Στις 9 Φεβρουαρίου 2014, στην πόλη Γιούζνο-Σαχαλίνσκ[1], ένας νεο-παγανιστής σκότωσε δύο και τραυμάτισε πάνω από δώδεκα ορθόδοξους χριστιανούς. Μετά από 5 χρόνια, θυμόμαστε αυτή την τραγωδία δύο χριστιανών ηρώων – τής μοναχής Λιουντμίλα (Πριάσνικοβα) και τού άστεγου Βλαδίμηρου Ζαπορόζετς – που έσωσαν πολλούς με κόστος την ζωής τους ...
Χρονικό
Καταγραφή μιάς κάμερας παρακολούθησης τού καθεδρικού ναού τής Ανάστασης τής Νότιας Σαχαλίνης. Ο δράστης στέκεται δίπλα στο αναλόγιο. Οι ενορίτες τρέχουν προς την έξοδο
Γύρω στις 1:20 μ.μ., την 9η Φεβρουαρίου 2014, ο υπάλληλος ιδιωτικής εταιρείας ασφάλειας Στέπαν Κομάροφ μπαίνει στον άνω ιερό τού Καθεδρικού Ναού τής Ανάστασης με το όπλο του γεμάτο, πάει στο αναλόγιο και πυροβολεί την εικόνα τής Ανάστασης τού Χριστού, και μετά γυρίζει και φωνάζει: «Φύγετε! Θα πυροβολήσω!". Καθώς οι έντρομοι ενορίτες σπεύδοντας στην έξοδο φτάνουν στην πόρτα, ο νεο – παγανιστής τούς πυροβολεί αρκετές φορές από πίσω.
Η μοναχή Λιουντμίλα (Πριάσνικοβα), που καθόταν πίσω από ένα μανουάλι, μετά τον πρώτο πυροβολισμό αμέσως φώναξε τον αξιωματικό εν υπηρεσία στην εκκλησία και κρύφτηκε πίσω από το πάγκο.
Οι ενορίτες άρχισαν να σκορπίζονται όπου κι όπου στο δρόμο. Όταν στο προαύλιο τού ναού σύρθηκαν ένας άντρας με τραυματισμένο από πυροβολισμό πόδι και μια αιμορραγoύσα γυναίκα, ο άστεγος Βλαδίμηρος έσπευσε στο ναό από το δρόμο, φωνάζοντας: «Θα τούς σώσω!»
Ταυτόχρονα, ο νεο – παγανιστής έκανε νόημα με το όπλο στην ενορίτισσα Νατάλια να συρθεί πριν την θανατώσει προς την πόρτα. Οι κραυγές τού άστεγου τράβηξαν την προσοχή τού εγκληματία και η γυναίκα κρύφτηκε πίσω από τη στήλη του ναού. Ο Βλαδίμηρος δέχθηκε τέσσερις βολές εξ επαφής. Τον έθαψαν σε κλειστό φέρετρο.
Ο Στέπαν ήρεμα πήγε στο μέρος που πουλάνε κεριά, έσκυψε πάνω από τον πάγκο και, με ένα πυροβολισμό εξ επαφής, έκοψε το κεφάλι τής μοναχής Λιουντμίλα. Στη συνέχεια έριξε τα εναπομένοντα φυσίγγια στις εικόνες τής Μητέρας τού Θεού τής Παντάνασσας τού Βλαντίμιρ.
Κάθισε, άναψε ένα τσιγάρο και άρχισε να περιμένει ήρεμα την αστυνομία, και κλαίγονταν που πήρε τόσα λίγα φυσίγγια μαζί του.
Μεταγενέστερη εξέταση έδειξε ότι ο Στέπαν ήταν απολύτως φυσιολογικό άτομο.
Την Κυριακή αυτή η Εκκλησία τίμησε τη μνήμη των νεομαρτύρων και Ομολογητών τής Ρωσικής Εκκλησίας ...
"Οι άνθρωποι την ονόμαζαν με αγάπη "μητέρα – μητερούλα"
Ηγούμενος Φιλάρετος (Πριάσνικοφ), γιός τής μοναχής Λιουντμίλας:
– Ήμασταν μια συνηθισμένη εργαζόμενη οικογένεια. Περί θρησκείας δεν μιλάγαμε ποτέ, αλλά οι γονείς μάς δίδαξαν να αγαπούμε την εργασία, να σεβόμαστε τούς μεγαλύτερους, να είμαστε ταπεινοί και να είμαστε ικανοποιημένοι με αυτό που έχουμε. Εγώ ο ίδιος ήρθα στην ορθόδοξη εκκλησία στην ηλικία των έντεκα, και παρέμεινα έκτοτε εκεί. Ο πατέρας και η μητέρα μου δεν με απαγόρευαν να φεύγω από το σπίτι τα Σαββατοκύριακα, τα οποία και περνούσα στην εκκλησία τού Αγίου Νικολάου τού Βάνινο.
Μοναχή Λιουντμίλα (Πριάσνικοβα) Για τη μητέρα, η ενασχόληση με τα τής εκκλησίας άρχισε το 2000, όταν πέθανε ο πατέρας. Στη συνέχεια, υπηρέτησα ήδη στην Σαχαλίνη, όπου και την μετέφεραν. Τον επόμενο χρόνο μεταφερθήκαμε σε ένα περιφερειακό κέντρο, όπου κατοικήσαμε έντεκα και μισό χρόνια. Ήταν πάντα μαζί μου. Υπήρχε μια πνευματική σχέση μεταξύ μας: όταν ήμουν άρρωστος κι αισθανόμουν ότι χρειαζόμουν μητρική βοήθεια, η μητέρα μου πάντα μού την παρείχε πλουσιοπάροχα. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στο Ορθόδοξο Πανεπιστήμιο τού Αγίου Τύχωνος, τα ταξίδια στη Μόσχα ήταν συχνά. Με τη μαμά, είχαμε μια συγκεκριμένη παράδοση. Το πρωί, αφήνοντας το ξενοδοχείο για να πάω στις εξετάσεις, την έπαιρνα τηλέφωνο και τής ζητούσα να διαβάσει μια προσευχή στον Άγιο Νικόλαο ζητώντας να με βοηθήσει. Στέκονταν να κάνει την προσευχή και δεν επέτρεπε στον εαυτό της να κοιμηθεί μέχρι που να έχει το τηλεφώνημά μου με τα νέα μου. Δεδομένων των αποστάσεων και των χρονικών διαφορών, είναι εύκολο να υποθέσουμε ότι δεν βρίσκονταν δίπλα στο τηλέφωνο σχεδόν όλη τη νύχτα. Ένιωθα την προσευχή της, κι αυτό μού έδινε τεράστια βοήθεια.
