Πραγματοποιήθηκε στο κτήμα Βοροντσόβο της Μόσχας η έκθεση «Οίκος για την “Παντάνασσα”», η οποία περιλάμβανε φωτογραφίες, πίνακες ζωγραφικής και αντικείμενα που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη εικόνα και τις εκκλησίες όπου βρίσκονται θαυματουργά αντίγραφά της. Ένας από τους συμμετέχοντες στην έκθεση ήταν ο ζωγράφος Διονύσιος Μακάροβ, γιος του αγιογράφου Βλαδίμηρου Μακάροβ, π.Εφραίμ μετά τη μοναχική κουρά, ο αγιογράφος τριών θαυματουργών αντιγράφων του περίφημου αγιορείτικου προσκυνήματος: της εικόνας της Παναγίας «Παντάνασσας». Τα αντίγραφα αυτά, που ήδη έχουν δοξαστεί ως θαυματουργές εικόνες, παραμένουν στις μονές του Αγίου Αλεξίου και της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος (Νοβοσπάσκιϊ) στη Μόσχα και στη μονή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, κοντά στην Αγία Πετρούπολη. Ο Διονύσιος Μακάροβ μίλησε για την καλλιτεχνική και πνευματική πορεία του πατέρα του, η οποία πέρασε μέσα από τα παλαίφατα μοναστήρια του Βάλαμο και του Άθω, τα οποία αναδύονταν από ερείπια, και κορυφώθηκε με τη δημιουργία θαυματουργών εικόνων.
...Ένα παλαιό σπίτι της Αγίας Πετρούπολης στο νησί Βασίλιεβσκιϊ γειτονεύει με τον υπέροχο Ιερό Ναό της Αγίας Αικατερίνης. Μπαίνω στο χολ που διατηρεί τη μυρωδιά του παλιού ξύλου, ανεβαίνω τις σκάλες και μπαίνω στο διαμέρισμα του καλλιτέχνη. Κάνω την πρώτη ερώτηση:
– Διονύσιε, αυτό το διαμέρισμα είναι και αυτό μνήμη για τον πατέρα σας;
Όταν ήμουν μικρός και ερχόμουν στο εργαστήριο του πατέρα μου, είχα την αίσθηση ότι βρισκόμουν σε Ναό
– Ναι. Αυτό ήταν το εργαστήριό του. Όταν ήμουν μικρός και ερχόμουν εδώ, είχα την αίσθηση ότι βρισκόμουν σε Ναό: τεράστιες εικόνες, αναμμένα καντήλια. Ο πατέρας μου ασχολούταν με τη συντήρηση εικόνων, στη συνέχεια άρχισε να αγιογραφεί ο ίδιος, μεταξύ άλλων και για τη Θεολογική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης, και ταυτόχρονα εργαζόταν ως συντηρητής έργων ζωγραφικής μνημειακών διαστάσεων στο μουσείο Ερμιτάζ. Εκείνα τα χρόνια αγόραζε ό,τι υπήρχε δημοσιευμένο και είχε θέμα τη φιλοσοφία, την ιστορία, την τέχνη, τα διάβαζε, υπογράμμιζε σημαντικές σκέψεις και κρατούσε σημειώσεις. Θυμάμαι ότι σε αυτό το διαμέρισμα γύρω από το στρογγυλό τραπέζι συναντιόταν η δημιουργική και επιστημονική διανόηση: συζητούσαν περί τέχνης, ζωής, αντάλλασσαν βιβλία εκτυπωμένα σε πολυγράφο ή φωτογραφημένα, όσα δεν υπήρχε δυνατότητα να αγοράσει κανείς εκείνη την εποχή.
– Και ύστερα εγκατέλειψε την Αγία Πετρούπολη (τότε Λένινγκραντ ακόμα) για να εγκατασταθεί στο Βάλαμο;
– Ο πατέρας μου στη ζωή του εργάστηκε σε πολλά μέρη: Μόσχα, Αγία Πετρούπολη, Πράγα, χώρες της Βαλτικής, Τίχβιν… Τον ενδιέφερε η εκκλησιαστική τέχνη και όταν το 1985 τα περιφερειακά εργαστήρια αποκατάστασης ασχολήθηκαν με την άμεση συντήρηση τοιχογραφιών της Μονής του Βάλαμο, άρχισε αμέσως να πηγαίνει εκεί. Οι συντηρητές πήγαιναν στο Βάλαμο τα καλοκαίρια. Από μικρός ταξίδευα και εγώ με τον πατέρα μου και από την ηλικία των 18 ετών άρχισα να εργάζομαι μαζί του. Όταν το 1987 του πρότειναν να μείνει στο Βάλαμο για να κάνει συντήρηση των εικόνων που φυλάσσονταν στις συλλογές του μουσείου, δέχτηκε. Πολλές από τις εικόνες βρίσκονταν σε θλιβερή κατάσταση. Μία από τις πιο κατεστραμμένες ήταν η εικόνα της Μεταμόρφωσης του Κυρίου από τον Ιερό Ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, ζωγραφισμένη σε καμβά: ο πατέρας μου την ανακάλυψε κοντά στην είσοδο της αποθήκης δίπλα στις σκάλες, όπου ήταν πεταμένο στο πάτωμα σαν χαλάκι.
