Όλα ξεκίνησαν μ’ ένα σκάνδαλο. Σε μια εποχή που η προοδευτική ανθρωπότητα πολεμούσε ενωμένη εναντίον του δικτάτορα Μιλόσεβιτς και των «καταραμένων Σέρβων», ένα δραστήριο αγόρι από τη Γαλλία τόλμησε να ισχυριστεί ότι η Γαλλία και η Σερβία είχαν μακροχρόνιους πολιτιστικούς και συμμαχικούς δεσμούς. Kαι ότι οι Σέρβοι θέλουν απλώς να σώσουν την πατρίδα τους και τους ανθρώπους τους από τη διάσπαση. Και ότι όλα αυτά που ειπώθηκαν, ακόμη και από τα πιο ελεύθερα μέσα ενημέρωσης στον κόσμο, δεν είναι αλήθεια...
Κάπως έτσι έγινε ο έφηβος Arnaud Yves Gouillon το enfant terrible (ΣτΜ: Το «ενοχλητικό/ανορθόδοξο» παιδί) του σχολείου του στην Γκρενόμπλ. Κάτι για τo οποίο επιπλήχθηκε από τον διευθυντή και... δέχθηκε ένα χτύπημα στον ώμο από τον πατέρα του. Ο πατέρας του ήταν ενθουσιασμένος: "Ε, να που μαθαίνεις να σκέφτεσαι, λοιπόν, μόνος σου! Και να που τα μαθήματά μου και του παππού σου δεν πήγαν μάταια. Δεν χάθηκαν όλα, λοιπόν! Δόξα τω Θεώ. Κράτα γερά, αγόρι μου. Και η μαμά σου κι εγώ θα στήσουμε πλάτη για σένα. Και τ’ αδέρφια σου δεν είναι ανόητα, θα σε υποστηρίξουν". Ο Arnaud είχε την υποστήριξη όχι μόνο των συγγενών, αλλά, όπως έδειξε ο χρόνος, και χιλιάδων άλλων Γάλλων.
Η οικογένεια Gouillon είναι από τις αυθεντικές. Με παραδόσεις. Ο Arnaud και οι αδελφοί του θυμούνται τις ιστορίες του παππού και του πατέρα τους, όχι μόνο από την οικογενειακή ιστορία, αλλά και από την ευρωπαϊκή Ιστορία. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι υπήρξαν στιγμές στον Παλιό Κόσμο, όπου περί Σέρβων και Ρώσων, περί Σερβίας και Ρωσίας, μιλούσαν όχι μόνο με θαυμασμό, αλλά ήλπιζαν ότι η Belle France θα μπορούσε να «συνέλθει» και ν’ αφυπνισθεί. Στην οικογένεια του Arnaud ήξεραν ποια ήταν η Άννα Γιαροσλάβνα[1], τι ήταν το Ευαγγελιστάριο της Ρεμς, γιατί ήταν γραμμένο στην «Γκλαγκόλιτσα» [3] και γιατί οι Γάλλοι βασιλιάδες ορκίζονταν σε αυτό κατά τη στέψη τους. Θυμόντουσαν, επίσης, τις ύστερες εποχές, όταν η Γαλλία, μαζί με τη Ρωσία και τη Σερβία, πολέμησαν στον Πρώτο και Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τι κόστισε αυτό στους λαούς των χωρών μας.
Και τι, δηλαδή, να προδώσουν τους συμμάχους; Να πιστέψουν ότι αυτοί που ήταν φίλοι, έγιναν ξαφνικά απάνθρωποι, όπως διέδιδαν η τηλεόραση και οι εφημερίδες ή όπως έλεγε ο monsieur δάσκαλος στο μάθημα πολιτικής πληροφόρησης; Να εμπιστευτούν την προπαγάνδα και να μη ρίξουν καν μια ματιά στα γεγονότα; Όχι, βέβαια. Ο Arnaud και τ’ αδέλφια του μεγάλωσαν σε άλλες παραδόσεις, παραδόσεις που τιμούσαν την παλιά καλή Ευρώπη. Και η τιμή (ΣτΜ: Ως κώδικας συμπεριφοράς) στην Ευρώπη αυτή ήταν κάτι πολύ σημαντικό. Ακόμη και τη ζωή τους έδωσαν γι’ αυτήν.
