Ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος (Ζουμής)
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 2020, στις ουκρανικές αίθουσες ξεκίνησε η προβολή ντοκιμαντέρ για τη ζωή της αγιορείτικης μονής Δοχειαρίου.
Ο παραγωγός του ντοκιμαντέρ «Πού είσαι, Αδάμ;» μίλησε στο περιοδικό «ΘΩΜΑΣ» (στην ουκρανική έκδοση) για την ταινία, στη διάρκεια της οποίας ο θεατής μπορεί να πεθάνει και να αναστηθεί.
Οι πρώτοι θεατές του έργου ήταν οι ίδιοι οι μοναχοί του Δοχειαρίου. Ο ηγούμενος της μονής, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος (Ζουμής) ήταν τότε στο νοσοκομείο και είχε ευλογήσει να τη δουν χωρίς τον ίδιον. Στην τράπεζα έβαλαν μια οθόνη, προσάρμοσαν την αίθουσα προβολής, αλλά κάποιος από την αδελφότητα παρατήρησε ότι για να είναι πλήρης η προβολή έλειπε μόνο… το ποπκόρν.
Ο πατήρ Αλέξανδρος Πλίσκα πήγε στην πλησιέστερη πόλη, την Ουρανούπολη, και αγόρασε καλαμπόκι. Έκπληξη δοκίμασαν όλοι, και η αδελφότητα, και ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Ζαπορόσενκο, όταν είδαν τον παραγωγό μαζί με τον μάγειρα μοναχό να μαστορεύουν κάτι στην κουζίνα και να φτιάχνουν ποπκόρν. Οι μοναχοί έβλεπαν την ταινία με μεγάλη προσοχή. Μετά την προβολή, οι δημιουργοί περίμεναν παρατηρήσεις από τους ήρωες της ταινίας και δεν τις άκουσαν. Τότε ο πατήρ Αλέξανδρος άρχισε ο ίδιος να ρωτάει, μήπως τους ενόχλησε κάποιο από τα επεισόδια της ταινίας, και οι αγιορείτες απαντούσαν: «Αφού έτσι ήταν στην πραγματικότητα». Στη συνέχεια προβλήθηκε στο φεστιβάλ «Ποκρόβ-2019», στο Κίεβο, όπου η ταινία πήρε το Μέγα βραβείο (Grand Prix), στο φεστιβάλ του Ταλίν και της Κρακοβίας, αλλά, μάλλον, στην τράπεζα του Δοχειαρίου η ταινία απέκτησε φτερά, και οι δημιουργοί της πίστεψαν ότι θα πετάξει.
– Τι το ενδιαφέρον θα βρουν στην ταινία σας οι συνήθεις θεατές που δεν γνωρίζουν την παράδοση του αγιορείτικου μοναχισμού;
– Ξέρετε, το ντοκιμαντέρ μας δεν έχει ως θέμα τους μοναχούς. Ναι, στην ταινία γίνεται λόγος για μοναστική κοινότητα η οποία βρίσκεται στο Άγιο Όρος Άθω στην Ελλάδα, όπου η παράδοση της μοναχικής ζωής υπάρχει ήδη εδώ και χίλια χρόνια. Όμως, οι ιδέες που κυριαρχούν στο ντοκιμαντέρ, αφορούν στην κάθε ανθρώπινη καρδιά. Γι’ αυτό αποφασίσαμε να τις αποθανατίσουμε και να τις μοιραστούμε με άλλους.
Για ποιο πράγμα μιλάει η ταινία; Είναι μια ταινία που μιλάει για σένα. Έχει, αν θέλετε, την ανάποδη προοπτική της ορθόδοξης εικόνας, όπου στο κέντρο μπαίνει ο ίδιος ο θεατής. Η μοναδικότητα του ντοκιμαντέρ έγκειται στο ότι την ώρα της προβολής ο καθένας καταλαβαίνει ότι η ταινία αναφέρεται εν μέρει στον εαυτό του. Είναι μια ταινία αναζήτησης. Αναζήτησης όχι τόσο του Θεού, όσο του εαυτού μέσα στις αμφιβολίες, στο απέραντο της ιστορίας της ζωής σου. Στην ουσία, είναι η αναζήτηση της ευτυχίας. Αφού ο άνθρωπος πάντα αυτήν ψάχνει.
