Πρόσωπα της Ιεράς Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ
Κατά τη διάρκεια των πιο σοβαρών σοβιετικών διωγμών του 20ού αιώνα, παρέμεινε το μοναδικό ανδρικό μοναστήρι της ΕΣΣΔ, που δεν έκλεισαν οι Μπολσεβίκοι.
Ιστορικά και κανονικά ερείσματα ενότητας της Ρωσικής Εκκλησίας
Тου Καθηγητή της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας,Ιερέα Μηχαήλ Ζελτόφ.
Λιτανεία προς τιμήν του Αγίου Ειρηνάρχου του Εγκλείστου 2019
Οι προσκυνητές καλύπτουν περίπου 70 χιλομέτρα τις πρώτες τέσσερις μέρες και διανυκτερεύουν δίπλα σε ανακαινιζόμενες εκκλησίες
Μητροπολίτης Ονούφριος μιλά για την πορεία της κανονικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία
Το Τμήμα Πληροφοριών και Μορφώσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δημοσίευσε τη συνέντευξη του Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονουφρίου στο περιοδικό «Pastyr i pastva» («Ο Ποιμένας και το ποίμνιο»).

Ο βίος της μοναχής και ιατρού Αμβροσίας ως υπηρεσία προς το Θεό και τους ανθρώπους. Μέρος Β.

Η οικογένεια Ομπερουτσέβ, είχε μετακομίσει στο μικρό κτήμα τους κοντά στην πόλη Γιέλνια, της επαρχίας του Σμολένσκ. Στις 9 Νοεμβρίου του 1905, ο πατέρας της πέθανε και αμέσως μετά, η μητέρα της αρρώστησε σοβαρά,φροντίζοντάς την προσεκτικά και με μεγάλη υπομονή, η Αλεξάντρα, καθώς την έβγαζε και έξω. Εισήχθη ως γιατρός στο Νοσοκομείο της Γιέλνια, όπου υπηρέτησε για 6 χρόνια. Μετά το καθημερινό εργάσιμο ωράριο στο νοσοκομείο, η Αλεξάντρα Ντμίτριεβνα πήγαινε σε κλήσεις και επέστρεφε στο σπίτι αργά, γύρω στις 9-10 μ.μ. Τους αντιμετώπιζε όλους δωρεάν, εργαζόταν μόνο με αντιμισθία και δεν πληρωνόταν από τους ασθενείς.

«Δεν ζητούσα χρήματα από τους ασθενείς, ακόμα κι όταν μου πρόσφεραν και μάλιστα επέμεναν... όταν κάποιος, δεν το γνώριζε αυτό και μου έδινε χρήματα, του έλεγα, ότι όλη μου η διάθεση εξαφανιζόταν και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσα να τον θεραπεύσω».

Σαμόρντινο. Φωτογραφία στα τέλη του 20ού αιώνα. Σαμόρντινο. Φωτογραφία στα τέλη του 20ού αιώνα.

Το 1906, η Αλεξάντρα επισκέφθηκε και πάλι την έρημο της Όπτινα και το μοναστήρι στο Σαμόρντινο. Κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης, η ιεροσχήμων μοναχός Ανατόλιος έγινε ο πνευματικός της πατέρας, ενώ μετά από μια συνομιλία με αυτόν έγραψε στο ημερολόγιό της: «κάτι ουράνιο με περιβάλλει, νιώθω μόνο αγιότητα και ολοκληρωτική αγάπη...».