Και να, λοιπόν, που το 2004, χρονιά που θα μείνει στην ανθρώπινη μνήμη για τα πογκρόμ που έλαβαν χώρα τότε, ο Arnaud, βλέποντας στα συνεχή ρεπορτάζ των πιο έντιμων και αντικειμενικών μέσων μαζικής ενημέρωσης τους θριαμβευτές «σκλαβωμένους» να καίνε εκκλησίες και μοναστήρια, να καταστρέφουν με θηριώδη κακεντρέχεια τους σταυρούς των «υποδουλωτών», το πώς αυτοί οι «σκλαβωτές» εγκατέλειπαν κατά χιλιάδες την ιερή γη τους, το Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια, και όντας ενηλικιωμένος, έλεγε στους αδελφούς και στους φίλους του: «Λοιπόν, παιδιά, δεν κάνουμε τίποτα έτσι. Οι διαμαρτυρίες μας δεν φέρνουν κανένα αποτέλεσμα, πρέπει να κάνουμε κάτι άλλο. Προτείνω να μαζέψουμε βοήθεια για εκείνους τους Σέρβους, που τώρα είναι εγκλωβισμένοι στους θύλακες του Κοσσυφοπεδίου. Όχι, όχι χρήματα. Κουβέρτες, ρούχα, παιχνίδια, οικιακές συσκευές – πράγματα χωρίς τα οποία είναι αδύνατον να φανταστούμε τη ζωή στην Ευρώπη. Και, μάλιστα, στην ίδια αυτήν Ευρώπη, της οποίας είναι και αυτοί, ήδη, κομμάτι. Πάμε στη Σερβία, να δούμε με τα μάτια μας την κατάσταση".
Τότε ο Arnaud είπε στους φίλους του: «Οι διαμαρτυρίες δεν φέρνουν κανένα αποτέλεσμα. Προτείνω να μαζέψουμε βοήθεια για τους Σέρβους, που είναι εγκλωβισμένοι στους θύλακες του Κοσσυφοπεδίου".
Το ΄πε και το ΄κανε. Φόρτωσαν ένα μικρό φορτηγό με τ’ απαραίτητα πράγματα και κατευθύνθηκαν σε μίαν άγνωστη Σερβία, συνοδευόμενοι από τα απορημένα βλέμματα των περισσότερων συμπολιτών τους, οι οποίοι και θαύμαζαν αυτούς που βοήθησαν να μαζευτούν πράγματα. Οι ίδιοι οι ταξιδιώτες είχαν μια «βαριά» αβεβαιότητα μπροστά τους, αλλά αυτό που τους έδινε δύναμη ήταν η επιθυμία να δουν τα πάντα με τα δικά τους μάτια και να βοηθήσουν όσο καλύτερα μπορούσαν τους διωκόμενους.
Έτσι ο Arnaud Gouillon ήρθε για πρώτη φορά στο Κοσσυφοπέδιο και στα Μετόχια. Έφτασε – και έμεινε για πάντα. Ακόμη και αν όχι με την έννοια της προσωπικής παρουσίας, τουλάχιστον ψυχή τε και πνεύματι: Βλέποντας με τα μάτια του τι συμβαίνει πραγματικά στην ιερή γη της Σερβίας, όχι μόνο τα δεινά των Σέρβων, αλλά και την απελπισμένη και έντονη εμπιστοσύνη στη βοήθεια του Χριστού, την ανιδιοτελή φιλοξενία τους, που ακολουθούσε τον κανόνα «Επισκέπτης στο σπίτι σημαίνει ο Θεός είναι στο σπίτι», αυτός λοιπόν, σύμφωνα με τα λεγόμενά του κι αναφερόμενος στον εαυτό του, «που δεν είχε σταγόνα σέρβικου αίματος στις φλέβες του, “απέκτησε” σερβική καρδιά». Επιστρέφοντας, σοκαρισμένος από αυτό που είδε και βίωσε, ο Arnaud πήρε μια σοβαρή απόφαση: Να είναι συνεχώς στο πλευρό των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου, να τους βοηθήσει στα πάντα. Κάπως έτσι έκανε την εμφάνισή της η οργάνωση «Αλληλεγγύη για το Κοσσυφοπέδιο» – «Solidarité Kosovo» – η οποία λειτουργεί στη Γαλλία για περισσότερα από δέκα χρόνια.
