Πλησίαζε η Πρωτοχρονιά. Μόνο και μόνο η σκέψη αυτής της ημέρας μας προκαλούσε πόνο, στους γονείς μου και σε μένα. Πριν από λίγο καιρό, το φθινόπωρο, είχαμε χάσει τον αδελφό μου και η ζωή μας έσπασε ξαφνικά στο πριν και στο μετά. Το κυριότερο που συνέβη σε μας στο «μετά» ήταν ότι ο Θεός μπήκε στη ζωή μας. Όμως, όπως συμβαίνει συχνά, ήταν πολύ δύσκολο τους πρώτους μήνες να βιώνουμε την απώλεια. Θρηνούσαμε πάρα πολύ, απομακρυνθήκαμε όσο μπορούσαμε από τον κόσμο και στηριζόμασταν μόνο ο ένας στον άλλο, αν και δεν μπορούσαμε επαρκώς να παρηγορήσουμε ο ένας τον άλλον και γι' αυτό νιώθαμε μοναξιά.
Τα Χριστούγεννα δεν ήταν ακόμα τότε για μας η σημαντικότερη γιορτή του χειμώνα. Μέχρι τότε θεωρούσαμε την Πρωτοχρονιά την πιο αγαπημένη οικογενειακή γιορτή. Θυμάμαι πόσο αφόρητη μου φαινόταν η σκέψη ότι έρχεται σύντομα. Ήθελα απεγνωσμένα να κρυφτώ κάπου μακριά από τον θόρυβο των πυροτεχνημάτων, τα χριστουγεννιάτικα δέντρα, την προ-εορταστική φασαρία, τα χαμόγελα των άλλων ανθρώπων και τις ευχές.
Πού να κρυφτείς όμως; Οπότε, σκεφτήκαμε να πάμε σε ένα μοναστήρι για λίγες μέρες. Πήγαμε σε ένα μικρό γυναικείο μοναστήρι, στο οποίο δεν υπήρχε καν ξενώνας για προσκυνητές: όλοι όσοι ήθελαν να μείνουν και να εργαστούν έπρεπε να κοιμούνται στο πάτωμα του ναού. Νωρίς το πρωί έπρεπε να σηκωνώμαστε γρήγορα και να μαζέψουμε όλα τα του ύπνου, γιατί άρχιζε η ιερή ακολουθία.
Ήταν μια εντελώς νέα εμπειρία. Κάθε μέρα μας έδιναν νέα διακονήματα: κάναμε διαλογή πατάτας στο κελάρι, καθαρίζαμε παγωμένα ψάρια, πλέναμε πιάτα και ταξινομούσαμε τα απορρίμματα τροφίμων. Εδώ έμαθα για πρώτη φορά ότι η εργασία βοηθά να ξεφύγεις από την κατάθλιψη και τη μοναξιά. Έπρεπε να δουλεύουμε με προσευχή. Δεν γνωρίζαμε ακόμα καλά τους κανόνες προσευχής και γενικά ήμασταν λίγο χαμένοι και λίγο αποχαυνωμένοι. Αλλά σιγά-σιγά απομνημονεύαμε τις λέξεις, μας στήριζαν και άλλες γυναίκες που βοηθούσαν στο μοναστήρι.
Τι μας έμεινε για πάντα ως αξέχαστη ανάμνηση από το μοναστήρι; Η εμπειρία να βυθιζόμαστε στη λατρευτική ζωή. Αν και πήγαινα στην εκκλησία για δύο μήνες, μόνο εδώ, στο μοναστήρι, άκουσα και άφησα να εισχωρήσουν μέσα μου πολλά λόγια από τις προσευχές. Το «Δεῦτε προσκυνήσωμεν τῷ Βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ....» ακουγόταν σαν ένα μοτέρ που ξεκινάει και με το οποίο η προσευχή αρχίζει να κυλάει σαν σε ράγες. Το «πλυνεῖς με, καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι...», το «Ἀντιλήπτωρ μου εἶ καὶ καταφυγή μου, ὁ θεός μου, ἐλπιῶ ἐπ᾽ αὐτόν» που σήμερα φαίνεται συνηθισμένο, τότε ακουγόταν για πρώτη φορά και αναστάτωνε τη συνείδηση. Η παράκληση της Παναγίας διαπερνούσε όλο το είναι μας. Το «Πάντων προστατεύεις, Αγαθή... εν κινδύνοις και θλίψεσιν, αεί μεσιτείαν» λες και γράφτηκε για εμάς! Σταδιακά άρχισα να νιώθω πώς μέσα από όλες αυτές τις προσευχές για τη θλίψη μας, ο Κύριος και η Παναγία μας στέλνουν παρηγοριά και υποστήριξη.
Ίσως το πιο αγαπημένο για μένα ήταν το ότι κάθε βράδυ οι μοναχές μαζί με όσους τους βοηθούσαν έκαναν λιτανεία γύρω από το μοναστήρι. Η μονή βρίσκεται σε ύψωμα και περπατούσαμε ο ένας πίσω από τον άλλο σε ένα στενό μονοπάτι στην άκρη του γκρεμού. Το χιόνι έτριζε κάτω από τα πόδια μας, πάνω από τα κεφάλια μας ήταν σκοτεινός έναστρος ουρανός. Περπατούσαμε με εικόνες στα παγωμένα χέρια μας και ψέλναμε σιγανά τα λόγια των προσευχών. Σε αυτές τις στιγμές η καρδιά μας γέμιζε με απίστευτη ζεστασιά!
Μετά τη λιτανεία, πεινασμένες, πηγαίναμε στην κουζίνα, όπου κάποια από τις εργάτριες μας είχε φυλάξει ψάρι, γνωρίζοντας ότι το βράδυ θα πεινούσαμε. Αυτές οι εκδηλώσεις αγάπης από ανθρώπους που δεν γνωρίζαμε μας έκαναν να νιώθουμε όμορφα.
Στο μοναστήρι το φαγητό ήταν πολύ λιτό, αλλά μας φαινόταν το πιο νόστιμο στον κόσμο. Θυμάμαι ότι εκεί δοκίμασα για πρώτη φορά βραστό σπασμένο κριθάρι. Πόσο μου άρεσε! Έλεγα: «Όταν γυρίσω σπίτι, θα αγοράσω κριθάρι και θα το μαγειρεύω», και η μαμά μου για κάποιο λόγο αντί για απάντηση έβγαζε ένα παράξενο χαμόγελο. Τελικά, όταν μαγείρεψα αυτό το δημητριακό έξω από τα τείχη του μοναστηριού, δεν μπόρεσα να το φάω!
Έτσι πέρασαν μερικές μέρες. Μας πρόλαβαν τα πρωτοχρονιάτικα πυροτεχνήματα την ώρα που για άλλη μια φορά κάναμε λιτανεία γύρω από το μοναστήρι. Δεν καταφέραμε να τα αποφύγουμε, αλλά αυτό πλέον δεν είχε σημασία για μένα. Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι δεν ένιωθα πια τον έντονο πόνο όπως πριν. Και αυτό επειδή τη θέση του πόνου είχε πάρει ο Θεός και η ήσυχη χαρά της συνάντησης μαζί Του. Περπατούσα, άκουγα τα πυροτεχνήματα, σιγοέψελνα μαζί με τον χορό τις προσευχές και χαμογελούσα.
Επιστρέψαμε στο σπίτι και μια εβδομάδα αργότερα ξαναπήγαμε στο μοναστήρι για την πρώτη μας ιερή ακολουθία των Χριστουγέννων. Μια εντελώς νέα ζωή έχει αρχίσει!

Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία