«Καί τότε θά ἐκπληρωθεῖ σ ̓ αὐτούς ἡ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα, πού λέγει: “Θά ἀκούετε συνέχεια, ἀλλά δέν θα καταλαβαίνετε. Καί θά βλέπετε συνέχεια,
ἀλλά δέν θά βλέπετε» (Μτ. 13: 14).
«Να, τώρα όλοι λένε: ο Θεός, πίστη, εκκλησία… Και γιατί τώρα δε συμβαίνουν τέτοια θαύματα, όπως στο Ευαγγέλιο; Γιατί; Δε βλέπω οι βουβοί να αρχίζουν ξαφνικά να μιλάνε και οι κωφοί να ακούνε! Πού είναι εκείνοι οι παράλυτοι που σηκώνονται, παίρνουν το κρεβάτι τους και βγαίνουν από το σπίτι με τα δικά τους πόδια; Αν είχα δει ένα τέτοιο θαύμα, με τα δικά μου μάτια, αμέσως θα είχα πιστέψει! Πρώτος θα πήγαινα στην εκκλησία!» (από μια συζήτηση σε τραίνο).
Ο ηγούμενος Σαββάτιος (Ρουντακόβ) αφηγείται
Ο ηγούμενος Σαββάτιος (Ρουντακόβ) «Κι επειδή δεν μπορούσαν να τον φέρουν κοντά στον Ιησού εξαιτίας του πλήθους, έβγαλαν τη στέγη πάνω από ’κει που ήταν ο Ιησούς, έκαναν ένα άνοιγμα και κατέβασαν το κρεβάτι, πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος. Όταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες» (Μκ. 2:4-5).
Σχετικά πρόσφατα, βάπτισα έναν κάτοικο της Κωμόπολης Βερχνετσούσοβσκιε Γκοροντκί, πρώην πρόεδρο του Συμβουλίου της Κωμόπολης, και νυν συνταξιούχο, τον Βόλκοβ Γιούρι του Αλεξάνδρου. Το γεγονός ότι βαπτίστηκε σε μεγάλη ηλικία σημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ο Γιούρι το έζησε μακριά από την Εκκλησία. Γι΄ αυτό, όντας αρχάριος, είχε πολλές αμφιβολίες κι απορίες. Προσευχόταν για να στερεωθεί η πίστη του.
Από την κωμόπολη στο μοναστήρι μας, την Ιερά Μονή της Παναγίας του Καζάν και του Αγίου Τρύφωνα, κάνει δρομολόγια πλοίο. Και κάποια στιγμή, σχετικά πρόσφατα, στο πλοίο, ο Γιούρι συνάντησε μια μικρή ομάδα ανθρώπων που συνόδευαν έναν ανάπηρο σε αναπηρικό καροτσάκι. Όλοι τους δεν ήταν ντόπιοι. Όσο περίμεναν την αναχώρηση, γνωρίστηκαν και έπιασαν κουβέντα.
Ο άντρας στο αναπηρικό καροτσάκι ήταν μαχητής του Αφγανιστάν. Στη διάρκεια των πολεμικών συρράξεων πετούσε με ελικόπτερο που χτυπήθηκε και πήρε φωτιά. Από όλο το πλήρωμα μόνο αυτός επέζησε. Με πολλή δυσκολία τον έσωσαν. Στο σώμα του υπήρχαν πολλά τραύματα. Η σπονδυλική στήλη του είχε υποστεί μεγάλη ζημιά, σχεδόν όλα τα κόκκαλα ήταν σπασμένα. Ο μαχητής έχει κάνει πολλές εγχειρήσεις, αλλά δεν είχαν αποτέλεσμα. Εδώ και πολλά χρόνια, το κάτω μέρος του κορμιού του είναι παράλυτο.