Το 2012 ξεκίνησε μια νέα περίοδος για την μητέρα – η ένταξη στον μοναχισμό και στη συνέχεια η κουρά. Θυμάμαι πόσο πολύ ανησυχούσε. Δεν είχε αμφιβολίες γι΄αυτό που έκανε, αλλά υπήρχε κάποια συγκίνηση και ερωτηματικά: θα τα βγάλει πέρα άραγε; Μετά την κουρά, η μητέρα Λιουντμίλα (αυτοί που την περιτριγύριζαν, την αποκαλούσαν με αγάπη «μητέρα – μητερούλα») άρχισε να σκαρφαλώνει στο Γολγοθά της. Ως γιος, έβλεπα ξεκάθαρα τις αλλαγές στη ζωή της: έγινε πιο σκεφτική, διάβαζε πολλά, δεν επέτρεπε στον εαυτό της να κοιμηθεί χωρίς να διαβάσει τον μοναστικό κανόνα. Έχω ακόμα ένα σημειωματάριο στο οποίο κατέγραφε σχολαστικά πατερικές εκφράσεις, τις οποίες έβρισκε στο ορθόδοξο «Καλός Λόγος» στο οποίο και είχε συνδρομή.
Ανησυχούσε πάντα για μένα όταν έφευγα για μεγάλο χρονικό διάστημα είτε για σπουδές είτε για επαγγελματικά ταξίδια. Έχει μείνει ζωντανή στην μνήμη η συνάντησή μας μετά το τελευταίο ταξίδι, Ιανουάριο μήνα, στην Αγία Πετρούπολη. H πτήση μου αφίχθη το Σάββατο. Την ημέρα αυτή, η μητέρα εργάζονταν στο κατάστημα με τις εικόνες. Αφού άφησα τα πράγματα μου, πήγα βιαστικά στον ναό. Όταν με είδε, κυριολεκτικά έτρεξε να με συναντήσει και να με πάρει σφιχτά στην αγκαλιά της. «Πού είσαι όλο αυτόν τον καιρό;» ρώτησε απαλά. Δεν με συνάντησε ποτέ έτσι ... Κι ούτε πρόκειται πλέον...
Την ημέρα τής τραγωδίας, τελέσθη Λειτουργία υπό τον π. Τύχωνα. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας πραγματοποιήθηκε μια μνημόσυνη δέηση για τους νεομάρτυρες και τούς ομολογητές τής Εκκλησίας μας και μετά, μια προσευχή τής Ευγνωμοσύνης. Η μητέρα βρίσκονταν στη δεξιά πλευρά τού άμβωνα και στα χέρια της κρατούσε σημειώσεις. Παρατήρησα το βλέμμα της προς εμένα – ξέρετε, ένα βλέμμα γεμάτο μελαγχολία και κάποια τρυφερότητα. Μού φάνηκε τότε τόσο μικρή και ανυπεράσπιστη. Ως χριστιανός, ως κληρικός, έχω παρηγοριά, συνειδητοποιώ ότι η μητέρα μου έκανε ένα μεγάλο κατόρθωμα δίνοντας την ζωή της για τούς άλλους! Αλλά ως γιος αισθάνομαι μια αναντικατάστατη απώλεια στην ζωή μου. Θα νιώθω πολύ μοναξιά χωρίς τη στοργική της φροντίδα και τα σοφά λόγια που αγαπούσε να λέει: "Δόξα τώ Θεώ για όλα!"
"Είμαι βέβαιη ότι συγχώρησε τον δολοφόνο της και ήδη προσεύχεται γι' αυτόν"
Ι.Α. Πισέτσκαγια, πόλη Τόμαρυ:
Η εικόνα της Ανάστασης τού Χριστού που πυροβολήθηκε από τον νεο – παγανιστή. Καθεδρικός ναός τής Ανάστασης τής Γιούζνο – Σαχαλίνης. Φωτογραφία: Αντόν Ποσπέλοφ / pravoslavie.Ru – Για σχεδόν 10 χρόνια, το ειλικρινές χαμόγελο τής Όλγας Νικολάγιεβνα διασκόρπιζε τα ζοφερά σύννεφα τής διάθεσής μου που μόνο καλή δεν ήταν. Ήταν αρκετό να την συναντήσω στον δρόμο για την δουλειά και να ακούσω το στοργικό: "Γειά σας, Ίροτσκα!" (ΣτM: χαϊδευτικό τού Ειρήνη) – Και ένιωθα αμηχανία για τη χαρά της. "Τι φωτεινός ανθρωπάκος" σκεφτόμουν, κι η ψυχή μου γέμιζε ηρεμία ...
Γνωρίστηκα με την Όλγα Νικολάγιεβνα το 2004, όταν εργαζόμουν ως καθαρίστρια σε μια εταιρία διαχείρισης κατοικιών, δουλειά που έκανα για να πληρώνω για την εκπαίδευση τής μεγαλύτερης κόρης μου. Ζούσα μόνη με τις δύο κόρες μου, τις φρόντιζα όσο μπορούσα, έκανα οποιαδήποτε δουλειά πέρναγε από το χέρι μου. Τότε ήταν που είδα αυτή τη μικρή ευκίνητη γυναίκα στο καθαριστήριο μας. Μιλήσαμε, και κάπως ανεπαίσθητα, υπό το βλέμμα των λαμπερών ματιών της, τής μίλησα για την στενάχωρη ζωή μου. Και τότε άκουσα μια φράση που μού έγινε αργότερα πολύ οικεία: "Ίροτσκα, όλα θα πάνε καλά με σάς." Παραδόξως, αμέσως την εμπιστεύτηκα, κάτι το ασυνήθιστο για μένα ...
