Ο Γεώργιος Σινιακόβ γεννήθηκε το 1903, στο χωριό Πετρόβσκοε της Περιφέρειας Βορόνεζ. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Βορόνεζ. Εργάστηκε ως χειρουργός σε διάφορες δομές υγείας. Και την επόμενη της έναρξης του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου επιστρατεύτηκε. Το όπλο του δεν ήταν πολυβόλο ή τουφέκι. Ήταν το νυστέρι.
Η εργασιακή καθημερινότητα του Γεωργίου Σινιακόβ σε νοσοκομείο. Φωτογραφία: Μουσείο Ιστορίας της Ιατρικής στην πόλη Τσελιάμπινσκ.
Χειρουργός σε στρατόπεδο συγκέντρωσης
Για μερικούς μήνες ο Γεώργιος Σινιακόβ υπηρετούσε ως αρχιχειρουργός σε τάγμα υγειονομικού και ως στρατιωτικός γιατρός σε τάγμα υγειονομικού μεραρχίας τυφεκιστών. Στις αρχές του 1941, ο γιατρός συνελήφθη αιχμάλωτος στην περιοχή Κιέβου. Από εκείνη τη στιγμή αρχίζει το ανδραγάθημά του.
Αρχικά ο Γεώργιος Σινιακόβ βρέθηκε στο στρατόπεδο του Μπορίσπολ. Όμως, το Μάιο του 1942, τον μεταφέρουν στην Πολωνία, στο διεθνές στρατόπεδο συγκέντρωσης για αιχμαλώτους πολέμου στην πόλη Κιούστριν (τώρα Κόστσιν-ναντ-Οντριό), περίπου εκατό χιλιόμετρα από το Βερολίνο.
Εκεί αρχίζει να ασκεί την ειδικότητά του: τον τοποθετούν στο νοσοκομείο ως χειρουργό. Όχι, δεν απαιτούν από αυτόν να κακομεταχειρίζεται, να σκοτώνει και να κάνει μακάβρια πειράματα σε ανθρώπους. Καμιά ζωοτομία. Ο Σινιακόβ έπρεπε να θεραπεύει, μια και οι αιχμάλωτοι πολέμου ήταν απαραίτητοι στους Γερμανούς για να αποτελούν υγειές εργατικό δυναμικό. Εκτός από αυτό, οι Γερμανοί φοβούνταν ότι χωρίς επαρκή ιατρική περίθαλψη στο στρατόπεδο ήταν δυνατόν να προκληθούν επιδημίες λοιμωδών νόσων. Και οι φόβοι τους ήταν βάσιμοι.
Πριν επιτρέψουν στον γιατρό να χειρουργεί, τον αναγκάζουν να περάσει από εξετάσεις. Πραγματοποιεί γαστρεκτομή υπό την επίβλεψη επιτροπής που απαρτιζόταν από Γερμανούς, Γάλλους, Άγγλους και Γιουγκοσλάβους. Οι Γερμανοί προέρχονταν από τη διοίκηση του στρατοπέδου. Οι υπόλοιποι ήταν κρατούμενοι, όπως και ο ίδιος ο Γεώργιος Σινιακόβ.
Πέρασε με επιτυχία τις εξετάσεις και αρχίζει η εργασιακή καθημερινότητα. Η μια εγχείρηση διαδέχεται την άλλη. Ανάμεσα στους ασθενείς του Σινιακόβ είναι πολλοί αιχμάλωτοι με πολλά και διάφορα προβλήματα.
Ανάμεσα στους ασθενείς υπάρχουν και Γερμανοί. Για παράδειγμα, σώζει τη ζωή του γιού ενός από τα μέλη της Γκεστάπο, ο οποίος είχε καταπιεί κόκκαλο. Το αγόρι πνιγόταν, αλλά, για καλή του τύχη, ο γιατρός βρέθηκε δίπλα του.
Αφηγούνταν ότι, όταν η υπόθεση έληξε με επιτυχία, η μητέρα του παιδιού, που θεωρούνταν «καθαρόαιμη αρία», γονάτισε μπροστά στον Σινιακόβ και ασπάστηκε το χέρι του Ρώσου γιατρού.
Οι «νεκροί» που ζωντανεύουν
Υπαίθριο νοσοκομείο, Αύγουστος του 1943. Φωτογραφία: Νικόλαος Άσνιν / RIA Novosti
Σιγά-σιγά, η διοίκηση του στρατοπέδου άρχισε να εμπιστεύεται απολύτως το χειρουργό. Αυτός μπορούσε να κυκλοφορεί παντού, ακόμα και εκεί, όπου απαγορεύονταν αυστηρώς η πρόσβαση στους κρατούμενους. Οι φύλακες δεν ενοχλούσαν τον γιατρό. Εκτός από αυτό, λάμβανε ενισχυμένη μερίδα φαγητού με τέτοιες «λιχουδιές», που οι άλλοι κρατούμενοι δεν μπορούσαν ούτε να ονειρευτούν, για παράδειγμα, με χοιρινό λίπος.