Τόσα χρόνια ο άνθρωπος είναι καθηλωμένος στο αναπηρικό καροτσάκι… Είναι αφελείς αν πιστεύουν πως, αν κολυμπήσει στο αγίασμα, αυτό μπορεί να τον βοηθήσει…
Οι φίλοι, που συνόδευαν τον ανάπηρο, άρχισαν να ρωτάνε για το δρόμο προς το αγίασμα της Παναγίας του Καζάν. Ο Γιούρι σκαφτόταν μέσα του: «Γιατί να ξοδεύουν χρόνο και δυνάμεις; Τόσα χρόνια ο άνθρωπος είναι καθηλωμένος στο αναπηρικό καροτσάκι… Είναι αφελείς αν πιστεύουν πως, αν κολυμπήσει στο αγίασμα της Παναγίας του Καζάν, αυτό μπορεί να τον βοηθήσει… Είναι απλώς νερό.. Και πολύ κρύο μάλιστα… Και τι; Πώς μπορεί να τον βοηθήσει αυτό το νερό; Οι φίλοι, αν και φαίνονται σοβαρά παιδιά, ασχολούνται με τέτοιες βλακείες… Ε, εντάξει, τουλάχιστον θα κάνουν τη βόλτα τους. Τα μέρη εδώ είναι υπέροχα, πολύ γραφικά, και ο καιρός πολύ ωραίος, καλοκαίρι…»
Όμως, δεν είπε τίποτα από αυτά. Έδωσε λεπτομερείς οδηγίες πώς να πάνε στο αγίασμα. Ύστερα, το πλοίο πλεύρισε στην ακτή και αποχαιρετίστηκαν.
Ενάμιση μήνα μετά, ο Γιούρι συνάντησε ξανά στο πλοίο τους ίδιους ανθρώπους με τον ίδιο μαχητή του Αφγανιστάν στο αναπηρικό καροτσάκι. Κοιτάει: σαν να ανασηκώνεται λίγο στα πόδια του ο μαχητής, μόνος του. Και οι φίλοι του είναι πολύ χαρούμενοι… Ξανά τον πήγαιναν στην πηγή.
Πέρασε και άλλος ένας μήνας. Για τρίτη φορά, ο Γιούρι συνάντησε τους ίδιους ανθρώπους. Τους συνάντησε και έμεινε έκπληκτος: ήταν μόνοι τους, χωρίς τον μαχητή του Αφγανιστάν. Ψιχάλιζε φθινοπωρινή βροχή, τα κρύα κύματα του ποταμού Τσουσοβάγια χτυπούσαν τα τοιχώματα του πλοίου. Φαίνεται, δεν τον πήραν μαζί τους τον ανάπηρο, για να μην αρρωστήσει εξαιτίας της κακοκαιρίας…
– Γεια σας, παιδιά! Τον φίλο σας τον αφήσατε σπίτι, ε;
– Γιατί σπίτι; Να, εδώ είναι! – άκουσε την απάντηση ο Γιούρι.
Κοιτάει ο Γιούρι και δεν μπορεί να πιστέψει στα μάτια του! Ανάμεσά τους κάθεται όρθιος ένας άντρας με μπαστουνάκι στο χέρι. Δεν μπορείς να τον πεις ανάπηρο, περπατάει μόνος του, μετακινείται μόνος του. Μέσα σε τρείς μήνες, ο άνθρωπος που για χρόνια ολόκληρα δεν μπορούσε να κινείται, σηκώθηκε στα πόδια του!
Το θαύμα που είχε συμβεί ήταν διπλό θαύμα. Όχι μόνο για τον πρώην άρρωστο, αλλά και για τον ίδιο τον Γιούρι. Αυτό που είχε δει με τα μάτια του στερέωσε πολύ την πίστη του.
***
Η Άννα, ξεναγός στην Ιερά Μονή Αχειροποιήτου Εικόνος του Σωτήρος, στο χωριό Κλίκοβο, αφηγείται
Τότε λέγει στόν ἄνθρωπο: «Ἅπλωσε τό χέρι σου». Καί τό ἅπλωσε καί ἔγινε πάλι γερό,
ὅπως τό ἄλλο (Μτ.12: 13).
Στο μοναστήρι έρχονται διάφοροι άνθρωποι για να εργαστούν. Μερικές φορές και άπιστοι. Αλήτες, πρώην φυλακισμένοι που μόλις βγήκαν από τις φυλακές. Έρχονται απλώς επειδή δεν έχουν πού να πάνε. Στο μοναστήρι, όμως, θα τους προσφέρουν και φαγητό και δωμάτιο να κοιμηθούν. Μπορείς να δουλέψεις και δε θα μείνεις νηστικός.
