Ποια είναι η διαφορά μεταξύ του πρωτόγραφου (ακριβούς αντιγράφου) μιας εικόνας και των αντιγράφων αυτής; Πώς αναπτύσσεται η εκκλησιαστική τέχνη της αγιογραφίας στα πλαίσια της παράδοσης; Μιλάμε με τον αγιογράφο Μιχαήλ Σεβτσόφ, επικεφαλής του εργαστηρίου «Φόρμα». Ο Μιχαήλ και οι βοηθοί του, εργάζονται για την αγιογράφηση τριών εικόνων για την εκκλησία Ζνάμενσκι της Μονής Νοβοσπάσκι. Με την ολοκλήρωση της διευθέτησής του, η θαυματουργή εικόνα της Μητέρας του Θεού «Βσετσαρίτσα» («Παντάνασσα») θα μεταφερθεί από τον Καθεδρικό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος σε αυτόν το ναό. Μία από τις φόρμες στις οποίες εργάζεται ο Μιχαήλ και οι βοηθοί του, θα είναι το ακριβές αντίγραφο της εικόνας της «Παντάνασσας». Αλλά όχι αρκετά συνηθισμένη.
Ο Μιχαήλ Σεβτσόφ – Μιχαήλ, εργάζεστε με μια ενδιαφέρουσα εικόνα. Αυτή αποτελεί ένα πρωτόγραφο της θαυματουργής εικόνας της «Παντάνασσας», αλλά το αντίγραφό της, δεν είναι ακριβές: η εικόνα της Θεομήτορος πλαισιώνεται από εικόνες αγγέλων και προσευχόμενων ανθρώπων. Παρακαλώ, πείτε μας για αυτό το έργο. Γιατί καρποφόρησε μια τέτοια σύνθεση;
– Αγιογραφούμε τρεις εικόνες για την εκκλησία Ζνάμενσκι. Εκτός από το αντίγραφο της «Παντάνασσας», είναι και οι εικόνες του καθεδρικού ναού των Αγίων της Μόσχας και των Αγίων Πάντων. Ο τοποτηρητής της Μονής Νοβοσπάσκι, δεσπότης Διονύσιος, μας έθεσε ένα δημιουργικό καθήκον: αυτές οι εικόνες δεν πρέπει να είναι αντίγραφα των πρωτογράφων (ακριβών αντιγράφων). Μας προσέφερε σκίτσα συνθέσεων και τα ζωντανέψαμε με την καθοδήγηση των πιο έγκυρων και έμπειρων καθηγητών της Σχολής Εικονογραφίας της Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας. Συγκεκριμένα, με τον αρχιμανδρίτη Λουκά (Γκόλοβκοφ), έναν από τους καλύτερους σύγχρονους ειδικούς στην εικονογραφία. Όσο για το αντίγραφο της «Παντάνασσας», θα τοποθετηθεί στη θέση της θαυματουργής εικόνας, όταν βγει για την πομπή ή θα τοποθετηθεί στο αναλόγιο για τη λατρεία των πιστών. Αγιογράφησα την εικόνα της «Παντάνασσας» μεταξύ δύο Αρχαγγέλων, οι οποίοι την συνόδευαν στον κόσμο. Αυτοί είναι ο Ραφαήλ, στον οποίο παραδοσιακά προσεύχονται για τη θεραπεία ασθενειών, και ο Σελαφιήλ, του οποίου το όνομα μεταφράζεται στα ρωσική γλώσσα ως «προσευχητάριο του Θεού». Ο λόγος για την επιλογή αυτών των Αρχαγγέλων είναι προφανής, επειδή πολλοί άνθρωποι που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων και νεοπλασιών, προσέρχονται στην «Παντάνασσα» για να προσευχηθούν για τη θεραπεία τους. Στο κάτω μέρος της σύνθεσης, γράψαμε τα ονόματα του Αγιοτάτου Πατριάρχη Αλεξίου Β' και του εφημέριου της Μονής Νοβοσπάσκι, δεσπότη Αλεξίου (Φρολόβ), με την ευλογία των οποίων το ακριβές αντίγραφο της «Παντάνασσας» μεταφέρθηκε από το Άγιο Όρος στη Μόσχα, στη Μονή Νοβοσπάσκι το 1997.