Με τον Επίσκοπο Ράσκο – Πρίζρεν και Κοσσυφοπεδίου – Μετοχίου Θεοδόσιο
Πόσες φορές πήγε με φορτηγό στο Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια, ούτε καν θυμάται πλέον ο Gouillon. Έμαθε αυτήν τη γη σαν τα δάχτυλα του χεριού του. Πείστηκε, δε, ότι ακόμη και στην καρδιά της Ευρώπης, το να είσαι χριστιανός μπορεί να είναι επικίνδυνο. Κοιτώντας τα μάτια των παιδιών με τα οποία μιλούσε, έπαιζε, αστειευόταν, κατάλαβε και συνειδητοποίησε: Δεν έχω το παραμικρό δικαίωμα να έρθω εδώ μια φορά, να δώσω μια σοκολατίτσα και να σηκωθώ να φύγω, με την αίσθηση ότι επιτέλεσα το ηθικό μου καθήκον. Βοήθεια και πάλι βοήθεια! Και όχι απλά λόγια περί ανάγκης παροχής υποστήριξης, αλλά να περάσουμε στην πράξη.
Οι Σέρβοι, εκεί στους θύλακες, δίδαξαν και συνεχίζουν να μας διδάσκουν να διαβάζουμε το Ευαγγέλιο, όχι με τα μάτια, αλλά με τις ενέργειές μας
«Αλήθεια, ένα άλλο ερώτημα είναι: Ποιος βοηθάει ποιον, στ’ αλήθεια», λέει ο Arnaud, σκεπτικός. «Γεγονός είναι ότι εκεί στους θύλακες, οι Σέρβοι δίδαξαν και συνεχίζουν να μας διδάσκουν να διαβάζουμε το Ευαγγέλιο, όχι με τα μάτια, αλλά με τις πράξεις μας». Πολλά είναι τα μαθήματα που δίνουν πάνω σε αυτό το θέμα. Θυμάμαι την πρώτη μου φορά στη Μονή Βισόκι Ντετσάνι[4]. Φανταστείτε: Εκεί οι μοναχοί ζουν σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον! Θύματα σε σχεδόν καθημερινή βάση, προσβολών, απειλών, κλοπών – και αυτοί αντιδρούν μ’ ένα "ε, δεν έγινε και τίποτε, c’est la vie". Πραγματικά δεν καταλαβαίνω πώς καταφέρνουν να μη γίνουν οι ίδιοι σκληροί, να μη διασκορπιστούν σε όλο τον κόσμο και να διατηρούν ένα ήρεμο και καλό πνεύμα προσευχής! Φανταστείτε, προσεύχονται ακόμη και για τους ίδιους τους διώκτες τους!
«Ναι, το φαντάζομαι», λέω. «Έχω πάει κι εγώ εκεί».
– Ω, σίγουρα. Είσαι ένας από μας, από τους Κοσσοβάρους, τους μη καλούς δηλαδή.
(Χαμόγελα, αν και με κάποια δόση θλίψης).
