Το 2023 η Ιερά Μονή των Θεοφανείων Κουτσέινσκι γιορτάζει την επέτειο των 400 χρόνων από την ίδρυσή της. Κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου, στη λευκορωσική πόλη Όρσα, εις ανάμνησιν της ίδρυσης εκεί του μοναστηριού το 1623 και προς τιμήν της Εικόνας της Παναγίας της Όρσα, πραγματοποιήθηκαν επίσημες ακολουθίες, λιτανείες και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Ποια είναι η ιστορία και πώς ζει σήμερα αυτή η παλιά και μοναδική Λαύρα της Λευκορωσίας;
Ο Ιερός Ναός της Αγίας Τριάδος
Στη δεκαετία του 1620, κοντά στον Καθεδρικό Ναό των Θεοφανείων χτίστηκε μία ξύλινη εκκλησία, προς τιμήν της Καθόδου του Αγίου Πνεύματος. Με το πέρασμα του χρόνου ο ξύλινος ναός διαλύθηκε και στα θεμέλιά του χτίστηκε ένας πέτρινος. Για κάποιο χρονικό διάστημα ήταν διώροφος, αλλά μετά την ανοικοδόμηση, το 1868, έγινε ξανά ισόγειος. Την ίδια χρονιά έγινε ο αγιασμός του ναού και αφιερώθηκε στην Αγία Ζωοδόχο Τριάδα.
Όταν το 1920 το μοναστήρι έκλεισε, ο ναός παραδόθηκε σε κάποιον συνεταιρισμό για την κοινή καλλιέργεια της γης και μετατράπηκε σε αποθήκη λιπασμάτων. Όλες οι τοιχογραφίες, φυσικά, καταστράφηκαν. Ο σοβάς είχε απορροφήσει τις μυρωδιές των λιπασμάτων και ως αποτέλεσμα κατά την αποκατάσταση έπρεπε ν’ αφαιρεθεί εντελώς.
Στις αρχές του 1980 ο ναός είχε φθάσει στα όρια της αποσάθρωσης, η στέγη του είχε καταρρεύσει και οι αρχές άρχισαν να σκέφτονται να κατεδαφίσουν όλα τα μισοερειπωμένα κτήρια του πρώην μοναστηριού.
Παρά ταύτα, διασώθηκε. Οι κάτοικοι της πόλης, καθώς και τα μέλη της ορθόδοξης στρατιωτικής-πατριωτικής λέσχης "Ρούσιτσι", καθώς και όλοι όσοι δεν ήταν αδιάφοροι για τη μοίρα του, απευθύνθηκαν στις αρχές της Όρσα, με αίτημα να τους παραδοθούν τα ερείπια του μοναστηριού, με στόχο την αποκατάστασή του. Και το πλέον σημαντικό: Η αποκατάσταση ξεκίνησε με τα χέρια εκείνων που προστάτευσαν αυτόν τον παλιό ναό από την καταστροφή.
Το 1990, το κτήριο του ναού της Αγίας Τριάδας παραδόθηκε στους πιστούς. Επίσης, καταχωρήθηκε η ενοριακή κοινότητα. Μετά από 2 χρόνια, με απόφαση της Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Λευκορωσίας, έγιναν τα εγκαίνια του μοναστηριού Κουτσέινσκι. Το 1993, μετά από επισκευαστικά και κατασκευαστικά έργα, οι ακολουθίες ξανάρχισαν στον ναό.
Η αναστήλωσή του ολοκληρώθηκε το 1994, με κρατική οικονομική υποστήριξη. Όμως οι ειδικοί, εντεταλμένοι από την κυβέρνηση, άλλαξαν την ιστορική εμφάνιση της εκκλησίας: Το κτήριο έχει πλέον έντονα στοιχεία μπαρόκ αρχιτεκτονικής.
Ο Ναός της Αγίας Τριάδος, έτος 2023
Τη δόξα του Κουτσέινο αποτελούν οι άνθρωποί του
Στις αρχές του 17ου αιώνα η δόξα της Λαύρας Κουτσείνο ήταν μεγάλη! Χάρη στους μοναχούς της, το φως της Ορθοδοξίας και της πνευματικής διαφώτισης απλώθηκε από εκεί σε όλες της περιοχές της Λευκής Ρωσίας.
Χάρη στους μοναχούς της, το φως της Ορθοδοξίας και της πνευματικής διαφώτισης απλώθηκε από εκεί σε όλες της περιοχές της Λευκής Ρωσίας.
