Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸν π. Παΐσιο

    

«Τὸν ἁγιασμένον ἀσκητήν, ἐρημίτην, ἡσυχαστὴν Παΐσιον ἐγνώρισα πρὸ 30ετίας περίπου στὸ κεντρικὸ ἐπίνειον τοῦ Ἁγίου Ὅρους, στὴν Δάφνην, ἐπιστρέφοντα μόλις ἀπὸ τὴν ἔρημο τοῦ Σινᾶ. Δὲν γνωρίζω πότε μὲ εἶχε ξαναειδεὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἴσως ὅταν ἦταν μοναχὸς στὴν ἰ. Μονὴν Ἐσφιγμένου. Γιατί μόλις ἐξῆλθε τοῦ πλοίου, ἦλθε κατ’ εὐθεῖαν σὲ συνάντηση μου, μὲ ἐνηγκαλίσθη καὶ μὲ χαιρέτησε μὲ τὸ ὄνομα μου, λέγοντάς μου τὸ δικό του, περὶ τοῦ ὁποίου εἶχα ἀκούσει.

Ἑτοιμαστήκαμε ν’ ἀναχωρήσουμε μαζὶ ὁδοιποροῦντες ἀπὸ τὴν μοναδικὴν τότε ἀτραπόν, ὁπότε εἴχαμε ὅλον τὸν χρόνον δικό μας γιὰ ἀτέλειωτες πνευματικὲς συζητήσεις. Ἡ χαρά μου ἦταν ἀπερίγραπτη ποὺ θὰ συνόδευα μέχρι των Καρυῶν τὸν ἐξαγνισμένον μέσα στὴν ἄσκηση τῆς Ἐρήμου νεώτερόν μου κατὰ δέκα σχεδὸν χρόνια, ἀλλὰ "μείζονά" μου Παΐσιον, τὸν ἤδη ἐν ὁσίοις ἀναπαυθέντα ἐν εἰρήνῃ.

Πράγματι, πήραμε τὸ λιθόστρωτο μονοπάτι, σὲ ἐποχὴν ἀνοιξιάτικη ὅπου ἡ βλάστηση μὲ τὶς ἀναρριχώμενες περικοκλάδες, σχημάτιζαν ἄτεχνες ἁψῖδες καὶ τόξα στὰ ἑκατέρωθεν δέντρα, κατευθυνόμενοι πεζῇ στὶς Καρυές, μὲ μόνον βάρος στὴν πλάτη μας τοὺς ἀσκητικοὺς σάκους μας καὶ "κλέπτοντες" τὸν κόπον τῆς ἀναβάσεως μὲ τὶς τόσον φιλικὲς καὶ πνευματικὲς συνομιλίες μας.

Πρέπει νὰ σημειώσω ὅτι ἡ χαρὰ τῆς συναντήσεώς μας ἦταν ἀμοιβαία, ἂν κρίνω ἀπὸ τὴν ἔκφραση τοῦ φωτεινοῦ προσώπου του Παϊσίου, ἄγνωστον ποὺ ὀφειλόμενην, ἐνῷ ἡ δική μου χαρὰ ἐπήγαζε ἀπὸ τὴν ἀγαθὴν ὑστεροβουλίαν νὰ μάθω διὰ τὴν δυναμικὴν ἀσκητικὴν πεῖραν του. Γι’ αὐτὸ ἡ συνομιλία μας δὲν εἶχε τόσο τὴν μορφὴ συζητήσεων, ὅσον των ἐρωταποκρίσεων, ποὺ διήρκησαν μέχρι τῆς πολίχνης των Καρυῶν, δηλ. ἕνα τρίωρον.

Ὀφείλω νὰ ὁμολογήσω, ὅτι οἱ ἀπαντήσεις του Παϊσίου, θετικές, σαφεῖς, παραδοσιακές, παρ’ ὅτι δὲν ἤμουν ἄγευστος ἀπὸ ἴχνη θεωρητικῆς γνώσεως καὶ ἀσκητικῆς ἐμπειρίας – ἀφοῦ ἔκλεινα εἰκοσιπενταετῆ θητείαν στὸ ἱερὸν κοινόβιον – ὅμως ἀποτελοῦσαν γιὰ μένα μιὰ πρόσθετη μύηση στὴν "τέχνη τῶν τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη τῶν ἐπιστημῶν", ποὺ εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωῇ τῶν μοναχῶν, ἀλλὰ καὶ αἰτία νὰ θαυμάζω τὴν πρώιμη σοφία καὶ ἁγιότητα, ποὺ καθρεπτίζοντο στὴν ἤρεμην ἔκφραση τοῦ χαρμολυπουμένου προσώπου του.