Η αφίσα της έκθεσης «Οίκος για την “Παντάνασσα”» Στο Βάλαμο στον καλλιτέχνη πρόσφεραν κατάλυμα. Είχαμε πολύ ενδιαφέρουσα διεύθυνση κατοικίας: Καρελία, νησί του Βάλαμο, οδός Κεντρική, αριθμός 1, διαμέρισμα 1. Όταν ο πατέρας μου εξηγούσε στους επισκέπτες πώς να μας βρει, έλεγε: πρώτη πόρτα αριστερά. Ζούσαμε στη Μονή του Βάλαμο κάτω από τα Τσαρικά κελιά. Σύμφωνα με την παράδοση, εκεί έμενε ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄, όταν πήγε ινκόγκνιτο στο Βάλαμο μετά τον θάνατο του Παύλου Α΄. Φυσικά, εκτός από τις εργασίες συντήρησης, ο πατέρας μου δεν σταμάτησε να ασχολείται με την καλλιτεχνική δημιουργία: ζωγράφισε μια σειρά από τοπία με θέα το Βάλαμο και προσπάθησε να αγιογραφεί.
– Η Μονή δεν λειτουργούσε ακόμα τότε;
– Εκείνη την εποχή, κανείς δεν φανταζόταν καν ότι το μοναστήρι θα αποκαθίστατο. Επί Γκορμπατσόφ, υπήρχε ένα γενικό σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο το Βάλαμο επρόκειτο να γίνει σημαντικό τουριστικό κέντρο. Ανάμεσα στα άλλα, το σχέδιο προέβλεπε τελεφερίκ, θερινή κατοικία για καλλιτέχνες στη θέση της Σκήτης των Αγίων Πάντων, εμπορικό λιμάνι και δίπλα στην προβλήτα του κόλπου του Μοναστηριού, μαγαζί με το αστείο όνομα «Η στέγη της διασκεδαστικής διατροφής». Ορισμένοι από τους κατοίκους της περιοχής και το προσωπικό του μουσείου, συμπεριλαμβανομένου του πατέρα μου, ήταν αντίθετοι. Έγραφαν επιστολές προς τη Ραΐσα Γκορμπατσιόβα και συγκέντρωσαν υπογραφές υπέρ της αναβίωσης του μοναστηριού. Τελικά, το μοναστήρι παραδόθηκε σταδιακά στην Εκκλησία, κατέφτασαν οι πρώτοι μοναχοί και άρχισαν να τελούνται ιερές ακολουθίες. Ο πατέρας μου αγιογράφησε εικόνες για το προσωρινό τέμπλο του κάτω Ναού της Μονής, αφιερωμένου στους Αγίους Σέργιο και Γερμανό του Βάλαμο. Εκεί τελούνταν οι πρώτες ιερές ακολουθίες.
Η συντήρηση εικόνων στο Βάλαμο
– Η Μονή, που μόλις άρχιζε να αναδύεται, κατάφερνε να συντηρεί παλαιά κτίρια;
– Κάποια στιγμή βρεθήκαμε μπροστά σε ένα πρόβλημα, καθώς δεν υπήρχε κανείς να φροντίσει τους Ναούς του μοναστηριού: οι μοναχοί ήταν ακόμα πολύ λίγοι και ο υπεύθυνος του μουσείου είχε ήδη φύγει. Τότε, στη θέση αυτή κάλεσαν εμένα, έναν εικοσάχρονο. Είχα ήδη εργαστεί για την ενίσχυση των τοιχογραφιών στο Ναό τα καλοκαίρια, οπότε ο επιστάτης των συντηρητών μου πρότεινε να μείνω τον χειμώνα, εξηγώντας μου τη σημασία αυτής της αποστολής. Έπρεπε να παρακολουθώ το μικροκλίμα στους ναούς: σε ορισμένες θερμοκρασίες έπρεπε να αερίζω τους χώρους, να ανοίγω τα παράθυρα για να αποτρέψω τη συμπύκνωση, να αποστραγγίζω το νερό που μαζεύονταν κάτω από τη στέγη του ναού, να ενεργοποιώ τον ανεμιστήρα θέρμανσης το χειμώνα κ.λπ. Υπήρχαν ειδικές μέθοδοι και οδηγίες γι’ αυτό. Σε ένα χρόνο άδειαζα 40 κουβάδες νερό που μαζεύονταν κάτω από τη στέγη του Ναού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος. Παρακολουθούσα όχι μόνο το Καθολικό της Μονής, αλλά και το Ναό του Αγίου Νικολάου στη Σκήτη που επίσης ανακαινιζόταν. Εργάστηκα έτσι για περίπου τρία χρόνια, ζώντας μόνιμα στο Βάλαμο. Σε τόσο μικρή ηλικία ήμουν υπεύθυνος για όλα τα εκκλησιαστικά κτίρια του μοναστηριού. Εκτός από τα καθήκοντά μου ως επόπτη των κτιρίων, τα καλοκαίρια εργαζόμουν για την αποκατάσταση των τοιχογραφιών, τις οποίες και αντέγραφα. Ήταν η εποχή που ξεκινούσα την πνευματική ζωή. Πηγαίναμε στις ακολουθίες, διαβάζαμε στο χώρο που μέναμε, καθώς ο πατέρας μου είχε μια γωνίτσα με εικόνες και καντήλια στο εργαστήριό του. Βέβαια, δεν ήταν σε περίοπτη θέση, ήταν πίσω από ένα ντουλάπι. Σταδιακά το μουσείο συρρικνώθηκε και έγινε ένα με το μοναστήρι.
