Το μακρινό Άγιον Όρος… Δεν θα σε δω ποτέ: τα μυστηριώδη βουνά σου και τα λιτά μοναστήρια σου, τα απομονωμένα κελιά και τις καλύβες, τα βραχώδη μονοπάτια των Καρουλιών και τις κορυφές των Κατουνακίων, δεν θα κατέβω ποτέ στα μπλε κύματα του Αιγαίου, δεν θα ξυπνήσω στο αρχονταρίκι από τον ήχο του σήμαντρου. Αυτό είναι ένα ιδιαίτερο μέρος — αν και οι άνθρωποι δεν γεννιούνται εκεί, αλλά εκεί ζουν, εκεί προσεύχονται και εκεί πεθαίνουν για να μπουν στη Βασιλεία των Ουρανών. Αν και ζουν στο σώμα, ζουν μια μοναστική ζωή των Αγγέλων. Και το ίδιο το Άγιον Όρος βρίσκεται πολύ πιο κοντά στον Ουρανό παρά στη γη.
Η μοναστική πολιτεία του Αγίου Όρους είναι απρόσιτη για τις γυναίκες. Αλλά μπορώ να ακούσω διηγήματα για το Άγιον Όρος από τον πρώτο μου πνευματικό πατέρα — Ηγούμενο Σαββάτιο.
Το γεύμα στο μοναστήρι τελείωσε, διαβάστηκαν οι ευχές. Οι αδελφές κάθισαν ξανά και περιμένουν με αναστατωμένη ανάσα. Ο π. Σαββάτιος κοιτάζει με προσοχή τα πνευματικά του τέκνα:
– Λοιπόν, μπορείτε να κάνετε ερωτήσεις...
Απαντά σε πολλές ερωτήσεις και μετά μας λέει:
– Στο Άγιον Όρος, όπως γνωρίζετε, έχω πάει επτά φορές, έζησα και δούλευα εκεί κάθε φορά για αρκετές εβδομάδες. Τι είναι το Άγιον Όρος για μένα; Είναι δύσκολο να απαντήσω μονοσύλλαχτα... Το Άγιον Όρος είναι ένα πνευματικό σχολείο, ένα σκληρό σχολείο... Δεν θα μπορούσα να ζήσω εκεί για πολύ καιρό: αυτό δεν είναι το μέτρο μου. Είμαι πνευματικά αδύναμος... Το να ζεις στο Άγιον Όρος είναι γενικά ένα κατόρθωμα. Το Άγιον Όρος δεν είναι ένα θέρετρο, το Άγιον Όρος είναι ένα πνευματικό νοσοκομείο.
Όλα μπαίνουν στη θέση τους εκεί. Γίνεται πνευματικό τράνταγμα! Χάνεις την υπερηφάνεια σου και αισθάνεσαι σαν ένας οδοιπόρος του Θεού.
Το Άγιον Όρος μας σωφρονίζει, ώστε αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε πώς πρέπει να ζούμε και τι πρέπει να κάνουμε.
Το κελί ενός ασκητή στα Καρούλια
Ποιος επωφελείται από την επίσκεψη στο Άγιον Όρος περισσότερο; Οι ιερείς και οι μοναχοί, πρώτα απ 'όλα... Αποκτάνε εκεί την πνευματική φόρτιση για το ποιμενικό έργο τους. Είναι βεβαίως καλό και για τους λαϊκούς... Αυτός που θα του ανοίξει τον δρόμο της η Μητέρα του Θεού, θα έχει και την πνευματική ωφέλεια... Εάν δεν υπάρχει θέλημα της Υπεραγίας Θεοτόκου, τότε κανείς δεν θα μπορεί να φτάσει εκεί.
Μερικές φορές βλέπεις κάποιον απλό ιερέα του χωριού, ο οποίος έχει άχυρο στη γενειάδα, αφού εργάζεται όλη την ημέρα στο χωράφι με το παλιό ράσο του, αλλά του αρκεί να κάνει μία προσευχή στην Βασίλισσα των Ουρανών: «Υπεραγία Θεοτόκε, βοήθησέ με να φτάσω στο Άγιον Όρος!» - και να το! σε ένα μήνα βρίσκεται ήδη εκεί.
Επομένως, όταν με ρωτούν τι πρέπει να κάνεις για να φτάσεις στο Άγιον Όρος, απαντώ: «Κάνε προσευχή στην Υπεραγία Θεοτόκο».
