Τώρα πρέπει να καθοριστεί το πεπρωμένο της
Το 1950, στο ανδρικό μοναστήρι της εικόνας της Παναγίας του «Καζάν» στην πόλη Χαρμπίν μπήκε μια όμορφη ξανθιά κοπέλα 18 χρονών. Ο ηλικιωμένος μοναχός φύλακας την ακολούθησε μόνο με το βλέμμα του, αλλά δεν τη σταμάτησε, επειδή σε λίγο στον ναό της μονής έπρεπε να ξεκινήσει η ακολουθία, την οποία επιτρεπόταν να επισκεφθούν και λαϊκοί. Η κοπέλα, όμως, δεν κατευθύνθηκε προς τον ναό, αλλά γύρισε προς τον φύλακα και τον ρώτησε:
«Συγγνώμη, πώς μπορώ να βρω τον γέροντα Ιγνάτιο;»
Ο μοναχός κοίταξε προσεκτικά τη δεσποινίδα: Κοντούλα, αλλά όχι ντροπαλή, μάλλον ζωηρή. Ντυμένη με γκρίζο βαμβακερό φόρεμα, με άσπρη ποδιά και κάπα, στο κεφάλι με άσπρο αποστολίκιο δόκιμης.
«Βλέπω ότι εσύ, δεσποινίς, ήρθες από το ορφανοτροφείο της Αγίας Όλγας, της Μονής της Εικόνας της Παναγίας του Βλαντιμίρ, έτσι δεν είναι;»
«Ναι, από ’κει είμαι».
«Ορφανή είσαι, δηλαδή... Τόσο μικρούλα και δεν φοβάσαι να τριγυρνάς στο Χαρμπίν...»
«Θα ήθελα να δω τον γέροντα Ιγνάτιο... Λένε πως είναι προορατικός..».
«Πήγαινε, παιδί μου, σ’ αυτό το δρομάκι και θα δεις το κτήριο με τα κελλιά, έκει έχει μία είσοδο για το υπόγειο, δίπλα στην οποία υπάρχει ουρά από προσκυνητές. Εκεί θα βρεις τον πατέρα μας, τον Ιγνάτιο».
Η κοπέλα ακολούθησε το δρομάκι, που της έδειξε ο μοναχός, ενώ η καρδούλα της χτυπούσε, σαν του φοβισμένου λαγού, γιατί τώρα έπρεπε να καθοριστεί το πεπρωμένο της.
Ο γέροντας του Χαρμπίν
Ο Μεγαλόσχημος μοναχός Τρύφων και ο μεγαλόσχημος ηγούμενος Ιγνάτιος (από αριστερά), στην Ιερά Μονή της Εικόνας της Παναγίας του «Καζάν», στην πόλη Χαρμπίν
Ο Μεγαλόσχημος ηγούμενος Ιγνάτιος (Μελέχιν), όντως, ήταν προορατικός και η ζωή του ήταν εκπληκτική. Γεννήθηκε το 1865, στα νιάτα του αρρώστησε σοβαρά κι έδωσε τον εξής όρκο: Αν αναρρώσει, θα πάει σε μοναστήρι. Έτσι και βρέθηκε εκεί.
Το 1922 ήρθε στο Χαρμπίν με μονάδες Λευκού Στρατού, όντας τότε ιερομόναχος. Μπήκε στην αδελφότητα της Ιεράς Μονής της Εικόνας της Παναγίας του «Καζάν». Επί πολλά χρόνια λειτουργούσε στο ιερό, ανέθρεφε πνευματικά το ποίμνιό του και ύστερα χειροθετήθηκε ηγούμενος κι έγινε ένας από τους πιο σεβαστούς πατέρες στην πόλη.
