«Αντίο! Την επόμενη φορά, σας παρακαλώ, να φέρετε σκάκι, εντάξει;». Έτσι μας αποχαιρέτησε ο Νικόλα Στάνκοβιτς, την τελευταία φορά που φύγαμε από το Σλίβοβο, κοντά στην Πρίστινα. Επιστρέφουμε σ’ αυτό το μέρος με την πρώτη ευκαιρία.
Ναι, ερχόμαστε συχνά εδώ, στο προάστιο της ένδοξης πόλης της Πρίστινα, που κάποτε ήταν το πνευματικό, βιομηχανικό και πολιτιστικό κέντρο του Κοσσυφοπεδίου μας... Από παντού έρχονταν οι άνθρωποι εδώ. Η πόλη προσέλκυε καθηγητές, μηχανικούς, συγγραφείς, καλλιτέχνες. Η Πρίστινα έζεε από πολιτιστική ζωή, όπως ακριβώς ζέει τώρα η εμπορική ζωή, με την ενοχλητική και επιθετική διαφήμιση των ξένων εταιρειών, των μοναδικών, ίσως, που επωφελούνται από τον πόλεμο. «Nuk ka me Prishtine» (στα Αλβανικά). Δηλαδή, «Η Πρίστινα δεν υπάρχει πια» είναι ο τίτλος ενός μυθιστορήματος, που εκδόθηκε με αφορμή την 20ή επέτειο από το πογκρόμ εναντίων των Σέρβων τον Μάρτιο του 2004. Οι Σέρβοι θυμούνται πώς οι χθεσινοί γείτονες, οι συνάδελφοι και οι φίλοι τούς έδιωχναν από την τότε σερβική πόλη τους.
Στα προάστια της Πρίστινα η κατάσταση είναι περίπου ίδια: Είναι εντελώς αποκομμένα από την πόλη. Τα χωριά, απομονωμένα από τον έξω κόσμο, πεθαίνουν. Πολλοί Σέρβοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα μέρη τους και να φύγουν. Πολλοί πέθαναν. Πολλά σπίτια κάηκαν... Το χωριό Σλίβοβο είναι ένα από εκείνα στα οποία ακούγονται ακόμη τα Σερβικά.
Το σερβικό σχολείο για έναν μαθητή
«Πριν από τον πόλεμο ήταν υπέροχα εδώ! Οι άνθρωποι δούλευαν σε εργοστάσια, ασχολούνταν με την αγροτική παραγωγή. Το χωριό ήταν ζωντανό, γεμάτο παιδιά. Είχα περισσότερους από 20 μαθητές στην τάξη μου και αυτό ήταν σ’ ένα αγροτικό σχολείο. Και τώρα, μετά τον πόλεμο, πρόκειται για μία έρημο. Όλοι έχουν φύγει», μας λέει ο πατέρας του Νικόλα. Με τη λέξη «όλοι» εννοεί τους Σέρβους. Στο Σλίβοβο ο αριθμός των Αλβανών αυξάνεται συνεχώς. Τώρα οι Αλβανοί είναι περισσότεροι από τους Σέρβους. Έρχονται από την πόλη, αναζητώντας ησυχία και καθαρό αέρα και φυσικά μένουν για πάντα». Τον ρώτησα αν υπάρχουν συγκρούσεις και μου είπε πώς μέχρι στιγμής δεν έχει ακουστά κάποια επεισόδια.
Σύντομα θα μείνουμε εδώ ολομόναχοι. Τα παιδιά μας δεν έχουν μέλλον εδώ
Οι Αλβανοί δεν βλέπουν νόημα στις συγκρούσεις, γιατί οι Σέρβοι -έτσι κι αλλιώς- φεύγουν από τα μέρη τους: «Σύντομα θα μείνουμε εδώ ολομόναχοι. Τα παιδιά μας δεν έχουν μέλλον εδώ. Οι μεγαλύτεροι γιοι μου, για παράδειγμα, ζουν κι εργάζονται αλλού εδώ και πολύ καιρό».
Ο Νικόλα, ο τρίτος γιος, ο μοναδικός μαθητής στο Σλίβοβο, πηγαίνει στην έβδομη τάξη. Τον ρωτάμε πώς τα πάει.