Γιὰ νὰ καταγράψω τὰ ὅσα ἐλέχθησαν κατὰ τὴν τρίωρη διάρκεια τῆς συμπορεύσεώς μου μὲ τὸν ἤδη ἐν ὁσίοις θαυμαστὸν Παΐσιον θὰ ἀπαιτοῦνταν πολλὲς σελίδες. Θὰ ἀρκεσθῶ μόνον νὰ ἐκθέσω τὶς κρίσεις μου καὶ τὰ συμπεράσματά μου πάνω στὶς ἀπαντήσεις του, ἀφοῦ οἱ δικές μου σκέψεις δὲν μᾶς ἀπασχολοῦν.

Θὰ μποροῦσα λοιπὸν νὰ ἀνακεφαλαιώσω τὶς ἐντυπώσεις μου στὰ ἀκόλουθα: Ὁ Παΐσιος, γνήσιος Καππαδόκης, συνεγκέντρωνε τὶς πιὸ εὐνοϊκὲς προϋποθέσεις γιὰ ν’ ἀναδειχθεῖ σὲ ἕναν ἀληθινὸν ἀθλητὴν τοῦ Χριστοῦ καὶ τελικὰ νὰ ὀσιωθεῖ. Ἡ φυσικὴ εὐφυΐα του, μέσα σὲ ἕνα ὀρθόδοξο οἰκογενειακὸ περιβάλλον, μὲ καππαδοκικὲς ἀσκητικὲς παραδόσεις, τὸν διεφύλαξε ἀπὸ τοὺς κινδύνους διαστροφῆς τῆς συνειδήσεώς του ἀπὸ πλανεμένες διδασκαλίες. Κι ἔτσι μὲ τὶς ἀδιάλειπτες προσευχές, τὶς ἀμέτρητες μετάνοιες, τὶς σύμμετρες νηστεῖες, τὴν ἐξομολόγηση ἀπὸ τὴν μικρὴ ἡλικία του, τὴν τακτικὴ θεία κοινωνία, τὶς ἀναγνώσεις στοὺς Βίους τῶν Ἁγίων, ἐφλογίζετο ἡ ψυχή του. Καὶ ἕνας λόγος ποὺ δὲν συνέχισε τὸ σχολεῖον, ἦταν ἡ πρώιμη ἐπιθυμία του νὰ μονάσει, ἀκολουθῶντας τὴν παράδοση.

Νεαρὸς μονάζει στὴν ἰ. Μονή Ἐσφιγμένου, ὅπου ἀπὸ τὴν ἄμετρην ἄσκηση ἀρρωσταίνει βαρειὰ καὶ μετὰ πενταετίαν ἀναχωρεῖ γιὰ τὴν Κόνιτσα. Ἐπειδὴ ἐπληροφορήθη ὅτι τὸ κλίμα τοῦ Ὅρους Σινᾶ ἦταν πιὸ ἤπιο ἀπὸ τὸν ὑγρὸν τῆς μετανοίας του, ἀνεχώρησε γιὰ τὸ θεοβάδιστον ὅρος, ὅπου παρέμεινεν ἀρκετὸν χρόνον ἀσκούμενος σκληρότητα, ὅπως συνεπέρανα ἀπὸ τὶς περιγραφές του. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς ὑπαινιγμούς του διέβλεπε κανεὶς τοὺς φοβεροὺς πολέμους του ἀπὸ τοὺς δαίμονες, ἀκόμη καὶ τὶς ἀποκαλύψεις ποὺ εἶχε, ἴσως καὶ θεοφάνειες...

Ἐν τῷ μεταξὺ φθάσαμε στὶς Καρυές, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε. Ἔπρεπε νὰ χωρίσουμε. Ἡ πρόθεσή του ἦταν νὰ πάρει μίαν καλύβην στὴν ἀνατολικὴ πλευρά των Καρυῶν, στὴν περίφημη Καψάλα. Τοῦ συνέστησα ἀδελφικὰ νὰ μὴ ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ, γιατί ὑπῆρχαν πολλοὶ ἁπλοϊκοὶ ἀσκητὲς ζηλωτές, ὁπότε θὰ ἦταν ἀδύνατη ἡ ἐπικοινωνία του μὲ αὐτούς. Μοῦ ἀπάντησε ὅτι θὰ δοκιμάσει. Ἀσπαστήκαμε ἐν Κυρίῳ καὶ εὐχηθέντες ἐχωρίσαμε μὲ πολλὴν ἀγάπην καὶ πολὺν θαυμασμὸν στὴν ψυχή μου.