Η εικόνα της Θεομήτορος «Παντάνασσας», που βρίσκεται στη μονή Νοβοσπάσκι – Αποδεικνύεται μια πολύ ενδιαφέρουσα εικονογράφηση. Πόσο παραδοσιακή είναι;
– Η ιστορία της εκκλησιαστικής τέχνης περιλαμβάνει ανάλογες εικόνες. Για παράδειγμα, οι εικόνες του Σωτήρος Αχειροποιήτου, που κρατείται από αγγέλους, είναι αρκετά συνηθισμένες. Αλλά, η παράδοση της εικονογράφησης πάνω στις εικόνες, ανθρώπων που δεν δοξάστηκαν ως πρόσωπα αγίων, έφτασε σε μας από το Βυζάντιο, όπου οι φιγούρες ευεργετών ναών που στέκονταν ενώπιον του Χριστού ή της Θεομήτορος τοποθετήθηκαν σε εικόνες, τοιχογραφίες και ψηφιδωτά. Συνήθως, απεικονίζονται σε πολύ μικρότερη κλίμακα από τις κύριες μορφές, χωρίς φωτοστέφανα και γονυπετείς, προσευχόμενοι. Ένα από τα πιο διάσημα βυζαντινά παραδείγματα, είναι ένα ψηφιδωτό του 14ου αιώνα στο ναό της Μονής της Χώρας κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Απεικονίζει τον Θεόδωρο Μετοχίτη1, τον κτήτορα που το έχτισε. Κρατάει συγκινητικά αυτή την εκκλησία στα χέρια του και υποκλίνεται μπροστά στον Σωτήρα Χριστό, σαν να Του προσφέρει απλόχερα το δώρο του.
Η εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου του Βλαντίμιρ – Η πρακτική της δημιουργίας ενός αντιγράφου, ώστε μετέπειτα να τοποθετηθεί στη θέση μιας θαυματουργής εικόνας, ήταν διαδεδομένη στην αρχαιότητα;
– Ναι. Παρεμπιπτόντως, χάρη σε αυτήν, εμφανίστηκαν δύο πολύ ενδιαφέροντα αντίγραφα της εικόνας της Υπεραγίας Θεοτόκου του Βλαντιμίρ. Όπως είναι γνωστό, διατέθηκε στο Βλαντιμίρ, το οποίο ήταν τότε, το κέντρο της Βόρειας Ρωσίας. Τον 15ο αιώνα, η πρωτεύουσα άρχισε να μετακινείται σταδιακά στη Μόσχα: ο Μητροπολίτης, και το πριγκηπικό αυλαρχείο μετακόμισαν. Η εικόνα, εκείνη την εποχή, μεταφερόταν σε μια πόλη, στη συνέχεια σε μια άλλη. Κατά συνέπεια, ενώ η θαυματουργή εικόνα ήταν στη Μόσχα, ένα αντίγραφό της τοποθετήθηκε στη θέση της στο Βλαντιμίρ και αντίστροφα. Κατά πάσα πιθανότητα, αυτά τα αντίγραφα δημιουργήθηκαν, είτε λίγο, είτε πολύ, από τους Αντρέι Ρουμπλιόφ και Ντανιήλ Τσέρνι. Σήμερα, η εικόνα που αποδίδεται στον Άγιο Ανδρέα, βρίσκεται στο Μουσείο Καλών Τεχνών στο Βλαντιμίρ και το αντίγραφο της εικόνας του Ντανιήλ Τσέρνι βρίσκεται στον Καθεδρικό Ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου του Κρεμλίνου της Μόσχας.
– Εξετάζοντας το πρωτότυπο της εικόνας του Βλαντιμίρ και τα αντίγραφά της που δημιουργήθηκαν από μεγάλους αγιογράφους, παρατηρεί κανείς μια σημαντική διαφορά μεταξύ των τριών εικόνων.
– Θα πρέπει να υπάρχει, επειδή το πρωτότυπο δεν είναι αντίγραφο. Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε πρακτική αντιγραφής. Η δημιουργία ακριβούς αντιγράφου, προϋποθέτει την ακριβή τήρηση της εικονογραφίας της αρχικής εικόνας: τη θέση των μορφών, τη σύνθεση, τη δομή των χρωμάτων.