Ωστόσο, ο Σινιακόβ δεν έτρωγε το λίπος, αλλά το αντάλλασσε με πατάτες και ψωμί. Για ποιο λόγο; Είναι πολύ απλό. Αφού με τις πατάτες και το ψωμί στο τέλος προέκυπτε μεγαλύτερη η μερίδα. Οπότε, ο γιατρός είχε τη δυνατότητα με αυτόν τον τρόπο να ταΐζει περισσότερους ασθενείς.
Ο ίδιος, μάλιστα, προσπαθούσε να τρώει πολύ λίγο, ώστε να μένει και για άλλους. Και αυτό παρά το γεγονός ότι ο γιατρός χειρουργούσε για 20 ώρες το εικοσιτετράωρο.
Στη συνέχεια τα γεγονότα άρχισαν να έχουν μια εντελώς απίστευτη εξέλιξη. Ο Σινιακόβ ανέπτυξε φιλία με τον διερμηνέα του στρατοπέδου, τον Γερμανό δεκανέα Γκέλμουτ Τσάχερ. Εκείνος είχε σπουδάσει στην ΕΣΣΔ και πριν από τον πόλεμο είχε παντρευτεί τη Ρωσίδα Κλάβντια Όσιποβα. Στη συνέχεια είχαν μετακομίσει στη Γερμανία. Όμως, ο ίδιος ο Τσάχερ, παρά τον πόλεμο, συνέχιζε να αγαπά τη χώρα μας και αντιμετώπιζε τους συμπατριώτες μας με μεγάλη συμπάθεια.
Το αεροπλάνο της πιλότου Άννα Αλεξάνδροβνα Γιεγκόροβα είχε χτυπηθεί τον Αύγουστο του 1944, στην περιοχή της Βαρσοβίας, στην 277η πτήση της. Με πολλαπλά εγκαύματα βρέθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Κιούστριν, όπου την περιέθαλψε και την έσωσε ο Γεώργιος Σινιακόβ. Φωτογραφία: wikipedia
Και να που μια φορά σε φιλική συζήτηση ο Σινιακόβ και ο Τσάχερ επινόησαν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο απόδρασης από το στρατόπεδο. Δεν επρόκειτο για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά για ολόκληρο σύστημα, για να μην πούμε βιομηχανία.
Ο Τσάχερ είχε το σχεδιασμό του δρομολογίου της απόδρασης και τον εφοδιασμό του κρατούμενου με όλα τα απαραίτητα και πρώτα από όλα, με χάρτη, ρολόι και πυξίδα. Ο Γεώργιος Σινιακόβ είχε την ευθύνη της ιατρικής πλευράς.
Τις περισσότερες φορές συνέβαινε το εξής. Ο Σινιακόβ, έχοντας απεριόριστη πρόσβαση σε οποιαδήποτε σκευάσματα και σε πάρα πολλές χημικές ουσίες, εφευρίσκει – ναι, ακριβώς αυτή είναι η λέξη – στο γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης αιχμαλώτων μια ειδική αλοιφή. Η συγκεκριμένη αλοιφή επούλωνε πλήρως τις πληγές που είχαν οι αιχμάλωτοι από το μέτωπο, αν και εξωτερικά φαινόταν ότι μέρα με τη μέρα αυτές χειροτέρευαν. Ο οργανισμός δήθεν δεν τα κατάφερνε.
Μετά από μερικές μέρες, ο ασθενής (πάλι με τη βοήθεια της χημείας και μετά από εξονυχιστικές οδηγίες) προσποιούνταν τον πεθαμένο. Ο Γεώργιος Φεόντοροβιτς διαπίστωνε επισήμως το θάνατο, υπέγραφε όλα τα απαραίτητα έγγραφα και στη συνέχεια «το πτώμα» μαζί με άλλους, όντως νεκρούς, το έριχναν σε ειδικό λάκκο.
Και από κει ο αιχμάλωτος έβγαινε, ακολουθώντας τις οδηγίες του Τσάχερ.
Ο Σινιακόβ μαζί με την πιλότο Άννα Γιεγκόροβα μετά τον πόλεμο. Φωτογραφία: Μουσείο Ιστορίας της Ιατρικής της πόλης Τσελιάμπινσκ
Παρεμπιπτόντως, ο ίδιος ο Τσάχερ, που μιλούσε άπταιστα πολλές γλώσσες, προειδοποιούσε τους κρατούμενους για τους καταδότες και τους προβοκάτορες.
