Στα πρόσωπα των πνευματικών ανθρώπων πάντα αντικατοπτρίζεται μια κάποια υπερκόσμια ομορφιά. Στην περίπτωση των μοναχών αυτή φαίνεται με γυμνό μάτι. Τα φωτισμένα τους μάτια, οι πράοι, αλλά σταθεροί και πειστικοί λόγοι – ο καρπός όλης της ζωής – δημιουργούν την εντύπωση ότι βγήκαν από σελίδες γεροντικών ή βίους αγίων. Αυστηρές νηστείες, εκτενείς αγρυπνίες και ολοκληρωτική παράδοση του εαυτού τους στα χέρια του Θεού έχουν εξαλείψει κάθε ίχνος εγωισμού και υπερηφάνειας.
Ο Γέροντας Πετρώνιος (Τανάσε), δικαίος της Ρουμανικής Σκήτης Τιμίου Προδρόμου Αγίου Όρους, είναι εικόνα μοναχού που ολοκληρωτικά εκπλήρωσε τον προορισμό του. Είχε ασυνήθιστο στους μοναχικούς κύκλους νοητικό επίπεδο (τρία πτυχία ανώτατης εκπαίδευσης) και ιδιαίτερη ζέση για τις ιερές ακολουθίες, στις οποίες συμμετείχε απαρέγκλιτα κάθε νύχτα στα 92 του χρόνια. Ο πατήρ Πετρώνιος μπορεί να αποτελέσει το παράδειγμα για όσους θα επιθυμούσαν να ζήσουν τη ζωή τους με νόημα.
Η χαρά που νιώθεις όταν συναντάς έναν τέτοιο άνθρωπο, δεν συγκρίνεται με τίποτα. Όμως, πώς μπορούμε και εμείς να αποκτήσουμε το αίσθημα της παρουσίας του Θεού; Τι είναι ο ησυχασμός; Ποιες είναι οι συνθήκες που απαιτούνται για να αποκτήσει κανείς την αδιάλειπτη προσευχή; Σε όλες αυτές τις ερωτήσεις απαντάει ο γέροντας – πνευματικός της αγιορείτικης σκήτης του Προδρόμου*.
– Πατέρα Πετρώνιε, υπάρχουν στο Άγιο Όρος ακόμα μοναχοί που ασκούν την προσευχή του Ιησού;
– Νομίζω πως υπάρχουν. Δεν έχουμε άμεσες σχέσεις με τους ερημίτες που ασκητεύουν σε διάφορα αγιορείτικα κελλιά, αλλά, αναμφίβολα, οι μοναχοί που συνεχίζουν αυτήν την πρακτική της Ανατολικής Εκκλησίας, υπάρχουν.
– Η καρδιακή προσευχή είναι δώρο ή είναι καρπός καθημερινών κόπων του μοναχού;
– Για αυτήν την προσευχή μπορούμε να μιλάμε για ώρες. Έχει διάφορα σκαλιά. Άλλο πράγμα είναι η προσευχή της καρδιάς και άλλο η προσευχή που γίνεται στο νου. Οι ρίζες της ανάγονται στην εντολή του Αποστόλου Παύλου «αδιαλείπτως προσεύχεστε» (Α’ Θεσ.5, 17). Βεβαίως, την εποχή που ο Απόστολος τα έγραφε αυτά, δεν υπήρχαν μοναχοί. Και η προτροπή αυτή απευθύνονταν σε όλους τους χριστιανούς. Τότε, χωρίς καμία αμφιβολία, υπήρχαν χριστιανοί που εκπλήρωσαν την εντολή της επιστολής του Παύλου.
Η εντολή, την οποία μας δίνει ο Απόστολος Παύλος, είναι επίκαιρη και αφορά όχι μόνο στους μοναχούς, αλλά και στους απλούς χριστιανούς. Στα μοναστήρια, οι μοναχοί που είχαν χρόνο ασχολούνταν ιδιαίτερα με αυτήν την προσευχή και φυσικά αυτοί είχαν κάποιες απορίες, κάποιες δυσκολίες σε αυτήν την άσκηση. Οι πατέρες της «Φιλοκαλίας» ασχολήθηκαν ιδιαιτέρως με την περιγραφή καταστάσεων, τις οποίες παράγει η προσευχή στην ψυχή του ανθρώπου και, για να βοηθήσουν αυτούς που επιθυμούσαν να προσεύχονται, συνέταξαν «μεθόδους» που είναι γνωστές στην πρακτική των ησυχαστών και που φέρουν ονόματα των Αγίων, οι οποίοι τις περιέγραψαν. Έτσι, στην ορθόδοξη παράδοση υπάρχει η μέθοδος του Αγίου Γρηγορίου του Συναΐτη, η μέθοδος του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου. Αυτές είναι σημαντικά βοηθήματα για όσους επιθυμούν να προσεύχονται αδιαλείπτως. Αυτή η προσευχή μπήκε στο τυπικό της ζωής των ερημιτών, των ησυχαστών που ασκητεύουν σε απομονωμένα μέρη, των ανθρώπων που παραμένουν σε πλήρη απομόνωση. Αυτή απαιτεί ειδικές συνθήκες.
