Ο Κύριος χάρισε στους ψηφιδογράφους της Ιεράς Μονής της Αγίας Ελισάβετ στην πόλη Μινσκ τη θαυμαστή γνωριμία με το ηλιόλουστο Δοχειάρι. Οι αναμνήσεις από τη Μονή Δοχειαρίου ζεσταίνουν τις καρδιές, γεμίζουν τις ψυχές με φως και θέρμη (Διαβάστε το πρώτο μέρος των εντυπώσεων στο κείμενο: Για το Δοχειάρι με αγάπη (Μέρος Α΄)).
Εργασία και προσευχή στην παλαιά Μονή
Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να είσαι προσκυνητής και στο να εργάζεσαι και να προσεύχεσαι με τους μοναχούς; Η εμπειρία των τεχνιτών μας μάς δείχνει ότι η διείσδυση στη ζωή της Μονής προσφέρει πολύ περισσότερα.
Και να φανταστείτε ότι στο μοναστήρι όπου ευτύχησαν να δουλέψουν οι ψηφιδογράφοι, φυλάσσονται μοναδικοί θησαυροί της Ορθοδοξίας. Η αδελφότητα κάθε μέρα μπροστά στο μεγάλο κειμήλιο – την εικόνα της Παναγίας της «Γοργοϋπηκόου» - μπορούσε να απευθύνεται για ευλογία στην Προστάτιδα του Αγίου Όρους, την Υπεραγία Θεοτόκο…
Ο κ. Αλέξιος Γκούζοβ, ψηφιδογράφος στο εργαστήριο τοιχογραφίας:
– Στο Άγιο Όρος δεν ήμασταν προσκυνητές, αλλά αυτό που ζήσαμε ήταν καλύτερο από οποιοδήποτε προσκύνημα. Η Μονή Δοχειαρίου είναι εξαιρετικό μοναστήρι. Εκεί ακόμα και σήμερα ζουν σύμφωνα με το παλαιό τυπικό. Στην αρχή, φαινόταν αδύνατον να δουλεύουμε όλη μέρα και να παρακολουθούμε τις πολύωρες αγιορείτικες ακολουθίες, αλλά μπήκαμε σε αυτή τη ζωή και αυτό ήταν θαυμάσιο! Ο Θεός μας επέτρεψε για λίγο να γίνουμε μέρος ενός ενιαίου οργανισμού. Δουλεύαμε και κάναμε τον προσευχητικό κανόνα της ημέρας μαζί με την αδελφότητα. Οι μοναχοί μας μετέδιδαν την ενέργειά τους!
Ο κ. Μιχαήλ Λαβσούκ, ψηφιδογράφος:
– Εμείς ζούσαμε στη Μονή με μοναχικό τυπικό, βέβαια, με κάποιες εξαιρέσεις. Στο Άγιο Όρος το ξύπνημα είναι πολύ νωρίς το πρωί. Στις 3 είναι το μεσονυκτικό, αλλά την ειδική καμπάνα τη χτυπάνε μία ώρα νωρίτερα. Οι μοναχοί σηκώνονται να κάνουν στο κελλί τον ατομικό κανόνα που τους είχε ορίσει ο πνευματικός τους, που συνήθως είναι μετάνοιες και η ευχή του Ιησού. Μετά, η αδελφότητα συγκεντρώνεται στο Ναό, τελείται το μεσονυκτικό, ο όρθρος, οι ώρες και η Θεία Λειτουργία. Συνήθως, εμείς με τα παιδιά πηγαίναμε στην Θεία Λειτουργία. Μετά από αυτό, τράπεζα και, σύμφωνα με το τυπικό, οι μοναχοί της αδελφότητας μπορούν να ξεκουράζονται για δύο ώρες. Παρόλο που δεν κοιμούνται πολύ (συνολικά 4-5 ώρες), πολλοί αμέσως πάνε για διακονήματα. Εμείς μετά την τράπεζα δεν ξεκουραζόμασταν, πηγαίναμε στη δουλειά.
Οι αγιορείτες μοναχοί είναι πολύ εγκρατείς στο φαγητό. Τρώνε δύο φορές την ημέρα, αλλά εμάς, ως φιλοξενούμενους και εργαζόμενους, ευλόγησαν να τρώμε περισσότερο. Μπορούσαμε ανά πάσα στιγμή να πηγαίνουμε στην κουζίνα και να παίρνουμε ό,τι βρίσκαμε. Συνήθως, εμείς τσιμπούσαμε κάτι το μεσημέρι και συνεχίζαμε να δουλεύουμε. Στις πέντε το απόγευμα ο εσπερινός, μετά τράπεζα και μετά ξανά πηγαίναμε για δουλειά. Οι ρυθμοί ήταν εντατικοί αλλά όλα ήταν ευλογημένα και εύκολα.