Κάθε περίπτωση, βεβαίως, είχε το δικό της σενάριο. Για παράδειγμα, η δημοφιλής πιλότος Άννα Γιεγκόροβα ζήτησε να κρύψουν κάπου την κομματική της ταυτότητα και τα πολεμικά της παράσημα. Ο Τσάχερ τα έβαλε σε βάζο με δηλητήριο. Και μετά, σύμφωνα με το σχέδιο, έβαζαν την ειδική αλοιφή και τα λοιπά. Τελικά, η Άννα Εγκόροβα έζησε μέχρι τα 93 της.
Τον Ιλιά Ερενμπούργκ ο χειρουργός τον παρουσίαζε ως Ιλιά Μπελοούσοβ, επειδή με το πραγματικό του επίθετο δε θα μπορούσε να επιβιώσει. Τον έκρυβε τη μια στα λουτρά και την άλλη σε άλλους στρατώνες. Και μετά, ακολουθούσε η γνωστή προσποίηση του νεκρού.
Επίσης, ο γιατρός Σινιακόβ μοίραζε σοβιετικά φυλλάδια που ήταν αφιερωμένα στις επιτυχίες του Κόκκινου Στρατού. Με μοναδικό σκοπό τη θεραπεία, μια και αυτά τα φυλλάδια ανέβαζαν το ηθικό των τραυματισμένων και τους βοηθούσαν να θεραπευτούν.
Η απελευθέρωση
Οι αιχμάλωτοι στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Σταλάγκ III-A. Φωτογραφία: https://polzam.ru/
Αυτό συνεχιζόταν μέχρι τον Ιανουάριο του 1945. Όταν ο Κόκκινος Στρατός πλησίασε πολύ κοντά, οι ναζιστές αποφάσισαν να καταστρέψουν το στρατόπεδο. Το ένα μέρος των κρατουμένων το έστειλαν με τρένο δυτικά, στη Γερμανία. Το άλλο μέρος το έστειλαν προς την ίδια κατεύθυνση, αλλά με τα πόδια. Και ένα ακόμα μέρος, τους τραυματισμένους και τους ασθενείς, αποφάσισαν να τους αφήσουν στο Κιούστριν και να τους εξαφανίσουν. Από την οπτική της γερμανικής διοίκησης αυτοί οι αιχμάλωτοι πολέμου δεν είχαν καμία αξία και έπρεπε να εξαφανιστούν. Αυτοί ήταν περίπου 3000 άτομα.
Και πάλι ο Σινιακόβ ανέλαβε την υπόθεση, ακριβέστερα, τις διαπραγματεύσεις. Με κάποιο τρόπο κατάφερε και έπεισε τη διοίκηση του στρατοπέδου, ώστε τελικά αυτή η παρτίδα να παραμείνει εκεί χωρίς να τους εκτελέσουν. Και πολύ σύντομα, αυτοί με πολλή χαρά υποδέχτηκαν τον Σοβιετικό Στρατό. Οπότε, στο ενεργητικό του Γεώργιου Φεόντοροβιτς προστέθηκαν ακόμα 3000 ζωές που σώθηκαν.
Βέβαια, αυτός δεν τους μετρούσε. Είχε βοηθήσει να αποδράσουν μερικές εκατοντάδες.
Και ο Σινιακόβ ο ίδιος παρέμεινε στο στρατόπεδο. Μόνο που τώρα δεν ήταν στρατόπεδο και ο γιατρός δεν ήταν πια αιχμάλωτος πολέμου. Στο νοσοκομείο πλέον οργανώνει στρατιωτικό νοσοκομείο για Σοβιετικούς στρατιώτες. Και ήδη τα επόμενα εικοσιτετράωρα (και πάλι δουλεύει μέρα και νύχτα) κάνει εγχειρήσεις σε εβδομήντα στρατιώτες.
Και μετά, ως στρατιωτικός γιατρός πλέον, φεύγει μαζί με τον Στρατό του προς τα δυτικά. Φτάνει μέχρι το Βερολίνο, όπου και έβαλε την υπογραφή του στο Ράιχσταγκ κιόλας.
Μετά από αυτό, ο γιατρός μπήκε στην πρώτη μπιραρία που βρήκε στο δρόμο και παρήγγειλε μια μπίρα. Ο ίδιος δεν έπινε μπίρες, αλλά στο στρατόπεδο ένας Σοβιετικός αιχμάλωτος είχε υποσχεθεί στο Γερμανό αξιωματούχο ότι θα πίνει μπίρες στο Βερολίνο για να γιορτάσει τη Νίκη. Αργότερα ο συγκεκριμένος κρατούμενος εξαφανίστηκε.
Οπότε, αντί για εκείνο τον κρατούμενο ο γιατρός ήπιε αυτήν την μπίρα.