Ταυτόχρονα, οι τεχνίτες της Όρσα δόξασαν το μοναστήρι με τα «χρυσά τους χέρια».
Επίσης ο τυπογράφος Σπιριντόν Σόμπολ, κάτοικος της πόλης Μογκιλιόβ, συνέβαλε σημαντικά στην υπόθεση της πνευματικής διαφώτισης του λαού. Το 1630 έφτασε στην Όρσα και δημιούργησε ένα τυπογραφείο στο μοναστήρι Κουτσέινσκι.
Την ίδια χρονιά εκδόθηκαν τα πρώτα βιβλία: «Πνευματική τροφή» («Μπράσνο ντουχόβνοε») και «Προσευχητάρι». Το 1631 βγήκε το περίφημο «Αλφαβητάρι». Τα βιβλία εκδόθηκαν σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων για εκείνην την εποχή, δηλαδή 200–300 αντίτυπα. Σε 25 χρόνια εκδόθηκαν 23 βιβλία εκκλησιαστικού, επιστημονικού κι εκπαιδευτικού περιεχομένου. Όλ’ αυτά τα βιβλία αναγνωρίζονται ως εξαιρετικά δείγματα της τυπογραφικής τέχνης της εποχής τους.
Παράλληλα με την εκτύπωση βιβλίων, το Κουτσέινο ανέπτυξε και τη δική του παράδοση ξυλογραφίας. Οι ειδικοί έχουν αποδείξει ότι τα έργα που δημοσιεύτηκαν στις εκδόσεις του Κουτσέινο χρησιμοποιήθηκαν από Λευκορώσους καλλιτέχνες εκείνης της εποχής ως πρότυπα για την αγιογραφία εικόνων.
Ανασκαφές και αναστήλωση του Ιερού Ναού της Αγίας Τριάδος
Αλλά δεν ήταν μόνο τα έργα του Σπιριντόν Σόμπολ, που έκαναν περίφημη τη Λαύρα Κουτσέινο. Εκεί δημιουργήθηκαν διάφορα εργαστήρια, όπου εργάζονταν επιδέξιοι ξυλογλύπτες και αγγειοπλάστες. Αυτό το γεγονός επιβεβαιώθηκε από τα ευρήματα των αρχαιολόγων, που πραγματοποίησαν ανασκαφές στο έδαφος της μονής στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του ’90.
Ως αποτέλεσμα, μια μεγάλη ποικιλία υλικών κατέληξε στο Μουσείο της Όρσα. Συγκεκριμένα, τα δείγματα κεραμικής του 17ου αιώνα. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι όλ’ αυτά τα κουζινικά, δηλαδή διάφορα πήλινα δοχεία και κύπελλα, είναι τοπικής προέλευσης και στα παλιά χρόνια χρησιμοποιούνταν από τους ένοικους του μοναστηριού Κουτσέινσκι.
Κουτσέινο, πλακάκι Βρέθηκαν πολλά θραύσματα από πλακάκια, τόσο από τερακότα όσο και από σμάλτο. Κυριαρχεί το πράσινο σμάλτο. Τα σχέδια είναι αρκετά ποικιλόμορφα, με διάφορα φυτά, με μπλε κυάνους και με ζώα.
Το πιο μοναδικό εύρημα είναι ένα σκαλισμένο μενταγιόν, που απεικονίζει τη Σταύρωση και την εικόνα της Παναγίας της Πλατυτέρας.
Η φήμη των τεχνητών του ξύλου από το Κουτσέινο έφτασε μέχρι τη Μοσχα. Ο Πατριάρχης Νίκων και ο Τσάρος Αλεξέι Φιόντοροβιτς επισκέφτηκαν αυτοπροσώπως το μοναστήρι στην Όρσα. Ο Πατριάρχης, βλέποντας το πολυτελές σκαλισμένο εξαώροφο τέμπλο του Καθολικού των Θεοφανείων, ζήτησε από τον ηγούμενο της μονής τον Ιωήλ (Τρουτσέβιτς) να στείλει τεχνίτες στη Μόσχα, ώστε να δημιουργήσουν μία παρόμοια ομορφιά κι εκεί.
