Η ζωή τα ’φερε έτσι που εδώ και 20 χρόνια τελώ παρακλήσεις σε διάφορα μαιευτήρια της Καλούγκα. Επικοινωνώ πολύ και συχνά με έγκυες γυναίκες, αλλά και με τους γυναικολόγους, που καμιά φορά μοιράζονται τις δικές τους ιστορίες. Θα σας διηγηθώ μία απ’ αυτές.
Ιατρός. Ζωγράφος Μπορίς Σόλοχοφ. Έτος 1950 Τμήμα Μαιευτικής και Γυναικολογίας. Πρόκειται για έναν από τους τομείς με το μεγαλύτερο κύρος σε οποιαδήποτε ιατρική σχολή. Υπάρχει πάντα μεγάλος ανταγωνισμός μεταξύ των υποψηφίων, θεωρείται τιμητικό να σπουδάσει κανείς εδώ κι επιλέγονται οι καλύτεροι. Οι απόφοιτοι αυτού του τμήματος, κατά κανόνα, καταλαμβάνουν τις καλύτερες θέσεις στα ιατρικά κέντρα. Χρειάζεται μάλιστα να πνίξεις τη φωνή της συνείδησής σου, όταν οι καθηγητές, που εκπαιδεύτηκαν υπό τη σοβιετική προπαγάνδα, διδάσκουν να κάνεις εκτρώσεις στην πράξη και όχι πάντα λόγω της απειλής για τη ζωή της μητέρας... Χωρίς αυτό, δεν μπορείς να πάρεις πτυχίο ή να κάνεις διδακτορικό.
Η Έλλα (όνομα αλλαγμένο) πάντα ονειρευόταν να γίνει γιατρός. Γυναικολόγος γιατρός. Όλα πήγαιναν καλά γι’ αυτήν. Ιατρική σχολή, το πολυπόθητο τμήμα μαιευτικής, το αγαπημένο επάγγελμα, ένας επιτυχημένος γάμος. Όλα ήταν καλά. Μόνο που με τον άντρα της δεν είχαν παιδιά.
Οι γιατροί γνωρίζουν ότι αν κατά τη διάρκεια δύο ετών έγγαμου βίου το ζευγάρι θέλει ν’ αποκτήσει παιδί και δεν μπορεί, είναι καιρός να εξεταστούν. Η Έλλα και ο σύζυγός της άρχισαν ν’ανησυχούν, έκαναν εξετάσεις, αλλά αποδείχθηκε ότι και οι δύο έχουν άριστη υγεία. Τα χρόνια όμως περνούν. Είναι σχεδόν πέντε χρόνια μαζί, αλλά παιδιά δεν έχουν.
Μια μέρα, η Έλλα, νεαρή γυναικολόγος, μπήκε στο γραφείο της προϊσταμένης της, Σεραφίμα Στεπάνοβνα (το όνομα άλλαξε), η οποία είχε πλούσια εμπειρία σε διάφορα μαιευτήρια.
«Γιατί είσαι λυπημένη;», ρώτησε με συμπόνια η Σεραφίμα Στεπάνοβνα, γνωρίζοντας για την πίκρα που είχε η Έλλα. «Ακόμα τίποτα;».
«Τίποτα», απάντησε η Έλλα.
Άσε αυτό το αισχρό έργο, Έλλα μου! Είσαι γιατρός ή δολοφόνος μωρών;
«Άκου να σου πω κάτι και δώσε προσοχή», άρχισε να μιλά Σεραφίμα Στεπάνοβνα, με αγάπη, σαν να μιλούσε με την κόρη της. «Έχω δει πολλά στη ζωή μου, αλλά υπάρχει μόνο ένα πράγμα, για το οποίο μετανιώνω».
«Για ποιο πράγμα», ρώτησε επιφυλακτικά η Έλλα.
«Για τις εκτρώσεις, που πραγματοποίησα εγώ. Δεν ήταν πολλές, αλλά θυμάμαι κάθε γυναίκα. Και κάθε φορά, όταν τις θυμάμαι, η καρδιά μου είναι έτοιμη να σπαράξει από τον πόνο! Άσε αυτό το αισχρό έργο, Έλλα μου! Είσαι γιατρός ή δολοφόνος μωρών; Τι καλό έχεις απ’ αυτά; Ή μήπως έχεις περισσότερα λεφτά; Αν θες, μπορώ να σου πληρώνω από την τσέπη μου χίλια ρούβλια, για κάθε μητέρα που θα πείσεις να μην το κάνει.
Η Έλλα κοκκίνισε κι έφυγε τρέχοντας από το γραφείο της προϊσταμένης της.
Πέρασε κάμποσος καιρός. Η Έλλα έπαψε να περνάει πού και πού από το γραφείο της προϊσταμένης, ούτε για «να τα πούνε» ούτε για συνταγές για φάρμακα άμβλωσης.
Μετά από λίγο καιρό, η Έλλα συνέλαβε μια χαρά και γέννησε ένα υπέροχο κοριτσάκι. Σύντομα μετά τον τοκετό, πήγε στη δουλειά, καθώς ένας νέος γιατρός δεν μπορεί λείπει πολύ από τη δουλειά κι επίσης επειδή δεν υπάρχει άλλος να κάνει τη δουλειά.
Μια φορά, στον διάδρομο, η Έλλα συνάντησε τη προϊσταμένη της:
«Σεραφίμα Στεπάνοβνα, μη με μαλώνετε, σας παρακαλώ», ξεκίνησε η Έλλα, με μία ανεπαίσθητη ιδέα θλίψης στο πρόσωπό της.
«Τι συνέβη;», ρώτησε η προϊσταμένη.
«Βλέπετε, μόλις επέστρεψα από την άδεια μητρότητας και να πάλι... μετά από έναν χρόνο. Φταίει ο άντρας μου!»
«Δόξα τω Θεώ! Να χαίρεσαι, παιδί μου, κάθε εγκυμοσύνη είναι δώρο του Θεού!»