ! Αν ήξεραν οι άνθρωποι, Τι είναι ο Κύριός μας, τότε όλοι οι άνθρωποι στη γη θα στρέφονταν προς Αυτόν.
Το Άγιο Όρος Άθως».
Λόγω της πνευματικής απειρίας, η ψυχή του χριστιανού μπορεί να χάσει την επικοινωνία μαζί Του
Ο Κύριος μας αγαπάει και θέλει να ζει μέσα στις ψυχές μας, θέλει να επικοινωνεί συνέχεια μαζί μας. Όμως, λόγω της πνευματικής απειρίας, η ψυχή του χριστιανού μπορεί να χάσει την επικοινωνία μαζί Του, να χάσει τη χάρη του Θεού. Πώς συμβαίνει αυτό; Η ψυχή δέχεται τη χάρη από τον Θεό, αλλά δεν καταβάλλει όλες τις προσπάθειες για να διατηρεί τη χάρη. Μερικές φορές, αυτό συμβαίνει, όταν η ψυχή από το πνευματικό έργο μετακινείται σε κοσμικούς λογισμούς, τους οποίους αναφέρει ο γέροντας, ή όταν η ψυχή αιχμαλωτίζεται από λογισμούς κενοδοξίας χάνει τη χάρη. Μερικές φορές, αυτό συμβαίνει και χωρίς να φταίει ο άνθρωπος. Αυτό έχει να κάνει με την ιδιαίτερη Πρόνοια του Θεού. Ο Κύριος έδινε τη χάρη στην ψυχή, την δυνάμωνε, και ήρθε η ώρα των πνευματικών δοκιμασιών. Ο Κύριος επιτρέπει στην ψυχή να μπει στο δεύτερο στάδιο της πνευματικής πορείας.
Σε αυτό το στάδιο, η γλυκύτητα της συνεχούς επικοινωνίας με τον Κύριο εναλλάσσεται με την πίκρα του παρατεταμένου χωρισμού. Αυτές οι παρατηρήσεις του γέροντα Σιλουανού περιγράφουν την «αρνητική εμπειρία», που είναι γνωστή σε πολλούς ορθόδοξους χριστιανούς: η ψυχή υποφέρει, ψάχνοντας τον Κύριο μέρα και νύχτα. Θέλει να Τον βρει και δεν μπορεί. Και ξαφνικά, ο άγιος Σιλουανός αρχίζει να μιλάει για τη δική του προσωπική εμπειρία της εν Χριστώ ζωής. Αποκαλύπτει την εσώτατη ζωή του, αλλά το κάνει πολύ συνοπτικά, με λεπτότητα και σεμνότητα. Μετά από όλα αυτά που μάθαμε, τα τελευταία 70 χρόνια, για τον Άγιο Σιλουανό, μπορούμε να δούμε ότι σε μια άτεχνη επιστολή του ξεδιπλώνεται μια μοναδική ασκητική εμπειρία και η δοθείσα σε αυτόν από τον Χριστό αποκάλυψη.
Λοιπόν, στους δρόμους της ανθρώπινης ζωής, λόγω της απειρίας, μπορεί κανείς και να χάσει τον Κύριο, όπως συνέβη με τον γέροντα Σιλουανό. Το ιλαρό και πράο βλέμμα του Χριστού έλκυσε τον πατέρα Σιλουανό και αγάπησε τον Χριστό με όλη την καρδιά του. Επικοινωνούσε με τον Σωτήρα μέσα στη νοερά και καρδιακή προσευχή του Ιησού. Ο Ζων Χριστός εμφανίστηκε στον πατέρα Σιλουανό, και ύστερα ο χωρισμός: «Εσύ, Κύριέ μου, κρύφτηκες από την ψυχή μου! Η ψυχή μου Σε νοσταλγεί». Ο Χριστός έδωσε την αποκάλυψη και κρύφτηκε, η ψυχή του Σιλουανού Τον ψάχνει μέρα και νύχτα, στις προσεχές και στις μοναχικές ασκήσεις. Όσο μεγαλειώδης ήταν η εμφάνιση του Χριστού στον Σιλουανό, άλλο τόσο μεγάλος ήταν και ο χωρισμός με τον Χριστό, μέχρι την Θεοεγκατάλειψη. Ο πατήρ Σιλουανός με πολύ ζήλο έψαχνε τον Θεό, όπως Τον έψαχνε και ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Όσοι έχουν διαβάσει τους ύμνους του Οσίου Συμεών ξέρουν πόσο βαρύ ήταν για αυτόν να βιώνει την περίοδο των δοκιμασιών: ο Κύριος φώτισε με το Φως Του την ψυχή και σύντομα κρύφτηκε και τα πάντα γύρω του έγιναν σκοτάδι. Μόνο σπάνια, κατά καιρούς, ο Κύριος ξανά πλησιάζει τον ασκητή και τον στηρίζει με τη χάρη Του, αλλά μετά ξανά απομακρύνεται. Και ξανά η ψυχή, μέρα και νύχτα, θέλει να βρει τον Κύριο.