Παραδόξως, αμέσως την εμπιστεύτηκα, κάτι το ασυνήθιστο για μένα
Δεν γνώριζα σχεδόν τίποτα γι 'αυτήν – μόνο ότι είναι από το Βάνινο και ότι ζεί με το γιο της, ότι ο γιός της είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος τον οποίο πιθανότατα γνωρίζω. Έμεινα έκπληκτη, κι αυτό για μεγάλο χρονικό διάστημα, με την ψυχική τύφλωσή μου που δεν μπόρεσα να μαντέψω αμέσως ότι ο γιός της ήταν ο νέος ηγούμενος Φιλάρετος τής ενορίας τής Ύψωσης τού Τίμιου και Ζωοποιού Σταυρού τής πόλης Τόμαρυ. Νεαρός και με διαπεραστική προσωπική λάμψη. Ήταν σε αυτόν που πήγα για την πρώτη μου εξομολόγηση, αυτός μάς στεφάνωσε επίσης. Για περισσότερο από ένα χρόνο, δεν είχα ιδέα ότι ο, κατά κόσμο, Σεργκέι Πριάσνικοφ και η Όλγα Νικολάγιεβνα ήταν συγγενείς. Και όταν το έμαθα, ήταν σαν να ανασκεύασα μια πλήρη εικόνα από τα κομμάτια της. Φυσικά, έτσι θα περίμενε κανείς να είναι πάντα: μια γυναίκα με τεράστια καρδιά γεννά και αναθρέφει καλά παιδιά. Και η μεγάλη αξία της, κατά τη γνώμη μου, έγκειται στο γεγονός ότι ο γιός της αφιέρωσε τον εαυτό του στην υπηρεσία τού Κυρίου.
Εργαστήκαμε μαζί για 2 χρόνια. Η ομάδα ήταν ανδρική, με τις γυναίκες να μετριούνται στα δάχτυλα, κι όλοι αυτοί οι σκληρά εργαζόμενοι κι εξουθενωμένοι από τη 12ωρη βάρδια, αντιμετωπίζονταν με ιδιαίτερη ευλάβεια την Όλγα Νικολάγιεβνα, τής συμπεριφέρονταν σαν να ήταν μητέρα τους, παρά το γεγονός ότι η ηλικιακή διαφορά με πολλούς ήταν μικρή και, μάλιστα, μερικοί ήταν και μεγαλύτεροι στην ηλικία. Για όλους, είχε μια καλή λέξη να πει. Συνέβαινε, να ψιλομαλώνει τούς άνδρες που «ξεφεύγαν» κάπως με το που έπεφτε μισθός στα χέρια τους, και για κάποιον θα έραβε κάτι, κάποιου άλλου θα σιδέρωνε τα εσώρουχα. «Ποιος θα φροντίσει αυτούς τούς ξεστρατισμένους», αναστέναζε καμιά φορά. Και ποτέ δεν είπε ούτε μια λέξη για να καταδικάσει αυτούς που, για να το πώ ήπια, συμπεριφέρονταν άσχημα. Ούτε μια φορά!
Τα χρόνια πέρασαν γρήγορα. Παντρεύτηκα. Η μεγαλύτερη κόρη αποφοίτησε από το κολλέγιο. Η ζωή μας βελτιώθηκε. Και όλα συνέβησαν όπως μού είπε:
– Όλγα Νικολάγιεβνα, η Ούλετσκα (ΣτΜ: χαϊδευτικό τού Γιουλιάνα) πέρασε τα προφορικά (ΣτΜ: εξέταση, στα ρωσικά Πανεπιστήμια, που αποτελεί προϋπόθεση για να συνεχίσει κανένας με διπλωματική εργασία)!
– Δόξα τώ Θεώ, Ίροτσκα, δόξα τώ Θεώ!
– Όλγα Νικολάγιεβνα, ο Ολέγκ κι εγώ αποφασίσαμε να στεφανωθούμε!
– Δόξα τώ Θεώ, Ίροτσκα! Φύλαξον, Κύριε!
– Όλγα Νικολαέβνα, κάτι δεν πάει καλά με την νεαρή κόρη ...
– Όλα θα πάνε καλά, Ίροτσκα, όλα θα πάνε καλά ...
Η Όλγα Νικολάγιεβνα Πριάσνικοβα στο γάμο (στέκεται με κεριά στα αριστερά)
Στις 12 Ιουνίου 2011, την ημέρα τής Αγίας Τριάδας, παντρευτήκαμε με τον σύζυγό μου. Με ιδιαίτερη έξαρση, θυμάμαι τις διακοπές τής οικογένειάς μου. Πρόσφατα, κοιτάζοντας τις φωτογραφίες αυτής τής σημαντικής εκδήλωσης, βρήκα μια κάρτα στην οποία η Όλγα Νικολάγιεβνα, με ευτυχισμένο χαμόγελο στο πρόσωπό της, σαν φύλακας άγγελος τού γάμου μας, φαίνεται να είναι ευτυχής για μένα. Ήταν τόσο πραγματικά χαρούμενη που απλά έλαμπε από χαρά.
