Η ηγουμένη Ντομνίκa (Κορομπέινικοβα) είναι ηγουμένη στο μοναστήρι Αλεξάντερ Νέφσκι Nέο-Τίχβιν στο Γιεκατεριμπούργκ. Σε αυτήν τη συνομιλία, η ηγουμένη μάς θυμίζει πώς πρέπει να εκδηλώνεται η πίστη μας, τόσο στις πιο απλές, συνηθισμένες, περιστάσεις όσο και μέσα στις δοκιμασίες που μας στέλνει ο Κύριος.
Ένας Γέροντας λέει: «Εμείς οι Χριστιανοί πρέπει να είμαστε ζωντανοί άνθρωποι». “Ζωντανοί” σημαίνει “ζώντας με πίστη”». Όσο περισσότερο πιστεύουμε και δείχνουμε την πίστη μας στην πράξη τόσο περισσότερο ζωντανεύει η ψυχή μας. Αντίθετα, χωρίς πίστη, ένα άτομο μπορεί να πάθει ασφυξία στην καθημερινότητα. Οι απλούστερες, ακόμη και οι πιο ασήμαντες, καθημερινές καταστάσεις τον εξαντλούν, σε σημείο που η δύναμη για ζωή μέσα του να σβήνει. Μόνο η πίστη δίνει ζωή. Και το να είμαστε ζωντανοί, το να ζήσουμε με πίστη, εξαρτάται από τη θέλησή μας. Θέλουμε να είμαστε νωθροί, άψυχοι, φοβισμένοι; Θέλουμε να είμαστε άνθρωποι που κάνουν τα πάντα με αδράνεια, από συνήθεια, δηλαδή απλά πηγαίνουν «εκεί που πάνε και οι άλλοι»; Φυσικά και όχι, φυσικά και θέλουμε κάτι άλλο. Θέλουμε να ζήσουμε όλη μας τη ζωή, έτσι ώστε να μην περάσει ούτε μια μέρα μάταια. Κι έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε αυτήν την επιλογή. Μπορούμε να μετατρέψουμε κάθε κατάσταση που αντιμετωπίζουμε προς όφελός μας. Σε οποιεσδήποτε συνθήκες και αν βρεθούμε, θ’ αναζητούμε πάντα και διαρκώς μια ζωντανή επαφή με τον Κύριο και για χάρη Του θα ξεπεράσουμε την αδυναμία μας, την τεμπελιά, τη δειλία και θα κάνουμε πράγματα που απαιτούν θάρρος και αυταπάρνηση. Τότε θ’ αναπνέουμε τον Θεό κάθε μέρα και ολόκληρη η καθημερινή μας ζωή θα είναι μια γνήσια, γεμάτη ζωή!
Και για να καταστήσω πιο σαφές πώς μπορεί αυτό να γίνει πραγματικότητα, θέλω και πάλι να θυμίσω μια ιστορία, από τη ζωή του μοναχού Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου. Να τι εξιστορεί ο Επίσκοπος Λεμεσού Αθανάσιος:
«Ο Γέροντας Παΐσιος μάς είπε ότι όταν εγκαταστάθηκε στην έρημο, κατακυριεύτηκε από κατάθλιψη και απόγνωση. Διαπιστώνοντας την ανθρώπινη αδυναμία του, προέβλεψε τον τεράστιο αγώνα που έπρεπε να κάνει. Κι ενώ εργαζόταν, μέσα στην απελπισία του, έπεσαν εργαλεία στο έδαφος, έσπασαν πράγματα, τραυμάτισε τα χέρια του, οργίστηκε και όσο περισσότερο το έκανε, τόσο χειρότερα ένιωθε. Και όταν οι μοναχοί τον ρώτησαν:
«Πώς είσαι, Πατέρα Παΐσιε;», απάντησε:
– Πώς να είμαι... Άσχημα!