Μία από τις χειρότερες εμπειρίες του Arnaud, κατά τη διάρκεια ταξιδιού του με βοήθεια που συλλέχθηκε για τους Σέρβους του Κοσσυφοπεδίου ήταν οι θύλακες:
– Μας είχαν συμβουλεύσει κατηγορηματικά να μην πάμε σε αυτά τα μέρη: «Εντάξει, στο βόρειο τμήμα του Κοσσυφοπεδίου, όπου ζουν οι Σέρβοι, πάτε. Αλλά ούτε να διανοηθείτε να πάτε στα Μετόχια, στους θύλακες! Είναι πολύ επικίνδυνο!". Και τι δηλαδή, ρωτάω, δεν θα πάω στους θύλακες, τη στιγμή που η βοήθεια που συλλέγουμε είναι κυρίως για τα παιδιά που ζουν εκεί; «Ως θύλακας ορίζεται το μέρος της επικράτειας ενός κράτους, περιτριγυρισμένο πλήρως από την επικράτεια άλλου κράτους. Το "Enclave" αναφέρεται σε κράτη μόνο αν αυτά περιβάλλονται εντελώς από άλλη χώρα και δεν έχουν πρόσβαση στη θάλασσα»[5] – αυτό διάβαζα. Και τι δηλαδή, οι σερβικοί θύλακες δεν έχουν πρόσβαση στη θάλασσα; Αν έχουν, λέει: Απλά βγείτε έξω και μπροστά σας απλώνεται μια θάλασσα ταπείνωσης, κοροϊδίας, κακεντρεχούς γέλιου, περιφρόνησης. Και, από καιρού εις καιρόν, πογκρόμ. Ακόμη θυμάμαι τη μέρα που ήρθαμε στο χωριό Μπάνια, τον πρώτο θύλακα που επισκέφτηκα στη ζωή μου. Τη χαρά των κατοίκων, την εκκλησιούλα, την καφάνα (ΣτΜ: Τυπικό τοπικό μπιστρό, «γιουγκοσλαβική» επινόηση, συναντάται ακόμη σε πολλά κράτη της πρώην Γιουγκοσλαβίας), τα μαγαζάκια. Αλλά αποδείχθηκε ότι το βράδυ πριν από την άφιξή μας Σκιπετάροι (ΣτΜ: Αλβανοί) έκλεψαν μια oλόκληρη χειμωνιάτικη προμήθεια καυσόξυλων από το χωριό κι επιπλέον δύο αγελάδες κι ένα τρακτέρ. Ακριβώς έτσι – "Ε, και τι θα κάνετε σ’ εμάς;". Αυτή είναι η τάξη πραγμάτων εκεί, καταλαβαίνετε; Οι Σέρβοι ζουν εκεί με παντελή στέρηση δικαιωμάτων!
Στους θύλακες, η ταπείνωση, οι ληστείες και η ανομία αποτελούν μέρος της τάξης πραγμάτων. Οι Σέρβοι που ζουν εκεί στερούνται παντελώς δικαιωμάτων!
– Ξέρω. To έχω δει πολλές φορές.
– Πάλι ξέχασα! Μα το θέμα μου είναι, επίσης, να μιλήσω περί αυτού στην «πολιτισμένη Ευρώπη», η οποία ήδη δεν ενδιαφέρεται καν για τους Σέρβους και τις αδικίες που διαπράττονται. Δεν ενδιαφέρεται καν για τα φτωχά παιδιά, που, λόγω έλλειψης φαγητού, φαίνονται μερικά χρόνια νεότερα από την ηλικία τους. Εξάλλου, είναι Σέρβοι. Δηλαδή, αυτούς που αποκαλούν «απεχθείς κατακτητές» [6] και ούτω καθ’ εξής. Και όμως, η αλήθεια είναι ότι οι Σέρβοι είναι αυτοί που πρωτίστως υποφέρουν στο Κοσσυφοπέδιο και στα Μετόχια – και αυτό δεν ταιριάζει με το «παραμύθι» που «πουλάνε» ασύστολα οι εφημερίδες στους αναγνώστες τους, σε άτομα που τα θέλουν να «καταπίνουν κενολογίες», θύματα της τηλεόρασης και του Διαδικτύου. Όταν πριν από λίγα χρόνια καταφέραμε να πάμε στην Κέρκυρα με ουκ ολίγα παιδιά από τους θύλακες, όχι μόνο αντίκρυσαν αυτά τη θάλασσα για πρώτη φορά στη ζωή τους, αλλά, δεν θα το πιστέψεις, γεύτηκαν τις ελιές για πρώτη φορά στη ζωή τους επίσης. Οι Έλληνες, μαθαίνοντας αργότερα για εμάς, έφεραν καλάθια ολόκληρα από ελιές για τα παιδιά – ήμασταν όλοι τόσο ευτυχείς.