Το ακριβές αντίγραφο, δεν αντιγράφεται, η εικόνα δεν επαναλαμβάνει το πρωτότυπο, αντανακλά την κατανόησή του από τον αγιογράφο. Ο Κύριος συμμετέχει στη ζωγραφική της εικόνας, εμπνέοντας τον καλλιτέχνη
Αλλά η εικόνα δεν επαναλαμβάνει με ακρίβεια το πρωτότυπο, αντικατοπτρίζει την κατανόησή της από τον εικονογράφο. Γιατί είναι αποδεκτό αυτό; – Επειδή, κάθε άτομο, είναι μια εικόνα και ομοίωση του Δημιουργού. Ο Κύριος δημιουργεί μέσω του ζωγράφου: συμμετέχει στη ζωγραφική της εικόνας, εμπνέοντας τον καλλιτέχνη. Αποδεικνύεται η συνέργεια, η συνεργασία του Θεού και του ανθρώπου. Χάρη σε αυτή, η εκκλησιαστική τέχνη αναπτύσσεται, ενώ παραμένει μέσα στην ορθόδοξη παράδοση. Έτσι ήταν, κι όταν ο μοναχός Αντρέι Ρουμπλιόφ αγιογράφησε ένα ακριβές αντίγραφο της εικόνας του Βλαντιμίρ. Η ερμηνεία του προσώπου, των ενδυμάτων, της σιλουέτας, ακόμη και του συνδυασμού των χρωμάτων είναι λίγο διαφορετική από ό,τι στο πρωτότυπο. Και αν συγκρίνουμε τα ακριβή αντίγραφα των δύο μεγάλων σύγχρονων αγιογράφων: του Αντρέι Ρουμπλιόβ και του Ντανιήλ Τσέρνι, τότε αυτά, επίσης, είναι διαφορετικά. Οι ιστορικοί τέχνης, υποστηρίζουν εδώ και πολύ καιρό, γιατί υπάρχουν δύο ουσιαστικά παρόμοιες εικόνες που διαφέρουν τόσο πολύ μεταξύ τους. Θεώρησαν, ότι εικονογραφήθηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές – αλλά χάρη σε μια πρόσφατη έρευνα (πριν από 10 χρόνια), τέθηκε τέλος στο ζήτημα. Τα ακριβή αντίγραφα της εικόνας του Βλαντιμίρ αγιογραφήθηκαν ταυτόχρονα, αλλά οι δύο μεγάλοι ζωγράφοι, τα δημιούργησαν με τον τρόπο με τον οποίο ο καθένας από αυτούς αντιλήφθηκε την εικόνα.
Η εικόνα της Μητέρας του Θεού «Παντάνασσας», που βρίσκεται στη μονή Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους – Η «Παντάνασσα» κατέχει μια αυστηρή Βυζαντινή όψη, που είναι άμεσα προφανής: είναι αγιογραφημένη στο Άγιον Όρος, μα αντικρύζοντας τα ακριβές αντίγραφο, με το οποίο εσείς δουλεύετε, αισθάνεται κανείς, ότι είναι αγιογραφημένη από Ρώσο καλλιτέχνη.
– Σε αυτό το έργο, εστιάζω στα δείγματα που σχετίζονται με το έργο του αγίου Αντρέι Ρουμπλιόφ. Θα ήταν αξιοπερίεργο, αν ολόκληρο το περιβάλλον διαμορφωνόταν με την τεχνοτροπία της Ρωσίας των αρχών του 15ου αιώνα και η εικόνα της Θεομήτορος ζωγραφιζόταν με διαφορετική. Πρέπει να τηρείται η τεχνοτροπία. Επομένως, η εικόνα της «Παντάνασσας» εκτελείται σε κοινή τεχνοτροπία καθ’ολοκληρίαν με την εικόνα. Ωστόσο, αυτή είναι μια πολύ προσεκτική ερμηνεία. Έχουμε αλλάξει ελαφρώς την ζωγραφική του προσώπου και των πτυχών του, το κάναμε πιο απαλό, πιο κοντά στη ρωσική εικονογραφία. Και η ίδια η φιγούρα, τα χρώματα – όλα παρέμειναν ακριβώς, όπως στην παραδοσιακή βυζαντινή μορφή.
– Αποδεικνύεται ένα μοναδικό έργο: ως προς την τεχνοτροπία, πλησίον του 15ου αιώνος, απεικονίζονται σε αυτό, όχι μόνο οι Αρχάγγελοι, αλλά και οι άνθρωποι τους οποίους είδαμε ζώντες και η μορφή της Θεομήτορος, έργο πρωταρχικά ελληνικό.