Μετά τον πόλεμο
Ο γιατρός Γεώργιος Φεόντοροβιτς Σινιακόβ, μέχρι το 1972, ήταν επικεφαλής του Χειρουργικού Τμήματος σε Εργοστάσιο Τρακτέρ (τώρα νοσοκομείο № 8 της πόλης Τσελιάμπινσκ). Φωτογραφία: https://polzam.ru/
Θα ανέμενε κανείς πως, μετά από όλα αυτά που συνέβησαν, ο Σινιακόβ θα αποκτούσε μεγάλη δόξα. Κάτι τέτοιο δε συνέβη.
Μέχρι το 1946, υπηρετούσε στο Στρατό. Μετά την αποστράτευση, πήγε στην πόλη Τσελιάμπινσκ. Άρχισε να δουλεύει ως επικεφαλής του Υγειονομικού Τμήματος σε Εργοστάσιο Τρακτέρ της πόλης Τσελιάμπινσκ. Το 1972, άλλαξε και ανέλαβε μια πιο ανάλαφρη θέση, ως αναπληρωτής στον Τομέα Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο του Τσελιάμπινσκ. Και μετά από δύο χρόνια βγήκε στη σύνταξη.
Βέβαια, το 1961, στη «Λογοτεχνική Εφημερίδα» δημοσιεύτηκε άρθρο αφιερωμένο στην Άννα Γιεγκόροβα. Σε αυτό η πιλότος μιλούσε για τον σωτήρα της. Τον Σινιακόβ τότε τον κάλεσαν στην πρωτεύουσα. Κατάφεραν να μαζέψουν ακόμα μερικούς πρώην κρατούμενους που χρωστούσαν τη ζωή τους στο Σινιακόβ. Η συνάντηση ήταν καλή, αλλά δεν είχε συνέχεια.
Μετά από αυτό, ο γιατρός Σινιακόβ εκλέχτηκε βουλευτής του Συμβουλίου της πόλης Τσελιάμπινσκ, αλλά δεν απέκτησε δόξα, όπως, για παράδειγμα, τη δόξα του Αλέξέϊ Μαρέσιεβ. Δεν του πρόσφεραν ούτε το Αστέρι του Ήρωα.
Στη Σοβιετική Ένωση τους πρώην αιχμαλώτους τους αντιμετώπιζαν με καχυποψία. Ήταν δυνατόν να τον φυλακίσουν κιόλας. Τουλάχιστον, ζούσε σε πρωτεύουσα της Περιφέρειας, ήταν βουλευτής και είχε μια διοικητική θέση.
Μέχρι το 1961, οι κάτοικοι της πόλης Τσελιάμπινσκ δεν μπορούσαν να φανταστούν τι σπουδαίος άνθρωπος ζει στην ίδια πόλη. Ο Σινιακόβ δε μιλούσε ιδιαίτερα για το πολεμικό του παρελθόν. Κατά πως φαίνεται και από σεμνότητα και για λόγους προσωπικής ασφάλειας. Όταν, όμως, οι άνθρωποι έμαθαν για αυτόν και άρχισαν να εκφράζουν το θαυμασμό τους, αυτός επαναλάμβανε μόνο ότι «η νίκη δεν επιτεύχθηκε με την αιχμαλωσία» και ότι ο ίδιος έκανε μόνο το καθήκον του.
***
Ο γιατρός με τους φίλους του. Φωτογραφία: https://polzam.ru/
Όταν κοιτάς τη φωτογραφία του Σινιακόβ, εκπλήσσεσαι για την τόσο απλή εμφάνιση που είχε, καθόλου ηρωική. Δε μοιάζει ούτε με τον Τσε Γκεβάρα ούτε με τον Τζουζέπε Γαριβάλδη. Ούτε μοιάζει με τον Μίνιν και τον Ποζάρσκιϊ. Μπροστά μας βλέπουμε κάποιον που μοιάζει με έναν απλό λογιστή ή μηχανικό σε ένα απλό Επιστημονικό Ερευνητικό Ινστιτούτο.
Αλλά αυτός ο «λογιστής» είχε κάνει απίστευτο ανδραγάθημα. Και αυτό το έκανε σε διάρκεια ετών, ρισκάροντας τη ζωή του κάθε λεπτό και όντας σε συνεχή ένταση. Για αυτό το ανδραγάθημα θα μπορούσε κανείς να γυρίσει μια ταινία πιο συναρπαστική από την ταινία με το ανδραγάθημα του θρυλικού Όσκαρ Σίντλερ.
Δεν την γύρισαν.
Ο Γέωργιος Σινιακόβ πέθανε το 1978. Ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο «Ουσπένσκοε» της πόλης Τσελιάμπινσκ.