Στο κήρυγμά του στις 8 Μαρτίου 2020 στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου ο Μακαριώτατος Μητροπολίτης Ονούφριος τόνισε γιατί με τη βοήθεια της νηστείας και της προσευχής ο άνθρωπος υπηρετεί τον Θεό ωφελούμενος πολύ ο ίδιος.
Ο Ιεράρχης υπενθύμισε το γεγονός της Υπαπαντής του Κυρίου σχετικά με την προφήτιδα Άννα: «Καὶ ἦν ῎Αννα προφῆτις, θυγάτηρ Φανουήλ…οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν».
«Αυτή η ιστορία μας θυμίζει ότι με τη νηστεία και την προσευχή υπηρετούμε τον Θεό. Αυτή την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής θα πρέπει να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, όσο μπορούμε, όσο έχουμε δύναμη, να υπηρετήσουμε το Θεό», κάλεσε ο Μακαριώτατος.
Επίσης υπογράμμισε ότι ο καθένας, όσο έχει δύναμη, ανεξαρτήτως ηλικίας, θα πρέπει να νηστεύει και να προσεύχεται.
«Καμία φορά ως άνθρωποι της προχωρημένης ήδη ηλικίας λέμε ότι είμαστε αδύνατοι, δεν μπορούμε να υπηρετήσουμε με την νηστεία και την προσευχή, δυσκολευόμαστε να προσευχόμαστε, μνήμη δεν έχουμε…, αλλά ο καθένας, είτε νέος, είτε γέρος, θα πρέπει να νηστεύει και να προσεύχεται. Η νηστεία και η προσευχή ωφελούν τον καθένα».
Στη συνέχεια ο Μητροπολίτης Ονούφριος παρέθεσε μια ιστορία από τη ζωή του, αναφερόμενος στην ωφέλεια της νηστείας και προσευχής στη ζωή ενός ηλικιωμένου και ασθενούς ανθρώπου. «Έζησε εκείνος κάπου στην Ευρώπη, στο Βέλγιο. Ήταν άνθρωπος ευλαβής με γυναίκα και παιδιά, ερχόμενος τακτικά στο Άγιον Όρος. Συμπλήρωσε ήδη περίπου 80 χρόνια όταν απεβίωσε η σύζυγός του και τα παιδιά του είχαν πλέον μεγαλώσει. Έτσι αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Άγιον Όρος μόνιμα…
Έπασχε από πολύ βαριά μορφή του σακχαρώδους διαβήτη, με τόση υπερτονία ώστε δεν εξισορροπείτο με τίποτε, με νεύρωση, με αϋπνία. Όλες αυτές οι νόσοι του προκάλεσαν τριχόπτωση και δεν είχε καθόλου γένια. Σε αυτή την κατάσταση προσήλθε σε μοναστήρι, άρχισε να ασκείται και να ακολουθεί το μοναστηριακό τυπικό. Δεν αγωνιζόταν και ιδιαιτέρως, έτρωγε όσο επιτρεπόταν, ενώ όσα δεν επιτρεπόταν δεν έτρωγε.
Αρχικά ταλαιπωρείτο συμμορφούμενος με το μοναστηριακό τρόπο ζωής. Διότι θα έπρεπε να αναπροσαρμοσθεί σε πολλά, όχι μόνο όσον αφορά το φαγητό. Είναι διαφορετικό το πνεύμα της ζωής εκεί. Η αναπροσαρμογή του συνοδευόταν από ταλαιπωρίες και βάσανα. Όταν όμως συμπλήρωσε τα 100 χρόνια ζωής, του εξαφανίσθηκαν ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπερτονία, η νεύρωση, κοιμόταν καλά, έβγαλε και γένια και μάλιστα πολύ μεγαλύτερα από τα μισά δικά μου και όλα αυτά σε διάστημα τεσσάρων ετών (τον είδα όταν ήταν 104 ετών).
Στο κελί του ζούσε και ένας άλλος μοναχός, με τον οποίο μοιραζόταν το διακόνημα. Μια ημέρα μαγείρευε ο ένας, την άλλη ημέρα ο άλλος. Επίσης καλλιεργούσε και λαχανόκηπο, ο οποίος ήταν τόσο περιποιημένος, τόσο όμορφος ώστε έμοιαζε ωραίο κούρεμα μετά από κομμωτήριο. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούσε να περπατά ο γέρος, λόγῳ της ασθένειας των γονάτων. Έφτιαξε επιγονατίδες και έτσι με τη μικρή σκαπάνη που είχε καλλιεργούσε ολόκληρο τον κήπο.
Είναι μακαριστός πλέον, και όμως δεν απεβίωσε από την ασθένεια, αλλά επειδή έκανε την εξής προσευχή: «Κύριε, έζησα αρκετά πλέον. Όλοι οι φίλοι μου πέρασαν στην αιωνιότητα, βαριέμαι. Πάρε με Κύριε στον κόλπο Σου», και τον πήρε ο Κύριος.
Εάν ο άνθρωπος εξαναγκάζει τον εαυτό του, ακόμη και με ασθένειες και αδυναμίες, να υπηρετεί τον Θεό με τη νηστεία και την προσευχή, συμβαίνει ότι ο Θεός δεν του προσθέτει μόνον τη χάρη, αλλά και χρόνια ζωής», έκλεισε.