Έργο της ζωγράφου Λιουντμίλα Κουλάγκινα
Στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου της Ιεράς γυναικείας Μονής Πιούχτιτσκιϊ υπάρχει μια μικρή εικόνα του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, ο οποίος νικάει έναν τρομερό δράκο. Είναι λίγοι αυτοί που γνωρίζουν ότι τη συγκεκριμένη εικόνα την αγιογράφησε ο γνωστός στην προεπαναστατική Ρωσία αγιογράφος Γρηγόριος Ζουραβλιόβ, ο οποίος δεν είχε ούτε χέρια ούτε πόδια.
Για αυτόν τον εκπληκτικό άνθρωπο άρχισαν να μιλάνε μετά το 1963, τότε που ένας Σέρβος ιστορικός της ζωγραφικής και συντηρητής έργων τέχνης, ο Ζντράβκο Καϊμάνοβιτς, ανακάλυψε στο χωριό Πουράτσιν της Γιουγκοσλαβίας μια εικόνα των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, στην πίσω όψη της οποίας έγραφε στα ρωσικά:
«Αυτή η εικόνα αγιογραφήθηκε στην Περιφέρεια Σαμάρα, περιοχή Μπουζουλούκ, στο χωριό Ουτιόβκα του ομώνυμου δήμου με τα δόντια του αγρότη Γρηγόριου Ζουραβλιόβ, ο οποίος δεν έχει ούτε χέρια ούτε πόδια, 1885, στις 2 Ιουλίου».
Αργότερα, ο επιστήμονας έγραψε για την ανακάλυψή του:
«Πρόκειται για μια επιμελή και λεπτεπίλεπτη εργασία. Για μια στιγμή σκέφτηκα ότι αυτή η εικόνα πρέπει να είναι έργο ενός αγιογράφου με ακαδημαϊκή μόρφωση και ότι η αναγραφή στην πίσω όψη της είναι ένδειξη μοναχικού μυστικισμού. Χαίρομαι που ήταν πραγματικότητα το φαινόμενο Ζουραβλιόβ, ο οποίος, υπερβαίνοντας τη σκληρότητα της φύσης, μπόρεσε να ανέβει σε αξιοζήλευτα ύψη εικαστικής τέχνης».
Ανάπηρο παιδί
Ο Γρηγόριος Ζουραβλιόβ γεννήθηκε το 1858 στο απομακρυσμένο χωριό Ουτιόβκα που βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Βόλγα, από αγρότες γονείς. Η μητέρα, όταν είδε ότι γεννήθηκε ένα ανάπηρο μωρό (χωρίς χέρια και πόδια), σκέφτηκε ότι ο Κύριος τιμώρησε την ίδια και τον άντρα της για κάτι. Για πολύ καιρό ήταν καταβεβλημένη και δεν έβρισκε παρηγοριά σε τίποτα και οι γειτόνισσες, καθώς λυπούνταν το μωρό, συζητούσαν σιγανά μεταξύ τους: «Είναι κρίμα από τον Θεό. Δε θα ζήσει». Και αυτός που δε θα ζούσε δεν εννοούσε να εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο χωρίς το θέλημα του Ουράνιου Πατέρα και με τις ζωηρές κραυγές του συνέχεια θύμιζε στους γύρω ότι είναι παρών…
Οχτώ μέρες μετά τη γέννηση πήγαν το μωρό στην εκκλησία και του έδωσαν το όνομα Γρηγόριος. Ο νονός του, ο θείος Ιωακείμ, όταν πήρε το αγόρι από τα χέρια του εφημέριου της εκκλησίας, γκρίνιαζε: «Τι μωρό είναι αυτό! Μόνο στόμα έχει». Και ο παππούλης Βασίλειος σε απάντηση τον επέπληξε με νεύμα και του είπε:
«Εμείς, Ιωακείμ, δεν ξέρουμε ακόμα, τι έχει ετοιμάσει για αυτό το παιδί η Πρόνοια του Θεού… Στάσου, περίμενε, δε θα είσαι εσύ που θα τον ταΐζεις, αλλά αυτός εσένα… Τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ εστί».