– Ο ζωγράφος Βλαδίμηρος Μακάροβ εγκαταστάθηκε στη συνέχεια στο Άγιο Όρος. Πώς έγινε αυτό;
Ομάδα συντηρητών πήγε στη ρωσική Μονή του Αγίου Παντελεήμονα. Οι άλλοι επέστρεψαν αργότερα, αλλά ο πατέρας μου έμεινε στο Άγιο Όρος για το υπόλοιπο της ζωής του
– Κάποια στιγμή, στα χέρια των συντηρητών που έρχονταν κάθε χρόνο στο Βάλαμο έπεσε ένα περιοδικό που έγραφε ότι η ρωσική μονή του Αγίου Παντελεήμονα στον Άθω χρειαζόταν αποκατάσταση και είχε ανάγκη από ειδικούς. Πολλοί από αυτούς, μεταξύ των οποίων και ο πατέρας μου, παρακινήθηκαν από αυτή την ιδέα, ειδικά επειδή το Βάλαμο θεωρείται «Βόρειος Άθως». Άρχισαν να αναζητούν τρόπους, να γράφουν στον Πατριάρχη, να ζητούν άδεια. Δεν τα κατάφεραν με την πρώτη, αλλά τελικά το 1992, με την ευλογία του Αγιωτάτου Πατριάρχη Αλέξιου Β΄, η πρώτη ομάδα συντηρητών πήγε στη ρωσική Μονή του Αγίου Παντελεήμονα. Ανάμεσά τους ήταν διάφοροι ειδικοί: της εικονογράφησης, της μνημειακής ζωγραφικής και ένας αρχιτέκτονας. Με αυτή την ομάδα πήγε και ο πατέρας μου. Οι άλλοι επέστρεψαν αργότερα, αλλά εκείνος έμεινε στο Άγιο Όρος για το υπόλοιπο της ζωής του.
– Η Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονος δε βρισκόταν σε ελεεινή κατάσταση τη δεκαετία του 1990;
– Δυστυχώς. Το μεγαλοπρεπές συγκρότημα, όπου ζούσαν χιλιάδες μοναχοί στις αρχές του εικοστού αιώνα, ήταν σχεδόν άδειο όταν φτάσαμε εκεί. Πολλά από τα κτίρια ήταν εγκαταλελειμμένα, σε άθλια κατάσταση. Είχε πολλή δουλειά. Πρώτα απ’ όλα έπρεπε να αποκατασταθούν οι μνημειακές τοιχογραφίες: στο Ναό της Αγίας Σκέπης, στον Ναό του Αγίου Παντελεήμονα και στην τράπεζα. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι χρειαζόταν όχι μόνο να αποκατασταθούν, αλλά και να γίνουν από την αρχή. Τον πατέρα μου τον ευλόγησαν να αγιογραφήσει τοιχογραφία που απεικονίζει τον Όσιο Σιλουανό τον Αθωνίτη. Αυτή η τοιχογραφία έγινε αρκετά διάσημη και στόλισε το βιβλίο «Γέροντας Σιλουανός».
Ο αγιογράφος Βλαδίμηρος Μακάροβ δίπλα στην τοιχογραφία του Οσίου Σιλουανού που αγιογράφησε ο ίδιος
– Από όσο γνωρίζω, ο Βλαδίμηρος Μακάροβ εργάστηκε όχι μόνο στη ρωσική Μονή, αλλά και στις ελληνικές Μονές του Αγίου Όρους. Έτσι δεν είναι;
– Ναι. Βλέποντας τα έργα του πατέρα μου στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα, οι Έλληνες τον προσκάλεσαν στην Ιερά Μονή Διονυσίου. Είναι ένα πολύ όμορφο μοναστήρι. Βρίσκεται πάνω σε απόκρημνους βράχους, έτσι ώστε τα κτίρια να κρέμονται πάνω από τη θάλασσα. Στη Μονή Διονυσίου ο πατέρας μου είχε την ευλογία να αποκαταστήσει τις παλαιές τοιχογραφίες. Όχι μόνο να αποκαταστήσει τις σωζόμενες τοιχογραφίες, αλλά και να επανορθώσει τα κενά απωλειών, σύμφωνα με την παλαιά τεχνοτροπία.
