Έφτασε στο τέλος της ακόμη μια Μεγάλη Σαρακοστή στη ζωή μας. Λειτουργικά η Σαρακοστή τελειώνει την Παρασκευή της ΣΤ’ Εβδομάδας, όταν το πρωί στον Εσπερινό με τη Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, στα στιχηρά εις το Κύριε Εκέκραξα ψέλνουμε: «Τὴν ψυχωφελῆ, πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, καὶ τὴν ἁγίαν ἑβδομάδα τοῦ Πάθους σου, αἰτοῦμεν κατιδεῖν Φιλάνθρωπε, τοῦ δοξάσαι ἐν αὐτῇ τὰ μεγαλεῖά σου, καὶ τὴν ἄφατον δι’ ἡμᾶς οἰκονομίαν σου». Για τους χριστιανούς, που έχουν προετοιμαστεί σιγά-σιγά με τον αγώνα της νηστείας, η είσοδος στη Μεγάλη Εβδομάδα είναι ένα μεγάλο γεγονός και πρέπει να ζητάμε από τον Θεό να μας αξιώσει να γίνουμε κοινωνοί των γεγονότων των τελευταίων ημερών της επίγειας ζωής του Σωτήρος, των σταυρικών Του παθημάτων, του θανάτου και της ταφής Του.
Οι Μεγάλες ημέρες
Από τους αποστολικούς χρόνους οι χριστιανοί έτρεφαν μεγάλη ευλάβεια για τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας. Τις ζούσαν με αυστηρότερη εγκράτεια και επιμελή προσευχή. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, οι πρώτοι χριστιανοί τη Μεγάλη Εβδομάδα έκαναν πιο εντατικούς τους συνήθεις αγώνες της νηστείας. Προσπαθούσαν, μιμούμενοι τον Κύριο, να είναι καλοί και επιεικείς στις αδυναμίες των πλησίον τους και να κάνουν περισσότερα έργα ελέους. Οι χριστιανοί των πρώτων αιώνων θεωρούσαν όχι μόνο ανάρμοστο να κατακρίνουν οποιονδήποτε, αλλά σταματούσαν κιόλας κάθε φιλονικία, δίκη, τιμωρία και μάλιστα για αυτό το διάστημα απελευθέρωναν από τις αλυσίδες όσους κρατούμενους στα μπουντρούμια ήταν ένοχοι για μη ποινικά αδικήματα.
Τις άγιες αυτές ημέρες δεν τελούνται γιορτές αγίων, ούτε μνημόσυνα των κεκοιμημένων, ούτε παρακλήσεις. Επειδή οι ιερές ακολουθίες παίρνουν το χαρακτήρα της θλίψης και της συντριβής – «συμπάθειας» στα πάθη του Χριστού, σαν να μετέχουν στα πάθη του Σωτήρα, συμμορφούμενες τῷ θανάτῳ Αὐτοῦ (Φιλ. 3, 10).
Λόγω της σπουδαιότητας και της σημασίας των γεγονότων, η κάθε ημέρα αυτής της εβδομάδας ονομάζεται μεγάλη. Οι ιερές ακολουθίες παρουσιάζουν μπροστά μας όλα τα γεγονότα των τελευταίων ημερών του Σωτήρος και παρακολουθούμε νοερά όλη τη μεγαλειώδη, συγκινητική και διδακτική ιστορία των παθών του Χριστού. Η Αγία Εκκλησία αυτήν την εβδομάδα μάς καλεί να αφήσουμε κάθε τι το μάταιο και κοσμικό και να ακολουθήσουμε τον Σωτήρα μας.
Ο ναός αναπαριστά εναλλάξ, άλλοτε το Υπερώο της Σιών και τη Γεθσημανή, άλλοτε τον Γολγοθά. Οι ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας χαρακτηρίζονται από εμπνευσμένους μεγαλειώδεις ύμνους και μια σειρά από βαθιά σημαντικές τελετές, οι οποίες τελούνται μόνο κατά τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας. Επομένως, όποιος παραμένει στην εκκλησία κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών, ακολουθεί ορατά τον Κύριο, ο οποίος πορεύεται προς το Πάθος.
