Χωρίς καμία προειδοποίηση, ο πατήρ Στέφανος ερχόταν στο μοναστήρι μας τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο. Επειδή άλλαζε πολλές φορές τον τόπο διαμονής του στο Άγιον Όρος, μπορούμε να τον ονομάσουμε με την κοσμική λέξη «πλάνης». Ωστόσο εδώ, στο Άγιον Όρος, ονομάζουμε τέτοιους μοναχούς «τριγυρισμένους», δηλαδή που περιφέρονται εδώ στο Όρος. Μερικοί γέροντες λένε για τέτοιους μοναχούς ότι ήταν δεμένοι με σχοινί στην κορυφή του Άθω και είναι ελεύθεροι να περπατούν όπου θέλουν, μέσα στο Άγιον Όρος φυσικά.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο πατήρ Στέφανος είναι ένας απ’ αυτούς τους μοναχούς, που τριγυρίζουν σε όλο το Άγιον Όρος. Κάθε φορά, όταν έρχεται στο μοναστήρι μας, τον χαιρόμαστε. Δεν φέρει κανένα αποτύπωμα του σύγχρονου πολιτισμού και αυτό το πράγμα μας προσελκύει πολύ. Τον πλησιάζουμε, του κάνουμε πολλές ερωτήσεις και μετά μένουμε κατάπληκτοι με τις απροσδόκητες απαντήσεις του. Μεταξύ άλλων, είναι και ψάλτης αρχαίας παράδοσης. Η δυνατή φωνή του προδιαθέτει την ψυχή να δοξολογεί και να ευχαριστεί τον Θεό. Όταν τον ακούει κανείς, θέλει να ψάλλει μαζί του και η καρδιά του γεμίζει με χαρά.
Τα τελευταία χρόνια έχασε την όρασή του και γι’ αυτό εμείς του ψάλλουμε την αρχή των αγαπημένων του τροπαρίων και αυτός συνεχίζει. Ωστόσο, για να μην καθυστερούμε με την εισαγωγή και τις προσωπικές μας εντυπώσεις, να προχωρήσουμε στη συνομιλία, που είχαμε μαζί του.
– Πάτερ Στέφανε, ευλογείτε!
– Ο Κύριος!
– Τι κάνετε; Πώς τα πάτε;
– Δεν είμαι καλά.
– Και ο αγώνας;
– Έτσι κι έτσι.
– Δηλαδή;
– Κι εσύ το ίδιο! Δεν βλέπεις σε τι ηλικία είμαι; Έφτασα στην ηλικία των 81 χρονών, είμαι άρρωστος πια, αλλά με τη Χάρη του Θεού επιβιώνω κάπως, περιποιούμαι τον εαυτό μου, βοηθιέμαι από τον εαυτό μου κι έτσι ζω. Και τι μπορώ να κάνω; Έπεσα από σκάλα ύψους 4 μέτρων.
– Πότε; Πού;
– Στο κελλί. Πριν από δύο χρόνια.
– Χτυπήσατε;
– Πω, πω! Ναι, πάρα πολύ! Αλλά ο Άγιος Αθανάσιος μ’ έσωσε. Εκεί υπάρχουν δύο τέτοιες σκάλες. Αμέσως ένιωσα άσχημα, ωστόσο μία αόρατη δύναμη ήρθε να με βοηθήσει. Άρχισα να προσεύχομαι στην εικόνα της Παναγίας, η οποία βρίσκεται στο μοναστήρι των Ιβήρων. Επειδή από εκεί ακριβώς ερχόμουν, είχα πάει να την προσκυνήσω. Και όταν έφτασα στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονος, εκεί κάποιος μου είπε: «Μην πας με τα πόδια στη Σκήτη Ξενοφώντος, επειδή τώρα κάνει πολλή ζέστη και μπορεί να πάθεις ηλίαση». «Καλά, εντάξει», απάντησα κι έμεινα εκεί. Αλλά ξέρεις, πάτερ, γλύτωσα από αυτήν την περιπέτεια, επειδή είμαι γραμμένος από τον Θεό στο βιβλίο Του.
– Μήπως μπήκες στον πειρασμό της υπερηφάνειας και γι’ αυτό έπεσες;
– Ποια υπερηφάνεια; Είμαι αμαρτωλός άνθρωπος! Μόνο ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, είναι χωρίς αμαρτία. Δεν είναι έτσι, άραγε; Και ξέρεις, εγώ ούτε καν καταλαβαίνω τι είναι η υπερηφάνεια. Και όλα αυτά τα πράγματα συμβαίνουν συχνά, εξ αιτίας πειρασμού από τον εχθρό. Δεν βλέπω λόγους για να είμαι υπερήφανος. Είμαι ένας απλός ασκητής!
– Μήπως σου φαίνεται ότι έχεις κάποια χαρίσματα και γι’ αυτό...
– Τι; Ποια χαρίσματα; Πες μου εσύ! Ποια χαρίσματα μπορώ να έχω εγώ, ο μοναχός; Όλα αυτά τα χαρίσματα είναι για τους επισκόπους και τους πατριάρχες, αλλά όχι για εμάς.