– Η ρωσική και η ελληνική τεχνοτροπία ξεχωρίζουν πολύ η μια από τη άλλη; Ο ζωγράφος Βλαδίμηρος Μακάροβ γνώριζε τη βυζαντινή τεχνοτροπία;
Στον πατέρα μου διέθεσαν εκεί ένα κελί και μάθαινε τη βυζαντινή τεχνοτροπία αγιογραφίας
– Στο Άγιο Όρος ο πατέρας μου την τελειοποιούσε. Τον κάλεσαν να αγιογραφεί στη Σκήτη Μπελοζέρκα ή Μπουραζέρι, όπως την αποκαλούν οι Έλληνες. Αυτή η Σκήτη ήταν κάποτε ρωσική. Τώρα εκεί μένουν Έλληνες-αγιογράφοι. Στον πατέρα μου διέθεσαν εκεί ένα κελί και μάθαινε τη βυζαντινή τεχνοτροπία αγιογραφίας. Μετά από αυτό, τον κάλεσαν να εργαστεί στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου.
– Οι Έλληνες συγκινήθηκαν με Ρώσο αγιογράφο!
– Ναι, εκτίμησαν την τέχνη του. Γενικώς, στην Ελλάδα οι αγιογράφοι και οι καλλιτέχνες χαίρουν μεγάλης εκτίμησης. Το υψηλό επαγγελματικό του επίπεδο σε συνδυασμό με το καλλιτεχνικό του ταλέντο και την ειλικρινή πίστη τον είχαν κάνει περιζήτητο στο Άγιο Όρος. Μπορούμε να πούμε ότι ο πατέρας βρέθηκε στο σωστό μέρος την κατάλληλη στιγμή.
Ο αγιογράφος Βλαδίμηρος Μακάροβ, ο μελλοντικός π.Εφραίμ, με το γιο του Διονύσιο
– Το Βατοπέδι είναι ένα από τα τέσσερα μοναστήρια του Αγίου Όρους με τη μεγαλύτερη επιρροή.
– Ναι. Παλαιότερα, υπήρχε παράδοση, σύμφωνα με την οποία οι σημαντικές αποφάσεις στο Άγιο Όρος επικυρώνονταν με σφραγίδα που ήταν κομμένη σε τέσσερα ξεχωριστά μέρη. Κάθε μέρος το κρατούσε ένας εκπρόσωπος μιας από τις τέσσερις μονές: τη Μεγάλη Λαύρα, τη Μονή Ιβήρων, τη Μονή Βατοπεδίου και τη Μονή Χιλανδαρίου. Το Βατοπέδι διαθέτει εκπληκτικά κειμήλια και λείψανα, και συλλογή αρχαίων χειρογράφων. Επιπλέον, εκεί έχει μεταφερθεί η συλλογή εικόνων, βιβλίων, σκευών της ρωσικής Σκήτης του Αγίου Ανδρέα.
– Γιατί συνέβη αυτό;
– Το θέμα είναι ότι όλη η χερσόνησος του Άθω είναι μοιρασμένη ανάμεσα στα είκοσι μοναστήρια. Για να χτίσει κανείς ένα κελί ή μια σκήτη, πρέπει να αγοράσει οικόπεδο από ένα από αυτά τα μοναστήρια. Έτσι προέκυψε η σκήτη του Αγίου Ανδρέα: χτίστηκε από Ρώσους, αλλά σε οικόπεδο του Βατοπεδίου. Επομένως, όταν τον εικοστό αιώνα η συγκεκριμένη σκήτη ερημώθηκε, όλη η περιουσία της μεταφέρθηκε στους Έλληνες. Κάποτε όμως ήταν ένα από τα πλουσιότερα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Η βιβλιοθήκη της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα ήταν η τρίτη στον κόσμο σε συλλογή αρχαίων αντικειμένων, μετά τις βιβλιοθήκες του Βατικανού και της Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά. Στις αρχές του εικοστού αιώνα, οι Ρώσοι ήταν περισσότεροι από τους Έλληνες στο Άγιο Όρος και έχτιζαν τεράστιες σκήτες, καθώς είναι αδύνατο να ιδρυθεί νέα μονή στο Άγιο Όρος. Μετά την επανάσταση, ήταν πολύ δύσκολο για τους Ρώσους, ακόμη και από αυτούς που ήταν εμιγκρέ, να φτάσουν στο Άγιο Όρος. Γι’ αυτό και η σκήτη του Αγίου Ανδρέα εγκαταλείφθηκε. Μέρος της περιουσίας της κάηκε, μέρος της λεηλατήθηκε και τα υπόλοιπα μεταφέρθηκαν στο Βατοπέδι.