Όλο το χωριό λυπόταν τον Γρηγόριο. Το να λυπάται κανείς σημαίνει ότι αγαπάει με την καρδιά του. Όλοι προσπαθούσαν να κάνουν κάτι καλό για το ανάπηρο παιδάκι, να τον βοηθήσουν σε κάτι, να τον κεράσουν κάτι νόστιμο. Ακόμα και οι νταήδες του χωριού δεν τον ενοχλούσαν ποτέ ούτε τον πείραζαν. Και καθώς ο πατέρας του Γρηγορίου δεν επέστρεψε από τον Πόλεμο του Καυκάσου, ο «καλός κόσμος» ανέλαβε τη φροντίδα της μεγάλης οικογένειας, στην οποία μεγάλωνε το ανάπηρο παιδί: οι γείτονες όργωναν και έσπερναν το χωράφι τους, μάζευαν τη σοδειά και ο παππούλης Βασίλειος με τον απόστρατο στρατηγό πρίγκιπα Τουτσκόβ εξασφάλιζαν όχι μόνο χρήματα, αλλά βοηθούσαν το χαμογελαστό Γρηγόριο να μαθαίνει γράμματα με καλούς δασκάλους. Ο Γρηγόριος έμαθε να γράφει, κρατώντας το φτερό με τα δόντια. Και τότε στο σπίτι της οικογένειας Ζουραβλιόβ άρχισαν να καταφθάνουν χωριανοί που τη μια τον παρακαλούσαν να συντάξει αίτηση σε κρατική υπηρεσία, την άλλη γράμμα σε συγγενείς.
Δώρο από τον Θεό!
Ο Γρηγόριος πολύ νωρίς φανέρωσε τις εξαιρετικές του ικανότητες, οι οποίες ήταν απόδειξη για όλους ότι δεν έχει περιφρονηθεί από τον Θεό. Αντιθέτως, ο Θεός τον είχε προικίσει με το ιδιαίτερο ταλέντο του ζωγράφου: συχνά έπαιρνε στα δόντια του ένα κλαδάκι, καθώς σερνόταν στην αυλή και για ώρες ζωγράφιζε στην άμμο ανθρώπους, ζώα και φυτά… Αυτές οι ζωγραφιές εξέπλητταν τη φαντασία των ανθρώπων. Εκτός από τις ζωγραφιές, οι άνθρωποι, ακόμα και οι γέροι, θαύμαζαν και τους συλλογισμούς του Γρηγορίου, καθώς με το παιδικό μυαλό του διείσδυε στην ίδια την ουσία των πραγμάτων και των γεγονότων. Το παιδί έβλεπε τον κόσμο του Θεού με τα μάτια ώριμου ανθρώπου και κατανοούσε μέσα από τα δεινά του πολλά από αυτά που οι άλλοι ούτε καν τα παρατηρούσαν.
Ο Γρηγόριος και ο Αθανάσιος Ζουραβλιόβ. Έργο της ζωγράφου Λιουντμίλα Κουλάγκινα
Ο Γρηγόριος πολύ νωρίς φανέρωσε τις εξαιρετικές του ικανότητες, οι οποίες ήταν απόδειξη για όλους ότι δεν έχει περιφρονηθεί από τον Θεό. Αντιθέτως, ο Θεός τον είχε προικίσει με το ιδιαίτερο ταλέντο του ζωγράφου
Η γεμάτη φως ψυχή πάντα τείνει προς τον Θεό. Έτσι και ο Γρηγόριος όλο και πιο πολύ έλκονταν να πηγαίνει συνέχεια στο ναό του Θεού. Όλο και ήθελε «να γέρνει το κεφάλι του στην Μητέρα του Θεού». Ο αδελφός και η αδελφή του, που πάντα βρίσκονταν δίπλα του και τον φρόντιζαν, συχνά τον πήγαιναν με αμαξίδιο στη μικρή εκκλησία του χωριού. Τον έφερναν μπροστά σε κάθε εικόνα και τον βοηθούσαν για να μπορεί να τις προσκυνήσει. Ο μικρός φιλούσε τις άγιες εικόνες και στα μάγουλά του έτρεχαν δάκρυα… Όταν οι ενορίτες έβλεπαν αυτήν την παράσταση συγκινούνταν και τα δάκρυά τους καθάριζαν τις ψυχές τους.
Ο πρίγκιπας Τουτσκόβ δεν άφηνε την οικογένεια Ζουραβλιόβ στο έλεος της τύχης. Φρόντισε να στείλει τον Γρηγόριο να σπουδάσει σε γυμνάσιο της πόλης Σαμάρα.
Οι συμμαθητές στην αρχή απέφευγαν το «παιδί με τα κουτσουρεμένα άκρα», αλλά με τον καιρό τον αγάπησαν για το διασκεδαστικό του χαρακτήρα και την ευφυΐα του. Ο Γρηγόριος σπούδαζε με χαρά και τελείωσε το Γυμνάσιο με άριστα.