Μη έχοντας τη φυσιολογική όραση, ο πατήρ Ιγνάτιος έβλεπε με τα πνευματικά του μάτια όχι μόνο τον ίδιο τον εξομολογούμενο, αλλά και την ψυχή του
Στη δεκαετία του ’40, όταν ήταν ήδη σχεδόν 80 χρονών, έμεινε τυφλός, αλλά αυτό το γεγονός έκανε απλώς πιο οξεία την πνευματική του όραση. Δεν μπορούσε πια να λειτουργεί στο ιερό, αλλά συνέχιζε να εξομολογεί και να παρήγορή τον λαό. Μη έχοντας τη φυσιολογική όραση, ο πατήρ Ιγνάτιος έβλεπε με τα πνευματικά του μάτια όχι μόνο τον ίδιο τον εξομολογούμενο, αλλά και την ψυχή του. Οι παρατηρήσεις που έκανε είχαν καταπληκτική επίδραση στους ανθρώπους, γιατί ο πατήρ Ιγνάτιος απαντούσε ακόμη και στις σκέψεις που δεν εκφράζονταν.
Καμιά φορά τελούσε σύντομες παρακλήσεις, κατά τη διάρκεια των οποίων έλεγε το Ευαγγέλιο απ’έξω. Πρωί-πρωί μπορούσε κανείς να τον δει στην αυλή της μονής να ταΐζει περιστέρια, που κάθονταν στους ωμούς και τα μπράτσα του.
Στη δεκαετία του ’50 ο πατήρ Ιγνάτιος αρρώστησε σοβαρά και ήταν έτοιμος να πεθάνει. Τότε τον κούρεψαν σε μεγάλο σχήμα. Μετά την κουρά, ο πατήρ Ιγνάτιος έγινε καλά και συνέχισε να βοηθά τον κόσμο. Ανάμεσα στους κατοίκους του Χαρμπίν και όλους τους Ρώσους της Κίνας έγινε γνωστός ως γέροντας, που απέκτησε τα πνευματικά δώρα της θερμής πίστης, της αδιάλειπτης προσευχής, της προορατικότητας, της θεραπείας των ασθενών και της παρηγοριάς των θλιβόμενων.
Γιελένα, παιδάκι μου, βοήθα το γεροντάκι!
Η αδελφότητα της Μονής της Εικόνας της Παναγίας του «Καζάν» το έτος 1945 στο Χαρμπίν. Στην πρώτη σειρά, τελευταίος από αριστερά, ο μεγαλόσχημος ηγούμενος Ιγνάτιος (Μελέχιν), στο κέντρο ο επίσκοπος Ιουβενάλιος (Κίλιν), καθηγούμενος της μονής
Η έξυπνη κοπέλα βρήκε γρήγορα αυτό που έψαχνε, δηλαδή το κελλί του γέροντα. Δίπλα ήταν οι προσκυνητές, που τον περίμεναν. Η πόρτα στο κελλί του υπογείου ήταν μισοανοιχτή κι έμπαινε κρύο από εκεί. Οι γυναίκες μιλούσαν μεταξύ τους:
«Είναι κάπως κρύα στο κελλί του γέροντα Ιγνάτιου!»
«Γιατί δεν του το αλλάξουν το κελλί, μ’ ένα πιο ζεστό, αφού είναι γέρος και άρρωστος πια;!»
Ένας ηλικιωμένος ασπρομαλής προσκυνητής παρενέβη στα μουρμουρίσματα των γυναικών:
«Σιωπή, καρακάξες! Ο γέροντας δεν το θέλει ο ίδιος! Ο καθηγούμενος της μονής, εδώ και καιρό, του πρότεινε να μετακομίσει σε άλλα κελλιά, αλλά αυτός αρνήθηκε».
«Και γιατί;»
«Δικαιολογείται με τον πόνο στα πόδια του. Λέει πως του είναι δύσκολο ν’ ανεβαίνει στη βεράντα. Μόνο που οι μοναχοί θεωρούν πως ο γέροντας αγωνίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο κι εκούσια υπομένει το κρύο...»
Χτύπησε η καμπάνα στη μονή.
«Έρχεται ο γέροντας, έρχεται», ακούστηκε ανάμεσα στους προσκυνητές και από το ημιυπόγειο κελλί, όντως, βγήκε ακουμπισμένος σ’ ένα ραβδί ο γέροντας Ιγνάτιος.
Η δόκιμη «κάρφωσε» το βλέμμα της στον γέροντα: Παρ’ όλο που ήταν ήδη 85 χρονών και τυφλός, ο γέροντας προξενούσε έκπληξη με το ύψος και τη μεγαλοπρέπειά του. Το πρόσωπό του ήταν καλυμμένο με μοναχική κουκούλα. Οι προσκυνήτριες ρίχτηκαν στον γέροντα, περιμένοντας αυτός να διαλέξει ποια να τον οδηγήσει μέχρι την εκκλησία. Χωρίς αμφιβολία, ο γέροντας μπορούσε να το κάνει και μόνος του, αλλά κάθε φορά διάλεγε βοηθό, βλέποντας προφανώς με τα πνευματικά του μάτια ποιος απ’ όλους έχει περισσότερη ανάγκη από συμβουλή. Εκείνο το πρωί φώναξε με τρυφερότητα:
Η νεαρή προσκυνήτρια, στην αρχή, ούτε καν κατάλαβε ότι ο γέροντας απευθύνθηκε σ’ εκείνη. Οι προσκυνήτριες αναφώνησαν: «Έλα, πήγαινε! Βλέπεις, ο γέροντας σε καλεί!»
«Γιελένα, παιδάκι μου, βοήθησε εμένα τον γέρο!»
Η νεαρή προσκυνήτρια, στην αρχή, ούτε καν κατάλαβε ότι ο γέροντας απευθύνθηκε σ’ εκείνη. Οι προσκυνήτριες αναφώνησαν:
«Έλα, πήγαινε! Βλέπεις, ο γέροντας σε καλεί!»
Και πώς μάντεψε τ’ όνομά της;! Η Γιελένα όρμησε προς τον γέροντα, τον έπιασε από το μπράτσο με φροντίδα και οι δύο φιγούρες -μια υψηλή, μεγαλοπρεπή και μια μικρή, αδύνατη- βάδισαν ήσυχα προς τον ναό, συνοδευόμενοι από τους αναστεναγμούς των προσκυνητών:
«Να που της έλαχε η τύχη βουνό!»
«Μάλλον το έχει ανάγκη...»
Κουβέντα με τον γέροντα
Οι μαθήτριες του ορφανοτροφείου της Αγίας Όλγας. Η τελευταία από αριστερά, όπου είναι κομμένη η φωτογραφία, είναι η Γιελένα
Ο γέροντας εκείνην την ώρα μιλούσε χαμηλόφωνα με την κοπέλα:
«Γιατί ήρθες, παιδάκι μου; Υπάρχει κάτι να σ’ ενοχλεί στο μοναστήρι της Εικόνας της Παναγίας του Βλαδιμίρ; Μα μένεις εδώ και καιρό εκεί...».
Η Γιελένα βιαζόταν: Έπρεπε να προλάβει να του πει όσα είχε μέσα της:
«Ναι, πάτερ Ιγνάτιε, πολύ καιρό! Ο πατέρας μου, ακόμη πριν την Επανάσταση, ήρθε σ’ αυτούς τους τόπους, δούλευε ως μηχανικός στον Σίνο-Ανατολικό Σιδηρόδρομο. Έχω δυο αδελφές, την Τάνια και τη Ζένια. Όταν ήμουν 6 χρονών, η μητέρα μας πέθανε και ο πατέρας μας δυσκολευόταν μόνος του με τρεις κόρες, καθώς δεν είχε κανέναν, που να μπορούσε να μας επιβλέψει, ενώ ήταν στη δουλειά. Η νονά μας, η Ζιναΐδα, παρακάλεσε να μας δεχτούν στο ορφανοτροφείο της Αγίας Όλγας, που λειτουργούσε υπό τη μέριμνα της μονής, και η γερόντισσα Αριάδνη (Μιτσούρινα) μάς δέχτηκε».