Στη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας «Παντάνασσας» ακουμπάνε αντίγραφό της
– Ήρθατε στο Άγιο Όρος ακριβώς την περίοδο που ο πατέρας σας εργαζόταν για τη Μονή Βατοπεδίου, έτσι δεν είναι;
– Ακριβώς έτσι. Παραιτήθηκα από το Βάλαμο και πήγα στο Άγιο Όρος. Να σημειώσω ότι όταν έφευγα από τη θέση του επόπτη, η εργασία αυτή δόθηκε ως διακόνημα σε έναν μοναχό που είχε έρθει από τα Σκόπια. Είχε πρόσφατα αναπαυθεί στο Βάλαμο με το βαθμό του αρχιμανδρίτη και με το όνομα Μεθόδιος. Αυτός είχε έρθει στο Βάλαμο επειδή αυτό θεωρείται Βόρειος Άθως, μια και στον ελληνικό Άθωνα δεν επιτρέπονταν να μπουν οι Σκοπιανοί.
– Μιλήστε μας για τις εντυπώσεις σας από το Άγιο Όρος. Βρεθήκατε εκεί πολύ νέος.
– Ναι, έζησα σε μοναστήρια για περίπου έξι χρόνια: τρία χρόνια στο Βάλαμο και δυόμισι χρόνια στο Άγιο Όρος. Στη συνέχεια το επισκέφτηκα και άλλες φορές. Ο Κύριος με αξίωσε να δω τα πρώτα βήματα της αναβίωσής τους: τεράστια ερειπωμένα κτίρια, υπέροχες τοιχογραφίες που έπρεπε να σωθούν. Ήταν ζωντανή ιστορία.
Στο Άγιο Όρος εργάστηκα για περίπου τρία χρόνια, για ένα χρόνο από αυτά βοηθούσα τον πατέρα μου στη Ιερά Μονή Βατοπεδίου. Ήταν ίσως η πιο ενδιαφέρουσα περίοδος της ζωής μου. Για να τελειοποιήσουμε τις δεξιότητές μας, μάς έδιναν να αντιγράφουμε παλαιές εικόνες από το σκευοφυλάκιο της Μονής. Είχα επίσης την ευκαιρία να φτιάξω ακριβές αντίγραφο της εικόνας της Παναγίας «Παντάνασσας» (τώρα βρίσκεται σε Ναό). Εκτός αυτού, μου ανέθεσαν ένα επιπλέον διακόνημα: να τακτοποιώ τη βιβλιοθήκη της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα. Τα αρχαία χειρόγραφα φυλάσσονταν χωριστά, και εμένα με ευλόγησαν να ταξινομώ τα «νέα» βιβλία, που είχε αγοράσει η Μονή στις αρχές του εικοστού αιώνα και που δεν τα είχαν ακόμα ανοίξει. Για να τα διαβάσει κανείς έπρεπε να κοπούν οι σελίδες τους με μαχαίρι. Τοποθετούσα τα βιβλία σε στοίβες ανά τίτλο και τα έδενα σταυρωτά με ένα σχοινί, σαν να έκανα σταυρό πάνω τους. Την ίδια περίοδο είχα ζωγραφίσει πίνακα με θέα από το παράθυρο του εργαστηρίου αγιογραφίας και μια εικόνα του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, τα οποία και χάρισα στον πατέρα Εφραίμ, τον καθηγούμενο της Μονής Βατοπεδίου.
Στο Άγιο Όρος είχα την αίσθηση ότι βρισκόμουν στο αρχαίο Βυζάντιο
Στο Άγιο Όρος είχα την αίσθηση ότι βρισκόμουν στο αρχαίο Βυζάντιο, ότι είχα μεταφερθεί χίλια χρόνια πίσω και ακόμη πιο πίσω στο βάθος των αιώνων. Ορισμένα μοναστήρια, όπως η Λαύρα του Αγίου Αθανασίου και του Βατοπεδίου, βρίσκονται στη θέση αρχαίων πόλεων, και κομμάτια αρχαίων κτιρίων – κιονόκρανα, μαρμάρινα ανάγλυφα – είναι ενσωματωμένα στους τοίχους των ναών και των παρεκκλησίων. Την μεγαλύτερη εντύπωση προκαλούν το πλήθος των κειμηλίων, η ομορφιά της διακόσμησης των αρχαίων ναών και οι μεγαλοπρεπείς ιερές ακολουθίες, ιδίως η ολονύκτια αγρυπνία, όταν ο παλαιός ναός φωτίζεται με κεριά. Κάποια στιγμή τον έναν πολυέλαιο τον γυρίζουν προς τη μία πλευρά, και τον άλλον προς την άλλη... Ψάλλεται το «Τεριρέμ», – ένα κράτημα που θεωρείται απομίμηση αγγελικής ψαλμωδίας, χωρίς λόγια. Στο Άγιο Όρος υπάρχουν πολλές ανεπανάληπτες παραδόσεις και ασυνήθιστες ιερές ακολουθίες. Για παράδειγμα, την τρίτη ημέρα μετά το Πάσχα γίνεται λιτανεία με τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας των Ιβήρων. Την μεταφέρουν με λαμπρότητα από την Ιερά Μονή των Ιβήρων στην ακτή, στον τόπο όπου βρέθηκε, και εκεί σε ένα μικρό εκκλησάκι τελείται η Θεία Λειτουργία. Μετά μοιράζουν το αντίδωρο ακριβώς δίπλα στη θάλασσα.
