Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Ο πατήρ Υάκινθος, ο αγαπημένος μου πνευματικός

Πριν από 25 χρόνια, στις 23 Ιουνίου του 1998, αποδήμησε εις Κύριον ένας εκπληκτικός πνευματικός, γεμάτος αρετές, παράδειγμα ενός πράου και ταπεινού μοναχού, απαράμιλλος υμνογράφος, ο γέροντας Υάκινθος (Ουντσουλιάκ), από το μοναστήρι Πούτνα, οι πανηγυρικοί του οποίου προκαλούν θαυμασμό και συγκίνηση στην καρδιά κάθε πιστού ανθρώπου. Ας προσεγγίσουμε τις αναμνήσεις γι’ αυτόν μέσω ενός από τα πνευματικά του τέκνα, ο οποίος θέλησε να παραμείνει ανώνυμος.

Για πρώτη φορά είδα τον πατέρα Υάκινθο το 1983, όταν ήρθα στο μοναστήρι Πούτνα από το μοναστήρι Σιχάστρια. Στην Πούτνα, τότε, μόλις είχαν ξεκινήσει τα έργα για την αποκατάσταση του βασιλικού οίκου και ο πατήρ Υάκινθος έτρεχε συνέχεια για διάφορες δουλειές. Όταν επέστρεφε στο μοναστήρι, τον περίμεναν οι κοσμικοί και οι μοναχοί για εξομολόγηση.

Μετά την αποφοίτηση από το σχολείο, ήθελε να πάει αμέσως σε μοναστήρι, αλλά ο π. Κλεόπας του είπε: «Αδελφέ Ιωάννη, δεν είναι η ώρα τώρα. Πρώτα πρέπει να υπηρετήσεις στον στρατό!»

Ο γέροντας μού διηγήθηκε μερικά περιστατικά από τη ζωή του. Μετά την αποφοίτηση από το σχολείο, ήθελε να πάει αμέσως σε μοναστήρι. Πήγε στον πατέρα Κλεόπα, αλλά εκείνος του είπε: «Αδελφέ Ιωάννη, δεν είναι η ώρα τώρα. Πρώτα πρέπει να υπηρετήσεις στον στρατό!».

Και πήγε στον στρατό. Εκεί, όταν παρατήρησαν την ευρηματικότητα και την επινοητικότητά του, τον σύστησαν για την αεροπορική σχολή. Τελείωσε τον στρατό κι έμεινε να ολοκληρώσει τις σπουδές του στην αεροπορική σχολή, αλλά τον απέβαλαν σύντομα, με την αιτιολογία ότι ήταν εύπορος[1]. Ο ίδιος μου διηγήθηκε το εξής:

«Μετάνιωσα, όταν μ’ έστειλαν στην αεροπορική σχολή, αλλά δεν μπορούσα ν’ αρνηθώ, γιατί ήταν αμέσως μετά τον πόλεμο και οι ανάγκες ήταν μεγάλες. Και αυτό ήταν το διακόνημά μου. Όταν με απέβαλαν, τότε είπα μέσα μου: “Να, τώρα ο Θεός πραγματοποίησε το θέλημά μου να πάω στο μοναστήρι”».

Και τότε πήγε στον πατέρα Κλεόπα και τον δέχτηκαν στο μοναστήρι Σιχάστρια.

Στη βεράντα του κελλιού του πατρός Κλεόπα στο μοναστήρι Σιχάστρια: Αρχιμανδρίτης Κλεόπας (Ιλιέ), Πρωτοσύγγελος Βαρσανούφιος (Λίπαν), Αρχιμανδρίτης Υάκινθος (Ουντσουλιάκ), Αρχιμανδρίτης Ιλαρίωνας (Αργκατού) Στη βεράντα του κελλιού του πατρός Κλεόπα στο μοναστήρι Σιχάστρια: Αρχιμανδρίτης Κλεόπας (Ιλιέ), Πρωτοσύγγελος Βαρσανούφιος (Λίπαν), Αρχιμανδρίτης Υάκινθος (Ουντσουλιάκ), Αρχιμανδρίτης Ιλαρίωνας (Αργκατού)

Λίγα χρόνια αργότερα, μαζί με τον πατέρα Κλεόπα και άλλους μοναχούς, στάλθηκε στο μοναστήρι Σλατίνα, για περίοδο δύο ετών. Για ενάμιση χρόνο ήταν μαθητής του πατρός Σοφιανού (Μπογκίου), μαζί με τον οποίο αγιογράφησε το μοναστήρι Νέγκρου στο Κιμπουλούνγκ-Μουστσέλε. Ενώ εκείνη την ώρα το κομμουνιστικό καθεστώς αποφάσισε να δημιουργήσει μία φάρμα εκτροφής χοίρων, ο πατήρ Κλεόπας μαζί με μερικούς μοναχούς από τη Σλατίνα, συμπεριλαμβανομένου και του πατρός Υακίνθου, στάλθηκε εκεί για να ενισχύσει την αδελφότητα στην Πούτνα.