Αγώνας μιας ολόκληρης ζωής
Ο Γρηγόριος Ζουραβλιόβ με τον αδελφό του Αθανάσιο. Φωτογραφία τέλους 19ου αιώνα Τις πρώτες επαγγελματικές εμπειρίες με πινέλο ο Γρηγόριος τις απέκτησε στο αγιογραφικό εργαστήρι του Αλέξιου Σεκσιάεβ. Ειδικώς για το Γρηγόριο, δίπλα στο παράθυρο, είχε τοποθετηθεί τραπεζάκι, στο οποίο προσάρτησαν φαρδιές δερμάτινες ζώνες. Με αυτές τις ζώνες έδεναν τον Γρηγόριο στο τραπεζάκι και τότε αυτός, κρατώντας με τα δόντια το πινέλο, χανόταν ολοκληρωτικά σε ένα τελείως διαφορετικό κόσμο, τον κόσμο των φωτεινών πνευματικών βιωμάτων, όπου (χάρη στο ταλέντο που είχε από τον Θεό!) πάνω σε απλό ξύλο από κυπαρίσσι γεννιόταν με έντονα χρώματα το Άγιο Ευαγγέλιο.
Μετά από 5 χρόνια επίμονης δουλειάς, ο Γρηγόριος Ζουραβλιόβ με σιγουριά αγιογραφούσε εικόνες και ναούς. Ακόμα και τον τρούλο του πέτρινου Ναού της Αγίας Τριάδας, στο χωριό Ουτιόβκα φιλοτέχνησε ο ίδιος ο αγιογράφος, όντας ξαπλωμένος σε ειδική κούνια. Αυτή η δουλειά ήταν πολύ επίπονη. Μετά από 2-3 ώρες τέτοιας δουλειάς, ο Γρηγόριος είχε τόσο δυνατούς μυϊκούς σπασμούς στο πρόσωπό του που δεν μπορούσε κανείς να ανοίξει το στόμα του για να πάρει από κει το πινέλο. Αιμορραγούσαν τα χείλη, πονούσαν τα μπροστινά δόντια που είχαν φθαρεί μέχρι τις ρίζες. Εμφάνιζε αιματηρές πληγές στους ώμους και στον αυχένα εξαιτίας της πολύωρης παραμονής του στην κούνια… Όμως, ήταν μεγάλη η δύναμη του πνεύματος αυτού του ανθρώπου. Ήταν αγώνας μιας ολόκληρης ζωής.
Στο προσωπικό αρχείο του στρατηγού Α.Σβερμπέεβ διασώθηκε επιστολή του 1884, η οποία είχε σταλεί από τον Ζουραβλιόβ με αποδέκτη τον Πρίγκιπα Νικόλαο, το μετέπειτα Ρώσο Αυτοκράτορα:
Η εικόνα του Αγίου Νικολάου του Θαυματουργού αγιογραφημένη από τον Γρηγόριο Ζουραβλιόβ που την χάρισε στον Πρίγκιπα, το μετέπειτα Αυτοκράτορα Νικόλαο τον Δεύτερο. Φυλάσσεται στο μουσείο Ερμιτάζ. Φωτογραφία: chiffa-lis.livejournal.com «Αυτοκρατορική Μεγαλειότητά Σας, υπάκουα και επιμελώς παρακαλώ την Αυτοκρατορική Μεγαλειότητά Σας που εγώ, ο αγρότης του χωριού Ουτιόβκα περιοχής Μπουζουλούκ περιφέρειας Σαμάρα, με όλη την καρδιά μου επιθυμώ να προσφέρω στην Αυτοκρατορική Μεγαλειότητά Σας την εικόνα του Αγίου και Θαυματουργού Νικολάου, την οποία αγιογράφησα με το στόμα και όχι με τα χέρια, λόγω του ότι από τη φύση μου δεν έχω δύναμη και κίνηση στα χέρια και στα πόδια μου. Αυτοκρατορική Μεγαλειότητά Σας, υπάκουα παρακαλώ το Μεγαλειότατο όνομά Σας να δεχτεί την εικόνα ταύτη, την οποία προσφέρω στην Αυτοκρατορική Μεγαλειότητά Σας με όλη την ψυχή και την αγάπη μου. Υπάκουα Σας παρακαλώ να επιτρέψετε η εικόνα ταύτη να φτάσει στη Μεγαλειότητά Σας, επειδή δεν έχω ούτε χέρια ούτε πόδια. Αυτήν την εικόνα την αγιογράφησα με την έμπνευση του Παντοδύναμου Θεού, ο οποίος επέτρεψε να έρθω στον κόσμο…».
Ο άνθρωπος, που γεννήθηκε χωρίς χέρια και πόδια, σύμφωνα με όλες τις επίγειες δοξασίες, έπρεπε να ήταν «ο πιο δυστυχισμένος από τους ανθρώπους». Όμως, η ζωή του Γρηγορίου Ζουραβλιόβ, που αγαπούσε τον Χριστό με όλη την καρδιά του και που δέχτηκε το θέλημά Του, αποτέλεσε για τον ορθόδοξο κόσμο τη φανερή ενσάρκωση του πνευματικού νόμου: «Η δύναμη του Θεού εν ασθενεία τελειούται».