Ιερομόναχος Ιωάννης (Γκούτσου). Φωτογραφία: Χαρίτων Λαβριώτης Ο ιερομεγαλόσχημος Ιωάννης (1906 – 1996) υπήρξε ένας από τους πιο σεβαστούς Ρουμάνους μοναχούς που εργάστηκαν στο Άγιον Όρος. Ήρθε εδώ σε ηλικία 19 ετών, για ν’ αφιερώσει τη ζωή του στον Χριστό, και για 70 ολόκληρα χρόνια εργάστηκε σε ρουμάνικες σκήτες: Πρώτα στην Λακκοσκήτη, στη συνέχεια στην Κολιτσού. Διακρινόταν για την ύψιστη ταπεινότητα και απλότητά του, την αυστηρότητα του μοναστικού βίου, υπήρξε μεγάλος ασκητής, νήστευε και προσευχόταν πολύ. Αναχώρησε εις Κύριον στις 5 Δεκεμβρίου 1996, σε ηλικία 90 ετών.
Ο γέροντας Διονύσιος (Ιγνάτ) διηγήθηκε τα εξής για τον Γέροντα Ιωάννη:
"Ήρθε στο Άγιον Όρος το 1926. Πνευματικός του ήταν ο Γέροντας Ηλίας, αλλά σύντομα όλοι οι γέροντες της σκήτης έφυγαν από τη ζωή (ο Βούλπε, οι Γέροντες Παΐσιος και Ευθύμιος) κι έμεινε μόνος [στη Λακκοσκήτη[1]], για περίπου 20 χρόνια.
Ο π. Ιωάννης κι εγώ ζούσαμε [στην Κολιτσού[2]] σαν αδέρφια, τα κελία μας δεν διέφεραν σε τίποτε απολύτως[3]. Περνάγαμε όλες τις γιορτές, μικρές και μεγάλες, μαζί. Ο π. Ιωάννης (Γκούτσου) ήταν ένας καλός μοναχός, με πολύ ζήλο και πολύ αυστηρός στη μοναστική ζωή. Διάφοροι μοναχοί προσπάθησαν να ζήσουν μαζί του, αλλά δεν άντεξαν. Ήταν μόνο ιερέας, όχι πνευματικός. Και όταν ο τελευταίος πνευματικός πέθανε στο κελλί, αυτός, με ταπεινότητα, ποτέ πλέον δεν λειτούργησε. Ήταν καλός άνθρωπος".
Μαζί του προσπάθησαν να ζήσουν διάφοροι μοναχοί, αλλά δεν μπόρεσαν να το αντέξουν.
Ο γέροντας Ιωάννης ήταν από τη Βεσσαραβία. Γεννήθηκε στο χωριό Ποπέστι, στην επαρχία Σορόκα, το 1906. Κουβαλώντας μέσα του πολλή αγάπη για τον Θεό, πήγε στον Άθω σε ηλικία 19 ετών και παρέμεινε εκεί. Έζησε 70 χρόνια ασκητικού βίου, μετά από τον οποίο αναχώρησε για τα Ουράνια. Όλα αυτά τα χρόνια, άφησε το Άγιον Όρος μόνο μία φορά κι αυτό γιατί ήταν αναγκασμένος να το πράξει.
Ο Ιερομεγαλόσχημος Ηλίας (Βούλπε), ο πνευματικός του Ιερομεγαλόσχημου Ιωάννου (Γκούτσου) Έκανε υπακοή στον πνευματικό του, τον Ιερομεγαλόσχημο Ηλία (Βούλπε) και στον πατέρα αυτού, ο οποίος και του έδωσε εντολή: "Προσπάθησε να πεθάνεις εδώ". Κατά τη διάρκεια της 90χρονης επίγειας ζωής του, από το 1906 έως το 1996, όλη αυτή η χάρη και ταπεινοφροσύνη που απέκτησε ο γέροντας Ιωάννης, τον έκανε να φτάσει σε επίπεδα βαθύτερης αθωότητας. Έκανε νηστεία πολύ συχνά (έτρωγε φαγητό κάθε δύο μέρες) και ήταν ένας μεγάλος αναχωρητής (κοιμόταν το πολύ 3 ώρες τη νύχτα, καθισμένος σ’ έναν μικρό πάγκο), ένας μεγάλος ασκητής και προσευχητής (υποκλινόταν στο έδαφος ακόμα και όταν τα πόδια του, σε προχωρημένη ηλικία, άρχισαν να αιμορραγούν και ποτέ δεν έπαιρνε φάρμακα).
