Στη διάρκεια της νηστείας πολλοί ορθόδοξοι σχεδιάζουν να υποβληθούν σε πνευματικούς και σωματικούς κόπους, ο καθένας με τις δυνάμεις του, αλλά, δυστυχώς, συχνά αυτά τα σχέδια ανατρέπονται. Ξαφνικά, έρχονται αρρώστιες που γκρεμίζουν όλα τα τόσο καλά οργανωμένα σχέδια και ελπίδες για πνευματικά κατορθώματα. Πολλοί αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα και συχνά δεν είναι σε θέση να καταλάβουν γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι συμβουλές των ιερέων ότι πρέπει να εναποθέτουμε τις ελπίδες στην Πρόνοια του Θεού κατανοούνται με τη λογική, αλλά δεν είναι εύκολο να τις δεχτούμε με την καρδιά. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ωφέλιμο να μαθαίνουμε ή να διαβάζουμε σχετικά με τη ζωή των αγίων. Ένα παράδειγμα είναι ο γνωστός σε όλους Όσιος Αμβρόσιος της Όπτινα.
Όλη η ενήλικη ζωή του μελλοντικού αγίου ήταν στενά συνδεδεμένη με πολλές και διάφορες αρρώστιες. Το κάθε του βήμα στην πνευματική του εξέλιξη ήταν η απάντηση σε σωματικές αρρώστιες που αντιμετώπιζε. Και η πορεία του ως γέροντα εξελισσόταν με φόντο τα συνεχή σωματικά μαρτύρια. Μετά από κάθε βαριά, πολλές φορές θανάσιμη, αρρώστια έβγαινε άλλος άνθρωπος, με την πολύτιμη πνευματική εμπειρία που εν τω μεταξύ αποκτούσε.
Η απόφασή του να γίνει μοναχός βγήκε ως αποτέλεσμα της βαριάς αρρώστιας που τον είχε βρει στο τελευταίο έτος της Ιερατικής Σχολής. Και πάλι, η αρρώστια ήταν η άμεση αιτία που είχε ως αποτέλεσμα να κουρευτεί μοναχός. Τη χειροτονία του σε ιερέα ο αρχάριος ασκητής αναγκάστηκε να την «πληρώσει» ακριβά. Στη διάρκεια του ταξιδιού του προς την πόλη Καλούγκα, όπου είχε χειροτονηθεί, τον Δεκέμβριο του 1845, αρρώστησε με κρυολόγημα, γεγονός το οποίο είχε πολλές σοβαρές επιπλοκές. Μέσα στις αρρώστιες, μετά από σχετική παράκληση του ηγουμένου και του πνευματικού της Μονής, ο διοικών επίσκοπος, στις 23 Αυγούστου του 1846, ευλόγησε τον νεαρό ιερομόναχο να βοηθάει τον Όσιο Μακάριο στο διακόνημά του ως γέροντα. Το καλοκαίρι του 1848, ο Αμβρόσιος εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός και ξεγράφτηκε από το μοναχολόγιο ως πάσχων από ανίατη ασθένεια, και όλοι περίμεναν το θάνατο του 36χρονου μοναχού (σύμφωνα με κάποιες άλλες πηγές, ίσως, να ήταν μόλις 34 χρονών!).
Δεν ήταν το τέλος της επίγειας ζωής του, αλλά η αρχή της προετοιμασίας του για το μεγάλο διακόνημά του ως γέροντα. Προς μεγάλη έκπληξη των μοναχών της Όπτινα, ο νεαρός μεγαλόσχημος μοναχός άρχισε να βγαίνει από το κελλί, και το κυριότερο – είχε γίνει άλλος άνθρωπος. Ο έξυπνος, ο ομιλητικός και ο φιλομαθής νεαρός ήταν πια ένας αφοσιωμένος στο να τηρεί τον νου του αγνό. Και τα διανοητικά του ταλέντα μετουσιώθηκαν σε πνευματικά: ο γεμάτος σοφία και αγάπη λόγος του πατέρα Αμβροσίου άρχισε να είναι χρήσιμος στους πλησίον. Αυτήν την εποχή ο μεγαλόσχημος ιερομόναχος Αμβρόσιος με πολλή επιμέλεια επιτελούσε σημαντικά διακονήματα: βοηθούσε τον καθοδηγητή του, τον Όσιο Μακάριο, στην έκδοση έργων των αγίων πατέρων και άλλων βιβλίων. Όπως, με εντολή του, απαντούσε σε επιστολές ανθρώπων που ενδιαφέρονταν για πνευματική ζωή. Περίπου 10 χρόνια ετοίμαζε ο Όσιος Μακάριος τον μαθητή του για να γίνει αυτόνομος γέροντας, ένα διακόνημα που ο Όσιος Αμβρόσιος έπρεπε να το σηκώσει στους αδύναμους ώμους του.
Όταν, στις αρχές της δεκαετίας του 1860, ο πνευματικός της Μονής γέροντας Μακάριος και ο ηγούμενος Μωυσής (που επίσης έχει αγιοκαταταχθεί στη χορεία των Αγίων) αποδήμησαν εις Κύριον, δε δέχτηκαν άμεσα όλοι τον 50χρονο Αμβρόσιο ως συνεχιστή του Μακαρίου τον οποίον όλοι τιμούσαν. Ωστόσο, οι πνευματικές αρετές του νεαρού μεγαλόσχημου, δηλαδή η αγάπη και η ταπείνωση, η σοφία και η διάκριση, δεν μπορούσαν να μην εμπνεύσουν το σεβασμό τόσο ανάμεσα στους μοναχούς όσο και ανάμεσα στους λαϊκούς. Ο ίδιος, χωρίς να το θέλει, γινόταν κεντρική φιγούρα της Ιεράς Μονής Όπτινα Πούστιν, αργότερα και της Μονής Σαμόρντινο, την οποία ο ίδιος ίδρυσε το 1884.