Έχουν περάσει πολλοί αιώνες από τότε. Οι κάτοικοι της Όρσα του 20ου αιώνα, έχοντας αποκτήσει πίστη, άρχισαν να επιστρέφουν στις εκκλησίες. Όμως, αφού μπήκαν εκεί, δεν είδαν τη μεγαλοπρέπεια για την οποία φημίζονταν οι εκκλησίες της Όρσα στα παλιά χρόνια. Κι έτσι οι εθελοντές, οι λάτρεις της Ιστορίας, όπως ο καλλιτέχνης Βίκτορ Ζουραβλιόβ, αποφάσισαν ν’ αναγεννήσουν τις παλιές τέχνες. Ως αποτέλεσμα, στο μοναστήρι Κουτσέινσκι εμφανίστηκαν τα εργαστήρια με την ονομασία «Κουτσέινο». Κάποιοι από τους τεχνήτες μοιράζονται τις αναμνήσεις τους:
«Το πρώτο βήμα που κάναμε προς την αναγέννηση των εργαστηρίων και της ξυλογλυπτικής ήταν η συλλογή υλικού. Έπρεπε να περάσουμε από διάφορα μουσεία, εκκλησίες και μοναστήρια. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας αυτό το θεωρητικό υλικό και βιβλία, αρχίσαμε σιγά-σιγά να διδασκόμαστε και να εμβαθύνουμε τις δεξιότητες και τις γνώσεις μας, τόσο στη γλυπτική όσο και στην αγιογραφία. Όλα ξεκίνησαν από το μηδέν».
Μιλώντας για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των έργων των σκαλιστών της Όρσα, ο Βίκτορ Ζουραβλιόβ εξήγησε στους δημοσιογράφους:
«Οι τεχνίτες του Κουτσείνο τον 17o και τον 18o αιώνα ήταν κυρίως περίφημοι για το δυτικό στυλ των έργων τους. Πρόκειται για ένα σκάλισμα σε μεγάλη ξύλινη επιφάνεια, όπου κυριαρχούν τα σχέδια φυτών. Και πολύ εξεζητημένο όπως λένε τώρα».
Η άποψη ενός προσκυνητή
«Η σεμνή, αλλά οικεία, εκκλησία της Μονής Κουτσέινσκι ήταν για πολλά χρόνια το σημείο προσκυνήματος για μένα, κάθε φορά που επισκεφτόμουν τους γονείς μου στην Όρσα. Πολλές φορές, εγώ και η μητέρα μου παρακολουθούσαμε τις λειτουργίες εδώ, η κόρη μου βαφτίστηκε εδώ, αλλά και γνωρίσαμε καλά τον καθηγούμενο Σέργιο (Κονσταντίνοβ), ο οποίος ήταν προεστώς του μοναστηριού από το 2005 έως το 2018. Γίναμε ιδιαίτερα καλοί φίλοι το 2008, όταν πήγα εκεί μαζί με το κεντρικό κανάλι της Λευκορωσίας, για να μαγνητοσκοπήσουμε μια εκπομπή για την ιστορία της μονής.
Έχουν περάσει ήδη 400 χρόνια από την ίδρυση του Κουτσείνο. Η μητέρα μου και ο πατήρ Σέργιος δεν ζουν πια, αλλά ο ναός της Αγίας Τριάδας παραμένει εκεί και συνεχίζεται η προσευχή σ’ αυτόν τον ιερό τόπο, σαν καντηλάκι δίπλα σε μια εικόνα. Θυμάμαι ότι πριν από 15 χρόνια, σε μια συνέντευξη για ένα τηλεοπτικό κανάλι, ο πατήρ Σέργιος σημείωσε:
«Όλο το πρόβλημα είναι ότι ο λαός, για πολύ καιρό, ήταν απομακρύσμένος από την πίστη. Ήρθε η ώρα, κατά την οποία τα παιδιά οδηγούν τους γονείς τους στην πίστη, πράγμα το οποίο δεν είχε ξαναγίνει πριν, γιατί παλιά η πίστη έμπαινε στον άνθρωπο με το γάλα της μάνας του.
Ο Ηγούμενος Νείλος (Ποντομπέντ) Τώρα πολλοί άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι είναι αδύνατο να ζήσουν χωρίς Θεό. Επομένως, χρειάζεται η αναγέννηση της πίστης και αυτό είναι δυνατόν μόνο όταν υπάρχει κάποια βάση, κάποια δύναμη, που να καθοδηγεί και να κατευθύνει. Νομίζω ότι ο μοναχισμός μπορεί να είναι μια τέτοια δύναμη».