Φάνηκε σε μένα ότι προσευχόταν για όλους μας και για τον καθένα ξεχωριστά. Και αυτό που για μένα ήταν μια σχεδόν αδύνατον να πραγματοποιηθεί εντολή, το "Αγάπα τον πλησίον σου", ήταν γι΄αυτήν όχι απλώς μια εντολή, αλλά κάτι που το βίωνε. Αυτή η ψυχική κατάσταση αγάπης προς όλους, ήταν γι΄αυτήν μια ανάγκη που έπρεπε να ικανοποιήσει, όπως ανάγκη που πρέπει να ικανοποιήσουμε είναι για μάς η αντιμετώπιση τής πείνας. Ακόμη και ο τραγικός θάνατος τής κόρης της και η ακατάστατη ζωή τού νεαρού γιού της, δεν σκλήρυναν την καρδιά της, δεν την έκαναν να κακιώσει και δεν έδωσαν καν λαβή σε «ενοχλητικές» ερωτήσεις, γιατί όλα αυτά ..
Είναι πολύ δύσκολο για εμάς τούς αμαρτωλούς να ταπεινώνουμε την υπερηφάνεια μας. Άνθρωποι όπως η Όλγα Νικολάγιεβνα, η μητερούλα μας Λιουντμίλα, έρχονται στον κόσμο για να μπορέσουμε να μάθουμε την ταπεινοφροσύνη, την αγάπη και την ικανότητα να συγχωρούμε και να έχουμε πίστη!
Προσπαθήστε να ζήσετε ανάμεσα στους ανθρώπους, μέσα σε αυτήν την μυρμηγκοφωλιά τής κακίας, τού κουτσομπολιού, τού φθόνου, αυτής τής «δημόσιας αγοράς» ματαιοδοξίας και απληστίας, τής αχορτασιάς γιά πλουτισμό και για την κατάληψη ηγετικών θέσεων, τής προδοσίας και τής φθονερότητας. Δοκιμάστε, και όχι μόνο μην λερωθείτε, αλλά κρατήστε την ψυχή και την καρδιά σας καθαρές! .. Θα πείτε «αδύνατο»; Ίσως! Αλλά αυτή ακριβώς ήταν η Όλγα Νικολάγιεβνα, η αδελφή Λιουντμίλα, που δολοφονήθηκε τόσο άγρια...
Και είμαι βέβαιη ότι συγχώρησε τον δολοφόνο της και ότι ήδη προσεύχεται γι'αυτόν, γιατί δεν ήξερε τι έκανε! Τέτοιο είναι το μεγαλείο της!
"Ποτέ δεν είδα να κάθεται χωρίς δουλειά"
Ι.Μ. Βάρινα, Τόμαρυ:
Το παραμάνδυον και ο σταυρός απο την κουρά τής μοναχής Λιουντμίλας – Πόσος χρόνος έχει περάσει από το θάνατό της και η καρδιά και το μυαλό δεν μπορούν να αποδεχτούν το γεγονός ότι η μητέρα Λιουντμίλα δεν είναι μαζί μας! Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός μάς στηρίζει με τα λόγια ότι όλοι είναι ζωντανοί εν Θεώ. Και πώς μπορεί να σβήσει η μνήμη ενός ατόμου από το οποίο έχουμε παραδειγματιστεί τόσο πολύ και με τόσους τρόπους, και τού οποίου τις δουλειές κι ό,τι ξεκίνησε να κάνει, συνεχίζουμε ακόμη και σήμερα να τα κάνουμε ...
Εγκλιματίστηκε γρήγορα στην ζωή τής Εκκλησίας τής Ύψωσης τού Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού στην πόλη Τόμαρυ. Χαμογελαστή, ενεργητική, προσεκτική, φιλική, αυστηρή: τέτοια ήταν η μητερούλα Λιουντμίλα. Πρόφτανε να κάμει τα πάντα, επιβεβαιώνοντας τα σοφά λόγια: όσο περισσότερο δίνεις, τόσο περισσότερο παίρνεις. Ποτέ δεν την είδα να αδρανεί. Η μητερούλα θα διάβαζε τούς βίους των αγίων και στη συνέχεια θα μοιράζονταν με τούς άλλους αυτό που είχε διαβάσει. Καθάριζε τα μανουάλια στην εκκλησία ή έπλενε τα πατώματα εκεί και το καλοκαίρι χρησιμοποιούσε τον χορτοσυλλέκτη στον χώρο τής ενορίας. Με ιδιαίτερο αίσθημα αγάπης, πήγαινε στο κατάστημα με τις εικόνες, προσπαθούσε να διατηρεί τα εικονίδια και τα σκεύη καθαρά. Συχνά έβλεπα πώς βοήθαγε τον γιό της, τον π. Φιλάρετο, με τις οικοδομικές εργασίες και μερικές φορές καθόταν ήσυχα στην γωνία τού ναού κι έπλεκε μάλλινες κάλτσες...
Το χαμόγελο δεν χάνονταν ποτέ από το πρόσωπό της, όσο δύσκολο κι αν ήταν να το διατηρήσει
Είναι πράγματι αδύνατο να θυμηθούμε και να διηγηθούμε όλα όσα ζήσαμε με αυτήν! Έβρισκε πάντα να δώσει σε εμάς τούς ενορίτες ένα κομματάκι τής καρδιάς της, να μάς βοηθήσει με μια καλή λέξη ή συμβουλή.
Το χαμόγελο δεν χάνονταν ποτέ το πρόσωπό της, όσο δύσκολο κι αν ήταν μερικές φορές. Ήταν πάντα αφοσιωμένη και ευγνώμων στον Θεό για όλα όσα συνέβαιναν. Αξίζει να θυμηθούμε το θάρρος και καρτερία, αλλά και τον πόνο ψυχής, με τα οποία βίωσε τον τραγικό θάνατο τής κόρης της.