Τρείς όροι της αδιάλειπτης προσευχής
Για παράδειγμα, ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος επισημαίνει ότι αυτός που ποθεί να προσεύχεται αδιαλείπτως απαιτείται να είναι ελεύθερος από τα πάθη. Να μην καταδυναστεύεται από κάποιο πάθος ή συνήθεια. Εν τω μεταξύ, η απελευθέρωση από τα πάθη είναι ολόκληρο στάδιο πνευματικής ζωής που απαιτεί την ιδιαίτερη προσοχή των χριστιανών, συνεχείς κόπους και άσκηση.
Αυτός που ποθεί να προσεύχεται αδιαλείπτως απαιτείται να είναι ελεύθερος από τα πάθη
Ένας άλλος όρος που απαιτείται από τον ασκούμενο σε αυτήν την προσευχή είναι ότι πρέπει να είναι συμφιλιωμένος από όλες τις πλευρές. Να είναι συμφιλιωμένος με τον Θεό. Τι σημαίνει αυτό; Ο ασκητής να μην μειονεκτεί στην τήρηση των εντολών του Θεού. Μετά, πρέπει να είναι συμφιλιωμένος με τους πλησίον. Να μην φιλονικεί ή να εχθρεύεται άλλους ανθρώπους. Και τρίτο, ο ασκητής πρέπει να είναι συμφιλιωμένος με τον εαυτό του. Εμπόδιο στη διεργασία συμφιλίωσης με τον εαυτό του είναι οι συμβιβασμοί, τους οποίους κάνει ο άνθρωπος στην προσωπική ζωή. Αυτά πρέπει να εξαλειφθούν.
Η τελευταία προϋπόθεση είναι η συμφιλίωση με τη φύση, με την όλη δημιουργία, την οποία ο άνθρωπος πρέπει να προστατεύει και να φροντίζει, σύμφωνα με την εντολή του Θεού. Η άλογη οικουμένη είχε δοθεί στον άνθρωπο για να την χρησιμοποιεί με διάκριση. Να είναι χρήσιμη για τον άνθρωπο όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά. Η φύση μας βοηθάει να συντηρούμε την υγεία μας και τις σωματικές μας δυνάμεις. Έχει και πνευματικά νοήματα. Γι΄αυτό, οι πιο προκομμένοι πνευματικά μοναχοί φτάνουν στην πνευματική γνώση της κτιστής φύσης. Ο άνθρωπος στοχάζεται τα νοήματα της δημιουργίας και βλέπει σε αυτήν τον Θεό, μόνο όταν θεωρεί τη φύση δώρο που ήρθε από Αυτόν.
Ο άνθρωπος μπορεί να ξεκινάει την προσευχή της καρδιάς ελπίζοντας ότι θα έχει αποτέλεσμα, μόνο αν παραμένει σε κατάσταση απάθειας.
Ο ρόλος της εμπειρίας στην άσκηση του ησυχασμού
– Είναι υποχρεωτική η πνευματική καθοδήγηση κατά την άσκηση αυτής της προσευχής;
– Στα μοναστήρια ο μοναχός πρέπει να φυλάει το νου του, επειδή ο εχθρός βάζει στο νου κακούς και επιζήμιους λογισμούς. Για να ασκείται κάποιος σε αυτήν την προσευχή, είναι απαραίτητος ο καθοδηγητής. Είναι ο άνθρωπος που έχει προχωρήσει, που μπορεί να καταλάβει σε ποιο πνευματικό στάδιο βρίσκεται ο εισερχόμενος στο δρόμο της προσευχής, ποια πάθη ενεργούν ακόμα στην ψυχή του, αν του επιτίθεται ο εχθρός με πειρασμούς, καθώς στα μοναστήρια ο εχθρός δεν κάθεται χωρίς δουλειά. Γι΄ αυτό, ο πνευματικός καθοδηγητής, με την νουθεσία που απορρέει από την προσωπική του εμπειρία, και με την προσευχή βοηθάει αυτόν που βρίσκεται στην αρχή του δρόμου. Καθαρίζει την ψυχή του νεόφυτου, για να πετύχει την πνευματική του απελευθέρωση.