Στην Γιέλνια, έπρεπε να εργαστεί σε πνευματική μοναξιά (οι συνάδελφοί της ήταν αλλόθρησκοι) και ως εκ τούτου το 1908 εργάστηκε στην κοινότητα στο όνομα του Χριστού Σωτήρος στην μακρινή επαρχία Σιμπίρσκ ως γιατρός, αλλά μετά από 2 χρόνια αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Γιέλνια λόγω άλλης ασθένειας της μητέρας της. Μετά την ανάρρωσή της, πήγε διακοπές στην Οπτίνα, τον Σαμόρντινο και το Σάροφ. Η Αλεξάντρα Ντμίτριεβνα θρήνησε για το θάνατο της μητέρας της, η οποία πέθανε στις 27 Απριλίου 1911. Αναζητώντας παρηγοριά, επισκέφθηκε το Βαλαάμ, όπου ξεπεράστηκε από ένα συναίσθημα που βίωσε μόνο στην έρημο της Όπτινα. Αυτό το ταξίδι είχε ευεργετική επίδραση στην πνευματική της υγεία. Στη συνέχεια έπιασε δουλειά ως αγροτική γιατρός στο χωριό Λιουμπάζι, της επαρχίας Κουρσκ. Την πρώτη μέρα μετά την άφιξή της στο χωριό, η γιατρός Ομπερουτσέβα ανακοίνωσε στους ασθενείς, ότι δεν θα υπήρχε υποδοχή ασθενών την Κυριακή και τις αργίες, εκτός από τους σοβαρά άρρωστους, αφού όλοι πρέπει να παρευρίσκονται στην εκκλησία αυτές τις μέρες. Στην αρχή, αυτή η δήλωση είχε δυσάρεστη επίδραση στους ανθρώπους, αλλά την ίδια μέρα ένας χωρικός υποκλίθηκε χαμηλά σε αυτήν και είπε: «Σας είμαστε ευγνώμονες που το αποφασίσατε».

Αν δεν υπήρχαν θέσεις στο νοσοκομείο, έπαιρνε σοβαρά άρρωστους ασθενείς για να αναρρώσουν στο σπίτι της

Από τις αρχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Αλεξάντρα Ντμίτριεβνα, υπηρέτησε εθελοντικά ως στρατιωτική γιατρός και πήγε στην πρώτη γραμμή του Δυτικού μετώπου. Η θαρραλέα αδελφή του ελέους μόλις κατάφερε να φτάσει στον πρώτο σταθμό επιδέσμων, που βρισκόταν πολύ κοντά στον τόπο όπου δινόταν η μάχη.

«Η εικόνα ήταν τρομερή: τραυματίες ήταν ξαπλωμένοι στο πάτωμα, πλήρως καλυμμένοι με αίμα, πολλοί είχαν ένα πολύ κατεστραμμένο κρανίο, ο εγκέφαλος ήταν ορατός. Κολλώδες αίμα έβρεχε το πρόσωπο, ενοχλητικές μύγες κολλημένες. Σκούπιζα τα μάτια και ολόκληρο το πρόσωπο των τραυματιών με μια υγρή πετσέτα και με ευχαριστούσαν με το τρυφερό βλέμμα των ξεθωριασμένων ματιών τους», περιέγραφε στους αναγνώστες.

Τέτοιες παρόμοιες τρομερές εικόνες αντίκρυζε σε νοσοκομεία πεδίου και νοσοκομεία κατά τη διάρκεια των τριών ετών της στο μέτωπο. Ένα άτομο με την καλύτερη ψυχική δομή, δεχόταν τον πόνο και τα βάσανα των τραυματιών εγκάρδια. Για παράδειγμα, κατά την υποχώρηση των στρατευμάτων μας από την πόλη Σαμπόρ, πολλοί τραυματίες που εκκενώθηκαν συσσωρεύτηκαν στο σταθμό. Η Αλεξάντρα Ντμίτριεβνα βρέθηκε μπροστά σε 48 τραυματίες στο κεφάλι.

«Τους έδεσα, αλλά αμέσως παρατήρησα, ότι οι ασθενείς μου παραληρούσαν, πηδούσαν και ο τραυματιοφορέας νοσκόμος ήταν αγενής απέναντί τους. Η καρδιά μου έσπασε, δεν άντεξα: ζήτησα να τοποθετήσουν ένα φορείο για μένα ανάμεσα στους τραυματίες, και σηκωνόμουν κάθε λεπτό για να ηρεμήσω κάπως αυτούς τους τραυματίες».