Ο κ. Βαντίμ Κριζανόβσκιϊ, ψηφιδογράφος:
– Συνήθως, μετά από δύο βδομάδες εκτός έδρας, νιώθεις σαν στυμμένο λεμόνι. Στο Άγιο Όρος δουλεύαμε πάνω από ένα μήνα, αλλά, παρόλη την εντατική εργασία, δε νιώθαμε την κούραση και είχαμε χαρούμενη διάθεση. Όλα τα προβλήματα, οι αντιπαραθέσεις, οι αμφιβολίες έμειναν στο σπίτι. Είχαμε βρεθεί σε άλλον κόσμο και η φουρτούνα στο κεφάλι είχε ηρεμήσει: υπήρχε μόνο το μοναστήρι και εσύ, διακονήματα και ακολουθίες. Κάποια στιγμή σκέφτηκα ακόμα και να μείνω…
Πώς ο γέροντας με καταρράκτη έβλεπε καλύτερα από όλους
Υπάρχει ο μύθος ότι οι γέροντες είναι σκυθρωποί άνθρωποι που κυκλοφορούν με χαμηλωμένο το βλέμμα και ότι το μόνο που κάνουν είναι κάπου κάπου να λένε προφητείες. Οι γέροντες του Αγίου Όρους έχουν διαψεύσει αυτή τη λανθασμένη εντύπωση…
Ο κ. Αλέξιος Γκούζοβ:
– Κάθε πρωί, ο γέροντας Γρηγόριος κατέβαινε από το κελλί, χαιρετούσε δυνατά και χαρούμενα για να ανεβάσει το ηθικό μας και για να δώσει ρυθμό. Ίσως, ένιωθε ότι εμείς λόγω της νοοτροπίας είμαστε κάπως υποτονικοί ή προβληματισμένοι. Τα νηστικά Λευκορωσικά πρόσωπα του φαίνονταν περίεργα. Ο γέροντας πάντα είχε μια φράση για μας: «Πιο χαρούμενα! Γιατί είστε σκυθρωποί; Να χαίρεστε!» Αυτό ήταν το πρωινό φιλικό σύνθημα. Ο γέροντας ζητούσε να ανασκουμπωθούμε, να είμαστε σε εγρήγορση και να δουλεύουμε με διάθεση.
Ο κ. Σέργιος Κόζιρ, ζωγράφος στο εργαστήριο τοιχογραφίας:
– Όταν ο γέροντας έβγαινε, πριν από αυτόν έτρεχαν τα αγαπημένα σκυλάκια. Ο γέροντας βροντόφωνα τους χαιρετούσε όλους: «Καλημέρα!». Πολλοί από μας απαντούσαμε «Καλημέρα!» μέχρι που μας εξήγησαν ότι καλύτερα να λέμε «Ευλογείτε!». Γιατί στο γέροντα πρέπει να απευθυνόμαστε με περισσότερο σεβασμό, ακόμα και αν είναι τόσο αυθεντικός και χαρισματικός.
Οι συνήθεις δορυφόροι του Γέροντα – μικρά σκυλιά της ράτσας Σπιτς διάφορων χρωμάτων – δεν ήταν τα μοναδικά ζώα στο μοναστήρι. Στη Μονή υπάρχουν πολλές γάτες και σκυλιά. Όλοι έχουν δουλειά: στο μοναστήρι υπάρχουν αρουραίοι και ποντίκια τα οποία πρέπει να εξοντώνονται. Οι μοναχοί αγαπάνε τα ζώα και τα φροντίζουν.
Γενικώς, στο Δοχειάρι έχει πολύ ενδιαφέροντα τοπία: γραφική θέα προς τη θάλασσα, πέτρινο λιμάνι, φοίνικας, δίπλα στο φοίνικα σταυρός, και γύρω-γύρω κάνουν βόλτα χήνες. Παραδεισένιο χωριάτικο γραφικό τοπίο…
Ο κ. Βαντίμ Κριζανόβσκιϊ:
– Κατεβαίνοντας σε μας, ο γέροντας καμιά φορά μας έδινε συμβουλές. Κάποια μέρα ήμουν με ακουστικά και ετοιμαζόμουν να κάνω ψηφιδωτό. Μου λέει: «Βγάλ’ το! Το μυαλό σου πρέπει να είναι συγκεντρωμένο μόνο σε ένα μέρος. Αν ακούς μουσική ή διαλέξεις, σημαίνει ότι είσαι σε δύο μέρη, και αυτό είναι άσχημο. Πρέπει να βυθίζεσαι πλήρως στη δουλειά».
