Τατιάνα Αλεξάντροβνα Κασάτκινα: Διδάκτωρ Φιλολογίας, Προϊσταμένη του Τμήματος Θεωρίας της Λογοτεχνίας (Λογοτεχνικό Ινστιτούτο Γκόρκι) της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών.
Ποιο είναι το κύριο θέμα του «Έγκλημα και τιμωρία»;
Είναι ένα μυθιστόρημα για το πώς ο άνθρωπος ανακαλύπτει τον Χριστό στον εαυτό του, μαθαίνει να διαλέγει τον Χριστό για τον εαυτό του και να εμπιστεύεται τον Χριστό για τον εαυτό του. Για τον Ντοστογιέφσκι, η υψηλότερη βαθμίδα ανάπτυξης του Προσώπου (βλ. «Χειμερινές σημειώσεις με τις εντυπώσεις από το καλοκαίρι»), η οποία έχει αφήσει πίσω της την εγωιστική της κατάσταση (ένα απαραίτητο στάδιο της ανθρώπινης ανάπτυξης), συνίσταται στην ικανότητά του -και ακόμα και στην παθιασμένη επιθυμία του- να δωθεί στον καθένα, "να πάει εκούσια στον Σταυρό, στην πυρά", δηλαδή να γίνει Χριστός, να λάμψει εν Χριστώ. Για τον Ντοστογιέφσκι, όλα τα κοινωνικά θέματα επιλύονται μ’ έναν θεμελιώδη τρόπο: "Αν όλοι μας γίνουμε σαν τον Χριστό..." (η φράση αυτή επαναλαμβάνεται πολλές φορές στα προσχέδια του μυθιστορήματος "Δαίμονες"). Για παράδειγμα, με αυτήν τη μορφή: "Αν όλοι μας γίνουμε σαν τον Χριστό, θα υπάρχουν ακόμη άραγε φτωχοί;". Έχουμε σκιαγραφήσει εδώ το πλαίσιο των προγενέστερων, καθώς και των μεταγενέστερων του "Έγκλημα και τιμωρία" κειμένων του Ντοστογιέφσκι, στα οποία ξεδιπλώνεται η σκέψη του για το «μονοπάτι» του ανθρώπου και της ανθρωπότητας ως κίνηση προς τον Χριστό, στη Βασιλεία του Θεού «μέσα σας» και «μεταξύ σας» (όπως λέει ο Ντοστογιέφσκι: «Αν υπάρχουν αδέρφια, τότε θα υπάρχει και η αδελφότητα"). Αλλά τι μπορούμε να πούμε για το ίδιο το μυθιστόρημα;
Στο «Έγκλημα και τιμωρία», ο Ντοστογιέφσκι επικεντρώνεται σε δύο τρόπους ανθρώπινης ύπαρξης, που πήραν σάρκα και οστά στον ίδιο τον Ρασκόλνικοβ. O πρώτος τρόπος είναι η ιδέα τού να υπάρχεις σαν ένα ανοιχτό σύστημα, το οποίο διαρκώς γεμίζει με έλεος και χάρη έξωθεν, καθώς και η ιδέα περί του Ανθρώπου ως αγωγού αυτής της Χάριτος, για τον Χριστό του κόσμου που είναι υπεύθυνος γι' αυτόν τον κόσμο και που τον τρέφει με το ακούραστο χέρι του (ακούραστο, χάριν της υλοποιούμενης από τον Άνθρωπο, στην πληρότητά της, της αρχής της αυτοπροσφοράς/αυτοθυσίας). Και ο δεύτερος τρόπος συνίσταται στην ιδέα της ζωής ως κλειστού συστήματος, όπου για να φτάσει κάποιος κάπου, είναι απαραίτητο κάποιος να «φύγει από τη μέση». Και o ισχυρός άνθρωπος είναι, σ’ ένα τέτοιο σύστημα, ένας αναδιανεμητής αγαθών, ο οποίος είναι αναγκασμένος ν’ αποφασίζει "ποιος ζει και ποιος πεθαίνει".
Ο πρώτος τρόπος είναι αυτός του Ρασκόλνικοβ, που χαρακτηρίζεται από την άμεση αίσθηση της ευθύνης του για το τι συμβαίνει τριγύρω του, το καθήκον του ν’ αλλάξει αυτό που συμβαίνει με δική του προσπάθεια. Δίνει διαρκώς λεφτά, εδώ κι εκεί, σε όλους που είναι γύρω του, καίτοι σε κατάσταση φαινομενικά ακραίας φτώχειας. Και κάθε φορά, εντελώς απροσδόκητα, του βρίσκονται τόσα όσα χρειάζεται, το οποίο τονίζεται στο κείμενο: "Ακούστε", είπε ο Ρασκόλνικοβ, "να, (ψαχούλεψε στην τσέπη του κι έβγαλε είκοσι καπίκια) βρέθηκαν" (6, 41) [1] .
Ο δεύτερος τρόπος συναντιέται εκεί όπου στη δράση εμπλέκεται ο ορθολογισμός, ο οποίος μας υπαγορεύει ότι έχoυμε λίγα, σχεδόν τίποτα, δεν φτάνουν για όλους -ούτε καν για τους συγγενείς- και ότι ο μόνος τρόπος να πάρουμε είναι να πάρουμε από κάποιον άλλον. O δεύτερος τρόπος συνίσταται στη συναίσθηση ότι ο κόσμος είναι ένας τόπος έλλειψης και φτώχειας, ένας τόπος σκληρής μάχης για κάποιον πόρο, που είναι τρομερά περιορισμένος. Πρόκειται για τη συναίσθηση που ο Ιησούς τόσο πολύ πάσχισε ν’ αλλάξει μέσα από τα θαύματά του, όπως του πολλαπλασιασμού του άρτου, θαύματα που εμπνέουν τον άνθρωπο: Αν μόνο ήμασταν έτοιμοι να μοιραστούμε, τότε θα έφτανε για όλους.