Η γιατρός Ομπερουτσέβα έσωσε τη ζωή πολλών ανθρώπων εκτελώντας πολύπλοκες επεμβάσεις, κατά τις οποίες προσευχόταν πάντα, ζητώντας τη βοήθεια του Θεού. Ζούσε με απόλυτη αφοσίωση: «εγώ η ίδια ξεχνούσα, ότι υπήρχα», παραδέχεται στο ημερολόγιό της. Η στοργική, συμπονετική και γεμάτη αγάπη στάση απέναντι στους τραυματίες της κέρδισε όχι μόνο τον βαθύ σεβασμό τους, αλλά και την ευλάβειά τους. Η επιβλητικότητά της μεταξύ των γιατρών ήταν αδιαμφισβήτητη: η διάγνωση του ασθενούς από αυτήν, ταυτιζόταν πάντα με τη διάγνωση των καθηγητών. Η Αλεξάντρα Ντμίτριεβνα προσπαθούσε πάντα να είναι εκεί όπου η βοήθειά της ήταν ιδιαίτερα απαραίτητη και πήγαινε εθελοντικά στις πιο δύσκολες περιοχές: χωρίς φόβο μόλυνσης, εργάστηκε σε τμήματα χολέρας και τυφοειδούς πυρετού. Μόλις αρρώστησε σοβαρά με τύφο, ήταν ένα βήμα από το θάνατο, αλλά με τη χάρη του Θεού ανακτήθηκε. Στην άδειά της, επισκέφθηκε την έρημο της Όπτινα, απ’ όπου στη συνέχεια επέστρεψε ξανά στο μέτωπο, όπου και τραυματίστηκε.

Η Αλεξάντρα Ντμίτριεβνα εντυπωσιάστηκε από την επίσκεψη του αυτοκράτορα Νικολάου Β΄ στην πρωτεύουσα της Ανατολικής Γαλικίας, το Λβιβ, η οποία είχε κατακτηθεί από τα ρωσικά στρατεύματα λίγο πριν. Εδώ, είδε με πόσο ενθουσιασμό, οι ορθόδοξοι Γαλικιανοί χαιρέτησαν τη θριαμβευτική είσοδο του Λευκού Τσάρου στο Λβιβ. Είδαν στο πρόσωπό του έναν απελευθερωτή από την επιβλαβή επιρροή του Ουνιατισμού πάνω τους και από τον Αυστροουγγρικό ζυγό. Όταν ο τσάρος απευθύνθηκε στο λαό από το μπαλκόνι, οι κάτοικοι τον επευφημούσαν και στη συνέχεια έψαλλαν ύμνους προς τιμήν της Θεοτόκου, του Ρώσου τσάρου και του ρωσικού λαού.

«Υπήρχαν τέτοια χαρούμενα συναισθήματα που με συγκλόνισαν ως τα βάθη της ψυχής μου», γράφει η Ομπερουτσέβα. Εκείνη τη στιγμή, συνειδητοποίησε ότι ο πόλεμος δεν ήταν πολιτικός, αλλά ιερός.