Με την εμπειρία τής ζωής που κουβαλούσε πάνω της, μπορούσε να σταματήσει με τακτ κάποιον που επέκρινε άλλους ή που μιλούσε ασυνάρτητα, κι αυτό συχνά με μια ματιά και μόνο. Η μητερούλα Λιουντμίλα έτυχε γενικής εκτίμησης μεταξύ των ανθρώπων, κατέχοντας οργανωτικές δεξιότητες. Εμείς οι ενορίτες μέναμε κατάπληκτοι με τον τρόπο που αντιμετώπιζε τον γιό της, τον ηγούμενο Φιλάρετο! Το αίσθημα βαθιάς μητρικής αγάπης ήταν ολοφάνερο. Μέσα από την ανιδιοτελή αφοσίωσή της, μάς δίδαξε να αγαπάμε την εκκλησία, να αφιερώνουμε μέρος τής ζωής μας σε αυτήν. Δεν χωρά αμφιβολία ότι επιλέχθηκε από το Θεό για να επιτελέσει κατόρθωμα και εκπλήρωσε τον προορισμό της στην ζωή μέχρι τέλους, επάξια, προσφέροντας τον εαυτό της στην υπηρεσία τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού και των ανθρώπων. Θα μείνει πάντα στην καρδιά μου. Αιωνία η μνήμη τής μητερούλας Λιουντμίλας!
"Η μητέρα υπέφερε για μένα!"
Καθεδρικός ναός τής Ανάστασης τής Γιούζνο – Σαχαλίνσκ. Ο άνω ναός όπου διαδραματίσθηκε η δολοφονία. Φωτογραφία: Αντόν Ποσπέλοφ / pravoslavie.Ru
Νατάλια Αλεκσέγιεβνα, πόλη Γιούζνο – Σαχαλίνσκ:
– Ο σύζυγός μου και εγώ άρχισε να παρευρισκόμαστε στον καθεδρικό ναό τής Ανάστασης από τον Απρίλιο τού 2013, χωρίς να γνωρίζουμε το παραμικρό περί κανόνων συμπεριφοράς στην εκκλησία, περί Μυστηρίων και περί πολλών άλλων που κάθε ορθόδοξος χριστιανός οφείλει να γνωρίζει. Μόλις ήρθαμε στο ναό, άρχισαν να μαζεύουν τα κεριά τής εκκλησίας και η μητερούλα μού ανακοίνωσε την ολοκλήρωση τού Ευχέλαιου την ημέρα εκείνη. Τέτοια ήταν η ευλάβεια με την οποία μάς μίλησε για τα οφέλη τού Μυστηρίου αυτού, που συνειδητοποιήσαμε ότι έπρεπε να συμμετάσχουμε σε αυτό την ίδια αυτή μέρα! Η μητερούλα μπορούσε να εξηγήσει με απλό τρόπο τα πιο δύσκολα πράγματα. Μάς αποκάλυψε τον κόσμο των εκκλησιαστικών μυστηρίων.
Δεν είναι όλοι ικανοί να χαίρονται ολόψυχα για την ευτυχία των άλλων. Η μητερούλα Λιουντμίλα, όμως, το μπορούσε!
Τον Μάιο τού 2013, ο σύζυγός μου και εγώ αποφασίσαμε να παντρευτούμε. Σε αυτή την έντονη συναισθηματικά για μάς μέρα, η μητέρα ξεκουραζόταν από τα καθήκοντά της στο μαγαζί με τα κεριά και δεν ήταν μάρτυρας αυτού τού, χαρμόσυνου για μάς, γεγονότος. Όταν η μητερούλα έμαθε την επόμενη μέρα για τον γάμο μας, βλέποντας με, έλαμψε από χαρά, την έπιασαν τα δάκρυα, κι άρχισε να μάς φιλάει και να ευχαριστεί τον Κύριο. Η αγάπη και η ζωντανή συμμετοχή της στη ζωή μας μάς άγγιζε βαθιά στη καρδιά μας. Δεν είναι όλοι ικανοί να χαίρονται ολόψυχα για την ευτυχία των άλλων. Η μητερούλα Λιουντμίλα, όμως, το μπορούσε! Tα συγκινητικά της δάκρυα, σαν σταγονίδια αγάπης, άγγιζαν την καρδιά μας. Αυτή παραμένει μια πράγματι αξέχαστη και ζωντανή στιγμή στη ζωή μας και από τότε η μητέρα έχει γίνει για εμάς ένα παράδειγμα αγάπης τού Ευαγγελίου που δίδαξε ο Κύριος.
Ήταν ένα εξαιρετικά εξυπηρετικό πρόσωπο! Κάποτε, στην λειτουργία τού πολυελέων, όταν οι ενορίτες είχαν ήδη παραταχθεί ο ένας πίσω από τον άλλο για να λάβουν το χρίσμα, έτυχε να στέκομαι μετά την μητερούλα. Με βλέπει, μού χαμογελάει και θέλει να σταθώ στην ουρά πριν από αυτήν. Προσπαθώ να αντισταθώ, καθώς είθισται οι μοναχοί να πάνε πρώτοι. Ωστόσο έκανα τελικά αυτό που μού ζήτησε η μητερούλα. Αργότερα, παρακολουθώντας την, παρατήρησα ότι η μητερούλα Λιουντμίλα δεν βιάστηκε ποτέ να είναι πρώτη. Περίμενε υπομονετικά μεταξύ των τελευταίων που λάμβαναν την ευλογία τού ιερέα μας. Όλη της την ζωή έδειξε πώς μπορεί να ζήσει κανείς σύμφωνα με το Ευαγγέλιο.
Στη μνήμη μου κρατώ την εικόνα τής μητερούλας ως ενός χαρούμενου, ευχάριστου, πάντα χαμογελαστού ανθρώπου, ο οποίος ανέδυε αγάπη, είχε στοργική εμφάνιση και ζεστά χέρια, όπως μια μητέρα.
Τελευταία φορά την είδα από αρκετή απόσταση, όταν γύρισα στον καταιγισμό των πυροβολισμών στην έξοδο τού ναού. Η μητερούλα παρέμεινε ήρεμη, ήθελε να μού πει κάτι, αλλά τότε δεν κατάλαβα τι ήθελε να μού πει. Όταν γύρισα ξανά, δεν ήταν πλέον ορατή.
