Τμήμα τοιχογραφίας: Ο Σωτήρας ένθρονος. Βυζάντιο, 13ος αιώνας.
«Στη βυζαντινή τέχνη δε θα συναντήσουμε ποτέ στοχασμούς για αρνητικές πτυχές της ζωής. Το Βυζάντιο δημιούργησε την τέχνη της γιορτής, της πανήγυρης, της χαράς. Δεν υπάρχει σε αυτήν τίποτα το τραγικό, δεν υπάρχουν μοτίβα φόβου, τρόμου, απόγνωσης. Οι βυζαντινοί καλλιτέχνες σχεδόν ποτέ δεν απεικόνιζαν τους δαίμονες. Ακόμη και στις εικόνες της «Τελευταίας Κρίσης» ή της «Κλίμακας», στις οποίες είναι αδύνατο να μην είναι παρούσες οι ακάθαρτες δυνάμεις, οι δαίμονες δεν προκαλούν καθόλου τρόμο. Και αυτό, αν το καλοσκεφτούμε, είναι ουσιαστική πτυχή της βυζαντινής κοσμοθεωρίας», – λέει η Όλγα Ποπόβα, διδάκτωρ Θεωρίας της Τέχνης, μία από τους σημαντικότερους ειδικούς μελετητές του Βυζαντίου. Και τι άλλο ενδιαφέρον υπήρχε στον τρόπο με τον οποίο οι βυζαντινοί καλλιτέχνες έβλεπαν και προσλάμβαναν τον κόσμο; Αυτό είναι το θέμα της εκτενούς συζήτησής μας με την κ.Όλγα Ποπόβα.
Τι δε θα βρούμε στην βυζαντινή τέχνη;
– Κυρία Ποπόβα, στις μεσαιωνικές δυτικοευρωπαϊκές εικόνες και πίνακες δε συναντάμε συνεχώς απεικονίσεις ακάθαρτων δυνάμεων;
Βεβαίως. Και αυτό είναι που διαφοροποιεί εντυπωσιακά τη μεσαιωνική τέχνη της Δυτικής Ευρώπης από τη βυζαντινή τέχνη. Στη δυτική τέχνη δαίμονες και ακάθαρτες δυνάμεις γενικότερα παίζουν τεράστιο ρόλο στο καλλιτεχνικό σενάριο και στη σύλληψη της σύνθεσης. Ο άνθρωπος που πλησίαζε σε ένα ναό ρομανικού ρυθμού έπρεπε να δει κάτι το οποίο σίγουρα θα του προκαλούσε δέος. Αυτό το δέος έπρεπε να τον ωθήσει σε πολύ σημαντικούς στοχασμούς. Μπροστά του ξεδιπλωνόταν η παράσταση της Φοβερής Κρίσης, στην οποία οι διαβολικές δυνάμεις απεικονίζονται με εξαιρετικά νατουραλιστικό τρόπο και προκαλούν ανεξίτηλη εντύπωση: οι δαίμονες παριστάνονται με τεράστια στόματα και δόντια. Θα σε κατασπαράξουν χωρίς δεύτερη σκέψη!
Στο Βυζάντιο δεν υπάρχει τίποτα παρόμοιο. Εδώ στη παράσταση της Τελευταίας Κρίσης κυρίαρχη θέση κατέχει η σύνθεση του Παραδείσου, ενώ τα βασανιστήρια της Κόλασης είναι δευτερεύοντα και δεν ασκούν τόσο τρομακτική επίδραση πάνω στον άνθρωπο.
– Εκτός από το θέμα του φόβου και της απόγνωσης, τι άλλο αποκλείεται να συναντήσουμε στη βυζαντινή τέχνη;
Ρεαλισμό. Η Βυζαντινή τέχνη δεν ενδιαφέρεται για το φυσικό, το φυσιολογικό, το νατουραλιστικό. Οι βυζαντινοί καλλιτέχνες δημιουργούσαν όλες τις εικόνες τους πάνω από τη φύση, σαν να παρέκαμπταν την ύλη και να εισχωρούσαν στο αιώνιο. Μπορούμε να πούμε ότι δεν απεικόνιζαν τα ίδια τα υλικά αντικείμενα, αλλά θεϊκές «ιδέες» για αυτά. Στη Βυζαντινή τέχνη δεν υπάρχει καμία οξύτητα στην κίνηση ή δυναμική. Τα πάντα εδώ είναι διατεταγμένα, εναρμονισμένα και στοχαστικά.
Ο Μυστικός Δείπνος. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου, 12ος αιώνας. Βυζάντιο.
– Πώς εξηγούνται αυτές οι διαφορές ανάμεσα στη δυτικοευρωπαϊκή και στην ανατολική βυζαντινή τέχνη; Εξάλλου, πρόκειται για την ίδια εποχή....
Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα δεν αρκούν μια ή δύο διαλέξεις, τόσο τεράστιο είναι αυτό το θέμα. Ως εκ τούτου, θα περιοριστώ σε μερικές παρατηρήσεις. Πρώτον, ο δυτικός και ο ανατολικός χριστιανισμός έχουν τις δικές τους συγκεκριμένες κοσμοθεωρητικές αποχρώσεις. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο προέκυψαν σταδιακά οι διαφορές στην τέχνη.
Η Βυζαντινή τέχνη διαποτίζεται εξ ολοκλήρου με κλασικές, αρχαίες εικόνες. Για το Βυζάντιο η αρχαιότητα ήταν ο οικείος χώρος, τον οποίο δεν εγκατέλειψε ποτέ. Εδώ δε συντελέστηκε η καταστροφή που σημειώθηκε στη Δύση: οι αρχαίες παραδόσεις δεν διακόπηκαν, οι τέχνες αναπτύσσονταν, οι πόλεις συνέχιζαν να ακμάζουν. Η Ευρώπη, ωστόσο, ακολούθησε διαφορετικό δρόμο. Μετά την κατάκτησή της από βαρβάρους, έχασε τη μεσογειακή πολιτιστική κληρονομιά της και στη συνέχεια για αιώνες προσπαθούσε εντατικά να την ανακτήσει. Και αυτή η αναζήτηση κλασικών μορφών κορυφώθηκε τελικά με τη λαμπρή ιταλική Αναγέννηση.
Ψηφιδωτό. Βυζάντιο, 11ος αιώνας. Φωκίδα. Όσιος Λουκάς.
Για τον ορθόδοξο κόσμο η πιο σημαντική, κορυφαία γιορτή είναι το Πάσχα. Είναι το αποκορύφωμα της εκκλησιαστικής ζωής, το αποκορύφωμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Στη Δύση, το Πάσχα παίζει έναν πιο μετριοπαθή ρόλο. Εκεί, κεντρική γιορτή είναι τα Χριστούγεννα. Ακόμα και σήμερα, αν πάτε σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα στη διάρκεια του Δωδεκαημέρου, θα διαπιστώσετε την λαμπρότητα αυτής της γιορτής: παραμυθένιοι στολισμένοι δρόμοι, καταστήματα που πνίγονται στα δώρα, εορταστική πολυκοσμία και πανηγυρισμοί. Φυσικά, και για τους Ορθοδόξους τα Χριστούγεννα είναι μια πολύ σημαντική και αγαπημένη γιορτή, αλλά και πάλι η κορυφαία και η ύψιστη γιορτή είναι το Πάσχα.
Εκτός από αυτό, στη Δύση έχει δοθεί έμφαση στη ζωή του Σωτήρα ως ανθρώπου. Αυτό που ενδιέφερε κάθε δυτικοευρωπαίο καλλιτέχνη ήταν η εξωτερική, ανθρώπινη εικόνα του Χριστού, οι περιπέτειες της ζωής Του εδώ στη γη. Προκύπτει μάλιστα ειδικός εικονογραφικός (και αργότερα καλλιτεχνικός) κύκλος: ο κύκλος των Παθών που εστιάζει στα γεγονότα των τελευταίων ημερών της επίγειας ζωής του Ιησού Χριστού. Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει τέτοιος κύκλος στην ορθόδοξη κουλτούρα. Και στο Βυζάντιο ήταν πολύ σημαντικός. Αλλά και πάλι η κύρια έμφαση στη βυζαντινή τέχνη δίνεται στο πρόσωπο του Χριστού, το εσωτερικό Του βάθος.
– Άραγε, η τέχνη των Λατίνων δεν έχει βάθος;
Όχι. Δε θέλω οι αναγνώστες σας να με θεωρήσουν αντίπαλο της τέχνης των Λατίνων. Δεν είναι έτσι. Προσπαθώ απλώς να περιγράψω τη διαφορά ύφους, τίποτα περισσότερο. Η Γαλλίδα συνάδελφός μου, καθηγήτρια Σιούζι Ντιουφρέν, είχε πει κάποτε: «Για εσάς τους Ορθόδοξους, το πιο σημαντικό πράγμα είναι η εικόνα. Για εμάς, το πιο σημαντικό πράγμα είναι η λέξη, το κείμενο. Γι’ αυτό δεν εμβαθύνουμε τόσο πολύ στη βυζαντινή τέχνη όσο εσείς».