Όσιος Ανατόλιος της Όπτινα ο νεότερος (Ποτάποφ) Όσιος Ανατόλιος της Όπτινα ο νεότερος (Ποτάποφ) Κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης με τον αδελφό Μιχαήλ, ο οποίος πολέμησε επίσης στο Δυτικό Μέτωπο, της είπε: «Σάσα, έχουμε δει τόσα πολλά δεινά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που δεν είναι πλέον δυνατό να ζήσουμε μια συνηθισμένη ζωή: μπες σε ένα μοναστήρι». Το 1917, ο Μιχαήλ τραυματίστηκε θανάσιμα από έναν ναύτη-επαναστάτη στο νάρθηκα του ναού, όταν πήγε στην εκκλησία για να υψώσει τον Σταυρό του Κυρίου. Ο θάνατος του αδελφού Μιχαήλ, ήταν μια καμπή στη μελλοντική μοίρα της Αλεξάντρας Ντμίτριεβνα. Μετέφερε το σώμα του στις ερήμους της Όπτινα, όπου και θάφτηκε. Μετά από αυτό, πήρε την απόφαση να μονάσει στη γυναικεία Μονή Σαμορντίνσκι, που βρίσκεται κοντά στην Όπτινα, απόφαση, η οποία εκπληρώθηκε με την ευλογία του εξομολογητή, πατρός Ανατόλιου (Ανατόλιου της Όπτινα του Νεώτερου). Όταν έφυγε για το Σαμόρντινο, ο γέροντας της είπε: «Σε ευλογώ να θεραπεύσεις όλες τις γυναίκες που θα στραφούν προς εσένα». Στο μοναστήρι, για υπακοή, θεράπευε ασθενείς στο νοσοκομείο της μονής. Το 1919, η Αλεξάντρα Ντμίτριεβνα έλαβε την μυστηριακή κουρά με το όνομα Αμβροσία. Ήταν το φυσικό αποτέλεσμα της προηγούμενης ζωής της στον κόσμο, ήταν μια μετάβαση από τη θεραπεία ανθρώπινων σωμάτων στη θεραπεία των ψυχών τους και της δικής της ψυχής. Η ζωή με τον Θεό αποκάλυψε μια νέα «στάση στην ορθότητα και την αλήθεια», μια νέα ανάπτυξη στην πίστη. Στο ημερολόγιό της, η απομνημονεύτρια ζωγραφίζει ζωντανές εικόνες των πρεσβυτέρων της Όπτινα και των κατοίκων του Σαμόρντινο.

Το 1919, η Αλεξάντρα Ντμίτριεβνα έλαβε την μυστηριακή κουρά με το όνομα Αμβροσία

Το 1921, η μοναχή Αμβροσία, φρόντιζε ανιδιοτελώς τον σοβαρά άρρωστο γέροντα π. Ανατόλιο. Ο θάνατός του συνέπεσε με την έναρξη της καταστολής της Όπτινα και του Σαμόρντινου (καλοκαίρι 1922). Η πνευματική ηγεσία των αδελφών του Σαμόρντινο πέρασε στον τελευταίο πρεσβύτερο της Όπτινα, τον Fr. Nikon (Belyaev), τον μελλοντικό μοναχό-μάρτυρα Νίκωνα της Όπτινα. Μετά το κλείσιμο της Μονής Σαμορντίνσκι, οι μοναχές εγκαταστάθηκαν στην πόλη Κοζέλσκ, όπου συνέχισαν να ακολουθούν έναν αυστηρά μοναστικό τρόπο ζωής. Η μητέρα Αμβροσία πήρε αρκετές αδελφές που ήθελαν να περάσουν τη μοναστική ζωή μαζί της. Ως αποτέλεσμα, σχηματίστηκε μια μικρή Κοινότητα 10 αδελφών, η οποία καλλιεργήθηκε πνευματικά από τον Γέροντα Νίκωνα, επισκέπτοντάς την μία φορά την εβδομάδα για μια πνευματική συνέντευξη. Η μοναχή Αμβροσία έγραψε τα πολύτιμα λόγια των συνομιλιών και των διδασκαλιών του.