Ο πατήρ Αλέξανδρος Πλίσκα στο φεστιβάλ του Ταλίν. Φωτογραφία από ee.sputniknews.ru
– Το επίσημο μότο του ντοκιμαντέρ είναι «Ένα βήμα από την αιωνιότητα». Τι σημαίνει αυτό;
– Η πλοκή της ταινίας μας είναι δομημένη γύρω από τον καθηγούμενο της μονής Δοχειαρίου, τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο (Ζουμή), ο οποίος αποδήμησε εις Κύριον έξι μήνες μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων. Όμως, υπάρχουν και παρουσίες άλλων αδελφών της μονής. Αναδείξαμε τις σκέψεις τους, διάφορα επεισόδια της μοναχικής τους ύπαρξης. Όλα αυτά, τι γεμίζει τη ζωή τους και ποιες σκέψεις κάνουν, είναι σχεδόν όλες αυτές οι ανησυχίες που έχουν όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως από τις πεποιθήσεις τους, τα πιστεύω τους και τις απόψεις τους. Και το πιο σημαντικό, όπως είπε ένας θεατής: σε αυτή την ταινία μπορείς μέσα σε ογδόντα λεπτά να πεθάνεις και να αναστηθείς. Και αυτό είναι αλήθεια.
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΑ
Ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος (Ζουμής) ήταν ο καθηγούμενος της αγιορείτικης μονής Δοχειαρίου, εξέχων πνευματικός καθοδηγητής και ορθόδοξος συγγραφέας. Υπήρξε στενός συγγενής του δημοφιλούς αγιορείτη γέροντα Αγίου Ιωσήφ Ησυχαστή. Τα 65 χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο μοναστήρι. Τη μοναχική του πορεία την ξεκίνησε υπό την καθοδήγηση του γέροντα Φιλόθεου (Ζερβάκου) και του γέροντα Αμφιλοχίου (Μακρή) της Πάτμου. Τη δεκαετία του 1980, άρχισε να αναστηλώνει και να αυξάνει την αδελφότητα στη Μονή Δοχειαρίου, σε μια εποχή που η μονή κινδύνευε να γίνει ερείπιο. Αν και είχε πολύ υψηλό κύρος, ο γέροντας κυκλοφορούσε με πολύ παλιά ρούχα και συμπεριφερόταν πολύ απλά. Όντας Αρχιμανδρίτης, συστηνόταν ως ιερομόναχος, και έλεγε ότι έτσι του άρεσε πιο πολύ. Όταν αναφερόταν στον εαυτό του, ζητούσε προσευχές για τον «ληστή Γρηγόριο». Ο γέροντας Γρηγόριος είναι συγγραφέας του βιβλίου «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας». Αποδήμησε εις Κύριος στις 22 Οκτωβρίου του 2018.
Το ντοκιμαντέρ «Που είσαι, Αδάμ;» απέσπασε το Μέγα βραβείο (Grand Prix) του φεστιβάλ «Ποκρόβ-2019», συμμετείχε στα φεστιβάλ της Κρακοβίας και του Ταλίν, όπως επίσης προτάθηκε ως υποψήφιο για το εθνικό ουκρανικό βραβείο «Ζολοτά Ντζίγκα»
– Ήδη, υπάρχουν πολλές κριτικές για την ταινία. Και σχεδόν όλοι όσοι την είδαν, θαυμάζουν τη δουλειά σας. Όμως, μου προκάλεσαν ενδιαφέρον τα λόγια ενός θεατή ο οποίος είπε: «Η ταινία είναι πανέμορφη αλλά δεν υπάρχει πλοκή αυτή καθαυτή». Τι θα του απαντούσατε;
– Ε, ήμασταν έτοιμοι για αυτό, όταν βγαίναμε στο δημόσιο χώρο. Όσοι είναι οι άνθρωποι είναι και οι απόψεις. Κάποιος θα δει πλοκή στην ταινία, άλλος όχι. Να πω κάτι παράδοξο: η πλοκή του ντοκιμαντέρ έγκειται στο ότι δεν υπάρχει πλοκή. Και δε θα έλεγα ότι η ταινία είναι όμορφη, επειδή είναι πολύ όμορφα γυρισμένη και επειδή υπάρχουν στιγμιότυπα όμορφης φύσης. Το ντοκιμαντέρ είναι όμορφο, πρώτα από όλα, επειδή σε αυτό υπάρχουν ανθρώπινες καρδιές που δημιουργούν ατμόσφαιρα. Για αυτούς τους ανθρώπους, αυτή η ατμόσφαιρα είναι φυσική. Ακριβώς, είναι αυτοί οι άνθρωποι που δημιουργούν την ομορφιά.