«Και πώς ζεις εκεί;»
«Δόξα τω Θεώ, πάτερ, καλά! Ο πατέρας μας στην αρχή πολεμούσε, ύστερα βρέθηκε σε κινέζικη φυλακή, με την υποψία ότι σχετιζόταν με τους Σοβιετικούς. Τη Ζένια, τη μικρότερή μας αδελφή, την υιοθέτησαν εδώ και καιρό, ενώ εγώ και η αδελφή μου η Τάνια μένουμε στο ορφανοτροφείο όλ’ αυτά τα χρόνια. Οι αδελφές της μονής μας διδάσκουν, μας προσφέρουν φαγητό και μας φροντίζουν και προσπαθούν να μας δώσουν καλή εκπαίδευση».
«Πεινάτε;»
«Ξέρετε, πάτερ, οι ίδιες οι μοναχές ζουν πολύ φτωχά, αλλά μοιράζονται τα πάντα μαζί μας, δίνουν τα καλύτερα κομμάτια».
«Μάλλον μαζεύετε μήλα και ξηρούς καρπούς και τα τρώτε, ε;», χαμογέλασε ο γέροντας και σαν ένα θερμό κύμα να περιέλουσε τη Γιελένα. Κάτι άρχισε να τσούζει στα μάτια της: Ο πατήρ Ιγνάτιος δεν της είπε κάτι ιδιαίτερο, αλλά η κοπέλα ένιωθε σαν να της μιλούσε κάποιος φιλόστοργος πατέρας.
«Ναι, πάτερ, δίπλα στο ορφανοτροφείο μας υπάρχει ένα νεκροταφείο, όπου φυτρώνουν μηλιές και φουντουκιές, και τρεφόμαστε από εκεί. Σωστά το παρατηρήσατε».
Ο Άγιος Ιωάννης της Σαγκάης μαζί με τις αδελφές της Ιεράς Μονής της Εικόνας της Παναγίας του Βλαδιμίρ, την καθηγουμένη Αριάδνη (Μιτσούρινα), τους ιερείς και τα παιδιά του ορφανοτροφείου
«Και η φωνούλα σου είναι αγγελική, Γιελένα! Ο ίδιος ο Θεός σ’ ευλόγησε να ψάλλεις και να διαβάζεις στην εκκλησία».
Ο Κύριος, Γιελένα μου, δεν εξαναγκάζει κανέναν σε τίποτα. Διάλεξε αυτό που θέλει η καρδιά σου. Μόνο να ξέρεις ότι κάποια στιγμή, έτσι κι αλλιώς, θα βρεθείς στο μοναστήρι!
«Ναι, πάτερ, ψάλλω και διαβάζω κιόλας. Μόνο που οι μοναχές με μέμφονται συχνά, που είμαι υπερβολικά ζωηρή και γρήγορη. Και τώρα, που έγινα 18 χρονών, είναι η ώρα να φύγω από το ορφανοτροφείο. Οι αδελφές δεν καταπιέζουν τις μαθήτριες: Αν θέλουν, μπορούν να μείνουν στο μοναστήρι ή μπορούν να φύγουν στον έξω κόσμο. Γι’ αυτό, αγαπητέ πάτερ, θα ήθελα να μάθω από εσάς το θέλημα του Θεού, σχετικά μ’ εμένα. Έξω κόσμος ή μοναστήρι;».
«Εσύ η ίδια τι θέλεις;»
«Εμένα με ελκύει η ζωή στον έξω κόσμο! Η ελευθερία! Επίσης, θα ήθελα να παντρευτώ. Τι ίδος μοναχή μπορώ να γίνω;!»