– Φυσικά, αυτό εξακολουθεί να είναι το στυλ του αιώνα μας, γιατί εμπνεόμαστε μόνο από το έργο του αγίου Αντρέι Ρουμπλιόφ. Δεν έχουμε σκοπό να μιμηθούμε τις εικόνες του 15ου αιώνα, επειδή αντιλαμβανόμαστε την εικονογραφία ως ζωντανή γλώσσα, ως μια ζωντανή εκκλησιαστική τέχνη.
Σκίτσο της εικόνας των «Αγίων Πάντων» για τον ναό Ζνάμενσκι – Ας συζητήσουμε για την εικονογράφιση των εικόνων των Αγίων Πάντων και πασών των Αγίων της Μόσχας που δημιουργεί το εργαστήριό σας για την εκκλησία Ζνάμενσκι. Είναι κι αυτή ασυνήθιστη;
– Οι εικονογράφοι που ζωγραφίζουν την εικόνα των Αγίων Πάντων, συνήθως επικεντρώνονται στην εικόνα που βρίσκεται στη Πινακοθήκη Τρετιακόφ. Οι Άγιοι του Θεού χωρίζονται σε τάξεις σε αυτήν: μάρτυρες, άγιοι, όσιοι... στέκονται μπροστά στον Θρόνο της Ετοιμασίας, πάνω από τον οποίο υπάρχει η τάξη της Δέησης: ο Σωτήρας με τη Θεοτόκο και τον Ιωάννη τον Πρόδρομο να προσεύχονται ενώπιόν Του. Αυτή την εικονογράφηση την έχουμε ελαφρώς αλλάξει. Στο κέντρο, αντί του Θρόνου της Ετοιμασίας, αγιογραφήσαμε τη Μητέρα του Θεού που περιβάλλεται από αγγέλους. Ενώ, μπροστά της γονατιστοί στέκονται οι άγιοι, Σέργιος του Ραντόνεζ και Σεραφείμ του Σάρωφ, με τα προσευχητάριά τους δια χειρός για τη Ρωσία. Στην κορυφή απεικονίζεται ο Σωτήρας – ο Σωτήρας εν δυνάμει, και από την πλευρά Του, όπως τοποθετούνται στη σειρά Δέησης του τέμπλου: η Παναγία, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής και δύο Αρχάγγελοι ... και κάτω είναι οι Άγιοι κατά τάξιν. Επίσης, σε αυτή την εικόνα έχουμε ζωγραφίσει έναν ναό – ένα σύμβολο της Ουράνιας Ιερουσαλήμ, όπου κατοικούν οι Άγιοι. Αποδεικνύεται, ότι έχουμε συνδυάσει δύο εικόνες: «Ἐπὶ σοὶ χαίρει» – της δόξας της Υπεραγίας Θεοτόκου και της σύναξης των Αγίων Πάντων. Αυτή ήταν η επιθυμία του παραγγέλοντος και η ενσάρκωση αυτής της επιθυμίας, στην αναζήτηση της οποίας μας βοήθησε ο πατέρας Λουκάς. Η ιδέα της εικόνας μας είναι η εξής: ολόκληρη η Εκκλησία στη γη, υποκλίνεται στον Ουράνιο Βασιλέα.
Και στην εικόνα των Αγίων της Μόσχας, στο κέντρο, βρίσκεται η εικόνα της Θεομήτορος του Βλαντιμίρ – αυτή η εικόνα της Παναχράντου, μπορεί να ονομαστεί ως η καρδιά όλης της ρωσικής αγιότητας. Οι Άγιοι του Θεού, που πραγματοποίησαν το κατόρθωμά τους στην Πρωτόθρονη Μόσχα, από την αρχαιότητα έως τον εικοστό αιώνα, υποκλίνονται σε αυτήν: ο ευλογημένος πρίγκιπας Ντανιήλ της Μόσχας, ο Βασιλόπαις Ντμίτρι, οι άγιοι της Μόσχας, οι ευλογηθέντες, οι όσιοι ... είναι επίσης διατεταγμένοι, σύμφωνα με το τυπικό της αγιοκατάταξής τους.