Χριστιανική αρχαιότητα: είναι δυνατόν;
– Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για τους Βυζαντινούς;
Το Βυζάντιο είχε και κοσμική τέχνη. Και, από όσο μπορούμε να συμπεράνουμε, αυτή ήταν εξαιρετικά ανεπτυγμένη και πλούσια. Αλλά, δυστυχώς, δεν έχει διασωθεί από αυτήν σχεδόν τίποτα. Αν μιλάμε για θρησκευτική τέχνη, αυτή οικοδομήθηκε γύρω από το δόγμα της Ενσάρκωσης του Θεού: ο Θεός έγινε άνθρωπος, έγινε ορατός και, επομένως, μπορεί να απεικονιστεί.
Όταν οι Πατέρες της Εκκλησίας διατύπωσαν το δόγμα της Ενσάρκωσης του Θεού, η ανθρωπομορφική τέχνη, στην οποία βασιζόταν η αρχαιότητα, έγινε αποδεκτή στον χριστιανικό κόσμο. Οπότε, προέκυψε ένα εκπληκτικό κράμα, στο οποίο η αρχαία μορφή απέκτησε ένα εντελώς νέο, χριστιανικό περιεχόμενο.
Αλλά το πιο εκπληκτικό είναι το άλλο. Η ιστορία του Βυζαντίου είναι γεμάτη με δολοφονίες, πραξικοπήματα και πανουργίες. Υπό αυτή την έννοια, δε διαφέρει σε τίποτα από τη δυτική μεσαιωνική ιστορία. Ήταν μια περίοδος που χαρακτηρίστηκε από την πρωτοκαθεδρία της ισχύος, και η ιδέα ότι η εξουσία μπορούσε να αποκτηθεί με οποιοδήποτε κόστος ήταν από τις κυρίαρχες. Και σε μια τέτοια βυζαντινή κοινωνία, η οποία, για να το θέσουμε ήπια, δεν χαρακτηριζόταν από υψηλή ηθική, δημιουργείται τέχνη που είναι ικανή να στοχάζεται το Θείο σε τόσο ιλιγγιώδες ύψος.
– Θεωρείτε ότι αυτού του είδους οι στοχασμοί είναι μόνο για ασκητές;
Όχι, είναι σημαντικό για μένα να δείξω ότι παρά τη ζοφερότητα και τη σκληρότητα εκείνης της εποχής, οι βυζαντινοί καλλιτέχνες διαφύλαξαν μεγάλο πόθο για την αγιότητα. Ανέπτυξαν μια εντυπωσιακή στιλιστική γλώσσα με την οποία δημιουργούσαν τις πιο βαθυστόχαστες εικόνες.
Η γλώσσα στην οποία μιλάει η βυζαντινή τέχνη είναι αναμφισβήτητα γεμάτη σύμβολα, τα οποία πρέπει κανείς να είναι σε θέση να αποκρυπτογραφεί. Διαφορετικά, ήταν αδύνατο να επιλυθεί ένα τόσο μεγαλειώδες ζήτημα: να απεικονιστεί αυτό στο οποίο πιστεύει ο άνθρωπος, δηλαδή κάτι που επί της αρχής είναι αόρατο και άυλο.
Τμήμα βυζαντινής εικόνας, στο οποίο είναι εμφανή φωτισμένα στοιχεία. Η Αποκαθήλωση, 14ος αιώνας. Βυζάντιο.
– Το χρυσό φόντο στις εικόνες και τις τοιχογραφίες του Σωτήρα ή των αγίων Του έχει σχετικό συμβολισμό;
Βεβαίως. Το θέμα είναι ότι στη συνείδηση των Βυζαντινών ο χρυσός συμβόλιζε το Θείο φως. Στην πραγματικότητα, η φύση του φωτός απεικονιζόταν όχι μόνο με το χρυσό, αλλά και με τη λεύκα. Για παράδειγμα, στις τοιχογραφίες του Θεοφάνη του Έλληνα στα πρόσωπα και τα ρούχα των αγίων βλέπουμε μεγάλες λευκές «κινήσεις» φωτός. Και στις μορφές των ανθρώπων βλέπουμε φωτεινές γραμμές. Πρόκειται για τα λεγόμενα φωτίσματα (λεύκανση ρούχων, κτιρίων, βουνών κ.λπ.), τα οποία συμβολίζουν φως, κάτι που διαποτίζει κάθε καλλιτεχνική μορφή. Το χρυσό χρώμα συμβόλιζε ανέκαθεν την παρουσία του Θείου φωτός.
Μπορούμε να θυμηθούμε την εικόνα της Παναγίας που είναι γνωστή ως η «Οράντα του Ιαροσλάβλ». Φυλάσσεται στην Πινακοθήκη Τρετιακόβ. Σε αυτή την εικόνα, σε ολόκληρο το ένδυμα της Θεοτόκου υπάρχουν ογκώδεις χρυσές πινελιές – οι λεγόμενες χρυσοκονδυλιές – που γεμίζουν τη μορφή Της με Θείο φως.