«Ο Κύριος, Γιελένα μου, δεν εξαναγκάζει κανέναν σε τίποτα. Δεν μπορεί ο Θεός να προετοιμάσει μόνο έναν δρόμο για τον άνθρωπο. Ο καθένας έχει πολλούς δρόμους. Γι’ αυτό, διάλεξε αυτό που θέλει η καρδιά σου. Μόνο να ξέρεις ότι κάποια στιγμή, έτσι κι αλλιώς, θα βρεθείς στο μοναστήρι!».
Aνεξιχνίαστα τα σχέδια του Θεού
Η Γιελένα και ο Ντμίτρι Ζαμπρόντιν
Μετά από την αποφοίτησή της από το ορφανοτροφείο, η Γιελένα Μοκιένκο εγκαταστάθηκε στη νονά της, τη Ζιναΐδα, έπιασε δουλειά και υπηρετούσε ως ταχυδρόμος στο τηλεγραφείο. Μετά από δύο χρόνια παντρεύτηκε με τον Ντμίτρι Ζαμπρόντιν και σε μερικά χρόνια μετακόμισε μαζί με τον άνδρα της στη Ρωσία.
Μ’ ένα θαυμαστό τρόπο βρέθηκαν στην περιοχή του Περμ, όπου ακριβώς ξεκίνησαν τον μοναχικό δρόμο τους οι ιδρύτριες της Μονής της Εικόνας της Παναγίας του Βλαντιμίρ και του Ορφανοτροφείου της Αγίας Όλγας στο Χαρμπίν, η ηγουμένη Ρουφίνα (Κοκόρεβα, 1872-1937) και το πνευματικό τέκνο της, η ηγουμένη Αριάδνη (Μιτσούρινα, 1900-1996).
Η ηγουμένη Ρουφίνα (Κοκόρεβα) και το πνευματικό τέκνο της, η ηγουμένη Αριάδνη (Μιτσούρινα)
Η οικογένεια Ζαμπρόντιν εγκαταστάθηκε στο Μπερέζνικι. Έκαναν τέσσερα παιδιά: Δύο γιους και δύο κόρες. Η Γιελένα και ο Ντμίτρι δούλευαν σε διάφορες υπηρεσίες κι έκαναν διάφορα επαγγέλματα. Ο άνδρας της Γιελένα εργαζόταν σε μια ανθυγιεινή βιομηχανία, κάποια στιγμή αρρώστησε και αυτή η ασθένεια τον οδήγησε στον θάνατο. Η Γιελένα χήρεψε σε ηλικία 50 ετών. Η μικρότερη κόρη της ήταν τότε 16 χρονών.
Κατά τη διάρκεια της ζωής με τον άνδρα της, η Γιελένα επισκεπτόταν πάντα την εκκλησία. Στην αρχή πήγαινε στο χωριό Οριόλ, στον ναό της εικόνας της Παναγίας των «Χαιρετισμών», και στη συνέχεια στον ναό του Αποκεφαλισμού του Ιωάννη του Προδρόμου, όταν αυτός χτίστηκε στο Μπερέζνικι. Επίσης, η Γιελένα επισκεπτόταν το Τσιουσοβσκίε Γκοροντκί, όπου διέμενε ο πολυσέβαστος στα Ουράλια γέροντας Νικόλαος Ρογκόζιν. Όταν η Γιελένα έμεινε χήρα, η επίσκεψη των ακολουθιών στην εκκλησία έγινε πιο τακτική και πιο ενεργή. Γνώριζε πολύ καλά το Τυπικό, μπορούσε να διαβάζει μεγαλόφωνα και καθαρά, καθώς κι έψελνε καλά.