Η «αποστολή» του Ρασκόλνικοβ είναι να είναι ο Χριστός του μυθιστορηματικού κόσμου (όπως και κάθε άνθρωπος, σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι, στη σφαίρα του βίου του). Οποιοσδήποτε μαθητής, όταν του ζητηθεί, θ’ αναγνωρίσει την εικόνα της Μητέρας του Θεού με τον Χριστό-μωρό στην τελευταία φράση της επιστολής της μητέρας του Ρασκόλνικοβ στην αρχή του μυθιστορήματος: «Προσεύχεσαι ακόμα στον Θεό, Ρόντια, και πιστεύεις στην αγαθότητα του Δημιουργού και Λυτρωτή μας; Φοβάμαι μήπως κι έχει μπει στην καρδιά σου αυτή η έλλειψη πίστης, που έχει γίνει της μόδας; Αν ναι, τότε προσεύχομαι για σένα. Θυμήσου, αγαπημένε μου, πώς στην παιδική σου ηλικία, όταν ακόμα ζούσε ο πατέρα σου, μου έλεγες τις προσευχές σου καθισμένος στα πόδια μου και πόσο ευτυχισμένοι ήμασταν όλοι τότε!!»(6, 34). Η αίσθηση είναι ότι ακριβώς αυτή η αποστολή του Ρασκόλνικοφ είναι που καθορίζει τον πρώτο τρόπο της ύπαρξής του -και αυτή η αποστολή μετασχηματίζεται ριζικά, όταν συμπεριληφθούν το μέτρο και το λογικό. Παραμένουν βέβαια το αίσθημα ευθύνης και συμμετοχής και μόνο τα μέσα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ν’ αλλάξει μια κατάσταση διαφέρουν. Αντί για την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία, βγαίνει στην επιφάνεια η ιδέα της θυσίας των άλλων -προς όφελος όλων- στην πραγματικότητα, η θεωρία του Ρασκόλνικοβ. Η θεωρία προκύπτει ακριβώς όταν χλωμιάζει -κάτω από την αναλυτική όψη της λογικής- η άμεση αίσθηση της ζωντανής ζωής και της άμεσα δοσμένης Αλήθειας. Η θεωρία προκύπτει ως επιθυμία να επιτευχθεί το αυτό αποτέλεσμα (η ίαση του κόσμου) χωρίς αυταπάρνηση και αυτοθυσία, μετατοπίζοντας το βάρος της θυσίας στον Άλλον.
Πώς αναπτύσσεται το θέμα της "θέωσης" στο "Έγκλημα και τιμωρία" έξω από την εικόνα του Ρασκόλνικοβ;
Οι δύο ηρωίδες του "Έγκλημα και τιμωρία", Σόνια και Λιζαβέτα, ζουν σύμφωνα με την πρώτη αρχή -όπου ένας άνθρωπος θυσιάζεται εντελώς για τους άλλους, μη αναμένοντας και μη απαιτώντας τίποτε σε αντάλλαγμα για τον εαυτό του. Η Λιζαβέτα δίνει απλά σε όλους αυτό που αυτοί θέλουν από αυτήν: Το σώμα της, τη ζωή της -και την καθημερινή φροντίδα. Δίνει τη ζωή της στον Ρασκόλνικοβ -χωρίς να φωνάζει, χωρίς να πει τίποτε σε κανέναν- αλλά ακόμη και το πουκάμισό του το επιδιορθώνει αυτή. Η Λιζαβέτα, σύμφωνα με τη Σόνια, με την πράξη της αυτή, της ενσωμάτωσης της πληρότητας της αυτοθυσίας, «Θα δει τον Θεό».
Η Σόνια, από την άλλη πλευρά, βλέπει ακόμη μέσα της τ’ απομεινάρια του εγωισμού -και ακριβώς σε αυτό αναφέρεται, όταν λέει για τον εαυτό της: «Είμαι μια μεγάλη, μεγάλη αμαρτωλή». Σε αυτό αναφέρεται και διόλου στο ότι είναι πόρνη (κάτι που αναφέρθηκε ρητά στα προσχέδια -και πιθανότατα στην πρώτη εκδοχή της σκηνής ανάγνωσης του Ευαγγελίου, την οποία ο Ντοστογιέφσκι αναγκάστηκε ν’ ανασκευάσει, υποκύπτοντας στην πίεση των συντακτών). Αποκαλύπτει την αμαρτία της στον Ρασκόλνικοβ, όταν ο τελευταίος προσπαθεί να την κάνει να "σκέφτεται", να εισέλθει στη σφαίρα της "ορθολογικής" σκέψης, προσφέροντάς της δικαιολογία για την πληγή που προξένησε (της λέει: «Μα σας χτύπαγε, σχεδόν, η Κατερίνα Ιβάνοβνα, έτσι δεν είναι;»). Και αυτή ακριβώς είναι η μεγάλη αμαρτία της, η άρνηση να ικανοποιήσει αυτό που της ζήτησε η Κατερίνα Ιβάνοβνα, να της δώσει τα περιλαίμια. Η αμαρτία έγκειται στο γεγονός ότι υπάρχουν ακόμα πράγματα, που μπορεί να βάλουν εμπόδια στη χαρά της αυτοθυσίας.
Ταυτόχρονα, είναι ενδιαφέρον και χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο Ντοστογιέφσκι δείχνει σε ποιο βαθμό η μεγάλη, πραγματικά σταυρική, θυσία αποδεικνύεται όλο και πιο πραγματοποιήσιμη για κάποιον, από ό,τι οι μικρές θυσίες της καθημερινότητας.
Η Σόνια, έχοντας ήδη «πουλήσει» τον εαυτό της χάριν του φαγητoύ και της ζεστασιάς των παιδιών, "φεύγοντας στις έξι και επιστρέφοντας στις εννιά" (με αυτόν τον τρόπο ο Ντοστογιέφσκι δείχνει άμεσα στη θυσία της τη θυσία του Χριστού) [2], πληγώνει, ωστόσο, την Κατερίνα Ιβάνοβνα για μικροπράγματα -αλλά αισθάνεται και η ίδια έντονα τον πόνο του άλλου. Επειδή ο άλλος έχει πάψει γι’ αυτήν να είναι διαφορετικός. «Είμαστε ένα, ζούμε ταυτόχρονα», λέει στον Ρασκόλνικοβ για την αληθινή αρχή της ανθρώπινης ύπαρξης. Και αυτό το «ταυτόχρονα», δεν είναι πλέον ο αρχικός μη-διαχωρισμός του Προσώπου από το πλήθος και τις μάζες, αλλά η ελεύθερη επιστροφή του Προσώπου, το οποίο έχει αναπτυχθεί πλήρως κι έχει συνειδητοποιήσει για το ίδιο, αλλά και σε σχέση με όλους, την επιθυμία του να φέρει σε όλους όλα τα θριαμβευτικά συναισθήματα ενός Προσώπου στο δυνητικό του μεγαλείο, κάτι που θα επιτευχθεί με το προσωπικό βάσανο, απ’ όλους.
Σόνια Μαρμελάντοβα. Σχέδιο της Catherine Vatel
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι εργαζόμενοι στα καταναγκαστικά έργα αντιλαμβάνονται με σαφήνεια τη Σόνια ως μητέρα του Θεού ή, εν πάση περιπτώσει, ως εικόνα της Μητέρας του Θεού (θα παραθέσω ένα εκπληκτικό απόσπασμα από τον επίλογο του μυθιστορήματος, με μια μικρή συντόμευση, δίνοντας έμφαση σε λέξεις που καταδεικνύουν με προφανή τρόπο μια τέτοια αντίληψη): «Ένα ερώτημα έμεινε αναπάντητο: Γιατί όλοι τους αγαπούσαν τη Σόνια; Χρήματα δεν τους έδινε, ούτε προσέφερε τίποτε ειδικές υπηρεσίες. Πού και πού, τα Χριστούγεννα, έφερνε πιτάκια για ολόκληρη τη φυλακή. Αλλά σιγά-σιγά αναπτύχθηκε μια στενότερη σχέση μεταξύ αυτών και της Σόνια: Τους έγραφε τις επιστολές για τους συγγενείς τους. Οι συγγενείς τους άφηναν στα χέρια της Σόνια χρήματα και πράγματα γι’ αυτούς. Οι γυναίκες τους και οι ερωμένες τους πήγαιναν σε αυτήν. Και όταν αυτή ερχόταν στα καταναγκαστικά έργα, για να δει τον Ρασκόλνικοβ, ή συναντιόταν με καμιά παρέα φυλακισμένων, της έβγαζε ο καθένας το καπέλο, όλοι τους υποκλίνονταν: "Μητερούλα Σοφία Σιμιόνοβνα, μητέρα μας είσαι, ευγενικιά, με συμπόνια!", έλεγαν αυτοί οι χονδροκομμένοι κατάδικοι, σε αυτό το μικρό και λεπτεπίλεπτο πλάσμα. Χαμογελούσε και σε όλους άρεσε όταν τους χαμογελούσε. Τους άρεσε ακόμη το περπάτημά της, γύριζαν για να την ακολουθήσουν με τη ματιά τους και την επαινούσαν. Την επαινούσαν ακόμη και για το ότι ήταν μικρή, δεν ήξεραν καν για τι πράγμα να την επαινέσουν. Ακόμη-ακόμη πήγαιναν σε αυτήν για θεραπεία"(6, 419).