Τον Ιούνιο του 1927, ο π. Νίκων συνελήφθη, φυλακίστηκε και στη συνέχεια τον Ιανουάριο του 1928 στάλθηκε στο στρατόπεδο Κέμπερ, όπου πέρασε περισσότερα από δύο χρόνια. Χάρη στις σημειώσεις της μοναχής Αμβροσίας, έχουμε την ευκαιρία να διαβάσουμε τα επιθανάτια γράμματα του τελευταίου πρεσβύτερου της Όπτινα. Ένα χρόνο αργότερα, η μοναχή Αμβροσία συνελήφθη επίσης και κατηγορήθηκε για την προσέλκυση νεαρών κοριτσιών στο μοναχισμό και την οργάνωση ενός κοινοβίου. Τοποθετήθηκε σε φυλακή στο Σμολένσκ και στη συνέχεια στάλθηκε σε εξορία στην περιοχή του Αρχάγγελσκ, όπου υπέστη πολλές κακουχίες και θλίψεις. Όπως σε ένα κελλί φυλακής, υπήρχε τρομερός συνωστισμός, ταλαιπωρία και έντομα στους στρατώνες, το ίδιο ήταν και σε στρατώνες για εξόριστους. Ήταν μια ζωή σε απάνθρωπες συνθήκες. Σε ένα σημείο διέλευσης, έπιναν νερό που έσταζε από την οροφή των στρατώνων και μύριζε τερεβινθίνη (σ. τ. μ. η ρητίνη των πεύκων, αλλιώς το ρετσίνι). Έπιναν από κονσερβοκούτια και μαγείρευαν το μεσημεριανό τους σε αυτά. Τους έφεραν στο υλοτομείο, αλλά δεν μπορούσε κανείς εκεί να δουλέψει: άνθρωποι χωρίς χέρια, τυφλοί, άνθρωποι πρησμένοι από την πείνα. Τα παγωμένα χέρια και τα πόδια των άτυχων ανθρώπων ανέδυαν μια απαίσια μυρωδιά. Η μοναχή Αμβρόσιος αντιμετώπισε τέτοιους ασθενείς με υπερμαγγανικό κάλιο, αλλά το κύριο φάρμακο της ήταν η απεριόριστη αγάπη και η συμπόνια για τους αρρώστους.

Στο χωριό Μακαρίχα κοντά στο Κότλας, μια πόλη εξόριστων, η ζωή μπορούσε να συγκριθεί μόνο με την κόλαση, όπου οι άνθρωποι περίμεναν τον θάνατο ως απολύτρωση από το μαρτύριο. Υπήρχε υψηλό ποσοστό θνησιμότητας μεταξύ 18 χιλιάδων εξόριστων εδώ. Πρώτα απ' όλα, πέθαιναν παιδιά. Κάθε μέρα έσκαβαν κι έναν ομαδικό τάφο για 15 νεκρούς. Στη Μακαρίχα, η μοναχή Αμβροσία συναντήθηκε με τον επίσκοπο Λουκά (Βόινο-Γιασενέτσκι, τον μελλοντικό άγιο), ο οποίος την ευλόγησε να συνεχίσει να ασκεί την ιατρική, παρά τη μοναχική της ιδιότητα. Άρχισε να εργάζεται στους στρατώνες χολέρας και τυφοειδούς πυρετού της ΚΠΔ (σ. τ. μ. Κρατική Πολιτική Διοίκηση), ενώ λιποθύμησε από κόπωση και υποσιτισμό. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Βελίκι Ουστιούγκ, όπου οι κρατούμενοι κρατούνταν στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας το οποίο μετετράπη σε μπουντρούμι. Και εδώ παρείχε επαγγελματική βοήθεια σε όλους όσους την χρειαζόταν. Πάντα προσπαθούσε να διευκολύνει τη μοίρα των πασχόντων. Λόγω ανθυγιεινών συνθηκών, ο τύφος προστέθηκε στη δυσεντερία. Συχνά, μαζί με καροτσάκια που ήταν γεμάτα με τα σώματα των νεκρών, η μοναχή πήγαινε στο νεκροταφείο για να τους συνοδεύσει στο τελευταίο τους ταξίδι και για να τους διαβάσει, στέλνοντας τα σημειώματα υπέρ ανάπαυσης με τα ονόματα των αποθανόντων στο ναό της πόλης. Η μοναχή Μιχαήλα, που εξορίστηκε στο Βελίκι Ουστιούγκ, κράτησε στις αναμνήσεις της για την μοναχή Αμβροσία:

«Οι αρχές επέτρεψαν στη μητέρα μου να παρέχει βοήθεια σε άρρωστους εξόριστους. Και όχι μόνο τους θεράπευσε, αλλά, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, βοήθησε όλους όσους μπορούσε – τόσο σωματικά όσο και πνευματικά. Για πολλούς πάσχοντες, έδωσε ανακούφιση τις τελευταίες ώρες, ακόμη και τα λεπτά της ζωής τους. Πόσοι άρρωστοι, εγκαταλελειμμένοι και πεθαμένοι με την απελπισία στις ψυχές τους έλαβαν πνευματική υποστήριξη και παρηγοριά από αυτήν!.. Το πρόσωπό της ήταν πάντα φωτισμένο με αγάπη, αντανακλώντας την αγάπη για τους ανθρώπους, η οποία άναβε αδιάκοπα στην καρδιά της».