Το Μοναστήρι Νέγκρου-Βόντε, στην πόλη Κιμπουλίνγκ-Μουστσέλ, αγιογραφημένο από τον ιερομόναχο Σοφιανό (Μπογκίου) και τον μοναχό Υάκινθο (Ουντσουλιάκ) Το Μοναστήρι Νέγκρου-Βόντε, στην πόλη Κιμπουλίνγκ-Μουστσέλ, αγιογραφημένο από τον ιερομόναχο Σοφιανό (Μπογκίου) και τον μοναχό Υάκινθο (Ουντσουλιάκ)

Το 1959 ξεκίνησε ο διωγμός κατά της Εκκλησίας από τους κομμουνιστές. Εκδόθηκε το διάταγμα αρ. 410, σύμφωνα με το οποίο οι μοναχοί και οι μοναχές εκδιώκονταν από τα μοναστήρια τους[2]. Ο πατήρ Υάκινθος το απέφυγε μόνο χάρη στο γεγονός του ότι είχε αποφοιτήσει από το Θεολογικό Σεμινάριο. Χειροτονήθηκε ιερομόναχος και πνευματικός και ύστερα έγινε καθηγούμενος της μονής Πούτνα, όταν ο πατήρ Γεράσιμος (Κοκοσέλ) χειροθετήθηκε σε Επίσκοπο Αράντ.

Μοναστήρι Πούτνα Μοναστήρι Πούτνα

Ως καθηγούμενος και πνευματικός, ο γέροντας είχε τεράστια ευθύνη. Εκείνον τον καιρό, το 1983, οι νέοι στο μοναστήρι ήταν λίγοι, αν και ο γέροντας δεχόταν όλους όσοι έρχονταν. Δεν διάλεγε, λέγοντας: «Καλά, θα τα καταφέρουν μόνοι τους. Όποιος δεν κάνει αυτό που πρέπει σ’ αυτόν τον ιερό τόπο, ο ίδιος ο τόπος δεν θα τον κρατήσει».

Όταν κάποιος από τους αδελφούς περνούσε κάποιο πειρασμό, ο γέροντας τον έστελνε στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου

Συχνά, όταν κάποιος από τους αδελφούς περνούσε κάποιο πειρασμό, ο γέροντας τον έστελνε στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, λέγοντας: «Πήγαινε στην Παναγία, κάνε μερικές εδαφιαίες υποκλίσεις και θα δεις την αλλαγή».

Η θαυματουργή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου (έτος 1472) από το Μοναστήρι Πούτνα Η θαυματουργή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου (έτος 1472) από το Μοναστήρι Πούτνα

Πάντα ήξερε να συνδυάζει το να είναι πνευματικός και καθηγούμενος της μονής. Ήμασταν λίγοι, ενώ τα διακονήματα ήταν πολλά και καμιά φορά παραπονιόμασταν ότι δεν προλαβαίνουμε να εκπληρώσουμε κάποιον κανόνα ή κάποιο επιτίμιο. Τότε μας έλεγε:

«Να ευχαριστείτε τον Θεό για το ότι μένετε στο μοναστήρι. Να χαίρεστε ότι αυτό που κάνετε, το κάνετε για τη δόξα του Θεού. Σκεφτείτε τους αδελφούς σας, τους φίλους σας, που υπηρετούν στον κόσμο κι έχουν τόσες θλίψεις. Αλήθεια, δεν σας αρκεί που η Μητέρα του Θεού σας οδήγησε στο μοναστήρι, ώστε να υπηρετείτε εδώ; Να χαίρεστε και ν’ αγωνίζεστε πνευματικά όσο σας επιτρέπουν οι δυνάμεις σας, να εκπληρώσετε τουλάχιστον ένα μέρος του κανόνα ή του επιτιμίου. Και ύστερα κάντε τον σταυρό πάνω στο κρεβάτι σας και πείτε: «Κύριε, Εσύ βλέπεις την ανημποριά και την αδυναμία μου. Δικός σου είμαι. Σώσε με, με τον τρόπο που ξέρεις!».

Έτσι μας παρηγορούσε ο γέροντας.