Ο Ντοστογιέφσκι, στο τέλος του μυθιστορήματος, δείχνει πώς οι άνθρωποι φτάνουν στην τελική τους μεταμόρφωση, χάριν του γεγονότος ότι βρήκαν ο ένας τον άλλον, βοήθησαν ο ένας τον άλλον, «γέμισαν» ο ένας τον άλλον. Ακριβώς μια τέτοια αμοιβαία αυτοθυσία, θυσία και το ανοικτό πνεύμα στρώνουν τον δρόμο προς την πραγματική χαρά, την αληθινή ευτυχία.
Έτσι, το "Έγκλημα και τιμωρία" είναι ένα μυθιστόρημα για τον πόνο και τη χαρά της ανάπτυξης ενός ατόμου μέχρι το «μέγεθος/όριο» που του έχει δωθεί «άνωθεν», δηλαδή, μέχρι τη Θέωση. "Ο Χριστιανισμός είναι απόδειξη ότι ο Θεός μπορεί να χωρέσει στον άνθρωπο. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ιδέα και η δόξα που ένα άτομο θα μπορούσε ν’ αποκτήσει», έγραψε ο Φ. M. Ντοστογιέφσκι (25, 228). Η πιο σημαντική έκκληση, απευθυνόμενη στον Ρασκόλνικοβ, έρχεται από τα χείλη του ανακριτή Πορφύριου Πετρόβιτς: "Γίνετε ήλιος, να σας δουν όλοι. Ο ήλιος πρέπει πρώτα να είναι ήλιος"(6, 352).
Γιατί μερικοί άνθρωποι, μετά την ανάγνωση του «Έγκλημα και τιμωρία», αρχίζουν να νιώθουν κάποια βαθιά αποστροφή απέναντι στον Ντοστογιέφσκι;
Αυτή η αποστροφή συνδέεται, κατά κανόνα, με το γεγονός ότι ο αναγνώστης δεν είναι έτοιμος να διαβάσει τον Ντοστογιέφσκι, επειδή δεν μπορεί να δει τα πράγματα στο βάθος στο οποίο τ’ αντιλαμβάνεται ο συγγραφέας. Ένας τέτοιος αναγνώστης ζει σ’ έναν ολότελα διαφορετικό χώρο και πραγματικότητα. Εξ ου και η αποστροφή. Και μια τέτοια εντύπωση μένει όχι μόνο από το "Έγκλημα και τιμωρία".
Για παράδειγμα, στο "Αδελφοί Καραμάζοφ", στο τέλος του κεφαλαίου "Κανά της Γαλιλαίας", ο Ντοστογιέφσκι περιγράφει την εικόνα του Αλιόσα Καραμαζόφ ως το κέντρο ολόκληρου του σύμπαντος. Ο ήρωας, ως άνθρωπος που δημιουργήθηκε κατ’ εικόναν του Θεού, φαίνεται να είναι το σημείο στο οποίο συγκλίνουν όλα τα αόρατα νήματα από τη Γη και τον Ουρανό. Και ο Αλιόσα γίνεται το κέντρο του κόσμου. Και μια τέτοια συσχέτιση με τον άνθρωπο, μια τέτοια κατανόηση του ύψους και του βάθους του, είναι απόλυτα φυσιολογική και οικεία στον Ντοστογιέφσκι.
Τι συμβαίνει, όμως, όταν αρχίζει να τον διαβάζει κάποιος, ο οποίος αισθάνεται αρκετά καλά στα σωματικά όρια και πλαίσια που ζει, στον ορίζοντα της άμεσης ευθύνης του, και ο οποίος ζει με την ιδέα/πεποίθηση των περιορισμένων συνεπειών των πράξεων του (ή ακόμα και με την ιδέα της μετατόπισης των συνεπειών σε άλλους και στις περιστάσεις); Η ανάγνωση θα είναι ένα τρομερό σοκ γι’ αυτόν, μια ολότελα ανεπιθύμητη εμπειρία. Εξ ου και η έντονη αρνητική αντίδραση. Μια αντίδραση προστασίας. Είναι πολύ πιο εύκολο να κλείσετε το βιβλίο και να τα «βάλετε» με τον συγγραφέα του, παρά να προσπαθήσετε να κατανοήσετε μια εντελώς διαφορετική εικόνα του εαυτού σας και της περιβάλλουσας πραγματικότητας.
Είναι βάσιμος o ισχυρισμός ότι ο Ρασκόλνικοβ είναι ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος;
Στην πραγματικότητα, οι "κύριοι" χαρακτήρες είναι δύο. Ο πρώτος είναι ο Ρασκόλνικοβ και ο δεύτερος ο Σβιντριγκάιλοβ. Αν βλέπουμε τι συμβαίνει, αυτό είναι, κατά κανόνα, μέσ’ από τα μάτια και τον ορίζοντα αυτών των χαρακτήρων. Είναι ενδιαφέρον ότι στην περίπτωση αυτή βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δύο εντελώς διαφορετικές «πόλεις»: Με τον Ρασκόλνικοβ βλέπουμε μια ξηρή, ζεστή, σκονισμένη πόλη, που φλέγεται από τον ήλιο. Με τον Σβιντριγκάιλοβ, από την άλλη , βλέπουμε μια υγρή πόλη, σκοτεινή ή σκιασμένη, μέσα σε ρεύματα νερού. Έτσι ο Ντοστογιέφσκι φέρνει στη συνείδησή μας την ιδέα ότι αυτό που καλούμε «εξωτερικές συνθήκες» είναι κάτι που διαμορφώνουμε εμείς οι ίδιοι, μέσ’ από τη δική μας κατάσταση και συνείδηση. Δεν είναι διόλου περίεργο το γεγονός ότι ο Σβιντριγκάιλοβ και ο Πορφύριος Πετρόβιτς θα πουν στον Ρασκόλνικοβ: «Πρώτ’ απ’ όλα, χρειάζεστε αέρα». Ο Ρασκόλνικοβ αισθάνεται σαν τον Λάζαρο κάτω από μια πέτρα[3], κλεισμένο στην αποπνικτική ατμόσφαιρα της προσωπικής του δυσωσμίας, δυσωσμίας όπως από τους μεθυσμένους, δυσωσμίας της ασβέστου και μιας πνιγηρότητας πάντα και παντού -τόσο στα δωμάτια όσο και στον δρόμο.
Ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό ενός αυτοτελούς δεύτερου κύριου χαρακτήρα είναι η εντύπωση ότι η παρουσία του δεύτερου ήρωα στην κύρια πλοκή του μυθιστορήματος δεν είναι, σε γενικές γραμμές, απαραίτητη. Σημειώστε: Η ιστορία του Ρασκόλνικοβ θα μπορούσε να διαδραματισθεί από μόνη της, χωρίς καν τη συμμετοχή του Σβιντριγκάιλοβ. Αλλά, ταυτόχρονα, και οι δύο ήρωες συνδέονται μεταξύ τους με κάτι ξεχασμένο, αλλά πολύ σημαντικό. Ο Σβιντριγκάιλοβ σ’ έναν από τους διαλόγους με τον Ροντιόν Ρομανόβιτς τού απευθύνεται με τα εξής λόγια: "Λοιπόν, μα μήπως δεν σας είπα ότι εμείς οι δύο έχουμε κάτι κοινό μεταξύ μας;".
Ποιος, λοιπόν, είναι ο Σβιντριγκάιλοβ; Και ποια είναι η διαφορά του από τον Ροντιόν Ρομανόβιτς;
Η διαφορά είναι μεν αρκετά προφανής, αλλά είναι και παράδοξη. Ο Ρασκόλνικοβ είναι ο άνθρωπος ο οποίος, μπροστά στα μάτια μας, διέπραξε έγκλημα και σώθηκε, βρήκε τον δρόμο του στον μετασχηματισμό, όπως αναφέρεται στα εκπληκτικά λόγια στο τέλος του μυθιστορήματος. Ο Σβιντριγκάιλοβ, από την άλλη μεριά, είναι ένα πρόσωπο ο οποίος, μπροστά στα μάτια μας, αρνήθηκε να διαπράξει έγκλημα και, κατά πώς φαίνεται, πέθανε τελικά (αυτοκτόνησε, κάτι που, σύμφωνα με τον Χριστιανισμό, συνιστά τον πιο απελπισμένο θάνατο).
Και, ωστόσο, αν διαβάσουμε με προσοχή το κείμενο, αν παρακολουθήσουμε τις εικόνες που ακολουθούν, τότε μπορούμε να δούμε μια διαφορετική εικόνα. Έχουμε ήδη δει πως, στα βάθη του δολοφόνου-Ρασκόλνικοβ, ο Ντοστογιέφσκι σκιαγραφεί τον Χριστό και στα βάθη της πόρνης-Σόνια τη Μητέρα του Θεού. Ο Ντοστογιέφσκι σκιαγραφεί πάντα έναν άνθρωπο όχι στο επίπεδο ή στην επιφάνεια των στιγμιαίων του περιστάσεων, αλλά στο απειρόβαθο του αληθινού του καθήκοντος και της αποστολής του. Στο "Έγκλημα και τιμωρία" υπάρχει μόνο ένας ήρωας, ο οποίος παρέμεινε «επίπεδος» και αυτό από δική του ελεύθερη βούληση -αυτός είναι ο Λούζιν (και το επώνυμό του αντανακλά κι εκείνο αυτό το ρηχό κι επίπεδο, που στερείται βάθους [ΣτΜ: Εδώ το επώνυμο "Λούζιν" συσχετίζεται με τη ρωσική λέξη "λούζα" (Luzha), δηλαδή "νερόλακκος" στα Ελληνικά]. Αυτός ο ήρωας είναι «επίπεδος», επειδή εστιάζει εξ ολοκλήρου στον εαυτό του, στο "εγώ" του. Και το «εγώ» για τον Ντοστογιέφσκι δεν είναι μια σφαίρα αποκλεισμένη από τον έξω κόσμο, αλλά το «εγώ» είναι μόνο η επιφάνεια αυτής της σφαίρας. Σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι, ένα πρόσωπο που επικεντρώνεται στο «εγώ» του στερείται όχι μόνο της πρόσβασης στο εξωτερικό του, απομονώνοντας τον εαυτό του από τον κόσμο, αλλά και από τον εσωτερικό του κόσμο, από το κατ’ εικόναν του Θεού, που φωλιάζει μέσα του.
Ρασκόλνικοβ και Σβιντριγκάιλοβ. Σχέδιο από την Catherine Vatel
Ποια εικόνα κρύβεται πίσω από τον Σβιντριγκάιλοβ; Η εικόνα του αποκαλούμενου "ευεργέτη-ασώτου", που εμφανίζεται σε πολλές εικόνες της "Τελικής Κρίσης ".
Σχετικό υλικό
Το να είσαι Ντοστογιέφσκι (ΣτΜ: Άρθρο στο foma.ru, στη ρωσική)
Όταν η Άννα Γκριγκόριεβνα Σνίτνκινα και ο Φιόντορ Μιχάιλοβιτς Ντοστογιέφσκι παντρεύτηκαν, αυτή ήταν 20 και αυτός 45 ετών. «Ο Θεός μού την έδωσε», θα πει ο συγγραφέας, σε πολλές στιγμές, για τη δεύτερη σύζυγό του. Είναι αλήθεια ότι γι’ αυτήν, αυτός ο πρώτος χρόνος αποδείχθηκε τόσο ένα χρόνος της ευτυχίας όσο κι ένας χρόνος της βίαιης απελευθέρωσης από τις όποιες αυταπάτες. Εισήλθε στο σπίτι του διάσημου συγγραφέα, του "γνώστη της καρδιάς" Ντοστογιέφσκι, ο οποίος μερικές φορές τη θαύμαζε ακόμη και υπερβολικά, αποκαλώντας τη το είδωλό του, αλλά η πραγματική ζωή την "προσγείωσε" απότομα από τους «επτά ουρανούς» στο σκληρό έδαφος...
Σύμφωνα με τον μύθο, αυτός ήταν ένας πολύ πλούσιος άνθρωπος, που ζούσε σε μια ελληνική πόλη. Βοήθησε πολλούς άλλους ανθρώπους, εκκλησίες και μοναστήρια, αλλά ήταν άσωτος. Μετά τον θάνατό του, οι μοναχοί του μοναστηριού, το οποίο ευεργέτησε ενόσω ήταν ακόμη εν ζωή, προσεύχονταν να μάθουν ποια ήταν η μεταθανάτια μοίρα του. Και τότε ο ηγούμενος είδε ένα όνειρο: Ο ευεργέτης τους ήταν προσδεδεμένος σε μια στήλη μεταξύ Ουρανού και Κόλασης, έτσι ώστε μπορούσε να θεάται και τα δύο, αλλά δεν μπορούσε να πάει ούτε στο ένα ούτε στο άλλο. Χάριν της ευεργεσίας του, δεν μπορούσε να πάει στην Κόλαση. Τίποτα δεν τον έκαιγε μέσα του (το πυρ): Ούτε φθόνος ούτε μοχθηρία ούτε επιθυμία να πάρει κάτι με τη βία. Αλλά και ο Παράδεισος αποδείχθηκε απρόσιτος γι’ αυτόν, επειδή με την άσωτη ζωή του σκότωσε μέσα του την ικανότητα της αμιγούς ενατένησης του κάλλους, της αγνής, της μη καταναλωτικής στάσης απέναντι στο κάλλος. Δεν είναι σε θέση να κατανοήσει την καθαρότητα ως αξία, ως προϋπόθεση της αληθινής επικοινωνίας,
Επιπλέον, το αποτέλεσμα ήταν ότι το ίδιο το ουράνιο κάλλος γίνεται πηγή πυρός γι’ αυτόν: Ο Ντοστογιέφσκι σε προσχέδια γράφει ότι ο Σβιντριγκάιλοβ θα ηδονίζονταν από την καθαρή εικόνα της Ντούνια, η αγνότητα της θα του προκαλούσε ηδονή. Ευεργέτης-άσωτος είναι αυτός στον οποίο η Κόλαση ξυπνά μέσα του -ακριβώς τότε!- μέσα από τη θεώρηση του Παραδείσου.
Θυμάστε τι λέει ο Σβιντριγκάιλοβ στον Ρασκόλνικοβ για την Ντόυνια; Είναι πράγματι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Λέει τα εξής: «Η Αβντότια Ρομάνοβνα είναι πάναγνη, αγνή σε ανήκουστο βαθμό (Σημειώστε ότι αυτό που σας λέω για την αδελφή σας το λέω ως γεγονός. Είναι αγνή, ίσως και φτάνει στα άκρα σε αγνότητα, παρά το ανοικτό μυαλό της, και αυτό τη βλάπτει)»(6, 365). Το οποίο σημαίνει ότι κατ’ αυτόν η αγνότητα είναι, στην προκειμένη περίπτωση, αποκλειστικά και μόνο ένα εμπόδιο. Κατ’ αυτόν, η αγνότητα είναι αυτό που φέρνει προβλήματα στη ζωή και στο ν’ απολαμβάνει κανείς τη ζωή. Κατά την άποψή του, είναι μια ασθένεια, που βλάπτει τόσο την Ντούνια όσο και τον ίδιο. Ως εκ τούτου, παρεμπιπτόντως, στη λεγόμενη "σκηνή του βιασμού", προσπαθεί απλώς να δημιουργήσει συνθήκες για εκείνη, στις οποίες θα μπορούσε να του «δωθεί» αυτή χωρίς να νιώθει ενοχή γι’ αυτήν της την πράξη. Γι’ αυτό και μιλά προηγουμένως στον Ρασκόλνικοβ, αλληγορικά και μεταμφιεσμένα, περί της αποπλάνησης της «ενάρετης κυρίας».
Επιπλέον, είναι ενδιαφέρον ότι με τις ενέργειές του την παραμονή του θανάτου του ο Σβιντριγκάιλοβ πασχίζει να προστατεύσει τον κόσμο τριγύρω του από τη βίαιη διαφθορά. Δίνει χρήματα στη Σόνια, ώστε να μη χρειάζεται να εκδίδεται πλέον και να είναι κοντά στον Ρασκόλνικοβ στη Σιβηρία. Βολεύει όλα τα παιδιά του Μαρμελάντοφ σ’ ένα καταφύγιο και βάζει χρήματα στον λογαριασμό τους, έτσι ώστε η Πόλετσκα να μη χρειαστεί ν’ ακολουθήσει στο μέλλον τον δρόμο της Σόνια. Στη νύφη του, μια δεκαεξάχρονη κοπέλα, την οποία ουσιαστικά του την πούλησαν, αφήνει μια τεράστια προίκα, για να τη σώσει από μια πιθανή μελλοντική "πώληση".
Σόνια Μαρμελάντοβα. Σχέδιο της Catherine Vatel
Ο Ντοστογιέφσκι σκιαγραφεί πολύ καθαρά τη σκηνή του "ευεργέτη-ασώτου", ώστε να μη μας μείνει καμία αμφιβολία για το μεταθανάτιο ταξίδι του Σβιντριγκάιλοβ. Είναι ενδιαφέρον ότι όταν ξεκινάει το τελευταίο ταξίδι του, ο ήρωας πάντα σκέφτεται ότι θα πρέπει να «πάει κατ’ ευθείαν» στον Πετρόφσκι (είτε στο νησί είτε στον κήπο), όπου υπάρχουν δέντρα, θάμνοι και αυτός ο θάμνος που θα ρίξει πάνω του εκατομμύρια στάλες [4]. Ο Πέτρος, όπως ξέρετε, είναι ο κλειδοκράτορας του Παραδείσου, οπότε ο Παράδεισος υπονοείται εδώ με αρκετή σαφήνεια. Αλλά ο Σβιντριγκάιλοβ στρίβει αριστερά στον πύργο της πυροσβεστικής. Ο πύργος της πυροσβεστικής έχει μια προφανή θέση στην οικονομία του μυθιστορήματος -είναι ένας συνδυασμός πυρός και νερού- αυτό που συναντούμε και στην αντίληψη του Σβιντριγκάιλοβ περί αιωνιότητας -"ένα λουτρό με αράχνες στις γωνίες", ένα μέρος όπου συνδέεται και η φωτιά και το νερό. Εδώ ο Σβιντριγκάιλοβ σαν να πλησιάζει ακριβώς σ’ εκείνην τη μετά θάνατον ζωή, την οποία προέβλεψε για τον εαυτό του. Αλλά μπροστά του ορθώνεται ο Εβραίος Αχιλλέας -κάποιος που είναι τόσο Εβραίος όσο και Έλληνας (το οποίο, στην πραγματικότητα, μας δείχνει τίνος η εικόνα τρεμοπαίζει, μέσω της γελοίας εικόνας του Εβραίου πυροσβέστη -του νικητή απέναντι στη φωτιά της Κόλασης), τον οποίο ο Σβιντριγκάιλοβ θα ονομάσει αδελφό του, που θα του πει ότι «δεν είναι εδώ ο τόπος», δηλαδή δεν είναι η θέση του εδώ. Μπορεί ο Σβιντριγκάιλοβ να δώσει τέλος στη ζωή του μέσω της αυτοκτονίας, ο Κύριος, όμως, δεν θα τον αφήσει να πάει στην Κόλαση.