Η κάθε ημέρα της Μεγάλης Εβδομάδας είναι αφιερωμένη σε ιδιαίτερη ανάμνηση, η οποία εκφράζεται στους ύμνους και στα ευαγγελικά αναγνώσματα του Όρθρου και της Λειτουργίας. Η Δευτέρα, η Τρίτη και η Τετάρτη της Μεγάλης Εβδομάδας είναι αφιερωμένες στην ανάμνηση των τελευταίων ομιλιών του Σωτήρα με τους μαθητές Του και το λαό.
Οι τρείς πρώτες μέρες
Με την ιστορική έννοια, η τελευταία εβδομάδα της επίγειας ζωής του Σωτήρος αρχίζει με την είσοδο του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ. Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ που υποδέχονταν τον Χριστό με κραυγές «Ωσαννά στον Υιό του Δαβίδ» – στον νικητή του θανάτου, που είχε αναστήσει τον τετραήμερο Λάζαρο – δεν είχαν ιδέα ακόμα ότι είχε ήδη σχηματιστεί συνωμοσία – «ἐν κενοῖς τὸ συνέδριον τῶν ἀνόμων» – για να σκοτώσουν Εκείνον που ήταν ο αναμενόμενος επίγειος βασιλιάς τους. Και πιθανότατα κάποιοι από εκείνους που φώναζαν «Ωσαννά», μόλις πέντε μέρες μετά, θα επαναλαμβάνουν το ίδιο δυνατά, ακολουθώντας τους κακούργους αρχιερείς, «σταύρωσον».
Ο Σωτήρας προέβλεπε τις φοβερές συνέπειες μιας τέτοιας αποστασίας για τον δικό Του Ιουδαϊκό λαό και η καρδιά Του γέμισε με τόσο βαθιά θλίψη που δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά Του. Εν μέσω της πάνδημης χαράς και αγαλλίασης γύρω από την πομπή Του, ο Χριστός, ὡς ἤγγισεν, ἰδὼν τὴν πόλιν (την Ιερουσαλήμ) ἔκλαυσεν ἐπ᾿ αὐτῇ (Λκ. 19, 41).
Ως εκ τούτου, αν και η Κυριακή των Βαΐων είναι Δεσποτική γιορτή του Κυρίου, το βράδυ αυτής της ημέρας δεν τελείται μεγάλος εσπερινός, αλλά μικρός, στο τέλος του οποίου ακούγεται για πρώτη φορά η απόλυση των πρώτων τριών ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας που προαναγγέλλει την έναρξη της ανάμνησης των παθών του Σωτήρα: «Ἐρχόμενος ὁ Κύριος ἐπί τό ἑκούσιον πάθος διά τήν ἡμῶν σωτηρίαν…».
Κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας, η Εκκλησία προετοιμάζει τους πιστούς για την επάξια ενατένιση των παθών του Σωτήρα πάνω στον Σταυρό. Με τους ύμνους του Τριωδίου των ημερών αυτών, η Εκκλησία ενθαρρύνει τους πιστούς να ακολουθήσουν τον Κύριο, να σταυρωθούν μαζί Του και μαζί Του να εισέλθουν στη Βασιλεία των Ουρανών. Οι ιερές ακολουθίες των ημερών αυτών εξακολουθούν να έχουν ακόμα το χαρακτήρα της μετάνοιας.
Η Μεγάλη Δευτέρα είναι αφιερωμένη στη μνήμη του παλαιοδιαθηκικού και σώφρονα πατριάρχη Ιωσήφ του Παγκάλου, ο οποίος πουλήθηκε από τους αδελφούς του στην Αίγυπτο από φθόνο και με αυτόν τον τρόπο προτύπωσε τα αναμάρτητα πάθη του Σωτήρος. Ο Χριστός, όπως και ο Ιωσήφ, γίνεται αντικείμενο φθόνου από τους αδελφούς Του στο αίμα και στην πίστη, τους ομόφυλούς Του Ιουδαίους, και πωλείται, όπως ακριβώς ο Ιωσήφ πουλήθηκε από τους αδελφούς του. Στο τέλος, όμως, ο Ιωσήφ βασιλεύει στην Αίγυπτο και τρέφει τους αδελφούς του με επίγειο ψωμί, και ο Χριστός, μετά την ανάστασή Του, βασιλεύει σε ολόκληρο τον κόσμο και μας τρέφει με Ουράνιο ψωμί: με τη Σάρκα Του και το Αίμα Του.