Ήταν λιγομίλητος, γιατί αν η σιωπή του και μόνο δεν σε ωφελούσε, τότε δεν υπήρχε πλέον λόγος να ζητήσεις συμβουλές από αυτόν (αλήθεια, μπορούμε να πάρουμε μάθημα ταπεινοφροσύνης, κοιτάζοντας και μόνο το πρόσωπό του!). Πάντα πίστευε ότι «πρέπει να ξεκινάμε με φόβο Θεού και να συνεχίζουμε με αγάπη προς Αυτόν. Και να προσθέσουμε ακόμη και πολλή ταπεινοφροσύνη και προσευχή κι έτσι θα φτάσουμε στη Βασιλεία των Ουρανών».
O Θεός τού είχε προηγουμένως φανερώσει τον χρόνο της μετοικεσίας του από αυτόν τον κόσμο, έτσι ώστε να διευθετήσει όλες τις υποθέσεις του 2 μήνες νωρίτερα και ζήτησε συγχώρεση απ’ όλους τους αδελφούς, συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων που είχαν εργαστεί στο κελλί του Αγίου Γεωργίου στου Γέροντα Διονύσιου (Ιγνάτιου), ο οποίος και τον κοινώνησε, και στις 5 Δεκεμβρίου πήρε τον δρόμο της αιωνιότητας.
Μπορούμε να πάρουμε ένα μάθημα ταπεινοφροσύνης, κοιτάζοντας και μόνο το πρόσωπό του!
Ο γέροντας Ηλίας της Κολιτσού μου είπε ότι μια φορά, στον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, την ημέρα του πανηγυριού του κελλιού, δεν υπήρχε τίποτα το βρώσιμο. Έριξαν δίχτυα, αλλά για ψάρια ούτε λόγος. Παραμονή της γιορτής, θλιμμένοι οι πατέρες πήγαν στον Γέροντα Ιωάννη. Ο Γέροντας τους είπε:
– Πάτε στις εκβολές να φέρετε το μεγάλο ψάρι.
Οι πατέρες ήθελαν να του πουν ότι από εκεί έρχονταν, αλλά παρέμειναν σιωπηλοί και υπάκουσαν. Και, πηγαίνοντας στην ακτή, έμειναν έκπληκτοι, στο θέαμα ενός ψαριού, που κολυμπούσε προς το μέρος τους, ψαριού μάλιστα αρκετά μεγάλου, ικανού να τους θρέψει για 2 μέρες. Mε γυμνά χέρια το έβγαλαν από το νερό και δόξασαν τον Θεό.
Σκήτη Κολιτσού, κελλί του Γέροντος Ιωάννη (Γκούτσου)
Λίγο πριν από την αναχώρησή του από αυτόν τον κόσμο, τον Νοέμβριο του 1996, ο Γέροντας Ιωάννης συναντήθηκε με τον νεαρό και μέλλοντα Υπουργό Θρησκευμάτων της Ρουμανίας Andrian Lemeni[4] . Ο νεαρός τον ρώτησε:
– Πατέρα, ποια θα έλεγες ότι ήταν τα κατορθώματά σου όλα αυτά 70 χρόνια προσευχής στο Άγιον Όρος;
Ο γέροντας του απάντησε:
– Απέκτησα παρρησία ενώπιον του Θεού.