Σε γενικές γραμμές, μπορούμε να πούμε ότι ο Θεός τρέχει πίσω από τους Ρασκόλνικοβ και Σβιντριγκάιλοβ σε όλο το μυθιστόρημα -σαν τον πατέρα που, στο όνειρο για το άλογο, τρέχει πίσω από τον μικρό Ρασκόλνικοβ, προσπαθώντας ν’ αποκαταστήσει την τάξη και τη δικαιοσύνη στο μυαλό του, να προστατεύσει πρώτα το θύμα και στη συνέχεια να εκδικηθεί τον θάνατό του και να τιμωρήσει τους δολοφόνους. Και ο Σβιντριγκάιλοβ, απομακρυνόμενος απ’ όλες τις συνήθειες του (για παράδειγμα, του φέρνουν μοσχάρι στο ξενοδοχείο [μια ακόμη άμεση αναφορά στην παραβολή του ασώτου υιού, η οποία παραβολή είναι παρούσα σε πολλά σημεία του μυθιστορήματος], αλλά δεν το τρώει), καταφέρνει να προφυλαχθεί τουλάχιστον από την Κόλαση και από την τελευταία λανθασμένη επιλογή του.
Ποια σημαντικά γεγονότα συμβαίνουν στον Ρασκόλνικοβ την παραμονή της δολοφονίας; Και ποια μετά;
Σε γενικές γραμμές, ολόκληρο το μυθιστόρημα "Έγκλημα και τιμωρία" είναι η ιστορία των λανθασμένων επιλογών από τη μεριά των κύριων χαρακτήρων. Λανθασμένες επιλογές, οι οποίες, όμως, δίνουν κάπως την ευκαιρία στον Θεό.
Αλλά υπάρχει ένα γεγονός, το οποίο ξεχωρίζει απ’ όλα τ’ άλλα, με τη φωτεινότητά του (όχι την εξωτερική -κατά κάποιον τρόπο πολλοί αναγνώστες το προσπερνούν ) και με την πρόκληση στη συνείδηση του αναγνώστη που αυτό συνεπάγεται. Αυτό το γεγονός είναι ο «βαθύτερος λόγος» (ΣτΜ: Η Τ. Κ. χρησιμοποιεί μια λέξη που είναι πιο κοντά στο «σκανδάλη» [trigger]), που οδηγεί στη δολοφονία και στον Ρασκόλνικοβ φαίνεται να είναι σαν σαν "κάποιο είδος απόλυτου προορισμού της μοίρας του" (6, 50).
Μετά από το όνειρο για το άλογο, ο Ρασκόλνικοβ ξυπνάει με μια έντονη συνειδητοποίηση ότι αυτό που σχεδίασε να κάνει είναι αδύνατο να γίνει, η ψυχή του γίνεται "ελαφριά και ήρεμη" -και λέει μια προσευχή: "Κύριε, δείξε μου τον δρόμο μου κι εγώ αποποιούμαι αυτής της καταραμένης... σκέψη μου".
Και τότε συμβαίνει κάτι το περίεργο. Ο Ρασκόλνικοβ, κουρασμένος, πηγαίνει στο σπίτι, αλλά για κάποιον λόγο κάνει ασυνείδητα μια παράξενη, "προφανή και εντελώς μη χρειαζούμενη", παράκαμψη, περνώντας από την πλατεία Σενάγια κι εκεί ακούει τη Λιζαβέτα, που μιλάει με τους αστούς εμπόρους και υπόσχεται να έρθει για να κλείσει τη συμφωνία στις επτά το απόγευμα και με αυτόν τον τρόπο ο Ρασκόλνικοβ μαθαίνει με απόλυτη ακρίβεια και χωρίς να προκαλέσει την παραμικρή καχυποψία ότι η γριά θα είναι μόνη της τη συγκεκριμένη στιγμή αύριο. Και το αντιλαμβάνεται αυτό που άκουσε ως καταδίκη. Καταδίκη, σημειώνουμε, όχι για την ηλικιωμένη γυναίκα, αλλά για τον εαυτό του: "Πήγε στο σπίτι του με την όψη κάποιου που καταδικάστηκε σε θάνατο"(6, 52). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιττής και εντελώς μη χρειαζούμενης παράκαμψης, συνέβη κάτι που κατέστρεψε εντελώς τη «θέληση και την ελευθερία της σκέψης», όπως λέει ο Ντοστογιέφσκι. Αυτή η «έξτρα» και εντελώς μη χρειαζούμενη παράκαμψη, θα σημάνει, σε λίγα λεπτά, μια επιπλέον και εντελώς μη χρειαζούμενη τροπή στη ζωή του, η οποία θα διαρκέσει συνολικά εννιά χρόνια. Μια στιγμιαία καταστροφή της θέλησης θα οδηγήσει σε εννεαετή απώλεια της ελευθερίας.
Ρασκόλνικοβ . Σχέδιο της Catherine Vatel
Ίσως, όμως, αυτό το επεισόδιο να το κάνουν ακόμη πιο ακατανόητο τα λόγια του Πορφύριου Πετρόβιτς, στην τελευταία του «εξομολόγηση» με τον ήρωα: «Ίσως ο Θεός και να το περίμενε αυτό. Τουλάχιστον δεν το παίδευσες πολύ στο μυαλό σου κι αμέσως έφτασες στα άκρα». (6, 351).
Σε αυτό το σημείο στεκόμαστε μπροστά στο πολύπλοκο πρόβλημα της ελευθερίας στο "Έγκλημα και τιμωρία", μάλιστα στην πληρέστερη και πιο συμπυκνωμένη του μορφή.
Στον Ρασκόλνικοβ υπάρχει ήδη αυτό που αργότερα θ’ αποτελέσει τη βάση του μετασχηματισμού -το αίσθημα της ευθύνης για ολόκληρο τον κόσμο, για όλα όσα συμβαίνουν μπροστά στα μάτια του. Κατά βάθος είναι ήδη Χριστός και η στροφή που θα κάνει για να γίνει ο μετασχηματισμός, είναι υπό αυτήν την έννοια, εντελώς περιττή. Όμως, από την άλλη μεριά, έχει σχηματοποιήσει μια θεωρία, καρπό ενός φοβισμένου και άπιστου μυαλού, την οποία δεν ακολουθεί σε μια τόσο ριζοσπαστική μορφή, χαράζει μια πορεία ζωής στη βάση της και σταδιακά μετατρέπεται σ’ ένα πλάσμα πολύ πιο τρομακτικό από τον Λούζιν... Και λοιπόν, μετά την προσευχή, δεν του προσφέρεται ο τρόπος/οδός, αλλά η επιλογή του τρόπου: N’ απαρνηθεί την «καταραμένη... σκέψη του», το οποίο όχι σύντομα -αλλά μόνο μετά την ολοκλήρωση της πράξης- θα το ονομάσει «αστοχία», δηλαδή αμαρτία (στα Eλληνικά, αμαρτάνω σημαίνει αστοχώ/δεν πετυχαίνω τον στόχο), αλλά σε συνθήκες πιο ευνοϊκές γι’ αυτήν. Δηλαδή, η απάρνηση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα εξαναγκασμού, αλλά γίνεται ανεξάρτητα και συνειδητά. Ή, διαφορετικά, χάνοντας τη θέλησή του, να κάνει αυτήν την εντελώς περιττή και άσκοπη στροφή, βιώνοντας στην ολότητα και σε όλο το βάθος τις συνέπειες της απόφασής του να μη θυσιάσει τον εαυτό του, αλλά τον Άλλο. Αυτή είναι μια «στροφή» που αναμένει ο Θεός, επειδή Αυτός μπορεί ν’ αναμένει μια τέτοια στροφή, αλλά όχι αυτό το μονοπάτι.