Σήμερα όλοι έχουν συνηθίσει πως όλα πρέπει να είναι όπως μας τα μαθαίνουν στο σχολείο: αρχική κατάσταση, ιστορία, κορύφωση, λύση. Όμως, ο σκηνοθέτης μας, ο Αλέξανδρος Ζαπορόσενκο, δεν ακολούθησε αυτό το μονοπάτι, αφού είναι τετριμμένο. Μια τέτοια δομή έχει αποτέλεσμα, όταν θέλεις να επιβάλεις τη σκέψη σου σε κάποιον ή να τον πείσεις για κάτι. Το δικό μας ζήτημα ήταν να αποφύγουμε, στο μέγιστο δυνατό, την επιβολή των όποιων πεποιθήσεών μας στο θεατή. Εμείς απλά μοιραστήκαμε αυτά που είχαμε δει στον Άθω, και προσφέραμε στον κάθε θεατή την ευκαιρία ώστε ο ίδιος να αισθανθεί και να διαμορφώσει προσωπική αντίληψη για το πνευματικό αυτό φαινόμενο. Ίσως, γι’ αυτό σε ορισμένους μπορεί να φαίνεται ότι στην ταινία δεν υπάρχει πλοκή, δεν υπάρχει σύγκρουση.
Το ντοκιμαντέρ «Πού είσαι, Αδάμ;» εκπλήσσει επίσης και με το ότι δεν έχει ούτε ένα γραπτό κείμενο, ούτε ένα στημένο στιγμιότυπο. Αυτό έχει προκύψει από γυρίσματα τεσσάρων χρόνων, εννιά επισκέψεις, σε μια από αυτές ο σκηνοθέτης δεν είχε ούτε καν κάμερα. Απλώς, ζούσε μαζί με τους μοναχούς, για κάμποσες βδομάδες. Και όταν πλέον είχε κάμερα στο μοναστήρι, αυτό ήταν εις βάρος των γυρισμάτων, επειδή δεν προλάβαινε να κοιμηθεί επαρκώς. Ο Αλέξανδρος Ζαπορόσενκο πάντα πήγαινε στην ώρα του στις ιερές ακολουθίες, μαζί με τους μοναχούς. Αφού χρειαζόταν να καταλάβει τι είναι αυτό που βιντεοσκοπεί.
Στην ταινία δεν υπάρχει ούτε ένα στημένο στιγμιότυπο
– Και όμως, γιατί αποφασίσατε να τη δείξετε την ταινία σας στις κινηματογραφικές αίθουσες;
– Επειδή, κατά τη γνώμη μας, τους πίνακες πρέπει να τους βλέπουμε στις πινακοθήκες, να βλέπουμε τα πρωτότυπα και όχι αντίγραφα. Σε σχέση με τον κινηματογράφο, η τηλεόραση και η οθόνη του υπολογιστή είναι αντίγραφο, και ο κινηματογράφος είναι το πρωτότυπο. Όμως, αν το ψάξουμε πιο βαθειά, αποφασίσαμε να μοιραστούμε αυτά που ανακαλύψαμε, μια και όλοι οι άνθρωποι, στο δρόμο της ζωής τους, κουράζονται, στεναχωριούνται και απογοητεύονται για διάφορους λόγους, και αυτή η ταινία απευθύνεται ακριβώς σε τέτοιους ανθρώπους. Η ταινία μας επιστρέφει στον άνθρωπο την ελπίδα και τον βοηθάει να πορεύεται παραπέρα. Και αυτό δεν είναι θέμα του αν είσαι πιστός ή όχι. Η ταινία «Πού είσαι, Αδάμ;» είναι ταινία για ανθρώπους οι οποίοι έχουν θάρρος να κοιτάζουν στα μάτια του άλλου και στα δικά του.
Πολλές φορές έχω δείξει την ταινία σε φίλους μου, αλλά αυτή δεν βλέπεται στο σπίτι, μαζί με γυναίκα και παιδιά. Όλο και κάποιος περιφέρεται, χτυπάει το τηλέφωνο, έρχονται μηνύματα. Στον κινηματογράφο, όμως, ο άνθρωπος πηγαίνει με μια συγκεκριμένη διάθεση.
