Φωτογραφία: Μ.Ποσπέλοβα / Pravoslavie.Ru
Όταν ήμουν παιδί θεωρούσα ότι δεν ήμουν πιστή. Στην εκκλησία πήγαινα μια φορά το χρόνο, και το έκανα για τη γιαγιά μου. Τις εκκλησιαστικές γιορτές δεν τις γιόρταζα. Παρόλα αυτά, η γιορτή του Πάσχα είχε θέση στην παιδική μου ηλικία. Ερχόταν σιωπηλά, με τα ευλογημένα κουλίτς (ρώσικα πασχαλινά τσουρέκια - ΣτΜ), τα βαμμένα αυγά, τα πεντακάθαρα, αστραφτερά, σιδερωμένα σεντόνια, τα πλυμένα παράθυρα και την απόλυτη καθαριότητα στο σπίτι. Αν και δεν χαιρετούσαμε ο ένας τον άλλον με πασχαλινό χαιρετισμό, τρώγαμε τα κουλίτς στα κλεφτά και υποκρινόμασταν ότι δεν συμβαίνει τίποτα το ιδιαίτερο, το ιδιαίτερο, όμως, συνέβαινε: σιγανά, ηλιόλουστα, αθόρυβα στο σπίτι έμπαινε η χαρά. Δεν καταλάβαινα γιατί χαιρόμουν. Όχι, πάντως, και για τις κουρτίνες.
Όταν ήμουν 13-14 ετών, άκουγα πολύ ροκ και ποπ μουσική. Μπορούσα με τι ώρες να ακούω τους «Modern Talking» και παρόμοια συγκροτήματα. Έχω καθίσει ώρες στην ουρά για τη συναυλία τους (δεν μπήκα τελικά) και μια φορά κέντησα στη φανέλα στραβά τη λέξη «Thomas». Την Πρωτοχρονιά, όλη νύχτα την περνούσα στην τηλεόραση περιμένοντας τα ινδάλματά μου. Και μια μέρα, τι τύχη! Όχι ένα και δύο τραγούδια, αλλά έτυχε να δείχνουν στην τηλεόραση ολόκληρη νυχτερινή συναυλία του αγαπημένου μου συγκροτήματος. Είχα ενημερωθεί από νωρίς τα πάντα σχετικά με τη συναυλία, είχα ενημερώσει τις φίλες μου ότι δε θα κοιμηθώ και περίμενα, μαζί με τον αδελφό μου, με ανυπομονησία να έρθει το βράδυ. Δεν υπολογίσαμε, όμως, μια λεπτομέρεια. Ήταν η βραδιά του Πάσχα. Ωστόσο, εμένα αυτό δε με ανησύχησε καθόλου. Και ξαφνικά, λίγα λεπτά πριν αρχίσει η πολυαναμενόμενη συναυλία, στο σπίτι μας έσβησε το φως. Το φως στο σπίτι μας το έκοβαν πολύ συχνά, για μια-δύο ώρες. Ανάψαμε τα κεριά και κοιτούσαμε την κενή οθόνη με την ελπίδα ότι θα μας επανασυνδέσουν το φως. Η αγανάκτησή μου δεν είχε όρια. Αφού καθίσαμε άπραγοι για μισή ώρα, απογοητευμένοι πήγαμε για ύπνο.
Το πρωί είχαμε τα κουλίτς, τον ήλιο και αυτήν την ειρηνική ησυχία, πάλι, το όνομα της οποίας δεν το ήξερα. Είχα ξεχάσει την απογοήτευση που ένιωσα την προηγούμενη μέρα και χαιρόμουν τη νέα μέρα.
Μετά από 20 χρόνια, η μαμά μου ομολόγησε ότι ήταν εκείνη που είχε κλείσει το διακόπτη του ρεύματος, εκείνο το βράδυ. Είχε αποφασίσει να μην λογομαχήσει με τους έφηβους, αλλά, ταυτόχρονα, δεν μπορούσε να αφήσει τα παιδιά να περάσουν την άγια νύχτα απέναντι στην οθόνη της τηλεόρασης. Μαμά, σ ευχαριστώ!