Αφού έκανε τη λανθασμένη επιλογή, ο Ρασκόλνικοβ παραιτείται από την ελευθερία του. Σαν ν’ αρχίζει να ζει σ’ έναν μηχανοποιημένο κόσμο. Σαν να βρέθηκε ένα κομμάτι ιματισμού, πιασμένο στον τροχό μιας τεράστιας μηχανής, που σέρνει και τραβάει τον ήρωα κάπου. Αφού διέπραξε τη δολοφονία, επιλέγοντας εκούσια να ενεργήσει όπως υπαγορεύουν οι περιστάσεις, ο ίδιος ο Ρασκόλνικοβ δημιουργεί μια αλυσίδα σχέσεων αίτιο-αποτέλεσμα, μέσα στην οποία αναγκάζεται τώρα να ενεργεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, όχι όπως ο ίδιος θα ήθελε, αλλά όπως του υπαγορεύουν οι περιστάσεις. Καθίσταται δούλος τους, χάνοντας την ικανότητα να ενεργεί με δική του ελεύθερη βούληση. Η ζωή του είναι μηχανοποιημένη. Εξ αιτίας αυτού, η αίσθηση του χώρου και του χρόνου στο μυθιστόρημα είναι πολύ θολή. Ό,τι περιβάλλει τον Ρασκόλνικοβ παραμορφώνεται από τη δική του εσφαλμένη επιλογή: Η πόλη, ο αέρας, το νερό και το χρώμα.
Παρεμπιπτόντως, ποιο είναι αυτό το φορτικό μελαγχολικό κίτρινο χρώμα στο μυθιστόρημα, για το οποίο τόσα πολλά έχουν ήδη ειπωθεί; Πώς σχετίζεται με το έγκλημα του Ρασκόλνικοβ και με την κύρια ιδέα του μυθιστορήματος; Έχουμε ήδη πει ότι ο εγκληματίας Ρασκόλνικοβ, εκ κατασκευής, είναι ο Χριστός του μυθιστορηματικού κόσμου. Το ίδιο, όμως, όπως και ο κάθε άνθρωπος στη σφαίρα του βίου του. Ο Χριστός είναι ο Ήλιος στον κόσμο (όλη η χριστιανική λειτουργική ποίηση μαρτυρεί γι’ αυτό και για τους Ορθοδόξους που παρευρίσκονται τακτικά στη Θεία Λειτουργία αυτή η παρομοίωση είναι απολύτως προφανής), υπό την έννοια ότι είναι η ανεξάντλητη πηγή των αγαθών. Και ο Ρασκόλνικοβ συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο, δίνοντας ό,τι έχει σε όλους τριγύρω του. Αλλά αυτό συμβαίνει μόνο όταν σταματήσει να βασίζεται στους μικροϋπολογισμούς και στην ψυχρή λογική του, υποστηρίζοντας ότι έχει λίγα, όχι αρκετά για όλους, και ότι για να μπορέσει να βοηθήσει, πρέπει να λάβει από κάποιον άλλον. Ακούγοντας τον λόγο, ο ήρωας δεν πιστεύει ότι είναι ο ήλιος. Και το λαμπερό φως του ήλιου στο μυθιστόρημα εξαφανίζεται και στη θέση του εμφανίζεται ένα φοβερό κίτρινο χρώμα, το χρώμα της έλλειψης και της φτώχειας, το χρώμα του κακού νερού, της ξεθωριασμένης ταπετσαρίας, η κίτρινη ταυτότητα (ΣτΜ: Στην τσαρική Ρωσία, στις πόρνες δινόταν αυτό το έγγραφο αντί του διαβατηρίου. Το έγγραφο αυτό παρείχε την άδεια εξάσκησης του επαγγέλματος στούς οίκους ανοχής) της Σόνια. Το αμυδρό κίτρινο χρώμα του μυθιστορήματος είναι το εκφυλισμένο φως του ήλιου, που δεν λάμπει πλέον. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο λέει ο Πορφύριος Πετρόβιτς στον ήρωα: "Γίνετε ένας ήλιος...". Είναι ενδιαφέρον ότι αυτή η αναλογία του ηλιακού φωτός και του κίτρινου στον Ντοστογιέφσκι συναντάται πολύ συχνά στην παράδοση του χριστιανικού πολιτισμού. Το φως του ήλιου αναφέρεται σαν λαμπερός χρυσός και το κίτρινο υποτιμήθηκε στον βαθμό που έχασε τη διασύνδεσή του με τον χρυσό στην αντίληψη του ευρωπαϊκού μεσαίωνα ήδη.
Υπάρχει κάποιος ήρωας στο μυθιστόρημα, μέσα από τα χείλη του οποίου μιλά ο ίδιος ο Ντοστοέφσκι; Μήπως πρόκειται για τον Πορφύριο Πετρόβιτς;
Όχι, στον Ντοστογιέφσκι δεν βρίσκουμε ποτέ τέτοιους ήρωες. Ο συγγραφέας -και μου φαίνεται ότι αυτό το δείξαμε εν μέρει ακόμα και στο πλαίσιο της συνέντευξής μας- πάντα λέει κάτι
Σχετικό υλικό
O μικρός Ντοστογιέφσκι: 9 ενδιαφέροντα γεγονότα από την παιδική ηλικία του συγγραφέα (ΣτΜ: Άρθρο στο foma.ru, στη ρωσική)
Σε ποια οικογένεια γεννήθηκε, πού βαφτίστηκε, ποιο ήταν το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε ο μέλλων συγγραφέας, ποια βιβλία διάβαζε και ποιος ήταν ο αγαπημένος ήρωάς του;
απίστευτα πιο περίπλοκο και από τον πιο "καλό" ήρωα ακόμη. Ο συγγραφέας στον Ντοστογιέφσκι δεν μιλάει με τον λόγο, οπότε και είναι περιττό να ψάχνουμε για τις απόψεις του στον λόγο -υπάρχουν μόνο οι απόψεις των ήρωών του, ο λόγος του είναι πάντα πολυδιάστατος, επειδή ο λόγος του είναι μια εικόνα.
Όσον αφορά, ωστόσο, στον Πορφύριο Πετρόβιτς, αυτός είναι ένας πολύ ενδιαφέρον χαρακτήρας -ακριβώς από την άποψη της εγγύτητάς του προς τον συγγραφέα. Με την ευκαιρία, το όνομά του είναι ήδη εξαιρετικά ενδιαφέρον: Μπορεί να μεταφραστεί περίπου ως "κόκκινη πέτρα". Και σε αυτό το σημείο, είναι ενδιαφέρον να θυμηθούμε την αναλογία με τη μεσαιωνική αλχημεία. Υπήρχε η θεωρία ότι η κόκκινη πέτρα είναι η πολύ σπουδαία πέτρα των φιλοσόφων, το αποτέλεσμα αλχημικών ενεργειών, που, σύμφωνα με τον μύθο, θεραπεύει τον άνθρωπο και τη φύση μετά από επαφή μαζί τους και παρέχει αιώνια ζωή και αφθονία. Η πέτρα των φιλοσόφων -αυτό είναι το Πρόσωπο στο ανώτατο στάδιο της ανάπτυξής του, για το οποίο τόσο εύγλωττα μίλησε ο Ντοστογιέφσκι, το Πρόσωπο που έφτασε στη διακαή επιθυμία για απόλυτη αυτοθυσία, έτσι ώστε και οι άλλοι να εξελιχθούν σαν Πρόσωπα.