Οι πυροβολισμοί δεν σταμάτησαν. Είδα προσωπικά τον δολοφόνο να πυροβολεί τον Βλαδίμηρο, ο οποίος έτρεξε μέσα στον καθεδρικό ναό για να προστατεύσει τούς αθώους ανθρώπους.
Φωτογραφίες του Βλαδίμηρου Ζαπορόζετς στον καθεδρικό ναό της Ανάστασης τής Γιούζνο – Σαχαλίνσκ
Με βάλαν να γονατίσω και να συρθώ μέχρι την έξοδο ρωτώντας με ταυτόχρονα αν πιστεύω στον Θεό. Έχοντας φτάσει κοντά στο κατάστημα με τις εικόνες, προσπάθησα να φωνάξω την μητερούλα, αλλά δεν απάντησε και κάπου βρήκα την ευκαιρία να δραπετεύσω από από τον ναό.
Θεωρώ ότι η μητερούλα υπέφερε για μένα! Δεν το κούνησε από κει που ήταν, διαφορετικά θα ήμουν στη θέση της.
Πρόσφατα, αναζητώντας βοήθεια για τις δύσκολες καταστάσεις που βίωνα στην ζωή μου, οι σκέψεις μου ήταν με την μητερούλα. Αισθάνομαι ότι με ακούει και με βοηθά. Μού έσωσε την ζωή μου και θα πρέπει να εργαστώ σκληρά πάνω στον εαυτό μου για να μπορέσω να ζήσω την ζωή μου επάξια απέναντί της.
"Αγαπούσε ιδιαίτερα αγάπησε την Θεοτόκο"
H πυροβολημένη από τον νεο – παγανιστή Εικόνα τής Μητέρας τού Θεού τού Βλαντίμιρ. Καθεδρικός ναός τής Ανάστασης τού Γιούζνο – Σαχαλίνσκι. Φωτογραφία: Αντόν Ποσπέλοφ / pravoslavie.ru
Γ.I. Ζαϊγκράικινα, Τόμαρυ:
– Με τι αγάπη στην καρδιά μου θυμάμαι την μητερούλα μας Λιουντμίλα! Είχαμε πολλή δουλειά στο ναό. Ο ηγούμενος Φιλάρετος κι οι βοηθοί του ήταν διαρκώς απασχολημένοι με την αποκατάσταση τού ναού. Η άφιξη τής μητερούλας Λιουντμίλας (τότε ακόμα την φωνάζαμε Όλγα Νικολάγιεβνα) αποδείχθηκε πολλή χρήσιμη. Η μητέρα τού ιερέα στρώθηκε αμέσως στην δουλειά. Βοήθησε με την εφημερία στον ναό. Όπου ήταν απαραίτητο να βοηθήσει, ήταν πάντα στο προσκήνιο. Όταν μαζεύονταν οι βοηθοί στο εργοτάξιο τού ναού, η ίδια μαγείρευε το δείπνο και τάιζε όλους. Μάς έμαθε πολλά πράματα. Πολύ διδακτικές ήταν οι ιστορίες της σχετικά με τα μοναστήρια και τούς ναούς που έτυχε να επισκεφθεί. Μάς δίδαξε, εμάς τούς ενορίτες, να καταλάβουμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η εκκλησία στην ζωή, πώς να την αγαπήσουμε και να την προστατέψουμε. Την ίδια στιγμή, αντιμετώπιζε με τέτοια αγάπη και αφοσίωση όσους έρχονταν, τούς άκουγε προσεκτικά, κι εάν ήταν απαραίτητο τούς υπεδείκνυε τι να κάνουν και τούς βοηθούσε.
Είχαμε μια ευσεβή παράδοση μαζί της. Πολύ συχνά, όταν δεν ήταν κανείς πλέον στο ναό, στεκόμασταν και προσευχόμασταν. Έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη προς την Θεοτόκο, στην οποία απευθυνόταν συχνά με δάκρυα στα μάτια. Ήταν κουρασμένη, βέβαια, από τις ανησυχίες και τις δουλειές. Συχνά έλεγε: "Γκαλίνα Ιβάνοβνα! Σαν να με πονάει η καρδιά μου". Και μετά από μια σύντομη παύση, αμέσως άρχιζε να ευχαριστεί τον Θεό με τα αγαπημένα της λόγια "Εις δόξαν Θεού!". H μητερούλα Λιουντμίλα ήταν ισχυρή πνευματικά. Μού λείπει πραγματικά – μόνο η προσευχή με καταπραΰνει.
"Φρόντιζε για τα πάντα"
Μοναχή Λιουντμίλα (Πριάσνικοβα)
Λ.A. Ρύκοβα, Τόμαρυ:
– Γνωριζόμουν με αυτήν την εκπληκτική γυναίκα για περισσότερα από τέσσερα χρόνια και θυμάμαι πάντα τις συμβουλές και τις γνώσεις της. Φρόντιζε για τα πάντα! Η Όλγα Νικολάγιεβνα, στη συνέχεια μητερούλα Λιουντμίλα, μού έμαθε πρακτικά ζητήματα: πώς, παραδείγματος χάριν, να οργανώσω όμορφα μια βιτρίνα σε ένα κατάστημα εικόνων.
Θυμάμαι μια μέρα που μια ομάδα παιδιών ηλικίας 13 – 14 ετών ήρθε στο ναό. Η μητέρα τα πήρε μέσα στον ναό, σταμάταγε μπροστά σε κάθε εικόνα, έλεγε την ιστορία της. Όταν έφυγαν, οι έφηβοι ζήτησαν άδεια να επιστρέψουν στην εκκλησία. Και όντως: έχουν γίνει συχνοί επισκέπτες μας.
