Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Η φωτεινή ψυχή του Τσάρεβιτς Αλέξιου

Την καλοκαιρινή μέρα της 30ης Ιουλίου (12 Αυγούστου σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο) του 1904, στην οικογένεια του τελευταίου Ρώσου Αυτοκράτορα Νικολάου γεννήθηκε ο Τσάρεβιτς Αλέξιος. Ο μοναδικός γιος, διάδοχος του θρόνου και το μικρότερο παιδί της οικογένειας μεγάλωνε περιτριγυρισμένος με την απέραντη αγάπη των γονιών του και των μεγαλύτερων αδελφών του.

Ο Τσάρεβιτς Αλέξιος Ο Τσάρεβιτς Αλέξιος Ο Τσάρεβιτς εκ γενετής έπασχε από μια σοβαρή και ανίατη ασθένεια, την αιμορροφιλία, η οποία του προκαλούσε πολλά βάσανα και δεν του επέτρεπε να παίζει, να κάνει ποδήλατο, να τρέχει και να χοροπηδάει, επειδή κάθε μικρό χτύπημα, κόψιμο ή πληγή μπορούσε να αποβεί για αυτόν θανατηφόρο. Το παιδί στεναχωριόταν, έκλαιγε και έλεγε: « Γιατί δεν είμαι όπως όλα τα αγόρια;» Μερικές φορές ο διάδοχος δεν μπορούσε να περπατήσει μόνος του και τον κουβαλούσε στην αγκαλιά του ένας ναύτης που είχε οριστεί βοηθός του.

Παρά την εξουθενωτική ασθένεια, που απειλούσε συνεχώς τη ζωή του, ο Τσάρεβιτς Αλέξιος μεγάλωνε ως ένα καλό και συμπονετικό παιδί, που έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όσα συνέβαιναν γύρω του. Άκουγε με ενδιαφέρον τα παράξενα ρωσικά παραμύθια που του διηγούνταν ναύτες και στρατιώτες από διάφορα μέρη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Μάθαινε να παίζει μπαλαλάικα. Όπως σε όλα τα παιδιά και τους εφήβους, του άρεσε να βλέπει κωμικές ταινίες και να ακούει ιστορίες περιπέτειας, τις οποίες διάβαζε δυνατά τα βράδια στον ίδιο και στις αδελφές του ο πατέρας τους. Ο Τσάρεβιτς είχε υπέροχα παιχνίδια – στρατιωτάκια, αλογάκια, μινιατούρες φρουρίων, σπιτιών, πραγματικό μικρό σιδηρόδρομο, και προσκαλούσε πρόθυμα στο σπίτι του σπουδαστές στρατιωτικών σχολείων και φίλους από όλα τα κοινωνικά στρώματα. Υπεραγαπούσε τα ζώα.

Η βαρόνη Σοφία Μπουξγκέβντεν, η κυρία επί των τιμών της αυτοκράτειρας, γράφει στα απομνημονεύματά της:   

«Ο Αλέξιος Νικολάεβιτς ήταν πολύ ζωηρός και παρατηρητικός. Εκτός από αυτό, διακρινόταν για την ευγένεια του χαρακτήρα του και την ισχυρή του θέληση».

Οι Μεγάλες Δούκισσες λάτρευαν τον αδελφό τους: με τη μικρότερη, την Αναστασία, ο Τσάρεβιτς έπαιζε θορυβώδη παιχνίδια, η ψηλή και δυνατή Μαρία μπορούσε να μεταφέρει τον αδελφό της από τόπο σε τόπο, κάθε φορά που δεν μπορούσε να περπατήσει μόνος του, η σοβαρή Τατιάνα φρόντιζε τον αδελφό της, όταν η αυτοκράτειρα απουσίαζε. Με τη μεγαλύτερη αδελφή του, την Όλγα, ο Αλέξιος είχε μια ιδιαίτερα θερμή σχέση. Μερικές φορές έλεγε ότι ήταν «γιος της Όλγας».