Στο μυθιστόρημα, ο Πορφύριος Πετρόβιτς αποκαλεί τον εαυτό του έναν "τελειωμένο άνθρωπο" κι εδώ μπορούμε να δούμε πόσο αριστοτεχνικά ο Ντοστογιέφσκι χρησιμοποιεί μια λέξη, που επιφανειακά ακούγεται σαν μια δικαστική απόφαση (τελειωμένο/λήξαν -δηλαδή κάτι που δεν αναπτύσσεται πλέον, που έχει παγιωθεί/ολοκληρωθεί) και κατά βάθος αποκαλύπτει μια διαφορετική, βαθιά θετική έννοια, που πηγάζει από τη σημασία του ονόματος (κάπως έτσι στριφογυρίζουν οι λέξεις στο τέλος του «Σημειώσεις από το υπόγειο», για τις οποίες βγήκε στον αφηγητή το παρατσούκλι του παράδοξου ατόμου). Ο Πορφύριος είναι ένα τελειωμένο άτομο, με την έννοια ότι έχει αναρριχηθεί στο ανώτατο στάδιο της ανάπτυξης του Προσώπου, κάποιου που δεν ψάχνει πλέον να κάνει τίποτε για τον εαυτό του, αλλά προσπαθεί να βοηθήσει ν’ αναπτυχθεί ο πλησίον του. Κάποιος που έχει επιτύχει το τελικό αποτέλεσμα. Ήταν εκείνος που προοριζόταν να βοηθήσει τον Ρασκόλνικοβ, να πραγματοποιήσει τον μετασχηματισμό του.
Σε μια από τις συνομιλίες του με τον Ροντιόν Ρομάνοβιτς, παρεμπιπτόντως, και όπως παρατηρεί ο Ντοστογιέφσκι, ξαφνικά δεν αρχίζει να μιλάει, αλλά... το ρίχνει στην αχαλίνωτη φλυαρία. Και αυτό, φυσικά, δεν είναι τυχαίο. Στον Ντοστογιέφσκι τίποτε στο κείμενο δεν είναι τυχαίο. Πορφύριος και Ρασκόλνικοβ είναι όπως η κότα και το αυγό. Το αυγό συμβολίζει τη γέννηση μιας νέας ζωής. Και ο Πορφύριος Πετρόβιτς ανοίγει σταδιακά μια νέα ζωή για τον Ρασκόλνικοβ, αφυπνίζει μέσα του μια αλλαγή του νου -μετάνοια- αυτή τη μετάνοια που πραγματικά αλλάζει ριζικά τη ζωή κάποιου. Την ίδια στιγμή, ο Ντοστογιέφσκι δείχνει ότι ο Κύριος είναι ο εγγυητής της ορθής διαδικασίας μετασχηματισμού. Είναι η ενέργεια μιας ανώτερης δύναμης, που ρεγουλάρει ανεπαίσθητα αυτήν την διαδικασία, κρατώντας τη στη σωστή κατεύθυνση.
Για παράδειγμα, ο Πορφύριος, έχοντας αποφασίσει να επιταχύνει τη διαδικασία, αρχίζει ν’ ασκεί πίεση στον Ρασκόλνικοβ, εκβιάζοντάς τον να ομολογήσει, ενώ αυτός δεν είναι ακόμα πλήρως ώριμος, δεν είναι έτοιμος για μιά αληθινή και ανεξάρτητη μετάνοια. Κι εκείνην τη στιγμή ο Μίκολκα ο μπογιατζής «σκάει μύτη» στην αίθουσα και φωνάζει: «Είμαι ο δολοφόνος!» Ο Ρασκόλνικοβ μοιάζει να έχει σωθεί, από μια παράλογη, εξαναγκαστική ομολογία, που θα τον βλάψει, και ο Πορφύριος, χάνοντας τον αυτοέλεγχο, μέσα στην αλαζονεία του, κοντοστέκεται, ενώ την προσοχή του αποσπά o νεαρός άνδρας, και αφήνει τον Ρασκόλνικοβ να «ωριμάσει». Αλλά όταν ο Ροντιόν Ρομάνοβιτς είναι έτοιμος, όταν δεν μπορεί παρά να μετανοήσει, ο Πορφύριος τον «φέρνει» μέχρι το τέλος, τον αποδέχεται, τον οδηγεί στον τελικό μετασχηματισμό. Τον συνοδεύει ως ένας μέντορας, ως γνώστης και εκτιμητής του ανθρώπινου υλικού, που είναι κλεισμένο στον Ρασκόλνικοβ. Η κόκκινη πέτρα μετατρέπει το μέταλλο σε χρυσό, γιατί σύμφωνα με αυτήν τη θεωρία, κάθε άλλο μέταλλο είναι χρυσάφι, το οποίο έχει απλά υποστεί βλάβη, είναι άρρωστο, ημιτελές.
Υπό αυτήν την έννοια, ο Πορφύριος Πετρόβιτς μιλάει πραγματικά για λογαριασμό του Ντοστογιέφσκι. Όπως και ο συγγραφέας μέσα στο κείμενο δημιουργεί τον Ρασκόλνικοβ, που ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι σχεδίαζε.
Μπορούμε να βρούμε ένα άμεσο κήρυγμα του Χριστιανισμού στο «Έγκλημα και τιμωρία»;
Αναμφίβολα ναι, και όχι μόνο σε αυτό το μυθιστόρημα. Ένας Ιταλός ιερέας έγραψε ένα βιβλίο για τον Ντοστογιέφσκι, το οποίο ονόμασε «Ντοστογιέφσκι: Χριστός – το πάθος της ζωής». Ο Ντοστογιέφσκι γράφει όλη την ώρα για τον Χριστό, όπως ένας εραστής μιλάει διαρκώς για τον αγαπημένο του.
Όσο για το "άμεσο", εδώ τα πράματα είναι πιο δύσκολα. Ο συγγραφέας τηρούσε πάντα την ακόλουθη στάση: Δεν πρέπει ν’ ασκείται καμία πίεση στον αναγνώστη, αλλά ο συγγραφέας πρέπει να υποχωρεί μπροστά στον αναγνώστη. Πρέπει να δίνεται στον τελευταίο η ευκαιρία να «πάρει» από το κείμενο όσο μπορεί και είναι έτοιμος να «πάρει».
Το μυθιστόρημα περιλαμβάνεται στη σχολική διδακτέα ύλη (ΣτΜ: Στη Ρωσία). Πώς να το διδάξουμε στα παιδιά;
Με αγάπη για τον συγγραφέα και με αγάπη για τους μαθητές. Αυτή είναι η πιο σημαντική προϋπόθεση.