Η πρώτη μου νύχτα στο Άγιον Όρος
Την πρώτη φορά ήρθα στο Άγιον Όρος το 2000. Εκείνη την εποχή με πείραζε ο λογισμός αν είναι καλά που είμαι πνευματικός και κτίτορας μιας γυναικείας μονής.
Παρόλο που το μοναστήρι χτίστηκε με την ευλογία του πνευματικού μου πατέρα, του Αρχιμανδρίτη Ιωάννη (Krestyankin), παρόλο που την ίδρυσή του προέβλεψε ο Γέρων Νικόλαος (Ragozin) Ραγκόζιν, με βασάνιζαν κάποιοι λογισμοί: «Τι κάνω εδώ στη Miteinaya Gora; Μήπως αυτό το μέρος είναι κατάλληλο για μένα; Ίσως, θα έπρεπε να αφήσω τα πάντα: αυτό το γυναικείο μοναστήρι, τις αδελφές, όλες αυτές τις γιαγιάδες, και να πάω στο Άγιον Όρος; Να κάνω άσκηση εκεί... Ή απλώς να πάω σε κάποιο ανδρικό μοναστήρι;»
Αγρυπνία στο Άγιον Όρος. Φώτο: Trevor Dav / National Geographic
Και να το: η πρώτη νύχτα στο Άγιον Όρος... Στέκομαι στην εκκλησία. Είναι τρεις το πρωί. Το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ, πέρασα περισσότερο από μια μέρα χωρίς ύπνο... Δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα στην εκκλησία, κεριά καίγονται, η προσευχή ρέει. Δεν έχει αέρα, ζαλίζομαι. Βγήκα στον νάρθηκα, κάθισα στον πάγκο. Εκεί είχε περισσότερη δροσιά, η ροή φρέσκου αέρα και άκουγα καλά την ακολουθία στο ναό. Έκλεισα τα μάτια μου και άρχισα να προσεύχομαι.
Ξαφνικά άκουσα τα βήματα κάποιου γέροντα. Ήταν ένας καλόγερος, καμπούρης, περπατούσε με δυσκολία. Ήρθε πιο κοντά, κάθισε στη γωνία του νάρθηκα σε ένα πέτρινο κάθισμα. Δεν τον έβλεπα καλά, μόνο μπορούσα να παρατηρήσω που είχε μια άσπρη γενειάδα και πολύ λαμπρό πρόσωπο. Έκανε τον σταυρό του και με ρώτησε ήσυχα:
– Ποιος είσαι?
– Ιερομόναχος, – του απαντώ.
– Πού λειτουργείς και πόσο;
– Σε ένα μοναστήρι, εδώ και δεκατρία χρόνια.
Αυτός μιλούσε με πολύ ένταση σαν αυτός που έχει δύναμη. Και έχασα την ανάσα μου, όταν συνειδητοποίησα ότι αυτή την πρώτη νύχτα στο Άγιον Όρος, θα ελάμβανα την απάντηση στην ερώτησή μου για την οποία προσευχόμουν για πολύ καιρό πριν από το ταξίδι: να μου φανερώσει ο Κύριος και η Υπεραγία Θεοτόκος το θέλημα του Θεού για την περαιτέρω ζωή μου.
Και ο μεγαλόσχημος μοναχός μου είπε, σαν να ήξερε τους λογισμούς μου και τον πειρασμό μου να φύγω από το γυναικείο μοναστήρι. Είπε σύντομα και πολύ απλά:
– Να μείνεις εκεί, όπου ζεις τώρα. Μην πας πουθενά. Εκεί πρέπει και να πεθάνεις. Θα κουβαλάς τον σταυρό σου μέχρι το τέλος και θα σωθείς.
Σιωπηλά σηκώθηκε και έφυγε αργά, σέρνοντας τα πόδια του με γερικά βήματα. Και εγώ καθόμουν και σκεφτόμουν ότι δεν τον είχα ρωτήσει τίποτα, ούτε είχα προσπαθήσει να ξεκινήσω μαζί του μια συνομιλία. Έτσι, την πρώτη ημέρα της παραμονής μου στο Άγιον Όρος, ο Κύριος μου έδειξε το θέλημά Του.
Συνεχίζεται...