Μετὰ εἰκοσαήμερον ἔλαβα γράμμα του. Δόξα τῷ Θεῷ ὑγιαίνώ δι’ εὐχῶν σας. Ὁ Ἀναληφθεῖς γλυκύτατος Ἰησοῦς μας νὰ σᾶς χαρίζει κατ' ἄμφω ὑγείαν πάντοτε... Ἐθεώρησα καθῆκον νὰ σᾶς γράψω ποῦ καὶ πῶς ἀποκατεστάθην, διότι μοῦ δείξατε ἀγάπη καὶ ἐνδιαφέρον... Ἐπῆγα καθὼς θὰ σᾶς εἶχα εἰπεῖ πρῶτα στὴν Καψάλα, ἀλλὰ τὰ βρῆκα ὅπως μοῦ εἴχατε εἰπεῖ. Διὰ νὰ μὴν πολυλογῶ, κάθε καλύβη καὶ ξεχωριστὴ ἐκκλησία. Οὔτε Χριστὸς Ἀνέστη δὲν μοῦ λέγανε κ.λπ. Ἔφυγα καὶ ἦλθα στὴν ἐρημωμένη Σκήτη των Ἰβήρων καὶ ἐπῆρα ἕνα καλυβάκι μὲ μικρὴν περιοχούλα καὶ μικρὸν κῆπον. Τὸ καλυβάκι εἶναι πολὺ παλαιόν, καθὼς καὶ τὸ ἐκκλησάκι τῶν ἁγίων Ἀρχαγγέλων... Ἀφοῦ ταχτοποιήσω την περιοχούλα, θὰ ἐπιδιώξω νὰ κάνω κανένα ἀνάλογο ἐργοχειράκι... Αὐτά, πάτερ μου, καὶ σοῦ φιλῶ τὸ χέρι νοερῶς μὲ εὐλάβεια καὶ νὰ εὔχεσθε. Παΐσιος μοναχός".

Ὁ ὅσιος αὐτὸς μὲ τιμοῦσε μὲ τὴν φιλία του καὶ κάθε τόσο βλεπόμαστε καὶ εὕρισκα τὴν εὐκαιρία νὰ ἀντλῶ γνώσεις καὶ πεῖρα τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς, ἀπὸ ἕναν ὄντως μεγάλον ἀσκητήν, ποὺ εἶχεν ὑποτάξει τὸ σῶμα στὸ πνεῦμα, μέχρι σημείου νὰ τὸ ἐκθέτει σὲ κίνδυνο. Σὲ μιὰ ἐπιστολή του στὶς 3.11.69, ποὺ μοῦ περιγράφει ἕνα ταξίδι του στὴ Θεσσαλονίκη καὶ Ἀθήνα, γιὰ χάρη ἑνὸς καλοῦ ἱερέως, μὴ εὐαρέστου στὸ καθεστὼς Ἱερωνύμου, – γιατί εὐνόησε τὴν εἴσοδο σὲ μοναστήρι δύο νεανίδων – μεταξὺ ἄλλων ἔγραφε: "Διὰ τὸ θέμα τῆς ὑγείας μου δὲν φρόντισα καθόλου, διότι φοβήθηκα μὴ τυχὸν καὶ μοῦ βροῦν κάτι καὶ μὲ μπλέξουν στὰ νοσοκομεῖα. Μόνον διὰ τὸ στομάχι συμβουλεύτηκα κάποιον ἰατρὸν καὶ θὰ προσέχω, διότι πάει γιὰ ἕλκος, ἐπειδὴ τὸ τσάϊ σκέτο πειράζει. Θὰ τρώγω εἰς τὸ ἑξῆς καὶ στερεὰ τροφή" (!). Δηλαδὴ δὲν ἔτρωγε μέχρι τότε στερεὰ τροφή, ἀλλὰ περνοῦσε μὲ τσάϊ, παρὰ τὸ ὅτι εἶχε μόνον μισὸν πνεύμονα!

Πράγματι, ἐκεῖνο ποὺ εἶχα διαπιστώσει, ἦταν ὅτι ὁ μακάριος Παΐσιος ἀκολουθοῦσε τὴν ἀσκητικὴ παράδοση μὲ ἔμφαση στὸ τρίπτυχο: νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, ποὺ ἐξαίρουν τὰ λειτουργικά μας βιβλία, ὡς βασικὲς ἀρετὲς καὶ ποὺ ἀκολουθοῦνται ἀπὸ "οὐράνια χαρίσματα".