Θυμάμαι τις προετοιμασίες που κάναμε για διάφορες χριστιανικές εορτές ή όταν συναντούσαμε επισκέπτες. Η μητέρα ξεφύλλιζε πολλά βιβλία με συνταγές για να ετοιμάσει ένα υπέροχο και νόστιμο εορταστικό γεύμα. Αξίζει να αναφέρουμε και την αγάπη που είχε για τα λουλούδια. O χώρος τού ναού μας είναι ένα χώρος όπου θέλεις να περάσεις λίγη ώρα, να σκεφτείς για την ζωή. Και σε αυτό βοηθούσε o τεράστιος αριθμός λουλουδιών που η ίδια τοποθετούσε.
Συχνά σκεφτόμαστε το κατόρθωμα που επιτεύχθηκε από τη μητέρα Λιουντμίλα. Κάποιος πρέπει να έχει πολύ μεγάλη πίστη στο Θεό για να φτάσει στο σημείο να υπερασπιστεί τούς ενορίτες! Δεν μπορούν όλοι να το κάνουν αυτό. Είναι πάντα στην καρδιά μου.
"Η μητέρα Λιουντμίλα επικεντρώθηκε
στην σωτηρία τής ψυχής της"
Μοναχική κούρα τής Λιουντμίλας
Ο.Α. Μεντβέντεφ , Τόμαρι:
– Η Όλγα Νικολάγιεβνα (η μητερούλα Λιουντμίλα) στάθηκε για μένα ένα πρότυπο πραγματικού ασκητή τού Χριστού. Για έντεκα χρόνια την γνώρισα σαν ένα βαθιά θρησκευόμενο άτομο, που ποτέ δεν αποθαρρύνονταν, ήταν φιλική, χαρωπή, φιλάνθρωπη, εργατική, όχι προσκολλημένη σε οιοδήποτε πλουτισμό και ταπεινή.
Έχει επάξια εισέλθει στην βασιλεία τού Θεού
Η μητέρα Λιουντμίλα επικεντρώθηκε στην σωτηρία τής ψυχής της. Δούλεψε ακούραστα για την πνευματική της τελείωση, την γνώση τής Αλήθειας. Διάβαζε πολύ την ορθόδοξη λογοτεχνία, προσεύχονταν για όλους, εργάζονταν σκληρά για τον καλλωπισμό τής εκκλησίας μας. Για μένα, είναι μια μεγάλη απώλεια και ταυτόχρονα είμαι βέβαιη ότι είναι άξια τής Βασιλείας τού Θεού.
"Για μένα, η μητέρα Λιουντμίλα ήταν μια δεύτερη μητέρα"
Μαρίνα , Γιούζνο – Σαχαλίνσκ:
– Με τη μητέρα Λιουντμίλα, εργαζόμασταν μαζί στο μαγαζί με τις εικόνες τού καθεδρικού ναού. Ήταν ένα πραγματικά αγαπητό πρόσωπο, δεν χρειάζονταν καν να ζητήσεις την βοήθεια της: αμέσως έβλεπε ότι μπορεί να μην τα βγάζεις πέρα με κάτι, κι επενέβαινε και βοηθούσε. Έβλεπε ποιά είναι η διάθεσή σου! Απλά και μόνο με το χαμόγελό της, μπορούσε να σε ενθαρρύνει και να σε υποστηρίξει. Και ποτέ δεν επέτρεψε στον εαυτό της να αρνηθεί οποιαδήποτε υπακοή: δεν την άκουσα ποτέ να πει "δεν θα" ή "είναι δύσκολο για μένα να το κάνω αυτό".
Η επαφή με την μητερούλα ήταν άμεση
Η επαφή με τη μητερούλα ήταν άμεση. Ενδιαφέρονταν κυριολεκτικά για τα πάντα! "Τι έφαγες;", "Πώς πέρασες χθες την ημέρα;" – ενδιαφέρονταν να μάθει. Δεν ένιωθα καμία δυσκολία μαζί της κι όλα πήγαιναν καλά μεταξύ μας. Για μένα, η μητερούλα Λιουντμίλα ήταν δεύτερη μητέρα. Και πώς οι άνθρωποι την αντιμετώπιζαν! Προσπαθούσε να βοηθήσει όλους όσους ζητούσαν βοήθεια. Όλοι εκτιμούσαν την προσέγγισή της στα καθήκοντά της. Δούλεψε πάντα σαν αληθινός χριστιανός – με αγάπη, προσοχή και επιμέλεια.
Η μητέρα μού έδωσε την μητρική αγάπη που δεν ένιωσα ποτέ. Και τώρα προσεύχομαι σε αυτήν, μιλάω μαζί της, την στιγμή τής προσευχής σε αυτήν αισθάνομαι ηρεμία στην ψυχή μου. Την νιώθω πάντα κοντά μου.
"Τηλεφωνώντας τον φύλακα, εξέθεσε τον εαυτό της στον εγκληματία"
Ο ηγούμενος Φιλάρετος στο κατάστημα κεριών όπου η μητέρα του, η μοναχή Λιουντμίλα, πυροβολήθηκε
Εργαζόμενη Τατιάνα, Γιούζνο – Σαχαλίνσκ:
– Η μητερούλα Λιουντμίλα από τα πρώτα λεπτά τής γνωριμίας μας κιόλας την ένιωσα «κοντά» μου. Όταν με είδε για πρώτη φορά στον χώρο που φτιάχνουν πρόσφορα, είπε: "Ω, ήρθε η δικιά μας"! Κι αυτό, χαμογελώντας, με τα λαμπερά γαλάζια μάτια της. Καθότι άνθρωπος που ήταν εύκολο να επικοινωνήσεις μαζί του, μοιράζονταν άμεσα τα συναισθήματά της, για παράδειγμα, για το γεγονός ότι τα μοναστικά άμφια δεν ήταν ακόμα έτοιμα, κι η κουρά θα γίνονταν σε μερικούς μήνες. Και έτρεχε συνέχεια στις πρόβες. Την βλέπαμε που έτρεχε, άλλωστε όλοι βλέπαν ότι ήταν διαρκώς εν κινήσει. Την έβλεπες να κρατά σημειώσεις στο μαγαζάκι κεριών και να πουλάει κεριά, να φεύγει από το μαγαζάκι και να πάει στην κουζίνα για να ευχαριστήσει τους μάγειρές μας, να πλένει πιάτα. Άμα δεν την έβλεπες, αισθανόσουν κάποια ερημιά στην ψυχή.