Παρά τη δίωξη από τις αρχές, η μοναχή–γιατρός, χωρίς να σκεφτεί τον εαυτό της, ταξίδευε μεγάλες αποστάσεις για να επισκεφτεί εξόριστους ιερείς ή άρρωστους.

Το επόμενο στάδιο για τους εξόριστους ήταν η πόλη Κιτσμέγκ, όπου η Αμβροσία έμεινε μέχρι το 1933. Οι ντόπιοι – Ζύριοι[1] της πέταξαν πέτρες και κάποτε την πέταξαν έξω από ένα παράθυρο του δεύτερου ορόφου. Τραυματίστηκε άσχημα, αλλά, με τη χάρη του Θεού, παρέμεινε ζωντανή. Το φθινόπωρο, μεταφέρθηκε και πάλι στο Βελίκι Ουστιούγκ. Εδώ, λόγω της ηλικίας και της κατάστασης της υγείας της, της δόθηκε απελευθέρωση. Η ταπεινοφροσύνη ενώπιον του Θεού, η εμπιστοσύνη στο έλεος του δημιουργού και η ένθερμη προσευχή βοήθησαν την μοναχή Αμβροσία να επιβιώσει στην εξορία. Εν μέσω σοβαρών δοκιμασιών, διατήρησε αλώβητη την ισχυρή πίστη και την αγάπη για τον Θεό.

Ο τάφος της μοναχής Αμβροσίας (Ομπερουτσέβα) στον αύλειο χώρο του ναού της Επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος, στο νεκροταφείο του Αγίου Νικολάου στο Σέργκιεβ Ποσάντ της περιφέρειας της Μόσχας. Φωτογραφία: Σβετλάνα Τσουμάκοβα Copyright © Svetlana Chumakova, temples.ru Ο τάφος της μοναχής Αμβροσίας (Ομπερουτσέβα) στον αύλειο χώρο του ναού της Επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος, στο νεκροταφείο του Αγίου Νικολάου στο Σέργκιεβ Ποσάντ της περιφέρειας της Μόσχας. Φωτογραφία: Σβετλάνα Τσουμάκοβα Copyright © Svetlana Chumakova, temples.ru Οι σημειώσεις της μοναχής Αμβροσίας τελειώνουν το 1932. Είναι γνωστό από άλλες πηγές, ότι μετά την επιστροφή της από την εξορία το 1935, η μεγάλη ασκήτρια του Θεού έζησε στο Ζαγόρσκ με την ανιψιά της, κόρη του αδελφού Μιχαήλ. Κι εδώ θεράπευε όλους, όσους ζήτησαν τη βοήθειά της. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της περιπλανήθηκε πολύ. Από την τελευταία επιστολή της Αμβροσίας: «Πώς να εκπληρώσετε το θέλημα του Θεού, ώστε να μην παραβιάσετε την παρέμβασή Του». Πέθανε το 1943 στα χέρια φίλων από εγκεφαλική αιμορραγία και θάφτηκε στο νεκροταφείο Κλημεντόβσκι του Σέργκιεβ Ποσάντ.