Ένα ποίημα γραμμένο από παιδιά του Κοσσυφοπεδίου για τον Arnaud Gouillon[7]
Έτσι, βήμα – βήμα και για αρκετά χρόνια ήδη, ο Arnaud, οι αδελφοί και οι φίλοι του άρχισαν να εξολοθρεύουν τα δολοφονικά στερεότυπα που κυριαρχούσαν στον νου και στις ψυχές των συμπατριωτών τους. Προς τέρψιν όχι μόνο των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου, αλλά και των ίδιων των Γάλλων, οι οποίοι, όχι χωρίς υπερηφάνεια, παραδέχονται:
«Χάρη στo αληθές του περιεχομένου των πληροφοριών για το τι συμβαίνει στην καρδιά της Ευρώπης και χάρη στη βοήθεια που δίνουμε, όσο καλύτερα μπορούμε, στους ταπεινωμένους και καταφρονημένους Σέρβους, μπορούμε και πάλι να μιλήσουμε για τον εαυτό μας, τους Γάλλους, ως χριστιανικό λαό».
Το αποτέλεσμα είναι ότι η δίωξη των χριστιανών στο Κοσσυφοπέδιο και στα Μετόχια μάς κάνει να θυμόμαστε τον Χριστό κι εκείνους που δεν τους απασχολούν άμεσα αυτές οι διώξεις.
Αν και όχι, τους απασχολούν. Ο Arnaud υπενθυμίζει πως στις παρουσιάσεις του στη Γαλλία, κατά τη διάρκεια των οποίων δείχνει ντοκιμαντέρ, φωτογραφίες, παραθέτει τα λόγια αυτοπτών μαρτύρων περί των διώξεων και δίνει στους επισκέπτες την ευκαιρία να προβληματιστούν σχετικά με το εύρος του ψεύδους και της συκοφαντίας κατά των ίδιων των Ορθόδοξων, πολλοί ήταν αυτοί που δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους και όχι μόνο γυναίκες. Τοιουτοτρόπως, η Σερβία, με το παράδειγμα του σύγχρονου μαρτυρίου για τον Χριστό, ήταν σε θέση ν’ αφυπνίσει τη συνείδηση του κόσμου.
Χάρη στον Arnaud και στον οργανισμό Αλληλεγγύης για το Κοσσυφοπέδιο, που δημιουργήθηκε από αυτόν και τους φίλους του, πολλοί είναι αυτοί σήμερα στην Γαλλία που γνωρίζουν ποια είναι η κατάσταση στη Σερβία. Ακούστηκαν οι φωνές δημοσιογράφων, για τους οποίους η αλήθεια είναι πιο σημαντική από αυτό που θέλει να «πουλήσει» το κυρίαρχο ρεύμα και πιο σημαντική από τις όποιες χρηματικές απολαβές και όρθωσαν, επίσης, το ανάστημά τους και δημόσια πρόσωπα, συγγραφείς και μουσικοί.
Χάρη στον Arnaud Gouillon και στην οργάνωση «Αλληλεγγύη για το Κοσσυφοπέδιο», πολλοί άνθρωποι στη Γαλλία σήμερα γνωρίζουν την πραγματική κατάσταση των Σέρβων
«Ναι, ίσως ν’ αποδειχθούμε πολύ λίγοι», λέει ο Gouillon, ενοχλημένος, «και εχθρός μας είναι η τρομερή, πανίσχυρη προπαγάνδα. Αλλά, ξέρετε, και ο Δαβίδ δεν είχε πολλές πιθανότητες να νικήσει τον Γολιάθ. Το ερώτημα είναι με ποιον είναι ο Χριστός».