Η αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα με τον γιο της Αλέξιο Η αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα με τον γιο της Αλέξιο

Ο Πιερ Ζιλιάρ, δάσκαλος γαλλικών των παιδιών του Τσάρου, γράφει στα απομνημονεύματά του:

«Ο Αλέξιος Νικολάεβιτς ήταν το κέντρο αυτής της στενά δεμένης οικογένειας. Πάνω του στρέφονταν όλη τους η αγάπη και όλες οι ελπίδες. Οι αδελφές του τον λάτρευαν και ήταν η χαρά των γονιών του. Όταν ο Αλέξιος ένιωθε καλά, ολόκληρο το παλάτι μεταμορφωνόταν. Ήταν μια ακτίνα ηλίου που φώτιζε τόσο τα πράγματα όσο και τους ανθρώπους γύρω του».

Ο Αλέξιος Νικολάεβιτς ήταν το κέντρο αυτής της στενά δεμένης οικογένειας…

Οι γονείς δεν ήθελαν να απομονώσουν εντελώς στο παλάτι τα παιδιά τους από την πραγματική ζωή. Η Αυτοκράτειρα συνήθιζε να λέει: «Τα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν ότι εκτός από την ομορφιά υπάρχει και πολλή θλίψη στον κόσμο». Ο Τσάρεβιτς και οι Μεγάλες Δούκισσες ήταν μάρτυρες του πόνου και του θανάτου, καθώς επισκέπτονταν τους αρρώστους και στη διάρκεια του πολέμου εργάζονταν σε νοσοκομεία για τους τραυματίες. Και γενικώς πρόσφεραν φιλανθρωπικό έργο. Ιδιαίτερη έγνοια είχε η οικογένεια για ανθρώπους που έπασχαν από φυματίωση. Για να συγκεντρώνουν δωρεές, οργάνωναν στην Κριμαία την ετήσια ανοιξιάτικη φιλανθρωπική έκθεση «Λευκό λουλούδι», όπου η Αυτοκράτειρα με τα παιδιά της πωλούσαν σε κιόσκι τα χειροτεχνήματα και τα εργόχειρά τους, τα οποία είχαν μεγάλη ζήτηση και απέφεραν αρκετά έσοδα.

Τα βασιλόπουλα την ημέρα του «Λευκού λουλουδιού» Τα βασιλόπουλα την ημέρα του «Λευκού λουλουδιού»

Ο Τσάρεβιτς Αλέξιος είχε αναμφίβολα επίγνωση της υψηλής του θέσης, καθώς από μικρός συνειδητοποιούσε ότι ήταν διάδοχος του θρόνου. Όμως δεν είχε αλαζονεία ή υπεροψία: έβλεπε τη θέση του ως ευκαιρία για να κάνει στους ανθρώπους όσο το δυνατόν περισσότερα καλά. Ο Τσάρεβιτς επαναλάμβανε συχνά: «Όταν θα είμαι τσάρος, δεν θα υπάρχουν φτωχοί και δυστυχισμένοι! Θέλω όλοι να είναι ευτυχισμένοι».

Μια μέρα ο Αυτοκράτορας και ο Τσάρεβιτς Αλέξιος κατέβηκαν από το βαγόνι του τρένου σε έναν μικρό σταθμό. Ένας σιδηροδρομικός υπάλληλος υποκλίθηκε στον Τσάρο και του ζήτησε να αυξήσει τον μισθό του, καθώς είχε μεγάλη οικογένεια και ζούσαν φτωχικά. «Από σήμερα θα παίρνετε από μένα τριάντα ρούβλια παραπάνω το μήνα», του απάντησε ο Αυτοκράτορας. Ο μικρός Αλέξιος, που στεκόταν δίπλα του, άγγιξε τον σιδηροδρομικό υπάλληλο και πρόσθεσε: «Και από μένα θα παίρνετε σαράντα».

