Μιλάμε πολύ για την αγάπη προς τον πλησίον, για τη φροντίδα και τη βοήθεια στους οικείους μας. Όμως, δεν γνωρίζουμε πάντα αυτήν την αγάπη να την εφαρμόζουμε σωστά στην πράξη.
Επειδή συχνά το βασικότερο πρόβλημα στην αγάπη μας είμαστε εμείς οι ίδιοι. Συχνά, νομίζουμε ότι γνωρίζουμε καλύτερα τι χρειάζεται ο άλλος. Αυτό εκδηλώνεται ιδιαίτερα στην οικογένεια, όταν η φροντίδα για τους οικείους μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε δεσποτική κηδεμονία.
Θεωρούμε ότι δίνουμε τον εαυτό μας στην υπηρεσία των δικών μας ανθρώπων, όμως, στην πραγματικότητα, γινόμαστε αδίστακτοι τύραννοι. Νομίζουμε ότι θυσιαζόμαστε για χάρη των οικείων μας, προσδοκούμε ευγνωμοσύνη, όμως, έχουμε μόνο απόρριψη και πληγές. Και δεν καταλαβαίνουμε το γιατί.
Στην ουσία όλα είναι απλά. Αρκεί να προσέξουμε καλά πώς αντιδρούν οι άνθρωποί μας στη δική μας φροντίδα. Εάν η κηδεμονία μας δεν τους φέρνει χαρά, αλλά μόνο ένταση, αμηχανία, αγωνία και άλλα, τότε, κάτι δεν πάει καλά με αυτήν την «φροντίδα».
Όμως, πώς και έτσι; Άραγε, δεν ευχόμαστε το καλό σε όλους; Άραγε, δεν έχουμε καλές προθέσεις; Και εδώ αξίζει να σταθούμε όχι στις προθέσεις μας ούτε στους «αχάριστους» οικείους μας, οι οποίοι «δεν εκτιμούν» τους κόπους μας, αλλά να ψάξουμε τον εαυτό μας.
Πολύ συχνά συμβαίνει, ώστε τα κίνητρα πολλών από τις πράξεις μας να μην είναι η αρετή, που δηλώνουμε, αλλά εγωισμός, φιλαρχία, φιλεξουσία και κρυφή υπερηφάνεια. Το λυπηρό είναι ότι δεν το συνειδητοποιούμε ούτε εμείς οι ίδιοι.
Μπορεί να νομίζουμε ότι καταλαβαίνουμε καλύτερα τι ακριβώς χρειάζεται ο οικείος μας. Όμως, αυτό είναι φανερή αυταπάτη, καθώς θεωρούμε ότι η δική μας εμπειρία έχει καθολική ισχύ και ότι η δική μας άποψη είναι η μόνη ορθή.
Πώς να βρούμε τη σωστή ισορροπία;
Κατ΄ αρχάς, πρέπει να σταματήσουμε να νομίζουμε ότι έχουμε πάντα δίκιο, να βλέπουμε στον εαυτό μας το κέντρο της οικουμένης και να θεωρούμε τον εαυτό μας παντογνώστη. Η παντογνωσία είναι χαρακτηριστικό του Θεού και μόνο.
Και η απάντηση είναι τούτη: σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση, πριν από κάθε καλό έργο, αξίζει να προσευχόμαστε και ταπεινά να ζητάμε από τον Κύριο να μας δώσει μυαλό. Πόσο μάλλον, αν πρόκειται για τους δικούς μας ανθρώπους. Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε να τους ακούμε, αφού συχνά ο Κύριος μάς μιλάει μέσω των άλλων ανθρώπων: μας νουθετεί, μας παιδεύει, μας διδάσκει. Η μεταξύ μας επικοινωνία είναι ικανή να λύνει πολλές παρεξηγήσεις και να μας απαλλάσσει από ανυπόστατους ισχυρισμούς και φαντασιώσεις.
Για να επικοινωνούμε εποικοδομητικά, πρέπει να μάθουμε να ακούμε ο ένας τον άλλον. Και εδώ πάλι δεν μπορούμε χωρίς την ταπείνωση. Όταν οπλιστούμε με αυτήν την αρετή, θα μπορέσουμε να είμαστε πραγματικά χρήσιμοι στους οικείους μας.