Ήταν μια αποκάλυψη για μένα ότι η μητέρα Λιουντμίλα ήταν η μητέρα ενός από τούς ιερείς μας. Τού απευθύνονταν πάντα στον πληθυντικό και τον αποκαλούσε "πάτερ", δίνοντας το παράδειγμα τού πώς να απευθύνεσαι στον κληρικό και να τον σέβεσαι.
Πολλοί ήταν οι ενορίτες που προσέρχονταν στη μητερούλα Λιουντμίλα για να μιλήσουν και να εξιστορήσουν τα προβλήματά τους. Ακόμη κι έξω από τον ναό!
Την ίδια στιγμή ήταν μητέρα όχι μόνο στον αγαπημένο μοναχό, τον πάτερ, αλλά και σε άλλους κληρικούς, σε ιεροσπουδαστές και εργάτες που είχαν έρθει από μακριά για να υπηρετήσουν τον Θεό στην γωνιά τής πατρίδας μας που ζούμε, μακριά από μητέρες και συγγενείς. Με ευκολία την αποκαλούσα μητέρα – μητερούλα, αν και ηλικιακή διαφορά μεταξύ μας ήταν μικρή. Πολλοί ήταν οι ενορίτες που προσέρχονταν στη μητερούλα Λιουντμίλα για να μιλήσουν και να εξιστορήσουν τα προβλήματά τους. Ακόμη κι άνθρωποι έξω από τον ναό! Σκέφτεται ο άλλος: για να φορά αυτή μοναστικά ρούχα, πάει να πει ότι τα ξέρει όλα, μπορεί να σού πει τα πάντα και να σε παρηγορήσει. Η ίδια διηγούνταν: «Περπατώ στον δρόμο και να σου μια γυναίκα τρέχει από πίσω μου και μού λέει:«Μπορώ να σταθώ λίγο μαζί σας; Βγαίνει τόση καλοσύνη από πάνω σας, και τα μάτια σας είναι τόσο λαμπερά!"». Η μητερούλα πραγματικά άκουγε την μετάνοια πολλών ανθρώπων, έπαιρνε πάνω της τον πόνο των άλλων, τούς καλούσε να προσευχηθούν στον Κύριο και να ξεκινήσουν να συμμετέχουν στα μυστήρια τής εξομολόγησης και τής Κοινωνίας.
Συχνά σκέφτομαι, αν βρισκόμουν στη θέση της, θα ήμουν άραγε σε θέση να καλέσω τον φύλακα ή μήπως το ένστικτο τής αυτοσυντήρησης θα με έκανε να κρυφτώ κάτω από το τραπέζι στο μαγαζάκι των κεριών και να προσεύχομαι να μην με βρουν...
Κάλεσε τον φύλακα, κι έτσι «παρέδωσε» τον εαυτό της στον εγκληματία.
Ο δράστης μισούσε ό,τι είχε να κάνει με Θεό, με πίστη. Εάν πυροβόλησε σιωπηρές εικόνες, λαϊκούς μόνο και μόνο επειδή «τόλμησαν» να έρθουν στο ναό τού Θεού, τότε το να πυροβολήσει κάποιον σε ράσα θα τού έδινε περισσότερη ευχαρίστηση. Και δεν τραυμάτισε τη μητερούλα όπως «αρκέστηκε» να κάνει με άλλους ανθρώπους, αλλά σκότωσε μια γυναίκα, η οποία, ηλικιακά, θα μπορούσε να είναι μητέρα του, κι αυτό μόνο και μόνο επειδή φορούσε ένα μαύρο μοναστικό ρούχο.
Όταν η μητερούλα Λιουντμίλα πέθανε, όλοι όσοι την ήξεραν δεν μπορούσαν καν να το πιστέψουν. Μα πώς είναι δυνατόν κάτι τέτοιο! Ακόμα και όταν την κηδεύανε, υπήρχε η αίσθηση ότι είχε μόλις φύγει για να φιλοξενηθεί λίγο στον γιό της και ότι σύντομα θα επέστρεφε, κι ότι απλά έπρεπε να περιμένουμε. Θα ήταν σύντομα πανταχού παρούσα, όπως το συνήθιζε. Θα έρθει στον χώρο που φτιάχνουν πρόσφορα, θα καθίσει ήσυχα σε μια καρέκλα και θα ακούσει το Ψαλτήρι. Πριν από αυτό, θα ρωτήσει: "Λοιπόν, μητερούλα Τατιάνα, θα βγει καλό;". Και τότε θα σηκωθεί και θα τρέξει στις δουλειές της...
Αντί επιλόγου
Kαθεδρικός ναός τής Ανάστασης τής Γιούζνο – Σαχαλίνσκ. Φωτογραφία: Αντόν Ποσπέλοφ / pravoslavie.ru
Τέσσερα χρόνια μετά την τραγωδία, μετά από ευγενική πρόσκληση τού αρχιεπίσκοπου τού Γιούζνο – Σαχαλίσκι και Κουρίλσκι Τύχωνα, επισκεφθήκαμε τον Ιερό Ναό τής Ανάστασης τής Γιούζνο – Σαχαλίνσκ και να συνομιλήσουμε ζωντανά με απλές ρωσίδες που βρίσκονταν στο ναό εκείνο το τρομερό απόγευμα.
Μία από αυτές λέει: "Κάθε φορά που πάω στη δουλειά, αναλογίζομαι ότι όλα αυτά μπορούν να συμβούν στην βάρδια μου, και νοητικά αποχαιρετώ τούς δικούς μου".
– Φοβάστε;
– Φοβάμαι, βέβαια. Αλλά πάω στο ναό. Πώς αλλιώς να γίνει;