Η Άννα Βίρουμποβα, Κυρία επί των Τιμών και φίλη της Αυτοκράτειρας, γράφει στα απομνημονεύματά της:

«Ο διάδοχος κινητοποιούνταν ένθερμα, όταν οι υπηρέτες αντιμετώπιζαν κάποια συμφορά. Θυμάμαι την περίπτωση με έναν βοηθό μάγειρα του οποίου η πρόσληψη για κάποιο λόγο είχε απορριφθεί. Ο Αλέξιος Νικολάεβιτς πληροφορήθηκε με κάποιον τρόπο το περιστατικό και ενοχλούσε όλη την ημέρα τους γονείς του μέχρι που διέταξαν να ξαναπροσλάβουν τον βοηθό μάγειρα. Υπερασπιζόταν όλους τους δικούς του και τους προστάτευε με όλη του την δύναμη».   

Το αγόρι επεδίωκε να γνωρίζει όλα όσα συνέβαιναν στη χώρα. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, παρακαλούσε τον πατέρα του να τον παίρνει μαζί του στα ταξίδια στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Μια φορά στη διάρκεια ενός τέτοιου ταξιδιού, ο Αυτοκράτορας ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τους όσοι είχαν συμμετάσχει στον πόλεμο από την αρχή. Πολύ λίγα χέρια σηκώθηκαν από τους παρατεταγμένους. Αυτό έκανε μεγάλη εντύπωση στον Τσάρεβιτς. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, το αγόρι ωρίμασε γρήγορα. Στην ηλικία των 13 ετών σχεδόν είχε φτάσει σε ύψος τον πατέρα του.

Ο Πιερ Ζιλιάρ, δάσκαλος των παιδιών του Τσάρου, γράφει στα απομνημονεύματά του:

«Διέθετε μεγάλη ζωντάνια νου και κρίσης και πολλή στοχαστικότητα. Ενίοτε εντυπωσίαζε με ερωτήσεις που ξεπερνούσαν την ηλικία του και που μαρτυρούσαν μια ευαίσθητη και λεπτεπίλεπτη ψυχή».

Ο Αυτοκράτορας Νικόλαος Β΄ με τα παιδιά του Ο Αυτοκράτορας Νικόλαος Β΄ με τα παιδιά του

Στα απομνημονεύματα της Σοφίας Μπουξγκέβντεν, Κυρίας επί των Τιμών της Αυτοκράτειρας, διαβάζουμε:

«Όταν το 1915 ο αυτοκράτορας αναχώρησε για το Γενικό Επιτελείο, ο Αλέξιος Νικολάεβιτς ένιωσε – όπως μου είπε ο ίδιος – «ο μόνος άντρας στο σπίτι». Ήταν πολύ συγκινητικό να βλέπεις πώς φρόντιζε, λες και ήταν ενήλικας, τη μητέρα του, όταν πήγαιναν μαζί στην εκκλησία ή σε διάφορες εκδηλώσεις».

Τον Φεβρουάριο του 1917, όλα τα παιδιά του Αυτοκράτορα αρρώστησαν με ιλαρά. Η ασθένεια ήταν σοβαρή και επιδεινώθηκε με την έντονη ανησυχία λόγω των επαναστατικών γεγονότων. Μετά την ασθένεια, οι Δούκισσες άρχισαν να χάνουν τα μαλλιά τους και έτσι ξύρισαν και τις τέσσερις κοπέλες. Ο Αλέξιος, για να στηρίξει τις αδελφές του, ζήτησε να ξυρίσουν και τον ίδιον, κάτι που έγινε.