Αρχές φθινοπώρου, κι ενώ ο πατέρας Αυγουστίνος το είχε ήδη ξεχάσει, ξεπήδησε έξαφνα μια πηγή καθαρού νερού πιο πάνω από το κελλί
Ο π. Αυγουστίνος, μαθητής του π. Ιωάννη τα τελευταία χρόνια της ζωής του κι εργαζόμενος μαζί του στον κήπο, του είπε αστειευόμενος:
"Σεβάσμιε, εσύ που λαμβάνεις το έλεος του Θεού, προσευχήσου σε Αυτόν: Ας στείλει μια πηγούλα πιο κοντά στο κελλί, για να μην κουβαλάμε πλέον νερό από την κοιλάδα".
Ο Γέροντας δεν είπε τίποτα τότε, αλλά, όταν έπιασε φθινόπωρο, κι ενώ ο π. Αυγουστίνος το είχε ήδη ξεχάσει, ξεπήδησε έξαφνα από το πουθενά μια πηγή καθαρού νερού πιο πάνω από το κελλί, λίγα μόλις μέτρα από το κομμάτι της γης όπου ήταν ο κήπος. Μέχρι σήμερα παίρνουν νερό από εκεί.
Μια μέρα, ένας Έλληνας δόκιμος μοναχός από τη μονή Βατοπεδίου ήρθε ν’ ακούσει τον λόγο του. Λαμβάνοντας την ευλογία, έκανε ήδη να φύγει και τότε ο Γέροντας του είπε, αποχαιρετώντας τον:
– Καλό ταξίδι, π. Αθανάσιε.
Αλλά έλα που αυτός δεν ήταν ακόμη μοναχός. Όταν προσπάθησε να το πει στον Γέροντα, του λέει αυτός:
– Δεν είναι στη θέλησή σου αυτό. Θέλημα Θεού είναι!
Σήμερα μπορείτε να βρείτε τον π. Αθανάσιο ν’ ασκείται στην Αδελφότητα του Βατοπεδίου.
Τζορτζ Κρισνιάν
Sfantul Munte Athos (Άγιο Όρος)
Από τα θαύματα που έλαβαν χώρα μετά τον θάνατο του Γέροντα
Ο Αρχιμανδρίτης Πορφύριος με το κρανίο του Ιερομεγαλόσχημου Ιωάννου (Gutsu) Ένα πραγματικά θαυματουργό γεγονός συνέβη σ’ έναν Ρουμάνο ιερέα, που ήρθε στο Άγιον Όρος το 2007. Ζήτησε ολόψυχα να επισκεφτεί τον τάφο του Γέροντα Ιωάννη, για τον οποίο έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια και γνώριζε ότι είχε αναχωρήσει για τον Κύριο το 1996. Πραγματοποιώντας την επιθυμία του, ήρθε με το φως της ημέρας στην Κολιτσού στον τάφο του Γέροντα για να τον προσκυνήσει και τι να δει: Ένας γέροντας μ’ ένα πράο και καθάριο πρόσωπο στεκόταν στον τάφο. Ο ιερέας ρωτάει τον γέροντα:
– Και ποιος είσαι εσύ;
«Εγώ είμαι ο Ιωάννης (Γκούτσου), στον τάφο του οποίου ήρθες».
Ο ιερέας έμεινε άναυδος και του είπε:
– Πώς! Η αγιότητά σου[5], είσαι ζωντανός; Μα όλοι λένε ότι πέθανες εδώ και πολύ καιρό και σε ενθυμούνται μόνο στις προσευχές.
"Ακόμα και αν πέθανα, τότε, ξέρετέ το, ότι είμαι ακόμη ζωντανός".
Μετά από αυτήν τη σύντομη συζήτηση, ο ιερέας μας πήρε την ευλογία του Γέροντα, του φίλησε το χέρι και στη συνέχεια έφυγε, σε κατάσταση πνευματικής ευφορίας τέτοιας, που δεν είχε βιώσει ποτέ πριν στη ζωή του[6].
Μοναχός Νικόδημος