Η Ιερά Μονή της εικόνας της Παναγίας του Καζάν και του Αγίου Τρύφωνος (Βιάτσκι), στο Βερχνετσιουσοβσκίε Γκοροντκί
Επί πολά χρόνια η Γιελένα πήγαινε στο μοναστήρι της εικόνας της Παναγίας του Καζάν και του Αγίου Τρύφωνος (Βιάτσκι), στο Βερχνετσιουσοβσκίε Γκοροντκί, κι εξομολογείτο στον πνευματικό μας, τον ηγούμενο Σαββάτιο (Ρουντακόβ). Κατά τη διάρκεια μιας κουβέντας με τον πατέρα Σαββάτιο, η Γιελένα διηγήθηκε για τα νιάτα της και για το γεγονός, σύμφωνα με το οποίο ο προορατικός γέροντας Ιγνάτιος από το Χαρμπίν προέβλεψε την εισδοχή της στον μοναχισμό.
Η Γιελένα μιλούσε για τον εαυτό της ως εξής:
«Όταν διαβάζω βιβλία για τα μοναστήρια, αρχίζω να αισθάνομαι τόση συγκίνηση μέσα στην ψυχή μου! Σε σημείο κλαυθμού. Μάλλον, ο Κύριος με καλεί σε μετάνοια, ώστε να ολοκληρώσω τον δρόμο της ζωής μου με το ίδιο τρόπο, όπως τον είχα ξεκινήσει».
Κατά πόσο κυριαρχεί η Πρόνοια του Θεού στη ζωή του ανθρώπου και πώς αυτή αποκαλύπτεται στους εκλεκτούς του Θεού
Κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, στις 6 Απριλίου του 2016, ο πνευματικός μας, ο ηγούμενος Σαββάτιος (Ρουντακόβ), κούρεψε τη Γιελένα Ζαμπρόντινα μοναχή με το όνομα Ιουλία, εις τη μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Ιουλίας από την Άγκυρα της Γαλατίας (εορτάζει στις 18 Μαΐου). Επί τέσσερα χρόνια η Ιούλια έζησε σε μοναχικό σχήμα και το 2020, σε ηλικία 88 ετών, αποδήμησε εις Κύριον.
Η Γιελένα πριν την κουρά της, μ’ ένα γαλάζιο μαντηλάκι, μαζί με τις αδελφές της Μονής της εικόνας της Παναγίας του Καζάν και του Αγίου Τρύφωνος (Βιάτσκι) και τον ηγούμενο Σαββάτιο (Ρουντακόβ)
Επί τέσσερα χρόνια η Ιούλια έζησε σε μοναχικό σχήμα και το 2020, σε ηλικία 88 ετών, αποδήμησε εις Κύριον.
Για τις αδελφές της μονής μας η ιστορία της ζωής της μοναχής Ιουλίας έγινε μαρτυρία για το κατά πόσο ανεξιχνίαστα είναι τα σχέδια του Θεού και κατά πόσο η Πρόνοια του Θεού κυριαρχεί στη ζωή του ανθρώπου και πώς αυτή αποκαλύπτεται στους εκλεκτούς από τον Θεό, όπως ήταν ο γέροντας σχι-ηγούμενος Ιγνάτιος (Μελέχιν, 1865-1958).
Επίσης ο Κύριος αποκάλυψε στις αδελφές της μονής μας την πνευματική σχέση με τις ασκήτριες, που ξεκίνησαν τη μοναχική πορεία τους στην περιοχή του Περμ, δηλαδή την ηγουμένη Ρουφίνα και την ηγουμένη Αριάδνη. Και η σύνδεση αυτή πραγματοποιήθηκε μ’ έναν θαυμαστό τρόπο, μέσω της μαθήτριάς τους, της Γιελένα, η οποία μεγάλωσε υπό την πνευματική τους μέριμνα, στο ορφανοτροφείο του μακρινού Χαρμπίν, και στο τέλος της ζωής της εκάρη μοναχή σ’ ένα μοναστήρι της περιοχής Περμ.