Το πορτραίτο του γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή. Η πρώτη δουλειά του Β.Μακάροβ για την Ιερά Μονή Βατοπεδίου Όταν ζούσα στο Άγιο Όρος, απολάμβανα σχετική ελευθερία. Βοηθούσα τον πατέρα μου, αλλά ανά πάσα στιγμή μου επέτρεπε να επισκέπτομαι και άλλα μέρη στο Άγιο Όρος. Εξερεύνησα όλα τα ενδιαφέροντα μέρη, πολλές φορές δυσπρόσιτα για τους περισσότερους προσκυνητές, εγκαταλελειμμένα κελιά και σκήτες. Γνώρισα πολλούς αγιογράφους και γέροντες, επισκέφθηκα τα πανηγύρια όλων σχεδόν των μοναστηριών, οπότε έχω πολλά να θυμάμαι.
– Έχετε συναντήσει τον γέροντα Παΐσιο;
– Δεν τον πρόλαβα. Ο πατέρας μου, όμως, τον έχει επισκεφτεί και έχει ζωγραφίσει το κελλί του.
– Ποιες εργασίες έκανε ο πατέρας σας για την Ιερά Μονή Βατοπεδίου;
– Έχω την εντύπωση ότι το πρώτο έργο για το οποίο προσκλήθηκε ήταν οι προσωπογραφίες των γερόντων του Βατοπεδίου. Ο πιο διάσημος από αυτούς είναι ο Ιωσήφ ο Ησυχαστής. Στο κελλί του είχε την εικόνα της Παναγίας «Παντάνασσας». Με αυτήν την εικόνα ευλόγησε τον πνευματικό του γιο, επίσης Ιωσήφ, ο οποίος αναβίωσε τη Μονή Βατοπεδίου. Έτσι, η εικόνα αυτή έγινε ένα από τα κύρια προσκυνήματα της Μονής. Πρέπει να πούμε ότι και τα ελληνικά μοναστήρια στα μέσα του εικοστού αιώνα γνώρισαν παρακμή. Οι εγκαταβιούντες σε αυτά γίνονταν όλο και λιγότεροι λόγω της μείωσης της πίστης στην κοινωνία, μια και οι μοναχοί προέρχονται από πιστούς λαϊκούς. Στο Άγιο Όρος, με το έλεος του Θεού, έδωσαν νέα πνοή μερικοί ασκητές, που φλέγονταν και οι ίδιοι από το πνεύμα της χάριτος και κατάφεραν να το μεταδώσουν και σε άλλους, με αποτέλεσμα να προσελκύονται από αυτούς νέοι. Ένας από αυτούς τους ασκητές ήταν ο γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής. Οι μοναχοί που ανατράφηκαν από αυτόν, μετά το θάνατο του αββά τους, έγιναν ηγούμενοι αγιορείτικων μοναστηριών, τα οποία και αναβίωσαν.
– Ο Βλαδίμηρος Μακάροβ, όσο ζούσε στο Άγιο Όρος, ζωγράφιζε;
– Βεβαίως, ο πατέρας μου συνέχεια ζωγράφιζε σχέδια. Ζωγράφισε επίσης πίνακες για τη Μονή Βατοπεδίου, για τη διακόσμηση του αρχονταρικιού και άλλων χώρων.
Στο εργαστήριο του ζωγράφου: εικόνες που στη συνέχεια αποδείχθηκαν θαυματουργές
– Όταν εσείς και ο πατέρας σας δουλεύατε στο Βατοπέδι, είχατε επαφή με τις παλαιές τοιχογραφίες;
– Ακριβώς τότε που πήγα, ανατέθηκε στον πατέρα μου να αποκαταστήσει μια παλαιά τοιχογραφία με την εικόνα της Παναγίας της Αντιφωνήτριας, η οποία βρισκόταν πάνω από τα λείψανα των Βατοπεδινών κτητόρων. Αυτοί πρώτα έχτισαν το μοναστήρι, στη συνέχεια έλαβαν μοναχική κουρά και αργότερα δοξάστηκαν ως άγιοι. Η τοιχογραφία δεν είχε διατηρηθεί καλά. Την αφαίρεσαν από τον τοίχο, την έβαλαν πάνω σε νέα βάση και την παρέδωσαν στο μουσείο. Ο πατέρας μου αγιογράφησε καινούργια, την ίδια ακριβώς. Πρώτα, όμως, η παλαιά τοιχογραφία είχε μεταφερθεί στο εργαστήριο του πατέρα μου, ώστε να μπορεί να την συμβουλεύεται. Παρεμπιπτόντως, αυτό το εργαστήριο βρισκόταν σε ένα πολύ ξεχωριστό σημείο, ουσιαστικά κρέμονταν πάνω από το μοναστήρι. Από τα δύο παράθυρά του, που έβλεπαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, είχε υπέροχη θέα.
Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας «Παντάνασσας» στην Ιερά Μονή Μεταμόρφωσης του Σωτήρα (Νοβοσπάσκιϊ) στη Μόσχα – Μάλλον, το κύριο έργο της ζωής του πατέρα σας ήταν η αγιογράφηση των θαυματουργών αντιγράφων της εικόνας της Παναγίας της Παντάνασσας. Ουσιαστικά, δεν μπορούν πια να ονομαστούν αντίγραφα, διότι κάθε μία από αυτές τις εικόνες είναι τιμώμενο κειμήλιο.
– Όλα ξεκίνησαν όταν ένας προσκυνητής από τη Ρωσία, ο ιεροδιάκονος Λουκάς, ζήτησε να αγιογραφηθεί ένα αντίγραφο της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας «Παντάνασσας», που είναι ένα από τα κύρια κειμήλια του Βατοπεδίου. Ο καθηγούμενος ευλόγησε τον πατέρα μου να αγιογραφήσει μάλιστα τρεις εικόνες: δύο λίγο μικρότερες από την πρωτότυπη θαυματουργή εικόνα (η οποία και η ίδια έχει μέγεθος αναλογίου) και μία μεγάλη για το Ναό στο μετόχι (αγροτικές εκτάσεις) του μοναστηριού. Λίγο αργότερα τον ευλόγησαν να αγιογραφήσει μια ακόμη μεγάλη εικόνα για τη Μονή Μεταμόρφωσης του Σωτήρα (Νοβοσπάσκιϊ) στη Μόσχα.
Όταν ο πατέρας μου ολοκλήρωνε τις εικόνες, η πρωτότυπη θαυματουργή εικόνα μεταφέρθηκε με λιτανεία στο εργαστήριό μας, ώστε τα αντίγραφα να βγουν όσο το δυνατόν πιο πιστά. Στο εργαστήριο η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας «Παντάνασσας» παρέμεινε για τρεις ημέρες. Στο Άγιο Όρος υπάρχει μια παράδοση: πριν αγιογραφηθεί μια εικόνα, τελείται αγιασμός, ραντίζονται με αγιασμό το ξύλο και τα χρώματα, και όταν οι εικόνες έχουν αγιογραφηθεί τοποθετούνται στην Αγία Τράπεζα. Εκεί παραμένουν για σαράντα ημέρες ή και περισσότερο, για να αγιάζονται με τη χάρη των ιερών ακολουθιών.
Από την εικόνα άρχισαν να γίνονται θαύματα θεραπείας, άρχισε μάλιστα να μυροβλύζει
Το ίδιο έγινε και με τα αντίγραφα της εικόνας της Παναγίας «Παντάνασσας». Το πρώτο αντίγραφο έφτασε στη Μόσχα το 1995. Μετά από προσευχές ενώπιον της, άρχισαν να θεραπεύονται παιδιά από ογκολογικό κέντρο. Η εικόνα αυτή βρήκε τη θέση της στην εκκλησία των Αγίων Πάντων της Μόσχας, στην περιοχή Κράσνοε Σελό. Σήμερα είναι η Ιερά Μονή του Αγίου Αλεξίου. Λίγο καιρό αργότερα, ο πατέρας Λουκάς ήρθε ξανά στο Άγιο Όρος και ενημέρωσε τον καθηγούμενο π.Εφραίμ ότι από την εικόνα άρχισαν να γίνονται θαύματα θεραπείας, και ότι άρχισε μάλιστα να μυροβλύζει. Εγώ, που εκείνη την εποχή είχα ήδη μάθει σε ένα βαθμό τα ελληνικά, ήμουν ο διερμηνέας στη διάρκεια αυτής της συνομιλίας. Εκτός από τα γνωστά και τιμώμενα αντίγραφα στις Μονές της Μεταμόρφωσης (Νοβοσπάσκιϊ) και του Αγίου Αλεξίου της Μόσχας, από το χέρι του π.Εφραίμ βγήκαν και άλλα. Ένα από αυτά, που και αυτό θαυματουργεί, βρίσκεται στη Μονή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, κοντά στην Αγία Πετρούπολη. Εκεί βρίσκεται και η μεγάλη εικόνα της Παναγίας του Τίχβιν, την οποία είχε ο πατέρας μου στο εργαστήριό του στην Αγία Πετρούπολη για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όσο ήταν εν ζωή μας απασχόλησε σε ποιον από τους Ναούς να παραδώσουμε αυτή την εικόνα. Μετά από τους μακροχρόνιους κόπους μου για την αποκατάστασή της, χάρη στον κτήτορα της Μονής, βρέθηκε στον Ναό αυτής της Μονής απέναντι από το θαυματουργό αντίγραφο της Παναγίας «Παντάνασσας». Πρόσφατα μάθαμε ότι ένα άλλο αντίγραφό της, που αγιογραφήθηκε από τον πατέρα μου, υπάρχει και στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Πνεύματος της πόλης Νεφτεγιουγκάνσκ. Πιθανώς να υπάρχουν και σε άλλους Ναούς, καθώς πολλοί άνθρωποι έκαναν σε αυτόν παραγγελίες για τη συγκεκριμένη εικόνα.