Όταν κάποιος αμάρταινε, του έλεγε:

«Σου δίνω το μεγαλύτερο επιτίμιο: Σκέψου το γεγονός ότι στεναχώρησες τον Θεό. Και στη συνέχεια προσπάθησε να μην Τον στενάχωρής και να μην αμαρτάνεις».

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα παρακάτω λόγια του γέροντα Υακίνθου:

«Το διακόνημα είναι άγιο πράγμα! Αν εκπληρώνεις το διακόνημά σου με αγάπη, το διακόνημα δεν θα σ’ εγκαταλείψει ποτέ, γιατί αυτό ανεβαίνει προς τον Θεό πριν την προσευχή».

Είμαι ευγνώμων στον γέροντα γι’ αυτά τα λόγια, γιατί ήταν πάντοτε για μένα σαν καθοδήγηση κι εγώ, όσο μπορούσα, με τις λίγες δυνάμεις που είχα, προσπαθούσα να εκπληρώνω το διακόνημά μου με αγάπη.

Ο πατήρ Υάκινθος προόδευσε ουσιαστικά στην προσευχή και η προσευχή του κατείχε μεγάλη δύναμη

Ο πατήρ Υάκινθος προόδευσε ουσιαστικά στην προσευχή και η προσευχή του κατείχε μεγάλη δύναμη. Οι άνθρωποι που τον επισκέπτονταν, συχνά, δεν προλάβαιναν να του πουν τον πόνο και τις συμφορές τους, όταν ο γέροντας έβαζε το χέρι του πάνω στα κεφάλια τους, τους ευλογούσε, προσευχόταν γι’ αυτούς, ενίσχυε το ψυχικό σθένος τους, ύστερα σχημάτιζε τον σταυρό πάνω στο κεφάλι τους και τους φιλούσε στο μέτωπο. Και σύντομα άρχιζαν να αισθάνονται τη δύναμη των προσευχών του γέροντα.

Είμαι σίγουρος ότι ο πατήρ Υάκινθος είχε το χάρισμα της «ευχής του Ιησού». Στην εξομολόγηση μας ρωτούσε:

«Μήπως είσαι μαλωμένος με κάποιον; Ή μήπως σε στεναχώρησε κανείς; Πώς τα πας με την προσευχή; Εκτελείς το διακόνημά σου με αγάπη; Κάνεις την “ευχή του Ιησού”;».

Και μας νουθετούσε συχνά περί προσευχής. Μας υπενθύμιζε για τον Άγιο Κύριλλο, Πατριάρχη Ιεροσολύμων, ο οποίος, αν και ήταν Πατριάρχης και ζούσε ανάμεσα σε κόσμο, είχε το χάρισμα προσευχής. Συνάμα, έτρεφε πνευματικά πάνω από 40 Μητροπολίτες κι Επισκόπους, καθώς και 365 μοναστήρια, που υπήρχαν στην Παλαιστίνη.

Κοντά στην είσοδο στον Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το μοναστήρι Πούτνα Κοντά στην είσοδο στον Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το μοναστήρι Πούτνα

Επίσης, ο γέροντας έλεγε:

Όταν ταξιδεύεις ή είσαι στο διακόνημά σου ή κάθεσαι στο τραπέζι ή θες να πας να ξεκουραστείς, μη σταματάς την ευχή του Ιησού

«Όταν ταξιδεύεις ή είσαι στο διακόνημά σου ή κάθεσαι στο τραπέζι ή θες να πας να ξεκουραστείς, μη σταματάς την ευχή του Ιησού. Είναι η πιο δυνατή προσευχή, είναι η μόνη που βοηθά έναν μοναχό. Και συχνά ο μοναχός εκπληρώνει τον κανόνα του μέσω του να εκτελεί το διακόνημά του, καθώς και με αυτή την προσευχή».

Λύνοντας τις αμαρτίες μας, ο γέροντας έλεγε στον καθένα μας:

«Αδελφέ, λυπάσαι που στεναχώρησες τον Θεό; Λυπάσαι που στεναχώρησες τον πλησίον σου; Να παλεύεις. Το επιτίμιό σου είναι το εξης: Μην αμαρτάνεις πια, μη στεναχωρείς τον Θεό, μην πικραίνεις τον πλησίον σου. Να έχεις ειρήνη με όλους, όσο μπορείς!».

Έβλεπα κι εγώ ότι ο ίδιος ο πατήρ Υάκινθος πραγματικά είχε ειρήνη με όλους.

«Να παλεύεις ανάλογα με τις δυνάμεις σου και να προσεύχεσαι αδιαλείπτως!».