Και αμέσως παρατήρησε ότι όταν το είπε, ένιωσε ακόμη χειρότερα. Τότε ο Πατήρ Παΐσιος άλλαξε τακτική και είπε στον εαυτό του: «Δεν πρόκειται να μιλήσω πλέον έτσι». Και όταν την επόμενη φορά κάποιος τον ρώτησε:
«Πώς είσαι, Πατέρα Παΐσιε;», αυτός απάντησε:
– Καταπληκτικά! Υπέροχα! Τέλεια! Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου! Πολύ καλά! Με τις προσευχές σας, είμαι μια χαρά!
Μερικές φορές, ήθελε να καρφώσει ένα καρφί στον τοίχο και κατά λάθος χτυπούσε με το σφυρί το δάχτυλό του – και αμέσως έλεγε:
– Δόξα τω Θεώ!
Και το δάχτυλό του... πρησμένο.
Και όταν άρχισε να εφαρμόζει την καινούργια τακτική, μετά από λίγο η ζωή του βελτιώθηκε και η ζοφερότητα εξαφανίστηκε. Ο Γέροντας Παΐσιος κράτησε στάση αληθινού πολεμιστή του Χριστού! Αναζήτησε τον Θεό με όλη τη δύναμη της ψυχής του. Κι έβρισκε πάντα κάτι για να Τον εξυμνήσει, να Τον ευχαριστεί, ακόμη και αν οι εξωτερικές συνθήκες δεν «συνηγορούσαν» για κάτι τέτοιο. Παρατηρείστε πώς στην ίδια κατάσταση μπορεί κανείς να υποφέρει και να βασανίζεται χωρίς κανένα όφελος ή να έχει τεράστια οφέλη, ν’ αναπτυχθεί πνευματικά. Έτσι, όλοι μας μπορούμε είτε ν’ αναπτύξουμε το ταλέντο που μας έχει δώσει ο Κύριος είτε να το αφήσουμε «τυλιγμένο στο κεφαλομάντηλο». Αλλά τι είδους ταλέντο είναι αυτό; Είναι η Χάρη του Αγίου Βαπτίσματος. Και το πολλαπλασιάζουμε, όταν κάθε μέρα, και στις πιο ασήμαντες ακόμη καταστάσεις, προσπαθούμε να εκφράσουμε την πίστη μας στην πράξη.
Κι έχουμε πραγματικά πολλές φορές τη δυνατότητα να το κάνουμε αυτό. Πρώτον, όπως έχουμε ήδη πει, ο Κύριος μας απευθύνεται μέσα από διάφορες περιστάσεις, όπου και μπορούμε να εκφράσουμε την πίστη μας, με το να δεχτούμε τα πάντα με συμπόνια, με σθένος. Και δεύτερον, ο Κύριος μας αποκαλύπτεται ειδικά μέσω των συνανθρώπων μας. Ένας Γέροντας, λίγο πριν από τον θάνατό του, έγραψε μια επιστολή στα πνευματικά του παιδιά. Και σε αυτήν την επιστολή εξέφρασε το πιο σημαντικό πράγμα που ανακάλυψε και βίωσε στην ασκητική του ζωή. Να τι έγραψε:
«Η πίστη δεν είναι μια θεωρητική ερώτηση, αλλά η πρακτική ζωή του καθενός από εμάς. Πώς μπορώ να δείξω πίστη στην καθημερινή ζωή; Για μένα, πίστη είναι η ταύτιση του αδελφού μου δίπλα μου, με αυτόν που είναι παρών στη ζωή μου, τον ζωντανό κι ενσαρκωθέντα Χριστό".
Πράγματι, η πίστη δεν είναι θεωρία, ούτε ιδεολογία, αλλά αυτός ο ίδιος ο τρόπος που ζούμε! Καθ’ ότι η πίστη μας πρέπει να φαίνεται μέσα από οποιαδήποτε έργο και πράξη μας. Ειδικά στην επικοινωνία με αυτούς που συναντάμε καθημερινά.