Σκίτσο της εικόνας «Σύναξις των Αγίων της Μόσχας» για τον ναό Ζνάμενσκι – Βρίσκεστε στο Σέργκιεβ Ποσάντ, αποφοιτήσατε από τη Σχολή Εικονογραφίας της ΘΑΜ (Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας). Το εργαστήριο «Φόρμα» συνεχίζει τις παραδόσεις της;
– Η Σχολή Εικονογραφίας της Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας, μας έχει δώσει πολλά. Οι φοιτητές της, είναι συνεχώς αφοσιωμένοι στην αρχαία ρωσική τέχνη. Αυτό διευκολύνεται από την ίδια την αρχιτεκτονική της Λαύρας της Αγίας Τριάδας του Αγίου Σεργίου: συγκεκριμένα, από τον καθεδρικό ναό της Αγίας Τριάδας, όπου έχει διατηρηθεί το τέμπλο με τις εικόνες του Αγίου Αντρέι Ρουμπλιόφ – μπορεί να εισέλθει κανείς σε αυτό και να δει, πώς έμοιαζε ο ναός τον 15ο αιώνα. Υπάρχουν πολλά μουσεία στη Λαύρα: το σκευοφυλάκιο, το εκκλησιαστικό αρχαιολογικό αρχειοφυλακείο... και, βέβαια, είναι πολύ σημαντικό οι φοιτητές να υποβάλλονται σε πρακτική αντιγραφής στα μουσεία της Λαύρας και στη συνέχεια σε άλλα μουσεία στη Ρωσία, ακόμη και στον υπόλοιπο κόσμο. Χάρη σε όλα αυτά, υπάρχει μια γρήγορη εμβάπτιση στη γλώσσα της αγιογραφίας. Μελετώντας στη Θεολογική Ακαδημία, αποκτήσαμε πολύτιμη εμπειρία, την οποία μεταλαμπαδεύουμε με ευγνωμοσύνη στο έργο μας.
– Μιχαήλ, κατά τη γνώμη σας, ποιο είναι το κύριο πράγμα στο έργο ενός εικονογράφου;
– Μία από τις βασικές αρχές του εργαστηρίου μας είναι η προσέγγιση του ναού ως ενιαίου ιερού χώρου, όπου τα πάντα: αρχιτεκτονική, εικονογραφία, αγιογράφηση, εσωτερική διακόσμηση – είναι ένα ενιαίο σύνολο, που δημιουργείται για να βοηθήσει ένα άτομο στην προσευχή. Όπως, ίσως έχετε ήδη καταλάβει, από τη συνομιλία μας, η αγαπημένη μας τεχνοτροπία, από την οποία εμπνεόμεθα πολύ συχνά, είναι η ρωσική εικονογραφία του 15ου αιώνα, η εποχή του αγίου Αντρέι Ρουμπλιόφ. Αλλά το εργαστήριό μας, λειτουργεί, επίσης και στο βυζαντινό στυλ, είχαμε επίσης εμπειρία ζωγραφικής εικόνων σε ρωμαϊκό και παλαιοχριστιανικό στυλ. Είμαστε κοντά και ενδιαφερόμαστε για όλη την ποικιλομορφία της εκκλησιαστικής τέχνης και του πολιτισμού.
– Γιατί ονομάσατε το εργαστήριο «φόρμα»;
– Το εργαστήριό μας ονομάζεται «Φόρμα» επειδή η ίδια η εικονογραφία έγινε δυνατή, ακριβώς, επειδή ο Κύριος ενσαρκώθηκε. Απέκτησε σώμα – δηλαδή μια μορφή, ορατή και απεικονίσιμη. Επομένως, στην Παλαιά Διαθήκη, ήταν αδύνατο να απεικονιστεί ο Θεός, αλλά στη Νέα, αυτό κατέστη δυνατόν. Η ίδια η εικονογραφία μαρτυρεί την ενσάρκωση του Θεού.