«Βοσκώ κατσίκες και παίζω σκάκι. Μερικές φορές φροντίζω τον Ντράγκαν, τον μικρότερο αδελφό μου (έχω τέσσερα αδέρφια), αλλά δεν με υπακούει ποτέ!».
Βοσκός, νεαρός και καλός Περπατάμε με τον μικρό μας φίλο μέχρι το σχολείο, το οποίο τώρα στεγάζεται σ’ ένα σπίτι που εγκατέλειψε ένας Σέρβος. Από το 1999, τα παιδιά των Σέρβων δεν επέστρεψαν ποτέ στις τάξεις τους στο παλιό σχολείο. «Βελτιστοποίηση της σερβικής εκπαίδευσης» σε στυλ Κοσσυφοπεδίου. Πήραμε τον Νικόλα να τα πούμε λίγο και ο μικρότερος Ντράγκαν αντικατέστησε τον αδελφό του στη θέση του βοσκού. Καθίσαμε σ’ ένα κοντινό παγκάκι για να παίξουμε μια παρτίδα σκάκι, το αγαπημένο παιχνίδι του Νικόλα. Παραδέχτηκε, αμήχανα, ότι μερικές φορές το έπαιζε με τη δασκάλα του στο «νέο» σχολείο. Αλλά τώρα ο κύριος αντίπαλός του είναι ο υπολογιστής. Δεν είναι καλός συνομιλητής, αλλά κάνει ενδιαφέροντα βήματα.
Γνώρισα τον Νικόλα πριν από τρία χρόνια. Δεν ήταν εύκολο να γίνουμε φίλοι. Ο Νικόλα ήταν πολύ επιφυλακτικός. Πήρε πολύ καιρό να τον γνωρίσω. Έτσι είναι οι άνθρωποι στα χωριά. Αλλά μόλις σε αναγνωρίσουν, δεν μπορείς να βρεις καλύτερο φίλο. Και τώρα, όταν μας είδε, δεν είπε πολλά, αλλά υπήρχε τέτοια χαρά στα μάτια του, που δεν χρειάζονταν λόγια. Πάντα προσπαθεί να μας δώσει κάποιο δώρο.
«Πήγα πρόσφατα σ’ έναν ποδοσφαιρικό αγώνα στην Γκρατσάνιτσα, με πήγε ο μπαμπάς μου. Ο αγώνας ήταν υπέροχος. Οι δάσκαλοι έρχονται στο χωριό κάθε μέρα για να μου κάνουν μαθήματα. Έτσι μαθαίνω. Τι άλλο να κάνω;».
Ο Νικόλα Ο Νικόλα είναι ένας από τους «πρωτοπόρους» μας. Συμμετείχε σε μια καλοκαιρινή σχολική κατασκήνωση, που διοργάνωσε πέρυσι η φιλανθρωπική μας οργάνωση «Κοσόβσκοε Πομοράβιε», για τα παιδιά των Σέρβων από το Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια. Όλα ήταν καλά, αλλά, όπως παρατηρήσαμε, τα παιδιά δεν μπορούσαν να χορτάσουν να παίζουν ποδόσφαιρο με τους συνομηλίκους τους από άλλα «γκέτο». Γι’ αυτά, το ποδόσφαιρο είναι κάτι το πολύ σημαντικό, είναι η κοινωνικοποίησή τους κατά κάποιον τρόπο. Τον ρωτήσαμε αν πρόκειται να παρακολουθήσει το θερινό μας σχολείο φέτος.
«Ευχαρίστως. Μόνο να έχουμε περισσότερο ποδόσφαιρο!», μας απάντησε.
Τελειώνουμε την παρτίδα και αποχαιρετάμε ο ένας τον άλλον. Αφήνουμε τον Νικόλα με το κοπάδι του, τους βασιλιάδες και τις βασίλισσες, μια σκακιέρα υπό μάλης. Ξέρουμε ήδη τι θα του χαρίσουμε την επόμενη φορά που θα συναντηθούμε, αν έχει ο Θεός: Ποδοσφαιρικά παπούτσια και μια μπάλα. Χαιρετάμε, κορνάρουμε... και ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να συγκεντρώσουμε ξανά αγόρια και κορίτσια από τους θύλακες του Κοσσυφοπεδίου και των Μετοχίων στο θερινό σχολείο. Και μάλιστα με περισσότερο ποδόσφαιρο.