Μας έλεγε ότι το διακόνημα χωρίς προσευχή είναι σκλαβιά, ενώ η προσευχή συνδυαζόμενη με το διακόνημα επέχει θέση Λειτουργίας.

Επίσης, στην εξομολόγηση μας ρωτούσε:

«Αδελφέ, έχεις χρόνο για διάβασμα; Να προσπαθείς να διαβάζεις τουλάχιστον μια προσευχή πριν τον ύπνο».

Τις περισσότερες φορές συμβούλευε να διαβάζουμε την Καινή Διαθήκη και τους βίους των Αγίων. Σύστηνε, επίσης, να μην περνάμε τον ελεύθερο χρόνο μας μάταια. Και φεύγαμε από την εξομολόγηση παρηγορημένοι, ενθουσιασμένοι, εμπνευσμένοι και γεμάτοι νέες δυνάμεις, για να παλέψουμε τους πειρασμούς.

Ήταν ταπεινός, στραμμένος στην προσευχή, σιωπηλός και υπομονετικός με όλους. Ποτέ δεν τον είδα ταραγμένο ή να μαλώνει κάποιον θυμωμένος.

Μια φορά, όταν παραπονέθηκα ότι μου έδωσε δύσκολο επιτίμιο, αισθάνθηκα βάρος μέσα στην ψυχή μου. Κι επειδή το επιτίμιο δεν ξεπερνούσε τις δυνάμεις μου, πήγα πίσω στον γέροντα, του ζήτησα συγγνώμη και πήρα την ευλογία να εκπληρώσω το επιτίμιο. Και ο γέροντας μου απάντησε το εξής:

«Πάτερ, ένας καθηγούμενος πρέπει να είναι οπλισμένος με μια τέτοια υπομονή, που ακόμα και αν όλη η αδελφότητα βρεθεί σε σύγχυση, να έχει τη δύναμη να τους ηρεμήσει όλους, ξέροντας ότι αυτό δεν είναι τίποτ’ άλλο από μια επίθεση του Διαβόλου».

Τόση υπομονή είχε. Πιστεύω ότι η υπομονή αυτή δεν ήταν χαρακτηριστικό του γέροντα εκ φύσεως, αλλά ήταν μεγάλο χάρισμα από τον Θεό.

Ποτέ δεν μπορούσε κανείς να τον δει ταραγμένο. Έλεγε ψυχωφελή λόγια, τόσο σ’ εμάς κατά τη διάρκεια της τράπεζας όσο και σε κοσμικούς. Λέγοντας την προσευχή πριν την εξομολόγηση, έλεγε και κάποια νουθεσία, για να ξυπνήσει τη συνείδηση στους ανθρώπους.

Κάποιοι πιστοί έλεγαν ότι, όταν λόγω ντροπής ή για κάποιον άλλο λόγο δεν εξομολογήθηκαν κάποια αμαρτία, ο γέροντας, ακούγοντάς τους με μεγάλη υπομονή, ρωτούσε:

«Μήπως αμάρτησες, πραγματοποιώντας την τάδε αμαρτία; Μήπως στεναχώρησες τον τάδε αδελφό; Μήπως αμάρτησες, αδικώντας τα παιδιά σου;».

Όποιος βρισκόταν μπροστά στον πατέρα Υάκινθο, δεν μπορούσε πια να κρύψει τις αμαρτίες του

Όποιος βρισκόταν μπροστά στον πατέρα Υάκινθο, δεν μπορούσε πια να κρύψει τις αμαρτίες του.

Ο γέροντας συχνά έλεγε:

«Ο ήλιος να μη δύσει μέχρι να παύσετε να είσαστε θυμωμένοι. Όσο μπορείτε, να έχετε ειρήνη με όλους: Με τον γείτονα, τον αδελφό ή την αδελφή. Αν είσαι πατέρας ή μητέρα, να φιλήσεις το παιδί σου πριν τον ύπνο, ακόμα και αν έκανε κάτι κακό και δεν ζήτησε συγγνώμη. Μην το αφήνεις στενοχωρημένο!

Ο πατήρ Υάκινθος έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια στην Υπεραγία Θεοτόκο. Την αγαπούσε τόσο πολύ, που κάθε φορά, όταν μιλούσε γι’ Αυτήν, άρχιζε να κλαίει και τα δάκρυα έπεφταν στη γενιάδα του. Έλεγε συχνά:

«Ξέρω ότι ο Ιησούς Χριστός, στον Οποίο εμπιστευτήκαμε τη ζωή μας, είναι ο Υιος του Θεού, αλλά ξέρω και κάτι ακόμα, δηλαδή ότι η Μητέρα του Θεού δεν σταματά να πρεσβεύει υπέρ ημών».