«Ο άνθρωπος δε σώζεται ομαδικά»
– Ο ησυχασμός, μια και δίνει έμφαση στην απομόνωση και απομάκρυνση του ανθρώπου, στην προσωπική του άσκηση, συνιστά απόρριψη του ομαδικού πνεύματος;
– Το πνεύμα του ησυχασμού δεν αντιτίθεται στο εκκλησιαστικό, συνοδικό πνεύμα της Εκκλησίας. Η χριστιανική ζωή πράγματι έχει και ομαδική πτυχή και ατομική πτυχή. Ο άνθρωπος δε σώζεται ομαδικά. Ο κάθε χριστιανός πρέπει να φροντίζει τη δική του ιδιαίτερη ζωή. Αυτό δεν αποκλείει τις σχέσεις του μέσα στην οικογένεια και με άλλους ανθρώπους. Δε βλέπω καμία σύγκρουση ανάμεσα σε αυτές τις δύο πτυχές.
– Μπορεί ο ησυχασμός, ως παράδοση της ορθόδοξης προσευχής, να ασκείται στον κόσμο; Μπορούν οι άνθρωποι να κάνουν την καρδιακή προσευχή σε συνθήκες της σημερινής κοινωνίας; Μπορούν να παραμένουν εν ειρήνη με τον Θεό, με τους ανθρώπους και με τον εαυτό τους; Μπορούν να απελευθερωθούν από τα πάθη στο περιβάλλον κόσμου, στον οποίο ζούμε;
– Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα πάντα ήταν αρκετά ασαφείς. Στις μέρες μας εμφανίστηκαν διάφορες ιδέες. Υπάρχει ακόμα και περιοδικό για τον ησυχασμό, στο οποίο λέγεται ότι ο ησυχασμός είναι ο καλύτερος τρόπος ώστε ο σημερινός κόσμος να παραμένει σε αρμονία με το σύμπαν. Εδώ υπάρχει μεγάλο μπέρδεμα, καθώς συγχέονται ο ησυχασμός και η αδιάλειπτη προσευχή.
Ησυχασμός σημαίνει ερημιτισμός. Ο όρος «ησυχία» αφορά στην ειρήνη (ηρεμία), την οποία αποκτάει ο άνθρωπος, όταν δραπετεύει από τον κόσμο. Ο ησυχαστής είναι εκείνος που ζει σε ηρεμία, σε πλήρη απομόνωση από τα κοσμικά. Πώς μπορούμε τότε να λέμε ότι ο ησυχασμός είναι ο καλύτερος δρόμος για τους ανθρώπους που ζουν στον κόσμο, όταν μόνο ο ερημίτης, που βρίσκεται σε απομόνωση, μπορεί με μεγάλη δυσκολία να φτάσει στην πνευματική εξέλιξη; Ζει σε ειδικές συνθήκες. Η δραπέτευση από τον κόσμο και οι σκληρές συνθήκες διαμονής στην απομόνωση είναι συμφυείς μόνο στον ερημίτη. Πώς μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αυτός ο κατακερματισμένος κόσμος μπορεί να είναι το κατάλληλο περιβάλλον για την άσκηση της ησυχαστικής προσευχής; Δεν είναι δυνατόν.
Ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας μαζί με τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή μιλάνε για την αδιάλειπτη προσευχή. Ζούσαν πριν τους πατέρες ησυχαστές, οι οποίοι έγιναν γνωστοί στην ιστορία της Εκκλησίας αρκετά αργότερα. Σε ό,τι αφορά στην άσκηση της αδιάλειπτης προσευχής, σύμφωνα με την προτροπή του Αποστόλου, ο Άγιος Βασίλειος εξηγεί πώς πρέπει να προσευχόμαστε αδιαλείπτως. Στις ομιλίες του λέει ότι ο Θεός δεν περιμένει να Του ζητήσουμε κάτι: «Δώς΄ μου, Κύριε, αυτό και αυτό…». Επειδή ο Θεός καλύτερα από μας ξέρει, τι έχουμε ανάγκη. Πρέπει να ενεργούμε έτσι, όπως λέει ο Απόστολος σε άλλο σημείο: «Εἴτε οὖν ἐσθίετε εἴτε πίνετε εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε» (Α΄Κορ. 10, 31). Αυτός που ενεργεί και που ζει στον κόσμο κατ’ αυτόν τον τρόπο, μπορεί να φτάσει στην αδιάλειπτη προσευχή.
Συνεχίζεται...