Το 1917, όταν η Τσαρική οικογένεια βρισκόταν υπό κράτηση στο Τσάρσκοε Σελο, ο Αυτοκράτορας, για να αποσπάσει την προσοχή της οικογένειάς του από τις θλιβερές σκέψεις, διάβαζε τα βράδια στα παιδιά που ανάρρωναν «Το σκυλί των Μπάσκερβιλ» και «Ο κόμης Μοντε Κρίστο». Όταν έφτασαν οι ζεστές μέρες της άνοιξης, οι κρατούμενοι αποφάσισαν να φτιάξουν ένα μεγάλο λαχανόκηπο στο πάρκο του Τσάρσκοε Σελό. Όλοι μαζί άρχισαν να δουλεύουν. Ακόμα και οι φρουροί, που στην αρχή ήταν εχθρικοί, καθώς παρακολουθούσαν την οικογένεια, άρχισαν να τους συμπεριφέρονται διαφορετικά. Μια μέρα στον κήπο πλησίασαν τον Τσάρεβιτς μεθυσμένοι ναύτες και, θέλοντας να τον υποτιμήσουν, άρχισαν να του φωνάζουν με ειρωνικό ύφος:   

– Λοιπόν, αποτυχημένε τσάρε;! Ε, τώρα θα αρχίσουμε να ζούμε χωρίς εσάς!

Ο Τσάρεβιτς τους κοίταξε ήρεμα και ρώτησε:

– Πώς δηλαδή θα αρχίσετε να ζείτε τώρα;

Οι στρατιώτες σάστισαν, και τότε ξαφνικά ο μικρός χαμογέλασε και φώναξε με δυνατή φωνή: «Χριστός Ανέστη, αδέρφια!». Οι στρατιώτες, ανασηκώθηκαν σε όλο τους το ύψος και φώναξαν όλοι μαζί: «Αληθώς Ανέστη!»

Όσο πιο καλά γνώριζαν οι στρατιώτες της φρουράς την βασιλική οικογένεια, τόσο πιο γρήγορα άλλαζε η στάση τους απέναντι στους συλληφθέντες. Μερικοί άρχισαν να βοηθούν την οικογένεια να φτιάξει το λαχανόκηπο, ενώ τα βράδια οι φρουροί έπαιζαν επιτραπέζια παιχνίδια με τα παιδιά του Τσάρου.

Τα παιδιά του Τσάρου στη διάρκεια των εργασιών στον λαχανόκηπο Τα παιδιά του Τσάρου στη διάρκεια των εργασιών στον λαχανόκηπο

Σε μια επιστολή του Τσάρεβιτς Αλέξιου Νικολάεβιτς διαβάζουμε:

«Έχουμε μερικούς καλούς στρατιώτες, παίζω μαζί τους ντάμα στο φυλάκιο».

Το ίδιο καλοκαίρι, ο Τσάρεβιτς άρχισε να βοηθάει ως νεωκόρος στις λειτουργίες που τελούνταν για την οικογένεια και για τους πιστούς στην οικογένεια ανθρώπους.

Στις ημερολογιακές σημειώσεις του 1917 του πρωθιερέα Αθανασίου Μπελιάεφ, προϊστάμενου του Ιερού Ναού της Παναγίας Φεόντοροφσκαγια στο Τσάρσκοε Σελό, διαβάζουμε:

«Ο διάδοχος Αλέξιος Νικολάεβιτς, με το που άρχισε ο χερουβικός, ήσυχα και αθόρυβα μπήκε κατευθείαν στο ιερό από ξεχωριστή είσοδο και άρχισε να βοηθάει: έπαιρνε το θυμιατό από τον αναγνώστη, το έβαζε στη θέση του και το έδινε ξανά στον πρωτοδιάκονο. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο πολυαγαπημένος των γονιών του νεαρός έδειξε την κλίση να συμμετέχει προσωπικά και ενεργά στην ιερή ακολουθία».

«Ο διάδοχος βοηθούσε στο ιερό, αλλά στο τέλος της λειτουργίας πήγε στην αίθουσα όπου βρισκόταν όλη η βασιλική οικογένεια και μαζί με όλους άκουγε τον λόγο μου για τον εορτασμό της μνήμης του Οσίου Σεραφείμ [του Σαρόφ] στον Ιερό Ναό της Παναγίας Φεόντοροφσκαγια».

