Ο πατήρ Μιχαήλ αντιμετώπιζε με πολλή αγάπη και επιείκεια τις ανθρώπινες αδυναμίες. Παντού και πάντοτε νοιάζονταν για την σωτηρία των άλλων στην προσπάθειά του να τηρήσει την πρώτη εντολή του Θεού προς τον άνθρωπο: την εντολή της αγάπης.
Ο γέροντας Μιχαήλ ήταν ο τελευταίος μεγάλος γέροντας του Βάλαμο. Ο κατά κόσμον Μιχαήλ Πιτκέβιτς γεννήθηκε από ευσεβή οικογένεια στη Λετονία, στην πόλη Ντβινσκ, το 1877. Από νωρίς στην παιδική του ηλικία ήθελε να αφιερώσει τη ζωή του στον Θεό. Στο μοναστήρι του Βάλαμο πήγε και εγκαταστάθηκε το 1902, και το 1913 εκάρη μοναχός με το όνομα Τίμων. Το 1917 χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος και το 1921 ιερομόναχος.
Ο πατήρ Τίμων έκανε διάφορα διακονήματα, όπως του κηροπλάστη, του γηροκόμου, του ιεροψάλτη, του φούρναρη.
Η μεγαλύτερη επιθυμία της καρδιάς του ήταν να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στις ασκήσεις της νηστείας, της προσευχής και της πλήρους απομόνωσης.
Το 1940 μαζί με την αδελφότητα του μοναστηριού βρέθηκε στη Φινλανδία, όπου το 1951 έλαβε το Μεγάλο Σχήμα με το όνομα Μιχαήλ. Λόγω της άσχημης κατάστασης της υγείας του, πήρε ευλογία να παραμένει στο κελλί του και να τελεί εκεί τη Θεία Λειτουργία.
Το 1957 ο πατήρ Μιχαήλ με άλλους μοναχούς του Βάλαμο επέστρεψε στην πατρίδα του και εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή των Σπηλαίων του Πσκοβ, όπου συνέχισε την αυστηρή ασκητική ζωή του.
Όπως «δε μία πόλις που είναι κτισμένη επάνω στο όρος, δεν ημπορεί να κρυφθή» (Μτ 5,14), έτσι δεν μπορούσε να κρυφτεί και ο γέροντας Μιχαήλ. Έτσι, πολλοί μοναχοί και λαϊκοί απευθύνονταν σε αυτόν για συμβουλές, για καλό λόγο και προσευχή. Τους δεχόταν όλους και σε όλους πρόσφερε την φροντίδα και συμπαράσταση που χρειάζονταν.
Ο πατήρ Μιχαήλ ήταν πολύ απλός και άκακος άνθρωπος, και βρισκόταν σε αδιάλειπτη προσευχή. Πάντοτε δίδασκε τους πάντες να αγαπάει ο ένας τον άλλον.
Όταν ακόμα ζούσε στη Φινλανδία, έλεγε ότι οι θλίψεις και οι κακουχίες εξαγνίζουν τον ρωσικό λαό. Ισχυριζόταν ότι η ρωσική γη είναι η γη των μαρτύρων, η γη των ομολογητών και ότι η γη αυτή είναι ποτισμένη με το αίμα τους, και έτσι εξαγνίζεται όπως ο χρυσός στη φωτιά. Και ήθελε πολύ να πεθάνει στην πατρίδα του, όπως και τον αξίωσε ο Θεός.
Ο πατήρ Μιχαήλ ήταν επίσης πνευματικός της αδελφότητας και κάθε μέρα τελούσε τη Θεία Λειτουργία. Ο γέροντας αφομοίωσε την ησυχαστική προσευχή και έφτασε στην απάθεια, την οποία ονόμαζε «ησυχία εσωτερική».
Στις διδαχές του ο πατήρ Μιχαήλ υπογράμμιζε ότι το σημαντικότερο στην πνευματική ζωή είναι η ταπείνωση και η αγάπη. Η αγάπη προς τον πλησίον μπορεί να σώσει και τον πιο μεγάλο αμαρτωλό: «η αγάπη τα καλύπτει όλα». Μάθαινε να δημιουργούμε συνθήκες προσευχής: «Πιο πολύ από όλα να φυλακίζεις την ειρήνη της καρδιάς, να υπομένεις, να ταπεινώνεσαι, να συνθλίβεσαι και να φροντίζεις πιο πολύ την εσωτερική ειρήνη. Να αποφεύγεις ό,τι σου χαλάει την ειρήνη. Χρειάζεται ειδική επιφυλακή και προσοχή για να μην χάνουμε αυτό που είναι το πιο πολύτιμο: την εσωτερική ειρήνη. Να μην κατακρίνεις κανέναν: Τότε θα έχεις και την ειρήνη στην καρδιά. Πιο πολύ να σωπαίνεις, να μαθαίνεις τη σιωπή».
Ο γέροντας συμβούλευε να παλεύουμε και να νικάμε στον πνευματικό αγώνα. Το πνευματικό του τέκνο, η μοναχή Μαρία (Στάχοβιτς), θυμόταν τις διδαχές του: «Δια μέσου των πολλών θλίψεων: να η θυσία προς τον Θεό. Ο Κύριος δοκιμάζει την πιστότητα με τις θλίψεις. Αυτούς που μπήκαν στην οδό του μοναχικού βίου τους περιμένουν πάντοτε θλίψεις. Οι πολλές θλίψεις, αμέσως και από την αρχή, είναι για τους δυνατούς. Όταν έρχονται στο τέλος της ζωής είναι για τους τελείως αδύναμους ώστε να μην δραπετεύουν. Αλλά να μη φοβάσαι τίποτα. Η Χάρη του Θεού δεν εγκαταλείπει τον μοναχό, φτάνει ο ίδιος να μην εγκαταλείπει τον Θεό. Να μην αποφεύγεις τις θλίψεις, τις κακουχίες. Να έχεις αποφασιστικότητα και ανδρεία να τα υπομένεις όλα για τον Κύριο. Να αντιστέκεσαι και να παλεύεις, και τα υπόλοιπα να τα αφήσεις στον Κύριο. Τις θλίψεις από τους δαίμονες δεν μπορείς να τις αποφύγεις. Όταν δεν το καταφέρνουν οι ίδιοι, τότε στέλνουν ανθρώπους για αυτό. Εδώ πρέπει να είσαι πάντα σε εγρήγορση, σε ένταση».
Ο πατήρ Μιχαήλ αντιμετώπιζε με πολλή αγάπη και επιείκεια τις ανθρώπινες αδυναμίες. Παντού και πάντοτε νοιάζονταν για την σωτηρία των άλλων στην προσπάθειά του να τηρήσει την πρώτη εντολή του Θεού προς τον άνθρωπο: την εντολή της αγάπης.
Ο πατήρ Μιχαήλ ήθελε να πεθάνει το Πάσχα ή του Ευαγγελισμού. Στο τέλος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής του 1962, στη γιορτή του Ευαγγελισμού, κοιμήθηκε εν ειρήνη. Ο Θεός άκουσε και εκπλήρωσε την επιθυμία του πιστού του δούλου, του μεγαλόσχημου ιερομόναχου Μιχαήλ.
Είθε οι προσευχές του να είναι μαζί μας!