Στο κελλί του πρωτομάρτυρα Αρχιδιακόνου Στεφάνου στο Άγιο Όρος είχαν διατηρηθεί παλαιές τοιχογραφίες – Έχοντας αγιογραφήσει τα πιο διάσημα αντίγραφα της «Παντάνασσας», ο καλλιτέχνης επέστρεψε στη Μονή Παντελεήμονος, λες και είχε εκπληρώσει αυτό για το οποίο ο Κύριος τον είχε στείλει στο Βατοπέδι...
– Ναι, ο πατέρας άρχισε να εργάζεται και πάλι για τη ρωσική Μονή. Το κελλί του πρωτομάρτυρα Αρχιδιακόνου Στεφάνου που ανήκει στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα, ήταν ερημωμένο, σχεδόν ερείπιο, αλλά είχαν διασωθεί η Αγία Τράπεζα, το τέμπλο και οι τοιχογραφίες. Αρχίσαμε τις εργασίες για να τα σώσουμε: εργασίες ενίσχυσης, αποκατάστασης. Εγώ εγκαταστάθηκα σε μια σκηνή δίπλα στο κελλί και ο πατέρας μου μέσα σε αυτά τα ερείπια. Τρόφιμα μας έφερναν από το ρωσικό μοναστήρι. Μετά από αυτό το έργο επιστρέψαμε στη Μονή Αγίου Παντελεήμονα. Εκεί μόλις είχε αρχίσει ένα έργο μεγάλης κλίμακας, καθώς είχε φτάσει μια ομάδα από την Αγία Πετρούπολη. Στη Μονή στήθηκε ένα εργαστήριο αγιογραφίας και ο πατέρας μου εγκαταστάθηκε εκεί. Άρχισε να αποκαθιστά παλαιές εικόνες και να αγιογραφεί νέες. Παρεμπιπτόντως, εκεί διασώθηκε το παλαιό εργαστήριο και μέσα σε αυτό χρωστικές ουσίες και πινέλα από την προεπαναστατική εποχή. Τα χρησιμοποιούσαμε κιόλας.
– Εκεί εκάρη μοναχός;
Η εικόνα της Παναγίας «Φωτογραφική» – Ο πατέρας μου έφτασε στην ιδέα να καρεί μοναχός σιγά-σιγά. Κατά διαστήματα του πρότειναν να τον κείρουν, αλλά εκείνος έλεγε ότι δεν ήταν ακόμη έτοιμος. Το 1998 εγγράφηκε στο μοναχολόγιο της Μονής του Αγίου Παντελεήμονα και το 2005 εκάρη μοναχός. Έζησε στο Άγιο Όρος για περίπου 20 χρόνια χωρίς να επιστρέψει στη Ρωσία. Ήταν ο μόνος μόνιμος συντηρητής στη Μονή Παντελεήμονος και πάντα είχε αρκετή δουλειά: αγιογραφούσε, συντηρούσε, επέβλεπε τους συντηρητές από τη Ρωσία που έρχονταν κατά καιρούς και, όταν ήταν απαραίτητο, προσκαλούσε ειδικούς από το Ερμιτάζ. Ως μοναχός Εφραίμ έλαβε την ευλογία να σχεδιάσει την εικονογραφία και να φιλοτεχνήσει την φωτογραφική εικόνα της Παναγίας. Ειδικά για τη συγκεκριμένη εικόνα κτίστηκε ένα νέο παρεκκλήσι στα αριστερά της κεντρικής πύλης της Μονής του Αγίου Παντελεήμονα. Σύμφωνα με τον παράδοση, η Υπεραγία Θεοτόκος απαθανατίστηκε τυχαία σε φωτογραφία στις αρχές του εικοστού αιώνα, την ώρα που οι μοναχοί μοίραζαν ψωμί. Η Μητέρα του Θεού δέχτηκε ταπεινά την ελεημοσύνη, υποδεικνύοντας έτσι στους ανθρώπους ότι αυτό το έργο ήταν θεάρεστο. Ο πατήρ Εφραίμ αγιογράφησε επίσης πολλές τοιχογραφίες και εικόνες, οι οποίες υπάρχουν στην Ελλάδα και στη Ρωσία. Έκανε και ψηφιδωτά. Θα επιθυμούσα το έργο του να γίνει γνωστό στους ανθρώπους. Ευτυχώς, τον πατέρα Εφραίμ τον θυμούνται: τον Σεπτέμβριο του 2022 πραγματοποιήθηκε στη μνήμη του έκθεση στη Μονή της Μεταμόρφωσης του Κυρίου (Νοβοσπάσκιϊ). Τώρα μερικά από τα έργα του εκτίθενται σε έκθεση που είναι αφιερωμένη στην εικόνα της Παναγίας «Παντάνασσας». Η έκθεση πραγματοποιείται στο πάρκο Βοροντσόβο στη Μόσχα.