Προς το τέλος του καλοκαιριού του 1917, η Προσωρινή Κυβέρνηση αποφάσισε να εξορίσει την αυτοκρατορική οικογένεια στη Σιβηρία. Ο ακριβής προορισμός δεν είχε καθοριστεί, οπότε οι κρατούμενοι έφευγαν για το άγνωστο. Φεύγοντας για πάντα από το παλάτι τους, ο Τσάρεβιτς και οι Μεγάλες Δούκισσες κατάφεραν να πάρουν μαζί τους τα τρία σκυλάκια τους. Τις τρεις γάτες τους αναγκάστηκαν να τις αφήσουν πίσω, καθώς την τελευταία στιγμή αποδείχθηκε ότι ήταν αδύνατο να τις πάρουν μαζί τους. Ο μικρός περιφερόταν στο παλάτι και παρακαλούσε με θλίψη τους ανθρώπους που έμεναν να μην αφήσουν τα κατοικίδιά του χωρίς φροντίδα. Κατάφεραν να στείλουν μία από τις γάτες στην πρώην ιδιοκτήτριά της, τη σύζυγο του στρατηγού Βοέικοβ. Μετά την αναχώρηση της αυτοκρατορικής οικογένειας, μια Κυρία επί των Τιμών κατάφερε να παραδώσει σε καλά χέρια τον γέρο γάτο Κότικα και μια γάτα που ο διάδοχος είχε περιμαζέψει κοντά στο Μογκιλιόβ, σε ένα ταξίδι του στο μέτωπο.

Ο Τσάρεβιτς Αλέξιος με τον γάτο Κότικα και το σκύλο Τζόι Ο Τσάρεβιτς Αλέξιος με τον γάτο Κότικα και το σκύλο Τζόι Στις 6 Αυγούστου (19 Αυγούστου σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο) του 1917, η βασιλική οικογένεια και οι συνοδοί της έφτασαν στο Τομπόλσκ. Τους εγκατέστησαν σε ένα μεγάλο σπίτι του κυβερνήτη, το οποίο όμως, όπως αποδείχθηκε αργότερα, ήταν πολύ κρύο και σκοτεινό.

Πέρασε το φθινόπωρο και ήρθε ο σκληρός σιβηρικός χειμώνας. Για τις γιορτές των Χριστουγέννων, τα παιδιά οργάνωσαν μικρές κωμικές παραστάσεις. Οι λίγοι δάσκαλοι που είχαν απομείνει έκαναν μαθήματα στον Τσάρεβιτς και στις δύο μικρότερες Δούκισσες.

Στα απομνημονεύματα της Κλαυδίας του Μιχαήλ Μπίτνερ, δασκάλας του Τσάρεβιτς στο Τομπόλσκ, διαβάζουμε:

«Τον Αλέξιο Νικολάεβιτς τον αγαπούσα περισσότερο από όλους. Ήταν ένα γλυκό και καλό αγόρι. Ήταν έξυπνος, παρατηρητικός, ευαίσθητος, πολύ τρυφερός, χαρούμενος και γεμάτος ζωή, παρά την βαριά κατάσταση που αντιμετώπιζε συχνά με την ασθένειά του... Καταλάβαινε πολλά και καταλάβαινε τους ανθρώπους».