– Όμως, τώρα οι κινηματογράφοι, ως επί τον πλείστον, βρίσκονται σε εμπορικά κέντρα διασκέδασης, και οι άνθρωποι πηγαίνουν εκεί για να ξεκουραστούν. Δε φοβάστε, ότι δε θα πάρουν αυτό για το οποίο είχαν έρθει;
– Εμείς, πριν βγούμε σε αυτή την πλατφόρμα, «τεστάραμε» την ταινία μας, δηλαδή τη δείχναμε και σε πιστούς, και σε ανθρώπους οι οποίοι ποτέ τους δεν έχουν πατήσει το κατώφλι της εκκλησίας, σε θεατές διάφορων ηλικιών και μορφωτικού επιπέδου. Μετά από αυτές τις προβολές, είχαμε πολύ συναρπαστικές περιπτώσεις, όπου άνθρωποι, χωρίς να ξέρουν τίποτα ούτε για την πίστη, ούτε για τον μοναχισμό, μου έλεγαν ότι πρέπει να δείξουμε την ταινία σε όλη την ανθρωπότητα. Μια ηλικιωμένη κυρία, η οποία είχε να κλάψει τριάντα χρόνια (της είχαν στερέψει τα δάκρυα από την τόσο σκληρή ζωή), μετά την ταινία δάκρυσε. Ζήτησε από την κόρη της να μου τηλεφωνήσει για να μου πει: «Δείξτε αυτή την ταινία σε όλους». Στη Λευκορωσία καλέσαμε στην προβολή φοιτητές φιλολογικής και φιλοσοφικής σχολής. Μετά την προβολή, έλεγαν ότι η ταινία βλέπεται όπως το «Star Wars» (“Ο πόλεμος των άστρων”).
Στην ταινία προβλήθηκαν ιστορίες πραγματικών ανθρώπων
Ο κάθε θεατής του ντοκιμαντέρ μας, μέσα σε πέντε-εφτά λεπτά, αντιλαμβάνεται τι αρνείται ο άνθρωπος στη μοναχική κουρά, πώς συμβαίνει αυτό, πόσο σοβαρή στιγμή είναι στη ζωή του. Και εγώ ο ίδιος έχω δει δια ζώσης πολλές κουρές, αλλά για πρώτη φορά τα αισθάνθηκα όλα αυτά βαθειά, όταν τα είδα στην κινηματογραφική μας ταινία.
Ο κινηματογράφος πώς λειτουργεί; Σε μια καλή ταινία εσείς συμπονάτε τους ήρωες. Και εδώ ο πρωταγωνιστής λέει πράγματα που είναι πολύ κοντινά σε οποιονδήποτε άνθρωπο, πιστό ή άπιστο. Η ταινία δεν προκαλεί καμία ένταση ή θρησκευτικό φανατισμό. Κανένας μετά την προβολή, δεν ψάχνει το Άγιο Όρος, δεν τρέχει σε μοναστήρι. Όλοι επιστρέφουν ήρεμα στα σπίτια τους και αρχίζουν να σκέφτονται και να κοιτάνε στα βάθη της ψυχής τους. Και αυτό είναι υπέροχο.
– Ποιες δυσκολίες είχατε στη διάρκεια των γυρισμάτων;
Ως επί τον πλείστον, οικονομικές. Επειδή είχαμε ξεκινήσει να κάνουμε γυρίσματα για μας και δεν είχαμε προϋπολογισμό. Απλώς θέλαμε να μοιραστούμε την ατμόσφαιρα που υπήρχε γύρω από τον πρωταγωνιστή, να αποτυπώσουμε το Δοχειάρι της εποχής του γέροντα Γρηγορίου. Αποφασίσαμε να τα αναδείξουμε με τη βοήθεια του κινηματογράφου. Το σημαντικότερο που είπα στον σκηνοθέτη, τον Αλέξανδρο Ζαπορόσενκο, είναι να μην επινοεί τίποτα. Εκεί έβλεπα τον κίνδυνο. Και η ταινία βγήκε πολύ αυθεντική.
Και κάτι ακόμα για τις δυσκολίες. Μια φορά, ο Αλέξανδρος Ζαπορόσενκο είχε πάει στην κορυφή του Άθω για να βρει χιόνι για τα γυρίσματα. Σχεδόν μια ώρα προχωρούσε στα χιόνια σε ύψος 1500 μέτρων, και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Δόξα τω Θεώ, όλα τελείωσαν καλά.