Επιπλέον, την ημέρα αυτή μνημονεύεται η συκιά που είχε πλούσιο φύλλωμα, αλλά δεν είχε καρπούς, και την οποία καταράσθηκε ο Κύριος. Επίσης, την ίδια μέρα μνημονεύεται η διδακτική παραβολή για τους άδικους εργάτες του αμπελώνα. Το Ευαγγέλιο με την ιστορία της άκαρπης συκιάς και με την παραβολή των εργατών του αμπελώνα διαβάζεται στον όρθρο της Μεγάλης Δευτέρας.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε μια σημαντική ιδιαιτερότητα της σύγχρονης πρακτικής τέλεσης ιερών ακολουθιών. Για να διευκολύνονται οι χριστιανοί, ώστε όσο το δυνατόν περισσότεροι να παρακολουθήσουν τόσο σημαντικές ακολουθίες, ο όρθρος της επόμενης ημέρας, σε όλες τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, τελείται συνήθως το βράδυ και ο Εσπερινός της επόμενης ημέρας – το πρωί της τρέχουσας ημέρας. Για παράδειγμα, ο όρθρος της Μεγάλης Δευτέρας, για την οποία μιλάμε τώρα, τελείται το βράδυ της Κυριακής, και ο Εσπερινός της Τρίτης, σε συνδυασμό με τη Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, τελείται το πρωί της Δευτέρας.
Η συκιά στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα του όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας συμβολίζει τους Ιουδαίους, στους οποίους ο Χριστός δεν βρήκε αληθινούς καρπούς, αλλά μόνο την υποκριτική σκιά του νόμου, την οποία επέπληξε και καταράστηκε. Αλλά αυτή η συκιά αντιπροσωπεύει επίσης κάθε ψυχή που δεν φέρει τον καρπό της μετάνοιας. Στην παραβολή των κακών εργατών του αμπελώνα βλέπουμε τη σκληρότητα των Ιουδαίων, που σκότωναν τους προφήτες, και που, όταν ήλθε ο Υιός του Θεού, σταύρωσαν και τον Ίδιο. Είναι αδύνατον να μη δούμε σε αυτή την παραβολή και τη φοβερή καταδίκη χριστιανών που παραβαίνουν τις εντολές, συνεχίζοντας έτσι να σταυρώνουν τον Χριστό.
Η Εκκλησία μας προτείνει να μάθουμε πώς να αποφύγουμε αυτήν την καταδίκη από το τροπάριο «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται...» που ψάλλεται μετά τα ειρηνικά στους όρθρους της Μεγάλης Δευτέρας, Μεγάλης Τρίτης και Μεγάλης Τετάρτης. Στον ύμνο αυτό, ο οποίος, σύμφωνα με το Τυπικό, πρέπει να ψάλλεται «γεγωνυΐα και λιγυρά τη φωνή», με την αναφορά στην ευαγγελική παραβολή των δέκα παρθένων μας υπενθυμίζεται ότι η συνάντησή μας (δηλαδή το τέλος της επίγειας ύπαρξής μας) με τον Χριστό (τον Νυμφίο της ψυχής μας) μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή: «... και μακάριος ο δούλος ον ευρήσει γρηγορούντα», «ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα». Με τα λόγια αυτού του ύμνου απευθυνόμαστε στην ψυχή μας: «Βλέπε ουν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθείς», - και για να μην γίνει αυτό: «Αλλά ανάνηψον κράζουσα, Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών. Δια της Θεοτόκου ελέησον ημάς».
Μετά τον κανόνα του όρθρου, πάλι τις τρεις πρώτες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, ψάλλεται το Εξαποστειλάριο «Τὸν νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον...». Αυτός ο ύμνος συνεχίζει να εξηγεί τη βαθιά λειτουργική εικόνα της σχέσης ανάμεσα στο Σωτήρα Χριστό και την ανθρώπινη ψυχή, ως σχέση Νυμφίου και νύφης. Ο γάμος της ψυχής με τον Χριστό είναι η μυστηριώδης ένωση του Θεού και του ανθρώπου στην αιωνιότητα, στη Βασιλεία των Ουρανών. Ο χριστιανός βλέπει ήδη αυτόν τον ουράνιο γαμήλιο «Νυμφώνα», αλλά θρηνεί που «ἔνδυμα οὐκ ἔχει», δηλαδή τους καρπούς της πνευματικής ζωής (βλ.: Γαλ. 5, 22), «ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ». Και στη συνέχεια, παρακαλεί ευθέως τον Θεό για την παραχώρηση της καθαρότητας της ψυχής που είναι απαραίτητη για τη σωτηρία: «λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς, φωτοδότα, καὶ σῶσόν με».