Ένας τέτοιος εργάτης εμφανίστηκε εδώ πρόσφατα. Ήταν καλοκαίρι. Είχε ζέστη. Φορούσε φανέλα με κοντά μανίκια και τα χέρια του ήταν γεμάτα με τατουάζ, γεγονός που μαρτυρούσε πως είχε πολλά χρόνια φυλακή. Δεν ήταν βαπτισμένος. Ζούσε χωρίς τον Θεό. Με λίγα λόγια, είχε δύσκολο βιογραφικό…
Στο μοναστήρι μας βρίσκεται το κελλί και ο τάφος της μεγαλόσχημης μοναχής Σεπφώρας, γνωστής γερόντισσας, η οποία είχε ζήσει εδώ το τελευταίο έτος της επίγειας ζωής της. Η γερόντισσα είχε προορατικό χάρισμα. Και όσο ζούσε, αλλά και μετά το θάνατό της, με τις πρεσβείες της γίνονται πολλά θαύματα και θεραπείες. Προσφέρεται πνευματική βοήθεια στους δεινοπαθούντες και τους θλιμμένους.
Στο κελλί της γερόντισσας Σεπφώρας
Και να που, μια φορά αυτός ο εργάτης βρέθηκε στο κελλί της γερόντισσας. Τον άλειψαν με λάδι από το καντήλι που ήταν αναμμένο στο κελλί, μπροστά στις εικόνες. Πρόταξε το μέτωπό του, χωρίς ιδιαίτερη θέληση. Σαν να έλεγε «γιατί;» Με το λάδι έκαναν το σημείο του σταυρού στο μέτωπό του. Κάθισε για ένα λεπτό και ξαφνικά λέει:
– Τι ήταν αυτό που κάνατε; Καίει το χέρι μου λες και είναι στη φωτιά! – και δείχνει το χέρι του.
– Τι σχέση έχει το χέρι σου; Στο μέτωπο σε άλειψαν!
– Και εγώ σας λέω ότι το χέρι μου καίει λες και είναι στη φωτιά!
Πρέπει να αναφέρουμε ότι κάποτε, σε έναν καυγά, του είχαν κόψει τον τένοντα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ισιώνει το μικρό του δάχτυλο (τον ωτίτη). Ήταν συνέχεια λυγισμένο. Σιγά-σιγά το δάχτυλο αυτό ξεράθηκε. Σαν να φαινόταν ότι είναι μόνο το μικρό δάχτυλο, αλλά το χέρι του πλέον δεν είχε δύναμη. Δεν μπορούσε ούτε να σηκώσει πολύ βάρος ούτε να δουλέψει φυσιολογικά με τον καρπό του χεριού του…
Οπότε, το χέρι άρχισε να καίει. Κοιτάει: το μικρό του δάχτυλο, που για πολλά χρόνια ήταν ξερό και λυγισμένο, τώρα άρχισε να κινείται και να έχει ισιώσει!
Φανταστείτε έναν άγριο άντρα, που έχει ζήσει πολύ σκληρή ζωή, να τρέχει σαν παιδί, να δείχνει σε όλους το μικρό του δάχτυλο και από χαρά και συγκίνηση σχεδόν να κλαίει!
Έτρεχε χαρούμενος σε όλο το μοναστήρι. Φανταστείτε έναν άγριο άντρα, που έχει ζήσει πολύ σκληρή ζωή, να τρέχει σαν παιδί, να δείχνει σε όλους το μικρό του δάχτυλο και από χαρά και συγκίνηση σχεδόν να κλαίει!
Όπως καταλαβαίνετε, βαπτίστηκε αμέσως.
Τόσο ακαριαία μεταστροφή προς τον Θεό! Γιατί τόσο έλεος του προσέφερε ο Κύριος; Ποιος ξέρει… Μπορεί, κάποιος από τους δικούς του ανθρώπους, η μάνα του ή η γιαγιά του να προσεύχονταν πολύ για αυτόν… Η γερόντισσα Σεπφώρα τον λυπήθηκε. Με τις πρεσβείες της, όχι μόνο θεραπεύτηκε, αλλά και βαπτίστηκε, αφήνοντας όλες τις αμαρτίες του στο παρελθόν… Μπορεί, η γερόντισσα Σεπφώρα να είδε ότι στην ψυχή του υπάρχει κάτι καλό… Μπορούμε μόνο να υποθέτουμε. Αλλά το θαύμα ήταν ακαριαίο!
Δι' ευχών των Αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον ημάς!