Πολύ λίγοι είναι αυτοί που ξέρουν ότι ο γέροντας Αμβρόσιος, κατά τη διάρκεια της 30χρονης πορείας του ως γέροντα, ήταν τόσο αδύναμος που δεν μπορούσε να λειτουργεί και να παρίσταται στις ιερές ακολουθίες του μοναστηριού. Η Θεία Λειτουργία τελούνταν στο κελλί του. Συνέχεια θεράπευε τους άλλους, ωστόσο, ο ίδιος ζούσε με πάρα πολλές ασθένειες, τις οποίες απέφευγε να τις φέρει στο προσκήνιο. Πριν από τον θάνατό του, το 1891, υπέφερε από απίστευτα βαριά παθήματα που ο ίδιος τα είχε προβλέψει. Εκείνη η χρονιά, όλη η Ρωσική Αυτοκρατορία, ήταν πολύ φτωχή σε σοδειά, αλλά τα περίχωρα της Όπτινα και της Σαμόρντινο, με τις προσευχές του γέροντα, είχαν πλούσια σοδειά. Η «επιτυχημένη ως προς τη σοδειά» χρονιά ήταν επιτυχημένη και από πνευματική άποψη: η κηδεία του γέροντα έμοιαζε με ανακομιδή λειψάνων αγίου. Η πίστη στην οσιότητά του διαδιδόταν χάρη στα αναρίθμητα θαύματα που γίνονταν μετά από προσευχές που απευθύνονταν σε αυτόν.
«Ο Θεός δεν απαιτεί από τον άρρωστο σωματικούς αγώνες, αλλά μόνο υπομονή με ταπείνωση και ευχαριστία»
Ιδιαίτερα διδακτικό ήταν το πώς αντιμετώπιζε ο γέροντας τις αρρώστιες. Αυτό επιβεβαιώνει τη σοφία και τη διάκρισή του. Δεχόταν θεραπευτικές αγωγές από ιατρούς, αν και ήλπιζε μόνο στον Θεό. Ήθελε να είναι υγιής, αλλά ευχαρίστως δεχόταν ό, τι του έστελνε ο Παντοδύναμος. Συχνά έλεγε: «Είναι ωφέλιμο να είναι άρρωστος ο μοναχός». Με αυτό εμψύχωνε τον εαυτό του και άλλους μοναχούς σε περίπτωση σωματικών ασθενειών. Στους ασθενείς που πήγαιναν σε αυτόν έλεγε συχνά, παρηγορώντας τους: «Ο Θεός δεν απαιτεί από τον άρρωστο σωματικούς αγώνες, αλλά μόνο υπομονή με ταπείνωση και ευχαριστία». Με τη ζωή του, ο Όσιος έδειξε ότι με τη σωστή αντιμετώπιση της αρρώστιας – ως επίπτωσης της αμαρτίας – αυτή μπορεί να αντιστραφεί εναντίον της πρώτης αιτίας της και ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει στην αγιότητα.
Η σοφή αντιμετώπιση της αρρώστιας του Οσίου είναι διδακτική και αυτό φαίνεται, όταν συγκρίνουμε τη ζωή του με την καθημερινότητα των σημερινών και προηγούμενων γενεών. Στη δική μας καθημερινή ζωή, σχεδόν όλα είναι διαφορετικά σε σύγκριση με τη ζωή του πατέρα Αμβροσίου. Άνθρωποι που έχουν καλή υγεία δεν την εκτιμούν, δεν ακολουθούν υγιή τρόπο ζωής… Ταυτόχρονα, όσοι αρρωσταίνουν συχνά, γογγύζουν. Οι ορθόδοξοι, όταν είναι άρρωστοι, συχνά, όχι μόνο δε ζητάνε βοήθεια από τον Ουράνιο Ιατρό, αλλά αγνοούν και τις συμβουλές των συμβατικών επίγειων ιατρών…
Η Ορθόδοξη Εκκλησία κατανοεί και αυτούς που με όλες τις δυνάμεις τους, στη διάρκεια της ζωής τους, αποκτάνε το Άγιο Πνεύμα, αλλά και τους τεμπέληδες, τους ράθυμους, τους αφελείς και πολλούς άλλους. Γι΄ αυτό, η Εκκλησία, στις ιερές της ακολουθίες, προσεύχεται για τη ζωή, για την ειρήνη, για την υγεία, για την ίαση όσων ασθενούν. Όμως, στην Εκκλησία υπάρχουν και ιδιαίτερα δώρα για αυτούς που μπορούν να χωρέσουν το μεγάλο μυστικό: «Όποιος αγάπησε την ασθένειά του, αυτός δεν είναι μακριά από την αγιότητα». Και δεν είναι απαραίτητο να τα χωρέσουμε όλα. Ίσως, μας αρκεί και κάτι το μικρό, να μάθουμε, δηλαδή, πού και πού, να υπομένουμε τη διαδικασία της σωματικής μας αποθεραπείας για να ωφελούμαστε πνευματικά.