Ένα άτομο υψηλής πνευματικής ζωής, εξαιρετικής ευγένειας ψυχής, με απεριόριστη αφοσίωση στο καθήκον του γιατρού, η μοναχή Αμβροσία προσπαθούσε πάντα να ζει σύμφωνα με τις εντολές του Θεού. Όντας άξια μαθήτρια των τελευταίων γερόντων της Οπτίνα, αφιέρωσε τη ζωή της στην αποστολική υπηρεσία προς τον Θεό και στην αυτοθυσία της να υπηρετεί τους ανθρώπους. Μέσα από τις γραμμές του ημερολογίου, γραμμένες με μια αίσθηση βαθιάς ταπεινότητας, αναδύεται η εκπληκτική απαλότητά της ακόμη και σε σχέση με τους εχθρούς. Ο αληθινά χριστιανικός τρόπος ζωής της, η σταθερότητα στις δοκιμασίες της ζωής και η αυτοθυσία της, αξίζουν βαθύ σεβασμό και αποτελούν παράδειγμα για τις μελλοντικές γενιές των ορθοδόξων χριστιανών. Το βιβλίο της φέρει ένα ισχυρό μορφωτικό και εκπαιδευτικό δυναμικό για τους νέους, φέρνει μεγάλα οφέλη στην ψυχή τους, την καθαρίζει από τη βρωμιά, τους προσφέρει πνευματική βοήθεια για να ξεπεράσουν τις αντιξοότητες και τους διδάσκει να βασίζονται στο έλεος του Κυρίου μπροστά σε οποιεσδήποτε δοκιμασίες.

Μαρία Τομπόλοβα
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Κωνσταντίνος Θώδης

Pravoslavie.ru

1/16/2024

[1] Οι Ζύριοι αποτελούν εθνότητα Φινλανδικής ή Ουραλικής τάξης της Τουρανικής οικογένειας, που ζουν στα ανατολικά τμήματα των επαρχιών Βολογκντά και Αρχάγγελσκ.

Βλέπε επίσης
Ο βίος της μοναχής και ιατρού Αμβροσίας ως υπηρεσία προς το Θεό και τους ανθρώπους. Μέρος Α. Ο βίος της μοναχής και ιατρού Αμβροσίας ως υπηρεσία προς το Θεό και τους ανθρώπους. Μέρος Α.
Μαρία Τομπόλοβα
Ο βίος της μοναχής και ιατρού Αμβροσίας ως υπηρεσία προς το Θεό και τους ανθρώπους. Μέρος Α. Ο βίος της μοναχής και ιατρού Αμβροσίας ως υπηρεσία προς το Θεό και τους ανθρώπους. Μέρος Α.
Μαρία Τομπόλοβα
Γιατρός στο επάγγελμα, θεράπευε όχι μόνο σώματα, αλλά και ανθρώπινες ψυχές.
«Διάβασα μια προσευχή στον Άγιο Λουκά και έκλαψα»: ένα θαύμα με τη συμμετοχή του αγίου και των γιατρών «Διάβασα μια προσευχή στον Άγιο Λουκά και έκλαψα»: ένα θαύμα με τη συμμετοχή του αγίου και των γιατρών
Μαρία Τριάπκινα
«Διάβασα μια προσευχή στον Άγιο Λουκά και έκλαψα»: ένα θαύμα με τη συμμετοχή του αγίου και των γιατρών «Διάβασα μια προσευχή στον Άγιο Λουκά και έκλαψα»: ένα θαύμα με τη συμμετοχή του αγίου και των γιατρών
Μαρία Τριάπκινα
Δεν ήταν ιδιαίτερα έκπληκτοι, χαμογέλασαν: «Ναι, Ο Άγιος Λουκάς μας βοηθά όλους εδώ».
"Έχεις μια δουλειά να κάνεις στην Αμερική"
Πώς ένας ιερέας από τη Μόσχα χτίζει ένα εκκλησιαστικό συγκρότημα στη Βιρτζίνια Μπιτς. Μέρος Α
"Έχεις μια δουλειά να κάνεις στην Αμερική"
Πώς ένας ιερέας από τη Μόσχα χτίζει ένα εκκλησιαστικό συγκρότημα στη Βιρτζίνια Μπιτς. Μέρος Α
Ιερέας Σεργκέι Κόσοβ
Ήταν δύσκολο για εμάς, αλλά ο Επίσκοπος είπε: «Ηρεμήστε, έχετε την ευλογία του Θεού».
×