Είχε συνήθεια σε όλες τις προσευχές να μνημονεύει τον βοεβόδα Στέφανο ως Άγιο, αν και δεν είχε ακόμα καταταχθεί σε Αγίους. Έλεγε ότι ο πρίγκιπας μπορούσε να πληρώνει στους Τούρκους τον φόρο για χάρη της ειρήνης στην Αυλή και στη χώρα, αλλά αυτός δεν ήθελε οι Τούρκοι να αιχμαλωτίζουν τ’ αγόρια μας και να τα κάνουν Γενιτσάρους, οι οποίοι μετά θα πολεμούν εναντίον των αδελφών τους, καθώς και δεν ήθελε να πηγαίνουν τα κορίτσια μας στα χαρέμια. Ο βοεβόδας Στέφανος ο Μέγας είναι Άγιος χάρη σε τόσους ναούς και μοναστήρια, που έχτισε και διακόσμησε και στα οποία χάρισε εκτάσεις, δάση και αμπέλια.

Κοντά στον τάφο του Αγίου Στεφάνου του Μέγα, μοναστήρι Πούτνα, έτος 1960 Κοντά στον τάφο του Αγίου Στεφάνου του Μέγα, μοναστήρι Πούτνα, έτος 1960

Παρηγορούσε, καθησύχαζε, «καθάριζε» τις πληγές μας και μετά έβαζε εκεί το σωστό «φάρμακο»

Με πόνο και δάκρυα σας λέω: Μου λείπει πολύ ο πατήρ Υάκινθος και μετά τον θάνατό του δεν βρήκα ποτέ πνευματικό σαν αυτόν. Παρηγορούσε, καθησύχαζε, «καθάριζε» τις πληγές μας και μετά έβαζε εκεί το σωστό «φάρμακο». Καμιά φορά πονούσαμε απ’ αυτό, αλλά ο πόνος ήταν μικρής διαρκείας, ενώ η παρηγοριά ήταν γρήγορη κι ευεργετική.

Είπε ακόμη έναν λόγο ο γέροντας:

«Όταν δεν έχεις κανέναν να ζητήσεις συμβουλή, όταν νιώθεις ανάγκη να εξομολογηθείς, αλλά δεν έχεις πνευματικό, πες μια σύντομη προσευχή και ρώτησε τον Θεό: “Κύριε, είναι ευάρεστο για Σένα αυτό που θέλω να κάνω τώρα;” και αμέσως θα μάθεις το θέλημά Του, γιατί ο Θεός δεν θα επιτρέψει να πέσει σε πειρασμό εκείνος που ξεκινά το έργο του με προσευχή».

Για μένα ο πατήρ Υάκινθος είναι άγιος, εκλεκτός του Θεού και δεν αμφιβάλλω ότι βρίσκεται τώρα ανάμεσα στους Αγίους.

Και παρακαλώ όσους ήξεραν τον πατέρα Υάκινθο κι έμεναν δίπλα του, όσο μπορούν, να μην παύουν να μιλούν γι’ αυτόν, να μεταφέρουν τις συμβουλές και τις νουθεσίες του, καθώς και να τις εκπληρώνουν, ώστε να είναι ένα ζωντανό παράδειγμα για τους νέους.

Ιεριχώ, Ιούλιος 2000

Μετέφρασε από τα Ρωσικά στα Ελληνικά η Κατερίνα Πολονέιτσικ
Cuvântul Ortodox (Православное слово)

Pravoslavie.ru

8/30/2023

[1] Εδώ βλέπουμε ένα ωραίο παράδειγμα για το πώς οι πατέρες έκρυβαν προσεχτικά τις αρετές τους. Ένας νεαρός στρατιώτης δεν θα μπορούσε να είναι εύπορος, επειδή μεγάλωσε σε μια οικογένεια αγρότων, η οποία ήταν «πλούσια» μόνο σε πίστη και σε παιδιά. Η αιτία αποβολής ήταν διαφορετική: Το καθεστώς τότε ήταν κομμουνιστικό και διέταξε όλες οι εικόνες στους στρατώνες να πεταχθούν και ο ευσεβής στρατιώτης Ιωάννης Ουντσουλιάκ τις επέστρεψε αποφασιστικά στη θέση τους και ομολόγησε ανοιχτά την πίστη του στον Ιησού Χριστό, γεγονός το οποίο περιέγραψε ο βιογράφος του.

[2] Στα μοναστήρια μπορούσαν να παραμείνουν μόνο ανάπηροι, ηλικωμένοι και λόγιοι μοναχοί.

×