Την άνοιξη, η βασιλική οικογένεια μεταφέρθηκε σε νέο τόπο εξορίας, την πόλη του Αικατερίνμπουργκ. Τα μέλη της οικογένειας δεν μεταφέρθηκαν όλοι μαζί: ο διάδοχος δεν ήταν σε θέση να ταξιδέψει μαζί με τους γονείς του, λόγω της σοβαρής επιδείνωσης της υγείας του, και έτσι οι τρεις Μεγάλες Δούκισσες, η Όλγα, η Τατιάνα και η Αναστασία, έμειναν μαζί του στο Τομπόλσκ. Τον Αυτοκράτορα και την Αυτοκράτειρα ακολούθησε μόνο η Μεγάλη Δούκισσα Μαρία. Ήταν μια δύσκολη στιγμή για την οικογένεια. Τη στιγμή του αποχωρισμού, δεν ήξεραν αν θα ξανάβλεπαν ο ένας τον άλλον ζωντανό. Όταν ο Τσάρεβιτς Αλέξιος ένιωσε λίγο καλύτερα, μεταφέρθηκαν και τα υπόλοιπα παιδιά στο Αικατερίνμπουργκ και η οικογένεια ενώθηκε ξανά.

Τη στιγμή του αποχωρισμού, δεν ήξεραν αν θα ξανάβλεπαν ο ένας τον άλλον ζωντανό

Στο νέο τόπο, η υγεία του αγοριού επιδεινώθηκε. Τα φάρμακα τελείωναν. Καθώς ο Τσάρεβιτς δεν είχε πλέον τον μόνιμο βοηθό του, τον ναύτη, οι Μεγάλες Δούκισσες μετέφεραν οι ίδιες τον αδελφό τους με μια ειδική καρέκλα από δωμάτιο σε δωμάτιο. Και ο πατέρας του τον κουβαλούσε στην αγκαλιά του για τις σύντομες βόλτες στην αυλή της οικίας Ιπάτιεφ.

Σχεδόν όλοι οι πιστοί φίλοι και υπηρέτες τους απομακρύνθηκαν από την οικογένεια. Πολλούς από αυτούς τους συνέλαβαν και τους εκτέλεσαν. Ο Πιερ Ζιλιάρ, δάσκαλος γαλλικών και φροντιστής του Τσάρεβιτς Αλέξιου, και αυτός μαζί με τους υπόλοιπους συνοδούς απομακρύνθηκε από την οικογένεια, αλλά παρέμεινε ελεύθερος και τώρα συχνά περπατούσε γύρω από την «Οικία Ειδικού Προορισμού» – έτσι άρχισαν να αποκαλούν την οικία Ιπάτιεφ – με την ελπίδα να δει έστω από μακριά κάποιον από τους βασιλικούς κρατούμενους. Στα απομνημονεύματά του, ο Πιερ Ζιλιάρ έγραψε ότι αυτό το σπίτι «μετατράπηκε σε τμήμα έκτακτης πολιτικής αστυνομίας και η ζωή των κρατουμένων εξελίχθηκε σε συνεχές μαρτύριο».

Η τελευταία φωτογραφία της Μεγάλης Δούκισσας Όλγας και του Τσάρεβιτς Αλεξίου Η τελευταία φωτογραφία της Μεγάλης Δούκισσας Όλγας και του Τσάρεβιτς Αλεξίου

Στις ημερολογιακές σημειώσεις του Τσάρεβιτς Αλέξιου διαβάζουμε:

«Πέρασα τη μέρα όπως πάντα. Και το ίδιο βαρετά».

«Αν είναι να μας σκοτώσουν, τουλάχιστον, να μην μας βασανίσουν για πολύ».  

Τη νύχτα της 17ης Ιουλίου 1918, ο Τσάρεβιτς Αλέξιος, μαζί με τους γονείς του, τις αδελφές του, τον γιατρό Ευγένιο Μποτκίν και τρεις πιστούς υπηρέτες, βρήκε μαρτυρικό θάνατο στο υπόγειο της οικίας Ιπάτιεφ. Οι σφαίρες δεν σκότωσαν αμέσως τον μικρό, και ο δήμιος τον τελείωσε με μια σφαίρα στο κεφάλι. Το 2000, ο Τσάρεβιτς Αλέξιος ανακηρύχθηκε άγιος από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.

×