Εκτός από τα παραπάνω, σύμφωνα με το Τυπικό, τις τρεις πρώτες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας στις ακολουθίες της Γ’, της Στ’ και της Θ’ ώρας πρέπει να διαβάζεται ολόκληρο το Τετραευαγγέλιο. Στην πράξη, ωστόσο, συχνά διαβάζεται ολόκληρο μόνο το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, το οποίο χωρίζεται ειδικά για το σκοπό αυτό σε εννέα μέρη.
Η Μεγάλη Τρίτη είναι αφιερωμένη στην καταδίκη των γραμματέων και των Φαρισαίων από τον Κύριο, στις ομιλίες και τις παραβολές που ο Κύριος είπε εκείνη την ημέρα στον Ναό της Ιερουσαλήμ, δηλαδή, για τον φόρο στον Καίσαρα, για την ανάσταση των νεκρών, για την Φοβερή Κρίση, για τις δέκα παρθένες και για τα τάλαντα.
Στον όρθρο αυτής της ημέρας διαβάζεται το χωρίο από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (το 22ο κεφάλαιο, από τον στίχο 15 και εξής και το 23ο), όπου πολλές φορές (συγκεκριμένα επτά φορές) ο Κύριος, επιπλήττοντας τους γραμματείς και τους Φαρισαίους, επαναλαμβάνει τα ακόλουθα λόγια: «Οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί», και μετά από αυτά τα λόγια κάθε φορά επισημαίνει τι δεν πρέπει να κάνουν οι χριστιανοί, για να μην μοιάσουν στους Φαρισαίους με τις πράξεις τους, που προκάλεσαν τόσο θυμό του Κυρίου, και να μην ακούσουν από Αυτόν φοβερά λόγια κατάρας: «ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης;». (Μτ. 23: 33).
Σε γενικές γραμμές, το περιεχόμενο της ακολουθίας της Μεγάλης Τρίτης προέρχεται από τις ευαγγελικές παραβολές με τις δέκα παρθένες, τα τάλαντα και τη Δεύτερη Έλευση του Χριστού. Την ίδια ημέρα το βράδυ, για τελευταία φορά, τελείται το Μεγάλο Απόδειπνο.
Η Τετάρτη της Μεγάλης Εβδομάδας είναι η ημέρα της προδοσίας του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Λειτουργικά η Μεγάλη Τετάρτη είναι αφιερωμένη στην «αμαρτωλή» γυναίκα που έπλυνε τα πόδια του Σωτήρα με τα δάκρυά της και που τα άλειψε με πολύτιμο μύρο, καθώς και στην απόφαση του Ιούδα να προδώσει τον Χριστό στους Ιουδαίους πρεσβύτερους για 30 αργύρια.
Και τα δύο αυτά γεγονότα συνέβησαν τότε που ο Κύριος έμενε στη Βηθανία, ένα χωριό κοντά στην Ιερουσαλήμ, στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού. Πρώτα μια «αμαρτωλή» γυναίκα έριξε πολύτιμο μύρο στο κεφάλι του Σωτήρος και έτσι Τον προετοίμασε για την ταφή. Και μετά από αυτό, αντίθετα προς την ανιδιοτελή πράξη της γυναίκας, στην ψυχή του Ιούδα φύτρωσε, στο έδαφος του πάθους της φιλαργυρίας, η εγκληματική πρόθεση να προδώσει τον Δάσκαλο και Κύριό Του στο άνομο συμβούλιο των αρχιερέων.
Το πρωί της Μεγάλης Τετάρτης, στο τέλος της Λειτουργίας των Προηγιασμένων Δώρων, απαγγέλλεται για τελευταία φορά η σαρακοστιανή προσευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου με τις τρεις μεγάλες μετάνοιες. Από αυτή τη στιγμή οι εδαφιαίες μετάνοιες στις ακολουθίες ακυρώνονται, εκτός από τις μετάνοιες μπροστά στον Επιτάφιο του Σωτήρος στο κέντρο του ναού.