Η διακαής, εγκάρδια πίστη εκφράζεται στο γεγονός ότι σε κάθε άτομο βλέπουμε τον Χριστό και τον τιμάμε, τον υπηρετούμε, δείχνουμε κατανόηση για τη γνώμη του. Ακόμα και αν ο συνάνθρωπός μας κάνει λάθος, ακόμη και αν έχει αδυναμίες, ακόμα και αν μας αντιτίθεται ή μας αντιμετωπίζει άδικα. Παρ’ όλα αυτά, για εμάς είναι ίσος με τον Χριστό. Και όταν κοιτάμε τον συνάνθρωπό μας με πίστη, έχοντας οδηγό μας το Ευαγγέλιο, έτσι όπως μας διδάσκει ο Χριστός και όχι όπως μας υπαγορεύει η λογική, τότε η Χάρη του Θεού μάς καλύπτει με τη σκιά της και γεμίζει την καρδιά μας.
Στο "Ευεργετινό" [1] διαβάζουμε την ακόλουθη εξόχως ενδιαφέρουσα ιστορία:
«Ήταν κάποτε ένας Γέροντας, ο οποίος ήταν ασυνήθιστα πράος. Με αυτήν του τη μεγάλη αρετή, κέρδισε τον σεβασμό όλων στην περιοχή, οι οποίοι τον θεωρούσαν Άγγελον Κυρίου. Αλλά κάποιος, παρασυρμένος από τον Διάβολο ήρθε κάπως και βάλθηκε να τον προσβάλλει με πρόστυχα λόγια και, επιπλέον, παρουσία πολλών. Ο Γέροντας, αφού άκουσε όλες αυτές τις ασχήμιες, του είπε:
«Η χάρη του Θεού είναι στα χείλη σου, αδερφέ».
Κι εκείνος έχασε ακόμη περισσότερο την ψυχραιμία του και φώναζε:
– Ναι, κι εσύ, ένας κακός και αδηφάγος, κάθεσαι και μιλάς με τέτοιον τρόπο, που κάνεις τον εαυτό σου να φαίνεται καλός!
Ο Γέροντας απάντησε:
"Όντως, αδερφέ, όλα όσα λες στέκουν".
Τότε κάποιος ρώτησε τον γέρο:
«Καλά, δεν σ’ ενόχλησαν όλα αυτά, πάτερ;»
Ο Γέροντας απάντησε:
«Όχι, αντιθέτως, ένιωσα το κάλυμμα του Χριστού πάνω από την ψυχή μου».
Έτσι τελειώνει η ιστορία στο «Ευεργετινός». Και μας αποκαλύπτει αυτή η ιστορία μια πολύ σημαντική αλήθεια: Όταν κάποιος λαμβάνει τα πάντα από τον συνάνθρωπό του, σαν να ήταν διά χειρός Χριστού, όταν γενικά αντιλαμβάνεται τα πάντα στη ζωή του με πίστη, τότε η σκέπη του Θεού είναι πάνω του και αυτός τη νιώθει έντονα. Αυτό είναι το μυστικό του πώς οι Χριστιανοί καταφέρνουν πάντα να διατηρούν τη γαλήνη στην ψυχή τους.