Γιὰ νὰ παρακάμψω λεπτομέρειες τῆς ζωῆς του, θὰ περιοριστῶ στὶς συνομιλίες μας λίγες ἡμέρες πρὸ τῆς μακαρίας κοιμήσεώς του. Παρ’ ὅτι, εἶχε κάθε τόσο ἀνάγκην ὀξυγόνου, μὲ κράτησε κοντὰ στὴν κλίνη του, ἀρκετὴν ὥρα στὴν ἰ. μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου (Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης), ὅπου καὶ παρέδωσε στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ τὴν ἁγιασμένη ψυχή του καὶ ὅπου ὁ τάφος του ἔγινε πανελλήνιο προσκύνημα.

Ὡς υἱὸς εἰρήνης, συνιστοῦσε τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ἐκ ταπεινώσεως ὑπακοὴν στὴν Ἐκκλησίαν, ὀνομάζοντας ἀντάρτες τους ἀντιδρῶντες, ὄχι γιὰ λόγους πίστεως, στοὺς θεσμούς, ὅπου "δὲν εἶναι Θεὸς τὸ κινδυνευόμενον". Ἤτο πολὺ λυπημένος γιὰ τὶς ἔριδες στὴν Ἐκκλησία καὶ κατεφέρετο ἐναντίον ἐκείνων ποὺ διετάρασσαν τὴν εἰρήνη της, ἀλλὰ καὶ ἐμείωναν τὸ κῦρος της παγκοσμίως. Ἔκλαιε καὶ ἠύχετο νὰ τοὺς δώσει ὁ Κύριος πνεῦμα μετανοίας καὶ ταπεινώσεως, γιὰ ν’ ἀνοίξουν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς τους νὰ ἰδοῦν τὰ φοβερὰ λάθη τούς. Τὰ ἴδια ἔλεγε καὶ γιὰ κάποια τελευταία ἀντιπαράθεση κάποιων ἁγιορειτῶν μὲ τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον.

Ὁ ὅσιος Παΐσιος εἶχε εὐρύτατο φάσμα ἐνδιαφερόντων, ποὺ ἀγκάλιαζαν τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ Ἔθνος ὁλόκληρο καὶ οἱ κρίσεις του γιὰ τὸ μέλλον τοῦ ἑλληνισμοῦ ἦταν αἰσιόδοξες, ποὺ τὶς στήριζε σὲ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα καὶ σὲ προφητεῖες τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, ἐλπίζοντας στὴ μετάνοια τοῦ λαοῦ μας. Καὶ παλαιότερα, ἀλλὰ καὶ στὶς τελευταῖες ἀναλαμπὲς τοῦ πνεύματός του, αἰσθανόταν ὅτι ὁ ἑλληνισμός, ἀφοῦ περάσει ἀπὸ ἕνα καθαρτήριο πῦρ, θὰ δοξασθεῖ ἀπὸ τὸν Θεόν, γιατί ἔχει τὸν θησαυρὸν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Παραλλήλως μοῦ ἀνέπτυσσε μὲ πειστικότητα ὅτι ἡ Τουρκία θὰ διαλυθεῖ. Τὸ ἕνα τρίτο θὰ καταστραφεῖ, τὸ ἄλλο θὰ ἐξωθηθεῖ στὰ βάθη τῆς Ἀσίας καὶ τὸ ὑπόλοιπο θὰ δεχθεῖ τὴν Ὀρθοδοξία.

Ἦταν πολὺ χαρούμενος, ποὺ ἔφευγε καὶ ἑρμήνευα τὴν χαριτωμένη ψυχικὴ κατάστασή του, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἐν χάριτι πληροφορίας ποὺ εἶχε, ἀφοῦ ὁλόκληρη τὴ ζωή του τὴν ἀφιέρωσε δυναμικὰ καὶ μὲ ἀγάπη στὸν Κύριό του καὶ στοὺς ἐν Χριστῷ ἀδερφούς του, ὑπὲρ τῶν ὁποίων ἔπασχε, προσευχόμενος ἀδιαλείπτως καὶ νηστεύοντας, ἀλλὰ καὶ παίρνοντας ἐπάνω στὴ σάρκα του τοὺς πόνους καὶ τὶς ὀδύνες, ποὺ ἀναλογοῦσαν σὲ ἄλλους. Φρονῶ, ὅτι στὸν ὅσιον αὐτὸν ἐφαρμόστηκε ὁ λόγος τῶν Ἁγίων, ὅτι ἀγάπησε τὸν πλησίον περισσότερον ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του».

(Μοναχὸς Θεόκλητος Διονυσιάτης,
στὴν ἐφημ. Χριστιανικὴ τῆς 3ης Νοεμβρ. 1994).

Απόσπασμα από το βιβλίο Πρεσβ. Διονυσίου Δ. Τάτση με τίτλο «Ο ασκητής της Παναγούδας», Τυπογραφείον «Μέλισσα» Ασπροβάλτα, 1997

7/11/2025

×