Επίσης, με μένα συνέβη μια ιστορία από την οποία δεν μπορούσα για πολύ καιρό να συνέλθω μετά. Μερικές φορές διαβάζεις κάτι παρόμοιο στα βιβλία. Εδώ εσύ ο ίδιος, με τα ίδια σου τα μάτια βλέπεις και με τα αυτιά σου ακούς…
Εμείς με τα παιδιά δουλεύαμε στο Δοχειάρι, και ο επικεφαλής του εργαστηρίου ο Δημήτριος Κουντσέβιτς ήταν στο Μινσκ. Όταν τελειώναμε κάποιο τμήμα του ψηφιδωτού, έπρεπε να το βγάζουμε φωτογραφία και να στέλνουμε την απεικόνιση στον Ντίμα (χαϊδευτικό του Δημητρίου-σημ.μεταφρ.). Αν παρατηρούσε ελαττώματα, έλεγε που έπρεπε να διορθώσουμε. Είχα κάνει το πέλμα του Αρχαγγέλου, έβγαλα φωτογραφία και την έστειλα. Ο Ντίμα απάντησε ότι λίγο στράβωσε η γραμμή και ότι πρέπει να διορθώσουμε την καμπύλη. Αυτό το μέρος του ψηφιδωτού βρισκόταν δίπλα από το κελλί του γέροντα. Και να ο ηγούμενος βγαίνει από το κελλί και μέσω του διερμηνέα μου λέει: «Είσαι εσύ που έκανες λίγο στραβό το ποδαράκι; Μην ανησυχείς καθόλου, δεν είναι τίποτα! Αν έχεις απορίες, να απευθύνεσαι σε μένα».
Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη. Ο γέροντας είχε καταρράκτη και εκείνη την εποχή δεν έβλεπε σχεδόν τίποτα. Και όσο δούλευα πάνω στο πέλμα, δεν έβγαινε από το κελλί του. Δεν μπορούσα να συνέλθω για πολλή ώρα. Ο γέροντας είχε μια άλλη όραση…
Για το νέο μας διακόνημα
Αν αγαπάς τη δουλειά σου, βάζεις την ψυχή σου μέσα σε αυτή και την κάνεις με προσευχή, αυτό βγαίνει πάντα στο αποτέλεσμα. Δεν είναι έκπληξη που οι άνθρωποι θέλουν να βλέπουν περισσότερη ομορφιά βγαλμένη από χέρια ταλαντούχων τεχνιτών…
Ο κ. Βαντίμ Κριζανόβσκιϊ:
– Με τα παιδιά έχουμε δική μας μεθοδολογία στη δουλειά. Μπορεί να έχουμε τελειώσει με ένα τμήμα και να χαιρόμαστε: «Ζήτω! Το καταφέραμε!». Την επόμενη μέρα επιστρέφουμε, και το τμήμα που είχαμε ετοιμάσει, είχε αποσυναρμολογηθεί: ο τεχνίτης είχε καταλάβει ότι μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο. Εμπνεύστηκε να προσθέσει χρώμα ή να αλλάξει μορφή και είχε αποσυναρμολογήσει το ψηφιδωτό. Έτσι, όλα ξεκινάνε από την αρχή. Και αυτό μπορεί να γίνει κάμποσες φορές. Αυτό όμως είναι τσιμέντο. Έτσι και αποσυναρμολόγησες ένα τμήμα, πρέπει να ξανακάνεις ένα μεγαλύτερο τμήμα. Αν έχουμε έστω και λίγες αμφιβολίες, πάντα κάτι αλλάζουμε. Στην ομάδα μας θεωρούμε ότι δεν υπάρχει τέλος στην τελειότητα. Εργαζόμαστε για τον Θεό και θέλουμε να είναι όλα ιδανικά.
Ο κ. Μιχαήλ Λαβσούκ
– Όταν τελειώναμε τη συναρμολόγηση των ψηφιδωτών των Αρχαγγέλων, μας πρότειναν να κάνουμε το ψηφιδωτό της Υπεραγίας Θεοτόκου. Στην αυλή του μοναστηριού, πίσω από το ιερό, υπήρχε ψηφιδωτή εικόνα της Παρθένου Μαρίας. Το παλαιό ψηφιδωτό που υπήρχε το είχαν στείλει στο μετόχι. Εμείς έπρεπε να φτιάξουμε νέο. Πέρα από αυτό, ο γέροντας ευλόγησε να δουλέψουμε στο Ναό της Μονής. Χρειάστηκαν κάμποσα χρόνια για να ολοκληρώσουμε όλα όσα μας είχε εμπιστευτεί ο γέροντας. Όταν κάναμε αυτή τη δουλειά, ο γέροντας ήδη ήταν πολύ άρρωστος τότε. Φοβόμασταν μη και δε δει το αποτέλεσμα. Εκείνο το διάστημα ο καθηγούμενος Γρηγόριος σχεδόν είχε τυφλωθεί και συνέχεια βρισκόταν στο νοσοκομείο.
Τα Χριστούγεννα του 2018 τελειώσαμε τη δουλειά και πήγαμε σπίτια μας. Ποιος θα μπορούσε να υποθέσει ότι μάς περίμενε ακόμα μια θαυμαστή συνάντηση με το γέροντα ο οποίος ήδη βρισκόταν στο κατώφλι της άλλης ζωής…