– Εργάζεστε σε διαφορετικά στυλ, αλλά σίγουρα με τέμπερα – ορυκτά χρώματα, τα οποία, σύμφωνα με την αρχαία τεχνολογία, αραιώνονται με κρόκο αυγού. Γιατί;
– Η τέμπερα έχει πολύ ενδιαφέρουσες καλλιτεχνικές ιδιότητες. Λόγω του γεγονότος, ότι τα ορυκτά αραιώνονται στον κρόκο αυγού, τα σωματίδια της χρωστικής ουσίας αιωρούνται στο προκύπτον γαλάκτωμα. Επομένως, το χρώμα είναι ημιδιαφανές, το ένα στρώμα του λάμπει μέσα από το άλλο. Αυτό μας επιτρέπει να δημιουργήσουμε σύνθετα εικονογραφικά εφέ: μια ζεστή υπένδυση (αστάρι) και μια κρύο χροιά (χρώμα) στην κορυφή ... χάρη σε αυτό, ο εικονογράφος μπορεί να επικαλύψει ολόκληρη την εικόνα με τρία ή τέσσερα κύρια χρώματα. Ενώ η εργασία συνεχίζεται, φαίνεται ότι η ζωγραφιά θα είναι πολύ ασκητική – αλλά στο τέλος, με τις κοπές, η εικόνα αποδεικνύεται αρκετά πολύχρωμη, κομψή και ευγενής, καθώς τα χρώματα φαίνονται διαφορετικά μέσα σε διαφορετικούς συνδυασμούς. Για παράδειγμα, δύο ρούχα είναι βαμμένα στο ίδιο χρώμα, αλλά οι πτυχές πάνω τους είναι βαμμένες με διαφορετικές χρωστικές – προκύπτει μια ποικιλία, όπου το κύριο χρώμα φαίνεται απολύτως διαφορετικό. Μερικοί καλλιτέχνες δεν το καταλαβαίνουν αυτό. Κοιτάζουν την αρχαία εικόνα και σκέφτονται: «Ω, πόσο φωτεινή και πολύχρωμη είναι!’ – και αρχίζουν να επικαλύπτουν τα πάντα ξεχωριστά. Αυτό αποδεικνύεται σαν παιδικό βιβλίο ζωγραφικής: δεν υπάρχει ευγένεια που προσιδιάζει στην αρχαία εικόνα. Στην ελαιογραφία, η φόρμα σμιλεύεται με μικρές πινελιές, χάρη στον συνδυασμό τους και γεννιέται ένα καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Αλλά, στην εικονογραφία της τέμπερας, δημιουργείται μια γραφική πορεία με την επικάλυψη του ενός στρώματος πάνω στο άλλο: μεγάλα τεμάχια βάφονται με ένα χρώμα, μετά με ένα άλλο, και στη συνέχεια εισάγονται οι μικρολεπτομέρειες – αυτό ονομάζεται «κοπή». Ενθυμούμαι ένα ευτράπελο περιστατικό. Στη Σχολή Εικονογραφίας της ΘΑΜ, η πρακτική πραγματοποιείται σε μουσεία. Όταν ήμουν φοιτητής, με έστειλαν στο Ερμιτάζ, όπου αντέγραψα μια εικόνα σε πράσινο φόντο. Για να περιπλέξω την απόχρωση, πρόσθεσα ροζ στο αστάρι (υπένδυση). Και έτσι, φανταστείτε να έχετε πράσινο στην εικόνα και ροζ στο ταμπλό μου. Και τότε, οι Ιταλοί τουρίστες που επισκέπτονταν, κοιτάζοντας όλα αυτά, δεν μπορούσαν να καταλάβουν τίποτα για κάποιο χρονικό διάστημα, ενώ στη συνέχεια έδιναν την ετυμηγορία τους: «Αχ, αχρωματοψία, αχρωματοψία!» Τότε, επικάλυψα αυτό το ροζ με πράσινο και προέκυψε ένα βαθύ ευγενές χρώμα. Και αν ξεκινούσα αμέσως με πράσινο, θα έμοιαζε με σηματοδότη. Λόγω των ασταρωμάτων, επιτυγχάνουμε ένα ευγενές αποτέλεσμα. Στην ελαιογραφία, αυτό δεν θα λειτουργήσει, διότι υπάρχουν άλλες τεχνικές. Επιπλέον, εικόνες ζωγραφισμένες σε τέμπερα, προσφέρονται καλύτερα για αποκατάσταση, από αυτές που δημιουργούνται σε λάδι και άλλες τεχνικές. Μπορούν να διατηρηθούν για αιώνες. Μπορείτε να αφαιρέσετε το σκοτεινό βερνίκι και να εφαρμόσετε ένα νέο – η ζωγραφιά δεν θα τρωθεί από αυτό.