Για τον γέροντα Σιλουανό, η αναζήτηση της χαρισματικής επικοινωνίας με τον Θεό συνεχίζεται για 44 χρόνια. Με τόσο μεγάλη ακρίβεια προσδιορίστηκε ο χρόνος της αναμονής, ο χρόνος της δοκιμασίας! Ο πατήρ Σιλουανός για 44 χρόνια δεν υποκύπτει στην ακηδία, δεν χάνει την πίστη του, δεν σκέφτεται την «επαγγελματική εξουθένωση» των αγιορειτών μοναχών. Ο γέροντας θυμάται ότι ο Χριστός τον αγαπάει, του εμφανίστηκε, τον ευεργέτησε, ήταν σε επικοινωνία μαζί του. Ο μεγαλόσχημος μοναχός Σιλουανός για δεκαετίες παλεύει, ασκητεύει με την ελπίδα ότι η χάρη θα επιστρέψει, ότι θα έρθει το τρίτο στάδιο της πνευματικής πορείας.
Αν χάσαμε τη χάρη, δε σημαίνει ότι ο Χριστός μάς ξέχασε και μάς εγκατέλειψε για πάντα
Και ξανά ο γέροντας Σιλουανός μετακινείται από την περιγραφή της δικής του εμπειρίας προς αυτό που αφορά σε όλους τους ορθόδοξους. Θυμίζει την υπόσχεση του Χριστού που δόθηκε στους μαθητές Του: ‟ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος” (Μτ. 28, 20). Αν χάσαμε τη χάρη, δε σημαίνει ότι ο Χριστός μάς ξέχασε και μάς εγκατέλειψε για πάντα. Είναι μαζί μας κάθε μέρα, μέχρι το τέλος. Ακόμα και αν δε νιώθουμε την παρουσία Του δίπλα μας.
Θέλουμε να ζούμε με Αυτόν και θυμόμαστε ότι Αυτός μας έδωσε τη χάρη, όταν ήμασταν αρχάριοι χριστιανοί, τότε που μόλις είχαμε ξεκινήσει να εκκλησιαζόμαστε. Θέλουμε να είμαστε με τον Χριστό; Δεν πρέπει να χαλαρώνουμε την προσευχή. Η ψυχή που αγάπησε τον Χριστό Τον ψάχνει, μέχρι που να Τον βρει, προσεύχεται ακόρεστα, χωρίς να νιώθει ένα συναίσθημα ότι «φτάνει, έχω φάει μέχρι σκασμού την εκκλησιαστική ζωή, είναι ανόητο όλο αυτό το ‟προσεύχου-νήστευε-μετανόησε-ταπεινώσου” να συνεχιστεί και άλλο».
Ο γέροντας Σιλουανός γράφει: «Ο Κύριος δε θα θυμηθεί τις αμαρτίες μας, αλλά κατά την αγάπη Του θα τις συγχωρέσει», ξανά ο λόγος του αλλάζει, δυναμώνει. Ο γέροντας λέει «εμάς», και όχι «εμένα και εσάς». Ο πατήρ Σιλουανός δε θέλει να αποχωρίζει τη ζωή του από τις ζωές της Βέρας Λαβρόβα και της Βέρας Κιπαρίσοβα. Η καρδιά του Οσίου Σιλουανού πλαταίνει (παραβ. Β΄ Κορ. 6, 11), ταυτόχρονα αιτείται τη συγχώρεση των αμαρτιών τριών ατόμων: του εαυτού του, της Βέρας Λαβρόβα και της Βέρας Κιπαρίσοβα. Ο γέροντας δεν αποστασιοποιείται από τις συνομιλήτριές του. Δεν ελπίζει ότι «έχει εξαγοράσει τις αμαρτίες» με τις ασκήσεις του στο Άγιο Όρος. Ελπίζει στον Χριστό, στην ευσπλαχνία Του.
Εκείνη η ψυχή που σε ώρα απελπισίας απευθυνθεί στον πράο, μειλίχιο Σωτήρα, ψάχνει τη σωτηρία στον Κύριο με την μετάνοια και την προσευχή. Σε μια τέτοια ψυχή ο Κύριος θα ευλογήσει να Τον γνωρίσει εν Πνεύματι Αγίω. Με αυτό, η ψυχή θα προσεγγίσει το σκοπό της ανθρώπινης ζωής. Ο Κύριος φανερά θα δώσει στην ψυχή τη δυνατότητα για να δει αυτόν τον σκοπό. Και η ψυχή θα κινείται στο δρόμο προς το ποθούμενο σκοπό, παρά τις δοκιμασίες, και παρόλο που καμιά φορά ο σκοπός θα εξαφανίζεται από τον ορίζοντα. Η ψυχή ήδη έχει προσανατολιστεί στον πνευματικό χώρο, πήρε θάρρος, απέκτησε την απαραίτητη εμπειρία και μπορεί να κινείται προς το σκοπό, για πολλά χρόνια. Ο Θεός θα δυναμώνει την ψυχή σε αυτόν τον δρόμο και θα διορθώνει, όποτε πρέπει.
Η τελευταία φράση με την οποία κλείνει την επιστολή του ο γέροντας Σιλουανός είναι η πιο δυνατή. Η καρδιά του Οσίου ξανά πλαταίνει και με έναν ασύλληπτο τρόπο χωράει τις τύχες όλων των ανθρώπων, του όλου Αδάμ. Ο γέροντας προσευχητικά αναφωνεί στον Κύριο: αν ήξεραν οι άνθρωποι, Τι είναι ο Κύριος, τότε όλοι οι άνθρωποι στη γη θα στρέφονταν και πεισματικά θα προχωρούσαν προς τον Κύριο και ο Κύριος με αγάπη θα τους δέχονταν όλους.