– Και πώς ζεις εδώ στην καλύβα σου;
– Μόνο ο Θεός ξέρει πώς! Αυτός είναι εδώ ο νοικοκύρης, καθώς και ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης! Το κατάλαβες; Η κατάστασή μου δεν είναι καλή και γι’ αυτό δεν νιώθω καλά. Αλλά τι θέλεις να κάνω, πάτερ Δαμασκηνέ; Ν’ απελπιστώ; Αυτό δεν πρέπει να συμβεί! Όχι! Εγώ μόνο λέω: «Να γίνει το θέλημά Σου» και τέλος! Υπάρχει άραγε κάποιος άλλος τρόπος να διασχίσει κανείς τη θάλασσα αυτής της ζωής; Μόνο σ’ Αυτόν πρέπει να υπακούμε. Δεν υπάρχει άλλος πατέρας και άλλος γιατρός. Και η Παναγία είναι η παρηγοριά μας. Αυτή είναι μαζί με τον Θεό και μπορεί να λάβει απ’ Αυτόν ό,τι παρακαλέσει. Γι’ αυτό εγώ ευχαριστώ την Παναγία και τον Υιό Της. Έχω καυσόξυλα γι’ αυτόν τον χειμώνα, αλλά δεν μπορώ να τα κόψω. Είπα στον γέροντα της μονής του Αγίου Γρηγορίου να με αφήσει εδώ. Ωστόσο είμαι κι εγώ μοναχός αυτής της μονής. Με κούρεψε μοναχό ο προηγούμενος Βησσαρίων.
Μόνο σ’ Αυτόν πρέπει να υπακούμε. Δεν υπάρχει άλλος πατέρας και άλλος γιατρός.
– Πάτερ Στέφανε, πού γεννήθηκες;
– Στη Μικρά Ασία, στη Σάρτη. Κατά την ανταλλαγή πληθυσμών, το 1921, οι γονείς μου μετακόμισαν στη Χαλκιδική και ίδρυσαν το χωριό Νέα Σάρτη.
– Και πόσα παιδιά είχαν οι γονείς σας;
– Ήταν ένα, το οποίο πήρε ο Θεός, κι εγώ. Συνολικά δύο.
– Και πώς λέγονταν οι γονείς σας; Ήταν ευσεβείς άνθρωποι;
– Βεβαίως! Ο πατέρας μου λεγόταν Ευστράτιος και η μητέρα μου... Πώς τη λέγανε..; Πάντα το ξεχνώ! Α, ναι, τη λέγανε Ελευθερία! Ενθυμούμαι το όνομά της λόγω του ονόματος της αγοράς στη Θεσσαλονίκη.
– Και πώς επιθυμήσατε να γίνετε μοναχός;
– Άκου! Ήμουν 20 χρονών! Η απόφαση αυτή ήταν από τον Θεό. Ήταν το θέλημά Του και όταν ο Θεός θέλει κάτι, τίποτα δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο. Στη σκήτη Ξενοφώντος είχα μαζί μου δυο ιερομόναχους. Έζησα κοντά τους μερικά χρόνια και μετά πέθαναν. Η Παναγία δεν θέλησε να μείνουν εδώ. Ο Κύριος μας λέει: «Εισέλθετε διά της στενής πύλης» (Ματθ. 7,13).
– Και ποια είναι αυτή η στενή πύλη;
– Είναι ο δρόμος των θλίψεων και των δυστυχιών. Πρέπει ν’ αποδεχτούμε αυτό που μας πονάει και μας στεναχωρεί στη μοναχική μας ζωή και να συνεχίζουμε την πορεία μας στον ίσιο δρόμο, ο οποίος μας οδηγεί στην Ουράνια Βασιλεία.
– Και μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα σωθούμε;
– Όποιος ζει με το θέλημα του Θεού... Θα προσευχόμαστε κι εμείς σιγά-σιγά... για να μην αποσπαστούμε απ’ αυτόν τον δρόμο... Πρέπει να προσέχουμε πολύ, επειδή εμείς, οι μοναχοί, δώσαμε μοναχικούς όρκους και πρέπει να τους τηρούμε. Γι’ αυτό, όπως έλεγε ο Κύριος: «Ο μη εισερχόμενος διά της θύρας εις την αυλήν των προβάτων, αλλά αναβαίνων αλλαχόθεν, εκείνος κλέπτης εστί και ληστής» (Ιωαν. 10,1).
– Και πόσα χρόνια είσαστε εδώ στο Άγιον Όρος, πάτερ Στέφανε;
– 60. Ήρθα στο Άγιον Όρος στην ηλικία των 20.
– Πώς ζήσατε αυτά τα 60 χρόνια;
– Ο Θεός το ξέρει! Περιμένω μόνο ένα πράγμα, την απελευθέρωση.
– Φοβάστε τον θάνατο;
Αν είσαι καλός, δεν υπάρχει ο θάνατος για σένα. Αλλά αλίμονο στον άνθρωπο που φεύγει απ’ αυτήν τη ζωή απροετοίμαστος!
– Φοβάμαι, επειδή κι εγώ έκανα τα σφάλματα. Αλλά έχουμε τη Θεοτόκο. Ακούει τις προσευχές μας και ο Υιός της ακούει τις δικές της προσευχές και αυτά τα μικρά λάθη, που κάνουμε, Αυτός θα τ’ αγνοήσει. Αν είσαι καλός, δεν υπάρχει θάνατος για σένα. Ο θάνατος είναι κοίμηση, είναι χαρά, γι’ αυτό και πρόκειται για μετοίκηση από τόπο στεναχώριας σε τόπο ζωής. Αλλά αλίμονό στον άνθρωπο που φεύγει απ’ αυτήν τη ζωή απροετοίμαστος! Θυμήσου τι είπε ο Κύριος: «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται, αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνήσω αυτόν» (Ιωαν. 11,11).
Συνεχίζεται...