Ο σκηνοθέτης της ταινίας Αλέξανδρος Ζαπορόσενκο (δεξιά) με μοναχό της μονής Δοχειαρίου
Είχαμε και μια άλλη ενδιαφέρουσα ιστορία. Ο γέροντας Γρηγόριος επέστρεφε στη μονή, μετά τη δουλειά, πολύ κουρασμένος, ίσα που κινούνταν (πάντα δούλευε μέχρι εξάντλησης). Τον πήγαινε αγκαζέ ένα μοναχός. Και να, ο Αλέξανδρος προσπαθεί να καταγράψει το σκηνικό. Και αυτά είναι συγκλονιστικά στιγμιότυπα. Και ο μοναχός, ανησυχώντας για τη ζωή του γέροντα, λέει στον Αλέξανδρο: «Φύγε, αλλιώς θα σου σπάσω την κάμερα». Τότε ο πατήρ Γρηγόριος ζητάει από αυτόν τον μοναχό να πάει στην τράπεζα. Ο μοναχός ρωτάει: «Πώς θα φτάσετε;». Και ο γέροντας απαντάει: «Θα με πάει ο Αλέξανδρος». Ο μοναχός έφυγε και ο πατήρ Γρηγόριος λέει στον σκηνοθέτη: «Συγχώρεσέ τον».
– Τι σας εξέπληξε πιο πολύ στη διάρκεια των γυρισμάτων;
– Τίποτα. Δεν εκπλήσσομαι εύκολα. Πώς μπορεί να εκπλήσσεται κανείς, όταν συμβαίνουν περιστατικά, όπως τα ακόλουθα. Πριν την αναχώρησή μου για το Άγιο Όρος, ορισμένοι άνθρωποι είχαν γράψει γράμματα στην Υπεραγία Θεοτόκο και μου ζήτησαν να τα διαβάσω μπροστά στη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της «Γοργοϋπηκόου». Τα διάβασα, και κυριολεκτικά μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο όλα τα αιτήματα εκπληρώθηκαν. Γιαγιά ζητούσε να θεραπευτεί ο εγγονός της από μια σοβαρή αλλεργία, και αυτός επέστρεψε στους γονείς του υγιής. Σε άνθρωπο χρωστούσαν χρήματα για την εργασία και δεν του τα έδιναν. Ξαφνικά τον καλεί ο διευθυντής, ζητάει συγγνώμη και του τα δίνει όλα. Μετά από αυτό, άνοιξα στο διαδίκτυο ομάδα «Προσευχή στην Γοργοϋπήκοο».
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΑ
Το Δοχειάρι είναι ορθόδοξη ελληνική ανδρική μονή στο Άγιο Όρος, στην Ελλάδα. Δέκατη στην ιεραρχία των αγιορείτικων μοναστηριών. Είχε ιδρυθεί τον 10ο αιώνα από τον Ευθύμιο Αγιορείτη. Βρίσκεται στην νοτιοδυτική ακτή του Αγίου Όρους Άθω, μέσα σε κήπους και δάση. Στη μονή εγκαταβιώνουν περίπου 50 μοναχοί. Γιορτάζει στη Σύναξη των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ και των λοιπών σωμάτων και ουρανίων ταγμάτων. Το μεγάλο κειμήλιο του Δοχειαρίου είναι η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της «Γοργοϋπηκόου».
Η Ιερά Μονή Δοχειαρίου. Φωτογραφία από greece.com
– Γιατί η ταινία σας λέγεται έτσι; Ποια απάντηση δίνει στη βιβλική ερώτηση «Πού είσαι, Αδάμ;»;
– Η ανθρωπότητα κρύβεται με κάθε τρόπο από τον Θεό και οι άνθρωποι προσπαθούν να αποσπάσουν τον εαυτό τους από τα σημαντικά ζητήματα. Και εμείς συναντήσαμε και παρουσιάσαμε ανθρώπους που θέλουν να Τον βλέπουν, θέλουν να Τον αγκαλιάσουν και να Του μιλήσουν. Η ταινία τίποτα δε λέει για τον Αδάμ, αν και αυτός κατοικεί εντός μας σε όλους ανεξαιρέτως.
Ο γέροντας Γρηγόριος έλεγε ότι μας παρουσιάζουν κάποιους αγίους έτσι, λες και δεν περπατούσαν πάνω στη γη. Και το νόημα που βγαίνει είναι ότι οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούν να φτάσουν στην αγιότητα. Όμως, αυτό δεν είναι σωστό. Η αγιότητα βρίσκεται στην αποφασιστικότητα να μετανοείς, να κοιτάς θαρραλέα πάνω σου και μέσα σου, και να μην καταφεύγεις σε όποια απολογητική των πεπραγμένων σου.