Πριν από λίγα χρόνια ο Arnaud μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία. Την ίδια ημέρα που αυτός και η σύζυγός του Ιβάνα βαφτίσαν την κόρη τους Μιλένα, στη Μονή Βισόκι Ντετσάνι.
– Όι όι, η κόρη μας κι εγώ έχουμε την ίδια ηλικία εν Χριστώ, λέει γελώντας ο Arnaud.
Στη βάφτιση της κόρης του, στη Μονή Βισόκι Ντετσάνι
Παρεμπιπτόντως, νονός της Μιλένα είναι ο Ιταλός Φραντσέσκο, ο οποίος έχει πλέον γίνει μοναχός (Βενέδικτος) στο μοναστήρι του Ντράγκανατς, στο Πομόραβλγε του Κοσσυφοπεδίου. Είναι λοιπόν ν’ αναρωτιέσαι, αν μπορούμε να χαρακτηρίζουμε ολόκληρη την Ευρώπη μη – πνευματική. Κι εδώ παρεμβαίνει ο Gouillon για να πει:
– Έχουμε κοινά προβλήματα – από την Μπρεστ και τη Νάντη έως το Βλαδιβοστόκ και το Πετροπαβλόφσκ. Αλλά και κοινές χαρές, αν είμαστε με τον Θεό.
Γεγονός είναι ότι ο κόσμος είναι πολύ μικρός. Κοινοί γνώριμοι, φίλοι. Κοινές δυσκολίες και χαρές. Για κάποιον τα πράγματα είναι δύσκολα, επειδή οι Γάλλοι τελούν υπό την επήρεια της προπαγάνδας, ο άλλος δεν είναι ενθουσιώδης για τη ρωσική μας πραγματικότητα, για την άγνοιά μας για τη ζωή των Ορθόδοξων Σέρβων αδελφών (συγκρίνετε πόσα λέει η τηλεόραση «μας» για τη Σερβία και πόσα για τη ζωή των δρυοκολαπτών στην Αμερική ή άλλων πουλιών). Ο ένας χαίρεται για τη συνεχή παροχή βοήθειας προς το Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια από τη Γαλλία (πρόσφατα παρέδωσαν αρκετά τρακτέρ για κατοίκους θυλάκων, δύο πλυντήρια κ.λπ.), ενώ ο άλλος μεταφέρει περήφανα βοήθεια από τους Ρώσους αδελφούς σε μοναστήρια ή πολυμελείς οικογένειες στα Μετόχια. Και οι δύο μαθαίνουν Σερβικά. Επιπλέον, ο Γαλάτης Gouillon γνωρίζει αυτήν τη γλώσσα ασύγκριτα καλύτερα από εμένα και άρχισε επίσης να μαθαίνει Ρωσικά και να τη μιλά σχεδόν χωρίς προφορά. Απαγορεύεται και στους δύο να εισέλθουν στο «ανεξάρτητο Κοσσυφοπέδιο», καθ’ ότι θεωρούνται «άτομα που θέτουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια». Σύμμαχοι, θα μπορούσε κανείς να πει. Enfants terribles.
Και με τον δάσκαλο, στο μάθημα του οποίου είχε ξεσπάσει το σκάνδαλο στο μακρινό 1999, ο Arnaud συναντήθηκε πρόσφατα σ’ ένα βιβλιοπωλείο στην Γκρενόμπλ, όπου είχε έρθει να επισκεφθεί συγγενείς. Ο ίδιος είναι τώρα πολίτης της Σερβίας. Χαιρετήθηκαν. Μετά από μια στιγμή σιωπής, ο δάσκαλος είπε:
"Gouillon, παραδέχομαι το λάθος μου. Είχες δίκιο. Σ’ ευχαριστώ".