Φέτος, που είναι επέτειος της Μονής Κουτσέινσκι, ο ηγούμενος Νείλος (Ποντομπέντ), ο οποίος είναι επικεφαλής του μοναστηριού τα τελευταία 5 χρόνια, εξέφρασε μια παρόμοια σκέψη για τον μοναχισμό. Όταν συναντηθήκαμε κατά τη διάρκεια ενός από τα προσκυνηματικά ταξίδια μου στην Όρσα, φυσικά, δεν μπορούσα να μην τον ρωτήσω για το τι είχε αλλάξει στο μοναστήρι τον τελευταίο καιρό. Πολλά, όμως, ειπώθηκαν και γράφτηκαν γι’ αυτό από αρκετά λευκορωσικά μαζικά μέσα ενημέρωσης, τα οποία έδωσαν πολλή προσοχή στην επέτειο της μονής.
Στη συνομιλία μας με τον ηγούμενο, το πιο εντυπωσιακό ήταν ότι, απέχοντας με μοναστική σεμνότητα από το να μιλήσει για τα έργα του και τα σχέδιά του για τη βελτίωση του μοναστηριού, ο πατήρ Νείλος είπε ξαφνικά ότι δεν παραπονιέται ιδιαίτερα για το γεγονός ότι το μοναστήρι δεν θυμίζει καθόλου το πρώην μοναστήρι και σήμερα εκεί ζουν μόνο 6 μοναχοί. Και μετά συμπλήρωσε: «Αν διαφυλάξουμε τον μοναχισμό, θα είναι το αλάτι αυτού του κόσμου, ακόμη και μ’ έναν μικρό αριθμό μοναχών». Πραγματικά, το αλάτι συνήθως δεν χρειάζεται να είναι πολύ, μερικές φορές μόνο μια πρέζα κάνει τη δουλειά της. «Εάν δε το άλας άναλον γένηται, εν τίνι αυτό αρτύσετε» (Μαρκ. 9:50).
«Αν διαφυλάξουμε τον μοναχισμό, θα είναι το αλάτι αυτού του κόσμου, ακόμη και μ’ έναν μικρό αριθμό μοναχών»
Βέβαια, μετά από 400 χρόνια οι καιροί έχουν αλλάξει, έχουμε αλλάξει κι εμείς οι ίδιοι και οι συνθήκες της ζωής μας. Η άνεση που μας παρέχει η τεχνολογική πρόοδος σχεδόν καθιστά αδύνατον να φανταστούμε το πώς ήταν η ζωή των μοναχών στα παλιά χρόνια, καθώς και η ασκητική της πτυχή, τόσο εσωτερική όσο και εξωτερική.
Για 30 χρόνια, επισκεπτόμενος κάπου-κάπου το μοναστήρι Κουτσέινσκι, βλέπω τις εξωτερικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα εκεί. Αυτό το σεμνό μοναστήρι αναπτύσσεται αργά. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της ηγεσίας του πατρός Σεργίου και του πατρός Νείλου, έχουν ολοκληρωθεί πολλά έργα. Στη θέση του κατεστραμμένου καμπαναριού, τον 20ο αιώνα χτίστηκε ξανά ένα πέτρινο καμπαναριό. Ολοκληρώθηκε η κατασκευή του σκαλιστού τέμπλου στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας και τον Ιούλιο του 2022, ο Επίσκοπος του Ντρουτσκ Ευσέβιος, βικάριος της Επισκοπής του Βίτεμπσκ, τέλεσε τον πλήρη (μεγάλο) αγιασμό του. Στο μερικώς διατηρητέο μοναστηριακό κτήριο του 17ου αιώνα υπάρχουν αίθουσες, που χρησιμοποιούνται για το Μυστήριο της Βάπτισης, για την έκθεση μουσειακών ειδών, καθώς και μία αίθουσα συνεδριάσεων. Στο μοναστήρι λειτουργεί ένα κατηχητικό σχολείο και μια βιβλιοθήκη.
Ο ηγούμενος Νείλος με τους μοναχούς, ο πνευματικός και οι ιερείς της μονής. Έτος 2023
Αλλά το πιο σημαντικό πράγμα είναι αυτό που είναι αόρατο για το μάτι, αλλά αισθητό για την καρδιά. Εδώ καθημερινά τελούνται ακολουθίες, εδώ αδιάκοπα συνεχίζεται η προσευχή, εδώ ζουν οι άνθρωποι που έχουν επιλέξει τον δρόμο της ασκητικής και της μοναστικής ζωής. Και θέλω πραγματικά να πιστεύω ότι, παρ’ όλες τις καταιγίδες και τους πειρασμούς του κόσμου μας, το αλάτι του πνευματικού έργου δεν θα χάσει τη δύναμή του και δεν θα εξαφανιστεί από αυτόν τον παλιό και ιερό τόπο, ούτε τώρα ούτε αύριο ούτε μετά από εκατοντάδες χρόνια.