– Η ταινία γεννήθηκε από τις πολλαπλές σας επισκέψεις στο Άγιο Όρος. Πώς αλλάζουν οι άνθρωποι σε αυτόν τον τόπο; Μπορείς να γίνεις άλλος άνθρωπος, κάτω από την επιρροή των ασκητών του Αγίου Όρους;
– Το αν κάποιος άλλαξε, μόνο ο ίδιος μπορεί να πει. Εγώ, για παράδειγμα, καθόλου δεν άλλαξα. Στο Άγιο Όρος, στα μοναστήρια, πολύ συχνά συναντάς ανθρώπους οι οποίοι είχαν τα πάντα στη ζωή, δουλειά, χρήματα… Όμως, επειδή η ψυχή αναζητούσε τον Θεό, δεν μπορούσαν να ησυχάσουν και βρέθηκαν στο μοναστήρι. Όταν πήγα για πρώτη φορά εκεί για ένα εξάμηνο, κατάλαβα ότι αν θέλεις να μείνεις σε αυτό το μοναστήρι, πρέπει να πας στο νεκροταφείο, να τοποθετήσεις το σταυρό με την ημερομηνία του θανάτου σου. Και, ό,τι κι αν γίνει, θλίψη ή δοκιμασία, πρέπει να πηγαίνεις εκεί και να το κοιτάς, υπενθυμίζοντας στον εαυτό σου ότι ο προηγούμενος εαυτός έχει πεθάνει.
Ο πατήρ Γρηγόριος πάντα απαιτούσε από τους μοναχούς να θυσιάζουν για τους άλλους το χρόνο τους, τις δυνάμεις τους, το φαγητό τους. Γι’ αυτό, στο Δοχειάρι ένας μοναχός ποτέ δε θα προσπεράσει έναν που εργάζεται. Θα σταματήσει και θα προσφέρει τη βοήθειά του. Για την πλειονότητα των μοναχών, μπορώ με σιγουριά να πω ότι αν πάω τη νύχτα, τους ξυπνήσω και ζητήσω βοήθεια, θα σηκωθούν και με χαρά θα έρθουν να με βοηθήσουν. Ο πατήρ Γρηγόριος έλεγε ότι δεν έχει νόημα να κλεινόμαστε μέσα, να ψάχνουμε κάποια πνευματικά ύψη αν δεν μπορούμε να ζούμε για τον αδελφό.
– Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι οι οποίοι πολύ θα ήθελαν να πάνε στο Άγιο Όρος, να δουν και να προσευχηθούν. Όμως, κάποιοι δεν έχουν λεφτά. Οι γυναίκες ούτε καν επιτρέπεται να πάνε εκεί.
– Το Άγιον Όρος δεν είναι αυτοσκοπός. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν βγει ποτέ ούτε από το χωριό τους. Στο βιβλίο του πατέρα Γρηγορίου «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας» υπάρχει ένα διήγημα, «Η μητέρα της Αλεξάνδρας». Εκεί λέγεται ότι όσοι είχαν συναντηθεί με αυτή την γυναίκα στη ζωή, θα ήθελαν η γυναίκα ή η μητέρα τους να έμοιαζε με αυτήν. Ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος της είχε πει κάποτε: «εκεί που ζεις δε σε βλέπει κανείς». Και του απάντησε: «Και τι, πάτερ; Με βλέπει ο Θεός, και εγώ Τον βλέπω. Στο απομέρι μου κάθε μέρα συναντιέμαι με όσους ανθρώπους μου φέρνει Ο Θεός. Οι άνθρωποι μεταφέρουν πολλούς και διάφορους λογισμούς, και ο Θεός μόνο έναν καλό λογισμό – την αγάπη Του».
Ο άνθρωπος που ζει με τον Θεό, δε χρειάζεται να πάει οπωσδήποτε στο Άγιο Όρος ή να κάνει ακόμα κάποιο προσκύνημα. Αν δε βρήκες τον εαυτό σου έξω από το Άγιο Όρος, ούτε στο Άγιο Όρος θα τον βρεις. Και το προσκύνημα δε θα σε βοηθήσει. Όμως, στους ανθρώπους που δεν μπορούν να πάνε στο Άγιο Όρος, προτείνω να δουν την ταινία μας «Πού είσαι, Αδάμ;».