Όταν κάποιος λαμβάνει τα πάντα από τον συνάνθρωπό του σαν να ήταν διά χειρός Χριστού, τότε η Σκέπη του Θεού είναι από πάνω του
Ο Χριστιανός δεν βλέπει τη ζωή επιφανειακά, βλέπει σε όλα βάθος, βλέπει το υψηλότερο νόημα. Επομένως, ακόμα και αν τον έχουν προσβάλλει, μπορεί και παραμένει ειρηνικός, γαλήνιος. Και ανέχεται τις προσβολές, όχι όπως το έκαναν, για παράδειγμα, οι αρχαίοι φιλόσοφοι, οι Στωικοί ή οι Κυνικοί, οι οποίοι καλλιέργησαν επίτηδες την αδιαφορία για τις προσβολές και την παραμέληση των προσβολών, σαν κάποια αναισθησία. Όχι, ο Χριστιανός έχει μια εντελώς διαφορετική στάση. Χάρη στην πίστη, αισθάνεται την εικόνα του Θεού στον συνάνθρωπό του, βλέπει μέσα του την εικόνα του Χριστού. Και ακριβώς αυτό το ευλαβές, ζωντανό συναίσθημα δεν αφήνει περιθώρια δυσαρέσκειας στην ψυχή του, ακόμα και αν ο συνάνθρωπός του τού προκαλεί δύσκολες καταστάσεις. Ό,τι συμβαίνει σ’ εμάς, μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για ν’ αναπτυχθούμε πνευματικά. Και η μεγαλύτερη αδικία για εμάς δεν είναι όταν μας αντιμετωπίζουν άδικα, αλλά όταν εμείς οι ίδιοι κάνουμε άδικο στον εαυτό μας, με το να του στερούμε τη Χάρη του Κυρίου, σε περιπτώσεις, μάλιστα, που θα μπορούσε εύκολα να την αποκτήσει.
Βλέπετε, λοιπόν, ότι η πίστη είναι πραγματικά το πιο πρακτικό ζητούμενο στη ζωή ενός Χριστιανού. Γιατί, σε τελική ανάλυση, σε τι συνίσταται η ζωή μας; Μα, από τις διάφορες περιστάσεις και συναντήσεις με τους συνανθρώπους μας. Και, επομένως, μπορούμε να δείχνουμε συνεχώς την πίστη μας και όχι μόνο όταν ερχόμαστε στην Εκκλησία, εξομολογούμαστε, μεταλαμβάνουμε ή νηστεύουμε. Εάν κάνουμε μόνο αυτό, χωρίς να έχουμε ανακαλύψει την πίστη στη ζωή μας, τότε στο τέλος μπορεί ν’ αρχίσουμε να το κάνουμε αυτό χωρίς πίστη, απλά σαν μια τυπικότητα. Kαι όμως, ολόκληρη η ζωή μας μπορεί να είναι ένας αδιάλειπτος δεσμός με τον Θεό. Μπορούμε να μετατρέψουμε οποιοδήποτε έργο μας και οποιεσδήποτε περιστάσεις σε ομολογία πίστης, σε πνευματικό θρίαμβο, αν κάνουμε τα πάντα με μακαριότητα, ευχαριστώντας τον Θεό. Και κάθε συνάντηση με τον συνάνθρωπό μας μπορεί να γίνει για εμάς συνάντηση με τον Κύριο, αν σεβόμαστε ο ένας τον άλλον, όπως σεβόμαστε τον Χριστό. Γι’ αυτό το θέμα μιλά και ο Επίσκοπος Αθανάσιος και με τα λόγια αυτού θα ήθελα να καταλήξω:
«Το κύριο ερώτημα για τον Χριστιανό είναι αν έχει μια ζωντανή σχέση με τον Θεό. Μερικοί λένε: «Αν πιστεύεις στον Θεό, πρέπει να κάνεις αυτό και αυτό, να μην κάνεις αυτό και αυτό, να πηγαίνεις στην Εκκλησία κάθε εβδομάδα, να μεταλαμβάνεις και να εξομολογείσαι πολλές φορές». Και με αυτό... τελειώσαμε. Αλλά αυτό είναι λάθος. Ο έχων πίστη, ψάχνει να έχει επαφή με τον Θεό και πασχίζει αυτή να είναι μια πραγματική, ζωντανή επαφή. “Αγαπώ” τον άλλον σημαίνει να τον αγαπώ χωρίς σχέδια, υποδείξεις και συνταγές. Έτσι είναι και με τη σχέση με τον Θεό. Και μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να νιώσουμε πραγματικά την πληρότητα αυτή, για την οποία μας μιλά το Ευαγγέλιο».